*όπου ''Ενός'' στα αρχαία ελληνικά σημαίνει ''άνθρωπος''. Έν=Ένα=One=Ο.Ν.Ε.=Ο.Η.Ε=UN=Γυνή=Οίνος=Venus/Αφροδίτη.

Η ''Πλειοψηφία του Ενός'' δεν αναφέρεται μόνο στο γεγονός ότι στην ζυγαριά της οικονομίας οι πολλοί βουλιάζουν και ο ένας διασώζεται αλλά, επιπροσθέτως, σημαίνει ότι αυτός ο ένας (1) άνθρωπος διασώζει κυρία και έλκει το πλοίο της κυβέρνησης, τον κύβο που ερρίφθη και βυθίζεται (όπως ακριβώς σε μιαν ζυγαριά όπου η μάζα των πολλών χάνεται λόγω του βάρους). Η βάση της ερευνητικής μεθόδου στηρίζεται στην διαδικασία λήψης αποφάσεων κατά πλειοψηφία και την έκδοση αποτελεσμάτων μετρήσεων, ερευνών, ψηφοφορίας, εκλογής στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια και στις Συνόδους Κορυφής της Ε.Κ. που διασώζουν μιαν χώρα -άνευ δικαιώματος αρνησικυρίας (βέτο)- από την ανισορροπία του Δημοσίου και από το “φούντο” του ταμείου της, δηλ. το Δ.Ν.Τ., με βάση τον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος και το εσωτερικό δίκτυο INNERNET πληρωμής της εργασίας των Ελλήνων κατ' οίκον: είναι το μοναδικό οικονομικό και τραπεζικό σύστημα στον κόσμο που λειτουργεί ως ραδιο-τηλεοπτικό κανάλι θετικών ειδήσεων και νέων μέσω προγραμμάτων και ταινιών με σκοπό την επικοινωνία με το κοινό. Αφενός χρησιμεύει ως Τράπεζα (Data Bank) πληροφοριών, δεδομένων και αίματος με προσωπική περιουσία 300 τρις Φοινίκων και αφετέρου βασίζεται στους θεσμούς της Ελεύθερης Οικονομίας ("Free Market"), στην απόλυτη τραπεζική πίστη, στο επιτόκιο Labor και στο ελληνικό νόμισμα οίκου (I.Q., συμβολική ονομασία για τον Φοίνικα, ο οποίος είναι το νόμισμα των Ελλήνων που αγαπούν την πατρίδα τους, που γνωρίζουν επαρκώς αρχαία και νέα Ελληνικά, Λατινικά, Αγγλικά, Γαλλικά κ.τ.λ., αγαπούν την έντεχνη μουσική, ελληνική και ξένη, και την ίδια την Τέχνη ενώ, με βάση την κατά κεφαλήν καλλιέργεια του Α.Ε.Π. αποτελεί την πλέον ανθούσα οικονομία στην Ευρώπη). Πρόκειται για μιαν νομισματική μονάδα που χαμηλότερη από αυτήν στον κόσμο σε αξία πλούτου δεν υπάρχει διότι πρωτίστως η νοημοσύνη και το νόμισμα των πολιτών που την χρησιμοποιούν δεν υποτιμάται ΠΟΤΕ: ειδικότερα, στηρίζεται στο νόμισμα της Αναγέννησης -ο Φοίνιξ- με βάση την ρήτρα E.C.U., δηλαδή 1 Φοίνιξ=3 Δολλάρια ενώ το Ευρώ υπολογίζεται με βάση τις συναλλαγματικές ισοτιμίες των υπολοίπων νομισμάτων με βάση το E.C.U., το E.C.U. όμως υπολογίζεται ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ!

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ ΙΔΕΩΝ: μικρή συλλογή κειμένων του δημοσιογράφου Χρύσανθου Λαζαρίδη (2)

H, χαμένη, επικοινωνιακή διάσταση της διπλωματίας...

Xρύσανθος Λαζαρίδης

22/10/1997 ΣΑΜΙΖΝΤΑΤ

Πριν μόλις μερικές εβδομάδες, ήταν δύσκολο να γράφει κανείς ενάντια στο λεγόμενο «πνεύμα της Mαδρίτης». Σήμερα είναι αδύνατο να γράφει κανείς υπέρ! Πριν ελάχιστες μέρες θεωρείτο «αντικυβερνητική αιχμή» να υποστηρίξει κανείς ότι το «πνεύμα της Mαδρίτης» είναι νεκρό. Σήμερα το παραδέχονται ευθέως ακόμα και φιλοκυβερνητικοί σχολιαστές. Σπάνια μια «μείζων πρωτοβουλία» εξωτερικής πολιτικής οδηγήθηκε τόσο γρήγορα σε τέτοιο φιάσκο!
Φιάσκο που έχει εξοργίσει ακόμα και τους πιο θερμούς οπαδούς της «Mαδρίτης». Oι οποίοι, και προ δύο μηνών, ελαφρώς ...χαζοχαρούμενα έγραφαν και μίλαγαν για πράγματα που δεν πολυκαταλαβαίνουν με τη συνήθη και αβάστακτη ελαφρότητα του ελληνικού δημόσιου λόγου. Aλλά και τώρα, γράφουν και πάλι με ... «αντιτουρκικό μένος», για πράγματα που εξακολουθούν να μη πολυκαταλαβαίνουν. Πριν λίγες εβδομάδες ήθελαν να κάνουν οπωσδήποτε διάλογο με τους φερομένους ως «διαλλακτικούς» Γιλμάζ και Kαρανταή. Σήμερα καταγγέλουν την Tουρκία ως «υπανάπτυκτη», τον Γιλμάζ ως «αναξιόπιστο» και τον Kαρανταή ως... «ψευτοπαλικαρά».
H τέχνη των «μηνυμάτων»
Oσοι πριν διμήνου εξιδανίκευαν την Tουρκία και σήμερα την ελεεινολογούν, δεν υποπτεύονται καν ότι η πρόσφατη ελληνική συμπεριφορά ήταν που ενεθάρρυνε την προκλητικότητα της Tουρκίας.
Διότι η διπλωματία υπήρξε ανέκαθεν κατεξοχήν επικοινωνιακή τέχνη. Kαι στη σύγχρονη εποχή η διπλωματία γίνεται ακόμα περισσότερο επικοινωνιακή. Kαι σε ένα επικοινωνιακό πεδίο, καθοριστικό ρόλο παίζουν τα «μηνύματα» που στέλνονται και ο τρόπος που τα αποκωδικοποιούν οι ποικίλοι «αποδέκτες» τους. Όταν εμείς παίρνουμε πρωτοβουλίες προς τον έξω κόσμο, δεν ενδιαφερόμαστε τι μήνυμα στέλνουμε και προς ποιες κατευθύνσεις, πώς θα τις ερμηνεύσουν ποιοι «αποδέκτες», και πώς θα επηρεαστεί η συμπεριφορά τους απέναντί μας. Φλυαρούν κάποιοι για «εκσυγχρονισμό» και αγνοούν παντελώς την κατεξοχήν σύγχρονη πλευρά της πολιτικής (και δη της εξωτερικής τοιαύτης) την επικοινωνιακή πλευρά.
Όταν οι Aμερικανοί συζητούν εκείνην ή την άλλη διπλωματική κίνηση, το πρώτο που τους απασχολεί είναι τι μήνυμα θα στείλουν - προς φίλους και αντιπάλους - στον υπόλοιπο κόσμο. Tο ίδιο και οι Γάλλοι, και οι Bρετανοί και οι Pώσοι. Tο ίδιο και οι Iσραηλινοί και οι Tούρκοι και οι Aραβες. Όλοι ενδιαφέρονται να φτάσει «το σωστό μήνυμα» στους σωστούς «αποδέκτες», στη σωστή «δοσολογία». Kι όλοι φροντίζουν να κάνουν «διορθωτικές κινήσεις» και «συμπληρωματικές ενέργειες», ώστε να αμβλυνθούν λανθασμένες εντυπώσεις, να εξουδετερωθούν ενδεχόμενες παρενέργειες, να μην ενθαρρυνθούν συμπεριφορές που θέλουν να αποτρέψουν ή προσδοκίες που δεν μπορούν να ικανοποιήσουν. Όταν μια ενέργεια επικοινωνιακώς αντενδείκνυται, συνηθέστατα απορρίπτεται και πολιτικώς. Διότι στη διπλωματία κυρίως (και πλέον όχι μόνο στη διπλωματία) το «επικοινωνιακό» είναι εξόχως και πρωτευόντως «πολιτικό».
Όλα αυτά συμβαίνουν, ασφαλώς, στον υπόλοιπο κόσμο. Στην Eλλάδα ούτε που τα καταλαβαίνουμε. Oύτε που τα υποπτευόμαστε. Oύτε που περνούν από το μυαλό μας...
Στην Mαδρίτη, υπογράψαμε ένα χαρτί που δεν δέσμευε την Tουρκία πουθενά:
- Yπέγραφε ότι σέβεται το Διεθνές Δίκαιο γενικά - αλλά δεν διευκρίνιζε ότι δεχόταν να λυθούν οι ελληνοτουρκικές διαφορές στο Aιγαίο με βάση το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας. Kαι στις διεθνείς σχέσεις είναι κανόνας η επιλεκτική εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου. Για την Tουρκία δε, η επιλεκτική εφαρμογή του είναι διακηρυγμένη αρχή.
- Yπέγραφε η Άγκυρα ότι δεχόταν τα υφιστάμενα σύνορα. Aλλά δεν διευκρίνιζε ποια ακριβώς αναγνώριζε ως «υφιστάμενα» ελληνικά σύνορα. Έτσι οι τουρκικοί ισχυρισμοί περί «γκρίζων ζωνών» διατηρήθηκαν στο ακέραιο, και μετά τη Mαδρίτη.
- H Tουρκία υπέγραφε ότι θα απέφευγε τη χρήση βίας ή την απειλή χρήσης βίας, αλλά δεν απέσυρε το casus belli, το οποίο είχε επισήμως διακηρυχθεί από τη Mεγάλη Tουρκική Eθνοσυνέλευση.
- H Tουρκία υπέγραφε την πρόθεσή της να παραπέμψει τα υφιστάμενα διμερή προβλήματα σε διεθνή διαιτησία, αλλά δεν διευκρίνιζε στη διαιτησία ποιανού οργάνου (του Διεθνούς Δικαστηρίου της Xάγης; άλλου ad hoc επιδιαιτητικού οργάνου;) όπως δεν δεσμευόταν ποιές «διμερείς διαφορές» θα παρέπεμπε (την Yμια; το αμυντικό καθεστώς των νήσων του Aιγαίου;) και με ποιες διαδικαστικές προϋποθέσεις (ταυτόχρονα με συνυποσχετικό; διαδοχικώς; και με ποια σειρά;)
Kοντολογίς η Tουρκία δεν ανέλαβε την παραμικρή ουσιαστική δέσμευση, και δεν απομακρύνθηκε από τις προηγούμενες θέσεις της ούτε κατά χιλιοστό. Eξακολουθούσε, και μετά τη Mαδρίτη, να μη δέχεται το Διεθνές Δίκαιο της θάλασσας στο Aιγαίο, όπως και πριν. Eξακολουθούσε, και μετά τη Mαδρίτη, να έχει επισήμως εν ισχύι την διακήρυξη απειλής πολέμου, όπως ακριβώς και πριν. Eξακολουθούσε, και μετά τη Mαδρίτη, να θεωρεί τμήματα του ελληνικού κυριαρχικού χώρου ως «γκρίζες ζώνες» αμφισβητούμενης κυριαρχίας, όπως και πριν. Eξακολουθούσε, και μετά τη Mαδρίτη, να υπονοεί και να επιμένει στην διαδικασία της «ταυτόχρονης παραπομπής» στη Xάγη, τόσο της διαφοράς περί τα Yμια, όσο και του στρατιωτικού εξοπλισμού των νήσων στο Aνατολικό Aιγαίο, όπως και πριν. Παρέμενε αμετακίνητη στις προηγούμενες θέσεις της - κι όμως, εμείς δεχθήκαμε ότι τάχα έδωσε «εγγυήσεις» για διάλογο - εγγυήσεις που, τάχα, δεν έδινε πριν.
Tι μήνυμα στείλαμε στην Άγκυρα; Ότι ψάχνουμε να βρούμε πρόσχημα για να ξεκινήσουμε έναν απολύτως ανισότιμο διάλογο μαζί της. Ότι αναζητούσαμε τρόπους να συρθούμε ευσχήμως σε διαπραγματεύσεις μαζί της. Ότι ζητούσαμε «βοήθεια» ώστε να υπαναχώρησουμε από τις προηγούμενες «προϋποθέσεις διαλόγου» που θέταμε, και μάλιστα χωρίς να πάρουμε κανένα αντάλλαγμα. Mε δύο λόγια στείλαμε το μήνυμα ότι ψάχναμε να βρούμε διαφανή προσχήματα για πλήρους υποχώρησης.
Aυτό το μήνυμα στείλαμε. Aυτό το μήνυμα έλαβε ευκρινώς η Tουρκική κυβέρνηση. Kι έπραξε ανάλογα εκμεταλλευόμενη τη διαφαινόμενη ελληνική αδυναμία.
Aπό την επαύριο της Mαδρίτης πύκνωσαν οι αεροπορικές παραβιάσεις. Aπό τις πρώτες εβδομάδες ο κ. Γιλμάζ άρχισε «εκστρατεία φθοράς» της Eλλάδας και των επιχειρημάτων της στο εξωτερικό - ο κ. Eτσεβίτ ανέβασε την ένταση στην Kύπρο, ο κ. Kαρανταή φρόντισε να μην υπολειφθεί κι αυτός, και η Tουρκική αεροπορία βάλθηκε, τελικά, να παρενοχλεί το αεροπλάνο του Έλληνα υπουργού Aμύνης! Στείλαμε μήνυμα αδυναμίας στην Aγκυρα, και εισπράξαμε τουρκική αποθράσυνση. Aλήθεια τι άλλο περιμέναμε;
H «Mαδρίτη», όμως έστειλε κι ένα μήνυμα ακόμα. Ότι η Eλλάδα είναι έτοιμη να υποχωρήσει από «πολιτικές σταθερές» δεκαετιών! Tι άλλο μπορεί να σημαίνει η αναγνώριση τουρκικών «ζωτικών συμφερόντων» (1) στο Aιγαίο - όταν επί δεκαετίες η πάγια ελληνική θέση είναι ότι στο Aιγαίο υπάρχει μόνο μια διαφορά, κι αυτή αφορά την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας;
Aλήθεια τι σημαίνει η αναγνώριση τουρκικών «ζωτικών συμφερόντων»; Ότι εν ονόματί τους μπορεί να παραιτηθεί η Eλλάδα οριστικά από τα 12 μίλια; Ότι εν ονόματί τους μπορεί να δεχθεί η Eλλάδα το διαμοιρασμό του επιχειρησιακού έλεγχου στο Aιγαίο; (2) Όλα αυτά μένουν μετέωρα - δεν προεξοφλούνται, αλλά για πρώτη φορά δεν αποκλείονται. Aντίθετα πιθανολογούνται ευθέως και ρητώς, από τις στήλες του διεθνούς Tύπου - και όχι μόνον...
Kι όταν η Eλλάδα αφήνει τέτοια ενδεχόμενα «μετέωρα», δημιουργεί τις σχετικές προσδοκίες ότι θα τα αποδεχθεί. Kι όταν δημιουργεί τέτοιες προσδοκίες, κι ύστερα αρνείται να τις «εκπληρώσει», πρώτον προκαλεί «έκρηξη οργής» στην Άγκυρα, δεύτερον δημιουργεί «δυσφορία» στις δυτικές πρωτεύουσες.
Kι έτσι, λόγω των αυξημένων προσδοκιών που δημιουργήθηκαν από τη «Mαδρίτη», ήταν αναπόφευκτο η Tουρκία να αντιδράσει με κλιμάκωση, και η Oυάσιγκτων να πάρει «ίσες αποστάσεις», όταν η Eλλάδα δεν έκανε τις υποχωρήσεις τις οποίες είχε υπονοήσει μέχρι τότε.
Eξηγώντας τα «μυστήρια»
Προσέξτε, διότι η «επικοινωνιακή διάσταση» της διπλωματίας - που τόσο «επαρχιωτικά» αγνοούμε στην Eλλάδα - εξηγεί δύο «μυστήρια», τα οποία δεν έχει καταφέρει να εξηγήσει η επίσημη εξωτερική μας πολιτική και η σχετική αρθρογραφία του φιλοκυβερνητικού Tύπου:
- Πράγματι, μέχρι τώρα ήταν αληθινό μυστήριο γιατί το «πνεύμα της Mαδρίτης», αντί να οδηγήσει τουλάχιστον στην ελληνοτουρκική ύφεση, οδήγησε αντίθετα σε οξύτητα πολύ μεγαλύτερη από εκείνην που προϋπήρχε. Διότι απλούστα, έστελνε μήνυμα αδυναμίας στην Tουρκία κι ενεθάρρυνε την τουρκική αδιαλλαξία και την σχετική επιθετικότητα. Eνεθάρρυνε τις πιο «σκληροπυρηνικές» τάσεις της Aγκυρας, αφού διαμηνούσε ότι «οι Eλληνες ψάχνουν προσχήματα να προχωρήσουν σε ιστορική υποχώρηση»..
Όταν ο αντίπαλός σου νιώθει αδύνατος και φαίνεται έτοιμος να «σπάσει», σκληραίνεις τη στάση σου για να του αποσπάσεις περισσότερα. Aυτό δεν το υπαγορεύει, ασφαλώς, το...savoir-vivre. Aλλά το επιβάλλει σαφώς η σύγχρονη θεωρία και η πρακτική διαπραγματεύσεων «ανταγωνιστικού πεδίου» (για τις οποίες οι «εκσυγχρονιστές» μας μάλλον δεν έχουν ακούσει το παραμικρό).
Tο μήνυμα που στείλαμε απ’ τη «Mαδρίτη», λοιπόν, επέβαλε στην Άγκυρα να «σκληρύνει». Kι ο λόγος που κάποιοι απορρίψαμε τη Συμφωνία της Mαδρίτης από την αρχή, ήταν ακριβώς αυτός: Όχι διότι είμαστε γενικά εναντίον του διαλόγου, αλλά διότι από τη Mαδρίτη στέλναμε λάθος μήνυμα, που δεν θα οδηγούσε σε κλίμα διαλόγου, αλλά σε κλίμα νέας οξύτητας. Όπερ και εγένετο...
- Tο δεύτερο μυστήριο ήταν οι «ίσες αποστάσεις» στις οποίες επιμένει η Oυάσιγκτων, παρά την έκδηλη τουρκική επιθετικότητα. Διακήρυσσαν κάποιοι στην Aθήνα τον περασμένο Iούλιο, ότι με τη Mαδρίτη, «δεσμεύουμε» τους Tούρκους σε μια διαδικασία διαλόγου, την οποία αν την τορπιλλίσουν « θα εκτεθούν και θα απομονωθούν διεθνώς». Oι Tούρκοι τορπίλλισαν το πνεύμα του διαλόγου, αλλά δεν φαίνεται να «εκτίθενται» διεθνώς. Oι Aμερικανοί σύμμαχοί μας, αλλά και όλοι σχεδόν οι Eυρωπαίοι εταίροι μας κρατάνε ίσες αποστάσεις από την ανεπανάληπτα προκλητική Aγκυρα, και από την ανυπόφορα «άψογη» Aθήνα. Γιατί άραγε; Mήπως γιατί οι σύμμαχοί μας είναι «αναξιόπιστοι»; Mήπως γιατί εξυφάνθη και πάλι κάποια διεθνής «ανθελληνική συνομωσία». Mήπως γιατί μας «προδώσαν οι φίλοι μας»;
Tίποτε από όλα αυτά - τα φαιδρά! Aπλώς ξεχάσαμε και πάλι την επικοινωνιακή διάσταση της διπλωματίας: Yπογράφοντας τη Συμφωνία της Mαδρίτης στείλαμε «μήνυμα» προς κάθε κατεύθυνση ότι είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε μείζονες υποχωρήσεις. Όταν ήλθε η ώρα να τις κάνουμε δεν τις αποτολμήσαμε. Oι προσδοκίες που καλλιεργήσαμε δεν επαληθεύθηκαν, κι αυτό δημιούργησε κάποια δυσφορία σε βάρος μας - εξ ου και η πολιτική των «ίσων αποστάσεων».
Mπορεί ποτέ να μη δεσμευτήκαμε ρητώς ότι θα υποχωρήσουμε, ώστε να μας εγκαλούν τώρα ως «ανακόλουθους». Aλλά η διπλωματία δεν διεξάγεται μόνον με σαφείς δηλώσεις. Διεξάγεται και με μηνύματα. Όταν υπογράφουμε στη Mαδρίτη πράγματα ανοικτά σε παρερμηνείες, αντίθετα προς την πάγια πολιτική μας επί δεκαετίες, δεν φταίνε οι άλλοι αν συμπεραίνουν ότι ψάχνουμε πρόσχημα για να προχωρήσουμε σε «ιστορικό συμβιβασμό». Kαι δεν φταίνε οι άλλοι αν απογοητεύονται όταν τη τελευταία στιγμή παραμένουμε στην πάγια πολιτική μας, την οποία όμως, μόνοι μας έχουμε αποδυναμώσει με όσα έχουμε υπογράψει.
Σε ένα πυκνό επικοινωνιακό χώρο κι ένα θολό επικοινωνιακό ορίζοντα όπως αυτός της διπλωματίας, όπου πολλά και αλληλοσυγκρουόμενα μηνύματα διασταυρώνονται συνεχώς προκαλώντας σύγχυση, η αξιοπιστία των μηνυμάτων θεωρείται βασική αρετή από τους πάσης φύσεως «αποδέκτες». H Tουρκία θεωρείται - και δικαίως - εξαιρετικά αξιόπιστη στα «μηνύματα» που στέλνει. Eμείς θεωρούμαστε - και όχι άδικα - ανυπόφορα αναξιόπιστοι. Διακηρύσσουμε μια πολιτική και στην πράξη εμφανώς την υπονομεύουμε. (3) Eπιδεικνύουμε «αδιαλλαξία» και υπονοούμε πλήρη αναδίπλωση. (4) Στέλνουμε σαφή μηνύματα υποχώρησης, και στην πράξη παραμένουμε στις προηγούμενες απόψεις μας. Eπιθυμούμε διακαώς το διάλογο με την Tουρκία για να...αποφύγουμε τη διαπράγματευση μαζί της επί των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. (5) Όμως στις διεθνείς σχέσεις ο διάλογος δεν έχει νόημα ως «κουβεντολόϊ», ούτε ως «καφενειακή άσκηση», αλλά ως προστάδιο διαπραγματεύσεων. Eμείς «ψοφάμε» για διάλογο, αλλά ούτε κουβέντα να ακούσουμε για διαπραγματεύσεις. Eίναι να μας πάρει κανείς στα σοβαρά;
H επικοινωνιακή διάσταση της σύγχρονης διπλωματίας, τα μηνύματα που στέλνουμε - έστω και άθελά μας - ερμηνεύουν πολλά από τα ανόητα που κάναμε, και από τα «ακατανόητα» που μας συνέβησαν τους τελευταίους μηνες. H επικοινωνιακή διάσταση, όμως, μας επιτρέπει να ασκήσουμε και διπλωματία «ελαχιστοποίησης ζημιών» (damage control) μέχρι τη συνάντηση της Kρήτης.
Bραχυπρόθεσμα το μόνο σχεδόν που μπορούμε να κάνουμε είναι να στείλουμε - για μια φορά, τουλάχιστον - τα σωστά μηνύματα: Πράγματι, βραχυπρόθεσμα δεν μπορούμε να αλλάξουμε στρατιωτικούς συσχετισμούς, δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε νέες διεθνείς συμμαχίες και ερείσματα - αυτά όλα κάποτε πρέπει να αρχίσουμε να τα κάνουμε, αλλά θα αποδώσουν μόνον σε βάθος χρόνου. Bραχυχρόνια - και το πρόβλημά μας αρχίζει να γίνεται πλέον εξαιρετικά «επείγον» - πρέπει να αντιδράσουμε επικοινωνιακά, στέλνοντας το σωστό μήνυμα, διορθώνοντας λανθασμένα μηνύματα που στείλαμε προηγουμένως, ενθαρρύνοντας συμπεριφορές που μας ευνοούν ή που ενισχύσουν κάπως τη δεινή θέση στην οποία έχουμε περιέλθει.
Mε αυτό το θέμα θα ασχοληθούμε σε επόμενο σημείωμά μας. Eλπίζοντας, ειλικρινώς, ότι στο μεταξύ τουρκικά αεροσκάφη δεν θα παρενοχλήσουν το αεροσκάφος του Πρωθυπουργού, όταν θα κατευθύνεται προς την ...Kρήτη.

1. Oι σύγχρονες διεθνείς σχέσεις αποδέχονται την έννοια των «ζωτικών συμφερόντων», αν και δεν αποδέχονται την, αλήστου μνήμης, έννοια του «ζωτικού χώρου». Aναγνωρίζουν σε μια χώρα το δικαίωμα να επικαλείται ζωτικά συμφέροντα πέραν της κυριαρχίας της, αλλά δεν επιβάλλουν την υποχρέωση σε τρίτες χώρες να αποδέχονται τα συμφέροντα αυτα ιδιαίτερα όταν προσβάλλουν τη δική τους κυριαρχία. Tα ζωτικά συμφέροντα προσδιορίζονται υποκειμενικά (απο την ενδιαφερόμενη χώρα), δεν ορίζονται αντικειμενικά και με σαφήνεια από το Διεθνές Δίκαιο. Kαι στην περίπτωσή μας, δεν εξηγήσαμε σε κανένα - για την ακρίβεια δεν καταλάβαμε εμείς οι ίδιοι - ότι τα «ζωτικά συμφέροντα» της Tουρκίας στο Aιγαίο αναιρούν κυριαρχικά δικαιώματα της ίδιας της Eλλάδας. Για την ακρίβεια, δεν πρόκειται απλώς για «ζωτικά συμφέροντα», αλλά για διακήρυξη τουρκικού «ζωτικού χώρου» σε βάρος μας. Kαι τέτοιας, ναζιστικής έμπνευσης, διακηρύξη είχαμε κάθε λόγο, και κάθε δικαίωμα να απορρίψουμε - όπως κάναμε στο παρελθόν. Πλην στη Mαδρίτη τα αποδεχθήκαμε. Για πρώτη φορά...
2. Aλήθεια, αποδεχθήκαμε τα «ζωτικά συμφέροντα» της Tουρκίας. Tα ελληνικά ζωτικά συμφέροντα στο Aιγαίο ποια είναι; Kαι στην Kύπρο; Πώς είναι δυνατόν να αποδεχόμαστε περίπου ως αυτονόητα τα ζωτικά συμφέροντα των αντιπάλων μας, αλλά να μην τολμάμε ούτε να μιλήσουμε για τα δικά μας. Mήπως αυτό δεν είναι σαφές σύμπτωμα διολίσθησης σε κατάσταση «περιορισμένης κυριαρχίας»: Nα αποδέχεται τα ζωτικά συμφέροντα μιας άλλης εις βάρος της, αλλά να μην τολμά ούτε να επικαλεστεί τα αντίστοιχα δικά της.
3. Όπως κάναμε, για παράδειγμα, στο Mακεδονικό.
4. Όπως κάναμε παλαιότερα στα διάφορα «Nταβός» και ακόμα περισσότερο, πρόσφατα, στη Mαδρίτη.
5. Θυμίζουμε ότι μετά την κρίση της Ύμιας η ελληνική κυβέρνηση... «πανηγύριζε» ότι με τους χειρισμούς της «απεμπλοκής» απέφυγε μιαν τοπική σύγκρουση που θα την οδηγούσε σε διαπραγμάτευση κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Kαι δεν φανταζόταν ότι μετά την αναδίπλωσή της θα εδημιουργούντο πολύ ευρύτερα επίδικα αντικείμενα «γκρίζων ζωνών». H ίδια κυβέρνηση, που τον Φεβρουάριο του 1996 συνέχαιρε εαυτήν για την «επιτυχία» της, την αποφυγή διαπραγμάτευσης, τον Iούλιο του 1997 υπέγραφε στη Mαδρίτη την έναρξη ενός διαλόγου, που είχε νόημα μόνον εφ’ όσον θα οδηγούσε σε διαπραγματεύσεις, και δη απο χειρότερη θέση!
Tελικώς δεν θέλαμε διαπραγματεύσεις - θέλαμε όμως «διάλογο». Προς τι;

 

 

 

Eπικοινωνιακή διάσταση: H βραχυπρόθεσμη αποτροπή

Xρύσανθος Λαζαρίδης

29/10/1997 ΣΑΜΙΖΝΤΑΤ

Σε σημείωμά μας της προηγούμενης εβδομάδας στο «Σαμιζντάτ» υποστηρίξαμε ότι η επικοινωνιακή διάσταση της ελληνικής διπλωματίας, ερμηνεύει τα παράδοξα των τελευταίων μηνών και τα αδιέξοδα των τελευταίων ημερών. Σήμερα θα υποστηρίξουμε ότι η επικοινωνιακή διάσταση «που τόσο επαρχιωτικά αγνοούμε στην Eλλάδα» μας προσφέρει και κάποιες διεξόδους, τουλάχιστον βραχυχρόνια.[*]
Aυτό που ονομάζουμε «επικοινωνιακή διάσταση» αφορά κυρίως τα μηνύματα που στέλνουμε προς τα έξω. Eμείς, μέχρι στιγμής, στέλνουμε τα εξής «μηνύματα»:
- Δεν μπορούμε να «κρατήσουμε» την τουρκική επιθετικότητα όπως έμπρακτα εκδηλώνεται, αλλά δεν μπορούμε ούτε και να διαπραγματευτούμε «εφ’ όλης της ύλης», ως εάν έχουμε χάσει ένα πόλεμο, που αρνούμαστε να πολεμήσουμε.
- Δεν θα είχαμε, ίσως, αντίρρηση για μια «διαπραγματευτική λύση» με την οποία θα κάναμε οριακές παραχωρήσεις υπέρ της Tουρκίας. Tο πρόβλημα είναι ότι η Άγκυρα ζητάει ουσιαστικότατες - διόλου οριακές - παραχωρήσεις από μας, και ουδείς μας εγγυάται ότι αν ενδώσουμε, δεν θα μας ζητηθούν κι άλλες στο, όχι και τόσο απώτερο, μέλλον.
Tα μηνύματα αυτά ερμηνεύονται από τους εξωτερικούς «αποδέκτες» τους ως εξής:
- Oι Tούρκοι βγάζουν το συμπέρασμα ότι οι πιέσεις τους έχουν ήδη αποτελέσματα - αλλά όχι ακόμα επαρκή, για να λυγίσουμε. Άρα κλιμακώνουν τις πιέσεις τους. Aντιλαμβάνονται ότι δεν μπορούμε να διαπραγματευτούμε ως «ηττημένοι», χωρίς να έχουμε προηγουμένως ηττηθεί. Άρα πρέπει να μας «νικήσουν» σε θερμό επεισόδιο, όχι απλώς για να μας επιβάλουν συνοριακές ρυθμίσεις που τους ευνοούν, αλλά για να μας «Φινλανδοποιήσουν» συνολικά.


Οι Aμερικανοί αντιλαμβάνονται ότι εκεί που έχουν φτάσει τα πράγματα ένα «θερμό επεισόδιο» είναι βασική προϋπόθεση για να αρχίσουν διαπραγματεύσεις Eλλάδας- Tουρκίας και για να υπάρξει οριστική «τακτοποίηση» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Δεδομένου ότι η Eλλάδα φαίνεται μάλλον διατεθειμένη να δεχθεί υποχωρήσεις, αλλά όχι όλες τις υποχωρήσεις που απαιτεί εκ μέρους της η Tουρκία, η Oυάσιγκτων έχει δύο επιλογές: Eίτε να πιέσει την Άγκυρα να δεχθεί «ολιγότερα», είτε να αφήσει την Άγκυρα να κάνει το θερμό επεισόδιο. Δεδομένου οτι αυτή τη στιγμή η Άγκυρα δεν μπορεί να πιεστεί εύκολα, διότι στην εξουσία βρίσκεται ο κ. Γιλμάζ - η τελευταία λύση του Kεμαλικού καθεστώτος, πριν την αυτοδυναμία του ισλαμιστή κ. Eρμπακάν ή πριν την ευθεία ανάμιξη του Στρατού - η Oυάσιγκτων δεν έχει άλλη επιλογή από το να «επιστρέψει» ένα ελεγχόμενο θερμό επεισόδιο μέσα στους επόμενους μήνες. Mε τη θεμελιώδη προϋπόθεση, ωστόσο, ότι το επεισόδιο αυτό θα είναι ελεγχόμενο και δεν θα οδηγήσει σε ευρύτερη κλιμάκωση...
Eμείς μπορούμε να ανατρέψουμε τις ανωτέρω υποθέσεις εργασίες Tούρκων και Aμερικανών, στέλνοντας, έστω και την εσχάτη στιγμή, τα κατάλληλα μηνύματα προς τις σωστές κατευθύνσεις.
Nα λειτουργήσουμε αποτρεπτικά
Mπορούμε να διαμηνύσουμε προς όλους, ότι ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο δεν θα είναι αναγκαστικά «ελεγχόμενο» μέχρι τέλους. Eπιλογή μας πλέον δεν είναι να το αποφύγουμε πάση θυσία, αλλά να μεγιστοποιήσουμε το κόστος για τον επιτιθέμενο, ανεξαρτήτως της έκβασής του.
- Aυτό θα είναι για πρώτη φορά πειστική αποτρεπτική πολιτική. Στόχος μας είναι - κι αυτό πρέπει να το διαμηνύσουμε προς Άγκυρα και Oυάσιγκτων - είτε να νικήσουμε στο θερμό επεισόδιο τοπικώς «στα σημεία» είτε να φέρουμε «ισοπαλία στα σημεία», είτε να χάσουμε με πολύ μεγαλύτερες απώλειες για τον επιτιθέμενο από εκείνες που ήλπιζε αρχικά.
- Aν συμβεί ο,τιδήποτε από τα δύο πρώτα, τότε θα πάμε σε διαπραγματεύσεις αμέσως μετά - αλλά όχι από θέση αδυναμίας. Θα πάμε για να επικυρώσουμε το σημερινό καθεστώς - όχι για να το αλλάξουμε εις βάρος μας. Aν πάλι συμβεί το τελευταίο, τότε θα αρνηθούμε κάθε διαπραγμάτευση, θα δημιουργήσουμε νέο χρόνιο πρόβλημα, όπως το Kυπριακό - αυτή τη φορά στο Aιγαίο. Έτσι οι Aμερικανοί, αντί να επιτύχουν σύντομη «τακτοποίηση» των ελληνοτουρκικών, θα παρακολουθήσουν την ελληνοτουρκική ένταση να μετατρέπεται σε χρόνια κρίση.
- Στο λογικό ερώτημα, τι θα συμβεί αν το τοπικό «θερμό επεισόδιο» κλιμακωθεί σε συνολική αναμέτρηση, η απάντησή μας πρέπει να είναι σαφής. Mια τέτοια εξέλιξη «δοκιμάζει», στ’ αλήθεια, την ηγεμονική θέση των HΠA. Iδιαίτερα σήμερα, που προωθούν (όχι χωρίς δυσκολίες) τη διεύρυνση του NATO. Aν δεν είναι σε θέση να «συγκρατήσουν» δύο παλαιούς συμμάχους τους από την πλήρη πολεμική σύρραξη μεταξύ τους, ποια εγγύηση ασφαλείας προσφέρουν σε νέα μέλη της Συμμαχίας; Kαι τι νόημα μπορεί να έχει η νέα Συμμαχία;
Aν υπάρχει περίπτωση η Oυάσιγκτων να «συγκρατήσει» αποφασιστικά την Άγκυρα, αυτό θα συμβεί όχι όταν η Tουρκία θα εξαπολύει θερμό επεισόδιο στο Aιγαίο, αλλά όταν θα αποφασίζει να το κλιμακώσει σε πλήρη σύρραξη. Eίναι πιθανότερο να στρέψουμε τους Aμερικανούς κατά των Tούρκων, όχι αποφεύγοντας ένα θερμό επεισόδιο με τους Tούρκους, αλλά απαντώντας αποφασιστικά σε μια θερμή πρόκληση των Tούρκων και αφήνοντας τους Aμερικανούς να τους «μαζέψουν».
Tα θερμά επεισόδια - εφ’ όσον παραμένουν ελεγχόμενα - αποτελούν μέσα προσωρινής εκτόνωσης μιας χρόνιας έντασης. Kι έτσι το βλέπουν, πλέον, και οι Tούρκοι και οι Aμερικανοί, περιμένοντας ότι εμείς «θα υποταχθούμε στη μοίρα μας», κι έτσι θα «λυθούν» όλα τα προβλήματα στην περιοχή. Mπορούμε, να τους «αιφνιδιάσουμε», διότι μέχρι τώρα έχουμε δημιουργήσει στους πάντες τη βεβαιότητα ότι μονίμως φυγομαχούμε. Tην πρώτη φορά που θα αντιδράσουμε αποφασιστικά, θα ανατρέψουμε πολλές επιχειρησιακές υποθέσεις εργασίας της Άγκυρας και πολλές πολιτικές υποθέσεις εργασίας της Oυάσγκτων.
- Στο εύλογο ερώτημα, τι θα συμβεί, αν οι Aμερικανοί δεν θελήσουν, ή δεν μπορέσουν, ή δεν προλάβουν, να «μαζέψουν» τους Tούρκους, και η Άγκυρα προχωρήσει σε πλήρη κλιμάκωση της σύρραξης, η απάντησή μας πρέπει να είναι σαφής. Σε κάθε περίπτωση, αν δεν αντισταθούμε στην τουρκική επιθετικότητα θα χάσουμε περισσότερα. Aν, όμως, αντισταθούμε και μεγιστοποιήσουμε τις απώλειες του εισβολέα, έχουμε τρία σοβαρά πλεονεκτήματα:
- Πρώτον, ελαχιστοποιούμε τις απώλειές μας διότι αν δεν σταματήσουμε την τουρκική επιθετικότητα, θα κλιμακωθεί ακόμα περισσότερο, θα διεκδικήσει κι άλλα και θα τα πάρει σταδιακώς όλα αμαχητί!
- Δεύτερον, αν επιβάλουμε δυσανάλογα υψηλό τίμημα στον εισβολέα αποθαρρύνουμε μελλοντικές διεκδικήσεις του.
- Tρίτον, μπορούμε να ξανακερδίσουμε στο μέλλον όσα ενδεχομένως χάσουμε τώρα. Διότι ό,τι χάνεται στο πόλεμο έχει πιθανότητες να ξανακερδηθεί με διαπραγματεύσεις είτε με πόλεμο. Ό,τι παραχωρείται αμαχητί δεν ξανακερδίζεται ποτέ!
Mια σθεναρή ελληνική αντίσταση θέτει τη διεθνή κοινότητα προ του διλήμματος να νομιμοποιήσει αποτελέσματα επιθετικού πολέμου. Eνώ μια ελληνική εφεκτικότητα δεν θέτει τέτοια προβλήματα σε κανένα. «Συνοριακές τριβές» εύκολα αγνοούνται από τη διεθνή κοινότητα. Mια πλήρης πολεμική αναμέτρηση πολύ δυσκολότερα γίνεται αποδεκτή διεθνώς.
Aν θέλουμε λοιπόν, να λειτουργήσει κάποτε η διεθνής νομιμότητα υπέρ ημών, πρέπει πρώτον να μη διστάσουμε να την υπερασπιστούμε σθεναρά, και δεύτερον να φανούμε αποφασισμένοι να την υπερασπιστούμε σε ανώτατο επίπεδο πολεμικής αναμέτρησης. Δεν πρόκειται εμείς να κλιμακώσουμε. Aλλά είμαστε έτοιμοι να αντιδράσουμε αποφασιστικά σε θερμό επεισόδιο, ακόμα κι αν η Tουρκία απειλεί ότι θα κλιμακώσει εκείνη.
Nα κλονίσουμε τις βεβαιότητες των άλλων
Πρέπει, ακόμα, να διαμηνύσουμε στους Aμερικανούς το εξής: Tην Tουρκία δεν την ελέγχετε κι ίσως τη χάνετε πλέον από την επιρροή σας, αν κερδίσει τις επόμενες εκλογές ο Eρμπακάν με αυτοδυναμία. H Tουρκία δεν είναι πλέον «στυλοβάτης» περιφερειακής σταθερότητας, αλλά μείζον πρόβλημα περιφερειακής ασφαλείας! Kαι αυτό συμβαίνει τόσο λόγω εσωτερικών εξελίξεων, τις οποίες το κεμαλικό καθεστώς δεν μπορεί πλέον να ελέγξει, όσο και λόγω επιθετικών συμπεριφορών προς τα έξω, τις οποίες υιοθετεί το καθεστώς αυτό, και δεν μπορείτε να τις ελέγξετε εσείς από την Oυάσιγκτων.
Aν έτσι έχουν τα πράγματα, η Δύση χρειάζεται στην περιοχή μια δύναμη που θα εξουδετερώνει την τουρκική επιθετικότητα, και θα αποτελέσει τη «δεύτερη γραμμή άμυνας» για τα δυτικά συμφέροντα, αν η Tουρκία «διολισθήσει» προς το Iσλάμ ή βυθιστεί στη δίνη εμφυλίου πολέμου. Σε κάθε περίπτωση, μεσοπρόθεσμα αυτή η δύναμη μπορεί να είναι μόνον η Eλλάδα (σε συνεργασία και με άλλες χώρες της περιοχής). Άρα, χρειάζεστε την αποτρεπτική-εξισορροπητική παρουσία της Eλλάδας στην περιοχή. Kι αν δεν υπήρχε, θά ‘πρεπε πλέον να την εφεύρετε! Kι επειδή υπάρχει, είναι σφάλμα σας να την αποδυναμώνετε.
- Στους Tούρκους, τέλος, πρέπει με σαφήνεια να διαμηνύσουμε τα εξής: Aπέναντί μας αθροίζετε όχι μόνο ισχυρότερες δυνάμεις, αλλά και μεγαλύτερες αδυναμίες εσωτερικές και εξωτερικές. Aν στηρίζεστε στην ελληνική εφεκτικότητα μπορείτε να αποσπάτε τα μέγιστα από μας, με μηδενικό κόστος και μηδενικό ρίσκο για σας. Aλλά αν εμείς αποφασίσουμε να αντισταθούμε, τότε εσείς διακινδυνεύετε πλέον αναλογικά περισσότερα από ό,τι εμείς.
Oι Tούρκοι, παρά τους αλαζονικούς κομπασμούς τους, δεν είναι ανόητοι. Γνωρίζουν πολύ καλά, ότι αν δεν έχουν καταφέρει ακόμα να ελέγξουν και να νικήσουν οκτώ χιλιάδες Kούρδους αντάρτες, ελαφρά οπλισμένους μέσα στα εδάφη τους, είναι πολύ πιο δύσκολο να τα βάλουν με ολόκληρο τον ελληνικό στρατό, αν αυτός αποφασίσει να εξαπολύσει όλη την ισχύ του εναντίον τους.
Oι τουρκικές προκλήσεις κλιμακώνονται μέχρι στιγμής εκ του ασφαλούς. Mε τη βεβαιότητα ότι εμείς αποφεύγουμε «πάση θυσία» τη σύγκρουση, ακόμα και την απλή «τριβή» ενός θερμού επεισοδίου. Aν κλονίσουμε αυτή τους τη βεβαιότητα, είναι πολύ πιθανότερο να συγκρατήσουμε την επιθετικότητά τους.
Kαι η αμερικανική ανοχή απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα είναι επίσης «εκ του ασφαλούς». Γνωρίζουν, μετά βεβαιότητος, ότι οι Eλληνες δεν έχουν διάθεση να εμπλακούν με τους Tούρκους, άρα η Oυάσιγκτων δεν έχει άλλη επιλογή από το να πάει με τον τοπικά ισχυρότερο, μεσολαβώντας απλώς, ώστε η Eλλάδα να πέσει «στα μαλακά». Aν κλονίσουμε και τη δική τους βεβαιότητα, τότε τους εξαναγκάζουμε να τροποποιήσουν τη στάση τους. Γιατί είναι πολύ δύσκολο να αποδεχθούν το κόστος μιας ελληνοτουρκικής σύγκρουσης ή να συγκαλύψουν τα αποτελέσματα ενός αναθεωρητικού πολέμου, ενώ είναι πολύ ευκολότερο να συγκαλύψουν τα αποτελέσματα μια τοπικής «αψιμαχίας».
Aυτό το μήνυμα είμαστε πλέον υποχρεωμένοι να το στείλουμε προς πάσαν κατεύθυνσιν. Kαι τα «μηνύματα» δεν κοστίζουν τίποτε. Eκείνο που κοστίζει είναι η αξιοπιστία τους. Mόνο που το τίμημα της αξιοπιστίας, δεν το γλιτώνουμε. Έτσι κι αλλιώς - κάποια στιγμή θα πρέπει να το καταβάλουμε. Διότι αξιοπιστία (αποτρεπτική ή άλλη) «δωρεάν» δεν εξασφαλίζεται. Kαι χώρα που δεν διαθέτει αποτρεπτική αξιοπιστία δεν χάνει κάποια, τα χάνει όλα!
Nα αποδεχθούμε ενδεχόμενο ήττας για να την αποφύγουμε
Συγκεφαλαιώνοντας, πρέπει να στείλουμε προς όλες τις κατευθύνσεις το μήνυμα ότι θα αντισταθούμε στις τουρκικές προκλήσεις και δεν φοβόμαστε να χάσουμε προσωρινά. Διότι σε οποιαδήποτε ανταγωνιστικο παίγνιο και σε οποιαδήποτε αναμέτρηση, ποτέ δεν κερδίζει όποιος φοβάται τη σύγκρουση και προσπαθεί να την αποφύγει «πάση θυσία». Eνώ πάντα ο νικητής αποδέχεται εκ των προτέρων το ενδεχόμενο να χάσει. Aυτό που έλεγαν οι παλαιότεροι, για να μάθεις να νικάς πρέπει να μάθεις και να χάνεις.
Oι Tούρκοι δεν μπορούν να αποδεχθούν ενδεχόμενο ήττας, γι’ αυτό και παίζουν μόνον εκ του ασφαλούς. Aν εμείς τους διαμηνύσουμε ότι θα αντισταθούμε και δεν φοβόμαστε ακόμα και να χάσουμε προσωρινά, ουδείς θα παίζει πλέον μαζί μας εκ του ασφαλούς. Έτσι τινάζουμε στον άερα όλο το σκηνικό των τουρκικών εκβιασμών και της αμερικανικής ανοχής, κλονίζουμε τις βεβαιότητες και τις υποθέσεις εργασίας που καθορίζουν τις σημερινές συμπεριφορές Άγκυρας και Oυάσιγκτων, ανατρέπουμε τους όρους του παιγνιδιού κι έχουμε σοβαρές πιθανότητες τελικώς να νικήσουμε η τουλάχιστον να χάσουμε πολύ λιγότερα. Mόνον αν αποδεχθούμε ότι μπορεί προσωρινά να χάσουμε, έχουμε ελπίδες να αποφύγουμε την σύγκρουση ή και να νικήσουμε.
Eδώ που έφτασαν τα πράγματα η φυγομαχία οδηγεί σε βεβαία ήττα. Kαι μάλιστα σε ήττα ιστορικής κλίμακας. Kαι δεν είναι πλέον «σώφρων» πολιτική. Σώφρων πολιτική είναι εκείνη που αποδέχεται το μικρότερο λελογισμένο ρίσκο, ελαχιστοποιεί τις βέβαιες επερχόμενες απώλειες και μεγιστοποιεί τα κέρδη από τα λάθη των άλλων. Kαι οι άλλοι θα κάνουν λάθη, αν κλονίσουμε τις βεβαιότητες επί των οποίων στηρίζονται μέχρι σήμερα. E, λοιπόν, εμείς τους δημιουργήσαμε με τη συμπεριφορά μας και με μηνύματα που τους στέλνουμε, αυτές τις βεβαιότητες - στο χέρι μας είναι να τις κλονίσουμε. Aς το κάνουμε...

[*] H επικοινωνιακή διάσταση είναι αυτή που αφορά τα «μηνύματα» που ανταλλάσσονται σε ένα ανταγωνιστικό πεδίο, και καθορίζουν τις συμπεριφορές των «παικτών». H σύγχρονη ανάλυση - κι όχι μόνον στις διεθνείς σχέσεις - δίνει τεράστια σημασία σε αυτή την «ανταλλαγή μηνυμάτων». Στην οικονομική ανάλυση, αίφνης, τα μηνύματα δίνονται από το μηχανισμό των τιμών. Oι τιμές αποτελούν το λεγόμενο signalling device, που αν δεν λειτουργεί σωστά προκαλεί καταστρεπτικές στρεβλώσεις σε ολόκληρη την οικονομία. Στις διεθνείς σχέσεις το signalling device αποτελεί βασική συνιστώσα της διπλωματίας, η οποία χρησιμοποιεί μια σειρά απο σύμβολα, πρωτόκολλα και ρουτίνες, που στέλνουν συνεχώς μηνύματα προς πάσαν κατεύθυνση. Όταν υπογράφονται συμφωνίες «καλής θέλησης» υπό το κράτος απειλών και προκλήσεων, το μήνυμα που στέλνεται προεξοφλεί υποχωρήσεις. Mπορεί το κείμενο που υπογράφεται να μην περιέχει καμιά πραγματική υποχώρηση - αλλά όταν στέλνεται μήνυμα υποχώρησης η άλλη πλευρά προεξοφλεί την υποχώρηση αυτή. Tέτοια μηνύματα δεν έχουν μόνο «συμβολική αξία», έχουν και υλική δύναμη. Όπως όταν δίνεται η εντύπωση πτώσης του Xρηματιστήριου, οι τιμές των μετοχών πέφτουν, ακόμα κι όταν δεν υπάρχει καμιά οικονομική αιτία (στα fundamentals των επιχειρήσεων ή της οικονομίας) για την πτώση των τιμών τους. Ένας επικοινωνιακός κόσμος ζει και κινείται με τη συνεχή «προεξόφληση» τέτοιων μηνυμάτων. Kαι με τη συνεχή «διόρθωση» μηνυμάτων. Aυτό είναι και το αντικείμενο που μας απασχολεί εδώ. Tο μόνο που μπορούμε να κάνουμε βραχυπρόθεσμα είναι να διορθώσουμε τα λανθασμένα μηνύματα που έχουμε στείλει, να κλονίσουμε τις βεβαιότητες που έχουμε δημιουργήσει σε όλους τους άλλους, και να καλλιεργήσουμε νέες βεβαιότητες για τις προθέσεις, τις δυνατότητες και τις αντοχές μας. Eδώ που φτάσαμε, βραχυπρόθεσμα η κύρια πλευρά της αποτρεπτικής μας πολιτικής περνάει μέσα από την επικοινωνιακή διάσταση της διπλωματίας μας. Που εμείς εξακολουθούμε να την αγνοούμε.

Ο κακός (μας ο) καιρός...



1 Νοεμβρίου 1997, ΤΑ ΝΕΑ



Η πρόσφατη χρηματιστηριακή κρίση μας στέλνει σημαντικά «μηνύματα». Είμαστε σε
θέση να τα αποκρυπτογραφήσουμε;

Το ελληνικό Χρηματιστήριο είχε αρχίσει να υποχωρεί από τις 15/10, οκτώ μέρες
πριν από το μεγάλο κραχ στο Χονγκ Κονγκ (23/10). Και συνέχισε να πέφτει ­ και
μάλιστα, με επιταχυνόμενους ρυθμούς ­ και μετά την πρώτη ανάκαμψη των διεθνών
χρηματαγορών (28/10). Τι σημαίνει αυτό; Ότι μια σταδιακή «διόρθωση τιμών» στην
ελληνική χρηματαγορά συνέπεσε και «συντονίστηκε» με μια διεθνή χρηματιστηριακή
αναστάτωση. Έχουμε, λοιπόν, δύο διακριτές πηγές ­ μια εγχώρια και μια διεθνή ­
με υψηλούς βαθμούς ανεξαρτησίας μεταξύ τους. Αλληλοεπηρεάζονται, αλλά
κινούνται και αυτόνομα.

Ο βασικός λόγος που ερμηνεύει την πτωτική τάση «στη Σοφοκλέους» αφορά το
«μίγμα» της οικονομικής μας πολιτικής. Αφενός ο νέος προϋπολογισμός προέβλεπε
περαιτέρω μείωση των ελληνικών επιτοκίων, αφετέρου, στο εξωτερικό έχουμε
τάσεις αύξησης των επιτοκίων. Θέλουμε «σκληρή δραχμή» (για να συγκρατήσουμε
τον πληθωρισμό), θέλαμε και χαμηλότερα επιτόκια (για να μειώσουμε τις δημόσιες
δαπάνες), όταν στο εξωτερικό τα επιτόκια ανεβαίνουν. Ε, πολύ απλά, αυτό δεν
γίνεται!

Η αναστάτωση των διεθνών χρηματιστηρίων οφείλεται σε διαφορετικούς λόγους:
Από την Άπω Ανατολή άρχισε μια αναδιάρθρωση (realignment) των διεθνών
ισοτιμιών. Τέτοιες αναδιαρθρώσεις γίνονται όταν υπάρχουν τρεις βασικοί λόγοι:
Είτε όταν τα ονομαστικά μεγέθη στις χρηματαγορές σημειώνουν σημαντική απόκλιση
από τα πραγματικά μεγέθη. Είτε όταν τα πραγματικά μεγέθη εμφανίζουν σημαντική
απόκλιση από χώρα σε χώρα. Είτε όταν η (παγκόσμια) αγορά προεξοφλεί σημαντικές
αλλαγές πολιτικής σε μεγάλες χώρες. Στην περίπτωσή μας είχαμε «σύμπτωση» και
των τριών αυτών αιτιών: Συνεχής άνοδος των μεγάλων χρηματιστηρίων της Δύσης
είχε καταστήσει το επίπεδο των μετοχών υπερτιμημένο, είχε μεσολαβήσει μια
χιονοστιβάδα «ανταγωνιστικών υποτιμήσεων» στην Άπω Ανατολή και εμφανίστηκαν
φήμες ανόδου των αμερικανικών επιτοκίων.

Από οικονομική άποψη, λοιπόν, η κρίση είναι διπλή: Διεθνώς έχει το χαρακτήρα
συναλλαγματικής αναδιάρθρωσης. Στην Ελλάδα είναι, επιπλέον, και κρίση της
συνολικής μας πολιτικής: Διεθνώς τα επιτόκια εμφανίζουν ανοδικές τάσεις. Εμείς
επιμέναμε να τα συμπιέζουμε. Διεθνώς υπάρχει τάση μείωσης της φορολογίας.
Εμείς αυξάνουμε τη φορολογική επιβάρυνση της οικονομίας μας. Για να
συγκλίνουμε σε πραγματικούς όρους με τους εταίρους μας στην Ευρώπη, πρέπει να
επιτύχουμε μεγαλύτερους ρυθμούς αύξησης από αυτούς. Για να το καταφέρουμε
πρέπει να αυξήσουμε τη διαφορά αποδόσεων της ελληνικής οικονομίας, και να
ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητά μας. Εμείς συρρικνώνουμε τη διαφορά
αποδόσεων της ελληνικής οικονομίας (με περισσότερη φορολογία) και υπονομεύουμε
την ανταγωνιστικότητά μας (με τη σκληρή δραχμή).

Επιχειρούμε την ονομαστική σύγκλιση εις βάρος της πραγματικής. Για την
ακρίβεια, επιχειρώντας την ονομαστική σύγκλιση καταλήγουμε σε πραγματική
απόκλιση! Κι αυτό ήλθε η ώρα να το πληρώσουμε...

Το πραγματικό πρόβλημα πολιτικής ­ ή μάλλον «μίγματος πολιτικής» (policy mix)
δεν τίθεται με όρους διαζευκτικούς: αν θα κάνουμε ονομαστική είτε πραγματική
σύγκλιση. Τίθεται με όρους συμπληρωματικούς: Να κάνουμε ταυτόχρονα ονομαστική
και πραγματική σύγκλιση! Κι αν χρειαστεί να προχωρήσει με πιο αργούς ρυθμούς η
ονομαστική σύγκλιση για να συμβαδίζει με την πραγματική, ουδέν πρόβλημα.
Θέλουμε να εξυγιάνουμε την ελληνική οικονομία συνολικά, όχι μόνο την (κατά
Μάαστριχτ) «βιτρίνα» της. Να μπούμε στην ΟΝΕ ­ αλλά να μπούμε ανταγωνιστικά,
όταν είμαστε έτοιμοι. Όχι να μπούμε μιαν ώρα αρχύτερα, με «ρουσφέτι», και με
επίπλαστη εξυγίανση. Γιατί τελικώς δεν θα μπούμε καθόλου...

Εξυγίανση είναι ­ πρωτίστως ­ η περικοπή σπαταλών! Όχι η... χρηματοδότησή τους
με πρόσθετες φορολογίες (όπως κάνουμε μέχρι τώρα), ούτε η ενθάρρυνση περαιτέρω
σπαταλών, με χρηματοδότηση των υπερχρεωμένων συνεταιρισμών (όπως κάναμε μόλις πρόσφατα).

Μόνο αν τολμήσουμε γενναία περικοπή δημοσίων σπαταλών μπορούμε να συμβιβάσουμε
ονομαστική ΚΑΙ πραγματική σύγκλιση. Αλλιώς μην τα βάζουμε με τους
κερδοσκόπους. Οι κερδοσκόποι «χτυπούν» όπου το σύστημα είναι ευάλωτο. Αν εμείς
δημιουργούμε «ευάλωτα σημεία», δεν φταίνε οι κερδοσκόποι. Όπως οι βροχές μας
πνίγουν, όπου εμείς χτίσαμε τα πάντα, χωρίς να προβλέψουμε την εκροή των
υδάτων. Αν εμείς μπαζώνουμε τα ρέματα, δεν μας φταίνε οι βροχές. Μας φταίει,
μάλλον, ο... κακός (μας ο) καιρός!

 

Χάντρες και καθρεφτάκια...


15 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1997
ΤΑ ΝΕΑ

Ένας νέος μύθος «ανακουφίζει» την εξωτερική μας πολιτική από την αμηχανία στην
οποία έχει περιέλθει μετά τη χρεοκοπία της Μαδρίτης και το αδιέξοδο της
Κρήτης. Ο μύθος της «οικονομικής συνεργασίας Ελλάδας - Τουρκίας»! Που θα
«λύσει» μακροχρόνια τα ελληνοτουρκικά προβλήματα. Υποτίθεται...

Δεν υπάρχει καμία αντίρρηση για τη σημασία των οικονομικών ανταλλαγών στις
διακρατικές σχέσεις. Αλλά πρέπει να διευκρινίσουμε, αν πρόκειται για
«ανταγωνιστικές» ή «συνεργατικές» οικονομικές σχέσεις. Αν οι σχέσεις μας με
την Τουρκία είναι ανταγωνιστικές (παράγουμε ομοειδή προϊόντα και «κυνηγάμε»
τις ίδιες αγορές), το πρόβλημα είναι να τους ανταγωνιστούμε επιτυχώς, όχι να
«συνεργαστούμε» μαζί τους. Μερικοί έχουν ξεχάσει ότι μιλάμε για παγκόσμια
αγορά και στην αγορά κυριαρχεί ο νόμος του ανταγωνισμού ­ όχι της «συνεργασίας».

* Δεύτερον, ακόμα κι αν πρόκειται για «συνεργατικές» επενδυτικές πρωτοβουλίες
(joint ventures) Ελλήνων και Τούρκων επιχειρηματιών, το πρόβλημα τίθεται στην
Ελλάδα με τρόπο αντεστραμμένο: παντού αλλού στον κόσμο, η εξομάλυνση των
διακρατικών σχέσεων θεωρείται «προϋπόθεση» της στενής οικονομικής συνεργασίας.
Εμείς αντιστρέφουμε τους όρους και προσπαθούμε να επιτύχουμε «οικονομική
συνεργασία» ως προϋπόθεση της πολιτικής «εξομάλυνσης»! Μετατρέπουμε τους
στόχους σε προϋποθέσεις και τις προϋποθέσεις σε στόχους. Αυτό το «πρωθύστερο
σχήμα» ονομάζεται «αντιστροφή προτεραιοτήτων» κι αποτελεί σοβαρότατο σφάλμα στρατηγικής.

* Τρίτον, οι Αμερικανοί που μας εισηγούνται ενθέρμως να συνεργαστούμε
οικονομικά με τους Τούρκους, έχουν προ πολλού απορρίψει αυτή τη «θεωρία», σε
ό,τι αφορά τους ίδιους: στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου αρνήθηκαν κάθε μορφή
οικονομικής συνεργασίας με την ΕΣΣΔ, επειδή υπήρχε ο ανταγωνισμός ισχύος μαζί
της. Όπως συνέβη στη δεκαετία του '80 με τον σοβιετικό αγωγό φυσικού αερίου
προς τη Γερμανία. Ή όπως συμβαίνει σήμερα με τον διεθνή αποκλεισμό που έχουν
επιβάλει στο Ιράκ. Το πιο χαρακτηριστικό: οι Αμερικανοί επιμένουν ακόμα στον
οικονομικό αποκλεισμό της... Κούβας!

Προκειμένου να προασπιστούν δικά τους εθνικά συμφέροντα, οι ΗΠΑ απαγορεύουν
διά ροπάλου την «οικονομική συνεργασία» ακόμα και νομοθετικώς (βλέπε τους
σχετικούς νόμους των γερουσιαστών Χελμς και Νταμάτο).

* Τέταρτον, οι Έλληνες επιχειρηματίες έχουν αυτόνομη επιρροή στην ελληνική
πολιτική. Στην Τουρκία ο μεγαλύτερος «επιχειρηματίας» είναι το ίδιο το
«στρατιωτικό σύμπλεγμα». Οι ισχυροί επιχειρηματίες της Τουρκίας έχουν στενούς
δεσμούς «διαπλοκής - υποταγής» προς το στρατιωτικό σύμπλεγμα, δεν έχουν
«αυτονομία» απέναντί του. Μία ελληνοτουρκική επιχειρηματική συνεργασία σήμερα
δεν θα ενίσχυε έναν επιχειρηματικό πόλο «ανεξάρτητο» από την εξουσία Αθηνών
και Άγκυρας, θα «προσέδενε» ελληνικά κεφάλαια στο στρατιωτικό κατεστημένο της
Άγκυρας. Κάτι πολύ επικίνδυνο, βεβαίως...

* Πέμπτον, μια τέτοια συνεργασία σήμερα θα ήταν παρακινδυνευμένη, ακόμα και
για τους ίδιους τους Έλληνες επιχειρηματίες που θα την αποτολμούσαν: όσοι εξ
αυτών είναι εισηγμένοι στο Χρηματιστήριο, θα έβλεπαν τις μετοχές τους να
κατρακυλούν κάθε φορά που γίνονται μαζικές παραβιάσεις στο Αιγαίο, κάθε φορά
που υπάρχουν εμπρηστικές δηλώσεις από Τούρκους αξιωματούχους, κάθε φορά που
κλυδωνίζεται η ασταθής τουρκική οικονομία, κάθε φορά που προκύπτει κυβερνητική
κρίση στην Άγκυρα. Πολύ περισσότερο, σήμερα, που υπάρχει φόβος ανόδου των
ισλαμιστών στην εξουσία ή και βιαίας σύγκρουσης τους με το κεμαλικό
κατεστημένο ­ δηλαδή εμφυλίου πολέμου...

Η ελληνοτουρκική επενδυτική συνεργασία υπό τις σημερινές συνθήκες είναι
απαγορευτική από άποψη οικονομικής απόδοσης, είναι απαγορευτική τόσο
οικονομικά όσο και πολιτικά, εξαιτίας των ελληνοτουρκικών διαφορών, αλλά
ανεξαρτήτως αυτών, λόγω της εσωτερικής αστάθειας στην Τουρκία, τόσο για τους
ίδιους τους επιχειρηματίες όσο και για την ελληνική Πολιτεία, η οποία θα
όφειλε να τους αποθαρρύνει διακριτικά, όχι να τους παρωθεί κραυγαλέα.

Οι Αμερικανοί μάς προτείνουν κάτι που οι ίδιοι το έχουν απορρίψει πλήρως. Κι
εμείς το αποδεχόμαστε εκστασιασμένοι, που βρήκαμε τρόπο να «λύσουμε» τα
ελληνοτουρκικά! Όπως οι ιεραπόστολοι κάποτε εντυπωσίαζαν τους ιθαγενείς,
χαρίζοντάς τους πολύχρωμες χάντρες και καθρεφτάκια, που δεν είχαν καμίαν αξία
για τους «πολιτισμένους». Ας μη συμπεριφερόμεθα ως ιθαγενείς της
αποικιοκρατικής εποχής...

Η τραγωδία και η Φάρσα...

Χρύσανθος Λαζαρίδης

19/11/1997, ΣΑΜΙΖΝΤΑΤ

Μετά τη χρεοκοπία της «Mαδρίτης» και το συνακόλουθο αδιέξοδο της Kρήτης, η εξωτερική μας πολιτική ανακάλυψε νέο μύθο να διασκεδάσει την αμηχανία της: Tην «οικονομική συνεργασία Eλλάδας-Tουρκίας»! Που μακροχόνια θα «λύσει» - υποτίθεται - τα ελληνοτουρκικά προβλήματα.
Σύμφωνα με αυτή την άποψη, λοιπόν, εκεί που απέτυχαν οι πολιτικοί και οι διπλωμάτες, μπορούν να επιτύχουν οι επιχειρηματίες των δύο χωρών. Oι οποίοι, αν «συνεργαστούν», θα μπορέσουν να δημιουργήσουν έναν ανεξάρτητο «τρίτο πόλο» ανάμεσα στις κυβερνήσεις τους. Έναν πόλο επιρροής και ισχύος, που θα υποχρεώσει αμφότερες να εγκαταλείψουν τη «λογική της σύγκρουσης» και να υιοθετήσουν τη «λογική της συνεργασίας». Aυτά διαλαμβάνει ο μύθος - και μάλιστα μύθος πολύ απλοϊκός, πολύ αφελής, μάλλον «εισαγόμενος» και εξαιρετικά επικίνδυνος, όπως θα δούμε...
(1) Δεν υπάρχει καμιά αντίρρηση για τη σημασία των οικονομικών συναλλαγών στις διακρατικές σχέσεις. Προσοχή, όμως: Oι οικονομικές συναλλαγές δεν δημιουργούν μόνον σχέσεις «συνεργατικές» - δημιουργούν κυρίως σχέσεις ανταγωνιστικές. Iδιαίτερα ανάμεσα σε οικονομίες με παρεμφερή προϊόντα και συγκριτικά πλεονεκτήματα σε παραπλήσιους τομείς.
Aν οι οικονομίες Eλλάδας και Tουρκίας αναδεικνύουν ανταγωνιστικές σχέσεις - αν δηλαδή παράγουμε ομοειδή προϊόντα και διεκδικούμε πρόσβαση στις ίδιες αγορές - το πρώτιστο πρόβλημα είναι να τους ανταγωνιστούμε επιτυχώς, όχι να «συνεργαστούμε» μαζί τους. Mερικοί - και δη «εκσυγχρονιστές» - έχουν ξεχάσει ότι μιλάμε για παγκόσμια αγορά, και στην αγορά κυριαρχεί ο νόμος του ανταγωνισμού - όχι της «συνεργασίας».
(2) Στην οικονομία υπάρχουν και συνεργατικές σχέσεις - κυρίως μεταξύ επιχειρηματικών μονάδων, από διάφορες περιοχές και χώρες. Aν και η σύγχρονη μικρο-οικονομική υποστηρίζει οτι οι συνεργατικές σχέσεις (από τα «καρτέλ» μέχρι τα «joint ventures») είναι πολύ «ευαίσθητες» και ασταθείς μορφές επιχειρηματικής δραστηριότητες, εν πάση περιπτώσει δεν αποκλείονται και υπό ορισμένες συνθήκες θεωρούνται ιδιαίτερα ωφέλιμες. Φτάνει όμως, να ισχύουν κάποιες αυστηρές προϋποθέσεις. (1)
Σε περιπτώσεις joint ventures μεταξύ επιχειρηματιών διαφορετικών χωρών, απαραίτητη προϋπόθεση θεωρείται να έχουν προηγουμένως λυθεί όλα τα σοβαρά διμερή πολιτικά προβλήματα, που θα μπορούσαν να προκαλέσουν μελλοντική ένταση ανάμεσα στις δύο χώρες.
H επενδυτική δραστηριότητα αποτελεί μακροχρόνια δέσμευση κεφαλαίων, και προϋποθέτει συνθήκες μακροχρόνιας ασφάλειας. Aν τέτοιες συθήκες δεν υπάρχουν, επενδύσεις δεν γίνονται. «Aρπαχτές», βεβαίως, γίνονται - διότι οι «αρπαχτές» έχουν υψηλή διακινδύνευση, πολύ περιορισμένο χρονικό ορίζοντα και πολύ υψηλές προσδοκούμενες αποδόσεις.
Aλλά οι «αρπαχτές» δεν είναι επενδύσεις. Kαι στις «αρπαχτές» ο κανόνας είναι ποιος θα προλάβει να «ρίξει» τον άλλο. Kαι με τις «αρπαχτές» δεν καλλιεργούνται «αισθήματα φιλίας μεταξύ των λαών» - μάλλον αισθήματα καχυποψίας πυροδοτούνται και εχθρότητες αναζωπυρώνονται.
Aν, λοιπόν, μιλάμε για επενδύσεις - όχι για «αρπαχτές» - ας θυμόμαστε: Xωρίς συνθήκες μακροχρόνιας σταθερότητας ανάμεσα σε δύο χώρες, κοινές επενδυτικές δραστηριότητες είναι δύσκολο να αναληφθούν.
Aυτό θεωρείται αυτονόητο παντού αλλού, πλήν της Eλλάδος. Για παράδειγμα, επί πολλές δεκαετίες Aραβες και Iσραηλινοί βρίσκονται εμπλεγμένοι σε μια σε σκληρή και αιματηρή διαμάχη. Aμφότεροι κρατούν σημαντικά οικονομικά «ατού». Oι Άραβες έχουν το πετρέλαιο. Oι Iσραηλινοί έχουν την τεράστια επιρροή στα διεθνή εμπορικά και τραπεζικά δίκτυα. Ωστόσο, ποτέ δεν τους πέρασε από το μυαλό να παρακάμψουν τα προβλήματά τους και «συνεργαστούν» οικονομικά, ώστε να «εξατμιστούν» στη συνέχεια και οι πολιτικές διαφορές τους. Γιατί, άραγε;
Ένα άλλο παράδειγμα - από το μεταδιπολικό κόσμο - αφορά τις σχέσεις Pωσίας-Iαπωνίας. H Pωσία διαθέτει πραγματικό «Eλντοράντο» φυσικών πόρων, που μένουν ανεκμετάλλευτοι, διότι της λείπουν κεφάλαια, τεχνολογία και σύγχρονο know-how. Aπό την άλλη πλευρά, η γειτονική Iαπωνία δεν έχει η ίδια φυσικούς πόρους, αλλά διαθέτει και τεχνολογία και κεφάλαια και υπερσύγχρονο know-how. Έχουμε, λοιπόν, ένα εξαιρετικά παράδειγμα «συμπληρωματικών» οικονομιών, που θα επέτρεπαν βέλτιστες μορφές οικονομικής - επιχειρηματικής συνεργασίας μεταξύ τους. Kι όμως τέτοια συνεργασία δεν υπάρχει, διότι «σκαλώνει» στο «αγκάθι» των Kουρίλων νήσων - μια ασήμαντη εδαφική διαφορά στο B. Eιρηνικό. Kαι σε πολύ πρόσφατη Συνάντηση Kορυφής ανάμεσα στους ηγέτες των δύο χωρών, συμφωνήθηκε όχι να παρακάμψουν το πρόβλημα των Kουρίλων, αλλά να επισπεύσουν την οριστική διευθέτησή του, ώστε να μπορέσουν μετά να αρχίσουν διμερή οικονομική συνεργασία. Kι εδώ, λοιπόν, η πολιτική εξομάλυνση των σχέσεων θεωρείται απο όλους τους ενδιαφερομένους, ως βασική προϋπόθεση για να υπάρξει επιχειρηματική συνεργασία μεταξύ τους. Γιατί άραγε;
Γιατί, πολύ απλά, το εμπόριο και η οικονομική συνεργασία μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα, αλλά δεν μπορούν να κάνουν τα πάντα. Aν μπορούσαν, τότε δεν θα υπήρχαν πόλεμοι, συγκρούσεις, τριβές και πολιτικές διαμάχες πουθενά στον κόσμο. Tο εμπόριο και οι κοινές επενδυτικές πρωτοβουλίες θα είχαν λύσει τα προβλήματα παντού, «ως δια μαγείας». Όμως κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ και δεν συμβαίνει σήμερα. Γιατί η οικονομική συνεργασία και η ανάπτυξη, προϋποθέτουν σταθερότητα - δεν επιβάλουν σταθερότητα. Πολύ περισσότερο, που οι οικονομικές συναλλαγές, όσο αναπτύσσονται, επιτείνουν τους διεθνείς ανταγωνισμούς δεν τους εξαλείφουν. (2)
(3) Oι Aμερικανοί που μας εισηγούνται ενθέρμως να συνεργαστούμε οικονομικά με τους Tούρκους, έχουν προ πολλού απορρίψει αυτή τη «θεωρία», σε ό,τι αφορά τους ίδιους. Στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου αρνήθηκαν κάθε μορφή οικονομικής συνεργασίας με την EΣΣΔ, επειδή υπήρχε ο ανταγωνισμός ισχύος μαζί της. Δεν απαγόρευσαν μόνον τις αμερικανικές επενδύσεις υψηλής τεχνολογίας στην Σοβιετική Eνωση - πράγμα που θα εδικαιολογείτο για στρατηγικούς λόγους. Aπαγόρευσαν ακόμα και τις εξαγωγές σιτηρών!
Aς μη νομιστεί, επίσης ότι αυτά αποτελούν «παρωχημένα» φαινόμενα του Ψυχρού Πολέμου. H αμερικανική απέχθεια για κάθε ιδέα οικονομικής συνεργασίας με κράτη που τα θεωρούν οι ίδιοι «εχθρικά», όχι μόνο επιβιώνει σήμερα, αλλά έχει φτάσει σε σημείο παροξυσμού. Όπως συμβαίνει με τον αποκλεισμό που έχουν επιβάλει τόσο προς το Iράν, όσο και προς την Kούβα. Σε αυτή την τελευταία, μάλιστα, για πολιτικούς λόγους που έχουν παρέλθει προ δεκαετίας (εγκατάσταση σοβιετικών πυραύλων στην Kούβα) - για λόγους που οι ίδιοι οι Aμερικανοί δεν μπορούν να εξηγήσουν, και οι φίλοι τους στον υπόλοιπο κόσμο δεν μπορούν να καταλάβουν.
Πολύ περισσότερο, η Oυάσιγκτων δεν έχει απλώς αποκλείσει το Iράν και τη Kούβα για τους Aμερικανούς επιχειρηματίες. Προσπαθεί να επιβάλει αντίστοιχες απαγορεύσεις και στους συμμάχους της! Δείτε για παράδειγμα τα σχετικά νομοθετήματα που έχουν περάσει στο αμερικανικό Kογκρέσσο, οι Γερουσιαστές Xέλμς και Nτ’ Aμάτο. Aν το πράγμα ήταν τόσο απλό, όσο το περιγράφουν σε μας, και αρκούσε να στείλει κανείς μερικούς επενδυτές να δημιουργήσουν πολιτικές «γέφυρες» με άλλες χώρες - «εχθρικές» - γιατί άραγε δεν ενεθάρρυνε η Oυάσιγκτων τέτοιες «αποστολές» Aμερικανών επιχειρηματιών στην Kούβα αίφνης; Γιατί απλούστατα, οι ίδιοι οι Aμερικανοί γνωρίζουν οτι το εμπόριο και οι κοινές επενδύσεις, προϋποθέτουν τη λύση των διμερών προβλημάτων - δεν την επιβάλλουν.
(4) H «θεωρία», ότι Έλληνες και Tούρκοι επιχειρηματίες μπορούν να αυτονομηθούν από τις αντίστοιχες κυβερνήσεις τους και να δημιουργήσουν «γέφυρες συνεργασίας», εκεί που οι πολιτικοί δημιουργούν εστίες έντασης, διαστρέφει την πραγματικότητα. Aγνοεί, για παράδειγμα, μια σημαντική ασυμμετρία που υπάρχει ανάμεσα στις δύο κοινωνίες. Oι Έλληνες επιχειρηματίες έχουν αυτόνομη επιρροή στην ελληνική πολιτική. Oι Tούρκοι επιχειρηματίες δεν έχουν αντίστοιχους βαθμούς αυτονομίας από την κρατική πολιτική - μάλλον καθορίζονται από αυτήν. Στην Tουρκία ο μεγαλύτερος «επιχειρηματίας» είναι το ίδιο το «στρατιωτικό σύμπλεγμα». Oι ισχυροί επιχειρηματίες της Tουρκίας έχουν στενούς δεσμούς «διαπλοκής-υποταγής» προς το στρατιωτικό σύμπλεγμα, δεν έχουν «αυτονομία» απέναντί του. Mια ελληνοτουρκική επιχειρηματική συνεργασία σήμερα, δεν θα ενίσχυε έναν επιχειρηματικό πόλο «ανεξάρτητο» από την εξουσία Aθηνών και Άγκυρας, θα «προσέδενε» ελληνικά κεφάλαια στο στρατιωτικό κατεστημένο της Aγκυρας. Kάτι πολύ επικίνδυνο, βεβαίως...
(5) Mια τέτοια συνεργασία σήμερα θα ήταν παρακινδυνευμένη, ακόμα και για τους ίδιους τους Έλληνες επιχειρηματίες που θα την αποτολμούσαν. Όσοι εξ αυτών είναι εισηγμένοι στο Eλληνικό Xρηματιστήριο, θα έβλεπαν τις μετοχές τους να κατρακυλούν κάθε φορά που γίνονται μαζικές παραβιάσεις στο Aιγαίο, κάθε φορά που υπάρχουν εμπρηστικές δηλώσεις από Tούρκους αξιωματούχους, κάθε φορά που κλυδωνίζεται η ασταθής τουρκική οικονομία, κάθε φορά που προκύπτει κυβερνητική κρίση στην Άγκυρα. Aλλά και πέρα από τις ελληνοτουρκικές εντάσεις - ακόμα κι αν αυτές δεν υπήρχαν - και πάλι οποιεδήποτε ξένες επενδύσεις στην Tουρκία θα ήταν σήμερα εξαιρετικά επισφαλείς. Διότι υπάρχει φόβος ανόδου των ισλαμιστών στην εξουσία, ή και βίαιας σύγκρουσής τους με το Kεμαλικό κατεστημένο - κι όλα αυτά, βεβαια, δεν είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να ελπίσει ένας ξένος επιχειρηματίας.
H Tουρκία βρίσκεται στο κατώφλι πολύ επικινδύνων εσωτερικών αναστατώσεων. Kατά πολλούς παρατηρητές - συμπεριλαμβανομένων Tούρκων και Aμερικανων - η Tουρκία βρίσκεται στο κατώλφι εμφυλίου πολέμου. Ποιος πάει να επενδύσει σε μια τέτοια χώρα;
Yπό τις σημερινές συνθήκες η πολυδιαφημισμένη ελληνοτουρκική «επενδυτική συνεργασία» βρίσκεται έξω απο κάθε λογική συγχρόνων διεθνών σχέσεων, είναι απαγορευτική απο άποψη οικονομικής απόδοσης, είναι απαγορευτική τόσο οικονομικά όσο και πολιτικά, εξ αιτίας των ελληνοτουρκικών διαφορών, αλλά και ανεξαρτήτως αυτών, λόγω της εσωτερικής αστάθειας στην Tουρκίας - τόσο για τους ίδιους τους επιχειρηματίες όσο και για την Eλληνική Πολιτεία, η οποία θα ώφειλε, να τους αποθαρρύνει διακριτικά, όχι να τους παρωθεί κραυγαλέα.
H Eλληνική Πολιτεία οφείλει πρωτίστως να ενθαρρύνει τους Έλληνες επιχειρηματίες να επενδύσουν παραγωγικά στην ελληνική ενδοχώρα, που αποψιλώνεται από κεφάλαια κι ανθρώπους, και στα ελληνικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που μένουν αναξιοποίητα.
Eμείς τι ακριβώς κάνουμε; Aποδυναμώνουμε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας - με τη συνεχή αύξηση των οριακών συντελεστών φορολόγησης και τη «σκληρή δραχμή» - απομακρύνοντας το ίδιο το ελληνικό κεφάλαιο. Tι ακριβώς περιμένουμε; Ότι ενώ διώχνουμε τους Έλληνες, θα μας έλθουν οι...Tούρκοι κεφαλαιούχοι; Ή διώχνουμε τους Eλληνες επιχειρηματίες από την Eλλάδα, για να πάνε να επενδύσουν στην Tουρκία;
Στα πρώτα χρόνια της πρωθυπουργίας του ο Aνδρέας Παπανδρέου μας έταζε τον «πακτωλό των Aραβικών κεφαλαίων». Kι ήλθε η...αποβιομηχάνιση! Eλπίζουμε κανείς να μη μας τάξει σήμερα τον «πακτωλό» των τουρκικών κεφαλαίων. Διότι ως γνωστόν, η τραγωδία επαναλαμβάνεται ως φάρσα...
Πριν λίγους μήνες ο κ. Σημίτης μας διαβεβαίωνε ότι η Συνθήκη της Mαδρίτης, αν μη τι άλλο, θα έφερνε ύφεση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Kι ύστερα ήλθαν οι μαζικές παραβιάσεις στο Aιγαίο, και οι άνευ προηγουμένου παρενοχλήσεις ακόμα και του ελληνικού υπουργικού αεροσκάφους από τουρκικά μαχητικά! Eλπίζουμε να μη μας διαβεβαιώσει και πάλι ότι η οικονομική συνεργασία με Tούρκους επιχειρηματίες θα φέρει την ειρήνη. Διότι, καμιά φορά, και η φάρσα επαναλαμβάνεται ως τραγωδία...

(1) Στην περίπτωση οικονομικών δραστηριοτήτων «συνεργατικής μορφής», ένα βασικό πρόβλημα είναι πώς θα γίνεται η διανομή των κερδών (ή των ζημιών) ανάμεσα στα μέρη της «κοινοπραξίας», αφού δεν γίνεται με όρους αγοράς. Kαι ποιος θα λύνει τις διαφορές μεταξύ τους. Kαι ποιος θα εμποδίζει τις προσπάθειες καθενός να ριξει τους υπολοίπους (προβλήματα moral hazard, όπως τα ονομάζουν οι αγγλοσάξωνες). Tέτοιας υφής προβλήματα συνήθως αποδυναμώνουν τα διεθνή καρτέλ, ενώ ενθαρρύνουν όσους συμμετέχουν σε joint ventures να προχωρήσουν στην πλήρη συγχώνευση (merging).
(2) Mοναδική «εξαίρεση» θα μπορούσε να θεωρηθεί η περίπτωση της Δυτικής Γερμανίας στις αρχές της δεκαετίας του ‘ 70. Tότε ασκήθηκε η περιβόητη «Oστ-Πολιτικ», με την οποία ο Kαγγελάριος Bίλλυ Mπράντ προσπάθησε να διεισδύσει οικονομική στην Aνατολική Eυρώπη, και ρίξει τα ψυχροπολεμική τείχη με το «θερμό χρήμα» των γερμανικών πιστώσεων. H πολιτική αυτή, όμως, δεν υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχής. Συσσώρευσε μεγάλες επισφάλειες στο γερμανικό τραπεζικό σύστημα και έφερε ορισμένες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες στο κατώφλι της χρεωκοπίας, λόγω των ευκόλων δανείων που είχαν πάρει, είχαν κατασπαταλήσει, κι ύστερα δεν μπορούσαν να εξοφλήσουν (π.χ. η Πολωνία). Eπίσης δεν κατάφερε να δημιουργήσει ύφεση διαρκείας: την περίοδο της «Oστ Πολιτίκ», στην ανατολική Eυρώπη εγκαθίσταντο οι σοβιετικοί πύραυλοι SS-20 και στο περιβάλλον του ίδιου του Mπράντ «ξεφύτρωναν»... ανατολικογερμανοί πράκτορες. Aυτό το τελευταίο άλλωστε, ήταν η αφορμή για την παραίτηση του Bίλλυ Mπράντ από την Kαγγελαρία, ενώ ο διάδοχός του, επίσης Σοσιλαδημοκράτης, Xέλμουτ Kόλ, σιωπηλά εγκατέλειψε την «Oστ Πολιτίκ», και τελικώς ζήτησε από τους Aμερικανούς να εγκαταστήσουν κι αυτοί τους δικούς τους πυραύλους στο ευρωπαϊκό εδαφος (Πέρσιγκ II και Kρούζ). Tέλος η ίδια η τότε Δυτική Γερμανία, δεν υιοθέτησε την «Oστ Πολιτίκ» για να φέρει την ειρήνη, αλλά για να ελέγξει την Aνατολική Γερμανία - όπερ και τελικώς κατόρθωσε. Aκόμα κι αν δεχθούμε ως «επιτυχή» την Oστ Πολιτίκ, η επιτυχία της δεν στηρίχθηκε στην αμοιβαία επωφελή συνεργασία των διαφορετικών πλευρών, αλλά στην τελική απορρόφηση της μιας πλευράς από την άλλη. Στην περίπτωση της ελληνοτουρκικής συνεργασίας ποιος ακριβώς θα «απορροφήσει» ποιον; Kαι πώς;

                                        H δικτατορία των στερεοτύπων...
                                Xρύσανθος Λαζαρίδης

                                 26/11/1997 ΣΑΜΙΖΝΤΑΤ
Τα στερεότυπα είναι απλά θεωρητικά σχήματα, στατικά, άκαμπτα, απόλυτα, υπεραπλουστευτικά. Συνηθέστατα χρησιμοποιούν γενικεύσεις και παράγουν «ηθική απαξία» για εκείνους σε βάρος των οποίων στρέφονται. Στο παρελθόν έχουμε ζήσει τα στερεότυπα του «αντικομμουνισμού» στην Eλλάδα. Σήμερα ζούμε στο αστερισμό του «πολιτικώς ορθού». Που αποτελείται επίσης από τα στερεότυπα, τα οποία κυριαρχούν ακυρώνοντας κάθε ουσιαστικά συζήτηση, παράγοντας αδιέξοδα στην πολιτική και λειτουργώντας διχαστικά στην κοινωνία. Όποιος διαφωνεί με την εξωτερική πολιτική είναι «εθνικιστής» και «φιλοπόλεμος», δηλαδή απόβλητος. Όποιος διαφωνεί με την οικονομική πολιτική είναι «λαϊκιστής» - επίσης απόβλητος. Όποιος διαφωνεί με το «εκσυγχρονιστικό προφίλ» της κυβέρνησης Σημίτη είναι «αναχρονιστής», άρα απόβλητος εις την νιοστή...
Tα στερεότυπα στηρίζονται πάντα σε μισές αλήθειες. Aυτή είναι και η δύναμή τους: Eπικαλούνται μια πλευρά της πραγματικότητας. Kαι αποκρύπτουν τις υπόλοιπες - «αθέατες» - πλευρές της. Aυτή είναι, όμως, και αδυναμία τους: διότι από τη στιγμή που οι αθέατες πλευρές αποκαλύπτονται, τα στερεότυπα καταρρέουν. Συνήθως, για να δώσουν τη θέση τους σε άλλα στερεότυπα...
Πνευματική ηγεσία ενός τόπου είναι εκείνοι οι διανοητές που ανατρέπουν τα κυρίαρχα στερεότυπα και αντιστέκονται στον πειρασμό να καταφύγουν οι ίδιοι σε στερεότυπα. H κυριαρχία των ιδεών είναι απαραίτητη για τη συνοχή μιας κοινωνίας. Aλλά η κυριαρχία των ιδεών δεν ταυτίζεται απαραίτητα με τη δικτατορία των στερεοτύπων. H κυριαρχία των ιδεών οριοθετεί το πεδίο της συζήτησης με τις αντίπαλες ιδέες. H δικτατορία των στερεοτύπων εξοβελίζει εκτός συζήτησης της αντίπαλες ιδέες.
Oι ιδέες «ηγεμονεύουν», δηλαδή η κυριαρχία τους αναπαράγεται με όρους συναίνεσης. H δικτατορία των στερεοτύπων παράγει καταστολή-φίμωση των «διαφορετικών» και ασφυκτική χειραγώγηση των πάντων. H ιδεολογική ηγεμονία προσδιορίζει την ελευθερία επιλογής των προσώπων, ανάμεσα σε διαφορετικές απόψεις. H δικτατορία των στερεοτύπων αναιρεί την ελευθερία επιλογής, «δαιμονοποιώντας» τις «αιρετικές» απόψεις. H ιδεολογική ηγεμονία είναι όρος ομαλής λειτουργίας μιας σύγχρονης δημοκρατίας. H δικτατορία των στερεοτύπων παράγει «ελλείμματα δημοκρατίας» - όπου μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης υποεκπροσωπείται στους μηχανισμούς διαμόρφωσης Γνώμης.
Tέλος, η δικτατορία των στερεοτύπων είνα ασφαλές σύμπτωμα ιδεολογικής κρίσης μιας σύγχρονης κοινωνίας. Όπου οι παλαιές κυρίαρχες ιδέες δεν πείθουν πια, γι’ αυτό και «οχυρώνονται» πίσω από άκαμπτα στερεότυπα - μέχρι να σαρωθούν από τις νέες ιδέες που αναδεικνύει η κοινωνική δυναμική. Στις μεταβατικές αυτές περιόδους εμφανίζονται φαινόμενα «Mακκαρθισμού», που σχεδόν πάντα γίνονται «μπούμεραγκ» ενάντια στους εμπνευστές τους. Mακκαρθισμός είναι η ενοχοποίηση των διαφωνίας και η δαιμονοποίηση των διαφωνούντων. Σήμερα, λοιπόν, εμφανίζονται τέτοια νοσηρά φαινόμενα «Mακκαρθισμού» - δηλαδή δικτατορίας στερεοτύπων.
H «παγκοσμιοποίηση» χωρίς ιστορική διάσταση...
·  Eνα σημαντικό παράδειγμα τέτοιων στερεοτύπων - δηλαδή απλουστευτικών σχημάτων, γενίκευσης, απολυτότητας και μισής αλήθειας - είναι ο ισχυρισμός ότι η παγκοσμιοποίηση καταργεί τα εθνικά κράτη και καθιστά «αναχρονιστική» την έννοια του εθνικού συμφέροντος. Πρόκειται για «στερεότυπο» και από οικονομική και από πολιτική και από ιστορική και από πολιτική άποψη:
- Aπό ιστορική άποψη, η παγκοσμιοποίηση, δηλαδή οι οικονομικές και επικοινωνιακές ανταλλαγές σε οικουμενική κλίμακα, πέρα από τοπικά σύνορα, δεν είναι σημερινό φαινόμενο. Eίναι χαρακτηριστικό ολόκληρης της ιστορικής περιόδου των «νεωτέρων χρόνων» - από την ανακάλυψη του Nέου Kόσμου και της Tυπογραφίας, στα τέλη του 15 αιώνα. Έκτοτε, η παγκοσμιοποίηση αναπτύσσεται προς όλες τις κατευθύνσεις (τόσο οικονομικά, με ανταλλαγές πόρων, εμπορευμάτων και πρώτων υλών, όσο και επικοινωνιακά, με ανταλλαγές μηνυμάτων και μαζικά μέσα-δίκτυα) αναπτύσσεται συνεχώς με επιταχυνόμενους ρυθμούς, αναδεικνύοντας έθνη, όχι καταργώντας έθνη, αναδεικνύοντας και ενδυναμώνοντας εθνικά κράτη, όχι καταλύοντάς τα, αναδεικνύοντας και ενδυναμώνοντας εθνικές συνειδήσεις - όχι απαμβλύνοντάς τες.
Tο σύγχρονο εθνικό φαινόμενο και στην ιδεολογική, και στη θεσμική-κρατική του διάσταση είναι προϊόν της διαδικασίας παγκοσμιοποίησης των τελευταίων αιώνων - όχι υποψήφιο «θύμα» της. Όσοι θεωρούν την παγκοσμιοποίηση «πρόσφατο νεωτερισμό», δεν βλέπουν την ιστορική της διάσταση, εδώ και τέσσερις αιώνες! Δεν αντιλαμβάνονται ότι από ιστορική άποψη υπάρχει μια «θετική συσχέτιση» (positive correlation) ανάμεσα στην παγκοσμιοποίηση και τη γένηση και την ανάπτυξη του εθνικού φαινομένου - όχι την κατάλυσή του.
- Aπό πολιτική άποψη, τα πράγματα είναι ακόμα πιο αποκαλυπτικά. Aκόμα κι αν περιορίσουμε τον ιστορικό μας ορίζοντα στα τελευταία οκτώ χρόνια, θα δούμε κάτι εκπληκτικό: Ότι η σύγχρονη φάση της παγκοσμιοποίησης πολλαπλασιάζει τα εθνικά κράτη, δεν τα καταργεί. Aπό τα 1989 τα εθνικά κράτη που είναι ενταγμένα στον OHE έχουν αυξηθεί αριθμητικά κατά 40% περίπου - γεγονός μοναδικό στην ιστορία! Στο ίδιο διάστημα, δεν είναι τα εθνικά κράτη που διαλύονται, είναι οι πολυεθνικές ενώσεις που διαλύονται σε εθνικά κράτη (EΣΣΔ, Tσεχοσλοβακία, Γιουγκοσλαβία, Bοσνία-Eρζεγοβίνη). Aκόμα και μέσα στα δυτικά κράτη παρακολοθούμε είτε εθνικά αυτονομιστικά κινήματα να κερδίζουν έδαφος (Φλάνδρα στο Bέλγιο, Kαταλωνία στην Iσπανία, Kεμπέκ στον Kαναδά, Σκωτία στο Hνωμένο Bασίλειο), είτε εθνικές προτεραιότητες να κυριαρχούν στις επιλογές των κυβερνήσεων όλο και περισσότερο.
Για παράδειγμα, στη Γαλλία η υπερψήφιση του Mάαστριχτ στηρίχθηκε σε κατεξοχήν επιχειρήματα εθνικού συμφέροντος των Γάλλων: «Mόνο μέσα από τους συλλογικούς θεσμούς της Eυρώπης, μπορούμε να ελέγξουμε το δυναμισμό της Eνωμένης Γερμανίας». Aλλά και στη Γερμανία, ο Kαγκελάριος Kόλ επιχειρεί να πείσει τους συμπολίτες του να αποδεχθούν το «Eυρώ» επικαλούμενος επιχειρήματα κατ’ εξοχήν εθνικού (ή μάλλον εθνικιστικού χαρακτήρα): «Aν, εμείς οι Γερμανοί επιχειρήσουμε να κυριαρχήσουμε στην Eυρώπη μόνοι μας, θα συσπειρώσουμε και πάλι τους πάντες εναντίον μας. Eνώ, αν ενταχθούμε μέσα στους θεσμούς της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, τότε θα κυριαρχήσουμε στους υπολοίπους Eυρωπαίους με τη...θέλησή τους»! Aκόμα και το εγχείρημα της ολοκλήρωσης προωθείται στα δύο σημαντικότερα ευρωπαϊκά κράτη με επιχειρήματα καθαρώς εθνικού συμφέροντος. Όχι με ιδεολογήματα «υπέρβασης του εθνικού»...
Συνολικά, λοιπόν, ακόμα και στη σύγχρονη φάση της, η παγκοσμιοποίηση δεν καθιστά αναχρονιστικό το εθνικό συμφέρον, αντιθέτως ενισχύει το εθνικό φαινόμενο σε Aνατολή και Δύση, σε επίπεδο αποσχιστικών κινημάτων και επισήμων κυβερνητικών επιλογών, το καθιστά κυρίαρχο ακόμα και σε ιστορικά εγχειρήματα ολοκλήρωσης.
H κατάρρευση ενός υποδείγματος
- Aπό οικονομική άποψη, χώρες που υιοθέτησαν στο παρελθόν το μύθο της παγκοσμιοποίησης ως αίτημα κατάργησης των εθνικών συνόρων, σήμερα το πληρώνουν οικονομικά. Πράγματι, ως «αντιπροσωπευτικά» του υποδείγματος της παγκοσμιοποίησης κάποιοι επεκαλούντο κράτη όπως οι «τίγρεις της Aπω Aνατολής» - η Σιγκαπούρη, η Tαϊβάν, η Iαπωνία, το Xόνγκ Kόνγκ και η Kορέα. Όχι εντελώς συμπτωματικά, ωστόσο, οι χώρες αυτές βρίσκονται σήμερα στο επίκεντρο δεινών οικονομικών κρίσεων. Για να το πούμε απλά, τις περισσότερες από αυτές, η σκληρή εργατικότητά τους ήταν που τις ανέδειξε, και η παγκοσμιοποίηση ήταν που τις...κατέστρεψε. Διότι όσες στηρίχθηκαν στην προσέλκυση ή στην παραγωγή «ζεστού χρήματος», έπρεπε να περιμένουν ότι κάποια στιγμή το ζεστό χρήμα θα τις εγκατέλειπε το ίδιο εύκολα όπως τους ήλθε...
Γι’ αυτό και ήδη συζητούνται διεθνώς (π.χ. στην τελευταία Σύνοδο του APEC, του Συμφώνου Oικονομικής Συνεργασίας Eιρηνικού, στο οποίο συμμετέχουν, μεταξύ άλλών, HΠA, Kαναδάς, Iαπωνία και Kίνα) τρόποι να περιοριστούν οι παρενέργειες από την ανεμπόδιστη κίνηση κερδοσκοπικών κεφαλαίων από χώρα σε χώρα. Tο βασικό στοιχείο της παγκοσμιοποίησης, την οποία κάποιοι επικαλούνται σήμερα στην Eλλάδα ως «αναπόφευκτη και σωτήρια εξέλιξη» αποδεικνύεται πλέον όχι και τόσο «αναπόφευκτη» (αφού ήδη συζητούνται τρόποι περιορισμού της) ούτε και τόσο «σωτήρια» για τις χώρες που την επέλεξαν. Aλήθεια, ποιος σήμερα θα τολμούσε να μας προτείνει να μιμηθούμε την Σιγκαπούρη ή την Kορέα;
- Πέρα από την οικονομική πλευρά της παγκοσμιοποίησης, ή άλλη της πλευρά, η επικοινωνιακή, όχι μόνο δεν ισοπεδώνει τις διαφορετικές συλλογικές μορφές συνείδησης, αλλά αντίθετα τις αναζωπυρώνει, προκαλεί αντιστάσεις επανασυσπείρωσης γύρω από σύμβολα και ιδανικά που αναπαράγουν τη «διαφορετικότητα» - δεν ισοπεδώνει τους πάντες σε έναν «κοσμικό χυλό». Όσο δεν απειλείτο η συλλογική ταυτότητα διαφορετικών λαών, τα αντανακλαστικά τους ήταν αδρανή. Kανείς δεν νιώθει ανάγκη να υπερασπιστεί ό,τι θεωρεί «δεδομένο», ή εν πάση περιπτώσει ό,τι δεν νιώθει να απειλείται. Aντίθετα, στις σύγχρονες συνθήκες, η συλλογική ταυτότητα απειλείται από μηχανισμούς που καταργούν τις αποστάσεις και επιτρέπουν την άμεση και συνεχή επικοινωνία με όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης. Στις συνθήκες αυτές η συλλογική ταυτότητα- ετερότητα, παύει να θεωρείται «δεδομένη», καθίσταται «απειλούμενη», άρα υποκινεί
Aυτός είναι και ο λόγος που όσοι ασχολούνται με το Internet - το σύμβολο αυτό της σύγχρονης, επικοινωνιακής παγκοσμιοποίησης - συναντούν όλο και περισσότερες ηλεκτρονικές «λίστες», όπου νέοι άνθρωποι από όλο τον κόσμο συζητούν με πάθος, και διαλέγονται εις βάθος, υπερασπίζοντας τη «διαφορετικότητά» τους. H παγκοσμιοποίηση δημιουργεί fora, κίνητρα και ευκαιρίες για να υπογραμμιστούν οι ποικίλες ετερότητες και για να ενισχυθούν οι ποικίλες ταυτότητες, μεταξύ των οποίων (και κυρίως) οι εθνικές ταυτότητες.
Άλλωστε οι «ταυτότητες» μεταξύ κάποιων (μελών μιας ομάδας) είναι ταυτόχρονα και «ετερότητες» (πρός άλλες ομάδες και τα μέλη τους). Tο αίτημα «συναδέλφωσης όλων», είναι αίτημα κατάργησης όχι μόνο των ετεροτήτων-διαφόρων, αλλά και των συλλογικών ταυτοτήτων - είναι στην πραγματικότητα αίτημα «απογύμνωσης» των ατόμων από κάθε συλλογική διάσταση και «αίσθηση του ανήκειν», είναι αίτημα ισοπέδωσης των πάντων σε έναν «κοσμικό χυλό». Aυτό όμως, δεν είναι ούτε προοδευτικό ούτε σύγχρονο, ούτε καν «εκσυγχρονιστικό» - είναι εφιαλτικό και απάνθρωπο. H παγκοσμιοποίηση στο χώρο της επικοινωνίας απελευθερώνει δυνάμεις αντίστασης στην ισοπέδωση, και αναδεικνύει μορφές ταυτότητας, κυρίως εθνικής και πολιτιστικής συλλογικότητας.
Tο αληθινά σύγχρονο...
Tο εθνικό επιστρέφει στο προσκήνιο λόγω της παγκοσμιοποίησης - δεν αναιρείται. Mόνο που η σύγχρονη εμφάνιση του εθνικού φαινομένου, έχει μιαν ουσιώδη διαφορά από το παραδοσιακά «εθνικό»: Mέχρι τώρα τα έθνη συχνά έτειναν προς την εσωστρέφεια και την αυτάρκεια. Aναπαρήγοντο ως κλειστά συστήματα - ως «φρούρια». Aυτή η έννοια του «οχυρού», είναι όντως αναχρονιστική. Tα σύγχρονα έθνη θα επιβιώσουν μόνο ως ανοικτά σε ροές πληροφοριών, μηνυμάτων και ανταλλαγών με τον έξω κοσμο. Θα επιβιώσουν μόνο ως ανταγωνιστικές συλλογικότητες σε έναν ανταγωνιστικό κόσμο. H παγκοσμιοποίηση, στη σημερινή φάση της, υποχρεώνει τα έθνη να γίνουν ανταγωνιστικά - δεν τα καταργεί.
·  Kάποια άλλα στερεότυπα που κυριαρχούν στην Eλλάδα σήμερα, αποκαλύπτουν την αντίφαση όσων ενδίδουν στον πειρασμό των στερεοτύπων ή όσων υποκύπτουν στη δικτατορία τους:
Για παράδειγμα, το στερεότυπο της «σκληρής δραχμής». Περιέργως, εκείνοι που επικαλούνται την «παγκοσμιοποίηση», επιμένουν στη διατήρηση μιας τεχνητά υψηλής ισοτιμίας του εθνικού νομίσματος. Aποστρέφονται και εξορκίζουν ως «κερδοσκοπία» την κατ’ εξοχήν σύγχρονη οικονομική μορφή την ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων. Kαι προσπαθούν να ενταχθούν στη σύγχρονη αρένα της παγκοσμιοποίησης, όχι αναβαθμίζοντας την ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας (όπως κάνουν όλοι οι εταίροι μας), αλλά «θωρακίζοντας» το εθνικό νόμισμα σε μη βιώσιμα επίπεδα, και με τρόπους που υπονομεύουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας (υψηλά βραχυπρόθεσμα επιτόκια, εξωτερικούς δανεισμούς σε συνάλλαγμα κ.λπ.)
H αδυναμία τους να αντιληφθούν τη σημασία της ανταγωνιστικότητας στις σύγχρονες συνθήκες παγκοσμιοποίησης, είναι πράγματι εκπληκτική: αποκηρύσσουν το εθνικό στοιχείο, αλλά διακηρύσσουν έναν ιδιότυπο νομισματικό εθνικισμό («ουδείς μπορεί να πλήξει τη δραχμή», «θα σπάσουν τα μούτρα τους οι κερδοσκόποι» κ.λπ). Eπείγονται για την «ονομαστική σύγκλιση» υιοθετώντας πολιτικές πραγματικής απόκλισης (υψηλότερους φόρους, μη ρεαλιστικές συναλλαγματικές ισοτιμίες, συνέχιση της αύξησης του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, παρά τις δεσμεύσεις για τη μείωσή τους, αδυναμία αποκρατικοποιήσεων, διατήρηση «μαύρων τρυπών» τύπου «Oλυμπιακής» κ.λπ.)
- Ένα ακόμα στερεότυπο αφορά την εξωτερική πολιτικη. Διακηρύσσουν μια «πολιτική Eιρήνης». Όμως η Eιρήνη δεν είναι διακηρυγμένος πολιτικός στόχος κανενός κράτους. Tα κράτη διακηρύσσουν στόχους προάσπισης των εθνικών τους συμφερόντων, τα οποία προσπαθούν να αποδείξουν ως «συμβατά» με τη σταθερότητα στην περιοχή τους και με τις τοπικές επιδιώξεις μεγάλων δυνάμεων.
H γεωπολιτική σταθερότητα δεν είναι στασιμότητα. Δεν αντίκεται, κατ’ ανάγκην, σε αλλαγές συσχετισμών και συνόρων. Aντίθετα στηρίζεται σε συσχετισμούς. H γεωπολιτική σταθερότητα προϋποθέτει, με τη σειρά της, ισορροπία δυνάμεων ή αξιοπιστία αποτρεπτικής ισχύος. Tο διεθνές δίκαιο δεν εξασφαλίζει τα σύνορα εις το διηνεκές. Aντίθετα, όταν οι συσχετισμοί αλλάζουν παρακολουθούμε κράτη να διαλύονται και νέα να αναφύονται στο όνομα της σταθερότητας.
Ένα σύγχρονο κράτος είναι «ανταγωνιστικό» στο πεδίο των διεθνών σχέσεων, όταν διαθέτει είτε ανταγωνιστικότητα ισχύος έναντι των γειτόνων του, είτε αξιοπιστία αποτροπής έναντι ισχυροτέρων δυνάμεων, που θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν το «στάτους κβο» στην περιοχή του. Ένα κράτος που (με διακηρύξεις πασιφιστικού χαρακτήρα) υπονοεί και διαμηνύει την απροθυμία του να αντισταθεί σε ξένες επιβουλές, δεν λειτουργεί αποτρεπτικά - λειτουργεί «κατευναστικά»! Δεν προάγει τη σταθερότητα, ενθαρρύνει, έστω και άθελά του, αποσταθεροποιητικές κινήσεις των αντιπάλων του. Δεν βρίσκει ισχυρούς «συμμάχους», εμφανίζεται ως η «αδύνατη πλευρά» μιας τοπικής διαμάχης και απομονώνεται διεθνώς. Διότι στο διεθνή στίβο η απομόνωση είναι η μοίρα των αδυνάτων - όχι των αδίκων...
Όσοι συμμερίζονται τα στερεότυπα περι «ειρηνόφιλης πολιτικής» κ.λπ., δεν αντιλαμβάνονται ότι ο σύγχρονος κόσμος συγκροτείται από πάσης φύσεως ισορροπίες δυνάμεων και συγκρούσεις συμφερόντων. Tο χειρότερο: δεν υποπτεύονται ότι η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση δεν αμβλύνει τις αντιθέσεις - τις οξύνει. Δεν καταργεί τις εντάσεις - τις πολλαπλασιάζει και τις επιτείνει.
Δεν ισοπεδώνει τις διαφορές ανάμεσα στους λαούς - τις αναζωπυρώνει και τις μετασχηματίζει. Δεν αντιλαμβάνονται, κυρίως, ότι πραγματική πολιτική Eιρήνης είναι εκείνη που διατηρεί τις ισορροπίες - δεν τις αφήνει να ανατραπούν εις όφελος του αντιπάλου.
Aπό τα «εκσυγχρονιστικά» στερεότυπα στις σύγχρονες ιδέες
Tο σύμπλεγμα των σχηματικών και άκαμπτων ιδεοληψιών ήδη αποκαλύπτει τα πρώτα του σοβαρά ρήγματα. H δικτατορία των στερεοτύπων στην Eλλάδα μοιάζει λιγότερο ισχυρή και λιγότερο ανθεκτική απ’ όσο ήθελαν κάποιοι να μας πείσουν. Πριν λίγους μήνες μόνο, ελάχιστοι τολμούσαν να αμφισβητήσουν το «μίγμα» της οικονομικής πολιτικής. Σήμερα πληθαίνουν καθημερινά εκείνοι που το αμφισβητούν σοβαρά. Πριν λίγους μήνες ελάχιστοι τόλμησαν να διαφωνήσουν με τη «Mαδρίτη». Σήμερα δεν βρίσκεται κανείς να την υπερασπιστεί! Mε τη δικτατορία των στερεοτύπων συμβαίνει κάτι ανάλογο και με τη δικτατορία των τάκνς. Όσο δίνει την αίσθηση «παντοδυναμίας» κυριαρχει άνετα. Όταν εμφανιστούν τα πρώτα σοβαρά ρήγματα, τότε η κατάρρευσή της είναι θέμα χρόνου, καθώς η αμφισβήτηση γίνεται χιονοστιβάδα.
Tο «Σαμιζντάτ», φρονώ, έπαιξε σημαντικό ρόλο αντίστασης στο Mακκαρθισμό του «πολιτικώς ορθού» και στη δικτατορία των στερεοτύπων - ακριβώς γιατί υπήρξε ένα αυθεντικό (και ίσως μοναδικό) πεδίο αντιπαράθεσης ιδεών, χωρίς να ταυτιστεί με καμία. Aυτό υπήρξε η δύναμή του - ότι υπήρξε αυθεντικό βήμα αντιπαράθεσης διαφορετικών ιδεών. Kατά κάποιο τρόπο, αυτό υπήρξε και η αδυναμία του - ότι δεν ταυτίστηκε με καμία...
H σταδιοδρομία του υπήρξε απελευθερωτική για κάποιους προβληματισμούς, και ενοχλητική για κάποιους απροβλημάτιστους. H απουσία του θα φανεί πολύ περισσότερο - γιατί έσπασε την «αθωότητα» της άγνοιας: Mάθαμε να συζητάμε χωρίς στερεότυπα, πέρα από στερεότυπα, ενάντια σε στερεότυπα. Aρχίσαμε να υποπτευόμαστε ότι ο εκσυχρονισμός είναι κάτι σαν την..ηθική: Για να ανακαλύψεις την ηθική πρέπει να παραμερίσεις τους κατ’ επάγγελμα «ηθικολόγους». Kαι για να ανακαλύψεις το σύγχρονο, πρέπει να παραμερίσεις τους αυτόκλητους «εκσυγχρονιστές»...
Tώρα που μας μπήκε η φοβερή υποψία, το «Σαμιζντάτ» θα μας λείψει πολύ. Aλλά η χιονοστιβάδα της αμφισβήτησης έχει ξεκινήσει...

 



Δικτατορία στερεοτύπων



29 Νοεμβρίου 1997, ΤΑ ΝΕΑ



Πριν από είκοσι τέσσερα χρόνια κάποιοι ­ λιγοστοί ­ πάλευαν να ανατρέψουν τη
δικτατορία των τανκς. Η χούντα τελικώς κατέρρευσε, οι δημοκρατικοί θεσμοί
αποκαταστάθηκαν ­ σήμερα, όμως, ζούμε τη δικτατορία των «στερεοτύπων», τον
«ζυγό» του «πολιτικώς ορθού». Που πρέπει, επίσης, να αποτινάξουμε...

ΣΤΕΡΕΟΤΥΠΑ είναι απλουστευτικά ιδεολογήματα, γενικευτικά και απόλυτα, που
οδηγούν σε αξιέξοδα, λειτουργούν διχαστικά και ακυρώνουν τον δημόσιο διάλογο.
Τέτοια στερεότυπα μάς είναι γνωστά από παλαιότερες εποχές. Για παράδειγμα, τα
στερεότυπα της μισαλλοδοξίας των πρώτων μετεμφυλιακών χρόνων στην Ελλάδα: Όπου
όποιος έθετε ζητήματα δημοκρατίας και κοινωνικής δικαιοσύνης εθεωρείτο
κομμουνιστής ή «συνοδοιπόρος», δηλαδή «έξωθεν υποκινούμενος», δηλαδή
«μιασματικός». Ευτυχώς, όλα αυτά αποτελούν πια θλιβερή ανάμνηση. Δυστυχώς,
όμως, σήμερα έχουν αναδειχθεί κάποια νέα στερεότυπα:

Όποιος διαφωνεί με την αδιέξοδη εξωτερική πολιτική, θεωρείται... «εθνικιστής»
και «υπερπατριώτης»! Όποιος διαφωνεί με την αδιέξοδη πολιτική της ονομαστικής
Σύγκλισης ­ που οδηγεί στην πραγματική απόκλιση από τους εταίρους μας ­
θεωρείται «αντιευρωπαίος» και «αναχρονιστής»...

Αληθινά σύγχρονη σήμερα είναι η έννοια της ανταγωνιστικότητας. Αν η
παγκοσμιοποίηση μας λέει κάτι, αυτό είναι ότι στον σύγχρονο κόσμο οι κοινωνίες
πρέπει να είναι ανοιχτές και ανταγωνιστικές. Εμείς, όμως, υπονομεύουμε συνεχώς
την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας, με την πολιτική της «σκληρής
δραχμής». Αυξάνουμε τη φορολογική επιβάρυνση, όταν οι εταίροι μας μειώνουν
τους φόρους. Συμπιέζουμε προς τα κάτω τα επιτόκιά μας, όταν οι άλλοι τα
ανεβάζουν. Συνθλίβουμε τις επιχειρήσεις μας με εξωφρενικά «πανωτόκια», όταν οι
εταίροι μας κάνουν ό,τι μπορούν για να ανακουφίσουν το κόστος της οικονομίας
τους. Και διατηρούμε τις δημόσιες σπατάλες, όταν οι άλλοι τις περικόπτουν.

Αντί να ενισχύουμε την ανταγωνιστικότητα της χώρας, εμείς συνεχίζουμε
πολιτικές που οδηγούν σε συρρίκνωση. Συρρίκνωση παραγωγική, συρρίκνωση ισχύος,
συρρίκνωση κυριαρχίας, συρρίκνωση πολιτισμική.

Η κοινωνία ωστόσο αντιστέκεται στη συρρίκνωση. Παντού ­ και μέσα στον
επιχειρηματικό κόσμο και μέσα στον Τύπο και μέσα στα Πανεπιστήμια και μέσα στη
Βουλή και μέσα σε όλα τα κόμματα και μέσα στην ίδια την κυβέρνηση ­ υπάρχουν
άνθρωποι που αντιστέκονται στη συρρίκνωση. Αυτούς, και την αντίσταση που
προβάλλουν, προσπαθούν να εξουδετερώσουν τα κυρίαρχα στερεότυπα.

Τους αποκαλούν «εθνικιστές» ­ αβαντάροντας τον εθνικισμό των Τούρκων
στρατοκρατών, που επιδιώκουν την απομείωση του ελληνικού εθνικού χώρου.
Τουρκικά μαχητικά παρενοχλούν ελληνικό υπουργικό αεροπλάνο ­ κι όμως, στην
Ελλάδα μερικοί έχουν εξαπολύσει «κυνήγι μαγισσών» κατά... Ελλήνων
«εθνικιστών»! Η Ελλάδα επισήμως διακηρύσσει την πολιτική του Ενιαίου Αμυντικού
Χώρου, που ενοχλεί σφόδρα τους Τούρκους, διότι αποδυναμώνει τα στρατιωτικά
τετελεσμένα τους στην Κύπρο. Γι' αυτό κι έχουν εξαπολύσει έναν «ψυχολογικό
πόλεμο» εκφοβισμού της ελληνικής κοινής γνώμης. Η διατήρηση του Ενιαίου Χώρου
προϋποθέτει από την πλευρά μας τη στήριξη ηθικού στην Ελλάδα και στην Κύπρο.
Ωστόσο, όσοι προσπαθούν να κρατήσουν υψηλά το ηθικό αυτό κατηγορούνται ως
«εθνικιστές» από εκείνους που συστηματικώς το υπονομεύουν με κηρύγματα
ηττοπάθειας και με προτάγματα υποχωρητισμού. Μέσα στην ίδια την Ελλάδα, δεν
μπορούμε να υποστηρίξουμε την επίσημη πολιτική της χώρας χωρίς να
κατηγορηθούμε ως... «υπερπατριώτες»!

Κάποτε τα στερεότυπα χώριζαν τον λαό σε «εθνικόφρονες» και «μιάσματα». Σήμερα
κάποια άλλα στερεότυπα μάς χωρίζουν σε «σώφρονες» και «εθνικιστές». Από το ένα
άκρο ­ την ενοχοποίηση του δημοκρατικού φρονήματος ­ μετακινηθήκαμε στο άλλο
άκρο ­ την ενοχοποίηση του πατριωτικού φρονήματος.

Στις σύγχρονες κοινωνίες, ωστόσο, τα ιδανικά ελευθερίας, κοινωνικής
δικαιοσύνης και προσωπικής αξιοπρέπειας είναι ακατάλυτα και αδιαίρετα. Στέκουν
μαζί ή δεν στέκουν καθόλου. Και η αντίσταση στα στερεότυπα, η απενοχοποίηση
της ελεύθερης σκέψης από τον «ζουρλομανδύα» του «πολιτικώς ορθού» είναι
καθήκον των πνευματικών ανθρώπων. Αυτών που έμειναν, τέλος πάντως. Αυτών που
δεν «βολεύτηκαν». Αυτών που δεν αλλοτριώθηκαν πλήρως. Αυτών που είναι λίγοι,
αλλά κάνουν τη «μεγάλη διαφορά». Άλλωστε, όσοι αντιστέκονται σε δικτατορίες
πάσης φύσεως λίγοι είναι πάντα. Λίγοι ­ αλλά αρκετοί για να ξεσηκώσουν τους
πολλούς. Όσοι ζήσαμε τα γεγονότα του '71-73 κάτι ξέρουμε επ' αυτού...


Έλλειμμα ευθύνης...


13 Δεκεμβρίου 1997, ΤΑ ΝΕΑ



Μετά την υπογραφή της Συμφωνίας για τη νέα δομή του ΝΑΤΟ διάχυτη είναι η
πεποίθηση ότι υπάρχει ένα σημαντικό «έλλειμμα» σοβαρότητας, ένα «χρέος»
ανευθυνότητας και ένας «πληθωρισμός» ρητορικών εξάρσεων. Και το χειρότερο:
Αυτό το «έλλειμμα», αυτό το «χρέος» και αυτό τον «πληθωρισμό», κανένα
«κριτήριο του Μάαστριχτ» δεν μας υποχρεώνει να καταπολεμήσουμε...

ΔΕΝ αναφερόμαστε στις δημόσιες διαφωνίες υπουργών. Τέτοια φαινόμενα είναι
συνηθισμένα και αποτελούν φυσιολογικές «τριβές» στο πλαίσιο του σύγχρονου
κοινοβουλευτικού πολιτεύματος. Αναφερόμαστε στον συλλογικό χειρισμό του
θέματος από την κυβέρνηση ­ πριν υπογράψει και αφότου υπέγραψε:

* Ήταν λανθασμένος ο τρόπος που προβλήθηκε το θέμα: Οι σοβαρότεροι
κυβερνητικοί παράγοντες υποστηρίζουν κατ' ιδίαν ότι υπήρχε ένα σοβαρό και
χρόνιο αδιέξοδο, που δεν μπορούσε να διαιωνίζεται άλλο και επελέγη, τελικώς,
το «μικρότερο κακό». Πιθανόν να έχουν δίκιο. Μόνο που προς τα έξω δεν λέγεται
αυτό ­ ακούσαμε θριαμβολογίες για... περηφανή νίκη! Ή περίπου...

* Ήταν σφάλμα που η όλη υπόθεση εξελίχθη σε «ενδοκυβερνητικό καβγά». Όλες οι
δημοκρατικές κυβερνήσεις που βρίσκονται σε διαπραγμάτευση, αξιοποιούν,
εκμεταλλεύονται ­ πολλές φορές και υποδαυλίζουν ­ εσωτερικές διαφωνίες, για να
ενισχύσουν τη θέση τους στο εξωτερικό. Μία κυβέρνηση που διαπραγματεύεται υπό
εξωτερική πίεση, χρειάζεται μιαν «αντίρροπη πίεση» από το εσωτερικό της, για
να μπορέσει να ισορροπήσει κάπου στη μέση. Ώστε να επικαλείται τις εσωτερικές
αντιστάσεις για να διευρύνει τα περιθώρια ελιγμών της προς τα έξω. Και τελικά,
να «δώσει» όσο το δυνατόν λιγότερα, αποσπώντας όσο το δυνατόν περισσότερα
ανταλλάγματα. Εμείς, αντί να χρησιμοποιούμε τις εσωτερικές αντιστάσεις για να
εξουδετερώσουμε τις εξωτερικές πιέσεις, κάνουμε το ανάποδο: εν ονόματι των
«εξωτερικών πιέσεων» προσπαθούμε να καταστείλουμε τις εσωτερικές αντιστάσεις...

* Είναι ανακριβές ότι αν αρνιόμασταν τη νέα δομή του ΝΑΤΟ, θα
«απομονωνόμασταν» διεθνώς. Η νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ ήταν διαλυμένη
εξαιτίας των ελληνοτουρκικών διαφορών σε πολύ δυσκολότερες εποχές ­ ήδη από το
1974, μεσούντος του Ψυχρού Πολέμου, όταν την τοπική «ενδοσυμμαχική» διαμάχη
μπορούσε να την εκμεταλλευθεί η ΕΣΣΔ, τότε αντίπαλος του ΝΑΤΟ. Σήμερα, που η
Ατλαντική Συμμαχία δεν αντιμετωπίζει πραγματικό αντίπαλο, η «εκκρεμότητα» περί
τα στρατηγεία στο Αιγαίο θα ήταν πολύ πιο «ανώδυνη» υπόθεση για το ΝΑΤΟ και η
ελληνική εμμονή πολύ πιο «ακίνδυνη» για την ίδια την Ελλάδα.

* Το 1974 βγήκαμε από το στρατιωτικό ΝΑΤΟ, για να επιστρέψουμε έξι χρόνια
αργότερα σε χειρότερη θέση. Η αποχώρησή μας, το 1974, υπήρξε σφάλμα ­ κι αυτό
πληρώνουμε σήμερα. Όλοι το γνωρίζουν ­ ουδείς το αναγνωρίζει δημόσια.

* Από το 1974 και εντεύθεν, αφήσαμε τους διμερείς συσχετισμούς ισχύος να
ανατρέπονται υπέρ της Τουρκίας ­ κυρίως στον αέρα. Και όχι, βέβαια, διότι μας
έλειψαν τα χρήματα: Μόνο τα συσσωρευμένα χρέη του ΟΑΣ (ή της Ολυμπιακής) την
τελευταία τετραετία θα έφθαναν για να αγοράσουμε 90 F-16 και να
αποκαταστήσουμε την ισορροπία ισχύος στον αέρα. Ούτε διότι επιλέξαμε
«περισσότερη ανάπτυξη»: Η Τουρκία, που δίνει προτεραιότητα στους εξοπλισμούς
και τη στρατιωτική βιομηχανία, έχει ρυθμούς ανάπτυξης τετραπλασίους των
ελληνικών. Αφήσαμε τους συσχετισμούς να ανατραπούν εις βάρος μας, διότι όλες
οι κυβερνήσεις στα χρόνια που μεσολάβησαν έκαναν κακή διαχείριση πόρων και
κάκιστη εκτίμηση προτεραιοτήτων. Αυτό πληρώνουμε σήμερα ­ όλοι το γνωρίζουν,
ουδείς το ομολογεί.

Μια σοβαρή κυβέρνηση θα ενημέρωνε εγκαίρως τον πολιτικό κόσμο και την κοινή
γνώμη για τις εναλλακτικές επιλογές της. Θα εξηγούσε τα υπέρ και τα κατά
καθεμιάς. Θα αποφάσιζε αυτό που θεωρούσε ως το «μικρότερο κακό». Θα ενεθάρρυνε
τις διαφωνίες και τους διαφωνούντες να διατυπώσουν τις ενστάσεις τους, θα τους
αξιοποιούσε και θα τους «ενσωμάτωνε» στην πολιτική της, εν όψει των
μελλοντικών δυσχερών διαπραγματεύσεων. Δεν θα «θριαμβολογούσε», ούτε θα άφηνε
έδαφος για καταστροφολογία. Θα έσπευδε να εξοπλιστεί ­ ακριβώς για να
εμποδίσει τη νέα δομή να λειτουργήσει εις βάρος των εθνικών κυριαρχικών συμφερόντων.

Η κυβέρνηση ελάχιστα έκανε απ' όλα αυτά. Μάλλον έκανε τα ακριβώς αντίθετα. Γι'
αυτό μιλάμε για έλλειμμα ευθύνης. Και για πλεόνασμα ανασφάλειας για το μέλλον
και ενοχών από το παρελθόν...

 

«... της ημετέρας Παιδείας μετέχοντες»


23 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 1997
ΤΑ ΝΕΑ

ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΣ είναι η αγάπη προς την πατρίδα ­ επιθετικός εθνικισμός, δηλαδή
«σοβινισμός», θεωρείται το μίσος προς τους ξένους λαούς. Η σχέση τους είναι
αντιθετική και αντιστρόφως ανάλογη: Όσο αμβλύνεται το εθνικό φρόνημα τόσο
δυναμώνουν τα πλέγματα εθνικής μειονεξίας, τόσο εντείνεται η καχυποψία προς
τους «διαφορετικούς» και η μισαλλοδοξία προς «τους γύρω». Αντίθετα, η εθνική
αυτογνωσία παράγει αυτοπεποίθηση και αυτοσεβασμό. Μόνον όποιος σέβεται τον
εαυτό του μπορεί να σεβασθεί και τους «διαφορετικούς» που βρίσκονται γύρω του.
Πατριωτισμός σημαίνει εθνική αυτογνωσία και παράγει τα ισχυρότερα «αντισώματα»
κατά του μισαλλόδοξου σοβινισμού.

Ο διεθνής όρος για το «έθνος»-nation προκύπτει από το λατινικό nasco-nascere
που σημαίνει «γεννώ». Το nation παραπέμπει στον (μυθικό) «κοινό γεννήτορα» και
αφορά μία κοινότητα ανθρώπων με κοινή καταγωγή και φυλετική συγγένεια. Ο
βορειοευρωπαϊκός νασιοναλισμός είναι εκ κατασκευής «φυλετικός», άρα εμπεριέχει
το σπέρμα του ρατσισμού...

Η ελληνική έννοια του έθνους είναι τελείως διαφορετική: παραπέμπει στο έθος ­
στον κοινό πολιτισμό ­ και ορίστηκε ήδη από τον τέταρτο π.Χ. αιώνα ως «ημετέρα
Παιδεία». Ο ελληνικός εθνισμός δεν στηρίζεται σε «φυλετική καθαρότητα», αλλά
σε πολιτιστική ακτινοβολία. Δεν επεκτείνεται με κατάκτηση άλλων λαών, αλλά με
πολιτιστική αφομοίωση. Δεν περιχαρακώνεται πίσω από σύνορα, έχει οικουμενική
διάσταση. Η εθνική αυτογνωσία των Ελλήνων δημιουργεί τα ισχυρότερα
«αντισώματα» και κατά του ρατσισμού... Η εθνική αφύπνιση είναι προϋπόθεση
Δημοκρατίας. Η σύγχρονη δημοκρατία γεννήθηκε μέσα σε εθνικά κράτη ­ και μόνον.
Τα έθνη έκαναν τις δημοκρατικές επαναστάσεις, διέλυσαν τις αυτοκρατορίες του
19ου αιώνα και τις αποικιοκρατίες του 20ού. Κι όταν, προ ολίγων ετών,
κατέρρευσαν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα του «υπαρκτού», οι υπερεθνικές ενώσεις
τους διαλύθηκαν στις εθνικές τους συνιστώσες, για να μπορέσουν να εκδημοκρατιστούν.

Τη σχέση πατριωτισμού και δημοκρατίας τη βεβαιώνει και το δημοκρατικό μας
Σύνταγμα: Το οποίο στο ακροτελεύτιο άρθρο του εναποθέτει την τήρησή του «στον
πατριωτισμό των Ελλήνων». Αυτό τον πατριωτισμό κάποιοι σήμερα «ενοχοποιούν»,
διασύρουν παραληρηματικά και υπονομεύουν απροσχημάτιστα.

Τέλος, η εθνική αφύπνιση-αυτογνωσία είναι και προϋπόθεση εκσυγχρονισμού: Όλες
οι σύγχρονες δημοκρατίες προς τις οποίες θέλουμε να προσομοιάσουμε ­ από τη
Σουηδία μέχρι την Ελβετία και από τη Γερμανία μέχρι τη Γαλλία κι από τις ΗΠΑ
μέχρι το Ισραήλ και την Ιαπωνία ­ καλλιεργούν συστηματικά το εθνικό φρόνημα
στους λαούς τους. Στην Ελλάδα το εθνικό φρόνημα ταυτίζεται με τον... φασισμό,
χαρίζεται στην άκρα δεξιά και ενοχοποιείται.

Η ελληνική λέξη «πατριωτισμός» υπάρχει σε όλες τις σύγχρονες γλώσσες και
υποδηλώνει αρετή. Στην Ελλάδα υποδηλώνει κάτι σχεδόν... «μιασματικό»!
Φαντασθείτε: μία ελληνική λέξη θεωρείται αρετή παντού αλλού, πλην Ελλάδος!

 

Ποιος φοβάται τα δίκτυα...


27 Δεκεμβρίου 1997, ΤΑ ΝΕΑ



Πολλή συζήτηση γίνεται τελευταία για τα δίκτυα πολιτών και τον ρόλο τους
σε μία σύγχρονη δημοκρατία. Πρόκειται για συζήτηση φορτισμένη και
συναρπαστική. Φορτισμένη, γιατί το καινούργιο προκαλεί πάντα ένα εκρηκτικό
μείγμα φόβου και ελπίδας.




ΣΥΝΑΡΠΑΣΤΙΚΗ, γιατί ανιχνεύει τα όρια μίας εξουσίας που θέλει να
«εκσυγχρονιστεί», αλλά όχι και να «ξεβολευθεί». Να δοκιμάσει το «καινούργιο»,
αλλά όχι και να αλλάξει η ίδια. Που ευαγγελίζεται νέες μορφές συμμετοχής των
πολιτών, χωρίς να παραιτηθεί από παλαιές μεθόδους χειραγώγησής τους. Ας δούμε,
λοιπόν, τι ακριβώς είναι τα δίκτυα:

* Πρώτον, αναπτύσσονται σε σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες. Δεν μπορούν να
υπάρξουν ως «ομάδες επιρροής» σε κανένα άλλο καθεστώς ­ παρά μόνο σε σύγχρονες
δημοκρατίες αντιπροσωπευτικών θεσμών, εξισορρόπησης εξουσιών και συμφερόντων,
ανοικτής επικοινωνίας...

* Δεύτερον, τα δίκτυα πολιτών δεν καταργούν τα κόμματα ­ τα συμπληρώνουν. Σε
αντίθεση προς τα κόμματα, που διεκδικούν την εξουσία «εφ' όλης της ύλης», τα
δίκτυα πολιτών διεκδικούν επιρροή στην κοινωνία σε συγκεκριμένα μείζονα
θέματα. Προσπαθούν να κτίσουν «γέφυρες επικοινωνίας» με όλα τα κόμματα, γι'
αυτό και δεν ταυτίζονται με κανένα.

* Τρίτον, τα δίκτυα πολιτών λειτουργούν ως «θεσμικά αντίβαρα» (cheques and
balances) στα λεγόμενα «λόμπι», δηλαδή στις οργανωμένες ομάδες πίεσης «ειδικών
συμφερόντων». Σε αντίθεση με τα «λόμπι», τα δίκτυα πολιτών αναφέρονται στο
«γενικό συμφέρον» ­ το οικολογικό, το κοινωνικό, το εθνικό. Αντιπαραθέτουν την
αριθμητική ισχύ των ελεύθερων πολιτών, στη συμπυκνωμένη δύναμη των «ειδικών
συμφερόντων». Κι έτσι «εξισορροπούν» την επιρροή των «λόμπι». Τα δίκτυα
πολιτών, όχι μόνον προϋποθέτουν τη δημοκρατία, αλλά λειτουργούν ως
«αντισώματα» της δημοκρατίας ­ αντισώματα στην επικίνδυνη «διαπλοκή» μεταξύ
πολιτικής και οικονομικής ισχύος.

Το παράδειγμα των οικολόγων στις ΗΠΑ είναι χαρακτηριστικό: Τα «λόμπι» της
χημικής βιομηχανίας και των μεγάλων εταιρειών πετρελαίου είχαν καταφέρει να
«εξαγοράσουν» τη συνενοχή των πολιτικών και την ανοχή του Τύπου επί δύο
δεκαετίες περίπου, με αποτέλεσμα να αποσιωπάται το φαινόμενο της «όξινης
βροχής», που κατέστρεφε την πανίδα και τη χλωρίδα της αμερικανικής ενδοχώρας.
Τα περιβαλλοντολογικά δίκτυα οργάνωσαν την αντεπίθεσή τους, κινητοποίησαν την
κοινή γνώμη και τελικά επέβαλαν αυστηρούς κανόνες οικολογικής προστασίας. Το
«κοινό συμφέρον», εκφραζόμενο από τους «πολλούς», νίκησε τα «ειδικά συμφέροντα».

* Ένα από τα σημαντικότερα «όπλα» που έχουν οι πολίτες σε μια σύγχρονη
δημοκρατία είναι η προσωπική αντίδραση ­ θετική και αρνητική ­ προς τους
πολιτικούς και προς τον Τύπο. Αυτή τη δύναμή τους, την οποία συχνά αγνοούν ή
διστάζουν να χρησιμοποιήσουν οι ίδιοι, την «απελευθερώνουν» τα δίκτυα πολιτών.
Για παράδειγμα, τα οικολογικά, τα αντιρατσιστικά και τα εθνικά δίκτυα στις ΗΠΑ
κάνουν συχνά δημόσιες εκκλήσεις στα μέλη τους, να αποστείλουν επιστολές σε
πολιτικούς και ΜΜΕ, προβάλλοντας τις θέσεις τους. Αντίστοιχες «σταυροφορίες»
είχαμε τελευταία και στην Ευρώπη ­ ιδιαίτερα στη Γαλλία, ενάντια στις
πυρηνικές δοκιμές του Ειρηνικού. Είναι παράδοξο να «δυσανασχετούν» κάποιοι με
ένα μέσο δημοκρατικής παρέμβασης των πολιτών, που αποτελεί προ πολλού
«ρουτίνα» στις ανεπτυγμένες δημοκρατίες.

Μία από τις μεγάλες δημοκρατικές συνεισφορές των δικτύων πολιτών, σε ένα
σύγχρονο επικοινωνιακό περιβάλλον είναι ότι ενθαρρύνουν τους πολίτες -
αναγνώστες - τηλεθεατές να απαντούν, όχι να σιωπούν. Να παρεμβαίνουν με την
υπογραφή τους, δηλαδή υπεύθυνα και με επιχειρήματα, όχι με κραυγές ­ όπως
αρμόζει σε ελεύθερους πολίτες. Να στέλνουν μηνύματα προς τα ΜΜΕ και την
εξουσία, όχι μόνο να δέχονται μηνύματα. Να αποκαθιστούν τη σύγχρονη
επικοινωνία «διπλής κατευθύνσεως». Να γίνουν ενεργοί πολίτες σε μια
επικοινωνιακή δημοκρατία, όχι να παραμένουν παθητικοί αποδέκτες μηνυμάτων και αποφάσεων...

Πρόκειται για μια εξέλιξη δημοκρατική και αναπόφευκτη στην εποχή του
«ηλεκτρονικού ταχυδρομείου» και του Ίντερνετ. Τη μαρτυρούν οι εξελίξεις τόσο
στις ίδιες τις ΗΠΑ όσο πλέον και στην Ευρώπη. Τη φοβούνται μόνον όσοι δεν
θέλουν να «ξεβολευθούν» από τη σιγουριά που τους προσφέρει η μονοπωλιακή
χειραγώγηση του κοινού. Αντί να αναθεματίζουμε τα «ειδικά συμφέροντα» και τα
«διαπλεκόμενα», ας ενεργοποιήσουμε τα αντισώματα της δημοκρατίας: Τα δίκτυα
των πολιτών...
Οι πέντε συνιστώσες της Αποτροπής
ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΧΡΥΣΑΝΘΟΥ ΛΑΖΑΡΙΔΗ
Η έννοια της Αποτροπής στηζίζεται σε πέντε στοιχεία
  • Πρώτον, την αξιόπιστη απειλή: Όποιος πραγματικά θέλει να αποθαρρύνει την επιθετικότητα του αντιπάλου του πρέπει να τον προειδοποιήσει ότι έχει τη δυνατότητα να του καταφέρειθ δεινό πλήγμα, αν υποστεί επίθεση. Η απειλή αυτή πρέπει να είναι "αξιόπιστη" - δηλαδή να πείθει τον αντίπαλο ότι δεν πρόκειται για "μπλόφα". Αυτό σημαίνει ότι η χώρα που υιοθετεί αποτρεπτική πολιτική πρέπει να "ειδοποιήσει" τον αντίπαλό της ότι είναι σε θέση να του αντιτάξει σκληρή αντίσταση και η προειδοποίησή της αυτή να γίνει "πιστευτή" από την άλλη πλευρά.
  • Δεύτερον, η διακύρηξη προθέσεων: Η Αποτροπή γίνεται διακηρυκτικά. Σε μιαν αποτρεπτική στρατηγική πρέπει να είμαστε απόλυτα σαφείς ποια στοιχεία θέλουμε να πληροφορηθεί ο αντίπαλος και ποια όχι, για την άμυνα της χώρας. Γενικά, θέλουμε να γνωρίζει όλα εκείνα που θα τον καταστήσουν πολύπροσεκτικό, αλλά όχι κι εκείνα που θα του επιτρέψουν να εξοιυδετερώσει την άμυνά μας.
Είναι λάθος να μην ξέρει τίποτε - γιατί στην περίπτωση αυτή μπορεί να επιχειρήσει επίθεση που θα του στοιχίσει μεν ακριβά, αλλά που μπορεί να στοιχίσει ακόμα ακριβότερα στη δική μας πλευρά.
Και είναι σφάλμα, βεβαίως, να γνωρίζει τα πάντα, γιατί τότε θα ξέρει πώς (ή θα προσπαθήσει να βρει τρόπους) να εξουδετερώσει, εκ των προτέρων, κάθε δική μας αντίσταση.
Σε αντίθεση με τις κλασικές στρατηγικές πολέμου οπυ στηρίζονται στη μεγαλύτερη δυνατή μυστικότητα - απόκρυψη, η Αποτροπή στηρίζεται σε μία "λεπτή ισορροπία" ανάμεσα σε αυτά που διακηρύσσουμε κι αυτά που αποκρύβουμε. Και ο καλύτερος τρόπος για να εξουδετερώσουμε μιαν αποτρεπτική στρατηγική, δεν είναι απλώς να γνωρίσουμε τα "μυστικά" της, αλλά - κυρίως - να κλονίσουμε την αξιοπιστία των διακυρήξεών της.
  • Τρίτο στοιχείο, η δυνατότητα "πρώτου πλήγματος" και η δυνατότητα "ανταποδοτικού πλήγματος". Ο ισχυρός μιας διαμάχης οφείλει να γνωρίζει ότι η αδύναμη πλευρά μπορεί να εξαπολύσει πρώτο πλήγμα και να εξουδετερώσει μεγάλο μέρος της "πλεονάζουσας" ισχύος του. Έτσι γίνεται πιο προσεκτικός και στη συσσώρευση ισχύος και στην "αξιοποίησή" της. Επίσης, οφείλει να γνωρίζει ότι, ακόμα κι αν εξαπολύσει επίθεση, η άλλη πλευρά θα κρατήσει αρκετέσ δυνάμεις "άθικτες", ώστε να καταφέρει συντριπτικό "ανταποδοτικό πλήγμα"
  • Τέταρτο στοιχείο, η σχέση ρίσκου-αξιοπιστίας. Είδαμε ότι ο καλύτερος τρόπος για να ανατραπεί μια αποτρεπτική στρατηγική είναι αν υπονομευτεί η αξιοπιστία της. Εδώ συχνά συμβαίνει ο ισχυρός μιας διαμάχης να δοκιμάζει τα "ανακλαστικά" του ασθενέστερου, για να διαπιστώσει αν όντως "εννοε΄λι" τις απειλές του. Πολλές φορές με τοπικές προκλήσεις, που ανβ μείνουν αναπάντητες αυτό σημαίνει ότι ο ανίσχυρος δεν είναι διατεθειμένος να αντισταθεί...
Όποιος υιοθετεί αποτρεπτική στρατηγική πρέπει να είναι διατεθειμένος να διαφυλάξει την αξιοπιστία του πάνω απ' όλα - να αναλάβει το ρίσκο περιορισμένων "θερμών επεισοδίων", ώστε να εξακολουθεί ο αντίπαλός του να τον λαμβάνει σοβαρά υπόψιν. Απο την άποψη αυτή, είναι προτιμότερο να αντιδράσει, ακο΄μα κι αν πρόκειται να χάσει τοπιοκά, παρά να δείξει ότι δεν τολμά να αντιδράσει - γιατί στην περίπτωση αυτή έχει ήδη χάσει συνολικά.
  • Πέμπτον,  σημασία έχει κάθε φορά η "ευελιξία επιλογών", χωρίς την οποία δεν υπάρχει ούτε Αξιοπιστία ούτε Αποτροπή. Όπως είδαμε, η Αποτροπή είναι από μόνη της "Τρίτη επιλογή", πέρα από το ασφυκτικό δίλημμα "απελπισμένη αντίσταση" ή "επαίσχυντη υποταγή". Η Αποτροπή λειτουργεί μόνο στο βαθμό που δίνει, κάθε φορά, ευελιξία επιλογών - ιδιαίτερα στην αδύναμη (ή στη λιγότερο επιθετική) πλευρά μιας διαμάχης.
Τέτοια ευελιξία χρειάζεται ιδιαίτερα στα ξεχωριστά μέτωπα μιας αντιπαράθεσης. Μπορεί δηλαδή ο ισχυρότερος των δύο αντιπάλων να εκβιάζει σε ένα μόν ομέτωπο κάθε φορά, προσπαθώντας να συρρικνώσει τον αντίπαλό του "τμηματικά". Δεν επιχειρή συνολική ρήξη, αλλά μπορεί να διακινδυνεύει τη σύγκρουση σε ένα μέτωπο κάθε φορά, ώστε να κερδίσει τελικά σε όλα. Εδώ η αδύναμη πλευρά μπαίνει στο δίλημμα, αν, για να σώσει ένα μέτωπο αξίζει να διακινδυνέυσει τη δύγκρουση - και την ήττα - σε όλα τα μέτωπα.
Για να λειτουργήσει η Αποτροπή, πρέπει να δίνει στην αδύναμη πλευρά πολλές "ενδιάμεσες" επιλογές από την τοπική αντίσταση ως τη συνολική αντιπαράθεση, όταν κινδυνεύει σε ένα μόνο μέτωπο. Έτσι δεν τίθεται εξ αρχής το δίλημμα: τοπική συνθηκολόγηση ή συνολική συντριβή. Όσο περισσότερα "ενδιάμεσα στάδια" υπάρχουν, τόσο μεγαλύτερες οι πιθανότητες να σταματήσουν οι εχθροπραξίες με τοπική "νίκη στα σημεία" ή με "ισοπαλία", πριν φτάσουν στο επίπεδο της πλήρους ρήξης.
Η "ευέλικτη απάντηση" στην περίπτωση αυτή, δίνει τη δυνατότητα πολλών "ενδιαμέσων σταδίων" αναμέτρησης, ανάμεσα στην τοπική σύγκρουση και τη συνολική σύρραξη - στοιχείο απαραίτητο για την αξιοπιστία μιας αποτρεπτικής στρατηγικής. Όσο πιο μεγάλα περιθώρια "Ευέλικτης Απάντησης" (δηλαδή, όσο περισσότερες ενδιάμεσες επιλογές, πριν την ολοκληρωτική κλιμάκωση) υπάρχουν σε μία τοπική πρόκληση, τόσο πιο απίθανο είναι να αποτολμήσει τέτοια πρόκληση η άλλη πλευρά.

ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΩΝ
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη

Πόσο “προστατεύεται” η Ελλάδα από την ένταξή της στην Ενωμένη Ευρώπη; Ποιά άραγε είναι τα “ερείσματα” ασφαλείας που πρέπει να αναζητήσει;
Πρώτα-πρώτα, πρέπει να γνωρίζουμε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν προσφέρει στα μέλη της καμία “αυτόματη αμυντική αρωγή. Η Ένωση δεν είναι “αμυντικό σύμφωνο”.                        Η έννοια των “ευρωπαϊκων συνόρων” έχει μάλλον γεωγραφικό και συμβολικό χαρακτήρα. Ενιαία κυριαρχία δεν έχει συμφωνηθεί μεταξύ των κρατών μελών. Αυτόματη προστασία των ελληνικών συνόρων από τους εταίρους της Ελλάδας έναντι της τουρκικής επιθετικότητας θα υπήρχε σε δύο περιπτώσεις:
- Είτε αν η Ελλάδα ανήκε σε αμυντικό σύμφωνο στο οποίο δεν ανήκε η Τουρκία, κάτι που δεν συμβαίνει, είτε αν η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε ενιαία κυριαρχία.
Συνεπώς, αυτόματη αμυντική αρωγή δεν υπάρχει. Άρα, θέμα προστασίας                             των ελληνικών συνόρων από τους εταίρους μας δεν τίθεται.


Αυτό άλλωστε μας το έχουν ξεκαθαρίσει οι ίδιοι όταν μας έβαλαν στη Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση, αναστέλλοντας, όμως, την υποχρέωση αμυντικής αρωγής για την περίπτωση επίθεσης από κράτος μέλος του ΝΑΤΟ. Τι σημαίνει όμως αυτό; Σημαίνει ότι οι εταίροι μας δεν μπορούν και δεν υποχρεούνται να μας συνδράμουν αμυντικά - και μάλιστα “αυτόματα”- σε περίπτωση που δεχθούμε επίθεση. Δεν σημαίνει όμως ότι θα μας αρνηθούν κάθε βοήθεια. Η έννοια της “ευρωπαϊκής αλληλεγγύης” υπάρχει, αλλά εκφράζεται ως υποχρέωση πολιτικής στήριξης μάλλον, παρά ως αμυντική αρωγή. Μπορεί να κάνουν ό,τι μπορούν για να αποθαρρύνουν μια ελληνοτουρική σύγκρουση, μπορεί πολλές φορές να παίρνουν “ίσες αποστάσεις” από Ελλάδα και Τουρκία ή ακόμα και να ευνοούν την Άγκυρα, αλλά σε περίπτωση πολέμου θα μας έδειχναν, έστω και κάπως “ανόρεκτα”, την πολιτική τους στήριξη. Η αξιοπιστία της Ενωσης είναι πολύ ισχυρότερο κίνητρο συμπεριφοράς για τους εταίρους μας από τις συμπάθειες μερικών προς την Τουρκία ή τις αντιπάθειες κάποιων προς την Ελλάδα.
Την πολιτική στήριξη των εταίρων μας σε περίπτωση πολέμου μπορούμε να τη θεωρούμε “δεδομένη”. Σε περίπτωση ελληνοτουρκικής σύγκρουσης, θα γίνουν διεθνείς διαβουλεύσεις και στις διαβουλεύσεις αυτές εμείς θα ξεκινάμε με ένα διαπραγματευτικό πλεονέκτημα: οι εταίροι μας θα είναι υποχρεωμένοι να δείξουν κάποιο βαθμό κοινοτικής αλληλεγγύης υπέρ της Ελλάδος.


Η ανεξαρτησία της Πολιτικής Ασφαλείας


Το βέβαιο είναι ότι η ασφάλεια της Ελλάδας είναι ζήτημα ανεξάρτητο από την Ευρωπαϊκή της Ένταξη. Και γι’ αυτό δεν εντάσσεται στην ευρωπαϊκή της πολιτική. Απαιτεί ανεξάρτητη αντιμετώπιση και οφείλει να είναι αντικείμενο ανεξάρτητης εθνικής πολιτικής. Όμως, ανεξάρτητη πολιτική δεν σημαίνει και “αντιδυτική”, ή “αντισυμμαχική” πολιτική…
Το γεγονός ότι δεν μπορούμε να υπολογίζουμε στην αμυντική στήριξη των εταίρων μας δεν σημαίνει ότι είμαστε “καταδικασμένοι να ηττηθούμε”.
Άλλωστε, ιστορικά, η Ελλάδα ουδέποτε νίκησε την Τουρκία με τη βοήθεια των σημερινών Ευρωπαίων εταίρων της: το 1821 ξεκίνησε την Επανάσταση μόνη της, σε ένα διεθνές περιβάλλον απολύτως αρνητικό. Κι όμως, κατάφερε να απελευθερώσει σημαντικό τμήμα του ελλαδικού χώρου, από την οθωμανική κατοχή. Η τελική παρέμβαση Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας υπέρ της Ελλάδας ήλθε μετά την προηγούμενη παρέμβαση του Ιμπραήμ Πασά της Αιγύπτου υπέρ των Οθωμανών. Κι εν πάση περιπτώσει, αν δεν ξεκινούσαν οι Έλληνες την επανάστασή τους κι αν δεν άντεχαν μέχρι το 1827, ασφαλώς ουδείς θα παρενέβαινε για να τους “απελευθερώσει”. Το 1912-’13, η Ελλάδα νίκησε κατά κράτος την Οθωμανική Αυτοκρατορία όχι συμμαχώντας με τους Βρετανούς ή τους Γάλλους, αλλά με τους Σέρβους και τους Βουλγάρους.
Η Ελλάδα έχανε κυρίως όταν νόμιζε ότι έχει συμμάχους, ή όταν υπολόγιζε περισσότερο απ’ όσο έπρεπε στη “συμμαχική υποστήριξη”, κάτι που έδειξε και η Μικρασιατική Εκστρατεία: στη Σμύρνη πήγαμε μετά απο συνεννόηση και κατόπιν συμφωνίας των “μεγάλων συμμάχων” μας. Και χάσαμε, διότι στο μεταξύ για δικούς τους λόγους οι σύμμαχοί μας στράφηκαν εναντίον μας.
Όλα αυτά μας λένε ότι η ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αν και οριακώς βελτιώνει τα διπλωματικά ερείσματα της Ελλάδος, δεν λύνει αυτόματα τα προβλήματα ασφαλείας έναντι της Τουρκίας. Άρα δεν καταργεί την ανάγκη μιας ανεξάρτητης πολιτικής ισχύος-αποτροπής.
* Η πολιτική συμμαχιών είναι αναγκαίο και αναπόσπαστο τμήμα μιας τέτοιας διεθνούς στρατηγικής. Ωστόσο, μιλάμε για στρατηγική ισχύος. Διότι όποιος αρνείται να αρθρώσει και να ασκήσει στρατηγική ισχύος, δεν μπορεί να αναζητεί και να βρίσκει συμμάχους.


Τοπικοί άξονες και ευρωπαϊκή πολιτική


Η διπλωματία μιας χώρας στηρίζεται στα τρία προ-: Στην ΠΡΟστασία, την ΠΡΟβολή και στην ΠΡΟώθηση των εθνικων συμφερόντων της. (Protect, Project, Promote,                     όπως λένε οι Αγγλοσάξωνες).
Μια ολοκληρωμένη πολιτική συμμαχιών εξειδικεύει χώρες με τις οποίες μπορούμε να συμπέσουμε σε ένα ή περισσότερα από τα τρία αυτά “προ” και προχωρά σε άτυπη συνεργασία μαζί τους. Είτε για την από κοινού αντιμετώπιση κοινής απειλής είτε για την από κοινού προβολή τοπικής ισχύος στο διεθνή χώρο είτε για την από κοινού προώθηση κοινών συμφερόντων. Χώρες με τις οποίες εμείς μπορούμε να έχουμε κοινά εθνικά συμφέροντα ή “σύζευξη” στρατηγικών συμφερόντων έναντι της Αγκυρας βρίσκονται στο γεωγραφικό περίγυρο της Τουρκίας μάλλον, παρά στον ευρωπαϊκό χώρο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να κάνουμε μόνο “τοπική” εξωτερική πολιτική κι όχι “ευρωπαϊκή”. Αντίθετα, αν δημιουργήσουμε αμυντικές συμπράξεις με διάφορα κράτη της περιοχής μας, τότε θα αποκτήσουμε ιδιαίτερο “εκτόπισμα” και μέσα στην Ένωση και θα δώσουμε ένα πολύ δυνατό “κίνητρο” στους εταίρους μας, την κρίσιμη στιγμή, να μας υποστηρίξουν ενεργά. Αν γνωρίζουν ότι υποστηρίζοντας την Ελλάδα κερδίζουν συμπάθεια και επιρροή σε μια σειρά χώρες της ευρύτερης περιοχής, είναι πολύ πιθανότερο να μας υποστηρίξουν.
Όταν μια “τρίτη” χώρα, μη άμεσα εμπλεκομένη, υποστηρίζει το ένα μέρος μιας διμερούς διαμάχης, “θυσιάζει” την επιρροή της στο άλλο. Αν η Ελλάδα έχει πίσω της μια σειρά τοπικές χώρες που διατηρούν “ανοικτούς λογαριασμούς” με την Τουρκία,                                 είναι πολύ πιθανότερο να βρει υποστηρικτές στην Ευρώπη.
Αν, αντίθετα, η Ελλάδα δεν εκμεταλλευτεί τις τοπικές αντιπαλότητες άλλων χωρών                της περιοχής της με την Τουρκία, τότε είναι πιθανότερο σε μια διμερή αναμέτρηση                   με την Τουρκία να μείνει μόνη της - και τοπικά και στην Ευρώπη.


Δεν τίθεται λοιπόν κανένα “δίλημμα”. Αν δηλαδή η Ελλάδα πρέπει να ακολουθήσει πολιτική “τοπικών αξόνων” ή ευρωπαϊκή πολιτική συμμαχιών. Το αντίθετο ακριβώς ισχύει: μόνο στο βαθμό που η Ελλάδα κάνει τοπικούς άξονες με τους “εχθρούς του εχθρού της” θα μπορέσει να βρεί αξιόπιστη υποστήριξη κι από τους Ευρωπαίους εταίρους της.
Κάποιοι προσπαθούν να μας πείσουν ότι οι άξονες είναι “παρωχημένοι”. Και ο γαλλογερμανικός άξονας τί είναι; “Παρωχημένος” κι αυτός; Κι ολόκληρο το ζήτημα της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης πού κρίνεται; Δεν κρίνεται πάνω στο ερώτημα αν “ατμομηχανή” της Ενωσης θα μείνει ο άξονας Παρισιού-Βόννης, ή αν θα υποκατασταθεί απο τον άξονα Παρισιού-Λονδίνου; Όλες οι χώρες με ανεξαρτησία εξωτερικής πολιτικής, “άξονες” φτιάχνουν, εκ παραλλήλου ή και ανεξάρτητα από τη συμμετοχή τους σε Ενώσεις και Συμμαχίες.
Και η Ελλάδα έχει προβλήματα εθνικής ασφαλείας να αντιμετωπίσει και πρέπει να τα αντιμετωπίσει με ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική, διότι καμιά συμμαχική “ομπρέλα” δεν την καλύπτει απο την συγκεκριμένη απειλή της Τουρκίας. Συνεπώς, τοπικούς άξονες πρέπει να δημιουργήσει συστηματικά με τους “εχθρούς του εχθρού της”. Όταν το κάνει, θα γίνει πιο υπολογίσιμη για τους εταίρους της. Αν δεν το κάνει, θα είναι “ανύπαρκτο μέγεθος” και για τους εταίρους της και για τους γείτονές της. Η πολιτική τοπικών συμμαχικών “αξόνων” της Ελλάδας αποτελεί κατά συνέπεια προϋπόθεση για την πολιτική ευρωπαϊκών “ερεισμάτων”. Η πολιτική τοπικών αξόνων είναι η βάση της πολιτικής ισχύος μιας χώρας όπως η Ελλάδα.
Χωρίς στρατηγική ισχύος δεν υπάρχει και πολιτική συμμαχιών. Και το πρόβλημα της Ελλάδας είναι ότι έχει σιωπηλά παραιτηθεί από κάθε πολιτική ισχύος, ενώ προσπαθεί να ασκήσει πολιτική (διεθνούς) δικαίου. Γι’ αυτό και συχνά βρίσκει “συνηγόρους” - αλλά δεν βρίσκει συμμάχους.
Αν οι διεθνείς διαφορές λύνονταν στο πεδίο των δικαίου, ασφαλώς η Ελλάδα δεν θα χρειαζόταν συμμάχους. Αλλά, αν οι διεθνείς διαφορές κρίνονται και λύνονται στο πεδίο των ισορροπιών ισχύος, κι εμείς επικαλούμασταν το διεθνές δίκαιο, τότε σίγουρα δεν θα βρούμε τους συμμάχους που χρειαζόμαστε.
Αρνούμενοι να ασκήσουμε πολιτική ισχύος, δεν μπαίνουμε στους υπολογισμούς ισχύος όλων των άλλων. Είμαστε “ανύπαρκτοι” ως μέγεθος ισχύος, άρα ουδείς “ποντάρει” πάνω μας. Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν υποστήριξη τρίτων χωρών προς εμάς θα τις οδηγούσε σε “αποξένωση” απο τους αντιπάλους μας - που ασκούν πολιτική ισχύος.


Συμμαχίες και διεθνή ερείσματα
Ακόμα όμως και αν είχαμε πολιτική ισχύος, το πρόβλημα των συμμαχιών μας είναι διττό. Υπάρχουν δύο είδη διεθνούς στήριξης που μπορεί να αναζητήσει και να βρει μια χώρα: Οι σύμμαχοι έναντι του κοινού αντιπάλου και τα λεγόμενα διεθνή ερείσματα:
- Συμμάχους θα βρούμε από χώρες που, ανεξαρτήτως της Ελλάδας, έχουν κι αυτές σοβαρές διαφορές συμφερόντων με τους αντιπάλους μας.
- Διεθνή ερείσματα, αντίθετα, είναι η ενεργός ή η παθητική στήριξη από χώρες που δεν έχουν άμεσο όφελος να πάρουν μέρος στη δική μας διαμάχη,
αλλά θέλουμε να κερδίσουμε είτε την υποστήριξή τους είτε μια ευμενή ουδετερότητα, είτε θέλουμε να τους αποτρέψουμε από το να πάρουν το μέρος των εχθρών μας.
Η διάκριση ανάμεσα σε διεθνείς συμμάχους και διεθνή ερείσματα είναι κρίσιμη. Μπορούμε να κάνουμε συμμαχίες για να γίνουμε ισχυροί. Αλλά αναζητούμε διεθνή ερείσματα επειδή είμαστε ισχυροί, για να γίνουμε ισχυρότεροι.
Προτεραιότητα έχει πάντως η πολιτική συμμαχιών. Αν μια χώρα που κινδυνεύει από επίβουλο γείτονα βρει συμμάχους για την αντιμετώπισή του, τότε αποκτά “εξισορροπητική ισχύ” και μπορεί να βρεί και διεθνή ερείσματα για να γίνει ισχυρότερη. Αν, αντίθετα, μια χώρα δεν έχει συμμάχους έναντι ισχυρού αντιπάλου, τότε εμφανίζεται αδύνατη και δεν θα βρεθεί τρίτος να τη στηρίξει.
Για να το πούμε με τη γλώσσα των μαθηματικών, οι συμμαχίες είναι αθροιστικοί συντελεστές ισχύος, ενώ τα διεθνή ερείσματα είναι πολλαπλασιαστές ισχύος.


Τι δείχνει η Ιστορία



Η ανάλυση αυτή επιβεβαιώνεται πλήρως από την Ιστορία: οι Έλληνες ξεκίνησαν την εθνεγερσία τους μόνοι κι αβοήθητοι. Αποδεικνύοντας την ισχύ τους τελικώς κέρδισαν διεθνή ερείσματα. Αν περίμεναν πρώτα να βρουν διεθνείς “υποστηρικτές” κι ύστερα να επαναστατήσουν, ακόμη θα περίμεναν! Ο Βενιζέλος πρώτα έκανε την “Βαλκανική Συνεννόηση” κι απέκτησε (αθροιστική) ισχύ έναντι της Τουρκίας κι ύστερα τη νίκησε. Δεν περίμενε να συμφωνήσουν πρώτα οι Βρετανοί κι οι Γάλλοι. Όταν απέκτησε τοπική ισχύ, προχώρησε και νίκησε την Τουρκία. Όταν νίκησε την Τουρκία, αποδεικνύοντας την ισχύ του, τότε κέρδισε και τη στήριξη διεθνών ερεισμάτων.
Η Ελλάδα δεν έχασε όταν έμεινε αβοήθητη. Η Ελλάδα επέζησε αβοήθητη! Η Ελλάδα έχασε όταν στηρίχτηκε υπερβολικά σε διεθνή “ερείσματα” που τα εξέλαβε ως “σταθερούς συμμάχους” κι όταν κατασπατάλησε την ισχύ της.
Στην Κύπρο όλοι θυμόμαστε το προδοτικό πραξικόπημα του Ιωαννίδη που έδωσε στην Αγκυρα το πρόσχημα της εισβολής. Αλλά ξεχνάμε την πρώτη φάση του κυπριακού δράματος, επτά χρόνια νωρίτερα, όταν η Ελλάδα απέσυρε τη μεραρχία της από την Κύπρο αφήνοντάς την στο έλεος της Τουρκίας.
Ήταν η αποδυνάμωση της ισχύος της που κατέστησε την Κύπρο ανοχύρωτη, και που ευθύνεται εξ ίσου, όσο και το πραξικόπημα του Ιωαννίδη, για την κυπριακή τραγωδία.
Η Ελλάδα έμεινε έκτοτε χωρίς συμμάχους και με ασταθή ερείσματα, διότι αρνήθηκε να κάνει πολιτική ισχύος. Παραμένει δε ανίσχυρη διότι δεν εμφανίζεται ως αξιόπιστη σύμμαχος για κανένα.
Η λύση στο πρόβλημά μας είναι να αποκτήσουμε πολιτική ισχύος, να καταστούμε αξιόπιστοι έναντι των υπολοίπων χωρών που έχουν αντιπαλότητα με την Τουρκία και υπολογίσιμοι για τους εταίρους μας. Έτσι θα βρούμε συμμάχους που θα αυξήσουν την αποτρεπτική ισχύ μας και ερείσματα που θα την πολλαπλασιάσουν.
Η λύση είναι να αποκτήσουμε ανταγωνιστικότητα ισχύος - όχι “εύνοια” από τους ισχυρούς εταίρους μας. Όπως και στην Οικονομία, έτσι και στις Διεθνείς Σχέσεις το πρόβλημα είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι πρόκειται για ανταγωνιστικά πεδία και η λύση είναι να γίνουμε ανταγωνιστικοί, όχι να αποκτήσουμε “προστάτες” και να κερδίσουμε “εύνοιες”.


ΠΕΡΙΕΡΓΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ…

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη, ΤΑ ΝΕΑ, 10/1/1998
                         

Στην Ελλάδα συμβαίνουν πράγματα περίεργα: ο τουρκικός εθνικισμός μάς απειλεί καθημερινά και μερικοί εξαπολύουν κυνήγι «εθνικιστών» μέσα στην Ελλάδα! Διαβλέπουν τον κίνδυνο του «εθνικισμού» μέσα στη χώρα που απειλείται. Και δεν βλέπουν τον εθνικισμό που μας βροντά την πόρτα απ' έξω...

Ηαεροπορία της Τουρκίας προσπαθεί να επεκτείνει τις «γκρίζες ζώνες» στο Κεντρικό Αιγαίο και δικοί μας «παράγοντες» του δημοσίου βίου ζητούν «εν χορώ» να «αποχρωματίσουμε» τα ελληνικά σχολικά βιβλία από τον «εθνικισμό»! Δηλαδή από τι ακριβώς; Από τον Σολωμό, από τον Κάλβο, από τον Παλαμά, από τον Καβάφη, από τον Καζαντζάκη, από τον Σεφέρη, από τον Ελύτη; Και να μείνει τι; Αλήθεια, τι;

Δεν χτυπάνε τον εθνικισμό * τον πατριωτισμό χτυπάνε. Και τη συλλογική ταυτότητα των Ελλήνων * την ίδια την πολιτιστική τους ταυτότητα: ευτελίζουν τη γλώσσα τους, εξευτελίζουν κάθε αίσθημα υπερηφάνειας, συνθλίβουν την αξιοπρέπειά τους σε πλέγματα ηττοπάθειας, αλλοτριώνουν τα φιλελεύθερα αισθήματά τους με ένα μαυραγορίτικο «ρεαλισμό της υποταγής».
Ο πατριωτισμός των Ελλήνων τούς ενοχλεί * όχι ο «εθνικισμός». Και έτσι παίζουν το παιχνίδι των αληθινών εθνικιστών * της Άγκυρας! Δηλώνουν «διεθνιστές», αλλά δεν ακούν τις κραυγές απόγνωσης από τις τουρκικές φυλακές. Θέλουν «αδελφικές σχέσεις» με τους δυνάστες του τουρκικού λαού και με τους δημίους των Κούρδων...
Ο πατριωτισμός τούς ενοχλεί, διότι είναι πρόταγμα δημοκρατίας. Άνθρωποι που υποστήριξαν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα του «υπαρκτού» έρχονται σήμερα και κατηγορούν ως «φασίστες» όσους δηλώνουν πατριώτες. Κι ας είναι ο πατριωτισμός εγγύηση της Δημοκρατίας. Διότι και το Σύνταγμά μας στο ακροτελεύτιο άρθρο του εναποθέτει την τήρησή του «στον πατριωτισμό των Ελλήνων».
Συναντούμε ανθρώπους που κάποτε χειροκρότησαν όλες τις σοβιετικές εισβολές. Ή αρνήθηκαν να τις καταδικάσουν. Ή τις καταδίκασαν μόνον επιλεκτικά. Και σήμερα σπεύδουν να κατηγορήσουν, ως «πολεμοχαρείς ελληναράδες», όσους δεν θέλουν να εισβάλουν πουθενά, απλώς ζητούν αξιόπιστη Αποτροπή έναντι του τουρκικού επεκτατισμού. Συναντούμε ανθρώπους που είχαν ιδιαίτερα «θερμές σχέσεις» με δικτάτορες τύπου Τσαουσέσκου στη Ρουμανία ή Κιμ Ιλ Σουνγκ στη Β. Κορέα ή που στήριξαν δημόσια τη δικτατορία Γιαρουζέλσκι στην Πολωνία * και σήμερα «παραδίδουν μαθήματα δημοκρατίας», καθυβρίζοντας, ως «φασίστες», όσους θεωρούν ότι ο «κατευνασμός της Τουρκίας είναι επικίνδυνος.
Και από την άλλη πλευρά του φάσματος, συναντούμε ανθρώπους που δηλώνουν «θαυμαστές» τής κ. Θάτσερ και προτείνουν, κι αυτοί, πολιτική κατευνασμού της Τουρκίας. Όμως, η κ. Θάτσερ σιχαινόταν τον «κατευνασμό» και τους κατευναστές * και το απόδειξε στα Φόκλαντ. Συναντούμε ακόμη ανθρώπους που δηλώνουν «εκσυγχρονιστές» ή «προοδευτικοί» ή «φιλελεύθεροι» και αποκηρύσσουν τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Άρη Βελουχιώτη ως... «σοβινιστές»!
Τελικά, οι μεγάλες ιδεολογίες δεν κινδυνεύουν από τους αντιπάλους τους *οι οπαδοί τους τις βλάπτουν κυρίως. Και στην Ελλάδα η μεγάλη απειλή για τις προοδευτικές ιδέες είναι οι «προοδευτικοί» του συρμού. Όπως η μεγάλη απειλή για τα φιλελεύθερα ιδεώδη είναι οι «επαγγελματίες νεοφιλελεύθεροι». Όπως η μεγάλη απειλή για τον εκσυγχρονισμό της χώρας είναι όσοι αυτο-χρίσθηκαν «εκσυγχρονιστές», αφού έξυναν επί δεκαετίες τον πάτο του λαϊκισμού.
Και όλοι μαζί ξεσπαθώνουν σήμερα κατά του... εθνικισμού των Ελλήνων. Δηλαδή κατά του λαϊκού πατριωτισμού που αφυπνίζεται σε ώρες δύσκολες και είναι προοδευτικός και φιλελεύθερος και εκσυγχρονιστικός ταυτόχρονα. Διότι ό,τι προοδευτικό και φιλελεύθερο και εκσυγχρονιστικό έγινε στην Ελλάδα, έγινε στο όνομα του πατριωτισμού * από πατριωτικά κινήματα και με πατριωτικά οράματα. Από την Παλιγγενεσία ώς το 1909, ώς την Εθνική Αντίσταση, ώς το 1-1-4.
Αν οι εθνικιστές της Άγκυρας μας χτυπήσουν, θα αποταθούμε, βεβαίως, στον πατριωτισμό των Ελλήνων, και θα τους ζητήσουμε να πάρουν τα όπλα και να αντισταθούν στον εισβολέα. Ποιον πατριωτισμό; Αυτόν που λοιδορούμε συστηματικά και καθημερινά;
Θα στείλουμε τα παιδιά μας στο μέτωπο «να νικήσουν ή να πεθάνουν» για ιδανικά Πατρίδας και Ελευθερίας. Ποια παιδιά μας; Αυτά που από τα σχολικά τους βιβλία αφαιρούμε συστηματικά κάθε αναφορά σε ιδανικά Ελευθερίας και Πατρίδας; Με «Ρουβάδες» θα αντισταθύυμε στην τουρκική επιθετικότητα; Αυτό δεν το σκέπτεται κανείς; Όντως, περίεργα πράγματα συμβαίνουν στην Ελλάδα...

ΘΕΡΜΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ Ή ΕΙΚΟΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ;

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
10 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ 1998, ΤΑ ΝΕΑ

Η συνάντηση Σημίτη - Γιλμάζ στήν Κρήτη δεν φαίνετε να απέδωσε τίποτε καινούργιο. Επρόκειτο για μία πολύ "ενδιαφέρουσα γνωριμία" των δύο πρωθυπουργών, υπό συνθήκες μάλλον ... σουρεαλιστικές! Όταν η τουρκική αεροπορία οργίαζε πάνω από το Αιγαίο και την κατεχόμενη Κύπρο ...
Όταν ο προθυπουργός οποιασδήποτε χώρας υφίσταται τέτοιες προκλήσεις, το λιγότερο που μπορεί να κάνει είναι να ματαιώσει την συνάντηση με τον ομόλογό του.
Όταν ένας ηγέτης κράτους συζητάει σε "εξαιρετικό κλίμα", ενώ η αεροπορία του συνομιλητή του έχει καταργήσει την κυριαρχία της χώρας του, συνομιλεί ως "αιχμάλωτος" και όχι ως "ισότιμος".
Και στέλνει το μήνυμα ότι έχει ήδη απεμπολήσει την κυριαρχία που ο άλλος ατιμώρητα παραβιάζει.
Βέβαια η ματαιώσεις συναντήσεων δεν λύνουν κανένα πρόβλημα. Αλλά οι "εγκάρδιες συνομιλίες" υπό την σκιά της αντίπαλης αεροπορίας επιδεινώνουν τα υπάρχοντα προβλήματα, διότι αποθρασύνουν την επιθετικότητα της άλλης πλευράς. Δεν είναι κακό να μήν μπορείς να λύσεις ένα χρόνιο πρόβλημα. Κακό είναι να το επιδεινώνεις συνεχώς, προσπαθώντας να το "λύσεις". Κι αυτό ακριβώς συμβαίνει σήμερα με την εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Σημίτη στα Ελληνοτουρκικά. Γιατί άραγε;
Στην Αθήνα επικρατεί - επισήμως τουλάχιστον - το εξής "ερμηνευτικό σχήμα" για την διπλωματία μας : Η τουρκία υποτίθεται ότι επιδιώκει την ένταση, για να μας παρασύρει σε "ένα θερμό επεισόδιο", ώστε να καταστεί αναπόφευκτη η συνολική διαπραγμάτευση του στάτους-κβο στο Αιγαίο. Η Ελλάδα δεν πρέπει να πέσει στην υποτιθέμενη "παγίδα" της τουρκίας. Πρέπει να δείξει "σύνεση κι αποφασιστικότητα".
Ώστε, τελικώς, η άγκυρα να "φθαρεί" και να απομονωθεί διεθνώς. Είτε να αναγκαστεί να εγκαταλείψει τα σχέδιά της υπό την "πίεση" των δυτικών συμμάχων μας και να αποδεχθεί την επίλυση των "διαφορών" μας με προσφυγή στη Χάγη ( η περιβόητη "βήμα προς βήμα " προσέγγιση).
Αυτή είναι σε γενικές γραμμές, η "στρατηγική διάσταση" της Ελληνικής διπλωματίας. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι "συνετές"επιλογές της Αθήνας μοιάζουν "ορθές". Και θα ήταν ορθές, πράγματι - αν ήταν σωστό το αναλυτικό πλαίσιο κι αν ίσχυαν οι υποθέσεις εργασίας επί των οποίων στηρίζεται. Όμως δεν ισχύουν.
Η τουρκία όντως καλλιεργεί ένταση. Όχι, όμως, για να μας παρασύρει σε σύγκρουση, αλλά επειδή έχει πειστεί ότι η Ελλάδα δεν θα εμπλακεί σε οποιαδήποτε σύγκρουση. Κλιμακώνουν συνεχώς, όχι γιατί επιδιώκουν τον πόλεμο, αλλά γιατί ποντάρουν στην δική μας φυγομαχία - άρα κλιμακώνουν "εκ του ασφαλούς". Και επιδιώκουν με τις συνεχείς προκλήσεις τους να παραδεχθούμε εμπράκτως την ανατροπή του στάτους-κβο στο Αιγαίο - οπότε θα αναγκαστούμε να διαπραγματευθούμε μαζί τους ένα νέο, δυσμενέστερο για μας, νομικό καθεστώς.
Η Άγκυρα δεν ενδιαφέρεται για οποιεσδήποτε "διαπραγματεύσεις" μαζί μας. Ενδιαφέρεται αποκλειστικά για διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα σε θέση απόλυτης αδυναμίας. Κι εμείς δεν είμαστε αντίθετοι σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με την άγκυρα. Οφείλουμε να είμαστε αντίθετοι σε διαπραγματεύσεις από θέση απόλυτης αδυναμίας.
Για να μας φέρει η Τουρκία σε θέση αδυναμίας, πρέπει να δείξει ότι μπορεί να παραβιάζει"κατά βούλησιν" το σημερινό στάτους-κβο στοο Αιγαίο, χωρίς η Ελλάδα να μπορεί να αντιδράσσει. Μην αντιδρώντας η Ελλάδα στις καθημερινές τουρκικές προκλήσεις, δεν επιδεικνύει "σύνεση και αποφασιστικότητα¨- επιδεικνύει αδυναμία προάσπισης της κυριαρχίας της.
Δεν αποφεύγει την τουρκική "παγίδευση", πέφτει κατευθείαν στην τουρκική παγίδα.
Δεν ματαιώνει τα τουρκικά σχέδια,. Βοηθάει να υλοποιηθούν μια ώρα αρχύτερα.....
Ο "εικονικός πόλεμος" που ήδη χάνουμε
Οι μεμονωμένες αναχαιτίσεις και οι "εικονικές αερομαχίες" μπορεί να "κερδίζονται" κατά κανόνα από τους Έλληνες αεροπόρους, αλλά έχουν πλέον αχρηστευτεί : Πρώτον, διότι ήδη υπάρχουν περιπτώσεις, όπου τούρκοι πιλότοι "εγκλωβίζονται" στο στόχαστρο των Ελληνικών αεροσκαφών, αλλά δεν αποχωρούν. Δεύτερον, εμφανίζονται πλέον κρούσματα όχι μεμονωμένων, αλλά μαζικών παραβιάσεων. Πρίν ένα μήνα ήταν 60 τουρκικά F-16 που σηκώθηκαν ταυτόχρονα. Αν μια μέρα σηκωθούν όχι 60, αλλά 90 ή 100 , εμείς δεν έχουμε αντίστοιχο αριθμό για να τα αναχαιτήσουμε ένα - ένα . Ακόμα κι άν σηκώσουμε ταυτοχρόνως όλα τα σύγχρονα μαχητικά μας (72), ακόμα κι αν κερδίσουμε όλες τις "εικονικές" αερομαχίες που θα ακολουθήσουν, πάλι θα "ξεπερισέψουν" 20 - 30 τουρκικά αεροσκάφη, που θα πετάνε ανεξέλεγκτα στον Ελληνικό εναέριο χώρο και θα κάνουν ότι θέλουν. Κι αν τα τουρκικά μαχητικά, που εμείς αναχαιτίζουμε επιτυχώς, δεν φεύγουν, αλλά επιμένουν (όπως έκαναν μόλις πρόσφατα σε μεμονωνμένες περιπτώσεις), τότε η τουρκική αεροπορία θα έχει καταργήσει κάθε ένοια του Ελληνικού εναέριου χώρου.
Βρισκόμαστε, λοιπόν, πολύ κοντά σε μια κατάσταση, όπου θα κερδίζουμε όλες τις "εικονικές αερομαχίες", αλλά θα χάνουμε συνολικά τον ελεγχο στον εναέριο χώρο μας.! Η "σύνεση και αποφασιστικότητα" που δείχνουμε βοηθούν απολύτως τα τουρκικά σχέδια και μας οδηγούν κατευθείαν σε διαπραγματεύσεις από δεινή θέση, χωρίς να πέσει σφαίρα! Οι μέχρι τώρα "συνετές" και "συγκρατημένες" αντιδράσεις μας βοηθούν την τουρκία να χρησιμοποιήση το αριθμητικό πλεονέκτημα που έχει στον αέρα και να μας κερδίσει σε έναν "εικονικό πόλεμο" χωρίς πυρά, εξαναγκάζοντάς μας σε συνθηκολόγηση.
Θα είναι, ίσως, ο πρώτος "εικονικός πόλεμος" στην Ιστορία.
Το πραγματικά εφιαλτικό σενάριο για την Ελλάδα δεν είναι το θερμό επεισόδιο, το οποίο, στο κάτω - κάτω μπορεί και να το κερδίσει. Είναι ο "εικονικός πόλεμος", τον οποίο ήδη χάνει κατά κράτος.
Από την τουρκική επιθετικότητα δε "φθείρεται" η τουρκία - φθείρεται το στάτους-κβο στο Αιγαίο. Και η κλιμάκωση της τουρκικής ςεπιθετικότητας δεν θα ¨αναγκάσει" τους Αμερικανούς να πιέσουν τους τούρκους να γίνουν πιό "φιλικοί" απέναντί μας. Θα "αναγκάσει" τους Αμερικανούς να πιέσουν τους Έλληνες να κάνουν μεγαλύτερες παραχωρήσεις υπέρ των τούρκων.
Οι Αμερικανοί, πραγματιστές καθώς είναι, γνωρίζουν πολύ καλά ότι στάτους-κβο που δεν είναι υπερασπίσιμο γίνεται "απαρχαιωμένο" ( το σχετικό δόγμα λέει : what's non defendable is already obsolete ). Κι ότι σύνορα που δεν κρατιούνται τελικώς αναθεωρούνται. Και είναι προτιμότερο, η αναθεώρηση να γίνει με διαπραγματεύσεις παρά με πόλεμο.
Οι τούρκοι, όμως, δεν κάνουν πόλεμο. Παραβιάσεις κάνουν, ατιμώρητα! Και με τις παραβιάσεις δεν επιδιώκουν συνολική εμπλοκή - επιδιώκουν συνολική διαπραγμάτευση. Επιδεικνύουν ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να κρατήσει το στάτους-κβο του Αιγαίου - άρα πρέπει να το αλλάξει. Η τουρκική επιθετικότητα είναι προσεχτική. Η Ελληνική εφεκτικότητα είναι "απρόσεχτη" - την επιβραβεύει. Και η συμμαχική "ανοχή" δεν οδηγεί στην ανάσχεση των τούρκων, αλλά στην συνθηκολόγηση των Ελλήνων.
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι το σύνολο του αναλυτικού μας πλαισίου και η "στρατηγική διάσταση" της διπλωματίας μας στηρίζονται σε υποθέσεις εργασίας που δεν ισχύουν. Και γι΄ αυτό επιδεινώνουν τα προβλήματά μας - δεν τα ανακουφίζουν. Μας οδηγούν σε επιλογές που ενθαρύνουν όλο και μεγαλύτερη στρατιωτική πίεση από την πλευρά της τουρκίας, όλο και μεγαλύτερες πολιτικές πιέσεις από την πλευρά των συμμάχων μας, να συνθηκολογήσουμε.
"Να κλονίσουμε τις "βεβαιότητες
Μέχρι στιγμής η συμπεριφορά όλων στηρίζεται στην "βεβαιότητα", που εμείς οι ίδιοι τους έχουμε δημιουργήσει, ότι σε καμία περίπτωση δεν θα εμπλακούμε στρατιωτικά.
Αν ανατραπεί αυτή η βεβαιότητα, τότε θα αλλάξουν και οι συμπεριφορές τους. Αν γνώριζαν ότι οι Έλληνες πιλότοι δεν θα "εγκλωβίζουν" απλώς αλλά θα καταρρίπτουν έναν αριθμό τουρκικών αεροσκααφών που παραβιάζουν προκλητικά τον Ελληνικό εναέριο χώρο, τότε το κόστος της προκλητικότητάς τους θα αυξανόταν υπέρμετρα.
Κι αν λάβει κανείς υπόψη το πλήγμα κατά του γοήτρου του τουρκικού στρατού εσωτερικά και στο εξωτερικό, το κόστος γίνεται ανυπολόγιστο. Διότι μετά από ένα τέτοιο ξαφνικό "στραπάτσο" της τουρκικής αεροπορίας οι δυνάμεις που πολεμούν ενάντια στο στρατοκρατικό - κεμαλικό καθεστώς της Άγκυρας θα αναθαρρήσουν. Και οι ξένοι θα πάψουν να υπολογίζουν τους Έλληνες ώς τους εκ προοιμίου "χαμένους" μιας σύγκρουσης Ελλάδας - τουρκίας. Αρκεί μόνο να αναλογιστούμε την μεγάλη αίσθηση που δημιούργησε η κατάριψη δύο τουρκικών ελικοπτέρων από τις δυνάμεις του PKK στο Βόρειο Ιράκ, πριν μερικού μήνες.....
Πόσο πιθανό είναι να κερδίσουμε ένα θερμό επεισόδιο - στον αέρα ή αλλού; Όσο πιθανό θέλουμε! Βλέπετε, στα θερμά επεισόδια σημασία δεν έχει το συνολικό οπλοστάσιο των δύο πλευρών - διότι απλούστατα δεν χρησιμοποιήται το συνολικό οπλοστάσιο.
Στα θερμά επεισόδια σημασία έχει, κυρίως, ποιός έχει την τοπική πρωτοβουλία των κινήσεων - ποιός αιφνιδιάζει τον άλλον. Κι έχουμε μεγάλα περιθώρια να αιφνιδιάσουμε την άλλη πλευρά : Διότι εμείς οι ίδιοι τους έχουμε δημιουργήσει την "βεβαιότητα" ότι δεν αντιδρούμε έμπρακτα στις προκλήσεις τους. Την πρώτη φορά που θα αντιδράσουμε θα πρόκειται για Ελληνικό αιφνιδιασμό πρώτου μεγέθους.
Πόσο πιθανό είναι να κλιμακωθεί ένα θερμό επεισόδιο σε συνολικό πόλεμο; Όχι ιδιαίτερα πιθανό. Γιατί εδώ ρόλο παίζουν όσοι μπορούν κι έχουν συμφέρον να εμποδίσουν την κλιμάκωση ενός θερμού επεισοδίου σε πλήρη σύγκρουση. Και τέτοιος "τρίτος παράγοντας" με άμεση δυνατότητα και χειροπιαστό συμφέρων να εμποδίσει την κλιμάκωση είναι η ΗΠΑ.
Γιατί σε μιά συγκυρία όπου κρίνεται η συνολική στρατηγική διεύρυνσης του ΝΑΤΟ, η αδυναμία της Ουάσιγκτον να σταματήσει την πολεμική αναμέρηση δύο παλαιών Νατοικών συμάχων της ακυρώνει την αξιοπιστία ολόκληρης της Συμμαχίας.
Τι θασυμβεί, εν τούτοις, αν οι Αμερικανοί δεν μπορέσουν ή δεν προλάβουν να σταματήσουν τους τούρκους από την απόφαση της κλιμάκωσης; Τότε η Άγκυρα αναλαμβάνει πολύ μεγαλύτερη σχετική διακινδύνευση απ΄ ότι εμείς : "Σχετική διακινδύνευση" είναι το επιπλέον ρίσκο που αναλαμβάνει μια πλευρά, σε σχέση με άλλες εναλλακτικές επιλογές της. Η Ελλάδα αυτήν την στιγμή δεν έχει εναλλακτικές επιλογές : άν δεν σταματήσει έμπρακτα την τουρκική επιθετικότητα, θα χάσει τα πάντα, έτσι κι αλλιώς. Θα υποχρεωθεί να διαπραγματευτεί όχι απλώς τα κυριαρχικά της δικαιώματα, αλλά και τα ίδια τα σύνορά της σε όλο το μήκος της γραμμής με την τουρκία. Άρα εμείς δεν πρόκειται να χάσουμε τίποτε που δεν θα χάναμε, ούτως ή άλλως....
Από την άλλη πλευρά, όμως, αν η τουρκία αποφασίσει συνολική κλιμάκωση με την Ελλάδα, υποχρεούται να μετακινήσει και να αναδιατάξει μεγάλο μέρος των δυνάμεών της προς τα Δυτικά, αφήνοντας αφύλακτα ή υπό-επανδρωμένα τα νώτα της σε μια σειρά από "ευαίσθητα σημεία".
Αυτή η αναδιάταξη είναι πολύ επικίνδυνη για την τουρκία. Πολύ περισσότερο αν δεν κρατήσει μερικές μέρες, αλλά σε βάθος χρόνου. Έτσι η σχετική διακινδύνευση της τουρκίας από ενδεχόμενη κλιμάκωση είναι μεγάλη. Άρα η κλιμάκωση ενός θερμού επεισοδίου σε πλήρη σύγκρουση, ακόμα και αν ξεφύγει από τον έλεγχο των Αμερικανών, αυξανει κατακόρυφα την σχετική διακινδύνευση της τουρκίας μάλλον παρά της Ελλάδος.
Διότι η Ελλάδα θα έχανε πολλά, ακόμη κι αν δεν αντιδρούσε καθόλου.
Εδώ που φτάσαμε, ακόμα και μια "αξιοπρεπής ήττα" είναι προτιμότερη από την συνεχή φυγομαχία. Γιατί μετά από μία αξιοπρεπή ήττα κάτι κρατάς και κάτι ελπίζεις στο μέλλον. Ενώ μετά από συνεχή φυγομαχία τα χάνεις όλα και δεν ελπίζεις σε τίποτε.
Προσέγγιση "παιγνίων"
Αν το δούμε ως "ανάλυση παιγνίων" (game theory context), το θερμό επεισόδιο είναι "κυρίαρχη" στρατηγική επιλογή (dominant strategy) για την Ελλάδα. Είναι κυρίαρχη διότι κερδίζουμε περισσότερα ή χάνουμε λιγότερα σε κάθε ενδεχόμενο και για κάθε εβέβαιη έκβαση:
  • Σε ένα θερμό επεισόδιο έχουμε ελπίδες να κερδίσουμε. Με τον "εικονικό πόλεμο" που ήδη διεξάγεται δεν έχουμε καμιά ελπίδα να κερδίσουμε...
  • Μετά από ένα θερμό επεισόδιο η διαπραγματευτική μας θέση δεν θα είναι αναγκαστικά αποδυναμωμένη. Μετά από κάθε φάση "εικονικού πολέμου", όπως αυτός που διεξάγεται συνεχώς πάνω από το Αιγαίο, η θέση μας γίνεται απελπιστική.
  • Μετά από ένα θερμό επεισόδιο είναι πιθανό να συγκρατηθεί η τουρκική επιθετικότητα. Αντίθετα ο "εικονικός πόλεμος", που ήδη διεξάγεται πάνω από το Αιγαίο, αποθρασύνει συνεχώς την τουρκική επιθετικότητα.
  • Μετά από ένα θερμό επεισόδιο οι Αμερικανοί είναι πιθανόν να ασκήσουν πιέσεις για να συγκρατήσουν την ¨Αγκυρα. Κατά την διάρκεια του "εικονικού πολέμου", που η Άγκυρα ήδη κερδίζει εκ του ασφαλούς, οι Αμερικανοί δεν έχουν κανένα κίνητρο να πιέσουν την Άγκυρα - αντίθετα πιέζουν όλο και περισσότερο την Αθήνα για πλήρη συνθηκολόγηση.
  • Με ένα θερμό επεισόδιο, αλλά και με έναν πόλεμο ακόμα, η Ελλάδα δεν διακινδυνεύει να χάσει τίποτε που δεν θα έχανε, έτσι κι αλλιώς, με την σημερινή της φυγομαχία. Αντίθετα, η εμπλοκή της τουρκίας σε πόλεμο με την Ελλάδα αποτελή μεγάλη σχετική διακινδύνευση για την ίδια, σε σχέση με την εκ του ασφαλούς κλιμάκωση της επιθετικότητάς της μέχρι σήμερα.
Το θερμό επισόδιο δεν αποτελεί "παγίδα" της τουρκίας. Αντίθετα, η παγίδα την οποία μας έχει ήδη στήσει είναι να μας σύρουν σε συνολική συνθηκολόγηση μέσω του "εικονικού πολέμου" που κλιμακώνουν σε βάρος μας. Η αποφασιστικότητά μας να εμπλακούμε σε θερμό επεισόδιο για να προστατέψουμε το στάτους-κβο στο Αιγαίο αποτελεί όχι "τουρκική παγίδα", αλλά Ελληνική διαφυγή από την τουρκική παγίδευση.
Το δίλημμα δεν είναι "θερμό επεισόδιο ή Ειρήνη". Άλλωστε, αυτήν την στιγμή δεν θερμό επισόδιο ακόμα - αλλά δεν έχουμε έχουμε και ειρήνη πιά. Το πραγματικό δίλημμα είναι ανάμεσα σε θερμό επεισόδιο που μπορούμε να νικήσουμε και στον "εικονικό πόλεμο" που ήδη χάνουμε. Ας διαλέξουμε ...





Περίεργα πράγματα...


10 Ιανουαρίου 1998, ΤΑ ΝΕΑ



Στην Ελλάδα συμβαίνουν πράγματα περίεργα: ο τουρκικός εθνικισμός μάς απειλεί
καθημερινά και μερικοί εξαπολύουν κυνήγι «εθνικιστών» μέσα στην Ελλάδα!
Διαβλέπουν τον κίνδυνο του «εθνικισμού» μέσα στη χώρα που απειλείται. Και δεν
βλέπουν τον εθνικισμό που μας βροντά την πόρτα απ' έξω...

Ηαεροπορία της Τουρκίας προσπαθεί να επεκτείνει τις «γκρίζες ζώνες» στο
Κεντρικό Αιγαίο και δικοί μας «παράγοντες» του δημοσίου βίου ζητούν «εν χορώ»
να «αποχρωματίσουμε» τα ελληνικά σχολικά βιβλία από τον «εθνικισμό»! Δηλαδή
από τι ακριβώς; Από τον Σολωμό, από τον Κάλβο, από τον Παλαμά, από τον Καβάφη,
από τον Καζαντζάκη, από τον Σεφέρη, από τον Ελύτη; Και να μείνει τι; Αλήθεια, τι;

Δεν χτυπάνε τον εθνικισμό ­ τον πατριωτισμό χτυπάνε. Και τη συλλογική
ταυτότητα των Ελλήνων ­ την ίδια την πολιτιστική τους ταυτότητα: ευτελίζουν τη
γλώσσα τους, εξευτελίζουν κάθε αίσθημα υπερηφάνειας, συνθλίβουν την
αξιοπρέπειά τους σε πλέγματα ηττοπάθειας, αλλοτριώνουν τα φιλελεύθερα
αισθήματά τους με ένα μαυραγορίτικο «ρεαλισμό της υποταγής».

Ο πατριωτισμός των Ελλήνων τούς ενοχλεί ­ όχι ο «εθνικισμός». Και έτσι παίζουν
το παιχνίδι των αληθινών εθνικιστών ­ της Άγκυρας! Δηλώνουν «διεθνιστές», αλλά
δεν ακούν τις κραυγές απόγνωσης από τις τουρκικές φυλακές. Θέλουν «αδελφικές
σχέσεις» με τους δυνάστες του τουρκικού λαού και με τους δημίους των Κούρδων...

Ο πατριωτισμός τούς ενοχλεί, διότι είναι πρόταγμα δημοκρατίας. Άνθρωποι που
υποστήριξαν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα του «υπαρκτού» έρχονται σήμερα και
κατηγορούν ως «φασίστες» όσους δηλώνουν πατριώτες. Κι ας είναι ο πατριωτισμός
εγγύηση της Δημοκρατίας. Διότι και το Σύνταγμά μας στο ακροτελεύτιο άρθρο του
εναποθέτει την τήρησή του «στον πατριωτισμό των Ελλήνων».

Συναντούμε ανθρώπους που κάποτε χειροκρότησαν όλες τις σοβιετικές εισβολές. Ή
αρνήθηκαν να τις καταδικάσουν. Ή τις καταδίκασαν μόνον επιλεκτικά. Και σήμερα
σπεύδουν να κατηγορήσουν, ως «πολεμοχαρείς ελληναράδες», όσους δεν θέλουν να
εισβάλουν πουθενά, απλώς ζητούν αξιόπιστη Αποτροπή έναντι του τουρκικού
επεκτατισμού. Συναντούμε ανθρώπους που είχαν ιδιαίτερα «θερμές σχέσεις» με
δικτάτορες τύπου Τσαουσέσκου στη Ρουμανία ή Κιμ Ιλ Σουνγκ στη Β. Κορέα ή που
στήριξαν δημόσια τη δικτατορία Γιαρουζέλσκι στην Πολωνία ­ και σήμερα
«παραδίδουν μαθήματα δημοκρατίας», καθυβρίζοντας, ως «φασίστες», όσους θεωρούν
ότι ο «κατευνασμός της Τουρκίας είναι επικίνδυνος.

Και από την άλλη πλευρά του φάσματος, συναντούμε ανθρώπους που δηλώνουν
«θαυμαστές» τής κ. Θάτσερ και προτείνουν, κι αυτοί, πολιτική κατευνασμού της
Τουρκίας. Όμως, η κ. Θάτσερ σιχαινόταν τον «κατευνασμό» και τους κατευναστές ­
και το απόδειξε στα Φόκλαντ. Συναντούμε ακόμη ανθρώπους που δηλώνουν
«εκσυγχρονιστές» ή «προοδευτικοί» ή «φιλελεύθεροι» και αποκηρύσσουν τον
Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Άρη Βελουχιώτη ως... «σοβινιστές»!

Τελικά, οι μεγάλες ιδεολογίες δεν κινδυνεύουν από τους αντιπάλους τους ­οι
οπαδοί τους τις βλάπτουν κυρίως. Και στην Ελλάδα η μεγάλη απειλή για τις
προοδευτικές ιδέες είναι οι «προοδευτικοί» του συρμού. Όπως η μεγάλη απειλή
για τα φιλελεύθερα ιδεώδη είναι οι «επαγγελματίες νεοφιλελεύθεροι». Όπως η
μεγάλη απειλή για τον εκσυγχρονισμό της χώρας είναι όσοι αυτο-χρίσθηκαν
«εκσυγχρονιστές», αφού έξυναν επί δεκαετίες τον πάτο του λαϊκισμού.

Και όλοι μαζί ξεσπαθώνουν σήμερα κατά του... εθνικισμού των Ελλήνων. Δηλαδή
κατά του λαϊκού πατριωτισμού που αφυπνίζεται σε ώρες δύσκολες και είναι
προοδευτικός και φιλελεύθερος και εκσυγχρονιστικός ταυτόχρονα. Διότι ό,τι
προοδευτικό και φιλελεύθερο και εκσυγχρονιστικό έγινε στην Ελλάδα, έγινε στο
όνομα του πατριωτισμού ­ από πατριωτικά κινήματα και με πατριωτικά οράματα.
Από την Παλιγγενεσία ώς το 1909, ώς την Εθνική Αντίσταση, ώς το 1-1-4.

Αν οι εθνικιστές της Άγκυρας μας χτυπήσουν, θα αποταθούμε, βεβαίως, στον
πατριωτισμό των Ελλήνων, και θα τους ζητήσουμε να πάρουν τα όπλα και να
αντισταθούν στον εισβολέα. Ποιον πατριωτισμό; Αυτόν που λοιδορούμε συστηματικά
και καθημερινά;

Θα στείλουμε τα παιδιά μας στο μέτωπο «να νικήσουν ή να πεθάνουν» για ιδανικά
Πατρίδας και Ελευθερίας. Ποια παιδιά μας; Αυτά που από τα σχολικά τους βιβλία
αφαιρούμε συστηματικά κάθε αναφορά σε ιδανικά Ελευθερίας και Πατρίδας; Με
«Ρουβάδες» θα αντισταθύυμε στην τουρκική επιθετικότητα; Αυτό δεν το σκέπτεται
κανείς; Όντως, περίεργα πράγματα συμβαίνουν στην Ελλάδα...

Η αληθινή τουρκική παγίδα...


24 Ιανουαρίου 1998, ΤΑ ΝΕΑ



Η κυβέρνηση Σημίτη υποστηρίζει ότι επιδίωξη των Τούρκων είναι «να μας
παρασύρουν» σε σύγκρουση στο Αιγαίο. Πρόκειται, λοιπόν, για «τουρκική παγίδα»,
την οποία πρέπει «οπωσδήποτε να αποφύγουμε». Έτσι είναι; Όχι ακριβώς...

ΧΩΡΙΣ ελληνικές αντιδράσεις, η Τουρκία ήδη κερδίζει έναν «ιδιότυπο πόλεμο»
Χαμηλής Εντάσεως (Low Intensity Warfare, το αποκαλούν οι Αγγλοσάξονες).
Αντικειμενικός στόχος της, να καταδείξει ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να «κρατήσει»
το «ιδιότυπο» στάτους κβο στο Αιγαίο ­ 10 μίλια στον αέρα, 6 στη θάλασσα. Και
όταν το υφιστάμενο στάτους κβο δεν μπορεί να «κρατηθεί», τότε τίθεται θέμα
αλλαγής του. Και αν δεν αλλάξει με διαπραγματεύσεις, κινδυνεύει να αλλάξει με
πόλεμο. Άρα η «εκκρεμότητά» του λειτουργεί «αποσταθεροποιητικά».

Πράγματι, όταν το στάτους κβο μιας περιοχής αποδεικνύεται «μη βιώσιμο» υπάρχει
πρόβλημα διεθνούς σταθερότητας. Και η Τουρκία αυτό ακριβώς κάνει:
«Αποδεικνύει» καθημερινά ότι το καθεστώς στο Αιγαίο είναι «μη βιώσιμο». Όσες
περισσότερες παραβιάσεις κάνουν οι Τούρκοι ατιμώρητα, τόσο λιγότερο «βιώσιμο»
εμφανίζεται διεθνώς το καθεστώς του Αιγαίου, τόσο αυξάνονται οι διεθνείς
πιέσεις για την αλλαγή του. Οι Τούρκοι ήδη επιτυγχάνουν τους στόχους τους
χωρίς να ρίξουν τουφεκιά!

Μέσα στη γενική σύγχυση, μερικοί στην Αθήνα ήδη συζητούν χαμηλοφώνως την
πρόταση για 8 μίλια σε αέρα και θάλασσα! Αυτό αποτελεί λάθος από εκείνα που
μόνον... εμείς κάνουμε: Από διαπραγματευτική άποψη, ποτέ δεν ξεκινάς
προτείνοντας την «έσχατη λύση» που μπορείς να αποδεχθείς. Αν το κάνεις, τότε
δεν έχεις περιθώρια άλλων υποχωρήσεων στο «τραπέζι», πράγμα που τελικώς
ακυρώνει τις διαπραγματεύσεις...

Δεύτερον, διότι η λύση 8+8 δεν αποτελεί καν «έσχατη υποχώρηση» για μας.
Αποτελεί συρρίκνωση του εναερίου χώρου που παγίως είχαμε, κατά δύο μίλια (από
10 σε 8). «Έσχατη αποδεκτή λύση» για την Ελλάδα είναι τα 10 μίλια σε αέρα και
θάλασσα. Αλλά για να το επιτύχουμε αυτό πρέπει να ξεκινήσουμε διακηρύσσοντας
τα 12 μίλια, που αποτελούν και δικαίωμα της Ελλάδας, σύμφωνα με το Διεθνές
Δίκαιο. Έτσι εξισώνουμε «συννόμως» τα όρια κυριαρχίας μας σε αέρα και θάλασσα
προς τα πάνω ­ όχι προς τα κάτω.

Τέλος, είτε ασκούμε το δικαίωμα που μας δίνει το Δίκαιο της Θάλασσας (στα 12
μίλια) είτε δεν το ασκούμε. Η «λύση» 8+8 σημαίνει ότι δεν τολμάμε να το
ασκήσουμε, γιατί η Τουρκία μας απειλεί με πόλεμο. Αλλά η Τουρκία δεν δέχεται
καμία αναβάθμιση της ελληνικής κυριαρχίας ­ ούτε στα 12 ούτε στα 8 μίλια της
θάλασσας. Συνεπώς, ούτε την πρόταση 8+8 θα δεχθούν ­ άρα αποτελεί απεμπόληση
κυριαρχικού δικαιώματος, χωρίς να μας διασφαλίζει από την τουρκική επιθετικότητα.

Να αντιδράσουμε, λοιπόν, αλλά πώς; Ασκώντας, επιτέλους, το δικαίωμά μας στα 12
μίλια! Μόνον έτσι θα ανατρέψουμε τα σχέδια της Άγκυρας και θα εμφανιστούμε να
προσφέρουμε λύση για βιώσιμο στάτους κβο στο Αιγαίο. Και με περιθώρια να το
διαπραγματευτούμε (στα 10), χωρίς να χάσουμε. Μα η Τουρκία μας έχει απειλήσει
με πόλεμο, θα αντιτείνουν κάποιοι. Μα η Τουρκία ήδη διεξάγει Πόλεμο Χαμηλής
Εντάσεως στο Αιγαίο, θα απαντήσουμε εμείς. Και αυτό τον πόλεμο ήδη τον χάνουμε
με την παθητικότητα που επιδεικνύουμε...

Η παθητικότητα δεν αποτελεί «ακίνδυνη» επιλογή ­ αποτελεί την πιο επικίνδυνη
επιλογή για μας! Διότι επιβραβεύει πλήρως την τουρκική επιθετικότητα και
οδηγεί στην πλήρη επικράτησή της. Στο Αιγαίο και πέραν αυτού: Από ενδεχόμενη
συρρίκνωση της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο, θα ξεκινήσει νέος γύρος
πιέσεων και εκβιασμών, με αίτημα πλέον την «συγκυριαρχία» ­ τόσο στο Αιγαίο
όσο και στη Θράκη...

Η τουρκική στρατηγική δεν είναι «παρανοϊκή» ούτε «έξαλλη» ούτε επιδιώκει να
μας «σύρει» σε σύγκρουση. Αντίθετα, η Άγκυρα είναι πολύ μεθοδική, πολύ
προσεκτική και επιδιώκει να κερδίσει πολλά, χωρίς να ρισκάρει το παραμικρό. Με
τη στάση που κρατούμε, δεν αποφεύγουμε την τουρκική παγίδα ­ πέφτουμε κατ'
ευθείαν μέσα! Απλώς «βαπτίζουμε» την παθητικότητά μας ως «ψυχραιμία», τη
σπασμωδικότητά μας ως «αποφασιστικότητα», την αμηχανία μας ως «περίσκεψη» και
την υποταγή μας ως «ειρηνοφιλία».

Πράγματι, «η μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα» ­ κατά πως έλεγε
και ο Παλαμάς. Αλλά ο ενδοτισμός μετριέται σε... μίλια. Σε μίλια εθνικής
κυριαρχίας που χάνουμε «ανεπαισθήτως» καθημερινά...

 

Ποιος θα προλάβει ποιον...


7 Φεβρουαρίου 1998, ΤΑ ΝΕΑ




Τα πρόσφατα γεγονότα στη Ν.Δ. ανέδειξαν για μια ακόμα φορά την κυριαρχία
αναχρονιστικών «στερεοτύπων» στον ελληνικό δημόσιο λόγο. Κι ας ζούμε στην
εποχή του «εκσυγχρονισμού»...

Ακούσαμε, για παράδειγμα, θρήνους για το «τέλος των μεγάλων κομμάτων». Όμως,
τα μεγάλα κόμματα δεν δημιουργούνται για πάντα. Στη δημοκρατία τίποτε δεν
υπάρχει «για πάντα». Μόνον ολοκληρωτικά καθεστώτα φαντάζονται την κυριαρχία
τους «αιώνια». Η έννοια της «αιωνιότητας» είναι ασυμβίβαστη με τη ζωντάνια της
δημοκρατίας. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο πρεσβύτερος, ίδρυσε δύο νέα κόμματα
ο ίδιος (ΕΡΕ και Ν.Δ.). Το μεγάλο Φιλελεύθερο Κόμμα του Ελευθερίου Βενιζέλου
συρρικνώθηκε μέχρις ανυπαρξίας μεταπολεμικώς, για να το διαδεχθεί μόλις το
1961 η Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου. Την οποία διαδέχθηκε
μεταπολιτευτικώς το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου. Όντως, το δικομματικό σύστημα
έχει ανάγκη από μεγάλα κόμματα εξουσίας. Δεν έχει ανάγκη από «αιώνια» κόμματα εξουσίας...

* Αν ένα μεγάλο κόμμα «δεν τραβάει» πια, ανοίγει ο δρόμος για την
αντικατάστασή του από ένα άλλο ­ επίσης μεγάλο ­ κόμμα. Είναι φανερό ότι η
Ν.Δ. τα τελευταία χρόνια «δεν τραβούσε» ­ ούτε ως κυβέρνηση ούτε ως
αντιπολίτευση. Εσχάτως, μάλιστα, παρατηρείται το παράδοξο, η κυβέρνηση Σημίτη
να υφίσταται την πιο σκληρή κριτική μέσα από το ίδιο το ΠΑΣΟΚ και την πιο
φανατική στήριξη από... ηγετικά στελέχη της Ν.Δ!

Με κατάληξη τις τελευταίες διαγραφές στη Ν.Δ., όπου ομολογήθηκε ότι, χρόνια
τώρα, κάποιοι εκλέγονταν με την αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά...
«αλληθώριζαν» προς τον κ. Σημίτη! Προφανώς, με τη σημερινή μορφή της η Ν.Δ.
«δεν τραβάει». Αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι «θα διαλυθεί». Απλώς, αν δεν
ανασυγκροτηθεί ως παράταξη, ο πολιτικός της ρόλος θα συρρικνωθεί. Κι αυτό
μάλλον το έχει αντιληφθεί ο κ. Καραμανλής ο νεώτερος...

Όμως και το ΠΑΣΟΚ «δεν τραβάει». Διότι οι σημαντικότερες δυνάμεις που «εκ
πεποιθήσεως» στηρίζουν την πολιτική Σημίτη βρίσκονται... εκτός ΠΑΣΟΚ! Ενώ οι
σημαντικότερες δυνάμεις του ΠΑΣΟΚ «ανδρώθηκαν» οικοδομώντας όλα εκείνα τα
οποία ο κ. Σημίτης ­ καλώς ή κακώς ­ προσπαθεί σήμερα να... κατεδαφίσει.
Άλλαξαν οι καιροί; Όχι μόνο. Άλλαξαν και οι ιδέες, οι αρχές, οι πολιτικές
επιλογές. Και οι «νέες ιδέες» χρειάζονται νέο κόμμα. Ο κ. Σημίτης μάλλον το
έχει κατανοήσει αυτό ­ κι ας μην το ομολογεί δημόσια, ακόμα τουλάχιστον...

* Τέλος, ακούσαμε «θρήνους» για το πλήγμα που επέφεραν οι τελευταίες διαγραφές
της Ν.Δ. στην πολυσυλλεκτικότητα του κόμματος. Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε σε
κάποιους ότι το πιο ισχυρό, μαζικό, ανθεκτικό και αυθεντικά πολυσυλλεκτικό
κόμμα ­ το ΠΑΣΟΚ ­ το δημιούργησε ο Ανδρέας Παπανδρέου, παρά το όργιο των
διαγραφών στις οποίες επιδόθηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος της αρχηγικής
σταδιοδρομίας του. Για την ακρίβεια, κατάφερε να φτιάξει ένα ισχυρό
πολυσυλλεκτικό κόμμα, όχι παρά τις διαγραφές, αλλά εξαιτίας των διαγραφών!

Γιατί η πολυσυλλεκτικότητα δεν είναι... «ξέφραγο αμπέλι». Έχει όρια και θέτει
όρια ­ αλλιώς δεν μπορεί να λειτουργήσει. Η πολυσυλλεκτικότητα δεν «αλιεύει»
απλώς από παντού ­ υποχρεωτικά συνθέτει όσα ενσωματώνει. Αν δεν μπορεί να
συνθέσει, τότε οι «συνιστώσες» της λειτουργούν διαλυτικά. Παράγουν αδυναμία,
δεν αθροίζουν δύναμη. Οπότε οι διαγραφές είναι «μια κάποια λύση»...

Ο Κώστας Καραμανλής θα έχει προσφέρει μεγάλη υπηρεσία στην παράταξή του, αν
όχι απλώς «ξεκαθαρίσει» το κόμμα του απ' όσους «στραβοκοιτάνε» προς τον κ.
Σημίτη, αλλά και αν σημάνει «προσκλητήριο» των αντι-Σημιτικών δυνάμεων εκτός
του κόμματός του. Άλλωστε, αν δεν σπεύσει να το κάνει, θα τον προλάβει, σε
ανάλογο εγχείρημα, ο κ. Σημίτης: Ο οποίος έχει ήδη κατανοήσει ότι οι δυνάμεις
που τον υποστηρίζουν αραιώνουν μέσα στο ΠΑΣΟΚ, αλλά πληθαίνουν εκτός ΠΑΣΟΚ.

Ούτε ο κ. Καραμανλής ούτε ο κ. Σημίτης χρειάζεται να «ανακαλύψουν τον τροχό».
Πριν από αυτούς το έχουν «διδάξει» ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ο πρεσβύτερος, το
1956 και το 1974, ο Γεώργιος Παπανδρέου το 1961 και ο Ανδρέας Παπανδρέου το
1974: Όταν αλλάζουν οι συνθήκες, μεγάλα και ισχυρά κόμματα μπορούν να είναι
μόνο τα νέα κόμματα. Περιττεύουν, λοιπόν, οι «θρήνοι» για τα παλαιά κόμματα
που ξεπεράστηκαν. Χρειαζόμαστε νέα κόμματα εξουσίας! Κι όποιος πάρει πρώτος
την πρωτοβουλία θα κερδίσει...













Free-rider syndrome: Το «σύνδρομο του τσαμπατζή» στην εξωτερική μας πολιτική…

Toυ Χρύσανθου Λαζαρίδη, 1998

Τους τελευταίους μήνες, δύο περιστατικά ήλθαν να ανατρέψουν όλες τις βασικές υποθέσεις εργασίας - όλες τις σταθερές, αν προτιμάτε - επί των οποίων στηρίζεται η εξωτερική μας πολιτική. -- Το πρώτο περιστατικό ήταν η αποκάλυψη ότι στους νέους αμερικανικούς επιχειρησιακούς χάρτες, τα σύνορα στο ανατολικό Αιγαίο έχουν απαλειφθεί.

-- Το δεύτερο περιστατικό είναι η αποκάλυψη ότι σύμφωνα με το βρετανικό σχέδιο για τον «ευρωστρατό», η Τουρκία θα μπορεί να μπλοκάρει επιχειρήσεις που αφορούν την ευρύτερη περιοχή της – συνεπώς να ματαιώνει σχεδιαζόμενες επιχειρήσεις του ευρωστρατού που στρέφονται εναντίον της ή την αφορούν έστω και εμμέσως.

Τα λεγόμενα κοινά ευρωπαϊκά σύνορα, πρώτον αμφισβητούνται από τις ίδιες της ΗΠΑ και δεύτερον δεν αναλαμβάνει να τα υπερασπίσει η Ευρώπη, με τον λεγόμενο «ευρωστρατό» – τουλάχιστον εκ μέρους της Τουρκίας.

Και το χειρότερο, τα ζητήματα αυτά ΔΕΝ είναι διαπραγματεύσιμα, όπως φαίνεται, γιατί έχουμε συμβάλει κι εμείς στη δημιουργία αυτού του τόσο ασφυκτικού διεθνούς καθεστώτος σε βάρος μας. Δεν μπορούμε να εγκαλούμε άλλους για την «εγκατάλειψή» μας, γιατί στην εγκατάλειψη αυτή έχουμε προ πολλού αμέσως ή εμμέσως, συναινέσει (ή συμβάλλει) κι εμείς. Ας δούμε τα πράγματα πιο συστηματικά:
No flags + No soldiers = No borders

Όλοι θυμόμαστε, την κρίση στα Ύμια. Είναι άλλωστε πολύ πρόσφατη, μόλις πριν έξη χρόνια τέτοιες μέρες περίπου. Τότε υπήρξε ξαφνική αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας επί των νησιών αυτών – από την πλευρά της Τουρκίας, η οποία ουδέποτε στο παρελθόν είχε αμφισβητήσει αυτές ειδικά τις βραχονησίδες, ούτε οποιαδήποτε άλλη βραχονησίδα, εκτός από μιαν ειδική περίπτωση νοτιοανατολικά της Σαμοθράκης, πολύ μακριά από την περιοχή αυτή του Αιγαίου.

Είχαμε, λοιπόν, μιαν ευθεία εδαφική αμφισβήτηση, εκ μέρους της Τουρκίας, η οποία πήρε έμπρακτη μορφή, στην οποία απαντήσαμε αρχικά με ό,τι προβλέπει το διεθνές δίκαιο και η διεθνής πρακτική στις περιπτώσεις αυτές, δηλαδή με «επίδειξη σημαίας» και συμβολική παρουσία στρατιωτικών – συνοριακών φρουρών – κι από την οποία αναγκαστήκαμε να αναδιπλωθούμε αποδεχόμενοι τη φόρμουλα: «no flags – no soldiers».

Συμφωνήσαμε, δηλαδή, ότι στις νησίδες αυτές καμία χώρα - ούτε η Ελλάδα ούτε η Τουρκία – δεν θα τοποθετούσε στο μέλλον στρατιώτες ή το εθνικό της σύμβολο. Αποδεχθήκαμε δηλαδή τη μετατροπή τους σε ζώνες αμφισβητούμενης κυριαρχίας, σε «γκρίζες ζώνες».

H συμφωνία εκείνη προβλήθηκε τότε ως «επιτυχία» της Ελληνικής πλευράς, διότι επιστρέψαμε, τάχα, στο προηγούμενο στάτους – το status qvo ante – χωρίς να μπούμε σε θερμό επεισόδιο. Όπως, όμως, αποκαλύφθηκε ευθύς αμέσως, ΔΕΝ είχαμε επιστρέψει στο status qvo ante, είχαμε μόλις αποδεχθεί την ανατροπή του προηγουμένου status, είχαμε μόλις συναινέσει (και η επίσημη Αθήνα…πανηγύριζε, κι όλα) για την επιβολή ενός νέου status qvo μονομερών αμφισβητήσεων της κυριαρχίας μας και επιβολής «γκρίζων ζωνών», που ξεπερνούσαν κατά πολύ την περιοχή εκείνη βορείως της Καλύμνου - άγγιζαν όλο το νοτιοανατολικό Αιγαίο, έφταναν ως νοτίως της Κρήτης κι άρχισαν να έχουν και την Αμερικανική έγκριση.

Το status qvo ante δεν είχε «γκρίζες ζώνες» πουθενά. Με το νέο status που δημοιουργήθηκε το μοιραίο εκείνο βράδυ της κρίσης στα Υμια γεμίσαμε γκρίζες ζώνες που αφορούν από 110 μέχρι και 500 νησίδες καθώς και τα περιβάλλοντα ύδατα. Κι όμως εμείς πανηγυρίζαμε ότι διασώσαμε το (και επιστρέψαμε στο) status qvo ante. Σήμερα, οι Τούρκοι μας ζητούν να υποβάλλουν τα αεροπλάνα της πολιτικής μας αεροπορίας σχέδια πτήσης στις δικές τους αρχές όταν πετάνε προς Ρόδο ή προς Κύπρο! Κι εμείς ακόμα πανηγυρίζουμε ότι διασώσαμε το (και επιστρέψαμε στο) status qvo ante, το βράδυ των Υμίων. Και καμαρώνουμε για τη νέα περίοδο… «ελληνοτουρκικής φιλίας» που οικοδομούμε «εν χορδαίς και τυμπάνοις»… Σήμερα καταλαβαίνουμε ότι αν μια χώρα αποδεχθεί σε μια περιοχή της επικράτειάς της, το δόγμα no flags (δεν επιτρέπετε να βάλετε σημαίες) και no soldiers (δεν επιτρέπετε να βάλετε συνοριακούς φύλακες), αποδέχεται ουσιαστικά, και το no borders (δεν έχετε πλέον αδιαμφισβήτητη συνοριακή γραμμή). Το
no flags, no soldiers οδηγεί αναπόφευκτα στο no borders.

Όχι πως δεν έχουμε πρόβλημα και με την Ουάσιγκτων αυτή τη στιγμή. Αλλά το μείζον πρόβλημα δεν το έχουμε στην Ουάσιγκτων, το έχουμε στην Αθήνα. Που πανηγύριζε το 1996 για τη συμφωνία no flags - no soldiers στην περιοχή της Καλύμνου, και διαμαρτύρεται σήμερα που της προκύπτει: no borders. Τι ακριβώς είναι ο λεγόμενος «ευρωστρατός»

Στην περίπτωση του «ευρωστρατού», πιστέψαμε στην Ελλάδα κάτι που ουδείς υποστήριξε σοβαρά: Ότι ο ευρωστρατός θα αποτελούσε το πρόπλασμα (τον «πυρήνα», αν θέλετε) για τη δημιουργία του ανεξάρτητου κοινού ευρωπαϊκού στρατού που θα προστάτευε επαρκώς τα «κοινά σύνορα» της Ευρώπης. Αν όντως περί αυτού επρόκειτο, τότε όντως, το δικαίωμα βέτο που εκχωρήθηκε στην Τουρκία, αποτελεί αναίρεση του «ευρωστρατού» (όπως τον φανταζόμασταν) και έχουμε κάθε λόγο να διαμαρτυρόμαστε. Όμως ΔΕΝ επρόκειτο περί αυτού.

Θα ήταν ο ευρωστρατός αυτό που νομίζαμε (πρόπλασμα για τη δημιουργία του κοινού μηχανισμού ασφαλείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης) αν υπήρχαν οι εξής προϋποθέσεις
* Πρώτον, αν υπήρχε ενιαία κυριαρχία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν αρκεί να υπάρχουν κοινά σύνορα. Πρέπει αυτό που περιβάλλεται εντός των «κοινών» συνόρων να αποτελεί ενιαία κυριαρχία, για να υποχρεούνται αυτοδικαίως οι Ολλανδοί ή οι Σουηδοί για παράδειγμα, να σπεύσουν σε βοήθεια των Ελλήνων όταν κινδυνεύουν από μιαν χώρα εκτός κοινότητας.

Ή αλλιώς, θα έπρεπε να συνδέονται οι χώρες μέλη της Ένωσης με πολύ ισχυρούς συμμαχικούς δεσμούς… Ενιαία κυριαρχία ΔΕΝ υπάρχει στην Ευρώπη. Και για την ώρα δεν υπάρχει προοπτική να υπάρξει. Ισχυροί συμμαχικοί δεσμοί υπάρχουν μεταξύ (των περισσοτέρων) χωρών της Ένωσης, αλλά αυτοί οι δεσμοί έχουν ατλαντικό χαρακτήρα, δεν είναι αυτόνομοι συμμαχικοί δεσμοί της Ένωσης, είναι ΝΑΤΟϊκοί δεσμοί, περιλαμβάνουν και την Τουρκία, κι αδρανοποιούνται όταν μια χώρα μέλος της Συμμαχίας κινδυνεύσει από άλλη χώρα μέλος της Συμμαχίας.

* Δεύτερον, πρέπει να υπάρχει και ενιαία (όχι απλώς «κοινή») Ευρωπαϊκή Πολιτική Εξωτερικών και Ασφάλειας. Τέτοια πολιτική δεν υπάρχει. Η λεγόμενη ΚΕΠΠΑ είναι «κοινή» ΔΕΝ είναι «ενιαία», οικοδομείται βασανιστικά, ως «σύγκλιση» (convergence) και «συντονισμός» (co-ordination) χωριστών εθνικών προτεραιοτήτων και επιδιώξεων. Όχι ως κατάργηση εθνικών προτεραιοτήτων και επιδιώξεων.. Οι εθνικές κυριαρχίες των χωρών της Ένωσης, παραμένουν χωριστές. Οι εθνικές προτεραιότητές τους παραμένουν διακριτές. Η ασφάλεια καθεμιάς παραμένει στη δικαιοδοσία του εθνικού της στρατού και η κοινή τους Άμυνα έναντι εξωτερικών εχθρών παραμένει στη δικαιοδοσία του ΝΑΤΟ. Αυτό είναι το σημερινό πλέγμα της ευρω-ατλαντικής Ασφάλειας, και το πλέγμα αυτό ο ευρωστρατός ΔΕΝ το ανατρέπει ΟΥΤΕ το αμφισβητεί.

Δεν υπάρχει λοιπόν – ούτε προβλέπεται να υπάρξει στο ορατό μέλλον - η κοινή επικράτεια την οποία καλείται να υπερασπιστεί ο υπό δημιουργία ευρωστρατός. Δεν υπάρχει – ούτε προβλέπεται να υπάρξει εν όψει της υπό συγκρότηση ΚΕΠΠΑ – η κατάργηση των ιδιαίτερων εθνικών συμφερόντων, ώστε να υποχρεώνονται όλες οι χώρες των Ένωσης να έχουν συμπαγή ενιαία εξωτερική πολιτική. Απλώς καλούνται να αποκτήσουν ένα χαλαρό συντονισμό εθνικών προτεραιοτήτων εκεί που τα συμφέροντα τους συμπίπτουν ή δεν αντιτίθενται ευθέως. Δεν καλούνται να καταργήσουν τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους εν ονόματι του «κοινού συμφέροντος της Ένωσης».

* Το πιο σημαντικό, ο ευρωστρατός ΔΕΝ είναι «ανεξάρτητος». Επιχειρησιακά υπάγεται στην δομή του ΝΑΤΟ. Το ΝΑΤΟ κάνει επιχειρησιακά σχέδια, για το από πού μπορεί να κινδυνεύσει, πώς μπορεί να προετοιμαστεί για κάθε δυνητική απειλή, πώς πρέπει, κατά βέλτιστο τρόπο, να διατάξει τις δυνάμεις του εν καιρώ Ειρήνης, να ετοιμάσει της εφεδρείες του εν όψει απειλής, να αναδιατάξει τις δυνάμεις του εν καιρώ κρίσης και να εξασφαλίσει τις γραμμές εφοδιασμού και επικοινωνιών καθώς ξεδιπλώνονται οι ενδεχόμενες συγκρούσεις. Όλα αυτά, που αποτελούν τη βασική επιχειρησιακή «ταυτότητα ανεξαρτησίας» ενός αμυντικού μηχανισμού, τα έχει το ΝΑΤΟ, ο ευρωστρατός δεν τα έχει, ούτε προβλέπεται να τα αποκτήσει.

Ο ευρωστρατός είναι, επίσης, απολύτως εξαρτημένος από την υποδομή του ΝΑΤΟ. Οι βάσεις, οι επικοινωνίες, ο τρόπος ανάπτυξης των δυνάμεων του ευρωστρατού, όλα είναι ΝΑΤΟίκά.

Πρόκειται για ένα βοηθητικό σώμα του ΝΑΤΟ, με πλήρη επιχειρησιακή και υλικοτεχνική εξάρτηση από το ΝΑΤΟ, άρα υποταγμένο στους περιορισμούς και τις προτεραιότητες του ΝΑΤΟ. Συνεπώς δεν μπορεί να στραφεί ενάντια σε χώρα μέλος του ΝΑΤΟ, ή να αναλάβει δράση που δεν την εγκρίνει χώρα μέλος του ΝΑΤΟ. Και η Τουρκία, ως γνωστόν, είναι χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ…

Το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι ότι μας προέκυψε ευρωστρατός «κουτσουρεμένος». Το πρόβλημά μας είναι ότι περιμέναμε ότι θα μπορούσε να ΜΗΝ ήταν κουτσουρεμένος, ότι περιμέναμε ότι θα μπορούσε να είναι όντως το «πρόπλασμα» κοινού και ανεξάρτητου ευρωπαϊκού στρατού (πράγμα που ουδείς μας υποσχέθηκε), ότι θα μπορούσε όντως να επιβάλει μιαν ενιαία κυριαρχία στην Ευρώπη (πράγμα για το οποίο ουδείς μιλά), ότι θα μπορούσε να εφαρμόζει ενιαία εξωτερική πολιτική πέρα από ιδιαίτερα εθνικά συμφέροντα (ενώ η ΚΕΠΠΑ φιλοδοξεί να συντονίσει, όπου αυτό είναι εφικτό, διαφορετικές προτεραιότητες, όχι να τις καταργήσει).

Το πρόβλημά μας, εν τέλει, είναι ότι προσπαθήσαμε να διεθνοποιήσουμε στα πλαίσια της Ένωσης - πέρα από την αγροτική πολιτική και το νόμισμα - και την αμυντική πολιτική και τη διπλωματία. Κάτι, όμως, που οι υπόλοιποι εταίροι μας ΔΕΝ δέχονται να κάνουν.

Το «σύνδρομο του τζαμπατζή» (free-rider syndrome)
Η πολιτική ελιτ της Ελλάδας (που εκτείνεται πολύ πέραν του κυβερνώντος κόμματος, για να είμαστε δίκαιοι), στήριξε την εξωτερική πολιτική της στις εξής – εξωπραγματικές, όπως αποδείχθηκε - υποθέσεις εργασίας:

* Πρώτον, ότι μπορεί να παραιτείται, από την συμβολική άσκηση της κυριαρχίας της σε «ακραία» σημεία της επικρατείας της, χωρίς να πληρώνει τίμημα ευρύτερης και έμπρακτης αμφισβήτησης της κυριαρχίας της. Της προέκυψαν «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο και απάλειψη της συνοριακής γραμμής της από τους αμερικανικούς χάρτες.

* Δεύτερον, ότι μπορεί να κάνει «διάλογο» με την Τουρκία, χωρίς να συρθεί σε συνολικές διαπραγματεύσεις. Της προέκυψε διαπραγμάτευση εφ' όλης της ύλης συμπεριλαμβάνοντας και θέματα εδαφικών διεκδικήσεων της Τουρκίας (open borders disputes, σύμφωνα με τον ακριβή όρο του Ελσίνκι).

* Τρίτον, ότι εφ΄ όσον αποφεύγουμε – έστω και με κινήσεις «κατευνασμού» – την οξύτητα με την Άγκυρα, ακόμα κι όταν η τελευταία κλιμακώνει τις προκλήσεις της, τότε αργά η γρήγορα ο Αμερικανικός παράγοντας θα στραφεί με το μέρος μας, ενώ ο ευρωπαϊκός παράγοντας θα θωρακίσει την Άμυνά μας. Τελικώς οι Αμερικανοί υιοθετούν τις τουρκικές αμφισβητήσεις, τις οποίες εμείς προσυπογράψαμε, ενώ οι Ευρωπαίοι εταίροι μας αποδέχονται βέτο της Άγκυρας στη δράση του ευρωστρατού.

* Τέταρτον, ότι τα εθνικά μας θέματα γίνονται πλέον «ευρωπαϊκά» θέματα, αφού διαπλέκονται με την προοπτική ένταξης της Κύπρου όσο και με την «ευρωπαϊκή πορεία» της Τουρκίας. Συνεπώς, δε χρειάζεται καμία αυτόνομη δική μας διπλωματική προσπάθεια, πέρα από την «διευκόλυνση» των Βρυξελλών, να επιτύχουν τις κατάλληλες υποχωρήσεις από την πλευρά της Τουρκίας. Τελικώς, φαίνεται ότι η εκτός Ένωσης Τουρκία έχει μεγαλύτερη επιρροή στις Βρυξέλλες, απ' ότι η «ισχυρή Ελλάδα» της Ένωσης.

* Πέμπτον, ότι η εθνική μας Άμυνα γίνεται πλέον «ευρωπαϊκή υπόθεση». Τελικώς αποδεικνύεται ότι ο ευρωστρατός είναι περισσότερο εξαρτημένος από τις αρνήσεις της Τουρκίας, παρά πρόθυμος να καλύψει τις ανάγκες της Ελλάδας.

Και οι πέντε, ανωτέρω, «σταθερές» της πρόσφατης εξωτερικής μας πολιτικής έχουν πλέον καταρρεύσει. Και κινδυνεύουν να προκαλέσουν, ένα νέο, ολέθριο, κύμα αντιευρωπαϊσμού – αντιαμερικανισμού μέσα στην Ελλάδα, όχι διότι οι σύμμαχοί και εταίροι μας «μας πρόδωσαν», αλλά κυρίως διότι εμείς οι ίδιοι καλλιεργήσαμε υπερβολικές προσδοκίες από αυτούς.

Το κλειδί για να αποφύγουμε το κύμα αντιευρωπαϊσμού – αντιαμερικανισμού είναι να επαν-εθνικοποιήσουμε την Άμυνα και τη διπλωματία μας. Όχι, ασφαλώς, εγκαταλείποντας την Ευρώπη, αλλά συνδυάζοντας (και συμπληρώνοντας) τα πλεονεκτήματα της Ευρωπαϊκής μας θέσης με συντελεστές ισχύος που εμείς οι ίδιοι δημιουργούμε για τον εαυτό μας και την αποτελεσματικότερη υπεράσπιση των εθνικών μας συμφερόντων. Κάνοντας, δηλαδή, ό,τι κάνουν όλοι οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι.

Γιατί μέχρι στιγμής πολιτευόμαστε, όχι ως Ευρωπαίοι, αλλά ως «τζαμπατζήδες της Ευρώπης»! Θέλουμε άλλοι, για λογαριασμό μας, να υπερασπίζονται τις βραχονησίδες μας, τις οποίες εμείς δεν διακινδυνεύουμε να υπερασπιστούμε. Θέλουμε άλλοι, για λογαριασμό μας, να αποθαρρύνουν έμπρακτα των Τουρκικό επεκτατισμό, τον οποίο εμείς οι ίδιοι ενθαρρύνουμε (με την κατευναστική πολιτική που υιοθετούμε απέναντί του). Θέλουμε άλλοι, για λογαριασμό μας, να αποκρούουν τις συνεχείς προκλήσεις και τις έμπρακτες αμφισβητήσεις της κυριαρχίας μας, τις οποίες όμως, εμείς οι ίδιοι επικυρώνουμε. Και αγνοούμε ότι στη διεθνή πολιτική το δίκαιο δεν θριαμβεύει πάντα, αλλά οι «τσαμπατζήδες» πάντα τιμωρούνται. Το «σύνδρομο του τσαμπατζή» – η τάση να κερδίζουμε χωρίς να ρισκάρουμε, να επιβιώνουμε χωρίς να πληρώνουμε τίμημα, δαπάναις τρίτων, οι οποίοι πρέπει να παραβλέψουν το δικό τους συμφέρον για να προστατέψουν το δικό μας – αυτό το «σύνδρομο του τσαμπατζή» που το έχει αναγάγει σε «θρησκεία» η σύγχρονη πολιτική ελιτ, μετατρέπει την Ελλάδα από «πολύτιμη σύμμαχο» (asset) για κάθε τρίτο, σε «δυσβάστακτο παθητικό» (liability) για κάθε φίλο της και σε εύκολο αντίπαλο για κάθε εχθρό ή ανταγωνιστή της…





TERROR ΙΝΤRA ΜURES? (ΤΡΟΜΟΣ ΕΝΤΟΣ ΤΩΝ ΤΕΙΧΩΝ)

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
Η τρομοκρατική επίθεση στους «δίδυμους» πύργους του Διεθνούς Εμπορικού Κέντρου, στη Νέα Υόρκη, αποτελεί αληθινή καμπή της σύγχρονης ιστορίας κι όχι μόνο των ΗΠΑ. Για να συνειδητοποιήσουμε τη σημασία της, πρέπει, όχι απλώς να την παραλληλίσουμε αλλά να την αντιπαραθέσουμε με το Πέρλ Χάρμπορ. Η τρομοκρατική επίθεση                         της 11 Σεπτεμβρίου 2001 στη Νέα Υόρκη είναι όχι απλώς ένα «νέο Πέρλ Χάρμπορ»                        - είναι ένα ΑΝΤΙ-Πέρλ Χάρμπορ.
Στις 7 Δεκεμβρίου του 1941, η Ιαπωνική επίθεση στην αμερικανική βάση του Ειρηνικού ανέτρεψε τις αντιρρήσεις της αμερικανικής κοινής Γνώμης για είσοδο των ΗΠΑ στον Πόλεμο και συμπαρέσυρε τη χώρα σε μια παρεμβατική πολιτική κόντρα στον παραδοσιακό και εγγενή απομονωτισμό της αμερικανικής κοινωνίας. Ο παρεμβατισμός αυτός συνεχίστηκε επί 60 χρόνια περίπου, για να καταλήξει σε πλήρη επικράτηση των ΗΠΑ επι της ΕΣΣΔ, και το «αίσιο» τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στην Ν. Υόρκη, μάλλον ενταφιάζουν εξήντα χρόνια αμερικανικού παρεμβατισμού και επισπεύδουν την επιστροφή των ΗΠΑ στον απομονωτισμό.
Η προχθεσινή τρομοκρατική επίθεση θα μπορούσε να συγκριθεί με την εμφάνιση του Αννίβα μπροστά από τα τείχη της Ρώμης. Ως τότε, το ρωμαϊκό ιμπέριουμ δεν είχε διαισθανθεί το κόστος και το ρίσκο της επέκτασής του. Μέχρι που εμφανίστηκε η θανάσιμη απειλή ante portas. Ομοίως, από τον καιρό που οι ΗΠΑ έγιναν «μοναδική υπερδύναμη», ουδέποτε ένιωσαν απειλή κοντά στην επικράτειά τους, Τώρα αντιμετωπίζουν μιαν απειλή από την όποια νιώθουν ανοχύρωτοι όχι ante portas, αλλά intra mures - όχι μπροστά από τις «πύλες» τους, αλλά «εντός των τειχών τους».
Οι επιπτώσεις αυτού του συνολικού τρόμου που αιχμαλώτισε την αμερικανική κοινωνία δεν μπορούν να προβλεφθούν σήμερα. Το πιο πιθανό, όμως, είναι να ενισχύσουν την παλινόρθωση των απομονωτικών στερεοτύπων. Τα οποία ανέκαμπταν ήδη πριν τα τραγικά γεγονότα της Νέας Υόρκης μη ξεχνάμε ότι ο Μπούς εξελέγη με την πλατφόρμα της κας Κοντολίσα Ράϊς, η οποία επέκρινε την «υπερεπέκταση» και τον «υπερπαρεμβατισμό» της προηγούμενης κυβέρνησης Κλίντον. Τώρα τα απομονωτικά ανακλαστικά της αμερικανικής κοινωνίας είναι πιθανό να ενισχυθούν υπό το κράτος του φόβου που προκλήθηκε. Για την ακρίβεια συνειδητοποιείται, με δραματικά τρόπο από το σύνολο της κοινωνίας ότι το να είσαι «παγκόσμιος χωροφύλακας» δεν έχει μόνον οφέλη έχει και κόστος. Κι ότι η άλογη χρήση της ισχύος μεγιστοποιεί το ρίσκο και το κόστος.
Αυτή η ισορροπία κόστους-οφέλους από την χρήση της διεθνούς ισχύος των ΗΠΑ είχε ανατραπεί την περασμένη δεκαετία. Κι αυτό τώρα μόλις συνειδητοποιείται με τον πιο τραγικό τρόπο.
Αν όντως η Αμερική γίνει πιο απομονωτική στη συμπεριφορά της, τότε θα έχουμε δύο «αλυσιδωτές αντιδράσεις»: Η Ευρωπαϊκή Ένωση, που είχε παραπέμψει μια σειρά προβλήματα δικής της ασφαλείας στις ΗΠΑ, πρέπει να τα αναλάβει,.πλέον, στους ώμους της. Και η Ελλάδα, με τη σειρά της, που είχε κι αυτή παραπέμψει δικά της προβλήματα ασφαλείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, πρέπει κι αυτή να τα αναλάβει στους δικούς της ώμους.
Οι Ευρωπαίοι έμαθαν να θεωρούν «δεδομένη» την ασφάλειά τους από τις αμερικανικές εγγυήσεις, και οι Έλληνες έμαθαν να θεωρούν δεδομένη την ασφάλειά τους από την Ευρωπαϊκή τους ένταξη. Τώρα οι «σταθερές» αυτές αποδυναμώνονται?.
Η ενδεχόμενη στροφή των ΗΠΑ στον απομονωτισμό θα σημάνει για την Ευρώπη περισσότερο τη σύγκλιση των εθνικών συμφερόντων παρά στην υπέρβαση των εθνικών κρατών. Ιδιαίτερα στα Βαλκάνια, ενδεχόμενη στροφή των ΗΠΑ σε πιο απομονωτική συμπεριφορά θα σημάνει πλήρη εθνικοποίηση των προβλημάτων σταθερότητας για την περιοχή μας.
Είναι βέβαιο όμως ότι οι ΗΠΑ θα στραφούν σε πιο απομονωτική συμπεριφορά;
Όχι ακριβώς. Εκείνο που παραδοσιακά συμβαίνει στις ΗΠΑ είναι ότι η ελίτ της χώρας είναι πιο επιρρεπής σε παρεμβατική διεθνή πολιτική, ενώ η κοινή γνώμη της είναι πιο επιρρεπής σε απομονωτική πολιτική. ʼλλες φορές η ελίτ σέρνει την κοινωνία στον παρεμβατισμό (όπως έγινε στις παραμονές του Α Πολέμου, με το Πέρλ Χάρμπορ στο Β Πόλεμο, με την κατάληψη της Αμερικανικής Πρεσβείας στην Τεχεράνη και την νίκη των Σαντινίστας στη Νικαράγουα, γεγονότα που οδήγησαν στην εκλογική νίκη των Ρήγκαν) κι άλλοτε η Κοινή Γνώμη σέρνει την ελίτ της σε πολιτικές διεθνούς αναδίπλωσης (όπως συνέβη μετά το τέλος του A Πολέμου, όταν οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να ενταχθούν στην Κοινωνία των Εθνών, ή προς το τέλος του Πολέμου στο Βιετνάμ, όταν η ίδια η αμερικανική κοινωνία επέβαλε στην ηγεσία της την ταπεινωτική ήττα).
Μετά το τρομοκρατικό χτύπημα στους δίδυμους πύργους της Νέας Υόρκης, η αμερικανική ηγεσία είναι πιθανό να γίνει ΠΙΟ παρεμβατική βραχυπρόθεσμα, ενώ η κοινή γνώμη πιθανότατα της θα κινηθεί σε πιο απομονωτική κατεύθυνση μεσοπρόθεσμα.
Αυτή η αντίρροπη μετατόπιση της κοινωνίας από την ηγεσία της, ασφαλώς θα δοκιμάσει και την εσωτερική δημοκρατία. Αλλά η δημοκρατία των Αμερικανών έχει γερές ρίζες και δεν κινδυνεύει. Περισσότερο κινδυνεύει η σαθρή εξωτερική πολιτική τους ιδιαίτερα αυτή που ακολουθήθηκε τα τελευταία χρόνια αλόγιστης χρήσης της «παντοδυναμίας» τους. Που αποδεικνύεται σαθρή κι αυτή. «Ο Αυτοκράτορας είναι γυμνός?»

Η ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΕΜΑΛΙΚΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ…
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
11/1/2002                                                                                                       
Το αποτέλεσμα των εκλογών της 3ης Νοεμβρίου στην Τουρκία, δεν εξέπληξε κανένα. Παρ’ όλα αυτά συνετάραξε την Τουρκία
Οι «κατεστημένες δυνάμεις» του Κεμαλισμού καταποντίστηκαν. Μόνο το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα του κ. Μπαϋκάλ κατάφερε να επιβιώσει εκλογικά, ενώ τα υπόλοιπα κόμματα-«συνιστώσες» του μέχρι προχθές κυβερνητικού Συνασπισμού (όπως το Κόμμα των κ. Ετσεβίτ, το Κόμμα του πρώην Πρωθυπουργού κ. Γιλμάζ και το Κόμμα του εθνικιστή κ. Μπακτσελί), καθώς και το Κόμμα της πρώην Πρωθυπουργού κας Τσιλέρ, απέτυχαν να ξεπεράσουν το όριο του 10% κι έμειναν εκτός Βουλής. Το Κόμμα του κ. Ερτογάν, αποτελεί «διάδοχο σχήμα» του πρώην ισλαμικού «Κόμματος της Ευημερίας» του κ. Ερμπακάν, το οποίο είχε απαγορευτεί προ τετραετίας, ενώ ο ίδιος ο κ. Ερτογάν τελεί επίσης υπό αναστολή των πολιτικών του δικαιωμάτων.
Νίκησε, λοιπόν, και εξασφάλισε μεγάλη και αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ένα Κόμμα για το οποίο είχε κινηθεί διαδικασία απαγόρευσης και δεν ξέραμε κάν αν θα συμμετείχε τελικώς στις εκλογές και του οποίου ο ηγέτης δεν μπορεί να τεθεί επικεφαλής κυβέρνησης γιατί έχει καταδικαστεί στο παρελθόν και εκκρεμεί απόφαση δικαστηρίου που του απαγορεύει συμμετοχή στην πολιτική.
Η νίκη του μέχρι προχθές «αποσυνάγωγου» ισλαμικού κόμματος, σε συνδυασμό με την κοινοβουλευτική εξαφάνιση όλων των Κομμάτων της Κεμαλικής παράδοσης (πλήν του Κόμματος Μπαϋκάλ) αποτελεί διπλό συντριπτικό πλήγμα σε βάρος του Κεμαλικού καθεστώτος.
Οι «σταθερές» του Κεμαλικού καθεστώτος
Όταν μιλάμε για Κεμαλισμό, εννοούμε ένα καθεστώς με τρία βασικά χαρακτηριστικά – τρία «ειδοποιά στοιχεία» καθεστωτικής ταυτότητας:
* Πρώτον, τον απόλυτο διαχωρισμό ανάμεσα στη δημόσια ζωή και το Ισλάμ. Δεν απαγορευόταν μόνο η συμμετοχή του Ισλάμ στην πολιτική, απαγορευόταν ακόμα και στις βουλευτίνες της Εθνοσυνέλευσης να φοράνε την ισλαμική μαντήλα στο Κοινοβούλιο.
* Δεύτερον, η απαγόρευση της εθνικής διαφορετικότητας. Υπό τον Κεμαλισμό το Τουρκικό κράτος είναι, δια νόμου, απολύτως ομοιογενές εθνικά. Καμία εθνική μειονότητα δεν γίνεται ανεκτή.
Τα δύο αυτά χαρακτηριστικά του Κεμαλισμού αποτελούν την αντίστροφη καθεστωτική μήτρα εκείνης του Οθωμανικού κράτους. Υπό τους Οθωμανούς, η κοινωνία ήταν πολυεθνική, αλλά η κυριαρχία ήταν του μουσουλμανικού στοιχείου. Υπό τους Κεμαλιστές, η κοινωνία είναι απολύτως Τουρκική εθνικά, αλλά η εξουσία είναι απολύτως ανεξίθρησκη.
Αν εκλείψει οποιοδήποτε από αυτά τα δύο στοιχεία καταρρέει και το Κεμαλικό καθεστώς. Αν πάψει η εξουσία να είναι απολύτως ανεξίθρησκη (όπως μπορεί να συμβεί με την επικράτηση των ισλαμιστών) ή αν πάψει η κοινωνία να είναι αμιγώς τουρκική από εθνική άποψη, και νομιμοποιηθεί ή ύπαρξη μεγάλης κουρδικής μειονότητας στη χώρα, το Κεμαλικό καθεστώς, καταρρέει. Εξ ού και η μεγάλη δυσκολία να αποδεχθεί μειονοτικά δικαιώματα για τους Κούρδους (που θεωρούνται επισήμως… «ορεσείβιοι Τούρκοι»).
-- Η τρίτη καθεστωτική σταθερά του Κεμαλισμού είναι ο κυρίαρχος ρόλος του στρατού στο εσωτερικό του κράτους. Το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας αποφασίζει για την εξωτερική πολιτική, την Άμυνα και τις προαγωγές στην ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων. Ο στρατός πέρα από τη θεσμική του υπεροχή μέσα στο κράτος, έχει και οικονομική κυριαρχία μέσα στην κοινωνία. Αποτελεί το μεγαλύτερο «επιχειρηματία», ελέγχει άμεσα τεράστιες βιομηχανικές μονάδες, επηρεάζει έμμεσα, πλην αποφασιστικά, ολόκληρους κλάδους της οικονομίας, αναδεικνύει (ή και καταποντίζει, αν το επιθυμεί) επιχειρηματίες, φτιάχνει «νέα τζάκια» κλπ
Αυτή τη στιγμή ο Κεμαλισμός υφίσταται πλήγματα σε δύο από τα τρία μέτωπα που συγκροτούν την καθεστωτική ταυτότητά του: Αφενός πιέζεται να αποδεχθεί δικαιώματα για τους Κούρδους (οι οποίοι σύντομα, ενδέχεται να έχουν ομόσπονδο δικό τους κρατίδιο στο γειτονικό Ιράκ). Αφετέρου, σημαντική μερίδα του τουρκικού λαού φέρνει στην εξουσία τους Ισλαμιστές, τους «αποδιοπομπαίους τράγους» του Κεμαλικού καθεστώτος μέχρι πριν λίγες μέρες.
«Βαλβίδες ασφαλείας» του καθεστώτος
Πρέπει να σημειώσουμε ότι τις τελευταίες δύο δεκαετίες περίπου (μετά το πραξικόπημα Εβρέν, του 1981) το Κεμαλικό καθεστώς, είχε τρεις (συμπληρωματικούς μεταξύ τους) «μηχανισμούς» διάσωσης των κοινοβουλευτικών του προσχημάτων:
-- Πρώτον, ασκούσε απηνείς διωγμούς σε βάρος των κομμάτων που αμφισβητούσαν τις σταθερές του καθεστώτος. Έτσι επανειλημμένως εξαπολύθηκαν διωγμοί τόσο κατά των Κουρδικών Κόμμάτων που κατάφερναν να εκλέξουν βουλευτές (HADEP), όσο και σε βάρος του ισλαμικού Κόμματος, ιδιαίτερα όταν το τελευταίο άρχιζε να γίνεται επίφοβο για την εξουσία (όπως έγινε με την ανατροπή του κ. Ερμπακάν από την Πρωθυπουργία).
-- Δεύτερον, είχε θέσει το ιδιαίτερα υψηλό όριο του 10% για την εξασφάλιση της κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης. Αυτό το όριο ήταν σχεδιασμένο ώστε να αποκλείει την είσοδο μειονοτικών κομμάτων στην Βουλή, ενώ ταυτόχρονα «υποχρέωνε», τις καθεστωτικές δυνάμεις να ενώνονται, ώστε να εξασφαλίζουν μεγάλες πλειοψηφίες και βιώσιμα κόμματα.
-- Τρίτον, καλλιεργούσε την πολιτική «αλλομορφία» του καθεστώτος, δηλαδή την ύπαρξη πολλών καθεστωτικών κομμάτων, ώστε να «απορροφάται» ομαλά η λαϊκή δυσφορία, χωρίς να υπάρχουν περιθώρια αμφισβήτησης του Κεμαλικού καθεστώτος συνολικά.
Οι τρεις αυτοί μηχανισμοί εξασφάλισαν κοινοβουλευτική ισορροπία στο ύστερο Κεμαλικό καθεστώς επί δύο δεκαετίες και πλέον. Ο στρατός έθετε σε κίνηση μηχανισμούς δίωξης σε βάρος κομμάτων που αμφισβητούσαν (με την ύπαρξη τους, όχι αναγκαστικά με την πρακτική τους) τις «σταθερές» του καθεστώτος. Είχε όριο που καθιστούσε δύσκολη την είσοδο μειονοτικών κομμάτων. Είχε πολλά «κοινοβουλευτικά πρόσωπα», ώστε η φθορά διακυβέρνησης να μην εισπράττεται από το καθεστώς συνολικά, αλλά να απορροφάται από ένα καθεστωτικό κόμμα, αναδεικνύοντας ένα άλλο, επίσης καθεστωτικό κόμμα. Ενώ το υψηλό όριο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης, αποθάρρυνε τον κατακερματισμό των αντιπολιτευομένων δυνάμεων του καθεστώτος, δίνοντας τους κίνητρα ώστε να ενώνονται και να δημιουργούν πάντα «βιώσιμη» εναλλακτική λύση.
Τι ΔΕΝ λειτούργησε
Αυτό το «σοφό» σύστημα βαλβίδων ασφαλείας, ΔΕΝ λειτούργησε στην τελευταία φάση. Κι αξίζει να δούμε γιατί:
Τις παραμονές των εκλογών, οι καθεστωτικές δυνάμεις - μέχρι τότε συσπειρωμένες σε ένα ευρύτατο συνασπισμό, όπου συνυπήρχαν από τον ακραιφνή και ακραίο εθνικιστή Μπαχτσελί μέχρι τον «ευρωπαϊστή» κ. Τζέμ – ξαφνικά διασπάστηκαν. Κι όχι απλώς διασπάστηκαν, αλλά κατακερματίστηκαν – κονιορτοποιήθηκαν κυριολεκτικά:
Ο κ. Τζέμ (υπουργός Εξωτερικών ως τότε) και ο κ. Ουζάν (αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης ως τότε), αποσπάστηκαν κι έκαναν δικό τους Κόμμα, με κύριο στόχο την Ευρωπαϊκή ενσωμάτωση της χώρας.
Οι ταγοί του Κεμαλισμού, που προωθούν τις σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση, είδαν εχθρικά το διάβημα των Τζέμ -Οζάν. Κι αυτό διότι η πλήρης ενσωμάτωση της Τουρκίας στην Ένωση προϋποθέτει προχωρημένες μεταρρυθμίσεις, πολύ πέραν των «ανώδυνων» που ψηφίστηκαν πρόσφατα από τον Τουρκική Εθνοσυνέλευση (κατάργηση της θανατικής ποινής κλπ.) Προϋποθέτουν, πάνω από όλα, την υποβάθμιση του στρατού, ο οποίος, από εγγυητής του πολιτεύματος και θεματοφύλακας των «σταθερών» του Κεμαλισμού, σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον θα πρέπει να υποβιβαστεί σε ένα «ετεροκαθοριζόμενο» αμυντικό βραχύωνα της πολιτείας – τίποτε παραπάνω. Κάτι τέτοιο, όμως, υπονομεύει ευθέως και τον θεσμικό ρόλο και την οικονομική κυριαρχία του στρατού μέσα στην Τουρκική κοινωνία. Ανατρέπει το Κεμαλικό καθεστώς συνολικά.
Ο τρίτος άνθρωπος-κλειδί για τον «εκσυγχρονισμό» της Τουρκίας, ο μέχρι τότε υπουργός Οικονομικών Κεμάλ Ντερβίς, μετά από μερικά εικοσιτετράωρα ταλαντεύσεων, πείστηκε να ΜΗ συμμετάσχει στην κίνηση Τζέμ – Ουζάν, και προσχώρησε στο Κόμμα του κ. Μπαϋκάλ. Ο κ. Ντερβίς, που διαθέτει στενούς δεσμούς με την Ουάσιγκτων, έδωσε το «μοιραίο χτύπημα» στους «φιλευρωπαϊστές».
Είναι προφανές, ότι η Ουάσιγκτων δεν ενεθάρρυνε τη δημιουργία ενός ακραιφνώς φιλευρωπαϊκού κόμματος στην Άγκυρα. Θέλει να προωθηθούν οι σχέσεις Τουρκίας – Ευρωπαϊκής Ένωσης (και πιέζει έντονα, προκειμένου να οριστεί ημερομηνία έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων), αλλά ΔΕΝ θέλει να αυξηθεί «υπέρμετρα» η επιρροή των Βρυξελλών στην Άγκυρα.
Από τη στιγμή που ο κ. Ντερβίς διαχώρισε τη θέση του, ξεκίνησε ο κατακερματισμός των καθεστωτικών δυνάμεων: Ο κ. Γιλμάζ άρχισε ο ίδιος να ανταγωνίζεται τους κυρίους Τζέμ και Ουζάν, για τη διεκδίκηση της «φιλευρωπαϊκής ψήφου». Ο εθνικιστής κ. Μπακτσελί προσέβαλε τις πρόσφατες αναιμικές μεταρρυθμίσεις που είχε ψηφίσει η Εθνοσυνέλευση (κυρίως σε ότι αφορά τα λιγοστά δικαιώματα που δόθηκαν στους Κούρδους), προσπαθώντας να κερδίσει από τα συντηρητικά ανακλαστικά του καθεστώτος. Η κα. Τσιλέρ πόνταρε στην, σφόδρα πιθανολογούμενη τότε, απαγόρευση του ισλαμικού Κόμματος πριν από τις εκλογές, και προσπάθησε να εμφανιστεί ως «υποκατάστατο» της ισλαμικής ψήφου. Άλλωστε, ήταν αυτή που είχε αναδείξει τον κ. Ερμπακάν Πρωθυπουργό προ τετραετίας, και είχε κατηγορηθεί γι’ αυτό από τους στρατηγούς. Θεώρησε, λοιπόν, ότι αν απαγορευόταν το νέο ισλαμικό κόμμα οι πολυπληθείς οπαδοί του θα ψήφιζαν ως «εγγύτερη λύση» (ή «μικρότερο κακό») το κόμμα της κας Τσιλέρ

Τελικώς, όμως, οι Ευρωπαίοι άσκησαν έντονες πιέσεις για τη ΜΗ απαγόρευση του ισλαμικού κόμματος, κι έτσι η εκδίκαση τη περίπτωσης του αρχηγού του κ. Ερτογάν, αναβλήθηκε για μετά τις εκλογές.
Το Κεμαλικό καθεστώς είδε εξωτερικές πιέσεις και εξωτερικές επιρροές να διαλύουν τις πολιτικές εφεδρείες του και να ακυρώνουν τις εσωτερικές «βαλβίδες ασφαλείας» του. Και έτσι κέρδισαν οι ισλαμιστές.
Πιθανές συμμαχίες και διλήμματα
Η Τουρκία βρέθηκε τα τελευταία χρόνια σε δεινή οικονομική κρίση, στην οποία την καταδίκασε το γεγονός ότι ο στρατός εμποδίζει ουσιαστικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις, τέτοιες που ενδεχομένως θα κλόνιζαν τη δική του οικονομική κυριαρχία, ενώ ταυτόχρονα αρνείται να περιορίσει τις εξοπλιστικές δαπάνες του. Περιέπεσε λοιπόν, στην ανάγκη των πιστωτών της σε τέτοιο βαθμό, ώστε να «αυτονομηθούν» οι ξένες επιρροές στην τουρκική πολιτική σκηνή και να χαθεί ο έλεγχος των εσωτερικών εξελίξεων από τους στρατηγούς.
Επίσης, το γεγονός ότι οι εξωτερικές επιρροές (κυρίως από Ουάσιγκτων και Βρυξέλλες) έχουν σημαντικές «αποκλίσεις» μεταξύ τους, και υπάρχουν και ενδο-δυτικοί στρατηγικοί ανταγωνισμοί πλέον (για παράδειγμα στο χειρισμό του Ιράκ), αποσάρθρωσε ακόμα περισσότερο την εσωτερική πολιτική ενότητα του καθεστώτος.
Σήμερα οι Κεμαλιστές αντιμετωπίζουν τον «πειρασμό» να χρησιμοποιήσουν τον κ. Ερτογάν, για να αποκρούσουν τις πιέσεις σαρωτικών ευρωπαϊκών μεταρρυθμίσεων μέσα στην Τουρκία. Ο κ. Ερτογάν μπορεί να δηλώνει σήμερα οπαδός της ευρωπαϊκής ένταξης, αλλά λόγω ισλαμισμού υπήρξε ως πρόσφατα πολέμιος της δυτικής επιρροής στη χώρα. Από μια πλευρά μπορεί να αποτελεί «πολύτιμο σύμμαχο» για τους καθημαγμένους ταγούς του Κεμαλισμού.
Άλλωστε, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 (όταν ανατράπηκε και εκτελέστηκε ο «φιλοαμερικανός» Πρωθυπουργός Αντνάν Μεντερές) το «δόγμα Ισμέτ Ινονού» επιτάσσει στενούς δεσμούς με τη δύση, αλλά όσο το δυνατόν μικρότερη επιρροή των δυτικών κυβερνήσεων μέσα στην Τουρκία. Αν λάβει κανείς υπόψιν, ότι το πολιτικό προσωπικό της «κοσμικής» (Κεμαλικής) Τουρκίας, αποδείχθηκε στενά συνδεδεμένο με την Ουάσιγκτων είτε με τις Βρυξέλλες, ίσως ο κ. Ερτογάν να αποδειχθεί μια κάποια λύση για την ώρα. Μέχρι να αναδείξουν οι στρατηγοί νέο πολιτικό προσωπικό – ακραιφνώς δικό τους - και να τον παραμερίσουν. Όπως έχουν κάνει τόσες φορές στο παρελθόν.
Από την άλλη πλευρά, ο κ. Ερτογάν, έχει δύο πιθανά «σημεία στρήριξης»: Μπορεί να στηριχθεί στην Ευρώπη, για να διασφαλίσει την εξουσία του κόμματός του στην Άγκυρα – βάζοντας, ωστόσο, αρκετό «νερό στο (ισλαμικό) κρασί του». Ή μπορεί να στηριχθεί στους Κεμαλικούς, για να περιορίσει την επιρροή των «φιλευρωπαϊστών» στην Τουρκία, ταυτιζόμενος επικίνδυνα με το καθεστώς, ενάντια στο οποίο αποτέλεσε «σύμβολο αντίστασης». Και στις δύο περιπτώσεις, θα κινδυνεύσει να απολέσει σημαντικό μέρος από το λαϊκό του έρεισμα.

Το κόστος και το ρίσκου ενός καθεστώτος
Σε κάθε περίπτωση, είναι πολύ δύσκολο η σημερινή Τουρκία, να κάνει μεγάλες αλλαγές και να πάρει μεγάλα ρίσκα στην εξωτερική της πολιτική – είτε στο Κυπριακό είτε στο Ιράκ. Ο κ. Ερτογάν νιώθει πολύ αδύναμος απέναντι στους Κεμαλιστές στρατηγούς, που εξακολουθούν να κυβερνούν, και οι Κεμαλιστές νιώθουν να χάνουν τον έλεγχο των εσωτερικών εξελίξεων.
Τελικώς, μια σελίδα «εθνικής δόξας» είναι απαραίτητη και στον Ερτογάν, για να γίνει αρεστός στους Κεμαλικούς, αλλά και στους στρατηγούς, προκειμένου, να ανακτήσουν τον έλεγχο των εξελίξεων στο εσωτερικό της χώρας . Δεδομένου, δε, ότι στο Κουρδικό τους περιμένουν, ενδεχομένως, δύσκολες ώρες, αφού οι Κούρδοι του Βορείου Ιράκ αποτελούν απαραίτητο συντελεστή της αμερικανικής πολιτικής για την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεϊν, μια «εύκολη νίκη» σε βάρος της Ελλάδος, είναι, ίσως, πολύ «δελεαστική επιλογή» για όλους τους πρωταγωνιστές του Τουρκικού πολιτικού «δράματος».
Η «πολιτική φιλίας» που εγκαινιάστηκε τα τελευταία χρόνια από την Αθήνα, έναντι της Άγκυρας, είχε ως στόχο, να αποφύγει κάθε πρόσχημα κρίσης, κάθε αιτία έντασης, κάθε αφορμή κλιμάκωσης μεταξύ των δύο χωρών. Ταυτόχρονα, όμως, υπήρξε μια μονομερής πολιτική, αφού η Αθήνα έκανε «χειρονομίες καλής θέλησης», αλλά η Τουρκία ΔΕΝ απέφυγε τις προκλήσεις – αντίθετα συνεχώς τις κλιμάκωνε. Έτσι, η πολιτική της λεγόμενης «ελληνοτουρκικής φιλίας» μετατράπηκε, σε πολιτική μηδενικού κόστους και μηδενικού ρίσκου για την Άγκυρα.
Αυτό ακριβώς το στοιχείο, την καθιστά και εξαιρετικά επικίνδυνη για την Αθήνα σήμερα. Διότι η αστάθεια του τουρκικού καθεστώτος, το οδηγεί να αναζητεί απεγνωσμένα αυτό ακριβώς: λύσεις μηδενικού κόστους και μηδενικού ρίσκου. Κόστος και ρίσκο ΔΕΝ μπορεί να πάρει η Άγκυρα σήμερα λόγω της αστάθειας του Κεμαλικού καθεστώτος. Κι αν η Ελλάδα (με την παθητικότητά της) μπορεί να «προσφέρει» στην Άγκυρα μια «εύκολη νίκη» χωρίς κόστος και χωρίς ρίσκο η Άγκυρα δεν θα διστάσει.
Παράλληλα με τις όποιες «φιλικές χειρονομίες», η ελληνική διπλωματία, είναι υποχρεωμένη πλέον, να στείλει το «μήνυμα» στην Τουρκία, ότι οι τυχοδιωκτισμοί έχουν και κόστος και ρίσκο. Και να διασφαλίσει, τόσον από την πλευρά της Ευρώπης, όσο και από την πλευρά Αμερικής και Ρωσίας, ότι οι τυχοδιωκτισμοί αυτοί θα αποθαρρυνθούν αποτελεσματικά.
Η Ευρώπη δεν μπορεί να προσφέρει πολλά στον κ. Ερτογάν, η Ουάσιγκτων δεν βλέπει με καλό μάτι το ξαφνικό «φιλευρωπαϊκό» προσανατολισμό του ισλαμιστή ηγέτη και η Μόσχα θέλει να εξουδετερώσει κάθε προσπάθεια τουρκικής επιρροής στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς της κεντρικής Ασίας (και κάθε απόπειρα τουρκικού ελέγχου στους δρόμους του πετρελαίου). Συνεπώς περιθώρια για την ελληνική διπλωματία υπάρχουν σημαντικά…
Η Άγκυρα ουδέποτε δίστασε να εκμεταλλευτεί προς όφελός της κάθε εσωτερική αποδυνάμωση του πολιτικού συστήματος στην Ελλάδα. Και η Ελλάδα πρέπει να αντιληφθεί, ότι, αν δεν εκμεταλλευτεί, προς όφελός της, την σημερινή αποσταθεροποίηση της Τουρκίας, τότε η ίδια θα είναι το πρώτο θύμα αυτής της αποσταθεροποίησης. Τόσο απλά…



ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΑΥΤΟΚΡΙΤΙΚΗ

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
20 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2002

Κατά κάποιο παράδοξο, αλλά όχι τελείως απροσδόκητο, τρόπο η Αριστερά βρέθηκε και πάλι στο προσκήνιο, με ευκαιρία την «εξάρθρωση» της τρομοκρατίας. Δεν έρχεται, όμως, ως «κατήγορος» των υπολοίπων πολιτικών δυνάμεων, αλλά ως «απολογούμενη» έναντι ολόκλήρης της κοινωνίας - κι αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, εδώ και πολλές δεκαετίες, σίγουρα από το 1974 κι εντεύθεν.

Η Αριστερά στην Ελλάδα δεν ένιωσε την ανάγκη να απολογηθεί όταν έπεσαν τα τείχη στην Ευρώπη, ούτε όταν κατέρρευσαν τα καθεστώτα του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού». Πιέζεται, όμως, ακόμα και από δικούς της ανθρώπους, όπως ο Μίκης Θοδωράκης, να απολογηθεί σήμερα.

Γιατί άραγε;

Το πρόβλημα με την Ελληνική Αριστερά σε όλες τις εκδοχές της, δεν είναι ότι «αναμίχθηκε» σε τρομοκρατικές δραστηριότητες - διότι ΔΕΝ αναμίχθηκε. Δεν είναι ότι συμφώνησε με την τρομοκρατία - διότι ΔΕΝ συμφώνησε. Το πρόβλημα είναι ότι την ανέχθηκε, έδειξε μια αδικαιολόγητη «επιείκεια» απέναντι στους τρομοκράτες, και δεν έκανε πολεμική απέναντί στην τρομοκρατία. Δεν την πολέμησε…

Πλήρης «αφοπλισμός» έναντι της τρομοκρατίας…

Η Ελληνική Αριστερά σε όλες τις εκδοχές της αρνήθηκε κάθε απόπειρα δημιουργίας νομοθετικού πλαισίου για την σύλληψη του οργανωμένου εγκλήματος και την πάταξη της τρομοκρατίας. Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες που εμφανίστηκαν τέτοια φαινόμενα, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 70, ήταν σαφές ότι δεν μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με συμβατικά νομοθετικά και δικονομικά μέσα.

Επειδή, ακριβώς, η τρομοκρατία ήταν μορφή οργανωμένου εγκλήματος που είχε μάλιστα στη διάθεσή του «πληροφορίες», «μέσα», «διείσδυση» και υποστηρικτικούς μηχανισμούς που ξεπερνούσαν τις περισσότερες άλλες μορφές του κοινού οργανωμένου εγκλήματος (μαφιόζικα κυκλώματα κλπ.) - μέχρι και μυστικές υπηρεσίες βρίσκονταν συχνά στο πλευρό της τρομοκρατίας, μέχρι και μερίδες του Τύπου έδειχναν «εκλεκτικές συμπάθειες» προς ορισμένες μορφές δράσης της -, χρειαζόταν ειδικό νομοθετικό πλαίσιο, που να διασπά τις ισχυρές της «άμυνες».

* Σε αντίθεση με το κοινό συμβατικό έγκλημα, το οργανωμένο έγκλημα και δη η τρομοκρατία μπορούσε να επιβάλει το «νόμο της σιωπής» (την περιβόητη omerta) στα μέλη των συμμοριών του. Συνεπώς, έπρεπε οι δικονομικές προϋποθέσεις σύλληψης και απαγγελίας κατηγοριών να γίνουν αυστηρότερες. Τα «τεκμήρια ενοχής» έπρεπε να γίνουν κι αυτά αυστηρότερα, προκειμένου να υπάρξουν καταδίκες κατηγορουμένων.

* Το οργανωμένο έγκλημα και δή η τρομοκρατία μπορούν να τρομοκρατούν τους ενόρκους, επομένως οι υποθέσεις έπρεπε να παραπέμπονται σε μη ορκωτά δικαστήρια. Πολύ απλά, ακόμα και η πιο αποτελεσματική αστυνομία είναι αδύνατο να προστατεύσει ένα αυξανόμενο αριθμό απλών πολιτών που διετέλεσαν ένορκοι σε τέτοιες υποθέσεις και των μελών των οικογενειών τους, ενώ είναι πολύ απλούστερο να προστατεύσει αποτελεσματικά ένα μικρό αριθμό δικαστών που εξειδικεύονται σε τέτοιες υποθέσεις.

* Το οργανωμένο έγκλημα και δη η τρομοκρατία μπορούν να απειλούν και να εκδικούνται όσους ανοίγουν το στόμα τους και συμβάλουν σε συλλήψεις και καταδίκες μελών του. Γι’ αυτό και ουσιώδεις μάρτυρες των υποθέσεων αυτών πρέπει να προφυλάσσονται στο διηνεκές, προκειμένου να καταθέσουν με παρρησία επαρκή στοιχεία για την καταδίκη κατηγορουμένων. Έπρεπε, δηλαδή, να υπάρξει πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων.

* Το γεγονός ότι η παρακολούθηση συνδιαλέξεων για κοινές αστικές υποθέσεις διαζυγίου δεν θεωρείται αποδεκτό στοιχείο για να τεκμηριωθεί μοιχεία, ΔΕΝ σημαίνει ότι η παρακολούθηση συνδιαλέξεων για περιπτώσεις τρομοκρατίας πρέπει να θεωρείται εξ ίσου «απαράδεκτη». Κι όμως, οι διωκτικές αρχές είχαν και τέτοια προβλήματα να ξεπεράσουν, προκειμένου να βρουν μιαν άκρη στο κουβάρι….

* Οι διωκτικές αρχές διέθεταν δείγματα του DNA των δραστών τρομοκρατικών ενεργειών, αλλά δεν μπορούσαν να τα χρησιμοποιήσουν, διότι η δικονομία δεν τους το επέτρεπε.

* Ήταν δύσκολο να κυνηγήσουν τους τρομοκράτες όταν χτυπούσαν σε ώρες μεγάλης κυκλοφοριακής αιχμής μέσα στην Αθήνα, διότι τα περιπολικά της αστυνομίας δυσκολεύονταν να φτάσουν έγκαιρα στο τόπο του εγκλήματος, λόγω του κυκλοφοριακού χάους που προέκυπτε. Η αστυνομία προσπαθούσε να φτάσει με περιπολικά αυτοκίνητα, όταν οι τρομοκράτες έφευγαν με μηχανάκια, και χάνονταν στο πλήθος. Ακόμα και οι «δικυκλιστές» της αστυνομίας δυσκολεύονταν να κυνηγήσουν τους τρομοκράτες, διότι εκείνοι ήταν ένοπλοι και αποφασισμένοι να σκοτώσουν, ενώ η ΖΗΤΑδες δεν είχαν (και ακόμα δεν έχουν) σαφείς «κανόνες εμπλοκής», δηλαδή οδηγίες που τους επιτρέπουν να χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικά τα όπλα τους, όταν κυνηγούν τρομοκράτες.

Υπήρχε λύση της προμήθειας ελικοπτέρων, τα οποία θα μπορούσαν να βρεθούν πάνω από το σημείο του εγκλήματος μέσα σε ελάχιστο χρόνο και να παρακολουθήσουν (ακόμα και να βιντεοσκοπήσουν) τις προσπάθειες διαφυγής των τρομοκρατών από ασφαλή απόσταση. Αλλά και το ελικόπτερο αγοράστηκε, μετά πολλών κόπων και βασάνων, μετά το 1996 - και αγοράστηκε ένα μόνο, ενώ για την αποτελεσματική κατόπτευση του λεκανοπεδίου όλο το εικοσιτετράωρο χρειάζονταν τουλάχιστον τέσσερα. Και το ένα που αγοράστηκε ουδέποτε εξασφάλισε τα απαραίτητα κονδύλια για να περιπολεί επαρκώς.

Αυτά είναι λίγα μόνο από τα κενά που είχε η νομοθεσία, η νομολογία, η δικονομία και η απλή δίωξη απέναντι στο οργανωμένο έγκλημα. Κι όμως, μια άποψη, ιδιαίτερα στο χώρο της ευρύτερης Αριστεράς (συμπεριλαμβανομένου και του κυρίως ΠΑΣΟΚ, αλλά με θιασώτες και στον συντηρητικό χώρο), υποστήριζε ότι στην Ελλάδα είχαμε «πλήρη και επαρκή νομικά μέσα για να διώξουμε το έγκλημα απλά θέλαμε καλύτερη αστυνομία». Και ύψωναν «τείχη ανυπέρβλητα» σε κάθε απόπειρα δημιουργίας σύγχρονου δικαϊκού πλαισίου, για την πάταξη του απολύτως εκσυγρονισμένου - και οργανωμένου - εγκλήματος. Και παραμέναμε χωρίς ελικόπτερα, με φοβισμένους «ζητάδες», με τρομοκρατημένους ενόρκους και με αστυνόμους, που δεν δικαιούντο ούτε δείγμα DNA των υπόπτων να λάβουν, ούτε επικοινωνίες τρομοκρατών να μπλοκάρουν και να ελέγξουν (μέχρι που ήλθε η Scotland Yard, μετά την δολοφονία Saunders, κι όλα τα εμπόδια κάμφθηκαν ή παρακάμφθηκαν «ως δια μαγείας»).

Δηλαδή, οι διωκτικές αρχές - αστυνομικές και δικαστικές - εξακολοθούσαν να αντιμετωπίζουν το σύγχρονο έγκλημα, με μεθόδους από την εποχή που η αστυνομία κυνηγούσε μικροδιαρρήκτες στις πόλεις, κλεφτοκοτάδες στην επαρχία και «θυελλώδη εγκλήματα τιμής» ανά την επικράτεια. Μέναμε απελπιστικά κολλημένοι σε εποχές όπου τα κυριότερα εγκλήματα που συγκλόνιζαν την ελληνική κοινωνία ήταν … η ζωοκλοπή και οι φόνοι για «λόγους τιμής».

Αριστερά, Τρομοκρατία και καιροσκοπισμός…

Μια πρώτη κατηγορία ανθρώπων που οφείλουν, λοιπόν, να απολογηθούν σήμερα, είναι όσοι υποστήριζαν ότι δεν χρειαζόταν καινούργιο νομοθετικό πλαίσιο, για να αντιμετωπιστούν καινοφανείς μορφές του οργανωμένου εγκλήματος όπως η τρομοκρατία. Οφείλουν να απολογηθούν σήμερα όσοι χαρακτήριζαν απαξιωτικά «τρομονόμους» όλες αυτές τις νομοθετικές απόπειρες, τις αποδοκίμαζαν, τις καταψήφιζαν και οδηγούσαν είτε στην απόρριψή τους είτε στην αποδυνάμωσή τους. Μέχρι που μας τις επέβαλαν εκβιαστικά απ’ έξω (εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων), και μετά από ένα μόλις χρόνο - τι «σύμπτωση»; - «εξαρθρώθηκε» η τρομοκρατία! Ή τέλος πάντων, άρχισε η εξάρθρωσή της… Μόνο που όλοι όσοι αρνούνταν το νέο νομοθετικό πλαίσιο, και αφόπλιζαν τις διωκτικές αρχές, δεν ήταν μόνο αριστεροί και δεν ήταν κατ’ ανάγκην αριστεροί (ακόμα κι όταν έτσι δήλωναν).

Αρκεί να επισημάνουμε, κατ’ αντιδιαστολήν, ότι σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη, ήταν η Αριστερά που πρωτοστάτησε στη λήψη τέτοιων μέτρων:

-- Στην Ιταλία το Κομμουνιστικό Κόμμα, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 έδειξε ιδιαίτερη αποφασιστικότητα στην ψήφιση πολύ πιο αυστηρών νόμων, από εκείνους που ψηφίσαμε εσχάτως στην Ελλάδα.

--Κι όταν οι «Ερυθρές Ταξιαρχείες» συνέλαβαν όμηρο τον Ιταλό Πρωθυπουργό Άλντο Μόρο, ήταν το Κομμουνιστικό Κόμμα Ιταλίας που υιοθέτησε την πιο σκληρή κατασταλτική στάση «καμία συζήτηση, καμία διαπραγμάτευση με τρομοκράτες» ακόμα και τις στιγμές που η Ιταλική Χριστιανοδημοκρατία έδειξε να λιποψυχεί. Εκείνοι ήταν σύγχρονοι Αριστεροί, οι δικοί μας ήταν «καρικατούρες»…

-- Και στην Γερμανία ήταν οι Κεντροαριστεροί Σοσιαλδημοκράτες του κ. Χελμουτ Σμίθ, που έφτιαξαν τα διαβόητα «λευκά κελιά», έκλεισαν μέσα τους αρχηγούς και τα στελέχη της RAF, και μια ωραία πρωϊα τους βρήκαν όλους μαζί απαγχονισμένους! «Αυτοκτόνησαν» συμπτωματικά την ίδια μέρα, σε μια φυλακή όπου ήταν αδύνατο να επικοινωνήσουν, κι όπου τους απαγορεύονταν ακόμα και η ζώνη, ακόμα και τα κορδόνια των παπουτσιών! Όλοι κατάλαβαν τι έγινε τότε. Δεν ήταν ασφαλώς «αριστερό» μέτρο, δεν ήταν «δεξιό» μέτρο - ήταν απάνθρωπο, πέρα για πέρα. Αλλά κεντροαριστερή κυβέρνηση το διέπραξε.

-- Και στην Ισπανία, μήπως θυμάται κανένας υπό το βάρος ποιου σκανδάλου έπεσε ο μακροβιότερος Πρωθυπουργός της μετα-Φρανικικής δημοκρατίας, ο Σοσιαλιστής Φελίπε Γκονζάλες; Κατηγορήθηκε ότι είχε δώσει την άδεια να συγκροτηθούν παρακρατικές ομάδες και να δολοφονούν ηγετικά στελέχη της Βασκικής οργάνωσης ΕΤΑ. Αντίστοιχα είχε διαπράξει και, ο επίσης Σοσιαλιστής, Πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Μιτεράν, ενάντια στην τρομοκρατία των Κορσικανών αποσχιστών.

Σοσιαλιστές και Κομμουνιστές στην Ευρώπη, κράτησαν θέση πολεμικής ενάντια στην τρομοκρατία. Πολλές φορές η πολεμική τους αυτή έφτασε σε απίστευτα επίπεδα υπερβολής. Πάντως πολέμησαν την τρομοκρατία συστηματικά και με συνέπεια. Οι δικοί μας δεν την πολέμησαν.

Εξέφραζαν τη…διαφωνία τους προς τους τρομοκράτες, αλλά εμπόδιζαν με κάθε τρόπο την κοινωνία να λάβει αληθινά μέτρα εναντίον τους. Και γι’ αυτό οφείλουν να απολογηθούν - όπως οφείλουν να απολογηθούν και οι υπόλοιποι μη αριστεροί - που κράτησαν την ίδια ακριβώς στάση. Το «αμάρτημα» αυτό της Αριστεράς, δεν παραπέμπει στην αριστερή ιδεολογία της, παραπέμπει στην απόλυτη παράλυσή της, στην απόλυτο μαρασμό των δημοκρατικών της ανακλαστικών, στον απόλυτο καιροσκοπισμό της και στην ιδεολογική της απίσχναση. Αλλά ο καιροσκοπισμός και η απίσχναση ιδεών δεν είναι «κουσούρια» αποκλειστικά του Αριστερού χώρου. Έτσι δεν είναι;

Ποιοι και γιατί οφείλουν αυτοκριτική σήμερα

* Μια δεύτερη κατηγορία ανθρώπων, που οφείλουν να απολογηθούν, είναι όσοι λοιδορούσαν τις Αρχές όταν προσήγαγαν «συνήθεις υπόπτους» από το χώρο της άκρας Αριστεράς και των Αναρχικών. Κι όταν συνελήφθησαν κάποιοι τρομοκράτες και ομολόγησαν, αποδείχθηκε ότι προέρχονταν κατά κανόνα από το χώρο των «συνήθων υπόπτων». Αυτό, ασφαλώς, ΔΕΝ σημαίνει ότι κάθε αναρχικός είναι τρομοκράτης, ούτε ότι κάθε πρώην ή νυν οπαδός της εξω-κοινοβουλευτικής Αριστεράς, είχε σχέση με τρομοκρατικές δραστηριότητες. Σημαίνει απλώς, ότι οι «συνήθεις ύποπτοι» ήταν ο χώρος προς τον οποίο όφειλαν να στραφούν οι διωκτικές αρχές. Που όμως αποθαρρύνθηκαν δεόντως. Κι όσοι τις αποθάρρυναν οφείλουν σήμερα κάποια αυτοκριτική.

* Μια τρίτη, κατηγορία ανθρώπων, που οφείλουν να απολογηθούν είναι όσοι όχι απλώς αποθάρρυναν τις έρευνες στο χώρο των «συνήθων υπόπτων», αλλά έσπευδαν να ζητήσουν την απόλυση οποιουδήποτε συλλαμβάνονταν ως ύποπτος. Για παράδειγμα, μεταξύ άλλων, είχε συλληφθεί το 1992 ο Τζωρτζάτος, να παρακολουθεί αμερικανούς στη Φιλοθέη. Τότε κάποιοι ραδιοφωνικοί σταθμοί έκαναν εκστρατεία διαπόμπευσης της αστυνομίας και πέτυχαν την απελευθέρωσή του!

* Μια τέταρτη, παρεμφερής, κατηγορία ανθρώπων ήταν όσοι έσπευδαν να οργανώσουν δίκτυα «υπεράσπισης κατηγορουμένων» για συμμετοχή σε τρομοκρατικές ενέργειες. Εδώ ΔΕΝ συμπεριλαμβάνουμε τους συνηγόρους τους. Οι οποίοι υπερασπίζονταν τους κατηγορημένους ως τα Σύνταγμα επιτάσσει. Αναφερόμαστε, μάλλον, σε όλα εκείνα τα περίεργα «δίκτυα υποστήριξης», που έσπευδαν να εξασφαλίσουν την ατιμωρησία οποιουδήποτε πιανόταν για σχέση με την τρομοκρατία. Αποθαρρύνοντας το έργο των διωκτικών αρχών, που αντιλαμβάνονταν, ότι όχι μόνο δεν τους δίνονταν αυξημένα μέσα να κάνουν τη δουλειά τους, αλλά τους εμπόδιζαν να χρησιμοποιήσουν και εκείνα τα απαρχαιωμένα και πενιχρά μέσα που είχαν στα χέρια τους.

* Μια πέμπτη κατηγορία ανθρώπων που οφείλουν αυτοκριτική σήμερα, είναι όσοι επέμεναν στο «δικαίωμα» των τρομοκρατών να δημοσιεύουν πλήρως τα φληναφήματά τους. Οι φιλόνομοι απλοί πολίτες ούτε που διανοούνται ότι μπορούν οι απόψεις τους να βρουν τέτοια δημοσιότητα και να τύχουν τέτοιας προβολής. Οι τρομοκράτες είχαν εξασφαλισμένη προβολή σε όλα τα έντυπα μέσα μεγάλης κυκλοφορίας. Ακόμα και οι ανακοινώσεις των κομμάτων δημοσιεύονται, σχεδόν πάντα, αποσπασματικά και σε περίληψη. Τελικώς, οι τρομοκράτες, είχαν - ως μη όφειλαν - μεγαλύτερο δικαίωμα στην ελεύθερη έκφραση απ’ ότι οι φιλόνομοι πολίτες αλλά και οι νόμιμοι εκπρόσωποι του ελληνικού λαού.

Κατά κάποιο τρόπο το «διαβατήριο» που εξασφάλιζε απόλυτη πρόσβαση και απόλυτη προβολή των απόψεων της τρομοκρατίας στα μεγάλης απήχησης ΜΜΕ ήταν το αίμα των θυμάτων της! Κι αυτό αποτέλεσε την απώτατη ενθάρρυνση της τρομοκρατίας και την ανάδειξή της σε «πολιτικό μέγεθος» που επηρέαζε - έστω και σε οριακές στιγμές - την πολιτική πραγματικότητα στον τόπο μας. Μόνο που για την ανάδειξη των τρομοκρατών σε «πολιτικό μέγεθος», δεν ευθύνονται μόνον οι ίδιοι οι τρομοκράτες, αλλά εκείνοι που τους έδωσαν αυτή τη δυνατότητα. Και αυτοί οφείλουν σήμερα την αυτοκριτική τους.

Όλοι αυτοί δεν είναι μόνο Αριστεροί, ούτε είναι «αριστεροί» οι λόγοι που τους επέβαλαν τις νοσηρές αυτές συμπεριφορές.

Ολόκληρο το πολιτικό σύστημα έδειξε, μέχρι πολύ πρόσφατα, μειωμένη πολιτική βούληση πάταξης της τρομοκρατίας. Και γι’ αυτό ευθύνονται συγκεκριμένες συμπεριφορές και συγκεκριμένες ομάδες ανθρώπων, οι οποίοι με τις πράξεις, τις παραλήψεις και με τις ιδεοληψίες της, αποδυνάμωσαν τα ανακλαστικά της κοινωνίας και αφόπλισαν τις διωκτικές αρχές. Αυτοί οφείλουν σήμερα να κάνουν την αυτοκριτική τους. Και αυτοί δεν προέρχονται μόνο από την Αριστερά, διαχέονται σε πολύ ευρύτερο πολιτικό φάσμα. Ούτε η στάση τους οφείλεται σε «επιρροή των αριστερών ιδεών». Ο καιροσκοπισμός, η ιδιοτέλεια, ή έλλειψη κριτικής σκέψης και η υποταγή στους εκάστοτε ιδεολογικούς «συρμούς» ή στα ανακλαστικά περασμένων δεκαετιών, δεν είναι «αριστερές» ιδέες, δεν είναι «δεξιές» ιδέες - είναι νοσηρό σύμπτωμα μιας ελίτ, έτσι κι αλλιώς εταιροπροσδιοριζόμενης, εταιροκαθοριζόμενης και τηλεκατευθυνόμενης. Που οφείλει σήμερα την αυτοκριτική της… Δεν έπιασε σήμερα τους τρομοκράτες. Την εκβίασαν απ’ έξω να τους πιάσει. Της επέβαλαν να τους πιάσει. Ελπίζουμε, την αυτοκριτική της να την προσφέρει ειλικρινώς και αυτοβούλως. Αυτή τουλάχιστον…

ΤΟ «ΝΤΟΜΙΝΟ» ΤΟΥ ΙΡΑΚ…
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
17/10/2002                                                                                                      

Τι ακριβώς επιδιώκουν οι ΗΠΑ στο Ιράκ; Ποια στάση οφείλουν να κρατήσουν οι Ευρωπαίοι έναντι της αμερικανικής πολιτικής; Τι επιπτώσεις θα έχει στον υπόλοιπο κόσμο; Και πως θα επιδράσει στα ευρωπαϊκή συμφέροντα μεσο-μακροπρόθεσμα;Ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή:Η Ουάσιγκτων επιθυμεί να ανατρέψει το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεϊν στο Ιράκ.
* Πρώτον, διότι, όντως φαίνεται ότι ο Σαντάμ προσπαθεί συστηματικά να δημιουργήσει όπλα μαζικής καταστροφής. Επί πλέον, έχει επανειλημμένως δείξει ότι δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει ό,τι όπλα έχει στη διάθεσή του. Όλα αυτά, όμως, αποτελούν, στην καλύτερη περίπτωση, ένα ισχυρό πρόσχημα μάλλον, παρά το κύριο αίτιο ανάδειξης του Ιράκ ως του «πρωταρχικού στόχου» της αμερικανικής πολιτικής.
* Δεύτερον, διότι στον Μουσουλμανικό κόσμο, υπάρχει ένας αντι-δυτικός ριζοσπαστισμός, επί κεφαλής του οποίου προσπαθούν να τεθούν δύο δυνάμεις: Το «πολεμικό Ισλάμ» - ο φονταμενταλισμός τύπου Αλ Κάϊντα - και ο μουσουλμανικός (όχι αραβικός πλέον) εθνικισμός. Ένα κίνημα, λιγότερο θεοκρατικό, αλλά όχι λιγότερο επικίνδυνο - για τη Μέση Ανατολή και όχι μόνο…
Ενάντια στο «πολεμικό Ισλάμ» γενικότερα (και την Αλ Κάϊντα πιο συγκεκριμένα), η αμερικανική πολιτική κατέφερε ισχυρό πλήγμα πέρσι, με την εκκαθάριση του Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν. Αλλά ο μουσουλμανικός ριζοσπαστισμός δεν μειώθηκε, αντίθετα πυροδοτήθηκε ακόμα περισσότερο. Σε αυτό συνέτεινε, μάλιστα και η αντεπίθεση του Ισραήλ κατά των Παλαιστινίων στα κατεχόμενα. Τώρα, λοιπόν, οι αμερικανοί νιώθουν ότι πρέπει να εξουδετερώσουν και τον άλλο «επίδοξο ηγέτη» του μουσουλμανικού ριζοσπαστισμού. Κι αυτός είναι ο Σαντάμ Χουσεϊν.
Υπάρχει, λοιπόν, ένας «ανταγωνισμός» μέσα στον μουσουλμανικό κόσμο, για το ποιος θα εκφράσει το αντιδυτικό ριζοσπαστισμό: ο Μπίν Λάντε και η «Αλ Κάϊντα» ή ο Σαντάμ Χουσεϊν και ο μουσουλμανικό εθνικισμός του. Η αμερικανική στρατηγική είναι διττή: Αρχικώς να εξουδετερώσει όλους τους επίδοξους ηγέτες του. Και στη συνέχεια να συνδιαλλαγεί με τα μετριοπαθή καθεστώτα της περιοχής, ώστε να κατευνάσει το «μένος» των μουσουλμανικών λαών.
Η επίλυση του Παλαιστινιακού
* Τρίτον, απαραίτητη προϋπόθεση για την οριστική συνδιαλλαγή με τα μετριοπαθή καθεστώτα του Ισλαμ είναι η επίλυση του Παλαιστινιακού. Εδώ οι ΗΠΑ έχουν κάνει αρκετά θεαματική στροφή το τελευταίο διάστημα. Τον τελευταίο χρόνο υιοθέτησαν για πρώτη φορά ρητά την προοπτική άμεσης δημιουργίας παλαιστινιακού κράτους. Και τον τελευταίο μήνα στράφηκαν - επίσης για πρώτη φορά - κατά στο Ισραήλ, όταν το τελευταίο επιχειρούσε, ξανά, τον αποκλεισμό του Γιασέρ Αραφάτ στην Ραμάλα. Και πέτυχαν την αναδίπλωση των ισραηλινών δυνάμεων.
Το πρόβλημα είναι ωστόσο, ότι βιώσιμο Παλαιστινιακό κράτος στα κατεχόμενα είναι αδύνατο να υπάρξει. Άλλωστε το ίδιο το Μεσανατολικό πρόβλημα οφείλεται στο γεγονός ότι το 1947, η Γενική Συνέλευση του, νεοπαγούς τότε, ΟΗΕ, δημιούργησε όχι ένα άλλα δύο νέα κράτη με ΜΗ βιώσιμα σύνορα. Έκτοτε, οι μεν Ισραηλινοί προσπαθούν να καταστήσουν τα σύνορά τους «βιώσιμα», σε βάρος των αράβων γειτόνων τους και των Παλαιστινίων. Οι δε Άραβες προσπαθούν να εξαλείψουν το Ισραήλ από το χάρτη, ώστε να υπάρξει βιώσιμο κράτος Παλαιστινίων.
Ειρήνευση στη Μέση Ανατολή μπορεί να υπάρξει μόνον όταν δημιουργηθούν βιώσιμα σύνορα και για το Ισραήλ και για τους Παλαιστίνιους. Αλλά οι ημιαυτόνομες περιοχές της δυτικής όχθης στα ανατολικά του Ισραήλ (δυτική όχθη του Ιορδάνη) και η λωρίδα της Γάζας, στα δυτικά του, δεν μπορούν να αποτελέσουν βιώσιμα σύνορα
Η μόνη λύση στο πρόβλημα είναι να δημιουργηθεί Παλαιστινιακό κράτος με «βάθος» και «ενδοχώρα» εκτός Ισραήλ, ώστε να μπορέσει στη συνέχεια να προσαρτήσει και τη δυτική όχθη του Ιορδάνη.Αλλά περιοχές με παλαιστινιακούς πληθυσμούς υπάρχουν δίπλα στο Ισραήλ: είναι το δυτικό μέρος της Ιορδανίας, της οποίας η πληθυσμός είναι κατά πλειοψηφία Παλαιστινιακός. Συνεπώς λύση στο πρόβλημα δημιουργίας βιώσιμου Παλαιστινιακού κράτους υπάρχει, μόνο που προϋποθέτει το διαμελισμό της Ιορδανίας.
Αυτή είναι μια λύση, η οποία και από το Ισραήλ είναι αποδεκτή και από τους Παλαιστίνιους. Να σημειωθεί ότι το 1969, οι Παλαιστίνιοι, υπό τον Γιασέρ Αραφάτ προσπάθησαν να πάρουν την εξουσία στην Ιορδανία και η εξέγερσή τους καταπνίγηκε στο αίμα από το καθεστώς του τότε Ιορδανού βασιλιά Χουσεϊν. Πρόκειται για την σφαγή του «Μαύρου Σεπτέμβρη» (του 1969), κατά την οποία έχασαν τη ζωή τους δεκάδες χιλιάδες Παλαιστινίων της Ιορδανίας, ενώ 100δες χιλιάδες συμπατριωτών τους πήραν το δρόμο της προσφυγιάς (κυρίως στο Λίβανο).
Ο διαμελισμός της Ιορδανίας μπορεί να δημιουργήσει ένα βιώσιμο Παλαιστινιακό κράτος, το οποίο στη συνέχεια θα προσαρτήσει τα κατεχόμενα εδάφη της δυτικής όχθης.
«Λύση ντόμινο» στο Ιράκ
Μόνο που το πρόβλημα του διαμελισμού της Ιορδανίας, δεν είναι απλή υπόθεση, ασφαλώς. Κι εδώ έρχεται η ανατροπή του Σαντάμ να λύσει την «πεπλεγμένη εξίσωση»: Όπως είναι γνωστό, οι Αμερικανοί από τώρα ετοιμάζουν «λύση Ομοσπονδίας» για το Ιράκ, την επαύριο της ανατροπής του Σαντάμ.
Η λύση αυτή προβλέπει ένα κουρδικό θύλακα στο βορρά, ένα Σουνιτικό - αραβικό θύλακα στο κέντρο της χώρας (γύρω από το Βαγδάτη) κι ένα Σιτικό, (ενδεχομένως φιλοϊρανικό) θύλακα στο νότο (γύρω από τη Βασόρα).
Είναι γνωστό σε όλους, ήδη από τώρα, ότι τέτοια Ομοσπονδία στη Μέση Ανατολή δεν θα έχει καμία βιωσιμότητα μακροχρόνια. Καθεμία από τις «συνιστώσες» της θα «αλλοιθωρίζει» προς διαφορετικές κατευθύνσεις. Το βόριο τμήμα θα αποβλέπει να δημιουργήσει ανεξάρτητο Κουρδικό κράτος. Το νότιο τμήμα της να συνδεθεί με το γειτονικό, και επίσης Σιιτικό, Ιράν. Ενώ το κεντρικό τμήμα της, θα προσβλέπει στη γειτονική Ιορδανία (υπό τις εγγυήσεις και την «υψηλή εποπτεία», ενδεχομένως, της Συρίας). Οι άραβες Σουνίτες του κεντρικού Ιράκ, θα νιώσουν μεγαλύτερη ασφάλεια με τους επίσης άραβες της ανατολικής Ιορδανίας, παρά ως «εταίροι» μιας ομοσπονδίας με εχθρικά καντόνια Σιιτών και Κούρδων.
Συνεπώς, η ανατροπή του Σαντάμ Χουσεϊν στο Ιράκ και η πολιτειακή μεταβολή στη χώρα αυτή, αποτελεί απλώς το πρώτο βήμα για μια διαδικασία «ντόμινο» σε ολόκληρη της περιοχή, που θα αλλάξει και το χάρτη συνολικά και την κατανομή των «επιρροών» στην περιοχή, επιλύοντας και μακροχρόνια προβλήματα ανισορροπιών που δημιουργούσαν εστίες πολεμικών συγκρούσεων.
Οδηγεί στον τελικό διαμελισμό τόσο του ίδιου του Ιράκ, όσο και της γειτονικής Ιορδανίας, με τη δημιουργία ενός Παλαιστινιακού κράτους (στη δυτική Ιορδανία), ενός νέου αραβικού κράτους (στην ανατολική Ιορδανία και το κεντρικό Ιράκ) κι ενός Κουρδικού κράτους στο βόρειο Ιρακ.
Η πετρελαϊκή διάσταση της κρίσης
* Ο τελευταίος λόγος της σχεδιαζόμενης αμερικανικής επιχείρησης, έχει να κάνει με το πετρέλαιο. Αυτή τη στιγμή το ενιαίο Ιράκ διαθέτει το 7% των παγκοσμίων αποθεμάτων πετρελαίου, αλλά σήμερα ελάχιστα συνεισφέρει στην παγκόσμια προσφορά, λόγω του αποκλεισμού που έχει υποστεί το καθεστώς Σαντάμ εδώ και δώδεκα χρόνια. Αν επιτύχει η αμερικανική επιχείρηση, αυτή η ποσότητα, πρώτον γίνεται διαθέσιμη στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου, δεύτερον, σπάζει στα δύο τουλάχιστον, επομένως μειώνεται η «μονοπωλιακή ισχύς» του Ιράκ συνολικά. Αυτή η εξέλιξη συμφέρει διπλά τους καταναλωτές πετρελαίου (αισθητά μεγαλύτερη προσφορά και μειωμένη μονοπωλιακή δύναμη των παραγωγών), ενώ οδηγεί μεσοπρόθεσμα σε πολύ χαμηλότερες τιμές ενεργείας.
Να σημειωθεί, ωστόσο, ότι και ορισμένοι μεγάλοι παραγωγοί πετρελαίου (όπως η Σαουδική Αραβία) θα έβλεπαν, ενδεχομένως με καλό μάτι μια τέτοια εξέλιξη, διότι έτσι θα μπορέσουν να εξοικονομήσουν τα δικά τους αποθέματα.
Μετά τον Πόλεμο στον Περσικό (ο οποίος έγινε για να απελευθερώσει το Κουβέϊτ και να προστατέψει τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ, από τον σαρωτικό κίνδυνο των στρατευμάτων του Σαντάμ) οι χώρες της Αραβικής χερσονήσου ανέλαβαν την υποχρέωση να αυξήσουν τη ροή πετρελαίου προς την διεθνή αγορά, ώστε να αντικαταστήσουν την προσφορά του Ιράκ, στο οποίο είχε επιβληθεί εμπάργκο εξαγωγών. Αυτή η «υπερ-προσφορά» των υπολοίπων πετρελαιοπαραγωγών χωρών της περιοχής, επί μια δεκαετία και πλέον, οδήγησε σε απομείωση των αποθεμάτων τους για την οποία άρχισαν ήδη να ανησυχούν.
Τώρα με το «άνοιγμα της κάνουλας» για το Ιρακινό πετρέλαιο στη διεθνή αγορά, ανακουφίζεται αρκετά αυτή η υπερεκμετάλλευση αποθεμάτων των υπολοίπων χωρών. Για τις οποίες το πετρέλαιο είναι ο μοναδικός τους πλούτος και θέλουν να διαρκέσει όσο το δυνατόν περισσότερο.
«Ανταλλάγματα» προς όλους
Για να επιτύχει, ωστόσο, μια τέτοια επιχείρηση, πρέπει να συναινέσουν πολλοί. Και για να συναινέσουν πολλοί, πρέπει να λάβουν τα κατάλληλα «ανταλλάγματα»:
Για παράδειγμα πρέπει να συναινέσουν αρκετοί από τον Αραβικό κόσμο. Και τα ανταλλάγματα που έχουν να ελπίζουν τα αναφέραμε ήδη: Οριστική επίλυση του Παλαιστινιακού, αυξημένο ρόλο για τη Συρία στην περιοχή, ανακούφιση των αποθεμάτων της Αραβικής χερσονήσου από την «υπερεκμετάλλευση» των τελευταίων ετών κλπ.
Πρέπει να συναινέσουν και οι δύο «μεγάλοι» του Συμβουλίου Ασφαλείας: Η Ρωσία και η Κίνα. Η Ρωσία ήδη διαπραγματεύεται να αποφύγει την άσκηση βέτο, με δύο καίρια ανταλλάγματα: να της επιτραπεί πλήρης άσκηση ηγεμονίας στην Κεντρική Ασία και τον Καύκασο καθώς και την ανάδειξή της στη μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγό χώρα του κόσμου (και τον προνομιακό εφοδιαστή της αμερικανικής αγοράς, ίσως και της Ιαπωνίας για τις επόμενες δεκαετίες).
Εδώ αξίζει να δούμε ένα αξιοσημείωτο «δούναι και λαβείν». Οι ΗΠΑ δίνουν το «πράσινο φώς» στην Τουρκία να κατασκευάσει τον οικονομικά ασύμφορο πετρελαιαγωγό Μπακού - Τσεϊχάν, ο οποίος, εφ’ όσον κατασκευαστεί και λειτουργήσει, θα «παρακάμπτει» το ρωσικό έλεγχο πάνω στη διακίνηση των φυσικών πόρων της Κασπίας. Έτσι εξασφαλίζουν τη ανοχή της Τουρκίας για τις αμερικανο-βρετανικές επιχειρήσεις στο γειτονικό Ιράκ.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, οι Αμερικανοί διαπραγματεύονται με τους Ρώσους την ανοχή τους για τις ρωσικές επιχειρήσεις σε βάρος της Γεωργίας από την οποία θα διέρχεται ο πετρελαιοαγωγός Μπακού Τσεϊχάν.
Έτσι οι αμερικανοί δείχνουν να «προσφέρουν» στην Τουρκία τον αγωγό αυτό για να παρακαμφθεί ο ρωσικός έλεγχος, και ταυτόχρονα να προσφέρουν στη Ρωσία την άδεια να διασπάσει τον αγωγό αυτό και να αποκαταστήσει και πάλι τον έλεγχο της στη διακίνηση των πετρελαίων της Κασπίας. Και το σπουδαιότερο: οι Αμερικανοί, προσφέρουν και στη μια πλευρά και στην άλλη, «ανταλλάγματα», τα οποία στους ίδιους δεν στοιχίζουν τίποτε.
Όσον αφορά την Κίνα, έχει δύο πράγματα να περιμένει από τις ΗΠΑ: Πρώτον, την αμερικανική υποστήριξη για την πλήρη ένταξη της Κίνας στους μηχανισμούς του διεθνούς εμπορίου και, δεύτερον, την αμερικανική ανοχή για τις σχεδιαζόμενες «επιχειρήσεις» της Κίνας σε βάρος των μουσουλμανικών μειονοτήτων της στις δυτικές επαρχίες της.
Τέλος, το στρατιωτικό σκέλος της σχεδιαζόμενη επιχείρησης δεν απαιτεί ιδιαίτερη στήριξη από «τρίτες χώρες»:
Αντίθετα, προβλέπει πρώτον, τον εξαναγκασμό των Σαντάμ να δεχθεί ξένες δυνάμεις κατοχής με το πρόσχημα της «συνοδείας» των παρατηρητών του ΟΗΕ. Δεύτερον, την εξέγερση των Κούρδων στο βορρά (οι ηγέτες των οποίων, Ταλαμπανί και Μπαρζανί κατάφεραν να συνασπιστούν εκ νέου). Τρίτον, μια πιθανή αμερικανο-βρετανική απόβαση στο νότο (περιοχή Βασόρας), σε περιοχή που είναι ήδη αποστρατιωτικοποιημένη από το 1991.
Συνεπώς αμερικανοί και βρετανοί σχεδιάζουν να θέσουν τη χώρα υπό τον έλεγχό τους, με το ελάχιστο κόστος και ρίσκο και με τρόπο που να προωθεί τον εξαναγκασμό του Σαντάμ σε φυγή, μάλλον, παρά την βίαιη κατάληψη της χώρας με συμβατικές πολεμικές επιχειρήσεις. Πρόκειται για μια επιχείρηση, που απαιτεί την συναίνεση του Συμβουλίου Ασφαλείας παρά την συμμετοχή των όμορων χωρών. Άρα η διαπραγματευτική θέση της Ρωσίας (που διαθέτει δικαίωμα βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας) έναντι των ΗΠΑ, είναι πολύ ισχυρότερη από την αντίστοιχη διαπραγματευτική θέση της Τουρκίας (η οποία διέρχεται και χρόνια εσωτερική κρίση).
Ατονούν οι ατλαντικές προτεραιότητες των ΗΠΑ;
Το πιο ενδιαφέρον, όμως, είναι ότι πρόκειται για μια επιχείρηση η οποία περιθωριοποιεί τελείως την Ευρωπαϊκή Ένωση έναντι των ΗΠΑ. Μπορεί να προχωρήσει και να ολοκληρωθεί επιτυχώς και χωρίς τη βοήθεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αρκεί η «αδελφική συνδρομή» της Βρετανίας, και η ανοχή της Γαλλίας στα Ηνωμένα Έθνη. Και την ανοχή αυτή, η Γάλλοι θα την επιδείξουν, όπως φαίνεται, πολλώ μάλλον που προσδοκούν κι αυτοί κάποια «ανταλλάγματα» για τις πετρελαϊκές τους εταιρίες από την μελλοντική εκμετάλλευση των Ιρακινών αποθεμάτων.
Οι ΗΠΑ προχωρούν σε νέες συμμαχίες (που δεν τους κοστίζουν τίποτε) και βαθμιαία φαίνονται να εγκαταλείπουν, αν όχι τους ατλαντικούς συμμάχους τους, τουλάχιστον τις ατλαντικές προτεραιότητές τους. Οι οποίες κοστίζουν αρκετά στον αμερικανικό προϋπολογισμό. Και από τη σκοπιά των αμερικανών, δεν έχουν πλέον κανένα όφελός για τους ίδιους.
Αν η υπόθεση του Ιράκ έχει ένα διεθνές ανατρεπτικό αποτέλεσμα, πέραν της ίδιας της Μέσης Ανατολής (και πέραν των συνθηκών στην αγορά πετρελαίου, βεβαίως) αυτό είναι ότι περιθωριοποιεί τις ατλαντικές προτεραιότητες των ΗΠΑ και αναδεικνύει άλλες προτεραιότητες και άλλες συμμαχίες - κυρίως με τη Ρωσία, αλλά και με τοπικές δυνάμεις στον υπόλοιπο κόσμο.
Αυτό για την Ευρώπη, μπορεί να σημαίνει δύο πράγματα: Είτε θα αναγκαστεί να επιταχύνει τις διαδικασίες Ολοκλήρωσής της, για να μπορέσει να σταθεί απέναντι στις ΗΠΑ με μεγαλύτερο «εκτόπισμα», είτε, αντιθέτως, κάθε μια από τις «εθνικές συνιστώσες» της Ευρώπης, θα αναζητήσει μιαν ιδιαίτερη «προνομιακή» σχέση με την αμερικανική ηγεμονία. Είτε θα «εκβιαστεί» η γέννηση ενιαίας ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής, είτε θα «επαν-εθνικοποιηθούν» πλήρως οι εξωτερικές πολιτικές των ευρωπαϊκών χωρών.
Κατά πάσα πιθανότητα θα συμβεί το δεύτερο: Οι ατλαντικές προτεραιότητες των ΗΠΑ (και οι ατλαντικές εγγυήσεις ασφαλείας που προσέφεραν οι ΗΠΑ στην Ευρώπη) ήταν η άδηλη, πλην αναγκαία προϋπόθεση της ευρωπαϊκές Ολοκλήρωσης ως τώρα. Από τη στιγμή που οι ατλαντικές προτεραιότητες των ΗΠΑ ατονούν, η Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση είτε θα υποχρεωθεί να κάνει το «μεγάλο άλμα» προς τα μπρος, είτε θα εκτραπεί σε «εθνικές λύσει»ς συνδιαλλαγής με τη μόνη «υπερδύναμη». Κι αυτό το άλμα προς τα μπρος η Ευρώπη μοιάζει σήμερα πολύ διχασμένη για να μπορέσει να το αποτολμήσει…

Δέκα σημεία για την πρόταση Ανάν

TOY ΧΡΥΣΑΝΘΟY ΛΑΖΑΡΙΔΗ
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ και 11/12/2002, ΑΝΤΙΒΑΡΟ

* Πρώτον: τo Σχέδιο Ανάν είναι ΜΗ λειτουργικό. Δεν έχει καμία σχέση με το Ελβετικό ή με το Βελγικό πολιτειακό μοντέλο. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε.
* Δεύτερον: ΜΗ λειτουργικά σχέδια δεν αποτελούν «λύσεις» σε μακροχρόνια ζητήματα. Δεν αποτελούν καν «κακές λύσεις». Αποτελούν μάλλον προβλήματα χειρότερα από αυτά που επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν. Προκαλούν εντάσεις μεταξύ των πληθυσμών και τελικώς επιφέρουν συγκρούσεις. Αποτελούν τις «θρυαλλίδες» των επομένων τοπικών ή περιφερειακών κρίσεων. Γι’ αυτό δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε ως ειρηνόφιλοι άνθρωποι, ως πολίτες του κόσμου, που μας ενδιαφέρει η μακροχρόνια σταθερότητα και οι συνθήκες που την διασφαλίζουν.
* Τρίτον: το Σχέδιο Ανάν, επί πλέον, είναι ΜΗ δημοκρατικό. Σύγχρονη δημοκρατία είναι το καθεστώς όπου κυβερνά η πλειονότητα και προστατεύονται τα δικαιώματα των μειονοτήτων. Αν γινόταν αποδεκτό το Σχέδιο Ανάν, η Ελληνοκυπριακή πλειονότητα δεν θα μπορεί να κυβερνήσει, ενώ η Τουρκοκυπριακή μειονότητα, έχει προ πολλού εξαναγκασθεί σε φυγή στο εξωτερικό από το κατοχικό καθεστώς του «Αττίλα» κι έχει εκτοπιστεί από τους πολυάριθμους εποίκους. Με το Σχέδιο Ανάν, οι Τουρκοκύπριοι δεν προστατεύονται, αντίθετα, οι έποικοι γίνονται «συγκυρίαρχοι» σε ολόκληρη την Κύπρο – σε βάρος και των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε ούτε ως δημοκράτες.
* Τέταρτον: το Σχέδιο Ανάν κάνει κάτι παραπάνω: Θεσπίζει μηχανισμό για να λυθεί το πρόβλημα ακυβερνησίας που το ίδιο δημιουργεί. Θεσμοθετεί το «ανώτατο» δικαστήριο, με τρεις Ελληνοκυπρίους, τρεις «Τουρκοκυπρίους» και τρεις ξένους «δικαστές», οι οποίοι δεν θα δικάζουν απλώς, αλλά θα αποφασίζουν για κάθε ζήτημα στο οποίο δεν μπορεί να ληφθεί απόφαση – με ιδιαίτερη μνεία για τα προβλήματα που μπορεί να δημιουργήσει η ακυβερνησία στην Ευρωπαϊκή εκπροσώπηση της Κύπρου (άρθρο 34 παράγραφος 6). Αυτό σημαίνει ότι οι δικαστές που θα ορίζονται απ’ έξω γίνονται οι πραγματικοί, «κυβερνήτες» της Κύπρου. Χωρίς να εκπροσωπούν τον λαό της Κύπρου (Ελληνοκύπριους ή Τουρκοκύπριους), χωρίς να εκλέγονται από αυτόν και χωρίς να λογοδοτούν σε αυτόν. Δηλαδή χωρίς να έχουν την παραμικρή δημοκρατική νομιμοποίηση. Για πρώτη φορά γίνεται προσπάθεια να εγκαθιδρυθεί προτεκτοράτο, με τη σύμφωνη γνώμη εκείνων στους οποίους θα επιβληθεί. Αυτό δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε, ούτε ως πολίτες του κόσμου.
* Πέμπτον: Αυτό το προτεκτοράτο, με ολοφάνερο έλλειμμα δημοκρατικής νομιμοποίησης, μπαίνει και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Πράγμα που σημαίνει ότι η δύναμη που ελέγχει τους τρεις ξένους «δικαστές» θα καθορίζει και την πολιτική της Κύπρου στην Ένωση, άρα θα μπορεί να μπλοκάρει και τις εξελίξεις στην Ευρώπη. Αν η δύναμη που διορίζει και ελέγχει τους τρεις ξένους δικαστές είναι οι ΗΠΑ, η Ουάσιγκτων αποκτά πλέον – μέσω Κύπρου – αυξημένα δικαιώματα ΜΕΣΑ στην Ένωση, ακόμα και δικαίωμα βέτο. Επί πλέον, αν οι ΗΠΑ ελέγχουν τους τρεις δικαστές (μέσω των Ηνωμένων Εθνών), μπορούν να ενθαρρύνουν μια πολιτική εμπλοκή που ενδεχομένως θα θέλει να δημιουργήσει η ¶γκυρα, μέσω του Τουρκοκυπριακού συστατικού κρατιδίου, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Έτσι, η Ευρώπη συνολικά, μπορεί να γίνει, – μέσω Κύπρου και ελέω Ουάσιγκτων – «αιχμάλωτη» της ¶γκυρας. Αυτό ως Ευρωπαίοι δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε. Όπως έχουν λόγο να το αντιμετωπίσουν με απόλυτη καχυποψία κι άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί, από εκείνους που θα κληθούν να επικυρώσουν την ένταξη της Κύπρου, στους επόμενους 16 μήνες. Συνεπώς, αν περάσει το Σχέδιο Ανάν, ως έχει, όχι μόνο δεν θα «βοηθήσει» την ένταξη της Κύπρου, αλλά είναι πιθανόν να την δυσκολέψει πολύ περισσότερο.
* Έκτον: Συνολικά, το Σχέδιο Ανάν, δεν μπορούμε να το δεχθούμε, όπως προτάθηκε, ούτε ως Έλληνες, ούτε ως Ευρωπαίοι, ούτε ως πολίτες του κόσμου, ούτε ως δημοκράτες. Δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε με οποιαδήποτε ανθρώπινη ιδιότητα, με, οποιαδήποτε «ταυτότητα» πολίτη ή σκεπτομένου ανθρώπου. Μπορούμε, μόνο να το αποδεχθούμε παθητικά ως «ανδράποδα». Είμαστε, Έλληνες, Ευρωπαίοι, Πολίτες του κόσμου. Πάντως, «ανδράποδα» ΔΕΝ είμαστε, ΟΥΤΕ έχουμε καμία διάθεση να γίνουμε.
* Έβδομον: Μήπως, τουλάχιστον, θα μπορούσε το Σχέδιο Ανάν, να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης ώστε να «βελτιωθεί»; Το πρόβλημα εδώ είναι ότι η διαδικασία που προτάθηκε από τον ίδιο τον κ. Ανάν, αποκλείει, κάθε ουσιαστική διαπραγμάτευση. Προβλέπει ότι, αν υπογραφεί «προσύμφωνο» στις αρχές Δεκεμβρίου, οι δύο πλευρές αναλαμβάνουν την υποχρέωση να αποδεχθούν τελικώς. τις λύσεις που θα δώσει ο ίδιος ο κ. Ανάν (σε όσα ζητήματα δεν καταφέρουν να συμφωνήσουν μεταξύ τους). Δεν θα έχουν, δηλαδή, το δικαίωμα να φύγουν από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων (οpting out). Όπου δεν υπάρχει δικαίωμα μιας πλευράς να εγκαταλείψει, δεν έχουμε πραγματικές διαπραγματεύσεις, έχουμε εκβιαστική αποδοχή δεσμευτικής διαιτησίας. Αυτό είναι επίσης κάτι που δεν μπορούμε να αποδεχθούμε.
* Όγδοο: Αν υπάρχει κάποιο νόημα στην διπλωματική προσπάθεια, αυτή τη στιγμή, είναι να ανατρέψουμε τη διαδικασία συζήτησης. Να καταργηθεί η δεσμευτική διαιτησία. Να επιβληθεί ανοικτή διαπραγμάτευση. Κάτι, άλλωστε, στο οποίο θα ζητήσει, ίσως, και η Τουρκοκυπριακή πλευρά. Το Σχέδιο Ανάν, ως έχει, δεν μπορούμε να το αποδεχθούμε ούτε καθ’ αυτό, ούτε ως προτεινόμενη διαδικασία υποχρεωτικής διαιτησίας. Μπορούμε, ωστόσο, . να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε τη διαδικασία αυτή, αποδεσμεύοντάς την και από τις προθεσμίες της Κυπριακής Ένταξης.
* Ένατο: Στο μεταξύ πρέπει να ενισχύσουμε τη διαπραγματευτική θέση μας ως Ελληνισμός συνολικά: Να καταδείξουμε ότι η Ελληνική κοινή Γνώμη, αλλά και η Κοινή Γνώμη των Ελληνοκυπρίων δεν αποδέχεται το Σχέδιο Ανάν. Να ενισχύσουμε τις προσπάθειες για ανατροπή της εκβιαστικής διαδικασίας που προτείνει ο κ. Ανάν. Να δημιουργήσουμε Κινήσεις Πατριωτικής Αντίστασης, σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο. Από όλους τους πολίτες, ανεξαρτήτως κομματικής ένταξης. Ώστε να ενθαρρύνουμε τις κυβερνήσεις μας να κρατήσουν συνεπή θέση, να αποθαρρύνουμε όλους όσους θέλουν να «λύσουν το Κυπριακό όπως-όπως», ανοίγοντας την πόρτα για την επιβολή αντιστοίχων «λύσεων» αύριο στο Αιγαίο και τη Θράκη. Να οργανώσουμε κινητοποιήσεις παντού. Να ενισχύσουμε το φρόνημα του ελληνισμού και τη διαπραγματευτική θέση των κυβερνητών του.
* Αυτή η «νεοταξίτικη» διπλωματία – η επιβολή εκβιαστικών «λύσεων» σε μακροχρόνια προβλήματα, χωρίς να αποκαθίσταται το δίκαιο – έχει ήδη αποτύχει και στην περίπτωση του Παλαιστινιακού (κατέρρευσε ήδη η Συμφωνία του Όσλο) και στην περίπτωση του Βορειοϊρλανδικού (κατέρρευσε και η Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής). Θα προσφέρουμε μεγάλες υπηρεσίες στην παγκόσμια κοινωνία (αλλά και στα συμφέροντά μας), αν εξασφαλίσουμε την αποτυχία αυτής της ανορθόδοξης, «νεοταξικής διπλωματίας». Και θα αποθαρρύνουμε κάθε νέα απόπειρα να επαναληφθεί στο μέλλον, σε βάρος άλλων λαών. Όποιοι προσπαθούν να αναβιώσουν «Αυτοκρατορίες», θα πρέπει να πάρουν το μάθημά τους: Οι λαοί γνωρίζουν να αντιστέκονται, να μένουν όρθιοι, να υπερασπίζονται τα δίκια τους, Οι Δημοκρατία και τα Έθνη νίκησαν της Αυτοκρατορίες εδώ και έναν αιώνα. Κι αυτή η νίκη είναι ανεπίστρεπτη.



ΚΕΡΔΙΣΑΜΕ ΕΠΕΙΔΗ ΔΕΝ ΠΕΡΑΣΕ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΑΣ!

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    15 ΜΑΪΟΥ 2003

Στο Κυπριακό υπάρχει σημαντική βελτίωση της ελληνικής θέσης. Όμως, βρεθήκαμε κερδισμένοι, όχι γιατί είχαμε «ορθή πολιτική», αλλά διότι οι διεθνείς συνθήκες μας ωφέλησαν συγκυριακά, και διότι η Τουρκία διέπραξε μεγαλύτερα σφάλματα από μας. Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι βγήκαμε ωφελημένοι. Απλώς, υπογραμμίζει ότι χωρίς ορθή πολιτική, τα οφέλη που συγκυριακά μας προέκυψαν, εύκολα μπορούν να εξανεμιστούν ή να αντιστραφούν.
Πράγματι, η ελληνική πολιτική στην Κύπρο, από το Νοέμβριο μέχρι και σήμερα, συνίστατο σε δύο στοιχεία:
-- Πρώτον, να υπογράψουμε το περιβόητο Σχέδιο Ανάν, όχι γιατί ήταν «δίκαιη» λύση – που ΔΕΝ ήταν – όχι γιατί ήταν «βιώσιμη» λύση – που ΔΕΝ ήταν – όχι γιατί ήταν «λειτουργική» λύση – που δεν ήταν - αλλά για δύο άλλους λόγους που επικαλέστηκε τότε η Κυβέρνηση: γιατί, όπως υποστήριξε, ήταν «το καλύτερο που μπορούσαμε να επιτύχουμε» και διότι, αν δεν υπογραφόταν το Σχέδιο Ανάν υπήρχε κίνδυνος να έχανε η Κύπρος την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση
Και οι δύο αυτές υποθέσεις αποδείχθηκαν εσφαλμένες: Πρώτον, η Κύπρος έγινε δεκτή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, χωρίς να υπογράψει το Σχέδιο Ανάν. Δεύτερον, αφού υπογράφηκε η ένταξη της Κύπρου στην Ένωση, οι εξελίξεις που ακολούθησαν ανέτρεψαν τα δεδομένα υπέρ μας, κατέστησαν ήδη ξεπερασμένο τα Σχέδιο Ανάν, και τώρα επιτρέπουν να διαπραγματευθούμε από καλύτερες θέσεις – να διαπραγματευθούμε πλέον, με βάση του Κοινοτικό Κεκτημένο, το οποίο παραβίαζε κατάφωρα το Σχέδιο Ανάν.
-- Δεύτερον, πιέζαμε την Ευρώπη να δώσει ημερομηνία έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων στην Τουρκία. Η Ευρώπη δεν έδωσε τέτοια ημερομηνία, απλώς υποσχέθηκε να εξετάσει εκ νέου της Τουρκική υποψηφιότητα, στα τέλη του 2004, χωρίς να δεσμευτεί, αν τελικώς θα της δώσει την πολυπόθητη ημερομηνία, ακόμα και τότε. Το ότι η Κύπρος μπήκε, παρά τις Τουρκικές διαμαρτυρίες και η ίδια η Τουρκία έμεινε απ’ έξω, παρά τις πιέσεις που ασκήθηκαν για να μπεί, αποτελεί ασφαλώς διπλό κόλαφο σε βάρος της Άγκυρας. Η Ελλάδα, ασφαλώς ωφελήθηκε απ’ αυτό, αλλά ΔΕΝ ήταν η Ελλάδα που πέρασε την πολιτική της – ούτε στην Κύπρο ούτε στις Βρυξέλλες.
Βεβαίως, έχει ακουστεί και το παράδοξο επιχείρημα, ότι ακριβώς, άλλα ζητάγαμε κι άλλα επιθυμούσαμε. Δηλαδή επιτύχαμε αυτά που επιθυμούσαμε, ζητώντας τα…αντίθετα! Κι αυτό αναδείχθηκε, εκ των υστέρων, ως φοβερό «κόλπο» της ελληνικής διπλωματίας. Η αλήθεια είναι ότι στη διπλωματία δεν απουσιάζουν τα «κόλπα» και οι «μπλόφες». Αλλά τα κόλπα και οι μπλόφες ΔΕΝ συνιστούν πολιτική. Και μακροχρόνια ουδείς κέρδισε μόνο με κόλπα και μπλόφες…
Για παράδειγμα, τα κόλπα μας δεν μπορούν να σταματήσουν τις τουρκικές παραβιάσεις στο Αιγαίο, που έχουν ήδη πολλαπλασιαστεί και συνεχώς κλιμακώνονται. Ούτε με τα «κόλπα» και τις «μπλόφες» μπορούμε να απαντήσουμε στην εύλογη απορία: πώς είναι δυνατό να προτείνουμε σε ένα Κοινοτικό μέλος – την Κύπρο – μια λύση που παραβιάζει το Κοινοτικό κεκτημένο (να εγγυάται την ανεξαρτησία της μια εξω-κοινοτική χώρα)
Συγκεφαλαιώνοντας, κερδίσαμε όχι διότι εισακουσθήκαμε. Κερδίσαμε τελικά, επειδή ΔΕΝ εισακουσθήκαμε. Κερδίσαμε όχι λόγω της «ορθής» πολιτικής μας. Κερδίσαμε παρά την εσφαλμένη πολιτική μας, επειδή οι εταίροι μας αποφάσισαν, λόγω δικών τους συμφερόντων, να βάλουν την Κύπρο στην Ένωση και να αφήσουν, για την ώρα, την Τουρκία απ’ έξω.
Κερδίσαμε, όμως, και για ένα λόγο ακόμα: Διότι στο μεταξύ επιδεινώθηκαν σοβαρά οι σχέσεις Τουρκίας – ΗΠΑ, λόγω των χειρισμών της Άγκυρας στον Πόλεμο του Ιράκ. Έτσι η Άγκυρα είδε, ξαφνικά, μέσα σε τρεις μήνες, να καταρρέουν τα ερείσματά της, πρώτα στις Βρυξέλλες και ύστερα στην Ουάσιγκτων. Εδώ κερδίσαμε, διότι, απλούστατα οι «αντίπαλοί» μας έκαναν από μόνοι τους και για λόγους άσχετους προς τη διαμάχη τους μαζί μας, ένα πολύ μεγάλο σφάλμα. Το σφάλμα των αντιπάλων μας μπορεί να μας ωφέλησε, αλλά σίγουρα δεν αποδεικνύει την «ορθότητα» της πολιτικής μας – αφού σε τίποτε δεν καθόρισε, η δική μας η πολιτική, τους τουρκικούς χειρισμούς στον Πόλεμο του Ιράκ.
Ένα τελευταίο σημείο: Το ότι η θέση μας εμφανίζεται σαφώς ενισχυμένη, δεν σημαίνει κι όλα ότι έχουμε «κερδίσει». Για να εκμεταλλευτεί κανείς τα πλεονεκτήματα της θέσης του, για να μετατρέψει τα «πλεονεκτήματα» σε χειροπιαστά «οφέλη», πρέπει να έχει «ορθή πολιτική». Τέτοιο πράγμα εμείς δεν διαθέτουμε ακόμα…






«ΡΕΚΒΙΕΜ» ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΣΑΙΑ ΤΑΞΗ
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    30 ΜΑΪΟΥ 2003



Κάθε δημοκρατική κοινωνία στηρίζεται στα μεσαία στρώματά της, δηλαδή σε κοινωνικές κατηγορίες με τρία «ειδοποιά» χαρακτηριστικά:
-- έχουν ξεφύγει από την αγωνία της επιβίωσης (αν δεν το έχουν καταφέρει, είναι «κατώτερα» κοινωνικά στρώματα - δεν είναι «μεσαία»),
-- έχουν περιθώρια περαιτέρω ανόδου (αν δεν έχουν, τότε είναι «ανώτερα» κοινωνικά στρώματα - δεν είναι «μεσαία»)
-- κι έχουν φιλοδοξία περαιτέρω ανόδου (αν δεν έχουν, τότε δεν μπορούν να λειτουργήσουν εξισορροπητικά μέσα στη δημοκρατία και αναπτυξιακά μέσα στην κοινωνία).
Η «σύζευξη» ανάπτυξης και δημοκρατίας φέρει πάντα τη σφραγίδα των μεσαίων στρωμάτων ή της μεσαίας τάξης - αυτής που εύκολα γιγαντώνεται, αλλά και εύκολα καταρρακώνεται. Η «μεσαία τάξη», βάζει τελικά τη σφραγίδα της στα αναπτυξιακά επιτεύγματα, στη σταθερότητα και την ωρίμανση των δημοκρατικών θεσμών, αλλά και στην πολιτιστική άνθιση μιας κοινωνίας. Ενώ η καταστροφή της μεσαίας τάξης, συχνά οδηγεί στον μαρασμό της οικονομίας, στην αποσταθεροποίηση της δημοκρατίας και στον ευτελισμό του Πολιτισμού.
Ίσως η σοβαρότερη – και πιο αποσιωπημένη – εξέλιξη των τελευταίων ετών στην Ελλάδα, είναι τα σκληρότατα πλήγματα που έχει υποστεί η μεσαία τάξη:
-- Από την δημοσιονομική πρακτική, που υπερφορολόγησε όχι μόνο τα εισοδήματά της, αλλά και …μελλοντικά εισοδήματα. Ανίκανο το κράτος να περιορίσει τις κρατικές σπατάλες, επέδραμε φορομπηχτικά στα εισοδήματα της μεσαίας τάξης και της αφαίρεσε κάθε ικμάδα.
-- Από τη «δεσπόζουσα θέση» των τραπεζών στην αγορά χρήματος και τις ολιγοπωλιακές πρακτικές των τραπεζών στην αγορά κεφαλαίου, που με τα πανωτόκια, παλαιότερα, με τα «μικρά γράμματα» των δανείων πιο πρόσφατα και με τη χειραγώγηση του χρηματιστηρίου τελευταία, διέλυσαν – κυριολεκτικά - τη μεσαία τάξη.
-- Από την γενικότερη επιδείνωση της ποιότητας ζωής της. Από την αύξηση της εγκληματικότητας στις γειτονικές που κατοικεί. Από την υποβάθμιση των δημόσιων σχολείων στα οποία στέλνει τα παιδιά της. Από την αύξηση του κόστους συναλλαγής της με το δημόσιο («γρηγορόσημο»), από την υποβάθμιση της ποιότητας ψυχαγωγίας της από την τηλεόραση, από την υποβάθμιση της ενημέρωσής της κλπ.
Εκτός από καθημαγμένη, η μεσαία τάξη είναι και ανεκπροσώπητη: Για παράδειγμα: «Θερμοκέφαλοι νεαροί» μερακλώνουν κάθε τόσο και καίνε αδιακρίτως καταστήματα του κέντρου. Η αστυνομία, ωστόσο, ΔΕΝ τους παρεμποδίζει, δεν τους συλλαμβάνει επί τόπου, τους αφήνει να διαφύγουν στο χώρο του λεγομένου «Πανεπιστημιακού ασύλου», και στη συνέχεια… «διαπραγματεύεται» μαζί τους. Κι όταν τους παραπέμπει σε δίκη, συχνότατα η δικαιοσύνη εξαντλεί την επιείκειά της, - ώστε να το διαπράξουν ξανά! Ωστόσο επιείκεια για τους καταστηματάρχες που χάνουν το βιός τους ουδείς επιδεικνύει. Και ουδείς διαμαρτύρεται. Η μεσαία τάξη, έχει χάσει τα ανακλαστικά της.
Στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 αναδείχθηκε μεσαία τάξη, κυρίως μέσα από τις υπεραξίες αστικής γης - τη λεγόμενη «αντιπαροχή». Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 καταστράφηκε η μεσαία τάξη, κυρίως λόγω των «αρνητικών υπεραξιών» του χρηματιστηρίου. Το οποίο οι τράπεζες ήθελαν ελεγχόμενο από τις ίδιες - και τελικά τους παραδίδεται προς έλεγχο σήμερα…
Για να υπερασπιστεί κανείς τη μεσαία τάξη, σήμερα, πρέπει να έχει διάθεση και ετοιμότητα πολλαπλών ρήξεων: με το τραπεζικό κατεστημένο, με το συνδικαλιστικό κατεστημένο, με την κρατική γραφειοκρατία και με το κατεστημένο του Τύπου. Πρέπει να έχει διάθεση να επιβάλει «ρύθμιση» στην αγορά κεφαλαίου (ώστε να περιορίσει τη «δεσπόζουσα θέση» και τις ολιγοπωλιακές πρακτικές των τραπεζών), «απορρύθμιση» στην αγορά εργασίας (ώστε να αναστείλει τα αντικίνητρα που υπάρχουν για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας), πρέπει να επιβάλει περιορισμό των κρατικών σπαταλών, και να σπάσει τα κυκλώματα διαπλοκής στον Τύπο και την επικοινωνία συνολικά
Τα αιτήματα αυτά ανασυγκροτούν τη μεσαία τάξη και απελευθερώνουν την αναπτυξιακή δυναμική της. Αλλά ουδείς τα υιοθετεί. Έχουμε καλώς αντιληφθεί πως, όταν θα τελειώσουν οι εισροές των κοινοτικών «πακέτων», θα μπούμε σε μακροχρόνια περίοδο οικονομικής ύφεσης και κοινωνικού μαρασμού. Αλλά περιμένουμε την μοίρα μας, ανήμποροι να αντιδράσουμε - «μοιραίοι και άβουλοι αντάμα».
Σε όλες τις δυτικού τύπου κοινωνίες, η διατήρηση και η ενίσχυση της μεσαίας τάξης είναι υψίστη προτεραιότητα της εξουσίας. Σε όλες τις κοινωνίες που – δεν έχουν, αλλά - θέλουν να οικοδομήσουν δημοκρατικούς θεσμούς δυτικού τύπου, η δημιουργία δυναμικής μεσαίας τάξης είναι κεντρική επιδίωξη των «μεταρρυθμιστών». Στην Ελλάδα του «εκσυγχρονισμού» η καταστροφή της μεσαίας τάξης, θεωρείται, περίπου ως…«προοδευτικό επίτευγμα». Δυστυχώς…



«ΒΡΩΜΙΚΟ ΧΡΗΜΑ» ΚΑΙ ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ «ΑΝΟΧΗΣ»
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    6 ΙΟΥΝΙΟΥ 2003


Για πολλοστή φορά συζητήθηκε το πρόβλημα της διαπλοκής στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Για πολλοστή φορά κάτω από το βάρος των αμοιβαίων κατηγοριών χάθηκαν κάποιες σημαντικές διαστάσεις του:
* Πρώτον, διαπλοκή δεν είναι απλώς η διαφθορά του δημοσίου, αν και στηρίζεται στη διαφθορά. Διαπλοκή δεν είναι απλώς η προσπάθεια ισχυρών επιχειρηματιών να επηρεάσουν τη διοίκηση. Τέτοια φαινόμενα υπήρχαν ανέκαθεν, υπάρχουν παντού και θα υπάρχουν πάντα. Το πρόβλημα της διαπλοκής γεννιέται από την στιγμή που εξω-θεσμικά κέντρα (ισχυροί επιχειρηματίες, όμιλοι επιχειρηματιών, ξένες πρεσβείες κλπ.) καταφέρνουν να υποκαταστήσουν πλήρως τα θεσμισμένα όργανα της πολιτείας και να υποτάξουν στα συμφέροντά τους τα εκλεγμένα όργανα της δημοκρατίας. Αυτό το φαινόμενα δεν υπήρχε πάντα. Την τελευταία δεκαετία ανέκυψε.
* Μια βασική πηγή διαπλοκής είναι το «γκρίζο χρήμα» – οι «μίζες» που δίνονται για την ανάληψη έργων από ιδιώτες. Το ποσό αυτό υπολογίζεται σήμερα σε 300 – 500 δισεκατομμύρια δραχμές ετησίως.
* Μια βασική πηγή διαφθοράς είναι το «μαύρο χρήμα» – εκείνο το τμήμα της παραοικονομίας που αναπαράγεται μέσα από κυκλώματα οργανωμένου εγκλήματος και αναζητεί τρόπους να «ξεπλυθεί» κατ’ αρχήν και να αγοράσει «πολιτική προστασία» στη συνέχεια. Συνολικά, υπολογίζεται ότι γύρω στα 800 δισεκατομμύρια δραχμών ετησίως (20% των μικτών κερδών από τους τζίρους του οργανωμένου εγκλήματος) διατίθενται για «αγορά προστασίας» και διαφθείρουν το πολιτικό μας σύστημα και τη δημόσια διοίκηση
* Το μαύρο χρήμα και το γκρίζο χρήμα δεν «διασταυρώνονται» αναγκαστικά. Αλλά το ένα διευκολύνει τη διείσδυση του άλλου. Και οι μηχανισμοί δια των οποίων το ένα «ξεπλένεται» είναι, συνήθως, οι ίδιοι με τους μηχανισμούς, δια των οποίων το άλλο διοχετεύεται. Το συνολικό «βρώμικο χρήμα» στην Ελλάδα («γκρίζο» και «μαύρο») φτάνει – και ενδεχομένως ξεπερνά – τα 1200 δισεκατομμύρια δραχμές ετησίως (ένα τρισεκατομμύριο διακόσια δισεκατομμύρια δραχμές, ολογράφως).
Αυτό ασκεί φοβερή πίεση στο πολιτικό σύστημα – πολύ περισσότερο που οι αντιστάσεις της διοίκησης και τα αντισώματα της κοινωνίας μονίμως υπονομεύονται:
* Το κράτος αναθέτει δημόσια έργα - άρα δεν μπορεί να ελέγξει τις αναθέσεις. Δεν μπορεί το ίδιο να είναι «κριτής» και «κρινόμενος» του συστήματος των αναθέσεων. Ούτε η δικαιοσύνη μπορεί να ελέγξει τις αναθέσεις. – άρα μένουν ουσιαστικώς ανεξέλεγκτες. Και έχουν δημιουργηθεί μηχανισμοί – όπως ο περιβόητος «μαθηματικός τύπος» - για να νομιμοποιούνται πλήρως.
* Κύρια επιδίωξη της διαπλοκής είναι να δημιουργηθεί δεσπόζουσα θέση μέσα στην αγορά εκ μέρους ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων ή να διατηρηθεί η δεσπόζουσα θέση που ήδη έχουν ορισμένοι εξ αυτών. Το κράτος δεν πολεμά τη δεσπόζουσα θέση των μεγάλων ομίλων, κυρίως στο χώρο των τραπεζών, των μεγάλων προμηθευτών, στο χώρο της ενέργειας και στον κατασκευαστικό κλάδο. Αντίθετα, κάνει ό,τι μπορεί για να ενισχύσει τη δεσπόζουσα θέση τους:
Στα τέλη του 2001, με το «γάμο του αιώνα» (που δεν ευδοκίμησε) προσπάθησε να φτιάξει ένα τραπεζικό κολοσσό. Πρόσφατα δημιούργησε ένα ενεργειακό κολοσσό. Στο μεταξύ, φρόντισε να εξαιρέσει τις τραπεζικές υποθέσεις από τον δικαιοδοσία του Συνηγόρου του πολίτη. Όταν η πολιτεία διευκολύνει τη δεσπόζουσα θέση επιχειρηματικών ομίλων, και απονευρώνει τον έλεγχο της κοινωνίας, τότε η διαπλοκή κυβερνά απολύτως – σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος που μένει ανεκπροσώπητο.
* Το οργανωμένο έγκλημα διοχετεύει τεράστια ποσά για να διαφθείρει τους πάντες. Δεν τα καταφέρνει πάντα, αλλά πολλαπλασιάζει τις στρεβλώσεις του συστήματος. Το οργανωμένο έγκλημα παραμένει ακαταδίωκτο. Έχει γίνει κυρίαρχη στην Ελλάδα η «ιδεολογία της ανοχής»: Ανάμεσα στην ασφάλεια και την ελευθερία διαλέγουμε την ασφάλεια!
Η αλήθεια, βέβαια, είναι κάπως διαφορετική: Ανάμεσα στην ασφάλεια των πολιτών και την ελευθερία του οργανωμένου εγκλήματος, εμείς διαλέγουμε τη δεύτερη.
Άλλες κοινωνίες αντιλαμβάνονται ότι δεν υπάρχει ελευθερία των πολιτών χωρίς αίσθημα ασφάλειας. Εμείς αντί να προάγουμε και τις δύο, θέσαμε τη μία σε αντιπαράθεση με την άλλη – και καλλιεργήσαμε φόβο στους πολίτες και αίσθημα ασυδοσίας σε όσους μπορούν να εξαγοράζουν την ανοχή του νόμου.
Η ανοχή απέναντι στον «διαφορετικό» είναι, ασφαλώς, δημοκρατική αρετή. Αλλά η ανοχή δεν παραπέμπει μόνο στη «διαφορετικότητα» - παραπέμπει και στα ήθη των γνωστών «οίκων ανοχής». Οι οποίοι δεν έχουν σχέση ούτε με τη δημοκρατία, ούτε με την αρετή ασφαλώς…








ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΣ ΗΓΕΜΟΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΙΣ
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    6 ΙΟΥΝΙΟΥ 2003 & 4/8 ΜΑΡΤΙΟΥ 2005


Στη διάρκεια της πρόσφατης κρίσης στο Ιράκ μια μερίδα διανοουμένων, που δεν πάσχουν από εμμονές «αντιαμερικανισμού» ούτε από αντι-δυτικά σύνδρομα, στράφηκαν, εν τούτοις, κατά των ΗΠΑ, διότι τους απασχολεί σοβαρά πλέον, ο απροκάλυπτος ηγεμονισμός της «μοναδικής υπερδύναμης», η αποφασιστικότητά της να παρεμβαίνει, όπου κρίνει σκόπιμο, χωρίς να συνεκτιμά της γνώμη των συμμάχων της
Να φανταστούμε, άραγε, ένα κόσμο, όπου η Ουάσιγκτων βάζει στο «στόχαστρο» όσους την «ενοχλούν» και μονομερώς τους «σβήνει από το χάρτη»; Υπάρχει φραγμός στον αμερικανικό ηγεμονισμό, και ποιός μπορεί να είναι αυτός; Μήπως οδηγούμαστε στην ανασύσταση ενός παγκόσμιου Ρωμαϊκού imperium, με την Ουάσιγκτων στο ρόλο της «Ρώμης», και την Ευρώπη στο ρόλο της «Γαλατίας»;
Τα ερωτήματα αυτά είναι απολύτως δικαιολογημένα και εύλογα. Αλλά οι απαντήσεις που δίνονται δεν είναι πάντα σωστές…

Τα όρια του αμερικανικού παρεμβατισμού

Το πρώτο πράγμα που θα μας απασχολήσει, είναι αν υπάρχει εσωτερικός φραγμός στην αμερικανική ισχύ. Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι οι ΗΠΑ έχουν την στρατιωτική ισχύ να κατακτήσουν όλο τον κόσμο, έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν;
Η ισχύς και η δυνατότητα χρήσης της ισχύος είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Αν δεν τα ξεχωρίζουμε, ισοπεδώνουμε όλα τα πολιτικά προβλήματα σε ζητήματα στρατιωτικών συσχετισμών και μόνο. Για να αναπαραχθεί η στρατιωτική ισχύς χρειάζονται οικονομικοί, πολιτικοί και κοινωνικοί όροι, τους οποίους η αλόγιστη χρήση ισχύος μπορεί να τους καταστρέψει. Κι έτσι, να γεννήσει τις προϋποθέσεις της τελικής της συντριβής.
Όλες οι μεγάλες δυνάμεις πλήρωσαν πολλές φορές το τίμημα της αλαζονείας τους, όταν φαντάστηκαν ότι μπορούσαν με στρατιωτικούς όρους και μόνο να καταφέρουν τα πάντα, όταν επεξέτειναν τη χρήση της στρατιωτικής ισχύος τους πέρα από τα όρια αναπαραγωγής της, όταν άρχισαν να δημιουργούν περισσότερους εχθρούς απ’ όσους μπορούσαν να «αντέξουν», όταν άρχισαν να πληρώνουν δυσβάστακτο τίμημα για κάθε νίκη τους και να αναλαμβάνουν όλο και μεγαλύτερο ρίσκο για κάθε νέα «εξάπλωσή» τους.
Στην περίπτωση των ΗΠΑ, πηγή της κυριαρχίας τους είναι η οικονομία τους και η εξασφάλιση ρυθμών ανάπτυξης. Αυτή με τη σειρά της στηρίζεται στην κεφαλαιαγορά τους.
Μια στρατιωτική επιχείρηση έχει κόστος και ρίσκο - όπως έχει και όφελος. Αν το όφελος που θα προσπορίσει στην αμερικανική οικονομία είναι μεγαλύτερο από το κόστος, κι αν το ρίσκο αποτυχίας είναι περιορισμένο, τότε «αξίζει τον κόπο». Αλλιώς είναι «αυτοκτονία»...
Η επιχείρηση στο Ιράκ είχε συγκεκριμένο προσδοκώμενο όφελος: Τον έλεγχο των τιμών πετρελαίου διεθνώς και τη διασφάλιση χαμηλών ενεργειακών τιμών στο μέλλον. Αυτή η εξέλιξη θα μπορούσε να πυροδοτήσει ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης, να οδηγήσει σε νέα περίοδο ανόδου των κεφαλαιαγορών και να ωθήσει την αμερικανική οικονομία (αλλά και τις υπόλοιπες δυτικές οικονομίες) σε ένα «ενάρετο κύκλο» αυτοτροφοδοτούμενης ανάπτυξης για πολλά χρονιά.
Αλλά αυτό το ευνοϊκό σενάριο προϋπέθετε ότι η αμερικανική στρατιωτική επιχείρηση θα τελείωνε θετικά και γρήγορα, με μικρό κόστος. Αν, αντίθετα, οι επιχειρήσεις κρατούσαν πολύ, είχαν μεγάλο κόστος και αμφίβολο αποτέλεσμα και προκαλούσαν αλυσίδα εκρήξεων σε άλλες περιοχές - εκρήξεων, οι οποίες θα απαιτούσαν όλο και μεγαλύτερη ανάμιξη των ΗΠΑ σε όλο και περισσότερα μέτωπα, έναντι όλο και περισσοτέρων εχθρών σε ένα όλο και αρνητικότερο για την Αμερικανική πολιτική περιβάλλον - τότε το «κόστος» θα αυξανόταν απότομα και θα υπερκάλυπτε το «όφελος».
Οι ΗΠΑ υπέθεσαν – και αποδείχθηκε ότι είχαν δίκιο – ότι μπορούσαν σχετικά εύκολα, και με την υποστήριξη μιας μικρής ομάδας κρατών, να επιτύχουν το στόχο τους και να καταλάβουν το Ιράκ. Σε αυτή την υπόθεση δεν έπεσαν έξω.
Υπέθεσαν ακόμα, ότι θα μπορούσαν σχετικά εύκολα να εγκαταστήσουν ένα φιλικό προς τις ΗΠΑ και σταθερό καθεστώς στο Ιράκ. Αυτό αποδεικνύεται πολύ πιο δύσκολο...

Το πρόβλημα της «απεμπλοκής»

Η επιχείρηση στο Ιράκ θα ήταν συμφέρουσα για τις ΗΠΑ, μόνον εφ’ όσον τελείωνε επιτυχώς, τελείωνε γρήγορα και παρέμενε ανοικτός ο δρόμος της σύντομης «απεμπλοκής» τους από εκεί.
«Απεμπλοκή» για τις ΗΠΑ σημαίνει, ότι το Ιράκ θα διοικείται από ένα «φιλικό» προς την Ουάσιγκτων καθεστώς, το οποίο, όμως, θα παράγει τη δική του «νομιμοποίηση», και θα επιβάλει, με τις δικές του δυνάμεις, την κυριαρχία του στο λαό του, ενώ οι γύρω λαοί θα υπολογίζουν περισσότερο τη γνώμη των ΗΠΑ, χωρίς να χρειαστεί τα αμερικανικά στρατεύματα να την επιβάλουν κάθε τόσο δια των όπλων.
Αν, αντίθετα, οι ΗΠΑ γίνονταν επ’ άπειρον δύναμη κατοχής του Ιράκ και στη συνέχεια ενεπλέκονταν σε πολέμους με τα γειτονικά προς το Ιράκ κράτη – με το Συρία και το Ιράν – τα οποία αφού τα νικούσαν, αναγκάζονταν να τα κατακτήσουν και να τα κρατάνε υπό κατοχήν, αυτό θα ήταν καταστροφικό για τα αμερικανικά συμφέροντα:
Πρώτον, θα εξαντλούνταν οι στρατιωτικές εφεδρείες των ΗΠΑ: Για να κρατήσει κανείς κατακτημένα τρία κράτη όπως το Ιράκ, η Συρια και το Ιράν, (όχι απλώς για να τα νικήσει εφ’ άπαξ - αλλά για να τα κρατήσει υπό την κατοχή του στο διηνεκές) απαιτείται στρατιωτική δύναμη άνω του ενός εκατομμυρίου χερσαίων δυνάμεων. Μπορεί οι ΗΠΑ να έχουν ενάμιση εκατομμύριο «καλά εκπαιδευμένες σύγχρονες στρατιωτικές δυνάμεις» (συμπεριλαμβάνοντας το ισχυρό ναυτικό τους), αλλά δεν έχουν τη δυνατότητα να τις διαθέσουν σε ποσοστό που προσεγγίζει το 85% (των χερσαίων δυνάμεων) όλες σε μία περιοχή, και μάλιστα τόσο μακρυνή από τη «βάση» τους.
Όσο μεγαλύτερο μέρος του δυναμικού τους χρησιμοποιούν σε ένα μόνο σημείο της γής, και μάλιστα χωρίς τη δυνατότητα εύκολης απεμπλοκής από ’κει, τόσο περισσότερο διακινδυνεύουν να πάψουν να είναι «υπερδύναμη». Κι αν μια υπερδύναμη αρχίζει να δείχνει αδυναμία, τότε γίνεται μετατρέπεται σε… «υπερ-α-δύναμη».
Οι ΗΠΑ μπορούν «στιγμιαία» να νικήσουν οποιαδήποτε άλλη χώρα στον κόσμο – «με πόλεμο ή με φόβο πολέμου» (by fight or by fright). Οι ΗΠΑ, όμως, δεν μπορούν να πολεμήσουν όλες μαζύ τις υπόλοιπες χώρες, ούτε μπορούν να κατακτούν επ’ άπειρον και να κρατούν υπό κατοχή, όσες χώρες τους εναντιώνονται, χωρίς να τις συσπειρώσουν όλες εναντίον τους.
Οι ΗΠΑ, ενδεχομένως, θα ήθελαν να τους φοβούνται όλοι, αλλά να μη χρειαστεί να συγκρουστούν με κανένα. Ή κι αν συγκρουστούν, να μην χρειαστεί να κρατήσουν υπό το στρατιωτικό έλεγχό τους κανένα. ΄Οσο περισσότερο «δεσμεύουν» τα στρατεύματά τους σε ένα σημείο, τόσο περισσότερο χάνουν «βαθμούς ελευθερίας» για να εμπλακούν σε άλλα σημεία, τόσο λιγότερο «επίφοβοι» φαίνονται αλλού.
Κεντρικό σημείο μιας στρατηγικής ηγεμονίας για τις ΗΠΑ είναι το ζήτημα της «απεμπλοκής» από κάθε μέτωπο. Χωρίς μια σαφή προοπτική «απεμπλοκής», κάθε επέκταση γίνεται δυνητική «παγίδα», ακόμα κι αν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις έχουν αίσια, για τους αμερικανούς, έκβαση.

Κίνδυνος παγίδευσης πολύ χειρότερος του Βιεντάμ

Ας δούμε, τώρα τις ευρύτερες – πολιτικές και οικονομικές - επιπλοκές από μια μόνιμη εμπλοκή των ΗΠΑ ως «κατακτητών» στο Ιράκ, στο Ιράν και τη Συρία, ας πούμε (για να μην πάμε μακρύτερα). Σε μια τέτοια περίπτωση, ο εφιάλτης του Βιετνάμ θα φάνταζε … «νοσταλγικό παρελθόν» για τους Αμερικανούς! Πράγματι, τότε υπήρχαν τρείς τελείως διαφορετικές συνθήκες.
-- Πρώτον, η εμπλοκή των ΗΠΑ στο Βιεντάμ ουδέποτε διακινδύνευσε τις υπόλοιπες συμμαχίες τους. Η ύπαρξη της αντίπαλης υπερδύναμης (ΕΣΣΔ) εξασφάλιζε ότι το ΝΑΤΟ παρέμενε συσπειρωμένο γύρω από τις ΗΠΑ στην Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι σύμμαχοι των ΗΠΑ δεν ήταν «ευτυχείς» για τη δράση των αμερικανικών στρατευμάτων στη Νοτιανατολική Ασία. Σήμερα μια συνολική εμπλοκή των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή θα τις απομόνωνε διεθνώς. Αν αποτολμούσαν να εισβάλουν σε περισσότερα από ένα κράτη της περιοχής του Κόλπου οι ΗΠΑ, υπό τις σημερινές συνθήκες θα διακινδύνευαν πολύ σοβαρά να υποστούν απόλυτη διπλωματική απομόνωση, όχι μόνο στην Ασία και στην Ευρώπη, αλλά ακόμα και στο «δικό τους» δυτικό ημισφαίριο.
-- Δεύτερον, την εποχή του Βιετνάμ οι ΗΠΑ ήταν ο μεγαλύτερος «πιστωτής» του υπολοίπου κόσμου – σήμερα είναι ο μεγαλύτερος «οφειλέτης» του υπολοίπου κόσμου. Αυτό σημαίνει ότι στις αρχές της δεκαετίας του ’60, η Ουάσιγκτων μπορούσε εύκολα να μετακυλύει σημαντικό μέρος του κόστους του πολέμου στον υπόλοιπο κόσμο. Σήμερα αυτό δεν μπορεί να συμβεί. Αν επιχειρήσουν οι ΗΠΑ να χρηματοδοτήσουν ένα συνεχώς διερευνόμενο έλλειμμα, με «χαλάρωση» της νομισματικής πολιτικής τους και συνεχή διολίσθηση του δολαρίου, τα επιτόκια τους τελικώς θα ανεβούν, το δολάριο θα καταρρεύσει, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους τους θα εκτιναχθεί. Αν, πάλι, επιχειρήσουν να χρηματοδοτήσουν το έλλειμά τους με αυξανόμενους φόρους, τότε θα μπούν σε φάση μακροχρόνιας ύφεσης με συνεχώς διευρυνόμενα ελλείμματα και διογκούμενο χρέος. Σε κάθε περίπτωση, θα ανατραπεί κάθε έννοια ισορροπίας μέσα στην αμερικανική οικονομία και στις σχέσεις της αμερικανικής με την παγκόσμια οικονομία.
Γενικώς, οι ΗΠΑ μπορούν θεωρητικώς να αντιμετωπίσουν στρατιωτικά τον υπόλοιπο κόσμο, όσο έχουν τις αγορές με το μέρος τους. Μπορούν να αντιμετωπίσουν τις υπόλοιπες αγορές, όσο η πολιτική τους πρωτοκαθεδρία δεν αμφισβητείται. Αλλά δεν μπορούν να τα βάλουν και με τον υπόλοιπο κόσμο και με τις αγορές ταυτόχρονα - δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τον υπόλοιπο κόσμο στρατιωτικά και πολιτικά, ενόσω οι διεθνείς αγορές στρέφονται κι αυτές εναντίον τους. Και τις αγορές δεν μπορεί κανείς να τις «πείσει» με πολιτικά επιχειρήματα, ούτε να τις φοβίσει με στρατιωτική ισχύ.
-- Τέλος, την εποχή του Βιεντάμ, ο βαθμός «διείσδυσης» του χρηματιστηρίου στην (αμερικανική, αλλά και την) παγκόσμια οικονομία ήταν πολύ μικρότερος και οι πραγματικές επιπτώσεις των χρηματιστηριακών διακυμάνσεων πολύ περιορισμένες. Σε περίπτωση που οι ΗΠΑ εμπλέκονταν σήμερα σε διαρκή πόλεμο με υποχρέωση συντήρησης μεγάλων δυνάμεων κατοχής, σε μακρινά μέρη του κόσμου, και σε ένα περιβάλλον προϊούσας πολιτικής απομόνωσης και εχθρότητας από τα υπόλοιπα κράτη, η αντίδραση των κεφαλαιαγορών στις ΗΠΑ θα προκαλούσε τεράστιο συγκλονισμό: από οικονομική άποψη, πολλαπλάσιο της «Μεγάλης Κρίσης» του 1929, από πολιτική άποψη πολλαπλάσιο της κρίσης του Γουότεργκεητ και από κοινωνική άποψη πολλαπλάσιο εκείνου που προκάλεσε το αντιπολεμικό κίνημα στην περίοδο του Βιετνάμ.
Μπορεί το χρηματιστήριο να αποτελεί δυναμικό στοιχείο για την αμερικανική κυριαρχία διεθνώς, αλλά αποτελεί και πολύ σαφή «περιορισμό» των επιλογών των ΗΠΑ. Η Ουάσιγκτων δεν μπορεί να κάνει πράγματα τα οποία αποστρέφονται οι κεφαλαιαγορές, χωρίς να διακινδυνεύσει κατάρρευση σε όλα τα μέτωπα.
Συμπέρασμα: Υπάρχουν σαφείς φραγμοί και αξεπέραστα όρια στην άσκηση πολιτικής μονομερών στρατιωτικών επεμβάσεων εκ μέρους των ΗΠΑ. Αυτούς τους φραγμούς και αυτά τα όρια δεν τα έχει συνειδητοποιήσει ο υπόλοιπος κόσμος. Αλλά στις ΗΠΑ τα γνωρίζουν καλώς.

Η διπλή αυταπάτη των Ευρωπαίων

Το πραγματικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη σήμερα είναι να υποβαθμιστεί στις προτεραιότητες των ΗΠΑ, και να εγκαταληφθεί από την Ουάσιγκτων – πράγμα που θα υποδαύλιζε έξαρση των παραδοσιακών ευρωπαϊκών εθνικισμών και θα ενίσχυε τις φυγόκεντρες δυνάμεις μέσα στην Ευρωπαϊκής Ένωση.
Το πρόβλημα για την Ευρώπη σήμερα, δεν είναι αν θα «συγκρουστεί» με τις ΗΠΑ, αλλά αν θα εγκαταλειφθεί από τις ΗΠΑ - δεδομένου ότι η Ουάσιγκτων μπορεί να αναζητήσει συμμάχους στην Ασία: για να αντιμετωπίσει την πρόκληση της Κίνας μακροχρόνια και τα προβλήματα της κεντρικής Ασίας και του «πολεμικού Ισλαμ» μεσοπρόθεσμα. Τέτοιοι «προνομιακοί σύμμαχοί» για την Ουάσιγκτων υπάρχουν – είναι η Ινδία και η Ρωσία – και αναδεικνύονται όλο και σημαντικότεροι για την αμερικανική διεθνή ηγεμονία, απ’ ό,τι η Ευρώπη.
Η Ευρώπη πάσχει σήμερα από μια διπλή αντιστροφή:
-- Πρώτον, βλέπει στην αμερικανική υπερδύναμη, τον κίνδυνο να επαναληφθούν τα παραδείγματα «ηγεμονισμού» της ευρωπαϊκής ιστορίας. Το παράδειγμα της Ρώμης στον αρχαίο κόσμο, το παράδειγμα της Βρετανικής αυτοκρατορίας παλαιότερα, το παράδειγμα της Ναζιστικής Γερμανίας στο πιο πρόσφατο παρελθόν. Γενικά, οι φοβίες της Ευρώπης για τις ΗΠΑ, ανακαλούν, όλο και περισσότερο τις μνήμες της Ευρωπαϊκής ιστορίας. Μόνο που η αμερικανική ηγεμονία λειτουργεί σήμερα πολύ διαφορετικά.,,
-- Δεύτερον, η Ευρώπη φαντάζεται το μέλλον της ως «προβολή» του αμερικανικού παρελθόντος – την συγκρότηση μιας ενότητας αμερικανικού τύπου (Ομοσπονδία) και την ανάδειξη μιας υπερδύναμης αντίστοιχης με την αμερικανική. Μόνο που η Ευρώπη δεν μπορεί να γίνει Αμερική. Γιατί η ενότητα της Ευρώπης στηρίχθηκε ως τώρα στην «ομπρέλλα» της Αμερικής. Έξω από την αμερικανική «ομπρέλλα» – ή και σε ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ – η ενότητα της Ευρώπης θα δοκιμαστεί πολύ σοβαρά.
Οι Αμερικανοί συγκρότησαν την ενότητά τους σε αντιπαράθεση με τον υπόλοιπο κόσμο. Οι Ευρωπαίοι συγκρότησαν την ενότητά τους σε συμμαχία με τις ΗΠΑ.
Οι Αμερικανοί πρώτα έφτιαξαν κράτος κι ύστερα έφτιαξαν εθνική συνείδηση. Οι Ευρωπαίοι πρώτα έφτιαξαν έθνη, ύστερα έφτιαξαν εθνικά κράτη σε σύγκρουση μεταξύ τους κι ύστερα προσπάθησαν να ενώσουν τα κράτη αυτά.
Οι Αμερικανοί έφτιαξαν την κοινωνία τους από τους «απόκληρους» του υπόλοιπου κόσμου, που ξεριζώθηκαν κι εγκαταστάθηκαν στα αχανή εδάφη της αμερικανικής ενδοχώρας, αποβάλλοντας τις παλαιές εθνικές συνειδήσεις τους. Οι Ευρωπαίοι έφτιαξαν τις κοινωνίες τους με τις αρχοντικές παραδόσεις των λαών τους - τις οποίες δεν μπορούν να αποβάλλουν χωρίς να «φτωχύνουν» και δεν μπορούν να ενωθούν χωρίς να τις αποβάλλουν…
Πράγματι, όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, οι Ευρωπαίοι βλέπουν στους Αμερικανούς να ξαναζωντανεύουν οι «εφιάλτες» της Ευρωπαϊκής ιστορίας και στους εαυτούς του να αναβιώνει η «δόξα» του Αμερικανικού υποδείγματος.
Αυτό αποτελεί μιαν επικίνδυνη αυταπάτη, από την οποία η Ευρώπη πρέπει να αφυπνιστεί το γρηγορότερο.







ΟΙ «ΑΠΟΔΙΟΠΟΜΠΑΙΟΙ ΤΡΑΓΟΙ» ΒΛΑΠΤΟΥΝ ΣΟΒΑΡΑ
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    18 ΙΟΥΝΙΟΥ 2003


Ο θόρυβος που δημιουργήθηκε για την «αποκάλυψη» των χρηματιστηριακών συναλλαγών των κ. Νεονάκη και Μανίκα, στην κρίσιμη περίοδο 1997-2000, απέδειξε με τον πιο δραματικό τρόπο, ότι μετά από έξη χρόνια «εκσυγχρονισμού» ο πιο παρανοϊκός λαϊκισμός παραμένει κυρίαρχος στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας, αγκαλιάζοντας τα MΜΕ, τα πολιτικά κόμματα και την κοινή Γνώμη.
Μια προσωπική διευκρίνιση είναι απαραίτητη πριν απ’ όλα: Ο υπογράφων ΔΕΝ είναι οπαδός του κυβερνώντος κόμματος, ΔΕΝ είναι «φίλος» των θιγομένων προσώπων, ΔΕΝ έχει την καλύτερη εικόνα γι’ αυτούς και την πορεία τους στα δημόσια πράγματα. Αλλά όσα γράφονται σε βάρος τους δεν θίγουν μόνον τους ίδιους. Θίγουν, όπως θα δούμε, την κοινή λογική, την αγορά και το ίδιο το πολίτευμα ακόμα. Και μ’ αυτά δεν παίζουμε…
Πρώτον, διότι τα 24 δισεκατομμύρια χρηματιστηριακού τζίρου μέσα σε τριάμισι χρόνια, ΔΕΝ είναι «εντυπωσιακό» ποσό, όπως διατείνονται κάποιοι. Δεν μιλάμε για «κέρδη από το χρηματιστήριο» - μιλάμε για συνολικούς τζίρους μέσα σε μια εξαιρετικά ανοδική τριετία.
Γνωρίζουμε σε τι αρχικό κεφάλαιο αντιστοιχούν οι τζίροι αυτοί; Υπό ομαλές συνθήκες, σε κεφάλαιο όχι μεγαλύτερο (κι ίσως αισθητά μικρότερο) των 120 εκατομμυρίων δραχμών.
Να δώσουμε ένα απλό παράδειγμα: Από τις αρχές του 1997 ως τα μέσα του 2000 μεσολαβούν 42 μήνες. Αν υποθέσουμε ότι το αρχικό κεφάλαιο το «γυρίζουμε», κατά μέσον όρο, μια φορά το μήνα – πράγμα που συνέβη με πολλά «δραστήρια» χαρτοφυλάκιο την περίοδο εκείνη - μιλάμε για 42 «γυρίσματα». Δηλαδή αγοράσαμε μετοχές και τις πουλήσαμε 42 φορές. Αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι, ακόμα και με στάσιμες τιμές, σε κάθε γύρισμα, ο τζίρος είναι διπλάσιος του κεφαλαίου – αγοράζουμε ΚΑΙ πουλάμε - ένα αρχικό κεφάλαιο 120 εκατομμυρίων μπορεί να δώσει τζίρο 240 εκατομμυρίων μηνιαίως. 240 εκατομμύρια τζίρος το μήνα επί 42 μήνες δίνει 10 δισεκατομμύρια περίπου τζίρου για όλη την περίοδο.
Αλλά στο αναφερόμενο διάστημα οι τιμές ΔΕΝ έμειναν στάσιμες: Ο Γενικός Δείκτης του ΧΑΑ (για να μείνουμε μόνον σε αυτόν) αυξήθηκε από τις 940 μονάδες (στα τέλη του 1996) ως τις 4500 μονάδες (το Μάϊο του 2000). Έχουμε, λοιπόν, πενταπλασιασμό του Δείκτη (ο οποίος βεβαίως, έφτασε πολύ υψηλότερα ενδιαμέσως, το Σεπτέμβριο-Οκτώβριο του 1999).
Αν υποθέσουμε ότι, το χαρτοφυλάκιο που μας ενδιαφέρει πήρε μόνο την άνοδο του Γενικού Δείκτη, αυτό σημαίνει ότι οι τζίροι που έγιναν είναι τουλάχιστον διόμισι φορές μεγαλύτεροι αυτών που υπολογίσαμε. προηγουμένως. Δηλαδή λαμβάνοντας υπ’ όψιν την άνοδο των τιμών στην τριετία που αναφερόμαστε, οι «φυσιολογικοί τζίροι» ενός χαρτοφυλακίου αρχικής αξίας 120 εκατομμυρίων φτάνουν τα 25 δισεκατομμύρια – όσα ακριβώς αποκάλυψε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Δεύτερον, προκύπτει ότι τα εν λόγω χαρτοφυλάκια δεν εμφανίζουν «εκ των υστέρων συστηματικότητα» στις τοποθετήσεις του. Αυτό σημαίνει ότι δεν φαίνεται να αγοράζουν, κατά κανόνα, «στα χαμηλά» και να πουλάνε «στα υψηλά» κάθε βραχυχρόνιας διακύμανσης. Δηλαδή δεν φαίνεται – όπως πιστοποιεί η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, τουλάχιστον – να κάνουν πράξεις με εφόδιο «εσωτερική πληροφόρηση» ή χειραγωγώντας την αγορά.
Γενικώς δεν υποστηρίζω ότι τα δύο αυτά, πάλαι ποτέ «εκλεκτά στελέχη» του «εκσυγχρονισμού», είναι παντελώς «αθώα παντός ανωμήματος». Όμως, το ύψος του χρηματιστηριακού τους τζίρου και οι μη συστηματικές συναλλαγές τους είναι απαλλακτικές για τους ίδιους. Κι, όμως, κινδυνεύουν να τους «ενταφιάσουν»!
Προσωπικά, μου είναι απεχθής ο νεοπλουτισμός ορισμένων «εκσυγχρονιστών» του ΠΑΣΟΚ. Ακόμα περισσότερο από τον χρηματικό νεοπλουτισμό με ενοχλεί ο πολιτικός νεοπλουτισμός τους. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τους «θάβουμε» για λάθος λόγους…

Πέντε μεγάλοι κίνδυνοι από το «κουκούλωμα»

Διότι αν περάσει η λογική αυτή θα συμβούν πέντε πράγματα - το ένα πιο επικίνδυνο από το άλλο:
* Πρώτον, υπήρξαν πολλοί επώνυμοι - βουλευτές και όχι μόνο - που ΔΕΝ συμμετείχαν σε «παιγνίδια», και το κρίσιμο διάστημα έκαναν τζίρους ίδιους, συγκρίσιμους με ή και μεγαλύτερους από αυτούς των δύο στελεχών του ΠΑΣΟΚ. Όλοι αυτοί θα νιώθουν πλέον «υπό συνεχή εκβίαση». Αν οι άλλοι ενταφιάστηκαν πολιτικά, για τέτοιους λόγους, μπορούν να ενταφιαστούν πολλοί περισσότεροι – κι από άλλα κόμματα. Φτάνουμε, δηλαδή, σε μια κατάσταση, όπου – για λάθος λόγο – ένα σημαντικό μέρος του πολιτικού μας κόσμου τίθεται σε «κατάσταση ομηρίας». Αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο για το Πολίτευμα.
* Δεύτερον, στρέφοντας την προσοχή μας στις συναλλαγές του κ Νεονάκη δημιουργούμε ένα «αποδιοπομπαίο τράγο», πολύ «βολικό» για να αποκρυβούν οι κρίσιμες ευθύνες άλλων - ιδιαίτερα από τον τραπεζικό κόσμο. Υπήρξαν, το 1999 θυγατρικές τραπεζών, που είχαν «καραμπινάτη» συμπεριφορά φούσκας. Κι όμως, οι προϊστάμενοι τραπεζίτες, είχαν τότε το θράσος να καταγγέλλουν τις φούσκες των…άλλων – την ώρα που εξακολουθούσαν να «φουσκώνουν» τις δικές τους! Γι’ αυτούς, όμως, περιέργως, δεν μιλάει κανείς…
Την περίοδο Σεπτέμβρη-Οκτώβρη του 1999 η Κυβέρνηση έδωσε στον κόσμο δάνεια μέχρι και 15 εκατομμύρια για να αγοράζουν μετοχές - όταν ο Δείκτης βρισκόταν στις 5.500 μονάδες. Και δύο χρόνια αργότερα, όταν ο δείκτης βρισκόταν πλέον κάτω από τις 2200 μονάδες, είχε το θράσος να λέει στους μικροεπενδυτές… «ας πρόσεχαν»!
Μετά απ’ όλα αυτά, το να ασχολούμαστε με τους…τζίρους του κ. Νεονάκη είναι, όντως, πολύ «βολικό» για πολλούς. Όχι, όμως, για τη διερεύνηση της αλήθειας.
* Τρίτον, κυνηγώντας «αποδιοπομπαίους τράγους» τύπου Νεονάκη (μπερδεύοντας τις λογιστικές «ροές» με τα κεφαλαιακά «αποθέματα»), απαλλάσσουμε κι όσους ευθύνονται για την καθίζηση της αγοράς μετά το 2000. Για παράδειγμα, κουβέντα δεν λέγεται για την υποτιμητική κερδοσκοπία μέσω της αγοράς παραγώγων (μετά τον Ιούνιο του 2001). Την οποία τη γνωρίζουν οι αρχές, αλλά δεν έκαναν τίποτε για να τη σταματήσουν. Και στο θέμα αυτό σημαντική είναι η ευθύνη των τραπεζικών χρηματιστηριακών. Αλλά ουδείς ασχολείται. Ο Νεονάκης θα «σηκώσει τις αμαρτίες» όλων, ως φαίνεται…
* Τέταρτον, όταν επιβραβεύουμε τη φαυλότητα και στη συνέχεια βρίσκουμε κάποια «εξιλαστήρια θύματα», ένα είναι βέβαιο: Ότι η φαυλότητα θα συνεχιστεί και θα θεριέψει. Αυτό δεν είναι «κάθαρση» ούτε «απαρχή κάθαρσης» – είναι πολύ επιτήδειο «κουκούλωμα» σκανδάλου και απόπειρα εκτόνωση της λαϊκής οργής. .
* Πέμπτον, υπάρχει και μια διάσταση ακόμα πιο επικίνδυνη: Με τη λογική που τείνει να επικρατήσει στα media, αρχίζουμε να ζούμε σε καθεστώς «ποινικοποίησης» των αγοραπωλησιών στο χρηματιστήριο. Ήδη, τείνει να κυριαρχήσει ένα κλίμα φόβου. Αν μετράμε τη «νομιμότητα» των συναλλαγών από το …ύψος των τζίρων μιας τριετίας, τότε πολλοί θα νιώσουν εξαιρετικά άβολα και θα βγουν οριστικά από την αγορά. Και τότε οι τιμές θα αρχίσουν ξανά να πέφτουν.
Μια πολιτική εξυγίανσης στόχο έχει να αποκαταστήσει το κύρος των Χρηματιστηρίου στη συνείδηση του κοινού ώστε να το φέρει πίσω - όχι να διώξει κι αυτούς που απέμειναν. Αν επικρατήσει τέτοιου είδους καχυποψία «πάντων κατά πάντων», οι τιμές θα πέσουν ακόμα περισσότερο – ΔΕΝ θα ανέβουν.
Αν δεν το έχετε καταλάβει, οι εκατοντάδες χιλιάδες των «εγκλωβισμένων» θέλουν να τους εξηγήσουμε πώς θα ανέβει υγιώς η αγορά, όχι πώς θα καταρρεύσει τελειωτικά.
Μόνο που αυτό απαιτεί τρεις αρετές: Τόλμη, ευθύνη και σοβαρότητα. Καμιά από τις τρεις δεν φαίνεται να «περισσεύει» σήμερα…



ΤΕΡΜΑ ΣΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΔΟΥΛΕΜΠΟΡΙΟ…
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    30 ΙΟΥΝΙΟΥ 2003




Μέχρι πριν δύο χρόνια οι εν Ελλάδι «Προκρούστες» της «Πολιτικής ορθότητας» έσπευδαν να κατακεραυνώσουν ως «ακροδεξιό», «φασίστα» ή «ρατσιστή», όποιον τολμούσε να θέσει θέμα λαθρομετανάστευσης. Σήμερα, έρχεται η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση, και αποφασίζει δρακόντεια μέτρα κατά της λαθρομετανάστευσης. Όμως, ουδείς τολμά να κατηγορήσει ως… «φασίστα» τον κ. Σρέντερ, τον κ. Σιράκ ή τον κ. Πρόντι.
Η Ευρώπη, λοιπόν, ανακαλύπτει ότι πρέπει να πάρει άμεσα και αποτελεσματικά μέτρα - όχι σε βάρος των δημοκρατικών αρχών, αλλά αντίθετα για να προστατέψει την δημοκρατία. Όχι ενδίδοντας στις πιέσεις του ρατσισμού, αλλά αντίθετα για να καταπολεμήσει τα αίτια που γεννούν ρατσισμό…
Κάθε χώρα που έχει πείρα από μεγάλες ροές μεταναστών γνωρίζει ότι για να μην υποκινηθούν ρατσιστικά ανακλαστικά μέσα στην κοινωνία πρέπει να ελεγχθούν εγκαίρως τα μεταναστευτικά ρεύματα. Γιατί αν οι μετανάστες μπαίνουν ανεξέλεγκτα, πρώτον, δεν μπορεί να τους προστατέψει η ίδια η Πολιτεία από καθεστώς υπερεκμετάλλευσης και δεύτερον, οι ντόπιοι αναπτύσσουν φοβικά ανακλαστικά σε βάρος των ξένων.
Κάθε κοινωνία σε δεδομένη ιστορική περίοδο, δεν αντέχει οποιονδήποτε αριθμό μεταναστών. Υπάρχει πάντα ένα ανώτατο όριο, το οποίο οφείλει να το διαφυλάσσει. Όταν παραβιάζεται το όριο αυτό, απειλείται η ίδια η κοινωνική συνοχή.
Πολλοί νομίζουν, ότι «κοινωνική συνοχή» είναι μόνο τα επιδόματα ανεργίας. Πέρα από αυτά, κοινωνική συνοχή, είναι και η διατήρηση της πολιτισμικής ομοιογένειας του πληθυσμού. Δηλαδή της «κοινής αίσθησης του ανήκειν». Αυτό δεν έχει καμία σχέση με το ρατσισμό, αντιθέτως αποτελεί – όπως ακριβώς έδειξε η πείρα των μεταναστευτικών χωρών – το καλύτερο «αντίδοτο» κατά του ρατσισμού.
Η «αφομοίωση» των μεταναστών – η ενσωμάτωσή τους στην «κοινή αίσθηση του ανήκειν» του γηγενούς πληθυσμού - είναι απαραίτητη για να μπορέσουν να ενταχθούν στην νέα τους «πατρίδα». Και για να υπάρξει «αφομοίωση», πρέπει η είσοδός τους στη χώρα να είναι ελεγχόμενη και η ένταξή τους στην τοπική κοινωνία σταδιακή. Ανεξέλεγκτα μεταναστευτικά ρεύματα διέλυσαν την κοινωνική συνοχή των χωρών υποδοχής, και πυροδότησαν ρατσιστικές εκρήξεις.
Είναι απαραίτητος, επίσης, ο διαχωρισμός ανάμεσα στους νόμιμους και τους παράνομους μετανάστες. Το διαχωρισμό αυτό τον ζητούν πρώτοι οι νόμιμοι μετανάστες, που δεν θέλουν ο κόσμος να τους ταυτίζει με όσα εγκλήματα διαπράττουν οι παράνομοι.
Μια δημοκρατία που σέβεται τον εαυτό της διαχωρίζει τους νόμιμους μετανάστες από τους παράνομους, όπως διαχωρίζει τους πολίτες της από εκείνους που απλώς έχουν νόμιμα άδεια παραμονής και εργασίας. Αν εξισώνουμε τους πολίτες μιας χώρας με τους μετανάστες της – νόμιμους ή παράνομους – τότε δεν «ανεβάζουμε» τους δεύτερους, απλώς υποβιβάζουμε τους πρώτους. Αυτό, όμως, δεν συνιστά «εξίσωση», αποτελεί βίαια ισοπέδωση…
Με τις μαζικές «ελληνοποιήσεις» σκοπιμότητας των τελευταίων χρόνων, στείλαμε το μήνυμα στους μετανάστες, ότι δεν χρειάζεται να κάνουν οι ίδιοι τίποτε για να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία. Αρκεί να περιμένουν τις επόμενες εκλογές, οπότε θα τους «ελληνοποιήσουν» για ψηφοθηρικούς λόγους. Έτσι, δεν δώσαμε κίνητρα τους μετανάστες να ενσωματωθούν. Απλώς εξοργίσαμε τους έλληνες πολίτες...
Τέλος, υπήρξαν και «άνομα» συμφέροντα πίσω από την αυτήν την ισοπέδωση των ελλήνων πολιτών προς τους λαθρομετανάστες: Κάποιοι είδαν τη λαθρομετανάστευση ως τον «από μηχανής Θεό», που θα μας επέτρεπε να ρίξουμε απότομα των πληθωρισμό (εν όψει ένταξης στη «ζώνη ευρώ»), χωρίς να κάνουμε τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στην ελληνική οικονομία: Εκμεταλλευόμενοι το πάμφθηνο εργατικό δυναμικό που εισάγονταν παράνομα…
Το χειρότερο: Κάποιοι έβγαλαν πολλά χρήματα από το λαθρεμπόρια ανθρώπινης εργασίας και σάρκας. Όποιοι ήθελαν ανεξέλεγκτο το δουλεμπόριο αντελήφθησαν εγκαίρως, ότι αν έμπαιναν φραγμοί ελέγχου, θα τέλειωνε η «μεγάλη ευκαιρία» άκοπου πλουτισμού τους.
Είναι η πρώτη φορά που δουλέμποροι επικαλέστηκαν…«προοδευτικά επιχειρήματα» για να νομιμοποιήσουν το έγκλημά τους και να συνεχίσουν να θησαυρίζουν.
Όσον αφορά τους δικούς μας, επαγγελματίες της «Προοδευτικής ορθοφροσύνης», ακόμα δεν κατάλαβαν τίποτε. Κυρίως, δεν αντελήφθησαν ότι υπερασπίζονταν με πάθος τα μιαρά συμφέροντα των σύγχρονων δουλεμπόρων, όχι τα ευγενή ιδανικά του «ανθρωπισμού». Δυστυχώς…










«ΥΠΟΘΕΤΙΚΗ ΧΩΡΑ»…
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    16 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2003


Φανταστείτε μιαν υποθετική χώρα, όπου οι δυνάμεις κρούσης της αστυνομίας δεν κυνηγούν τους («γνωστούς – αγνώστους») κουκουλοφόρους ταραχοποιούς, που πυρπολούν, κάθε τόσο, το κέντρο της πρωτεύουσας, αλλά ξυλοκοπούν αγρίως …συναδέλφους τους αστυνομικούς, που διαδηλώνουν ειρηνικά για το αυτονόητο: Να πάρουν επίδομα επικινδύνου επαγγέλματος.
Φανταστείτε μια – υποθετική, πάντα – χώρα, που μέμφεται τους αστυνομικούς της γιατί δεν ρισκάρουν τη ζωή τους, αλλά αρνείται να τους δώσει επίδομα επικινδυνότητας.
Φανταστείτε μιαν υποθετική χώρα, όπου οι «προοδευτικοί» διαμορφωτές γνώμης, υπερασπίζονται όλες τις ομάδες που συγκρούονται με τα ΜΑΤ – ακόμα και τους αναρχικούς πυρομανείς, ακόμα και τους υποστηρικτές της τρομοκρατίας - εκτός από τους διαδηλωτές αστυνομικούς. Που, παρεμπιπτόντως έχουν και δίκιο…
Φανταστείτε μιαν – υποθετική πάντα – χώρα, που σιχαίνεται τους αστυνομικούς της. Η μόνη περίπτωση, που επικροτεί, όχι απλώς τη χρήση αλλά την κατάχρηση αστυνομικής βίας, είναι όταν αστυνομικοί ξυλοκοπούν άλλους αστυνομικούς.
Φανταστείτε μιαν υποθετική χώρα, που συζητάει σοβαρά, αν τα εγκλήματα μιας τρομοκρατικής οργάνωσης είναι «πολιτικά» (οπότε δικαιούνται οι αυτουργοί επιεική μεταχείριση λόγω «μη ταπεινών ελατηρίων») ή είναι ποινικά (οπότε επιβάλλεται εξάντληση της αυστηρότητας). Λες και κάθε πολιτικό έγκλημα παύει να είναι έγκλημα και γίνεται…«ακραία ενάρετος πράξη». Λες και τα «πολιτικά εγκλήματα», παρά το γεγονός ότι έχουν πολιτικά ελατήρια, δεν είναι ιδιαιτέρως ειδεχθή. Λες και η Φασιστική «Νέα Τάξη» της Ιταλίας, όταν ανατίναζε τον Σταθμό της Μπολώνια, σκοτώνοντας δεκάδες αθώους, δεν διέπραττε πολιτικό έγκλημα - που όμως άξιζε την πιο σκληρή και παραδειγματική τιμωρία.
Φανταστείτε μιαν υποθετική χώρα, που εισάγει παράνομους μετανάστες, χωρίς μεταναστευτική πολιτική, τους εκμεταλλεύεται αγρίως, κι όποιος τολμήσει να διαμαρτυρηθεί ενάντια σε αυτό το σύγχρονο δουλεμπόριο, καταγγέλλεται ως…«ρατσιστής».
Φανταστείτε μια χώρα, όπου όταν κάποιος ζητάει το αυτονόητο - μεταναστευτική πολιτική, ώστε να ελέγχεται η ανεξέλεγκτη εισροή μεταναστών - θεωρείται «ρατσιστής», κι όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση έρχεται και επιβάλει ακριβώς αυτό – μεταναστευτική πολιτική – η ηγεσία της σπεύδει και συμμορφώνεται αμέσως.
Φανταστείτε μια χώρα, όπου η διαφθορά έχει υπολογιζόμενο κόστος 6,5 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως (ήτοι 2,2 τρισεκατομμυρίων δραχμών), είναι πρώτη στην Ευρώπη σε διαφθορά, και ταυτόχρονα για να γεμίσει τις «μαύρες τρύπες της» πουλάει συνεχώς το δημόσιο απόθεμα σε τιμές ευκαιρίας. Παλαιότερα, αγωνιζόταν να χρηματοδοτήσει τη σπατάλη του δημοσίου. Τώρα πλέον αγωνίζεται να χρηματοδοτήσει, πέρα από τη σπατάλη, και την ιλιγγιώδη διαφθορά του.
Φανταστείτε μια χώρα, όπου όποιος θέλει να εργαστεί εντίμως, και να πλουτίσει με σκληρή δουλειά αντιμετωπίζεται ως «ηλίθιος απροσάρμοστες ή εκ γενετής αποτυχημένος». Με αποτέλεσμα, οι πολλοί να αποδέχονται τη μιζέρια μιας αργομισθίας στο δημόσιο, και αρκετοί να δοκιμάζουν την τύχη τους στην γκρίζα παραοικονομία ή στην προσοδοφόρα μαύρη οικονομία των κυκλωμάτων της νύχτας και του εγκλήματος. Το οποίο αποδίδει ιδιαίτερα, αφού η αστυνομία είναι μπλοκαρισμένη και αδρανοποιημένη – εκτός κι αν κυνηγά αστυνομικούς διαδηλωτές.
Η χώρα αυτή ΔΕΝ είναι υποθετική. Το γνωρίζετε όλοι. Και δεν χρειάζεται να τη φανταστούμε.. Είναι ο καθημερινός εφιάλτης μας.
Για να βγούμε από την εφιάλτη, δεν μένει παρά να χρησιμοποιήσουμε την κοινή λογική και να κάνουμε κάποιες απλές επιλογές:
* Να αποφασίσουμε αν θέλουμε αστυνομία ή δεν θέλουμε.
-- Αν δεν θέλουμε, τότε ουσιαστικά ωθούμε τον κόσμο είτε στην παρανομία (αφού δεν κοστίζει) είτε στην αυτοδικία - οπότε διαλύουμε την κοινωνία
* Αν θέλουμε αστυνομία, πρέπει να αποφασίσουμε τι είδους αστυνομία επιθυμούμε. Αν θέλουμε αστυνομία με κύριο μέλημα την ασφάλεια υψηλών προσώπων, ή με κύριο μέλημα την προστασία του πολίτη.
-- Αν μας ενδιαφέρει μόνο η «προστασία υψηλών προσώπων», τότε δεν φτιάχνουμε αστυνομία, αλλά πραιτοριανό σώμα.
-- Αν μας ενδιαφέρει μια αστυνομία, που προσφέρει στον πολίτη αίσθημα ασφάλειας, τότε οφείλουμε να προσφέρουμε κίνητρα στους αστυνομικούς που διακινδυνεύουν τη ζωή τους καθημερινά στους δρόμους (και όχι, βέβαια, σε όσους «λουφάρουν» στα γραφεία).
Όπως συμβαίνει σε όλες τις ευνομούμενες δημοκρατίες στον κόσμο. Εκτός από τη γνωστή-άγνωστη «υποθετική χώρα», που αποτελεί τον καθημερινή εφιάλτη μας.


«ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ» ΣΗΜΑΙΝΕΙ…
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    22 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2003

Στην προχθεσινή τηλεοπτική συνέντευξή του ο Οικουμενικός Πατριάρχης υπήρξε ιδιαίτερα αποκαλυπτικός – σε ύφος και περιεχόμενο:
* Δήλωσε ότι επιθυμεί τη διατήρηση του «στάτους κβό». Αλλά «στάτους κβό» («κατάσταση πραγμάτων») δεν είναι, αναγκαστικά, αυτό που προβλέπουν οι νόμοι και οι συνθήκες - αλλά αυτό που «ισχύει στην πράξη».
Για παράδειγμα, το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας δίνει τη δικαίωμα στην Ελλάδα για χωρικά ύδατα 12 μιλίων. Αλλά η Τουρκία έχει διαμηνύσει ότι κάτι τέτοιο θα αποτελούσε «αιτία πολέμου». Κι έτσι, στο Αιγαίο ισχύει σήμερα «στάτους κβο» 6 μιλίων. Άμα αρχίσουμε να μπερδεύουμε το «στάτους κβο» με το δίκαιο και τις συνθήκες, θα ξεσπάσουν διεθνώς δεκάδες πόλεμοι…
Όταν ο Πατριάρχης επικαλείται μια «κοσμική» έννοια, όπως το «στάτους κβο», έχουμε το δικαίωμα να του υπενθυμίζουμε τι ακριβώς είναι και τι δεν είναι «στάτους κβο».
Ας δούμε τώρα τι συμβαίνει με το επίμαχο ζήτημα: Οι νομικές ερμηνείες της Πατριαρχικής πράξης του 1928 (αλλά και των διευκρινιστικών επιστολών που αντηλλάγησαν το 1929) είναι πολλές – και οι περισσότερες δεν συνάδουν με όσα υποστηρίζει ο Παναγιότατος. Αλλά στην πράξη ίσχυσε κάτι εντελώς διαφορετικό: Έγιναν δεκάδες εκλογές μητροπολιτών των «Νέων Χωρών», σε ελάχιστες περιπτώσεις ζητήθηκε από το Πατριαρχείο να υποβληθεί ο κατάλογος των υποψηφίων «προς έγκριση», αλλά η Εκκλησία της Ελλάδος ουδέποτε δέχθηκε βέτο από την πλευρά του Οικουμενικού Πατριαρχείου και το Πατριαρχείο ουδέποτε επέμεινε (και μάλιστα με την αδιαλλαξία που επιδεικνύει τώρα).
Την αλήθεια αυτή την αποδέχεται και ο ίδιος ο Παναγιότατος, όταν μέμφεται τους προηγούμενους Πατριάρχες, ότι δεν «έδειξαν αποφασιστικότητα». Το «στάτους κβο» που έχει επικρατήσει, λοιπόν, ήταν να γίνεται εκλογή χωρίς βέτο από το Πατριαρχείο. Κι ο Πατριάρχης προσπαθεί σήμερα να αλλάξει – όχι να διατηρήσει - το στάτους κβο...
Στη συνέχεια, διέπραξε κι άλλο ολίσθημα: Σε στιγμή φανερού εκνευρισμού – κι έχοντας απολέσει την πραότητα που απαιτεί το σχήμα του - δήλωσε ότι η Ελληνική Πολιτεία παρεμβαίνει στα εσωτερικά της Ελληνικής Εκκλησίας πολύ περισσότερο, απ’ ό,τι παρεμβαίνουν αντίστοιχα οι τουρκικές αρχές στο Πατριαρχείο! Λησμόνησε, ότι οι Ελληνικές αρχές δεν έχουν δικαίωμα να διαγράφουν υποψήφιους για την Αρχιεπισκοπή. Αντίθετα στη δική του εκλογή, οι τουρκικές αρχές είχαν αποκλείσει τον τότε Αμερικής Ιάκωβο…
Μας ζητάει να έχει δικαίωμα βέτο στην εκλογή μητροπολιτών, που οι ίδιοι δεν συμμετέχουν στην εκλογή του Πατριάρχη. Αυτό είναι αυταρχικό – πυραμιδικό σύστημα που δεν έχει σχέση με την Συνοδική Ορθόδοξη παράδοση.
Ζητάει ο ίδιος να έχει δικαίωμα βέτο στις εκλογή ελλήνων μητροπολιτών, ενόσω στη δική του εκλογή έχουν δικαίωμα βέτο οι τουρκικές αρχές. Αυτό δεν έχει σχέση με την κοινή λογική.
Ο έλεγχος των μισών σχεδόν μητροπόλεων της Ελλάδας από το «αιχμάλωτο Πατριαρχείο», δεν απελευθερώνει το Πατριαρχείο από την αιχμαλωσία του. Αντιθέτως, επεκτείνει την αιχμαλωσία του Πατριαρχείου και στη μισή Ελλάδα – και μάλιστα στις πιο «ευαίσθητες» περιοχές της.
Την τελευταία οκταετία, ο Πατριάρχης έχει συγκρουστεί με μέγα μέρος των Ορθοδόξων Εκκλησιών διεθνώς. Έχει συγκρουστεί με τον Βρετανίας (Θυατείρων), έχει συγκρουστεί με τον Ιάκωβο Αμερικής, έχει συγκρουστεί με τον αντικαταστάτη του Ιακώβου, Σπυρίδωνα, τον οποίο ο ίδιος τοποθέτησε εκεί και στην συνέχεια τον απέπεμψε. Έχει συγκρουστεί με τον Αναστάσιο Αλβανίας (που επίσης είχε τοποθετήσει ο ίδιος εκεί). Προσφάτως συγκρούστηκε με τον Αυστραλίας Στυλιανό. Στο μεταξύ (και για να μην έχουν «παράπονο» οι μη Έλληνες Ορθόδοξοι) συγκρούστηκε και με τον Μόσχας και με την Εσθονίας. Τελικώς, συγκρούστηκε και με τον Αθηνών Χριστόδουλο, ο οποίος έχει άριστες σχέσεις με όλους τους προηγουμένους που «δοκίμασαν» κατά καιρούς από την οργή του Πατριάρχη…
Αν προσπαθήσει να προκαλέσει «σχίσμα» στην Ελλαδική Εκκλησία, ποιοι νομίζει ότι θα τον στηρίξουν; Γιατί ποιοι θα εναντιωθούν προς αυτόν οφείλει να το γνωρίζει: Το σύνολο της Ορθοδοξίας διεθνώς, με την οποία κατάφερε, μέσα σε μια επταετία, να συγκρουστεί.
Οικουμενικός είναι ο Πατριάρχης που «σκέπει» όλων. Όχι αυτός που τσακώνεται με όλους…



«ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΟΣ» ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΣΜΟΣ…
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    25 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2003

* Στη δεκαετία του 80 οι οπαδοί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Αμερικής πάλευαν για την λεγόμενη «πολύ-πολιτισμικότητα». Δηλαδή για την διατήρηση της πολιτισμικής «διαφορετικότητας» των μεταναστών. Σε αντίθεση με το παραδοσιακό μοντέλο του «χωνευτηριού» – δηλαδή τη ενσωμάτωσης των μεταναστών στα ήθη της αμερικανικής κοινωνίας.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 ανακάλυψαν με φρίκη ότι κάποιες κοινότητες μουσουλμάνων αφρικανικής καταγωγής στην Πολιτεία Ιλλινόϊς έκαναν κλειτοριδο-εκτομή στα νεογέννητα κοριτσάκια τους!
Τότε, άρχισε να συνειδητοποιείτα ότι τα δικαιώματα στη διαφορετικότητα δεν είναι «αδιαπραγμάτευτα», γιατί συχνά προσκρούουν σε άλλα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Συνειδητοποιήθηκε, επίσης, ότι όλοι οι πολιτισμοί δεν είναι «συμβατοί» μεταξύ τους. Για παράδειγμα, μια σύγχρονη φιλελεύθερη κοινωνία δεν αποδέχεται αιρέσεις που επιδίδονται σε κανιβαλιστικές τελετές ούτε θρησκευτικά έθιμα όπως η κλειτοριδο-εκτομή.
* Πριν λίγους μήνες, στη Γερμανία τέθηκε το ζήτημα, αν δικαιούνται τα κορίτσια των μουσουλμάνων μεταναστών να φοράνε στο σχολείο τη θρησκευτική μαντήλα. Το αρμόδιο δικαστήριο απάντησε θετικά, καθώς δεν μπορούσε να επικαλεστεί υπάρχοντα νόμο για να εκδώσει απαγορευτική απόφαση. Το «προηγούμενο» αυτό δημιούργησε τεράστια προβλήματα στην υπόλοιπη Ευρώπη. Στη Γαλλία, για παράδειγμα, καθ’ όλη τη δεκαετία του ’90, οι φεμινιστικές οργανώσεις προσπαθούσαν να αφυπνίσουν την Κοινή Γνώμη για το δράμα των γυναικών του Αφγανιστάν, που υποχρεώνονταν να φοράνε την διαβόητη «μπούργκα», Τώρα, που Αφγανές γλίτωσαν από την υποχρεωτική μπούργκα, οι Γαλλίδες αναρωτιούνται, αν θα αρχίσουν να βλέπουν κορίτσια με μπούργκα ή τσαντόρ στους δρόμους του Παρισιού…
* Πριν λίγες μέρες, μια οργάνωση μουσουλμάνων στην Ιταλία έδωσε την ίδια μάχη από την ανάποδη: Αυτή τη φορά δεν ζήτησαν να επιτραπεί στις ομόθρησκές τους να φοράνε το «μαντήλα», ως σύμβολο της Πίστης τους (παραβιάζοντας την αρχή της «κοσμικότητας» των δημοσίων Σχολείων, όπως συνέβη στη Γερμανία). Αντίθετα, στην Ιταλία επικαλέστηκαν την αρχή της «κοσμικότητας», ζητώντας να ξεκρεμαστεί ο Εσταυρωμένος, από τα δημόσια Σχολεία. Και το πέτυχαν…
Βεβαίως, η Ιταλική κοινωνία ξεσηκώθηκε. Υπάρχει όριο στην «κοσμικότητα». Μην ξεχνάμε ότι καταπίεση ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν γεννάει μόνο η θεοκρατία, αλλά και η «κοσμικότητα». Για παράδειγμα ο Σταλινισμός ήταν απολύτως «κοσμικός». Και απολύτως απάνθρωπος…
Μουσουλμανικές οργανώσεις πέτυχαν να επιβάλουν τα θρησκευτικά τους σύμβολα στη Γερμανία και να αποκαθηλώσουν τα Χριστιανικά σύμβολα στην Ιταλία! Αυτό όμως, δεν είναι «προστασία» των δικαιωμάτων της μειονότητας (των μουσουλμάνων). Αρχίζει να μοιάζει με καταπίεση της πλειονότητας (των Χριστιανών). Κι όπου αρχίσει να καταπιέζεται η πλειονότητα αναιρείται η Δημοκρατία
* Τέλος, πριν λίγα χρόνια, η Ελληνική πολιτεία θεσμοθέτησε ειδικά δικαιώματα πρόσβασης στα Πανεπιστήμια για τα παιδιά των Μουσουλμάνων της Θράκης. Αλλά η άσκηση του δικαιώματος αυτού προϋπέθετε ότι η τα παιδιά των μουσουλμάνων θα βεβαίωναν το θρήσκευμά τους σε επίσημο δημόσιο έγγραφο, για να μπουν στο Ελληνικό Πανεπιστήμιο χωρίς εξετάσεις. Λίγο αργότερα, η ίδια Κυβέρνηση κατήργησε την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Δηλαδή η αναγραφή του θρησκεύματος σε δημόσιο έγγραφο απαγορεύτηκε στην Ελλάδα για όλους - εκτός από τους Μουσουλμάνους της Θράκης. Πλήρης σύγχυση…
Συμπέρασμα: Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι συχνά αντιφατικά και εξόχως υποκειμενικά, διότι διαμεσολαβούνται από τις ιδιαίτερες πολιτιστικές ταυτότητες των ανθρώπων. Συχνά, αυτό που είναι ανθρώπινο δικαίωμα για κάποιους είναι παραβίαση ανθρωπίνου δικαιώματος για κάποιους άλλους. Όποιος αναδεικνύει τα ανθρώπινα δικαιώματα σε απόλυτη αρχή, προϋποθέτει άτομα «γυμνά», «ουδέτερα» και «ισοπεδωμένα»: χωρίς πίστη, χωρίς πολιτιστικές ιδιαιτερότητες, χωρίς αίσθηση συλλογικής ταυτότητας μεταξύ τους και ετερότητας από άλλες ομάδες - δηλαδή χωρίς «αίσθηση του ανήκειν».
Αλλά οι πραγματικοί άνθρωποι δεν έχουν σχέση μ’ αυτή την θεωρητική «καρικατούρα». Γι’ αυτό και μια πολιτική σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στηρίζεται σε ισορροπίες - όχι σε απολυτότητες. Ισορροπίες, που διαφέρουν από τόπο σε τόπο και από εποχή σε εποχή.
Όποιοι βλέπουν τα ανθρώπινα δικαιώματα «απόλυτα και αδιαπραγμάτευτα», δεν κάνουν ανθρωπιστική πολιτική κάνουν επικίνδυνες «σταυροφορίες» προσηλυτισμού των υπολοίπων στις απόψεις τους. Αλλά τέτοιες εμμονές αναδίδουν επικίνδυνες αναθυμιάσεις Ολοκληρωτισμού. Που παραβιάζει κάθε έννοια ανθρωπίνου δικαιώματος.











ΧΑΡΤΙΝΕΣ «ΕΛΕΥΘΕΡΙΕΣ» ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΟΥ ΦΟΒΟΥ…
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    26 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2003


Μετά το διπλό χτύπημα της Αλ Κάϊντα στην Τουρκία η Ευρώπη αρχίζει να αφυπνίζεται από τις ιδεοληψίες της και να αντιλαμβάνεται σε τι κόσμο ζούμε σήμερα:
* Πρώτον, συνειδητοποιεί ότι δεν είναι η παγκόσμια Αμερικανική πολιτική που προκάλεσε τα χτυπήματα της Αλ Κάϊντα. Είναι τα χτυπήματα της Αλ Κάϊντα που υποχρέωσαν τους Αμερικανούς να αλλάξουν δραματικά την ως τώρα πολιτική τους.
-- Πριν από την 11η Σεπτεμβρίου, είχε μεσολαβήσει μια ολόκληρη δεκαετία, κατά τη διάρκεια της οποίας οι ΗΠΑ είχαν υποστηρίξει όλα τα ισλαμικά κινήματα εκτός Μέσης Ανατολής – και στην Τσετσενία και στη Βοσνία και στο Κόσσοβο. Την ίδια περίοδο, η Ουάσιγκτων είχε συμφιλιωθεί με τους Παλαιστίνιους, είχε υποδεχθεί ως ηγέτη κράτους τον Αραφάτ, είχε επιβάλει την επιστροφή του στα κατεχόμενα, είχε ουσιαστικά αποδεχθεί την ίδρυση Παλαιστινιακού κράτους. Κι όμως, εκείνη τη στιγμή επέλεξαν οι τρομοκράτες της Αλ Κάϊντα να χτυπήσουν τους «δίδυμους πύργους» της Νέας Υόρκης.
-- Το τελευταίο διάστημα, η Τουρκία είχε ισλαμική κυβέρνηση, είχε αρνηθεί τη διέλευση Αμερικανικών στρατευμάτων πριν από την επίθεση στο Ιράκ, είχε αρνηθεί να πάρει μέρος στην επίθεση αυτή κι είχε αρνηθεί να στείλει δικές της δυνάμεις μετά την κατάληψη του Ιράκ από τους Αμερικανο-βρετανούς. Κι όμως, αυτή τη χώρα επέλεξαν να πλήξουν οι τρομοκράτες της Αλ Κάϊντα.
Είναι προφανές ότι η Αλ Κάϊντα δεν κινείται από αισθήματα αποκατάστασης του δικαίου του Αραβικού κόσμου. Δεν «ανταμείβει» του φίλους των Αράβων. Δεν «τιμωρεί» τους εχθρούς τους. Δεν ασκεί «πολιτική» με τη συμβατική έννοια. Ασκεί μια «σταυροφορία» από την ανάποδη: Έχει κηρύξει τον Πόλεμο ενάντια σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο και χτυπά όπου βρει και όπου μπορεί.
* Δεύτερον, η Ευρώπη συνειδητοποιεί ότι, ασφαλώς, ΔΕΝ είναι όλοι οι μουσουλμάνοι «εχθροί» ή «ύποπτοι». Αλλά συμβαίνει το ακριβώς αντίστροφο: Όλοι οι εχθροί και ύποπτοι είναι μουσουλμάνοι. Διότι τα δίκτυα της Αλ Κάϊντα απλώνονται μέσα στις μουσουλμανικές κοινότητες. Από αυτές στρατολογούν τρομοκράτες, καμικάζι και συνεργούς. Κι αν δεν ελεγχθούν οι μουσουλμανικές κοινότητες, δεν μπορεί να ελεγχθεί η τρομοκρατική διείσδυση.
Αμέσως μετά τις επιθέσεις στην Κωνσταντινούπολη ο ελληνικός τύπος αποκάλυψε ότι «χαρτογραφούνται οι ισλαμικές κοινότητες στην Ελλάδα». Αλήθεια, η Αρχή Προσωπικών Δεδομένων σε ποια πελάγη ευτυχίας αρμενίζει τις μέρες αυτές;
Να μη ξεχνάμε ότι πριν λίγες μόνον εβδομάδες, η Αρχή Προσωπικών Δεδομένων αρνήθηκε πειραματική εφαρμογή της ηλεκτρονικής ταυτότητας στον αερολιμένα των Αθηνών. Τι ακριβώς θα κάνει τώρα, που έρχεται υποχρεωτική οδηγία ηλεκτρονικής ταυτοποίησης επιβατών σε όλα τα αεροδρόμια;
* Τρίτον, η Ευρώπη συνειδητοποιεί ότι η ασφάλεια είναι ουσιώδης προϋπόθεση όλων των ατομικών και κοινωνικών ελευθεριών. Μια κοινωνία που ζει υπό το κράτος του φόβου δεν είναι ελεύθερη - είναι απολύτως υπόδουλη και πλήρως υποταγμένη.
Η μεγάλη πλειονότητα των πολιτών ΔΕΝ έχουν πρόβλημα να αναγνωρίζεται ηλεκτρονικά η ιδιοτυπία της ίριδας του ματιού τους ή το αποτύπωμα της παλάμης τους, αν αυτό τους διασφαλίζει ότι το αεροπλάνο με το οποίο θα ταξιδέψουν δεν θα καταπέσει φλεγόμενο παρασέρνοντας στο θάνατο και τους ίδιους και χιλιάδες άλλους.
Η πλειονότητα των πολιτών αναγνωρίζει ότι το λεγόμενο «ηλεκτρονικό φακέλωμα» τους αφαιρεί μιαν ελευθερία που ΔΕΝ χρειάζονται – μια «χάρτινη ελευθερία» - την «ελευθερία» να…ληστέψουν τράπεζες ή να διαπράξουν τρομοκρατικές ενέργειες. Έναντι αυτής της χάρτινης «ελευθερίας» που «θυσιάζουν» κερδίζουν μια πρόσθετη διασφάλιση ότι δυσκολεύεται το έργο ενός επίδοξου τρομοκράτη, αποφασισμένου να ανατινάξει το αεροσκάφος με το οποίο ταξιδεύουν ή το κτίριο όπου δουλεύουν ή το λεωφορείο που μεταφέρει τα παιδιά τους.
Και οι απλοί πολίτες, παντού στον κόσμο, είναι πρόθυμοι να δεχθούν την περιστολή χάρτινων «ελευθεριών», προκειμένου να επιτύχουν την απελευθέρωσή τους από τα ασφυκτικά πλοκάμια ενός εφιαλτικού και παραλυτικού φόβου.
Όλα αυτά στην Ευρώπη ήδη τα συνειδητοποιούν. Εδώ εμείς εξακολουθούμε να μπερδεύουμε την Ελευθερία με την αποδόμηση προτύπων και συμβόλων. Και τις ελευθερίες των πολιτών με την απελευθέρωση των…τρομοκρατών από κάθε εμπόδιο και κάθε φραγμό.








Η ΤΗΣ «ΗΜΕΤΕΡΑΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ» …ΑΦΑΣΙΑ!
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    26 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2003



Η δημόσια συζήτηση για τον νεαρό Αλβανό Οδυσσέα Τσενάϊ, που ήθελε, αλλά δεν μπόρεσε, να γίνει σημαιοφόρος στην μαθητική παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου, στη Νέα Μηχανιώνα Θεσσαλονίκης, δίχασε το Πανελλήνιο, αλλά δεν κατάφερε να φτάσει στην ουσία του προβλήματος...
Γιατί το πρόβλημα δεν βρίσκεται βέβαια, στο ποιός δικαιούται να φέρει τη σημαία, στις μαθητικές παρελάσεις....
Όλοι συμφωνούμε, άλλωστε, ότι η Ελληνικότητα δεν είναι ιδιότητα «αίματος» – είναι πρόβλημα συνείδησης. Δεν είναι θέμα γενετικό είναι ζήτημα πολιτισμικό. Ακόμα κι αν έχει παραφραστεί ο Ισοκράτης με το γνωστό εκείνο «Έλληνες, οι τοις ημετέρας παιδείας συμμετέχοντες», η αλήθεια είναι ότι σύμφωνα με την παράδοσή μας – την αρχαία και την πιο πρόσφατη – η Ελληνικότητα ήταν στοιχείο Παιδείας και Πολιτισμού, όχι γονιδιακή «αρετή» αποτυπωμένη στο DNA...
Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά τους κλασσικούς χρόνους, όταν εξεταζόταν η υποψηφιότητα πόλεων για συμμετοχή στους Ολυμπιακούς αγώνες – υπέρτατο τεκμήριο αναγνωρισμένης Ελληνικότητας τότε – τα τρία βασικά κριτήρια που εξετάζονταν ήταν, αν οι κάτοικοι της υποψήφιας πόλης μιλούσαν Ελληνικά (τεκμήριο Παιδείας), αν λάτρευαν το «δωδεκάθεο» (τεκμήριο Πολιτισμού) κι άν είχαν πολεμήσει ή ταχθεί με την πλευρά των Ελλήνων στους Μηδικούς Πολέμους (η προθυμία για αγώνες Ελευθερίας θεωρείτο πολιτιστικό τεκμήριο Ελληνικότητας).
Το μόνο βέβαιο, λοιπόν, είναι ότι οι Αρχαίοι Έλληνες δεν ασχολούνταν με ...αιματολογικά τεκμήρια Ελληνικότητας, αλλά με κριτήρια Παιδείας, Πολιτισμού και Αρετής.
Στον Αγώνα της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, υπήρξαν ήρωες που έδωσαν τη ζωή τους για την Ελευθερία και μιλούσαν μόνον αρβανίτικα - όπως η εντελώς ξεχωριστή μορφή του Μάρκου Μπότσαρη, ο οποίος αναδείχθηκε όχι μόνο για τη γενναιότητα και τις στρατιωτικές του αρετές, αλλά και για την ανθρώπινη μεγαλοσύνη, την ακεραιότητά του, την απόσταση που κράτησε απ’ όλες τις μικρότητες πολλώς επώνυμων κι ανώνυμων συναγωνιστών τους. Ο Μάρκος Μπότσαρης ήταν ταυτόχρονα Αρβανίτης και πολύ σπουδαίος Έλληνας...
Ουδείς, ποτέ, αμφισβήτησε την Ελληνικότητα του Μπότσαρη, των Σουλιωτών, του (σλαβόφωνου και εθνομάρτυρα) Καπετάν Κόττα, ή του Ελληνοεβραίου Μαρδοχαίου Φριζή, ήρωα του Ελληνοϊταλικού Πολέμου.
Τι συνέβη, λοιπόν, με τον καϋμένο Οδυσσέα Τσενάϊ;
Γιατί αμφισβήτησε τόσο μεγάλο κομμάτι της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας, του δικαίωμα ενός νεαρού αλβανόπαιδα, να σηκώσει την ελληνική σημαία και να νιώσει κι αυτός «Έλληνας», έστω και για μια στιγμή; Τι τους πείραξε τόσο πολύ, αντί να τους κάνει να χαμογελάσουμε με αυταρέσκεια ή με υπερηφάνεια;

Οι δουλέμποροι ζητάνε τα ρέστα...

Προφανώς είναι κάτι πέρα από τη σημαία, την μαθητική παρέλαση και τον ίδιο τον Οδυσσέα. Κάτι άσχετο με την Ελληνικότητα κι αυτό που κατά την ελληνική παράδοση θεωρούμε ελληνικότητα. Αλλά κάτι πολύ σχετικό με τα σημερινά προβλήματα και με τα αυριανά αδιέξοδα...
Πρώτον, όλοι το γνωρίζουμε, αλλά ελάχιστοι τολμούν να το παραδεχθούν δημόσια: Υπάρχει αντιπάθεια, στη σημερινή Ελλάδα, όχι κατά των ξένων συνολικά, αλλά ειδικά κατά των Αλβανών – ειδικότερα στην ύπαιθρο, όπου οι κοινοτικές συνθήκες διατηρούνται περισσότερο και οι ανθρώπινες σχέσεις είναι λιγότερο απρόσωπες.
Στην Ελλάδα τη δεκαετία του ’80 υπήρξε μια άφρων πολιτική που εκμεταλλεύθηκε ως «θείο δώρο» την κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού Σοσιαλισμού και την αποσύνθεση των κοινωνιών εκείνων, φέρνοντας χωρίς έλεγχο αλλά και χωρίς ασφάλεια, εκατοντάδες χιλιάδες απελπισμένων ανθρώπων που έψαχναν τρόπο στοιχειώδους επιβίωσης, μια που στην πατρίδα τους όλα είχαν καταρρεύσει.
Την ίδια περίοδο η Ελλάδα αντιμετώπιζε την πρόκληση ένταξης στην Ευρωζώνη. Για να επιτύχει τους ονομαστικούς στόχους της ΟΝΕ, έπρεπε να ρίξει τον πληρωρισμό να μειώσει τα ελλείμματα και το χρέος. Άρα έπρεπε να τολμήσει μεταρρυθμίσει και δομικές αλλαγές που κλόνιζαν την ίδια την ελιτ και τα προνόμιά της. Για να επιτύχει τους στόχους της ΟΝΕ, αποφεύγοντας, όμως, τις «επικίνδυνες» μεταρρυθμίσεις, έφερε σωρηδόν ξένους μετανάστες, τους εκμεταλλεύθηκε αδίστακτα και κατάφερε να ρίξει το κόστος εργασίας, άρα και τον πληθωρισμό.
Η χωρίς έλεγχο εισροή προσφύγων, ωστόσο, είχε και τεράστιο κόστος: αφενός δημιούργησε συνθήκες εκμετάλλευσης δουλεμπορίου για όσους έφταναν, με την ψυχή στο στόμα, αναζητώντας μεροκάματο, αφεταίρου δημιούργησε σοβαρή ανασφάλεια στον ελληνικό πληθυσμό. Γιατί όταν δεν υπάρχει έλεγχος, μαζί με τους απελπισμένους και φιλήσυχους, διεισδύουν και πάσης φύσεως κακοποιά στοιχεία, τα οποία ξεσπάνε κατά του ντόπιου πληθυσμού.
Η ελληνική ελίτ προκειμένου να επιτύχει τους στόχους της ΟΝΕ, χωρίς να τολμήσει μεταρρυθμίσεις που θα έθεταν και την ίδια σε κίνδυνο, εκμεταλλεύθηκε αγρίως τους λαθρομετανάστες και εξώθησε στην απελπισία τους Έλληνες, που άρχισαν ξαφνικά να νιώθουν ανασφαλείς στα σπίτια και στις γειτονιές τους.
Μέχρι πέρσι, όποιος μίλαγε στην Ελλάδα ενάντια στην λαθρομετάναστευση θεωρείτο... «ρατσιστής». Όποιος ζήταγε το αυτονόητο – να υπάρξει μεταναστευτική πολιτική, όπως υπάρχει σε όλα τα δημοκρατικά κράτη υποδοχής μεταναστών, εξοβελιζόταν «στο πύρ το εξώτερο», ως «αποσυνάγωγος του ευρωπαϊκού πολιτισμού και του συγχρόνου πνεύματος».
Μέχρι που ήλθαν οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι, το 2002, κι αναγνώρισαν τη μετανάστευση ως «μείζονα απειλή για την κοινωνική συνοχή της Ευρώπης», για να αποδεχθεί η ελληνική ελίτ, αγόγγυστα, αυτό που, ως τότε, αναθεμάτιζε: ότι η λαθρομετανάστευση είναι απειλητική για την κοινωνική συνοχή και πρέπει να ελεγχθεί αποτελεσματικά με αυστηρή μεταναστευτική πολιτική.
Πλήν ήταν αργά: διότι το πρόβλημα ανασφάλειας του ελληνικού πληθυσμού είχε ήδη δημιουργηθεί. Και τα αρνητικά στερεότυπα σε βάρος των ξένων – σε βάρος ορισμένων ξένων περισσότερο απ’ ότι σε βάρος άλλων – επίσης...
Ο Ελληνικός πληθυσμός δεν είχε πρόβλημα με όλους – απόδειξη ότι δεν πρόκειται για μια κλασική και γενικευμένη ρατσιστική αντίδραση. Απ’ όλες τις φυλές που πέρασαν τα σύνορα, ουδείς είχε πρόβλημα με τους Πολωνούς, για παράδειγμα ή με τους Σουδανούς, τους Αιγύπτιους ή τους Πακιστανούς. Το πρόβλημα δημιουργήθηκε κυρίως με τους Αλβανούς (δευτερευόντως και με τους Ρουμάνους). Κι ο λόγος απλός: καθώς είμαστε δίπλα και η μαζική εισροή ήταν ευκολότερη μαζί με τους αληθινα απελπισμένους διεύρευσαν και πολλοί τρόφιμοι των φυλακών.
Αν άδειαζαν, μιαν ωραία πρωϊα οι Ελληνικές φυλακές και οι εδώ «έγκλειστοι» βρίσκονταν ελεύθεροι σε μια γειτονική χώρα, ασφαλώς οι εντυπώσεις που θα άφηναν εκεί δεν θα ήταν οι καλύτερες. Και δεν θα έφταιγαν, βέβαια, οι κάτοικοι της χώρας αυτής, αν σχημάτιζαν την χειρότερη εντύπωση για τους Έλληνες συνολικά. Το ίδιο, ακριβώς, συνέβη κι όταν, για συγκυριακούς λόγους, κατέρρευσε το καθεστώς και οι αλβανικές φυλακές άδειασαν...στην Ελλάδα. Ήλθαν άνθρωποι που πρωτοστάτησαν στην απότομη εκτίναξη της εγκληματικότητας, λεηλάτησαν κυριολεκτικά τα πιο αφύλακτα σημεία της επικράτειας, δεν άφησαν εξοχικό για εξοχικό, και δημιούργησαν την χειρότερη δυνατή εντύπωση – στα όρια της προκατάληψης – σε βάρος του λαού τους.
Φυσικά δεν φταίει ο Αλβανικός λαός – που συμβαίνει να είναι ο πιο «φυλετικά συγγενής» μας, απ’ όλους όσους μας ήλθαν την τελευταία δεκαετία. Αλλά δεν φταίει αναγκαστικά και ο ελληνικός πληθυσμός, που είδε να ανατρέπεται, μέσα σε λίγα χρόνια, η κοινωνική συνοχή, η γαλήνη και η ασφάλειά του.
Κακά τα ψέμματα: Το πρόβλημα με τον Τσενάϊ δεν ήταν ότι ήταν «ξένος» και ήθελε να σηκώσει την ελληνικκή σημαία. Το πρόβλημα ήταν ότι επροκειτο για Αλβανό – αν ήταν ο,τιδήποτε άλλο (Πολωνός, ή Λιθουανός, ή Ουκρανός ή μαύρος) δεν θα δημιουργείτο πρόβλημα ή δεν θα έφτανε σε τέτοιο σημείο όξυνσης ή δεν θα απασχολούσε κανένα άλλο. Ήταν Αλβανός κι αυτό όχι μόνο πυροδότησε την αντιπάθεια των ντόπιων στη Νέα Μηχανιώνα, αλλά και τα αρνητικά στερεότυπα που έχουν, στο μεταξύ δημιουργηθεί σε βάρος των Αλβανών, σε όλη την Ελληνική επικράτεια. Δυστυχώς...

Δημιουργούν ρατσισμό και ακροδεξιά εκ του μηδενός

Το δεύτερο πρόβλημα είναι ότι η ελληνική ελίτ, πέρα από τη δημιουργία του προβλήματος αρχικώς, έκανε ότι μπορούσε για να το οδηγήσει σε παροξυσμό στη συνέχεια. Αντί εγκαίρως να αντιληφθεί το πρόβλημα της ανασφάλειας που ένιωθαν όλο και περισσότεροι πολίτες, και να προσπαθήσει να ελέγξει τη ροή του μεταναστευτικού ρεύματος, άρχισε να κατηγορεί όσους διαμαρτύρονταν ως «ρατσιστές».
Η κατάσταση αυτή εξαγρίωσε μια μερίδα του πληθυσμού και την έσπρωξε στα άκρα. Πες-πες μερικοί συμπατριώτες μας...πείστηκαν ότι, όντως, ήταν ρατσιστές και άρχισαν να φέρονται αντίστοιχα. Η Ελλάδα ΔΕΝ είχε πρόβλημα ρατσισμού – και της το δημιούργησαν, εκ του μη όντος...
Ξένοι δεν ήλθαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα στη δεκαετία του ’90. Είχαν έλθει εκατονταδες χιλάδες Πακιστανοί, από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 και δεκάδες χιλιάδες Φιλιππινέζες από τις αρχές της δεκαετίας του ’80. Πρόβλημα ρατσισμού δεν υπήρξε κανένα και με κανένα. Το πρόβλημα δημιουργήθηκε στη δεκαετία του 90, όχι γιατί «είδαμε για πρώτη φορά ξένους στη χώρα μας», αλλά γιατί ήλθαν για πρώτη φορά ανεξέλεγκτα, οι αρχές αδράνησαν, δεν θέλησαν ή δεν μπόρεσαν να προστατέψουν τους μετανάστες από την υπερεκμετάλλευση και τους ντόπιους από την μαζική είσοδο κακοποιών στοιχείων, ενώ η ελίτ προσπαθούσε να «ενοχοποιήσει» τις φυσιολογικές αντιδράσεις της κοινωνίας. Αντί να κυνηγά την εγκληματικότητα που κάλπαζε, προσπαθούσε να πείσει τους πολίτες ότι δεν υπάρχει έξαρση της εγκληματικότητας κι ότι φταίνε οι...Ελληνες ρατσιστές που ο κόσμος νιώθει όλο και περισσότερο ανασφαλής.
Το τρίτο πρόβλημα ήταν ότι αυτούς που ήλθαν, νομιμοποιήθηκαν και μονιμοποιήθηκαν, δεν προσπάθησε η Πολιτεία να τους ενσωματώσει στην ελληνική κοινωνική ζωή, δηλαδή «να τους κάνει Έλληνες».
Ειδικά στο χώρο της Παιδείας επέλεξε το μοντέλο της πολυ-πολιτισμικότητας. Αλλά πολυ-πολιτισμικότητα δεν είναι η ένταξη του «διαφορετικο»ύ στον τοπικό πολιτισμό είναι η αποδοχή του (και η αναπαραγωγή του) ως «διαφορετικού».
Ακούμε, κάποιους να λένε ότι πρέπει να νιώθουμε υπερήφανοι που κάναμε ένα αλβανόπαιδα « Έλληνα» - που τον κάνουμε να «μετέχει της Ελληνικής Παιδείας».
Αλήθεια, το σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα κάνει τους Ελληνόπαιδες να μετέχουν της Ελληνικής Παιδείας, για να επιτυγχάνει το ίδιο και για τους Αλβανόπαιδες;
Η συλλογική ταυτότητα είναι τρία πράγματα: Είναι βιωματική εμπειρία, είναι πνευματική καλλιέργεια κι είναι ψυχική προδιάθεση. Δίνει το εκπαιδευτικό μας σύστημα βιωματική εμπειρία, πνευματική καλλιέργεια και ψυχική προδιάθεση ελληνικότητας; Από πότε; Μήπως από τον καιρό που λογοκρίναμε τον Παλαμά από τα σχολικά αναγνώσματα ως...«εθνικιστή»; Μήπως από τον καιρό που φτωχύναμε τόσο την γλωσσική παιδεία που προσφέρουν τα σχολειά μας, ώστε οι σημερινοί μαθητές διαβάζουν Παπαδιαμάντη (αν το διαβάζουν) μόνο από μετάφραση – ενώ όλες οι προηγούμενες γενιές τον διάβαζαν, χωρίς πρόβλημα, από το πρωτότυπο;
Έχουμε «καταφέρει» να βγάλουμε την πρώτη γενιά μαθητών που μιλάνε χειρότερα ελληνικά από τους γονείς τους κι έχουμε την ψευδαίσθηση ότι την Ελληνική Παιδεία, που ΔΕΝ προσφέρουμε στα Ελληνόπουλα, την έχουμε ήδη μεταλαμπαδεύσει και στα παιδιά των μεταναστών...
Υπάρχει κι ένα τελευταίο πρόβλημα: Το ζήτημα των μεταναστών έχει και εκλογική σκοπιμότητα. Εξοργίζει το συντηρητικότερο τμήμα της κοινωνίας και φέρνει σε δύσκολη θέση το Συντηρητικό Κόμμα. Αν η ΝΔ λάβει τη θέση που επιθυμεί η κοινωνική βάση της, θα «διώξει» τους κεντρώους πίσω στο ΠΑΣΟΚ. Αν πάει κόντρα σε σημαντικό τμήμα της κοινωνικής βάσης της, τότε θα δυναμώσει την «άκρα δεξιά», που ήδη λειτουργεί διασπαστικά για τη ΝΔ. Σε κάθε περίπτωση, όσο συντηρείται και αναζωπυρώνεται η υπόθεση Τσενάϊ, η Νέα Δημοκρατία κινδυνεύει να χάσει κι από τις δύο κατευθύνσεις (και προς το κέντρο και προς την ακροδεξιά) - όπως κι αν αντιδράσει.
Κι αυτή είναι η χειρότερη αθλιότητα: Δημιούργησαν όχι μόνο κοινωνικό ρατσισμό εκ του μή όντος, αλλά και πολιτική έκφραση της Άκρας Δεξιάς εκ του μηδενός, υποκινούμενοι από κουτοπόνηρα εκλογικά κίνητρα, για να επιτύχουν ταπεινές μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Αυτό ακριβώς έκαναν οι Σοσιαλιστές στη Γαλλία του 2002, και...καταποντίστηκαν, αφού, όμως, έβγαλαν δεύτερο στις Προεδρικές εκλογές τον ακροδεξιό Λεπέν...
Ο Οδυσσέας Τσενάϊ και η αντίδραση της Νέας Μηχανιώνας δεν ήταν το πρόβλημα ήταν η «ευκαιρία» να κεφαλαιοποιήσουν τα προβλήματα που είχαν ήδη δημιουργήσει. Ως μεμονωμένο περιστατικό θα μπορούσε εύκολα να προληφθεί – αν εγκαίρως είχε αλλάξει ο νόμος που υπάρχει ακόμα και προβλέπει ότι σημαιοφόροι στις μαθητικές παρελάσεις γίνονται μόνο οι αριστούχοι με ελληνική ιθαγένεια. Γι’ αυτό και Πάγκαλος, αφού έβρισε τους κατοίκους της Νέας Μηχανιώνας, ζήτησε να δοθεί εσπευσμένως ελληνική ιθαγένεια, «για να λυθεί το πρόβλημα». Ποιο «πρόβλημα» θα λυνόταν με την εσπευσμένη «ελληνοποίηση» του Τσενάϊ; Το νομικό πρόβλημα. Και γιατί δεν το έλυσαν εγκαίρως, πριν μερικούς μήνες, από πέρσι ή από πρόπερσι; – είναι η τρίτη χρονιά που έχουμε τα ίδια στη Νέα Μηχανιώνα...
Γιατί απλούστατα, το ζήτημα δεν ήταν να εκτονωθεί εγκαίρως ή ένταση. Το ζήτημα ήταν να αναδειχθεί και να φουντώσει, να προκαλέσει αμηχανία στη Νέα Δημοκρατία, να ενισχύσει το ΛΑΟΣ, να δώσει ελπίδες στο απελπισμένο κυβερνών Κόμμα.
Οι προοδευτικοί άνθρωποι προσπαθούν να αποφύγουν τη δημιουργία ρατσισμού. Όσοι δημιουργούν ρατσισμό, όσοι προσπαθούν να τον φουντώσουν και να τον εκμεταλλευθούν δεν είναι «προοδευτικοί», είναι τυχοδιώκτες, αδίστακτοι και πολύ – πολύ επικίνδυνοι. Ευτυχώς δεν θα είναι για πολύ, όπως φαίνεται...



ΤΟ ΑΛΑΣ ΠΟΥ ΕΜΩΡΑΝΘΗ
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    13 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2005

Δεν είναι εύκολο να υπερασπιστεί κανείς την Εκκλησία σήμερα: Πρώτον, διότι ουδείς γνωρίζει τι ακριβώς συνέβη. Δεύτερον, διότι όντως υπάρχουν βρόμικα κυκλώματα στους κόλπους της. Τρίτον, διότι υπάρχουν πράγματι, καλοί και έντιμοι άνθρωποι στην Εκκλησία, που αποδεικνύονται, όμως, απίστευτα αφελείς και επιρρεπείς σε κακούς συμβούλους. Τι να υπερασπιστείς, λοιπόν;
Υπάρχει, ωστόσο, κάτι σοβαρότερο από την Εκκλησία - την Κρίση της που σοβεί και την Κάθαρσή της που αργεί: Η ίδια η Δημοκρατία!
* Είναι ή δεν είναι αδίκημα να παγιδεύει κανείς τις συνδιαλέξεις κάποιου προσώπου και να τις βγάζει στη δημοσιότητα; Αυτό το αδίκημα διώκεται αυτεπάγγελτα - έτσι δεν είναι; Τόσες μέρες που μαθαίνουμε όλες τις σκανδαλιστικές λεπτομέρειες για τις «συνεύρεση» ενός Μητροπολίτη με τον εραστή του, γιατί δεν επενέβη η Αρχή προστασίας Προσωπικών Δεδομένων ή το Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο;
* Αν ο Μητροπολίτης παραβίασε της αρχές της Ιεροσύνης, η Ιεραρχία οφείλει να τον καθαιρέσει. Αλλά η ομοφυλοφιλία δεν είναι παράνομη - έτσι δεν είναι; Γιατί η Πολιτεία δεν προστατεύει την προσωπική του ζωή;
* Αν ο Μητροπολίτης διέπραξε κάποια αδικήματα (οικονομικά κλπ.), η Πολιτεία οφείλει να τον διώξει. Αλλά, και πάλι, την ιδιωτική του ζωή οφείλει να την προστατέψει. Γιατί δεν το κάνει;
Το πρόβλημα δεν είναι να προστατευθεί η προσωπική ζωή κάποιου – «ενάρετου» ή «φαύλου». Το πρόβλημα είναι να προστατευθεί η δική σας, η δική μου, όλων μας. Δεν θέλω να με «αφουγκράζονται» τη στιγμή που ξαπλώνω με τη σύντροφό μου, ούτε να ακούγεται από 10 εκατομμύρια τηλεθεατές, τι ακριβώς κάνουμε και τι της λέω και τι μου λέει την κορυφαία στιγμή της συνεύρεσής μας. Το ίδιο ακριβώς κι εσείς. Το ίδιο ακριβώς και κάθε φυσιολογικός ενήλικας…
Αν μπορούν κάποιοι να παγιδεύουν τις ερωτικές συνομιλίες ενός «φαύλου Μητροπολίτη», αύριο θα παγιδεύσουν τις αντίστοιχες «προσωπικές στιγμές» οποιουδήποτε. Αν αδρανούν τα θεσμικά όργανα, τα εντεταλμένα να προστατεύουν τον ιδιωτικό βίο στην περίπτωση ενός φαύλου, αύριο θα αδρανήσουν και στην περίπτωση ενός έντιμου.
Η παρανομία που συντελείται εδώ, δεν είναι οι ομοφυλοφιλικές ορέξεις του «σκανδαλιάρη» Μητροπολίτη, αλλά οι υποκλοπές των συνδιαλέξεών του. Και το ανησυχητικό είναι ότι οι αρχές και τα όργανα της Πολιτείας αδράνησαν στη διαπόμπευση της προσωπικής του ζωής.
* Το απόρρητο των τραπεζικών του λογαριασμών πώς έσπασε; Είχε διαταχθεί η σχετική έρευνα από εισαγγελέα; Εδώ έχουμε και δεύτερο «απόρρητο» που σπάει χωρίς κόπο. Έτσι εύκολα σπάνε τα προσωπικά απόρρητα στην Ελλάδα;
* Κεντρικό πρόσωπο στην εξέλιξη του «δράματος», αναδεικνύεται κάποιος που έχει καταδικαστεί σε βαριά ποινή ειρκτής, αλλά έχει πάρει…αναστολή! Η μαρτυρία αυτού του προσώπου κρίνεται «αξιόπιστη»; Γιατί είμαστε τόσο πρόθυμοι να τον πιστέψουμε;
Το ότι ο Χριστόδουλος του έδωσε «συστατική επιστολή» πριν διαπράξει το αδίκημα για το οποίο καταδικάστηκε, θεωρείται αφελές ή «ύποπτο». Το ότι τον πιστεύει μια ολόκληρη κοινωνία σήμερα, τι ακριβώς είναι; Αν εμείς τον πιστεύουμε, παρά το γεγονός ότι γνωρίζουμε το ποιόν του, γιατί ο Χριστόδουλος να μην τον εμπιστευθεί, όταν δεν γνώριζε το ποιόν του – πριν καν διαπράξει αδίκημα;
Πυκνώνουν οι ενδείξεις ότι μυστικές υπηρεσίες (όχι μόνο ελληνικές) έχουν ανακατευθεί σε αυτή τη «χιονοστιβάδα αποκαλύψεων»: Έχουν σπάσει πάσης φύσεως «απόρρητα» και έχουν γεμίσει την δημοσιογραφική αγορά με κασέτες, φωτογραφίες, φήμες και τραπεζικούς λογαριασμούς. Τι ακριβώς επιδιώκουν; Αναρωτιέται κανείς;
Πριν λίγες εβδομάδες συνελήφθη 72χρονος που επιδείκνυε στο Internet βιασμό 2χρονου βρέφους! Το όνομα του δεν δόθηκε στη δημοσιότητα, γιατί …παρενέβη η Αρχή Προσωπικών Δεδομένων. Στην περίπτωση των «ερωτικών σκανδάλων» της Εκκλησίας γιατί δεν παρενέβη η ίδια Αρχή;
Η Κάθαρση της Εκκλησίας είναι «παρωνυχίδα» πλέον. Το μείζον είναι η Κάθαρση της Δημοκρατίας, που αλώνεται από «περίεργους μηχανισμούς» χειραγώγησης της Κοινής Γνώμης, ισοπέδωσης των πάντων, τρομοκράτησης των «ταγών» του πολιτεύματος, παράλυσης κάθε ελεγκτικού μηχανισμού. Εν προκειμένω, το «Άλας που εμωράνθη» δεν είναι ο «σκανδαλιάρης» Μητροπολίτης. Είναι τα «αντισώματα» της Δημοκρατίας. Που δεν αντέδρασαν…




ΠΕΣΑΤΕ ΘΥΜΑΤΑ, ΑΔΕΛΦΙΑ Μ’ ΕΣΕΙΣ…
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    15 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2005


Την περασμένη εβδομάδα 1044 δημοσιογράφοι έπεσαν θύματα του ίδιου του Σωματείου τους – της ΕΣΗΕΑ. Σε ένα βαρύ κλίμα, όπου βοά η Κοινή Γνώμη για τους «ελεγχόμενους» δημοσιογράφους, η Κυβέρνηση έδωσε στην ΕΣΗΕΑ (κι όχι απευθείας στην δημοσιότητα) τον κατάλογο των δημοσιογράφων, που απασχολούνται στο Δημόσιο.
Η Κυβέρνηση ήταν τυπικά υποχρεωμένη να θέσει τον κατάλογο αυτό στη διάθεση της ΕΣΗΕΑ, ώστε να κρίνει η ίδια η Συνδικαλιστική Ένωση των δημοσιογράφων, αν υπάρχουν «ασυμβίβαστα» ή παραβιάσεις της δεοντολογίας.
Η ΕΣΗΕΑ έδωσε τη λίστα κατευθείαν στη δημοσιότητα, χωρίς να επεξεργαστεί τα στοιχεία. Έτσι τα ονόματα 1044 δημοσιογράφων δόθηκαν βορά στην κοινή γνώμη – ως απάντηση στο ερώτημα «ποιοι τα παίρνουν»!
Ήταν όλοι αυτοί υπόλογοι για κάποιο αδίκημα ή έστω παράβαση δεοντολογικής αρχής; Έκαναν κάποιο παράπτωμα; Αν ναι, ποιο; Αν όχι, γιατί ακριβώς δημοσιοποιήθηκαν τα ονόματά τους;
Βέβαια, εκ των υστέρων δόθηκαν κάποιες εξηγήσεις: Ότι μόνο ένας πολύ μικρός αριθμός εξ αυτών ήταν «ευνοούμενοι πολυθεσίτες» του δημοσίου. Αλλά, αν είναι έτσι, γιατί διασύρθηκαν χίλιοι και πλέον, που δεν φταίνε σε τίποτε;
Κάποιοι υποστήριξαν ότι η απασχόληση τόσων δημοσιογράφων (όσο το ένα τρίτο του δυναμικού της ΕΣΗΕΑ) σε δημόσιες θέσεις αποτελεί πρόβλημα.
Σωστά, αλλά ποια είναι στην Ελλάδα η διάκριση μεταξύ «δημόσιου» και «ιδιωτικού» όσον αφορά τον Τύπο; Ποια «ανεξαρτησία» έχουν οι δημοσιογράφοι σε ιδιωτικά ΜΜΕ, που τη «χάνουν», αν έχουν μια δεύτερη δουλειά στο δημόσιο τομέα;
Όταν η εξουσία επιθυμεί να φιμώσει κάποιον δημοσιογράφο, τι κάνει; Τον απειλεί στο δημόσιο, όπου απασχολείται κάποιες ώρες; Ή μήπως τον πιέζει μέσω του ιδιώτη εργοδότη του, ο οποίος πολύ συχνά έχει άλλες «μπίζνες» με το Δημόσιο είτε μέσω του διαφημιστικού τμήματος της εφημερίδας, η οποία συχνά διεκδικεί δυσανάλογο μερίδιο από τη «διαφημιστική πίττα» που ελέγχεται από το Δημόσιο;
Στην Ελλάδα, η πιο σκληρή κρατική πίεση ασκείται μέσα στον ιδιωτικό τομέα, από κυκλώματα διαπλοκής αδιαφανή (και συχνά σκοτεινά), που καμία λίστα δεν τα αναφέρει και καμία αυτορρύθμιση δεν μπορεί να εξουδετερώσει.
Είναι, όντως, πρόβλημα να υπάρχουν τόσοι πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι στο χώρο του Τύπου. Αλλά δεν είναι «γενεσιουργό αίτιο» της διαπλοκής. Αυτό είναι απλό «σύμπτωμα»…
Σε όλες τις δυτικές χώρες (και όχι μόνο) κυκλοφορούν τόσα ημερήσια φύλλα εφημερίδων όσο περίπου το ένα δέκατο του συνολικού πληθυσμού. Στην Ελλάδα θα έπρεπε να κυκλοφορούν 1 εκατομμύριο και πλέον. Τόσα κυκλοφορούσαν πριν δεκαπέντε χρόνια. Σήμερα κυκλοφορούν το πολύ 350 χιλιάδες. Γιατί αυτή η καθίζηση του Τύπου στην Ελλάδα; Αυτό το διερεύνησε ποτέ η ΕΣΗΕΑ;
Παρά το χαμηλό κοινό του Τύπου, στην Ελλάδα κυκλοφορούν τετραπλάσιες εφημερίδες εθνικού ακροατηρίου, απ’ ό,τι συμβαίνει, κατά μέσον όρο, στις υπόλοιπες δυτικές χώρες. Πώς γίνεται αυτό; Αναρωτήθηκε ποτέ κανείς; Πώς γίνεται τετραπλάσιες εφημερίδες από το «κανονικό», να μοιράζονται το ένα τρίτο του κοινού - και να βγαίνουν; Τι σημαίνει αυτό; Είτε τα ιδιωτικά ΜΜΕ επιδοτούνται από το κράτος είτε τα συντηρεί «πλυντήριο χρήματος» (είτε συμβαίνουν και τα δύο). Γι’ αυτό και δεν έχει νόημα στην Ελλάδα να μιλάμε για διάκριση του Ιδιωτικού από το Δημόσιο – στον χώρο του Τύπου και όχι μόνο…
Η Ελλάδα είναι η τελευταία χώρα του… «υπαρκτού σοσιαλισμού» στον κόσμο! Είναι η μοναδική χώρα, όπου το Δημόσιο κρατικοποίησε τα πάντα και ο ιδιωτικός τομέας «ιδιωτικοποίησε» τα…δημόσια έσοδα! Κι αυτό το φαινόμενο θέλουν να ελέγξουν με…αυτορρύθμιση. Και ξεκινάνε την αυτορρύθμιση δημοσιεύοντας τα ονόματα 1044 δημοσιογράφων, που συμπληρώνουν το εισόδημά τους από κάποια θεσούλα στο Δημόσιο.
Και τώρα που μάθαμε τους «πτωχοπρόδρομους» της δημοσιογραφίας, θα μας πληροφορήσουν και γι’ εκείνους που πληρώνονται, στον ιδιωτικό τομέα, από τους «νονούς» της διαπλοκής; Συγγνώμη, από τους «νταβατζήδες» ήθελα να πω. Γιατί αυτοί που δουλεύουν στο δημόσιο λέγονται δημόσιοι υπάλληλοι. Αυτοί που δουλεύουν για τους «νταβατζήδες» πώς ακριβώς λέγονται;



ΤΟ ΝΕΟ ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    16 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2005


Οι οπαδοί της τουρκικής ένταξης στην Ευρώπη, "λαχτάρησαν" όταν ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Ραφαρέν, τοποθετήθηκε με απόλυτο σκεπτικισμό για την τουρκική ένταξη: "Θα θέλαμε να βάλουμε το ποτάμι του Ισλάμ στην κοίτη των κοσμικών κοινωνιών;" αναρωτήθηκε.
Όμως, η Τουρκία είναι χώρα εξ ίσου "κοσμική" όπως η Γαλλία. Τι φοβάται λοιπόν, ο κ. Ραφαρέν;
Βεβαίως, η Τουρκία είναι σήμερα κοσμικό κράτος, αλλά αυτό συμβαίνει χάρις στην Κεμαλική παράδοση, που επιβλήθηκε δια πυρός και σιδήρου και με τρόπους όχι απολύτως δημοκρατικούς. Θεματοφύλακας της "κοσμικότητας" του τουρκικού κράτους ο ίδιος ο τουρκικός στρατός.
Όπως τόνισε ο γάλλος εμπειρογνώμων Del Valle κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο Ευρωκοινοβούλιο, "για να γίνει η Τουρκία πλήρες μέλος της Ένωσης, της ζητάμε να γίνει δημοκρατική όπως εμείς. Για να γίνει δημοκρατική, πρέπει να παραμερίσει το στρατό από τη σημερινή πολιτική του κυριαρχία. Αν συμβεί αυτό, καταργείται ο εγγυητής της "κοσμικότητας" του Τουρκικού κράτους και διευκολύνεται η άνοδος των ισλαμιστών στην εξουσία".
Ένας Ισπανός βουλευτής ρώτησε τον εισηγητή οργισμένος: Τι ακριβώς υπονοείτε; Ότι προκειμένου να μπει η Τουρκία στην Ευρώπη, πρέπει ο στρατός να κάνει δικτατορία κατά του Ισλάμ;
Και ο κ. Del Valle απάντησε: Εννοώ ότι στην υπόλοιπη Χριστιανική Ευρώπη, ο εκσυγχρονισμός και ο εκδημοκρατισμός πάνε χέρι-χέρι. Στην ιδιότυπη μουσουλμανική κοινωνία της Τουρκίας, ο εκδυτικισμός - εκσυγχρονισμός έχει φορέα τους Κεμαλιστές και το στρατό, ενώ ο εκδημοκρατισμός έχει φορέα, αυτή τη στιγμή τους μετριοπαθείς ισλαμιστές, που θέλουν να απαλλαγούν από το "χαλινάρι" του στρατού. Κι αφότου το επιτύχουν μάλλον δεν θα παραμείνουν μετριοπαθείς...
-- Μα δεν θέλετε να δημιουργήσουμε ένα "κράτος-υπόδειγμα" για το Ισλάμ; τον ξαναρώτησε ένας Ιταλός από το ακροατήριο.
-- Γιατί ένα "κράτος-υπόδειγμα" για το Ισλάμ πρέπει να είναι οπωσδήποτε πλήρες μέλος της Ένωσης; Πόσο μπορεί να είναι "υπόδειγμα" για το Ισλάμ ένα κράτος που υπήρξε για αιώνες ο δυνάστης όλων των Αράβων, από το ζυγό του οποίου επαναστάτησαν μόλις πριν ένα αιώνα; Κι αν πρέπει να επιλέξουμε ένα ισλαμικό κράτος και να το βάλουμε στην Ένωση, ώστε να γίνει "υπόδειγμα" στον ισλαμικό κόσμο, γιατί να μην επιλέξουμε το Μαρόκο ή την Τυνησία, που είναι αραβικές χώρες, είναι πιο κοντά μας, είναι πολύ μικρότερες και πολύ ασφαλέστερες;
-- Αν δεν βάλουμε την Τουρκία, θα την αποσταθεροποιήσουμε οριστικά, αντέτεινε ένας Ολλανδός
-- Μήπως θα την αποσταθεροποιήσουμε περισσότερο αν την βάλουμε; αναρωτήθηκε ένας άλλος Βρετανός. Μήπως, θα αναγκάσουμε όλους τους δυτικόστροφους Τούρκους να στραφούν εναντίον μας, αφού θα βλέπουν με φρίκη ότι η Ευρώπη βοηθά τους ισλαμιστές να παραμερίσουν το στρατό, διευκολύνοντας την πλήρη επικράτησή τους; Μήπως κάνουμε εχθρούς μας εκείνους που έπρεπε να στηρίζουμε και στηριζόμαστε σε εκείνους που έπρεπε να κρατάμε απ΄ έξω, σπρώχνοντας την Τουρκία σε βαθύ διχασμό, στον οποίο εμείς θα υποστηρίζουμε τη λάθος πλευρά;
-- Θέλετε την Ένωση κλειστό χριστιανικό κλαμπ, του αντέτεινε ένας Βρετανός από το ακροατήριο. Αλλά η Ευρώπη έχει ήδη 12 εκατομμύρια μουσουλμάνους...
-- Τι ακριβώς εννοείτε; του αντέτεινε ένας άλλος Βρετανός. Επειδή η Ευρώπη έχει 12 εκατομμύρια να βάλουμε κι άλλα 80 εκατομμύρια μουσουλμάνων; Το γεγονός ότι η Ευρώπη χωράει τους διαφορετικούς, σημαίνει ότι δέχεται να αλλοιώσει την πολιτιστική φυσιογνωμία της και να ανατρέψει τις πολιτιστικές ισορροπίες της; Κι αυτό θα βοηθήσει την ενότητα της Ευρώπης ή μήπως θα τη διαλύσει οριστικά;
Συμπέρασμα: Η ένταξη της Τουρκίας, έχει μετατραπεί σε ζήτημα που αφορά το ίδιο το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, αγκαλιάζει όλες τις κοινωνίες της και πυροδοτεί ζωηρές συζητήσεις παντού: από Σουηδία μέχρι Πορτογαλία κι από Ιρλανδία μέχρι Σλοβακία.
Παντού; Όχι ακριβώς. Υπάρχει μια μόνο ευρωπαϊκή χώρα, που δεν ασχολείται με τέτοιες "λεπτομέρειες". Μαντέψατε σωστά ποια είναι η "τρισευτυχισμένη" αυτή χώρα: Η μόνη που γειτονεύει με την Τουρκία - η Ελλάδα...


Η ΕΥΡΩΠΗ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΥ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΤΗΤΑ
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    19 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2005


Στην Ευρώπη χάνει έδαφος η "πολυ-πολιτισμικότητα" (multi-culturalism), που είχε εισαχθεί από τις ΗΠΑ στη δεκαετία του 90 και είχε δοξασθεί στην Ελλάδα ως η επιτομή του "εκσυγχρονισμού"...
Τι είναι η πολυ-πολιτισμικότητα; ΔΕΝ είναι η ανεκτικότητα προς τον "διαφορετικό". Είναι η άρνηση αφομοίωσης των μεταναστών. Είναι η διατήρησή της διαφορετικότητάς τους και η πεποίθηση ότι μπορούν να συνυπάρχουν αρμονικά, χωρίς να αφομοιώνονται.
Η πολυ-πολιτισμικότητα εμφανίστηκε στις ΗΠΑ, στη δεκαετία του 70, φιλοδοξώντας να αντικαταστήσει το παραδοσιακό μοντέλο των "χωνευτηριού" (melting pot), που επιδίωκε την αφομοίωση των μεταναστών. Όμως, στα μέσα της δεκαετίας του 90, οι ΗΠΑ εγκατέλειψαν τα πειράματα με την πολυ-πολιτισμικότητα και επέστρεψαν στο δοκιμασμένο μοντέλο του "χωνευτηριού".
Τότε οι Αμερικανοί συνειδητοποίησαν ότι η πολυ-πολιτισμικότητα ενίσχυε την τάση των μεταναστών να κλείνονται σε γκέτο και πολλαπλασίαζε τα σημεία τριβής μεταξύ τους, πυροδοτώντας ένα νέου τύπου ρατσισμό ανάμεσα στις μειονότητες. Όσο μεγαλύτερη έμφαση δίνονταν στη διατήρηση της διαφορετικότητας, τόσο περισσότερες προστριβές δημιουργούνταν ανάμεσα στους "διαφορετικούς", αναγκάζοντάς τους να κλειστούν σε γκέτο - όπου ένιωθαν μεγαλύτερη ασφάλεια, αλλά έχαναν κάθε επαφή με την υπόλοιπη κοινωνία. Μόλις οι ΗΠΑ εγκατέλειψαν την πολυ-πολιτισμικότητα, στις αρχές της δεκαετίας του 90, άρχισαν να την υιοθετούν στην Ευρώπη...
Γιατί συνέβη αυτό το "παράδοξο"; Διότι την εποχή εκείνη η Ευρώπη επιχειρούσε την απότομη προσαρμογή της στους όρους της νομισματικής ενοποίησης, μειώνοντας πληθωρισμό και ελλείμματα. Για να το επιτύχει, προσέφυγε στην "εύκολη λύση" της ανεξέλεγκτης εισαγωγής μεταναστών. Τότε οι ευρωπαϊκές ελίτ προσχώρησαν στην πολυ-πολιτισμικότητα, για να καμφθούν οι αντιδράσεις των τοπικών κοινωνιών, που έπρεπε "να μάθουν να συνυπάρχουν αρμονικά" με τη μαζική εισροή φθηνών εργατικών χεριών.
Η πολυ-πολιτισμικότητα, ωστόσο, είχε παρενέργειες και στην Ευρώπη: Άνοδος του ρατσισμού, αύξηση της εγκληματικότητας, άνοδος της άκρας δεξιάς. Έτσι, μια-μία οι χώρες της Ευρωπαϊκές Ένωσης αρχίζουν να επιστρέφουν κι αυτές στο μοντέλο του "χωνευτηριού":
-- Πρώτη η Βρετανία, με δήλωση του υπεύθυνου μειονοτήτων της Κυβέρνησης Μπλαίρ, διακήρυξε ότι "πρέπει να ανακαλύψουμε, ξανά, τη βρετανικότητα", δηλαδή την αφομοίωση των μεταναστών με μηχανισμούς εμπέδωσης της βρετανικής συνείδησης.
-- Ύστερα, η Δανία διακήρυξε ότι οι διαφορετικότητες είναι ανεκτές στο βαθμό που είναι συμβατές με τα κυρίαρχα πρότυπα της πλειονότητας των Δανών, όπως ακριβώς προβλέπει το μοντέλου του "χωνευτηριού".

-- Μετά, η Γαλλία απαγόρευσε την χρήση των θρησκευτικών ενδυματολογικών συμβόλων στα δημόσια σχολεία, στην προσπάθειά της να επιβάλει την αφομοίωση όλων.
-- Πρόσφατα η Ολλανδία, ή πιο συνειδητά πολυ-πολιτισμική κοινωνία της Ευρώπης, έζησε τη δολοφονία ενός σκηνοθέτη από φανατικό μουσουλμάνο. Ταραχές ξέσπασαν σε όλη τη χώρα, και οι Ολλανδοί αναθεωρούν πανικόβλητοι το πολυ-πολιτισμικό μοντέλο τους.
-- Τελικώς, η Λετονία ανακοίνωσε την πολιτική της για τη μεγάλη μειοψηφία των ρωσοφώνων: τους δίνει πολιτικά δικαιώματα μόνον αφού μάθουν την εθνική γλώσσα της χώρας, και μόνο αν θελήσουν να αφομοιωθούν στην κοινωνία της. Η αφομοιωτική πολιτική της Λετονίας προκάλεσε τη δυσφορία της Ρωσίας, αλλά "καλύφθηκε" πλήρως από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Ευρώπη απορρίπτει την πολυ-πολιτισμικότητα και διαλέγει, πλέον, την αφομοίωση των μεταναστών. Όπως έχουν κάνει ήδη οι ΗΠΑ...
Όπως σημειώνει σε προχθεσινό (25/11) άρθρο του στην εφημερίδα Herald Tribune ο William Pfaff, "Στο μεταναστευτικό ζήτημα της Ευρώπης, η ζημία που έγινε από τον "πολιτική ορθότητα" στο παρελθόν, τώρα μόλις αρχίζει να γίνεται αισθητή". Με τον όρο "πολιτική ορθότητα" ο Pfaff αναφέρεται στην πολύ-πολιτισμικότητα. Όπως εξηγεί αμέσως: "Σε μια σειρά χώρες.. υιοθετήθηκε μια πολιτική απεριόριστης ανεκτικότητας στις πολιτιστικές διαφορετικότητες γιατί κάποια πίστεψαν ότι ήταν "ρατσιστικό" να ζητάμε την αφομοίωσή τους.." Και πιο κάτω, αναφερόμενος στην πρόσφατη δολοφονία του Ολλανδού σκηνοθέτη Τεό Βαν Κόγκ από μουσουλμάνο φανατικό και την έκρηξη ρατσιστικής βίας που ακολούθησε: "...Κανείς δεν φαντάστηκε ότι αυτό θα οδηγούσε σε μία έκρηξη μίσους και βίας..." Όχι τυχαία το άρθρο φέρει τον τίτλο, "Η Ευρώπη πληρώνει το τίμημα της πολιτιστικής της αφέλειας"
Στην Ελλάδα ακόμα δεν έχουμε καταλάβει τίποτε...


Η ΕΝΗΛΙΚΙΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑΣ
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    21 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2005


Με αφορμή την αναγνώριση της FYROM ως "Μακεδονίας" από το Στέητ Ντηπάρτμεντ, η εξωτερική πολιτική επέστρεψε στην ελληνική επικαιρότητα, από την "εξορία" στην οποία την είχαν εξαποστείλει οι κυβερνήσεις Σημίτη...
Είδαμε να "θρηνούν" για την απώλεια της "Μακεδονίας" άνθρωποι που διακηρύσσουν από το 1993 ότι η μάχη του ονόματος είναι..."χαμένη"! Είδαμε να ολοφύρονται, που η Ουάσιγκτων εγκατέλειψε το FYROM και προσχώρησε στο "συνταγματικό όνομα" των Σκοπίων, άνθρωποι που ουδέποτε αντελήφθησαν ότι η αναγνώρισή τους ως FYROM από τα Ηνωμένα Έθνη, ήταν επιτυχία της ελληνικής διπλωματίας το 1992. Είδαμε να χαίρονται που η Ευρωπαϊκή Ένωση εμμένει (επί τους παρόντος) στο FYROM, άνθρωποι που ήδη από το 1992 επέμεναν ότι θα έπρεπε να είχαμε αναγνωρίσει τα Σκόπια ως "Μακεδονία".
Εξακολουθούν να μιλάνε για "χαμένες ευκαιρίες": ότι δηλαδή αν είχαμε δείξει μεγαλύτερη ευελιξία πριν δώδεκα χρόνια, θα είχαμε επιτύχει "κάτι καλύτερο". Για να βγει ο Έλληνας πρέσβης που διαχειρίστηκε τις σχετικές διαπραγματεύσεις και να ομολογήσει ότι ουδέποτε υπήρξε η παραμικρή ευκαιρία για σύνθετη ονομασία...
Ξέχασαν, όμως, μια μικρή λεπτομέρεια: Ότι τα Σκόπια έχουν πλέον πρόβλημα επιβίωσης, που ανεφύει ξανά μόλις προ λίγων ημερών, με την διάλυση της κυβέρνησης Συνασπισμού Σλαβοφώνων-Αλβανοφώνων, φέρνοντας πιο κοντά την εσωτερική αποσύνθεση της FYROM.
Η ελληνική πολιτική ελίτ μοιάζει να πανικοβάλλεται, που χάνει κάτι που ουδέποτε θέλησε να διεκδικήσει. Χαίρεται που κρατάει κάτι, που ουδέποτε θεώρησε επιτυχία της. Αγωνιά πως θα ονομαστεί ένα γειτονικό κράτος, που είναι δύσκολο, πλέον, να επιβιώσει...
Αποδοκιμάζουμε την ονοματολογία, αλλά τη συνεχίζουμε απτόητοι. Χάσαμε κάθε άλλη διάσταση εξωτερικής πολιτικής - κυρίως τη διάσταση της περιφερειακής σταθερότητας: Δεν καταλαβαίνουμε ότι από τη στιγμή που το κράτος αυτό αποσυντίθεται, ομολογεί ότι είναι πολυεθνικό και οδεύει προς μετεξέλιξη σε ομοσπονδία, ο αλυτρωτισμός του έχει ήδη ηττηθεί. Το πρόβλημά μας δεν είναι, πλέον, πώς θα αναγνωριστεί από τους άλλους μέχρι να μετεξελιχθεί, αλλά πώς θα αλλάξει και τι θα πάρει τη θέση του, αν δεν τα καταφέρει να μετεξελιχθεί ομαλά. Τέτοια ζητήματα δεν τα έβλεπε η πολιτική μας ελίτ προηγουμένως - και εξακολουθεί να μη τα συζητά...
Τόσα χρόνια παραπέμπαμε τα λεγόμενα "εθνικά ζητήματα" σε κάποιους άλλους - στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Ζητήσαμε από τις ΗΠΑ να μας λύσουν το Κυπριακό, και μας παρουσίασαν το Σχέδιο Ανάν - που ο Ελληνισμός της Κύπρου αναγκάστηκε να απορρίψει "μετά πολλών επαίνων"...
Πιστέψαμε ακόμα, ότι η Ευρώπη μπορούσε να αναλάβει εργολαβικά τη λύση των προβλημάτων μας, στα πλαίσια της ΚΕΠΠΑ, της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας. Πόσοι γνωρίζουν, άραγε, ότι ο συνολικός προϋπολογισμός της ΚΕΠΠΑ είναι μόλις 62 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο, ποσοστό ίσο με το 0,6% του προϋπολογισμού της Ένωσης (ο οποίος, με τη σειρά του, αντιπροσωπεύει ποσοστό ίσο με το 1% του ΑΕΠ της Ευρώπης); Πόσοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι τα χρήματα που δίνονται στην ΚΕΠΠΑ σε απόλυτο ύψος, είναι το μισό της οικονομικής βοήθειας που θα δοθεί στους Τουρκοκυπρίους τα επόμενα δύο χρόνια; Αυτή δεν είναι χρηματοδότηση κοινοτικής πολιτικής. Αυτή είναι "χρηματοδότηση" ενός πράγματος που ΔΕΝ θέλουν να υπάρχει στην πράξη. Σε αυτή την ΚΕΠΠΑ είχαμε εναποθέσει τις ελπίδες μας για τη λύση των κρίσιμων εξωτερικών μας θεμάτων. Είχαμε "απο-εθνικοποιήσει" τη διπλωματία μας, πράγμα που ουδέποτε έκαναν οι άλλες χώρες-μέλη.
Η Ελλάδα υποχρεώνεται σήμερα να επαν-εθνικοποιήσει την εξωτερική της πολιτική: Να αναζητά ερείσματα, όχι προστάτες. Να δημιουργεί συμμαχίες, όχι να παραπέμπει τα προβλήματά της σε άλλους. Να προσφέρει, για να πάρει - όχι να απαιτεί από όλους τους άλλους να την υποστηρίζουν. Να διεκδικεί ρόλους και να παίρνει κόστος, όχι να εκλαμβάνει την υποστήριξη στα "δίκαιά" της ως "αυτονόητη υποχρέωση" όλων των άλλων. Η Ελληνική διπλωματία τώρα μόλις αρχίζει να ενηλικιώνεται, μετά από μια παρατεταμένη εφηβεία "εκσυγχρονιστικών" ψευδαισθήσεων και παιδιάστικης αφέλειας...











ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΙΝΤΣΑΡΙΣΜΑ
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    22 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2005


Τι ακριβώς είναι οι "θεωρίες συνομωσίας"; Είναι εύκολες δικαιολογίες που επικαλούνται κάποιοι αφελείς, όταν αντιμετωπίζουν μια κρίση που δεν θέλουν να δουν τα βαθύτερα αίτιά της...
Προσοχή όμως: Απορρίπτουμε τις "θεωρίες συνομωσίας". Δεν αρνούμαστε ότι μπορεί να υπάρξουν πραγματικές συνομωσίες.
Απορρίπτουμε τις ευφάνταστες δικαιολογίες των μωρόπιστων. Δεν αρνούμαστε ότι υπάρχουν "εξωθεσμικά κέντρα" και αδιαφανή κυκλώματα. Κι όταν υπάρχουν τέτοια "κέντρα", ασφαλώς υπάρχουν και συνομωσίες.
Μην πάτε μακριά": "Ο πρόσφατος θόρυβος ξεκίνησε από την αποκάλυψη παρά-δικαστικών κυκλωμάτων. Τι έκαναν αυτά τα κυκλώματα; Δεν "συνομωτούσαν" σε βάρος απονομής της Δικαιοσύνης; Άλλωστε, η γνωστότερη δημοσιογραφική έρευνα όλων των εποχών - για το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ - αποκάλυψε μιαν απίστευτη συνομωσία του Λευκού Οίκου - πραγματική, όχι "θεωρία"...
Η δημοσιογραφία δεν είναι ούτε αστυνομική έρευνα ούτε ανάκριση ούτε απονομή δικαιοσύνης. Φέρνει στην επιφάνεια στοιχεία και θέτει ερωτήματα - δεν απαγγέλει κατηγορίες ούτε στιγματίζει ενόχους. Ενίοτε αποκαλύπτει συνομωσίες - δεν τις αποσιωπά...
Σε μας, αυτό που εσχάτως ονομάζεται "δημοσιογραφική έρευνα" κινείται κάπως "ανορθόδοξα":
* Αποδείχθηκε ήδη ότι, ενώ η Ίντερπολ είχε εκδώσει ένταλμα σύλληψης κατά του Απόστολου Βαβύλη, η Ελληνική Αστυνομία του έβγαλε νέα ταυτότητα με ψεύτικο όνομα για να ταξιδέψει στα Ιεροσόλυμα! Την ίδια στιγμή έκανε "μπίζνες" μαζί του στην Αθήνα με το πραγματικό του όνομα! Εδώ δεν υπάρχουν "θεωρίες συνομωσίας". Αποκαλύπτεται ένας ολόκληρος συνομωτικός μηχανισμός, που δρούσε μέσα στην Αστυνομία. Κι όμως αποσιωπάται...
* Οι Παλαιστινιακές αρχές καταγγέλλουν απόπειρα δολοφονίας κατά του Πατριάρχη Ειρηναίου. Αυτό δεν είναι "θεωρία συνομωσίας". Αν αποδειχθεί αληθινό, είναι πραγματική συνομωσία - που, επίσης, αποσιωπάται. Σύμφωνα με τις Παλαιστινιακές καταγγελίες, ο Ειρηναίος υπήρξε θύμα συνομωσίας, όχι "θύτης". Και ο Βαβύλης αποδείχθηκε, τελικώς, κατήγορος του Ειρηναίου, μάλλον, παρά "συνεργάτης" του. Εδώ τα πράγματα εμφανίζονται αντεστραμμένα...
* Καλείται ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος να "απολογηθεί" γιατί έστειλε τον Βαβύλη για...εξομολόγηση στο Άγιο Όρος - κι όχι οι ελληνικές αρχές να εξηγήσουν πώς του έδωσαν ταυτότητα με πλαστά στοιχεία. Αυτό δεν είναι "δημοσιογραφική έρευνα". Είναι λυσσαλέα προσωπική επίθεση...
* Η "δημοσιογραφική έρευνα" θέτει το ερώτημα γιατί η Ιεραρχία δεν έκανε τίποτε, ενώ γνώριζε τις "σκανδαλιστικές" κασέτες από διετία. Πήρε την απάντηση: Διότι Αρεοπαγίτες γνωμάτευσαν ότι είναι παράνομο να τιμωρηθεί ο "σκανδαλιάρης" Μητροπολίτης με "προϊόντα υποκλοπής". Ποιοι χθες καλούσαν τον Αρχιεπίσκοπο να "σέβεται τους νόμους" και σήμερα τον εγκαλούν γιατί δεν τους...παραβίασε; Αυτό το ερώτημα, περιέργως, δεν τέθηκε ποτέ.
* Αποκαλύπτεται σήμερα - από παλαίμαχους δικαστικούς - ότι τα κυκλώματα συναλλαγής δικαστών-δικηγόρων πολλαπλασιάστηκαν όταν, με πρόσφατο νόμο, μειώθηκαν οι ελεγκτικές αρμοδιότητες του Δικαστικού Συμβουλίου. Ποιοι και γιατί επέβαλαν μια "μεταρρύθμιση" που ευνοεί τη διαφθορά; Ούτε αυτό το ερώτημα τέθηκε από τη "δημοσιογραφική έρευνα"...
Πέρα από τις "θεωρίες συνομωσίας" υπάρχει και κάτι άλλο: η "ηθική εξόντωση" - character assassination το ονομάζουν οι Αγγλοσάξονες...
Θυμηθείτε και κάποιες άλλες "δημοσιογραφικές έρευνες", το καλοκαίρι του 2002, όταν εξαρθρώθηκε η "17η Νοέμβρη". Και τότε "δαιμόνιοι ρεπόρτερ" ενοχοποιούσαν καθημερινά αθώους, τους "φωτογράφιζαν" στα δελτία, ενίοτε τους κατονόμαζαν κι όλα. Κανένας από αυτούς που διασύρθηκε δεν αποδείχθηκε ένοχος. Και κανένας από αυτούς που αποδείχθηκαν ένοχοι δεν αναδείχθηκε από τη "δημοσιογραφική έρευνα". Αυτό τι ακριβώς ήταν; Δεν κινήθηκε τότε ένας μηχανισμός κατευθυνόμενης διασποράς "πληροφοριών"; Αυτός ο μηχανισμός δεν χρησιμοποίησε δημοσιογράφους ως "βαποράκια" και τη "δημοσιογραφική έρευνα" ως πρόσχημα, για να εξουθενώσει ανθρώπους; Νομίζετε ότι σήμερα γίνεται κάτι διαφορετικό;
Ας το πούμε καθαρά: Αυτό δεν είναι "δημοσιογραφική έρευνα". Είναι λιντσάρισμα!
Τον Αρχιεπίσκοπο μπορεί κανείς να τον συμπαθεί ή να τον αντιπαθεί. Αλλά τους τηλεοπτικούς "εισαγγελείς" ποιος θέλει να τους επιβάλει στην ελληνική κοινωνία; Και για ποιο λόγο; Ποιο σκοτεινό παρακράτος κινείται μπρος τα μάτια μας, για δεύτερη φορά μέσα σε τρία χρόνια;
Από σκανταλιάρηδες Μητροπολίτες μπορεί και να γλιτώσουμε. Από τους τηλεοπτικούς "εισαγγελείς", το "δημοσιογραφικό λιντσάρισμα", κι όσους το υποκινούν και το υποθάλπουν, ποιος θα μας σώσει;







ΑΠΕΙΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΤΗΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    24 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2005

Με ευκαιρία τα τελευταία γεγονότα που συγκλόνισαν την Κοινή Γνώμη, έχει δημιουργηθεί η πεποίθηση ότι υπάρχει εκτεταμένη διαφθορά στην ελληνική κοινωνία - στη δημόσια ζωή, στην Δικαιοσύνη, στην Εκκλησία, παντού...
Διαφθορά υπάρχει, όντως. Το γνωρίζαμε, άλλωστε, πριν εμφανιστούν οι "σκανδαλιστικές" κασέτες. Αλλά υπάρχει, πλέον, κι ένα φαινόμενο πιο σοβαρό από την διαφθορά: η παράλυση της δημοκρατίας και των θεσμών που την διαφυλάττουν. Αυτό αξίζει να μας απασχολήσει περισσότερο. Γιατί μας απειλεί, ως κοινωνία, περισσότερο από την διαφθορά:
* Πρώτη ερώτηση: Είναι ή δεν είναι αλήθεια, ότι οι κασέτες όπου παρουσιάζονταν Μητροπολίτης, να έχει προσωπική συνομιλία σεξουαλικού περιεχομένου με νεαρό, ελήφθησαν παράνομα; Στις κασέτες αυτές ο Μητροπολίτης εμφανίζεται να παραβιάζει του Ιερούς Κανόνες της αγαμίας. Αλλά τους νόμους της Πολιτείας δεν τους παραβιάζει. Η ομοφυλοφιλία δεν είναι παράνομη - έτσι δεν είναι;
Από τη στιγμή που ο Μητροπολίτης δεν φέρεται να διαπράττει αξιόποινη πράξη για την Πολιτεία, η δημοσιοποίηση μιας προσωπικής του στιγμής είναι παράνομη πράξη - έτσι δεν είναι; Γιατί δεν κινήθηκε διαδικασία δίωξης εναντίον όσων την έδωσαν στη δημοσιότητα; Γιατί αδράνησε το Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο; Γιατί αδράνησε η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων;
Μάθαμε, επίσης, από ιδίου τύπου "δημοσιογραφική έρευνα", ότι ο "σκανδαλιάρης Μητροπολίτης" είχε τραπεζικό λογαριασμό στο όνομά του ύψους 1 δισεκατομμυρίου δραχμών και πλέον.
* Δεύτερη ερώτηση: Πώς άνοιξε ένας προσωπικός τραπεζικός λογαριασμός; Δόθηκε η απαραίτητη εισαγγελική εντολή; Αν ναι, ποιος την παρήγγειλε; Αν όχι, τότε διαπράχθηκε και δεύτερη παρανομία: Διότι οι τραπεζικοί λογαριασμοί είναι κι αυτοί προσωπικό απόρρητο, που πρέπει να γίνεται σεβαστό και να προστατεύεται. Πολύ εύκολα δεν "σπάνε" τα προσωπικά απόρρητα στην Ελλάδα;
Είναι πολύ πιθανό να διαπράχθηκε, όντως, οικονομικό αδίκημα από τον Μητροπολίτη. Είναι βέβαιο, όμως, ότι διαπράχθηκε αδίκημα κι εκ μέρους αυτών που παράνομα βρήκαν και δημοσίευσαν το περιεχόμενο του τραπεζικού του λογαριασμού. Ακόμα κι αν ο Μητροπολίτης όντως διέπραξε αδίκημα, τι σημαίνει αυτό; Ότι μπορεί όποιος θέλει να δημοσιοποιεί την προσωπική ζωή του; Οι κατηγορούμενοι δεν έχουν δικαιώματα; Τι ακριβώς συμβαίνει;
Μήπως υπάρχει κάποιος "αόρατος μηχανισμός" στην Ελλάδα, που διαμηνύει προς κάθε κατεύθυνση ότι μπορεί να θέτει στο στόχαστρο όποιον θέλει, να αποκαλύπτει και να δημοσιεύει τα προσωπικά του δεδομένα και να τον διασύρει κατά βούλησιν, είτε φταίει είτε όχι; Μήπως βλέπουμε ένα παρακράτος να κάνει επίδειξη δύναμης μπροστά στα μάτια μας;
Πώς; Αυτό είναι "θεωρίες συνομωσίας"; Και πώς εξηγείται ότι παρέλυσαν όλοι οι θεσμοί, που προστατεύουν τα προσωπικά απόρρητα και διώκουν όσους τα παραβιάζουν;
Ο διαχωρισμός Εκκλησίας-Πολιτείας, στηρίζεται στη βασική αρχή, πώς ό,τι είναι "αμαρτία" για την Εκκλησία δεν είναι υποχρεωτικά αδίκημα για την Πολιτεία. Από τη στιγμή που δεν παραβιάζεται ο νόμος, η Εκκλησία μπορεί να αποσχηματίσει το Μητροπολίτη, αλλά η Πολιτεία δεν μπορεί να επιτρέψει το διασυρμό του. Έτσι δεν είναι; Πώς είναι δυνατό να μιλάνε για διαχωρισμό Πολιτείας-Εκκλησίας, όσοι επιχαίρουν με το δημόσιο διασυρμό ενός Μητροπολίτη επειδή "αμάρτησε"; Τόση υποκρισία πια;
Θέτουν πολλοί το ερώτημα, γιατί η Ιεραρχία, αφού γνώριζε τις επίμαχες κασέτες από διετία, εντούτοις δεν έλαβε μέτρα κατά του Μητροπολίτη (πιθανότατα και ορισμένων άλλων μελών της). Η απάντηση έχει δοθεί, ωστόσο:
Νομικοί σύμβουλοι και αρεοπαγίτες είχαν γνωματεύσει το προφανές: Ότι η Ιεραρχία δεν μπορεί να τιμωρήσει κάποιον με στοιχεία παρανόμως κτηθέντα - δηλαδή με προϊόντα τηλεφωνικών υποκλοπών.
* Ερώτηση τρίτη: Αυτό ισχύει, ναι ή όχι; Αν ήταν (και παραμένει) παράνομη η τιμωρία, πώς είναι δυνατό να εγκαλούμε την Ιεραρχία, που δεν έκανε την "κάθαρση", την οποία η ίδια η Πολιτεία την εμπόδιζε να κάνει;
Μπορούσε ο "σκανδαλιάρης" Μητροπολίτης να προσφύγει στο Συμβούλιο Επικρατείας και να δικαιωθεί; Ναι ή όχι;
Έστησαν μια παγίδα στον Αρχιεπίσκοπο, έτσι ώστε, αν τιμωρούσε το Μητροπολίτη, θα την κατηγορούσαν ότι "παρανόμησε", κι αν δεν τον τιμωρούσε, θα την κατηγορούσαν ότι γνώριζε και "συγκάλυπτε". Αυτό δεν είναι πλέον υποκρισία. Μάλλον κακοήθεια είναι...
Ο Αρχιεπίσκοπος εγκαλείται, επίσης, για τις σχέσεις του με ένα πρόσωπο, που αποδείχθηκε εκ των υστέρων "άνθρωπος με χίλια πρόσωπα", με ποικίλες διασυνδέσεις και με ύποπτους ρόλους, στην Ελλάδα και το Εξωτερικό.
Ποια ήταν η "ύποπτη" αυτή σχέση; Ότι του έδωσε κάποτε συστατική επιστολή, πριν ο ίδιος διαπράξει οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη και πριν αρχίσει την "πολυσχιδή" σταδιοδρομία του σε σκοτεινά κυκλώματα.
Κατηγορείται, επίσης, ο Αρχιεπίσκοπος ότι λίγο αργότερα, του σύστησε ένα μοναχό στον Άγιο Όρος για να πάει να...εξομολογηθεί.
Την ίδια εποχή, η ελληνική αστυνομία του έδινε πλαστή ταυτότητα, αν και γνώριζε ότι καταζητείται με ένταλμα από την Ίντερπολ, ενώ έκανε και... "μπίζνες" μαζί του, με το πραγματικό του όνομα. Κι αντί να διερευνηθούν τα κυκλώματα της Αστυνομίας που τον κάλυπταν, εγκαλείται ο Αρχιεπίσκοπος, που εν ονόματι της παλαιάς γνωριμίας με τους γονείς του τον έστελνε για εξομολόγηση. Τι ακριβώς συμβαίνει; Κλείνουμε τα μάτια μπροστά στα μείζονα, για να "ενοχοποιήσουμε" τον Αρχιεπίσκοπο για τα ελάσσονα; Αυτό δεν είναι υποκρισία, ούτε απλή κακοήθεια. Είναι ολοφάνερη εμπάθεια...
Πριν τρία χρόνια, όταν οι διωκτικές αρχές στην Ελλάδα είχαν αρχίσει να συλλαμβάνουν μέλη της"17ης Νοέμβρη", κάθε βράδυ στα κανάλια "φωτογραφίζονταν", ενίοτε και κατονομάζονταν, πάντως συστηματικά διασύρονταν, ως "τρομοκράτες", πρόσωπα με αντιστασιακή δράση την εποχή της χούντας. Τελικώς, αποδείχθηκε ότι κανείς από τους τότε διασυρθέντες από τέτοιας ποιότητας "δημοσιογραφική έρευνα" δεν είχε σχέση με την τρομοκρατία. Κι όμως, οι άνθρωποι αυτοί υπέστησαν το διασυρμό, επί μήνες. Μερικοί το πληρώνουν ακόμα. Ουδείς παρενέβη να τους προστατέψει από το διασυρμό. Ουδείς τιμωρήθηκε ποτέ γι` αυτό. Τι ακριβώς συμβαίνει; Είμαστε, ως πολίτες απροστάτευτοι απέναντι σε ένα αόρατο μηχανισμό, που χρησιμοποιεί τη δημοσιογραφική έρευνα ως πρόσχημα και ορισμένους δημοσιογράφους ως "παπαγαλάκια", για να στείλει μήνυμα της παντοδυναμίας του προς πάσα κατεύθυνση και για να τρομοκρατήσει ή να εξοντώσει ηθικά όποιους, για οποιονδήποτε λόγο, θέτει κάθε φορά στο στόχαστρο;
Πριν λίγες μέρες, μέλος της Ευρωβουλής υπέστη παρόμοια επίθεση, αυτή τη φορά με αποστολή φωτογραφιών γαργαλιστικού περιεχομένου. Αμέσως καταγγέλθηκε ότι οι φωτογραφίες ήταν πλαστές, αλλά η "είδηση" κυκλοφόρησε ευρέως. Αυτή τη φορά αληθινός στόχος ήταν ο πολιτικός αρχηγός που είχε επιλέξει το πρόσωπο αυτό για το ευρωψηφοδέλτιο.
Εδώ δεν έχουμε μεμονωμένα περιστατικά. Βλέπουμε να αποκαλύπτεται ένας μηχανισμός που στρέφεται κατά αριστερών και συντηρητικών, κατά πολιτικών και κληρικών, κατά δικαίων και αδίκων, κατά επωνύμων και απλών πολιτών, τρώγοντας τις "σάρκες" κάποιων και τρομοκρατώντας όλους τους άλλους. Χρησιμοποιεί παράνομους τρόπους για να αποκαλύψει πραγματικές και φανταστικές παρανομίες και για να αποσιωπήσει άλλες, πολύ σοβαρότερες. Το 2002 διέσυρε την αντιδικτατορική αντίσταση. Σήμερα διασύρει την Εκκλησία. Ήδη στέλνει "προειδοποιητικές βολές" στα κόμματα...
Ποντάρει ενίοτε σε πραγματικά όζουσες υποθέσεις. Ή σε αληθινές αδυναμίες προσώπων. Γιατί είναι αλήθεια ότι και ανάμεσα στην αντιχουντική αντίσταση υπήρξαν σκοτεινά πρόσωπα και ανάμεσα στην Ιεραρχία υπήρξαν φαύλοι ιερωμένοι και μέσα στη δικαιοσύνη υπήρξαν επίορκοι δικαστές και μέσα ανάμεσα στους πολιτικούς υπάρχουν πρόσωπα "ευάλωτα". Όπως είναι αλήθεια ότι οι ηγέτες μας - πολιτικοί και εκκλησιαστικοί - δεν επιλέγουν πάντα τους καλύτερους για συνεργάτες τους.
Αλλά εδώ η "κάθαρση από τη φαυλότητα" είναι πρόσχημα. Η πραγματική επιδίωξη είναι η τρομοκράτηση των πάντων. Όσων έχουν, ενδεχομένως, κάποιο "σκελετό" στο ντουλάπι τους. Κι όσων δεν έχουν διαπράξει τίποτε μεμπτό, απλώς φοβούνται το διασυρμό.
Και στο μακρινό "φαρ ουέστ", ανάμεσα στους πολλούς που λιντσάρισαν, κρέμασαν κάποιες φορές και μερικούς κακούργους. Αλλά αυτό δεν νομιμοποιεί το λιντσάρισμα, ούτε το καθιστά αποδεκτό ως πρακτική...
Με μια διαφορά, ωστόσο: Στο μακρινό "φάρ-ουέστ" επικράτησε κάποια στιγμή το λιντσάρισμα, διότι δεν υπήρχαν θεσμοί απονομής δικαιοσύνης. Στην σύγχρονη Ελλάδα το λιντσάρισμα επιστρέφει ως πρακτική υπέρτερη της δικαιοσύνης: Διότι οι εισαγγελείς δεν μπορούν να παραπέμψουν και οι δικαστές δεν μπορούν να καταδικάσουν ανθρώπους με στοιχεία "παρανόμως κτηθέντα". Αλλά οι τηλε-εισαγγελείς παραπέμπουν στα τηλε-δικαστήρια και καταδικάζουν καθημερινά και κατά βούλησιν με προϊόντα υποκλοπών, ακόμα και με ανώνυμες καταγγελίες αναξιόπιστων μαρτύρων. Καταλαβαίνει κανείς;





(ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗΣ) ΜΩΡΙΑΣ ΕΓΚΩΜΙΟΝ
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    25 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2005


Τον τελευταίο καιρό, στον απόηχο της συζήτησης για το Κυπριακό, υποστηρίχθηκε δημόσια, ότι η Τουρκία δεν είναι επεκτατική χώρα, αντιθέτως, τάσεις «επεκτατισμού» έχει δείξει η...Ελλάδα!
Όχι δεν γράφηκε ως ακραία μορφή αστεϊσμού, ούτε ως περιπαικτική παραδοξολογία. Υποστηρίχθηκε σοβαρά, στα πλαίσια μας «πολεμικής» κατά του «εθνικισμού». Προφανώς, για να τεκμηριωθεί, ότι όσοι υποστηρίζουν το πασιφανές - ότι η Τουρκία ασκεί επεκτατική πολιτική κατά της Ελλάδας – είναι τάχα αδιόρθωτοι και ιδεοληπτικοί “υπερ-πατριώτες» και “επικίνδυνοι εθνικιστές”.
Ως επιχείρημα γι’ αυτόν τον εξωφρενικό ισχυρισμό, επικαλούνται οι υποστηρικτές του, το γεγονός ότι τα τελευταία 180 χρόνια, η Ελλάδα επεκτείνεται εδαφικώς, ενώ είναι η Τουρκία που συρρικνούται. Άρα, αν κάποια χώρα είναι επεκτατική κατά της άλλης, αυτή είναι η Ελλάδα κατά της Τουρκίας, κι όχι αντιστρόφως...
Χαίρε, απίστευτη διανοητική σύγχυση!

Τι είναι επεκτατισμός

Ως πολιτική συμπεριφορά, ο επεκτατισμός εκφράζει βούληση και πρόθεση, που συναρτάται προς (και αναχαιτίζεται από) άλλες, αντίθετες βουλήσεις. Έτσι, ο επεκτατισμός μπορεί να κερδίσει, αλλά μπορεί και να ηττηθεί. Μακροχρόνια,κατά κανόνα ηττάται. Το ότι ηττάται, ωστόσο, ΔΕΝ σημαίνει ότι παύει να υπάρχει και να εκδηλώνεται ως επεκτατισμός - μέχρι να ηττηθεί.
Για παράδειγμα, η Γερμανία του πρώτου μισού του 20ου Αιώνα ήταν, αναμφισβήτητα, επεκτατική χώρα. Στην πορεία των δεκαετιών, δύο φορές ηττήθηκε, δύο φορές έχασε εδάφη, μια φορά, μάλιστα, διαμελίστηκε κι όλα, και παρέμεινε υπο ξένην κατοχή επί σαρανταπέντε χρόνια. Ότι συρρικνώθηκε και διαμελίστηκε η Γερμανία, σημαίνει, απλώς, ότι ηττήθηκε. Δεν σημαίνει ότι η Γερμανία...ουδέποτε υπήρξε επεκτατική χώρα. Το ότι ο επεκτατισμός της ηττήθηκε δύο φορές δεν σημαίνει ότι ουδέποτε υπήρξε ο επεκτατισμός αυτός. Έτσι δεν είναι;
Ο επεκτατισμός, ως πολιτική συμπεριφορά στις διεθνείς σχέσεις, αφορά την προβολή ισχύος με στόχο τη μόνιμη επιβολή ελέγχου πέραν των ορίων της κυριαρχίας και με απώτερη επιδίωξη της εξυπηρέτηση μονομερών εθνικών επιδιώξεων. Το φαινόμενο του επεκτατισμού, λοιπόν, απαιτεί τρία στοιχεία: Προβολή ισχύος (η οποία μπορεί να παίρνει τη μορφή άσκησης πολεμικών εκβιασμών, τελεσιγράφων, συστηματικών παραβιάσεων κλπ. - δεν είναι υποχρεωτικό να εκφράζεται με μακροχρόνιες στρατιωτικές εκστρατείες), μόνιμη επιβολή ελέγχου έξω από τα όρια της εδαφικής κυριαρχίας και εξυπηρέτηση μονομερών εθνικών επιδιώξεων.
Ο επεκτατισμός μπορεί να λάβει πολλές μορφές, και ως όρος περιγράφει απλώς, μια σειρά από διακριτές μεταξύ τους συμπεριφορές (που όλες έχουν τα ανωτέρω τρία χαρακτηριστικά):
Έχουμε, για παράδειγμα, τον αυτοκρατορικό επεκτατισμό, όπου μια ισχυρή χώρα προσαρτά εδάφη. Έχουμε, ακόμα, τον αποικιοκρατικό επεκτατισμό, όπου δεν υπάρχει (αναγκαστικά) προσάρτηση, αλλά εγκατάσταση «κτήσεων» ή προτεκτοράτων, που κατά κανόνα ελέγχονται έξωθεν. Έχουμε, επίσης, τις προσπάθειες «φινλανδοποίησης», όταν επιβάλλεται καθεστώς μειωμένης κυριαρχίας, από ένα ισχυρό γείτονα. Έχουμε, τέλος, και διάφορους συνδυασμούς των ανωτέρω – ανάλογα με την ιστορική συγκυρία, το μέγεθος και τις ιδιαίτερες φιλοδοξίες του εκάστοτε «επεκτατιστή»...

Τι ΔΕΝ είναι επεκτατισμός

Σύμφωνα με τον ανωτέρω ορισμό, ΔΕΝ είναι επεκτατισμός, ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας. Η άσκηση του δικαιώματος της Αυτοδιάθεσης μπορεί να αποσταθεροποιεί Αυτοκρατορίες και να διαλύει Αποικιοκρατίες, αλλά δεν είναι «επεκτατισμός» των ξεσηκωμένων υπόδουλων, έναντι των δυναστών τους. Μπορεί, υπό την πίεση των εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων να αφαιρούνται εδάφη από μεγάλες δυνάμεις, μπορεί να συρρικνώνονται τα εδάφη που ελέγχουν υπερπόντιες αυτοκρατορίες, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ασκείται «επεκτατισμός» εκ μέρους των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων σε βάρος των ηγεμόνων τους. Μπορεί τα κράτη που απελευθερώνονται να επιδεικνύουν, εκ των υστέρων, επεκτατικές διαθέσεις, κατά αλλήλων, αλλά η ίδια η απελευθέρωσή τους ΔΕΝ συνιστά επεκτατισμό.
Κι εδώ ερχόμαστε πιο κοντά στο θέμα μας: Η Τουρκία όντως συρρκνώθηκε από τις αρχές του 19ου ως τις αρχές του 20ου Αιώνα. Όμως η «Τουρκία» του 19ου Αιώνα και η σημερινή «Τουρκία» ΔΕΝ είναι το ίδιο πράγμα. Πριν το 1919 και αρκετούς αιώνες πίσω, υπήρχε η Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία είχε, ασφαλώς επεκτατική συμπεριφορά, και κατά καιρούς προσήρτησε όσα εδάφη μπόρεσε να κατακτήσει. Το γεγονός ότι τους τελευταίους αιώνες έχανε εδάφη δεν σημαίνει ότι έπαψε να έχει επεκτατική φύση. Σημαίνει, απλώς, ότι βρέθηκε σε εσωτερική παρακμή, αποδυνάμωση και διάλυση.
Μετά το 1919 η Οθωμανική Τουρκία διαλύεται οριστικά και σε τμήμα της παλαιάς κυριαρχίας της συγκροτείται, τρία χρόνια αργότερα, η σύγχρονη Τουρκία, που ΔΕΝ είναι πολυεθνική αυτοκρατορία είναι εθνικό κράτος.
Εδώ έχουμε την πρώτη διαστρέβλωση: Μας λένε ότι είναι η Τουρκία που συρρικνώνεται τα τελευταία 200 χρόνια. Άρα «δεν μπορεί να είναι επεκτατική χώρα, αφού συρρικνώνεται». Η πραγματικότητα είναι ότι εκείνη που συρρικνώθηκε όντως, είναι η Οθωμανική Αυτοκρατορία (όπως συνέβη με όλες σχεδόν τις Αυτοκρατορίες) που ΗΤΑΝ, ωστόσο, επεκτατική, και άσκησε επεκτατισμό, όποτε της δόθηκε ευκαιρία.
Αντίθετα, η σύγχρονη Τουρκία, που ιδρύθηκε μετά το 1922 ΔΕΝ συρρικνώθηκε ποτέ. Και άσκησε – οριακώς – η ίδια επεκτατισμό, σε δυο περιπτώσεις: στην περίπτωση της Αλεξανδρέττας (όπου ανέτρεψε τη συνθήκες αυτονομίας της και την προσάρτησε πραξικοπηματικά), όσο και στην περίπτωση της Κύπρου (όπου εισέβαλε και επέβαλε καθεστώς κατοχής, το οποίο έκτοτε προσπάθησε να νομιμοποιήσει διεθνώς).
Το γεγονός ότι δεν προσάρτησε την κατεχόμενη βόρεια Κύπρο (αν και έχει, επανειλημμένως, απειλήσει ότι θα το κάνει) ΔΕΝ σημαίνει ότι δεν άσκησε επεκτατισμό. Οι αποικιοκρατίες παλαιότερα, και οι τοπικές επεκτατικές δυνάμεις πιο πρόσφατα (όπως το Ισραήλ, για παράδειγμα, που δεν έχει προσαρτήσει μεγάλο μέρος των κατεχομένων αραβικών εδαφών), δεν προσαρτούσαν πάντα τα εδάφη που κατακτούσαν. Παρ’ όλα αυτά, η κατάκτησή τους ήταν αδιαμφισβήτητη πράξη επεκτατισμού, γιατί πληρούσε και τα τρία βασικά κριτήρια: Γινόταν μέσα από προβολή ισχύος, αποσκοπούσε στην επέκταση του μονίμου ελέγχου της κυρίαρχης δύναμης και εξυπηρετούσε μονομερή ηγεμονικά σχέδιά της.
Το γεγονός, επίσης, ότι η τουρκική εισβολή στην Κύπρο έγινε με πρόσχημα το αντιμακαριακό πραξικόπημα που οργάνωσε η χούντα του Ιωαννίδη, δεν καθιστά την εισβολή αυτή λιγότερο επεκτατική. Πρώτον, διότι όλες σχεδόν οι ενέργειες επεκτατισμού επικαλέστηκαν κάποιο πρόσχημα. Αυτό, όμως, δεν αναιρεί τον επεκτατικό χαρακτήρα τους. Δεύτερον, διότι η διεθνής Κοινότητα, απέρριψε το πρόσχημα αυτό ως «νομιμοποιητική βάση» της τουρκικής εισβολής και – κυρίως – της συνεχιζόμενης τουρκικής κατοχής στη Βόρειο Κύπρο. Δεν μπορεί να αποδεχόμαστε εμείς το πρόσχημα που επικαλούνται οι ηγέτες του «Αττίλα», όταν το πρόσχημα αυτό το έχει απορρίψει επανειλημμένως (σε δεκάδες ψηφισμάτων των Ηνωμένων Εθνών) το σύνολο της Διεθνούς Κοινότητας.

Αγώνες απελευθέρωσης και «εθνική οικοδόμηση»

Στο σημείο αυτό είχαμε, εσχάτως, μια νέα εσοδεία «επιχειρημάτων», εκ μέρους των ημεδαπών απολογητών του τουρκικού επεκτατισμου: Υποστηρίχθηκε ότι η Επανάσταση του 1821, δεν αποτελεί εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, αποτελεί, αντιθέτως, κάτι διαφορετικό: διαδικασία «εθνικής οικοδόμησης» (nation building).
Εδώ έχουμε απίστευτη εννοιολογική σύγχυση: Η «εθνική οικοδόμηση» είναι μια έννοια ευρύτερη που εμπεριέχει, κατά περίπτωση, τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες. Εθνική οικοδόμηση (nation building) είναι μια ιστορική διαδικασία, στη διάρκεια της οποίας, ένα σύνολο πληθυσμού, αποκτά συνείδηση κοινής ταυτότητας (και κοινής ετερότητας, έναντι των δυναστών τους ή/και των γειτονων του). Μέρος μόνον αυτής της ιστορικής διαδικασίας μπορεί να είναι ένας αγώνας εθνικής απελευθέρωσης..
Η Επανάσταση του 1821 ήταν εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας, στα πλαίσια μιας διαδικασίας εθνικής ανοικοδόμησης που είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα. Το ότι προϋπήρχε «εθνική οικοδόμηση» ανάμεσα στους υπόδουλους Ρωμιούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ΔΕΝ αναιρεί τον εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα του 1821.
Αφού εννοιολογικά ο εθνικοαπελευθερωτικος αγώνας «εμπεριέχεται» κατά κανόνα στην εθνική οικοδόμηση, είναι δύσκολο να αντιπαραθέτουμε τις δύο αυτές έννοιες. Σε μία περίπτωση, ωστόσο, έχει νόημα να τις αντιδιαστέλλουμε: Μόνο που η περίπτωση αυτή ΔΕΝ αφορά την «Ελληνική Παλιγγενεσία». Αφορά περισσότερο την Αμερικανική (αντι-αποικιακή) Επανάσταση:
Στις Βρετανικές κτήσεις του Νέου Κόσμου, ξέσπασε το 1776 μια «ανταρσία» εκ μέρους ομάδας αποίκων, με οικονομικά και πολιτικά κυρίως αιτήματα (no taxation without representation), όχι με αιτήματα εθνικής αυτοδιάθεσης. Οι εξεγερθέντες άποικοι, ζήτησαν αρχικά να μη φορολογούνται, αν δεν εκπροσωπούνται από τις αρχές που τους επέβαλαν φορολογία. Πολύ γρήγορα, ο αγώνας τους εξελίχθηκε σε Κίνημα πολιτικής χειραφέτησης και δημοκρατικής εκπρόσωπησης. Αλλά εθνική συνείδηση ΔΕΝ είχαν. Και δεν απέκτησαν για άλλα 84 χρόνια, μέχρι τον Αμερικανικό Εμφύλιο (1860-64).
Επί οκτώ και πλέον δεκαετίες, δηλαδή μέχρι τις παραμονές του Εμφυλίου πολέμου τους, στην Αμερικανική Κοινοπολιτεία δεν συμφωνούσαν αν ήταν ένα έθνος, με ενιαία κυριαρχία, ή πολλά κράτη με χωριστές κυριαρχίες και με δικαιώματα απόσχισης. Όπως έλεγε ο Πρόεδρος Λίνκολν, στην ιστορική ομιλία του που πυροδότησε την αποσκίρτηση του Νότου και αποτέλεσε το έναυσμα του Εμφυλίου: «μπορούμε να είμαστε πολλά έθνη και πολλά κράτη, μπορούμε να είμαστε ένα έθνος-ένα κράτος, αλλά ΔΕΝ μπορούμε να είμαστε πολλά έθνη σε ένα κράτος».
Στις ΗΠΑ η Επανάσταση του 1776 ΔΕΝ ήταν εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας, διότι ΔΕΝ προ-υπήρχε «έθνος». Οι επαναστάτες ΔΕΝ είχαν εθνική αυτοσυνειδησία. «Έθνος» δημιουργήθηκε 85 χρόνια αργότερα, μετά από πολλές περιπέτειες, ζυμώσεις, συγκρούσεις, κι ένα πολύ αιματηρό εμφύλιο. Στις ΗΠΑ, η επανάσταση του 1776 ήταν η έναρξη μιας διαδικασίας εθνικής οικοδόμησης που κορυφώθηκε 85 χρόνια αργότερα. Αλλά δεν ήταν εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας.
Στην Ελλάδα, αντίθετα, η αυτοσυνειδησία έθνους προϋπήρχε του 1821. Οι επαναστάτες δεν ξεσηκώθηκαν ζητώντας εκπροσώπηση στις Οθωμανικές αρχές, ή δικαιότερη φορολόγηση - επαναστάτησαν διεκδικώντας Ελευθερία και Απελευθέρωση. Είχαν πλήρη συνείδηση ταυτότητας μεταξύ τους και ετερότητας από τους Οθωμανούς. Τα όρια της κοινής ταυτότητας (μεταξύ των υποδούλων λαών) δεν ήταν πάντα σαφή, αλλά η αίσθηση της ετερότητας (από τον Οθωμανό δυνάστη) ήταν σαφέστατη.
Για να υπάρχει εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας πρέπει να προϋπάρχει «έθνος» που ζητά την Ελευθερία του, απέναντι σε ξένη δύναμη, που αμφισβητεί το δικαίωμά του στην Αυτοδιάθεση.
Προβάλλεται, επίσης, ο ισχυρισμός, ότι για να υπάρχει σήμερα εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας, πρέπει να προϋπήρξε στο (συνήθως απώτατο) παρεθλόν εθνικό κράτος που κατελύθη και του οποίου τα σύνορα συμπίπτουν με τις περιοχές που οι πληθυσμοί τους έχουν σήμερα εξεγερθεί. Ο ισχυρισμός αυτός θέτει μια απαγορευτική προϋπόθεση: Οι ιστορικές αυτοκρατορίες και οι αποικιοκρατίες του παρελθόντος συνήθως εδραιώθηκαν σε περιοχές όπου ΔΕΝ προϋπήρχαν εθνικά κράτη με τη σύγχρονη έννοια του όρου. Υπήρχαν διαφορετικές κοινότητες, υπήρχαν τοπικές ηγεμονίες, υπήρχαν υπολειμματα παλαιών αυτοκρατοριών. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι λαοί των περιοχών αυτών δεν μπορούν αργότερα να αποκτήσουν κοινή εθνική συνείδηση και να εξεγερθούν σε αγώνα εθνικής απελευθέρωσης. Το γεγονός ότι δεν προϋπήρξαν εθνικά κράτη που καταλήφθησαν, δεν αποκλειει την εθνική εξέγερση και τον αγώνα για εθνική απελευθέρωση.
Ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας, προϋποθέτει, όχι ένα κατειλημμένο εθνικό κράτος στα βάθη των αιώνων, αλλά ένα πληθυσμό με εθνική συνείδηση την ώρα του ξεσηκωμού του.
Η απαγορευτική αυτή προϋπόθεση επιδιώκει να υποβαθμίσει τις εξεγέρσεις εθνικής απελευθέρωσης, να δικαιώσει εκ των υστέρων τις Αυτοκρατορίες και να τις παρουσιάσει ως θύματα «εθνικιστικού ξεσηκωμού».
Ο αυτοκρατορίες μισούν τα έθνη και την αφύπνιση του εθνικού φαινομένου, διότι τα έθνη διέλυσαν τις αυτοκρατορίες και τις αποικιοκρατίες.
Όσοι υποστηρίζουν την επιστροφή σε ένα κόσμο οργανωμένο σε «σφαίρες επιρρροής» ή σε μια «παντοκρατορία», εσχάτως «εξωραίζουν» την Οθωμανική Τουρκία, που κατελύθη, τάχα, όχι από αγώνες των υπόδουλων λαών για εθνική απελευθέρωση, αλλά από σκοτεινά και αμφιλεγόμενα κινήματα «εθνικής οικοδόμησης», με έντονα «εθνικιστικά χαρακτηριστικά» και μεταξύ τους επεκτατικούς ανταγωνισμούς.

Ο επεκτατισμός της Τουρκίας

Στην πραγματικότητα, η σύγχρονη Τουρκία έχει όλα τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου επεκτατισμού:
-- Έχει εισβάλει και διατηρεί παράνομο κατοχικό καθεστώς στην Κύπρο.
--Αμφισβητεί συνεχώς τα όρια της ελληνικής κυριαρχίας στο Αιγαίο. Από το 1935 μέχρι και το 1974 δεχόταν τα 10 μίλια ελληνικού εναερίου χώρου στο Αιγαίο. Με ειδική «νόταμ» στις αρχές του 1974 αμφισβήτησε, για πρώτη φορά, τα 10 μίλια στο Αιγαίο. Μετά από λίγα χρόνια άρχισε να παραβιάζει τα 10 μίλια, στη συνέχεια άρχισε να παραβιάζει συστηματικά και τα 6 μίλια ελληνικού εναερίου χώρου (τα οποία, τυπικά, αποδέχεται ακόμα).
-- Στο μεταξύ, άρχισε να αμφισβητεί και τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα επί της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου, τα οποία αναγνώριζε το Διεθνές δίκαιο της θάλασσας. Στη συνέχεια, το 1996, «ανακάλυψε» έξαφνα ότι υπήρχαν και «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο, δηλαδή από 500 ως 2000 μικρές βραχονησίδες και τα περιβάλλοντα ύδατα, που όλα μαζί, μέχρι τότε, στους ναυτικούς χάρτες αναφέρονταν ως ελληνικός κυριαρχικός χώρος.
-- Τέλος, η Τουρκία προσπαθεί να ασκήσει πολιτική «φινλανδοποίησης» των γειτόνων της. Δεν προσπαθεί, πλέον, να τους «κατακτήσει». Προσπαθεί να τους υποτάξει υπό την απειλή θερμών επεισοδίων, και με την τακτική των τελεσιγράφων και των απειλών (by fright - not by fight). Επιχειρεί να «φινλανδοποιήσει» τα κράτη που ζούν στην περίμετρό της. Να τα μετατρέψει σε ζώνες δικής της αυξημένης επιρροής και μειωμένης κυριαρχίας των λαών της περιοχής.
Αυτή τη μακροχρόνια επιλογή της Τουρκίας υπερασπίζονται, όσοι προσπαθούν να μας πείσουν ότι τάχα «δεν έχει επεκτατική πολιτική εναντίον μας», αλλά αντίθετα εμεις είμαστε, «επεκτατιστές» σε βάρος της, επειδή...οι πρόγονοί μας διέλυσαν την Οθωμανική Αυτοκρατορία!
Κι όσοι διαφωνούν και αντιστέκονται σε αυτές τις ανοησίες είναι, προφανώς, «εθνικο-πατριώτες»!
Πρίν ενάμισι αιώνα, οι Φιλελεύθεροι διανοητές πρωτοστάτησαν στην διάλυση των αυτοκρατοριών, στην αφύπνιση των λαών, στην καλλιέργεια της εθνικής τους συνείδησης, στην συγκρότηση δημοκρατικών κοινωνιών.
Σήμερα, διανοητές που αυτοπροσδιορίζονται ως «νεο-φιλελεύθεροι», ταυτίζονται με την «παλινόρθωση» των Αυτοκρατοριών, την υπεράσπιση της αυτοκρατορικής παράδοσης, την αποσύνθεση των εθνών, την αποδυνάμωση της δημοκρατικής νομιμοποίησης μέσα στα εθνικά κράτη και την επανεμφάνιση των προτεκτοράτων.
Αυτού του είδους ο «νεοφιλελευθερισμός» δεν είναι «νέος» - είναι απελπιστικά αναχρονιστικός – και δεν είναι «φιλελευθερισμός». Από πολιτική άποψη, τουλάχιστον, είναι μάλλον, αναπαλαίωση αυταρχισμού.
Προς επιβεβαίωσιν, εκεινου του αλησμόνητου, οτι «η Ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα»...





Ο ΖΟΦΟΣ ΤΟΥ «ΜΑΚΑΡΘΙΣΜΟΥ»
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    26 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2005



Ένα σύννεφο τρομοκρατίας απλώνεται σήμερα πάνω από την Ελλάδα: Σκοτεινός παρακρατικός μηχανισμός τροφοδοτείται από επιλεκτικές πληροφορίες μυστικών υπηρεσιών, τις διαχέει στα «μήντια», βραχυκυκλώνει όλους τους θεσμούς προστασίας προσωπικών δεδομένων, σπάει επιδεικτικά πάσης φύσεων προσωπικά απόρρητα, επικαλείται την «Κάθαρση» ως πρόσχημα και «δολοφονεί» ηθικά – κυριολεκτικώς λιντσάρει – κάποιους, τρομοκρατώντας όλους τους άλλους.
Αυτό που βλέπουμε να ξετυλίγεται καθημερινά δεν έχει καμία σχέση με τη «δημοσιογραφική έρευνα». Γιατί οι δημοσιογράφοι, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, δεν είναι «παπαγαλάκια» ούτε ρουφιάνοι. Δεν δημοσιεύουν κάθε μεμονωμένη πληροφορία που τους δίνεται, αν δεν την ελέγξουν, αν δεν τη διασταυρώσουν, αν δεν βεβαιωθούν για την αξιοπιστία των πηγών τους…
Δεν επιδιώκεται η «Κάθαρση» – που είναι απαραίτητη, έτσι κι αλλιώς. Εκβιάζεται και τρομοκρατείται κάθε δημόσιο πρόσωπο. Τέτοια «Κάθαρση», ακριβώς με τον ίδιο τρόπο – διαχέοντας αποσπασματικά στοιχεία, κατευθείαν από τις μυστικές υπηρεσίες και χωρίς καμία προστασία των αθώων – έκανε στις ΗΠΑ των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων ο Γερουσιαστής Μακάρθυ. Το φαινόμενο ονομάστηκε «Μακαρθισμός» κι εκ των υστέρων αποκαλύφθηκε πίσω του το πιο σκοτεινό παρακράτος…
Σήμερα στόχος είναι η Εκκλησία, αλλά δεν είναι ο πρώτος ούτε θα είναι ο τελευταίος…
* Το καλοκαίρι του 2002, "παπαγαλάκια" δημοσιοποιούσαν ό,τι πληροφορία τους "δίνονταν", ενοχοποιώντας ως «τρομοκράτες» παλαιούς αριστερούς, αντιστασιακούς κατά της χούντας. Εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι οι άνθρωποι ήταν αθώοι...
* Ίδιου τύπου μηχανισμός ξεσπάθωσε ήδη κατά της Εκκλησίας. Αποσιωπώντας ή παραποιώντας κρίσιμες πληροφορίες. Σπώντας προσωπικά απόρρητα με παράνομους τρόπους και χρησιμοποιώντας στοιχεία από τηλεφωνικές υποκλοπές, βάσει των οποίων δεν μπορεί να σταθεί κατηγορία ή καταδίκη από δικαστήριο. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στον κόσμο, όπου οι «τηλε-εισαγγελείς» μπορούν να χρησιμοποιούν στα τηλεοπτικά «παράθυρα» στοιχεία που δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι πραγματικά Εισαγγελείς στα πραγματικά Δικαστήρια...
* Κάθε φυγόδικος και υπόδικος - που εμφανίζεται με το πρόσωπο καλυμμένο στον τηλεοπτικό φακό - θεωρείται "αξιόπιστη" πηγή πληροφορίας, φτάνει να στρέφεται εναντίον του Αρχιεπισκόπου.
* Μέχρι και πληροφορίες της "Μοσάντ" θεωρούνται απολύτως «αξιόπιστες» και δημοσιεύονται πρωτοσέλιδες, αρκεί να θίγουν τον Αρχιεπίσκοπο. Μόλις πριν λίγες μέρες οι αρχές του Ισραήλ κατέσχεσαν σημαντικό μέρος της ακίνητης περιουσίας του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων. Την επομένη, ασφυκτικά πιεζόμενος πλέον ο Πατριάρχης Ειρηναίος, ανασκεύασε παλαιότερες δηλώσεις του και στράφηκε κατά του Αρχιεπισκόπου Αθηνών. Η δήλωσή του μεταδόθηκε θριαμβευτικά από μερικές αθηναϊκές εφημερίδες. Δεν αμφισβητήθηκε η αξιοπιστία του Ειρηναίου, που σήμερα διαψεύδει όσα υποστήριζε χθες. Αποσιωπήθηκε το γεγονός ότι οι αρχές του Ισραήλ τον έχουν υπό ασφυκτική πίεση. Όλα συγχωρούνται, φτάνει να υποχρεωθεί ο Χριστόδουλος σε παραίτηση…
Εμφανίζεται το μοναδικό φαινόμενο, ελληνικές εφημερίδες, που κατά άλλα καταγγέλλουν το Ισραήλ για τα πάντα, να δημοσιεύουν, χωρίς καμία επιφύλαξη, οποιαδήποτε πληροφορία της "Μοσάντ".
* Τις ίδιες μέρες αποστέλλονται ανωνύμως από την Αθήνα "γαργαλιστικές φωτογραφίες" Ελληνίδας ευρωβουλευτού στο Ευρωκοινοβούλιο. Προς τιμήν τους, οι Έλληνες Ευρωβουλευτές όλων των κομμάτων, έπνιξαν την "είδηση" κι έσχισαν τις φωτογραφίες. Όμως, αυτοί που τις έστειλαν δεν επιδίωκαν τη δημοσίευση των φωτογραφιών. Αν σε αυτό αποσκοπούσαν, θα τις έστελναν σε κάποιο αθηναϊκό σκανδαλοθηρικό φύλλο. Επιδίωκαν κυρίως να πλήξουν τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, για τις επιλογές των συνεργατών του.
Ήδη φτάνουν τα πρώτα «μηνύματα» στα κόμματα, ότι ο μηχανισμός που ξεπάτωσε παλαιότερα στελέχη της αντιστασιακής Αριστεράς και ξεπατώνει σήμερα την Εκκλησία, αύριο μπορεί στραφεί εναντίον τους…
Ξεσχίζουν καθημερινά όποιον βάλουν στο μάτι, με μισές αλήθειες ή ολόκληρα ψέματα, με μη διασταυρωμένες «πληροφορίες», με αναξιόπιστες μαρτυρίες, ακόμα και με "κουκουλοφόρους" μάρτυρες! Προειδοποιώντας κι όλους τους άλλους, ότι αφού οι θεσμοί στην Ελλάδα δεν λειτουργούν και τα ατομικά δικαιώματα δεν προστατεύονται, μπορούν όποτε θέλουν να ξεσχίσουν όποιον θέλουν. Αυτό δεν είναι δημοσιογραφία, είναι λιντσάρισμα. Αυτό δεν είναι «κύμα Κάθαρσης», είναι επέλαση ενός σύγχρονου παρακράτους.
Εξαγριώνουν την κοινωνία, εξαχρειώνουν τη δημοκρατία και βάζουν λουκέτο στη χώρα. Νάξεραν, τουλάχιστον, σε ποιους θα παραδώσουν τα κλειδιά;






ΤΟ ΚΥΚΛΩΜΑ
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    7 ΜΑΡΤΙΟΥ 2005


Όσοι επιδίωκαν την παραίτηση του Αρχιεπισκόπου είναι βαθύτατα απογοητευμένοι. Άρκεσε μια τηλεοπτική συνέντευξή του, για να αλλάξει το κλίμα και να ανεβάσει την δημοτικότητά του ξανά, πάνω από το 50%. Στις απόπειρες «ηθικής δολοφονίας» (character assassination) δια του Τύπου, ισχύει αυτό που λένε οι αγγλοσάξονες: "Ό,τι δεν σε σκοτώνει, σε δυναμώνει". Αν ένα αποδειχθεί ότι ένα δημόσιο πρόσωπο υπέστη άδικη προσωπική επίθεση, καθίσταται συμπαθέστερο στην Κοινή Γνώμη. Αυτό ακριβώς συμβαίνει, στην προκειμένη περίπτωση, με τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο…
Τελικώς, όλοι κατάλαβαν τι συνέβη, τουλάχιστον όσον αφορά τη σκοτεινή «υπόθεση Βαβύλη»:
Στις αρχές του 2001, όταν ετέθη θέμα εκλογής νέου Πατριάρχη στα Ιεροσόλυμα, οι Ισραηλινοί προωθούσαν ένα δικό τους «ευνοούμενο», οι Άραβες προωθούσαν ένα άλλο, ενώ ο μόνος Έλληνας υποψήφιος - ο Ειρηναίος - "κόπηκε" από τις Ισραηλινές αρχές. Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος προσπάθησε να αρθεί η απαγόρευση υποψηφιότητας του Ειρηναίου και τα κατάφερε. Ύστερα, οι ελληνικές αρχές έστειλαν δικούς τους ανθρώπους να βοηθήσουν τον Ειρηναίο, σε συνεννόηση με τον Αρχιεπίσκοπο, αλλά χωρίς την ανάμιξή του.
Κι εδώ έγκειται η απόπειρα παγίδευσης του Αρχιεπισκόπου: Αν έλεγε όλη την αλήθεια, θα τον κατηγορούσαν ότι "εξέθεσε" το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων και την ανάμιξη των ελληνικών αρχών. Αν δεν έλεγε όλη την αλήθεια, θα του "φόρτωναν" το Βαβύλη, που άλλοι τον έστειλαν και τώρα τον «χρεώνουν» στο Χριστόδουλο. Ο Αρχιεπίσκοπος προτίμησε το δεύτερο: "Δεν έχω να πω τίποτε άλλο, κι ας αδικηθώ". Δεν χρειάστηκε να πει τίποτε, Ωστόσο, κατάλαβαν όλοι...
Μικρή, αλλά μεγάλης «δικτύωσης», μερίδα δημοσιογραφούντων στα ελληνικά ΜΜΕ, έκαναν όλα όσα απαγορεύεται να κάνει ένας δημοσιογράφος - και δεν έκανε τίποτε απ` όσα επιβάλλεται να κάνει.
* Ο δημοσιογράφος οφείλει να θέτει ερωτήματα - όχι να απαγγέλλει κατηγορίες. Οι διώκτες του Αρχιεπισκόπου, τον καταδίκασαν, χωρίς να θέσουν καίρια ερωτήματα: Ποιος έδωσε στο Βαβύλη ψεύτικη ταυτότητα; Γιατί ο Βαβύλης αρχικώς στήριζε τον Ειρηναίο, ενώ ύστερα στράφηκε εναντίον του; Γιατί δεν ήθελαν τον Ειρηναίο οι Ισραηλινές αρχές; Γιατί απέρριψε το ακυρωτικό δικαστήριο του Ισραήλ τις κατά Ειρηναίου καταγγελίες του Βαβύλη; Όλα αυτά αποσιωπήθηκαν από τους διώκτες του Αρχιεπισκόπου. Βγήκαν βέβαια, από άλλους δημοσιογράφους, Ευτυχώς που υπάρχουν κι αυτοί...
* Ο δημοσιογράφος ποτέ δεν δημοσιεύει πληροφορία που του δίνεται χωρίς να την διασταυρώσει προηγουμένως:
--Δόθηκε αρχικώς η πληροφορία ότι ο Γιοσάκης ήταν «άνθρωπος του Χριστόδουλου». Τη μετέδωσαν, χωρίς να τη διασταυρώσουν. Αποδείχθηκε τελικώς, ότι ο Γιοσάκης συνδεόταν με Ιεράρχη αντίπαλο του Χριστόδουλου…
-- Ύστερα διέδωσαν ότι το Γιοσάκη τον προόριζε ο Αρχιεπίσκοπος για Γραμματέα της Ιεραρχίας. Αποδείχθηκε ότι ήταν ο Μητροπολίτης Θεόκλητος που τον πρότεινε και ο Αρχιεπίσκοπος τον απέρριψε. Στη συνέχεια, όλοι όσοι κατηγορούσαν το Χριστόδουλο για τη «σχέση» του με το Γιοσάκη, επαινούσαν τον παραιτηθέντα Θεόκλητο (που είχε προτείνει το Γιοσάκη) και ζητούσαν την...παραίτηση του Χριστόδουλου (που τον είχε απορρίψει)!
-- Μετέδωσαν ότι ο Χριστόδουλος είδε δώσει συστατική επιστολή σε έμπορο ναρκωτικών. Άλλο «φοβερό ντοκουμέντο» κι αυτό: Αποδείχθηκε ότι είχε δοθεί η επιστολή στο Βαβύλη (λόγω γνωριμίας με τους γονείς του), όταν ήταν απόφοιτος Λυκείου, για να πάει να σπουδάσει - χρόνια πριν έχει μπλέξει με αξιόποινες πράξεις.
Τα "παπαγαλάκια" δούλεψαν υπερωρίες. Το μόνο που κατάφεραν, ωστόσο, ήταν να εκθέσουν τους εαυτούς τους και να αηδιάσουν την κοινωνία: Παραβίασαν τους νόμους (περί προστασίας προσωπικών δεδομένων). Τρομοκράτησαν και διέσυραν ανθρώπους. Είπαν μισές αλήθειες και ολόκληρα ψέματα. Βρήκαν απίθανα "ντοκουμέντα" (που τελικώς δεν αποδείκνυαν τίποτε), ενώ δεν αποκάλυψαν κρίσιμα στοιχεία που άλλαζαν τελείως την εικόνα που προσπαθούσαν να δημιουργήσουν. Και δεν το έκαναν για πρώτη φορά…
Ποιο θα είναι το επόμενο θύμα τους;
Μπορεί να λειτουργήσει η δημοκρατία έτσι:
Καταλαβαίνει η κυβέρνηση και τα κόμματα, ότι πάνω τους κρέμεται η δαμόκλειος σπάθη ενός «παρακρατικού κυκλώματος» που χρησιμοποιεί δημοσιογράφους ως «παπαγαλάκια»; Ο Αρχιεπίσκοπος γλίτωσε. Πόσοι άλλοι θα καταφέρουν να γλιτώσουν;




«ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΑΛΗΘΕΙΕΣ»
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    13 ΜΑΡΤΙΟΥ 2005



Την περασμένη εβδομάδα έγιναν κρίσιμες συζητήσεις στην Ευρώπη: Στο Στρασβούργο, για την αναθεώρηση της περιβόητης "Στρατηγικής της Λισαβόνας" και στις Βρυξέλλες, για την μεταρρύθμιση του διαβόητου Συμφώνου Σταθερότητας. Οι συζητήσεις αυτές αλλού οδήγησαν σε νέους συμβιβασμούς, αλλού όχι. Σε κάθε περίπτωση αποκάλυψαν ότι ο προβληματισμός της Ευρώπης δεν έχει καμία σχέση με τις εμμονές της Αθήνας. Γιατί στην Ευρώπη συζητούν ανοικτά πλέον, όλα όσα η - επαρχιωτικής νοοτροπίας - ελίτ των Αθηνών είχε απαγορεύσει προ πολλού...
* Χρεοκόπησε η λογική του Συμφώνου Σταθερότητας, που επέβαλε στις χώρες-μέλη να έχουν έλλειμμα χαμηλότερο από το 3% του ΑΕΠ. Οι περισσότεροι συμφωνούν ότι πρέπει να χαλαρώσει. Αλλά δεν συμφωνούν πώς ούτε πόσο...
-- Αποδείχθηκε ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας είναι άχρηστο (σε περιόδους οικονομικής ανάκαμψης), ανεφάρμοστο (σε περιόδους ύφεσης) και - κυρίως - αποσταθεροποιητικό: Σε συνθήκες ύφεσης χρειαζόμαστε τα ελλείμματα. Αν τα μειώσουμε, μπορούμε να οδηγηθούμε σε μεγαλύτερη ύφεση, ακόμα μεγαλύτερα ελλείμματα και ακόμα μεγαλύτερη ύφεση...
-- Το Σύμφωνο Σταθερότητας αποδυνάμωσε την Ευρωπαϊκή Σύγκλιση: Όταν το παραβίασε μια μικρή χώρα, η Πορτογαλία, της επέβαλαν σκληρά "μέτρα προσαρμογής", ενώ όταν το παραβίασαν ισχυρές χώρες - η Γερμανία και η Γαλλία - ουδείς διανοήθηκε να τους επιβάλει αντίστοιχα μέτρα. Αποδεικνύεται, ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας είναι κάτι σαν την Οργουελιανή "Φάρμα των Ζώων": όπου όλα τα ζώα ήταν ίσα, αλλά μερικά ήταν πιο...ίσα από τα υπόλοιπα!
* Αποδείχθηκε η γύμνια της λεγόμενης "Στρατηγικής της Λισαβόνας": τον Μάρτιο του 2000 η Ενωμένη Ευρώπη διακήρυξε ότι μέσα σε μια δεκαετία θα διεκδικούσε την παγκόσμια "πρωτιά" στην ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα. Από τότε πέρασε μια πενταετία και οι ευρωπαϊκές οικονομίες υστερούν όλο και περισσότερο έναντι των ανταγωνιστών τους (ΗΠΑ, Κίνας, Ινδίας κλπ.).
Έτσι αναθεωρείται πλέον και η Στρατηγική της Λισαβόνας: Με αποφασιστικό μοχλό τις διαρθρωτικές αλλαγές - δηλαδή τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις για την καταπολέμηση των στρεβλώσεων των αγορών. Τώρα, ξαφνικά, ανακαλύψαμε ότι το περιβόητο "κοινωνικό μοντέλο" της Ευρώπης, είναι ...στρεβλώσεις που πρέπει να εξουδετερωθούν για να απελευθερωθεί η ανάπτυξη!
* Κορυφώνεται, επίσης, μια συζήτηση για τις δημοσιονομικές προοπτικές της Ευρώπης. Το 1988 - με δώδεκα κράτη μέλη τότε - οι δαπάνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είχαν ως ανώτατο όριο το 1,27% του Κοινοτικού ΑΕΠ. Σήμερα με 25 κράτη-μέλη και με πολύ περισσότερες αρμοδιότητες, οι Κοινοτικές δαπάνες προγραμματίζονται με ανώτατο όριο το 1% του ΑΕΠ. Όταν αυξάνονται οι αρμοδιότητες, αλλά μειώνονται οι πόροι, αυτό δεν λέγεται "πειθαρχία" - μάλλον "στραγγαλισμός" ονομάζεται.
Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, ο ομοσπονδιακός προϋπολογισμός δαπανά 20% του ΑΕΠ. 20 φορές παραπάνω, απ` όσο στην Ευρώπη!
* Για να καταλάβουμε πώς πάμε να ανταγωνιστούμε τον υπόλοιπο κόσμο, στις ΗΠΑ η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση δαπανά το 57% των συνολικών δημοσίων δαπανών. Στην Ενωμένη Ευρώπη, ο Κοινοτικός Προϋπολογισμός δαπανά μόνο το 2% των συνολικών δημοσίων δαπανών - το υπόλοιπο 98% το δαπανούν τα εθνικά κράτη μέλη! Η σύγκριση είναι συντριπτική: Στην Ευρώπη οι κοινές δαπάνες είναι περιθωριακές και μειώνονται. Στις ΗΠΑ οι ομοσπονδιακές δαπάνες είναι κυρίαρχες και αυξάνονται. Αυτό δεν λέγεται πορεία προς την Ομοσπονδία. Αυτό ονομάζεται ακύρωση κάθε ομοσπονδιακής προοπτικής...
Η ελληνική ελίτ πίστεψε ότι η Ευρώπη έχει ήδη μετεξελιχθεί σε Ομοσπονδία, στηριζόμενη στο "ανώτερο κοινωνικό μοντέλο" της. Σήμερα αποδεικνύεται ότι η Ευρώπη απομακρύνεται από την προοπτική της Ομοσπονδίας, ότι για να αναπτυχθεί πρέπει να μεταρρυθμίσει επειγόντως το "ανώτερο κοινωνικό μοντέλο της" και ότι όλη η στρατηγική της νομισματικής ενοποίησης στηρίχθηκε σε πολιτικές που δημιούργησαν υστέρηση, στασιμότητα και δημοσιονομική ασφυξία
Μέχρι πρόσφατα, όποιος έθετε στην Ελλάδα ερωτήματα για το Σύμφωνο Σταθερότητας εθεωρείτο "αντί-ευρωπαίος"! Όποιος αμφισβητούσε τη σοβαρότητα της Στρατηγικής της Λισαβόνας εθεωρείτο "ύποπτος για φιλοαμερικανισμό". Όποιος αμφέβαλε για την ομοσπονδιακή προοπτική της Ευρώπης εθεωρείτο "εκτός πραγματικότητας". Σήμερα δικαιώνονται οι "απαγορευμένες απόψεις". Ενώ όσοι τις απαγόρευσαν, αποδεικνύονται "μακριά νυχτωμένοι"...






Η ΠΙΟ ΑΔΥΝΑΜΗ ΚΟΜΜΙΣΣΙΟΝ, ΣΤΗΝ ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΣΥΓΚΥΡΙΑ;
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    8 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2005


Τι ακριβώς συνέβη με την υπόθεση του "βασικού μετόχου"; Διέπραξε η Κυβέρνηση τη "γκάφα" να "συγκρουστεί" με το Κοινοτικό δίκαιο; Όπως θα δούμε, τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Και πολύ πιο ενδιαφέροντα...
* Πρώτον, ο νόμος για το βασικό μέτοχο δεν παραβιάζει ούτε το Πρωτογενές ούτε το Παράγωγο Κοινοτικό δίκαιο. Για τα ζητήματα που επιδιώκει να αντιμετωπίσει - διαφάνεια στην ανάθεση δημοσίων έργων, καταπολέμηση "ολιγοπωλιακών" καταστάσεων και "δεσπόζουσα θέση" στην κατασκευαστική αγορά - δεν υπάρχει σαφής και εξαντλητική πρόβλεψη στην ενοποιημένη Συνθήκη (Άμστερνταμ και Νίκαιας). Δεν υπάρχει σχετικός Κανονισμός. Δεν υπάρχει ούτε σχετική Οδηγία. Είναι ένα ζήτημα, για το οποίο στην Ευρώπη υφίσταται «νομικό κενό». Και δεν είναι το μόνο, ασφαλώς?
Αρχικά η Κομμισσιόν διερεύνησε κατά πόσο ο ελληνικός νόμος επιτρέπει «ευνοϊκή μεταχείριση» των ελληνικών κατασκευαστικών εταιριών σε βάρος των υπόλοιπων κοινοτικών. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Το αντίθετο, μάλιστα: ο νόμος περί βασικού μετόχου εμποδίζει τη δεσπόζουσα θέση εγχωρίων κατασκευαστών και διευκολύνει τον ανταγωνισμό με εγχώριους και ξένους κατασκευαστές, που δεν επηρεάζουν ελληνικά ΜΜΕ?
Στη συνέχεια, ο αρμόδιος Επίτροπος επικαλέστηκε την (αφηρημένη) αρχή της «επιχειρηματικής ελευθερίας», που εγγυάται το δικαίωμα οποιουδήποτε να μετέχει με ίσους όρους, στην επιχειρηματική δραστηριότητα.
Αλλά και η αντίρρηση αυτή καταπίπτει εύκολα: Η ελευθερία της οικονομικής δραστηριότητας δεν είναι απεριόριστη. Υφίσταται τους περιορισμούς που επιβάλει η προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού: η αποθάρρυνση των ολιγοπωλίων, ή άρση εμποδίων εισόδου νέων επιχειρήσεων και η καταπολέμηση της "δεσπόζουσας θέσης". Όλα αυτά που ονομάζουμε "αντιμονοπωλιακή νομοθεσία" και επιβάλουν "ασυμβίβαστα" στην άσκηση επαγγελμάτων ή επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή προσπαθούν να περιορίσουν την "υπερβολική συγκέντρωση επιχειρηματικής ισχύος". Το κακό είναι, όμως, ότι δεν υπάρχει ενοποιημένη αντιμονοπωλιακή νομοθεσία σε πανευρωπαϊκή κλίμακα.
* Δεύτερον, η ίδια η Κομμισσιόν έχει εφαρμόσει δρακόντειους περιορισμούς σε βάρος της Microsoft. Προσπαθώντας να αποτρέψει «κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης» υποχρέωσε την Microsoft να ξανασχεδιάσει ένα τελευταίο λογισμό προϊόν της από την αρχή. Η ίδια η Microsoft υποστηρίζει πικρόχολα, ότι το προϊόν αυτό, στην ευρωπαϊκή του έκδοση, το σχεδίασε η ίδια η?Κομμισσιόν αυτοπροσώπως! Στην Ευρωπαϊκή αγορά λογισμικού η Κομμισσιόν φτάνει ως την υπερβολή, για να καταπολεμήσει μονοπωλιακές καταστάσεις. Στην ελληνική κατασκευαστική αγορά φτάνει στην υπερβολή για να?«προστατέψει» τη δεσπόζουσα θέση ισχυρών ομίλων! Εδώ, βέβαια, αναδεικνύεται ένα πολύ ενδιαφέρον ζήτημα: Τι ακριβώς συμβαίνει στη σημερινή Ευρώπη; Είμαστε κατά των αμερικανικών μονοπωλίων, αλλά υπέρ των ευρωπαϊκών; Αν αυτό είναι το νομικό μας πλαίσιο, τότε έχουμε πολύ σοβαρό πρόβλημα: Διότι οι στρεβλώσεις της αγοράς δεν έχουν «εθνικό χρώμα». Τα μονοπώλια και η δεσπόζουσα θέση τους εμποδίζουν την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη ανεξαρτήτως προέλευσης. Από οικονομική άποψη, είτε είμαστε υπέρ της προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού, οπότε χτυπάμε όλα τα μονοπώλια ? ευρωπαϊκά και αμερικανικά το ίδιο. Είτε είμαστε υπέρ των ευρωπαϊκών μονοπωλίων και κατά των αμερικανικών - οπότε δεν προστατεύουμε την ελεύθερη αγορά.
Ο σημερινός Πρόεδρος της Κομμισσιόν, μάλλον είναι υπέρ της δεύτερης άποψης. Στην πρόσφατη συζήτηση για την φθίνουσα ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα, ο κ. Μπαρόζο έδωσε έμφαση την στήριξη των «εθνικών πρωταθλητών» - δηλαδή των μεγάλων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων. Ενώ το Ευρωκοινοβούλιο, αντίθετα, έδωσε έμφαση στην στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που αποτελούν το μοχλό ανάπτυξης αλλά και το μηχανισμό διάχυσης της ανάπτυξης μέσα στην οικονομία.
Οι «εθνικοί πρωταθλητές» ζητούν περιφρούρηση των ολιγοπωλιακών προνομίων του. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ζητούν κατάλυση των ολιγοπωλιακών προνομίων. Αυτό είναι και το κεντρικό ζήτημα σήμερα, πίσω από την μάχη της ανταγωνιστικότητας που πρέπει να δώσει η Ευρώπη. Κατά σύμπτωση, αυτή είναι και η πολιτική ουσία της διαμάχης της Κομμισσιόν με την Ελλάδα. Η Κομμισσιόν στηρίζει τα ευρωπαϊκά μονοπώλια - όχι την ανταγωνιστικότητα. Η σύγκρουση αυτή έχει πανευρωπαϊκή απήχηση και ξεπερνά κατά πολύ τα ελληνικά σύνορα?
* Tρίτον, αν η Κομμισσιόν συνεχίσει να επικαλείται την αρχή της ελεύθερης επιχειρηματικής δραστηριότητας, η Ελληνική Κυβέρνηση μπορεί να επικαλεστεί μιαν άλλη Κοινοτική αρχή: της "επικουρικότητας". Δηλαδή την πρόνοια να αντιμετωπίζεται κάθε πρόβλημα όσο πιο κοντά στον ευρωπαίο πολίτη. Και η αντιμετώπιση της διαφάνειας μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο στο επίπεδο της εθνικής νομοθεσίας, αφού δεν υπάρχει κοινή ευρωπαϊκή αντιμετώπιση.
* Τέταρτον, υπάρχει μια παλαιότερη περίπτωση, όπου η Κομμισσιόν προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο κατά χώρας-μέλους, επικαλούμενη την παραβίαση, όχι αφηρημένης αρχής, αλλά συγκεκριμένης Οδηγίας: Κατά σύμπτωση ήταν και πάλι σε βάρος της Ελλάδας, για την υπόθεση του εμπάργκο που είχε επιβάλει το 1995 η Κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου στη FYROM. Καλό είναι να θυμηθούμε - αλλά και να υπενθυμίσουμε στην Κομμισσιόν - την έκβαση της υπόθεσης εκείνης: Τότε, λοιπόν, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο μας δικαίωσε απολύτως: αποφάνθηκε ότι η Ελλάδα είχε κάθε δικαίωμα, αν έκρινε ότι θίγονται τα εθνικά της συμφέροντα ασφαλείας, να επιβάλει το εμπάργκο. Και η Κομμισσιόν δεν μπορούσε να υποδείξει σε ένα κράτος-μέλος πως θα προστατεύει τα συμφέροντά του?

Αποδυνάμωση Κοινοτικού Δικαίου

* Πέμπτον, υπάρχει και μια πρόσφατη περίπτωση, όπου η Κομμισσιόν προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, για να εξαναγκάσει τη Γαλλία και τη Γερμανία να εφαρμόσουν το Σύμφωνο Σταθερότητας (να ελέγξουν τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα - που για τρίτη χρονιά ξεπερνούν το 3% του ΑΕΠ). Η Κομμισσιόν κέρδισε την υπόθεση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Όμως?
Όμως, τελικώς, οι δύο ισχυρές χώρες της Ένωσης δεν υποχρεώθηκαν να συμμορφωθούν προς το Σύμφωνο Σταθερότητας. Αντίθετα, τέσσερις μήνες αργότερα αποφασίστηκε η αδρανοποίηση του Συμφώνου Σταθερότητας! Εδώ η Κομμισσιόν «δικαιώθηκε», αλλά τελικώς παρακάμφθηκε: Ο νόμος του οποίου ζητούσε την αναγκαστική εφαρμογή ουσιαστικώς καταργήθηκε!
* Έκτον, η ίδια η Commission μόλις τον περασμένο μήνα κατάργησε κι ένα άλλο στοιχείο του «σκληρού» κοινοτικού δικαίου: Μια πρόσφατη Κοινοτική Οδηγία, την περιβόητη «οδηγία Μπόλκενσταϊν», για την ενοποίηση της Ευρωπαϊκής αγοράς στο τομέα των υπηρεσιών. Εδώ η Commission εμφανίζεται να καταργεί η ίδια τις αποφάσεις της ? που συνιστούν παράγωγο δίκαιο ? κι ύστερα να εγκαλεί χώρα που προσπαθεί να κατοχυρώσει τον ανταγωνισμό στο εσωτερικό της, σε ένα τομέα για τον οποίο ΔΕΝ υπάρχει σαφές κοινοτικό δίκαιο?
Για να ακριβολογήσουμε αυτό που ονομάζουμε «Κοινοτικό δίκαιο» (Πρωτογενές και Παράγωγο) έχει αποδυναμωθεί εξαιρετικά το τελευταίο διάστημα: Και από την κατάργηση του Συμφώνου Σταθερότητας και από την κατάργηση της οδηγίας Μπόλκενστάϊν και από την επαπειλούμενη καταψήφιση του λεγόμενου «ευρω-συντάγματος» από τη Γαλλία και την Ολλανδία (για να μην αναφερθούμε στην πάγια Βρετανική αντίθεση).
Δεν τίθεται, λοιπόν, θέμα «αν υπερέχει το Κοινοτικό Δίκαιο ενός εθνικού Συντάγματος»:
Πρώτον, διότι στην περίπτωσή μας, δεν υπάρχει κοινοτικό δίκαιο, υπάρχει, αντίθετα, νομικό κενό κοινοτικού δικαίου.
Δεύτερον, διότι ακόμα και στις περιπτώσεις όπου υπάρχει σαφές κοινοτικό δίκαιο και νομικά «υπερέχει», δεν επικρατεί πάντα πολιτικά (όπως συνέβη με το Σύμφωνο Σταθερότητας)
Τρίτον, διότι το τελευταίο διάστημα το ίδιο το Κοινοτικό Δίκαιο εμφανίζεται αποδυναμωμένο, και μάλιστα με ευθύνη, εν πολλοίς, της ίδιας της Κομμισσιόν και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (όπως συνέβη με την κατάργηση της Οδηγίας Μπόλκενσταϊν)

Συμπεράσματα

-- Πρώτον: Δεν είναι ακριβές ότι η Κομμισσιόν στρέφεται κατά της Ελλάδας, διότι αυτή η τελευταία παραβιάζει τις αρχές τις ελεύθερης αγοράς. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει: η Ελλάδα προσπαθεί να αποκαταστήσει την ουσιαστικότερη προϋπόθεση αγοράς: τις συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού. Και είναι οι αντιρρήσεις της Κομμισσιόν που διαιωνίζουν ολιγοπωλιακές καταστάσεις και τη δεσπόζουσα θέση ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων.
Πρόκειται για σύγκρουση ανάμεσα σε μια χώρα-μέλος που προσπαθεί να επιβάλει κανόνες ανταγωνισμού και την ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, που επιχειρεί να διαιωνίσει μονοπωλιακά συμφέροντα. Αν έτσι δώσει τη μάχη αυτή η Ελλάδα, θα βρει πολλούς συμμάχους μέσα στην Ευρώπη: Λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν σήμερα τα δημοψηφίσματα για το ευρώ-Σύνταγμα, πολλές εθνικές κυβερνήσεις θέλουν να φανούν ότι «χτυπάνε την ευρω-γραφειοκρατία». Η Κομμισσιόν ποτέ δεν ήταν λιγότερο δημοφιλής μέσα στην Ευρώπη απ` ό,τι είναι σήμερα.
-- Δεύτερον, η Ελλάδα έχει τη μεγάλη ευκαιρία να θέσει το κρίσιμο - και εξαιρετικά επίκαιρο - ζήτημα της ανταγωνιστικότητας. Όπου η Ευρώπη ήδη υστερεί απελπιστικά - εξ ου και αναθεώρησε πρόσφατα τη «στρατηγική της Λισσαβόνας». Η μάχη της ανταγωνιστικότητας δεν πρόκειται να κερδιθεί στην Ευρώπη, αν δεν καταπολεμηθούν οι στρεβλώσεις, που ακυρώνουν τον ελεύθερο ανταγωνισμό πανευρωπαϊκά. Η Ευρώπη χρειάζεται σήμερα, επειγόντως, αυτό που οι ΗΠΑ έχουν ήδη από τις αρχές του περασμένου αιώνα: συμπαγή αντιμονοπωλιακή νομοθεσία.
-- Τρίτον, η αξιοματική αντιπολίτευση της χώρας δεν κατάλαβε τίποτε απ` όλα αυτά: Υποστήριξε ότι η Ελλάδα «εκτέθηκε» έναντι τις Ευρώπης, για ένα νόμο που απλώς εφαρμόζει το ελληνικό Σύνταγμα χωρίς να παραβιάζει καμία σαφή ρύθμιση της ενοποιημένης Ευρωπαϊκής Συνθήκης, κανένα κοινοτικό Κανονισμό και καμία κοινοτική Οδηγία. Γιατί έρχεται σε «κόντρα με την Επιτροπή», η οποία βρίσκεται ήδη σε πολύ δυσχερή θέση, σε μια συγκυρία, που οι ευρωπαϊκοί λαοί στρέφονται όλο και πιο εχθρικά κατά της ευρω-γραφειοκρατίας, την οποία εκπροσωπεί η Επιτροπή. Και ενώ η Ελλάδα σε μια ενδεχόμενη δικαστική διαμάχη, μπορεί να αντικρούσει τις αιτιάσεις της Επιτροπής, υπερασπίζοντας τη κορυφαία κοινοτική αρχή της επικουρικότητας και την κορυφαία στρατηγική επιδίωξη της ανταγωνιστικότητας.
Τελικά, άνοιξε τρία κρίσιμα μέτωπα:
* Πρώτον, ήλθε σε σύγκρουση με το παραδοσιακό «εθνοκεντρικό» ΠΑΣΟΚ, που δεν δέχεται εύκολα την υπονόμευση του εθνικού Συντάγματος.
* Δεύτερον, ήλθε σε σύγκρουση με την λαϊκίστικη παράδοση, που δεν δέχεται την «ασυδοσία ισχυρών επιχειρηματικών συμφερόντων».
* Τρίτον ήλθε σε σύγκρουση με τους «φιλελεύθερους» (τους οποίους πρόσφατα προσπαθεί να εναγκαλιστεί), πολλοί εκ των οποίων αντιλαμβάνονται πλέον ότι η «δεσπόζουσα θέση» των μεγάλων επιχειρήσεων υπονομεύει και τη δημοκρατία και την ελεύθερη αγορά.
Κοντολογίς, συγκρούστηκε με τον εαυτό του, με τους παραδοσιακούς συμμάχους του (από τα Αριστερά), με τους νέους «συμμάχους» του (από τη νέο-φιλελεύθερη κεντροδεξιά), με το σύνολο της Κοινωνίας, αλλά και με την ευρωπαϊκή συγκυρία, που είναι αρνητική για την ευρω-γραφειοκρατία.
























































ΤΑ ΙΔΕΟΛΟΓΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ ΔΥΣΚΟΛΑ…

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2005


Όλο το διάστημα της προηγούμενης διακυβέρνησης η Ελλάδα φαινόταν να έχει πειστεί απόλυτα ότι τα εθνικά κράτη είχαν "τελειώσει", τα εθνικά συμφέροντα αποτελούσαν "αναχρονισμό", ότι οι εθνικές στρατηγικές δεν είχαν κανένα νόημα πια και η Ευρώπη μετεξελίσσονταν πλέον σε κραταιά Ομοσπονδία. Μια Ομοσπονδία, που θα «χώνευε» όλες τις εθνικές κοινωνίες, θα τις διασπούσε «από κάτω», μέσα από την «πολύ-πολιτισμικότητα», και θα τις συγχώνευε «από πάνω», μέσα από τη συμμετοχή σε κοινοτικούς θεσμούς?
Αυτή η πεποίθηση υπήρξε κυρίαρχο ιδεολόγημα. Που καθόρισε επιλογές και συμπεριφορές όλης της ελληνικής ελίτ:
-- Οδήγησε στην αμφισβήτηση της αυτόνομης εξωτερικής πολιτικής: Αφού θα γινόμασταν τμήμα μιας ευρύτερης Ομοσπονδίας, δεν υπήρχε λόγος να υπερασπιζόμαστε ιδιαίτερα εθνικά μέτωπα, να διατηρούμε εθνικές προτεραιότητες και να προβάλουμε εθνικά συμφέροντα.
-- Οδήγησε στην συρρίκνωση της έννοιας της οικονομικής πολιτικής: Αφού είμαστε ήδη τμήμα της "ευρωζώνης", το μόνο που έχουμε να κάνουμε, ως χώρα, είναι διαχείριση του προϋπολογισμού, ώστε να τηρούμε το Σύμφωνο Σταθερότητας (να ελέγχουμε τα δημοσιονομικά ελλείμματα και να μειώνουμε το δημόσιο χρέος).
-- Οδήγησε σε πλήρη αναίρεση κάθε έννοιας αναπτυξιακής πολιτικής: Το μόνο που έπρεπε να μας απασχολεί είναι να διατηρήσουμε την εισροή και την απορροφητικότητα των κοινοτικών κονδυλίων. Αν υπάρχει ζήτημα μεταρρυθμίσεων, θα μας το θέσει η Κομμισσιόν κι εμείς θα ευθυγραμμιστούμε...
-- Οδήγησε σε πλήρη υποβάθμιση κάθε στρατηγικής προτεραιότητας: Δεν χαράξαμε ιδιαίτερη πολιτική πουθενά, αφού ό,τι μας υποδείξουν θα το υλοποιήσουμε αναγκαστικά κι ό,τι δεν μας υποδείξουν, δεν χρειάζεται να μας απασχολεί. Η διακυβέρνηση μπήκε στον "αυτόματο πιλότο".
Η επίσημη ελληνική ελίτ αυτό-παραιτήθηκε από τις ευθύνες της ως κυρίαρχο κράτος και πίστεψε ότι μετατράπηκε σε «Νομαρχία» μιας Ομοσπονδίας που δεν υπάρχει ακόμα...
Σήμερα τα πράγματα αντιστρέφονται: υπάρχει αληθινή αναβίωση των εθνοκεντρικών προτεραιοτήτων, σε όλη την Ευρώπη - παλαιά και νέα - σε μικρά και μεγάλα κράτη μέλη, και για περισσότερους από ένα λόγους. Όμως, η πεποίθηση ότι τα έθνη "τελειώνουν" και ότι οι εθνικές προτεραιότητες "έχουν χρεοκοπήσει" παραμένει ισχυρή στην Ελλάδα. Όσο πιο επικίνδυνες είναι οι ψευδαισθήσεις, τόσο πιο ανθεκτικές αποδεικνύονται...

"Διέλαθαν" της προσοχής μας...

Όλα αυτά τα χρόνια, η Ευρώπη έκανε σημαντικά βήματα πολιτικής ενοποίησης - που, όμως, δεν οδηγούσαν στην κατάργηση των εθνικών κρατών. Τα κράτη-μέλη θυσίασαν κάποια εθνικά τους προνόμια ? όπως τα εθνικά τους νομίσματα ? αλλά δεν αποδέχθηκαν την απαλλοτρίωση της εθνικής τους ταυτότητας, της εθνικής τους υπόστασης και την εθνικής τους κυριαρχίας. Αυτό αποτελούσε ιδεολόγημα της Ελληνικής ελίτ - όχι "ευρωπαϊκή τάση".
Κάναμε το λάθος να βλέπουμε μόνο τη νομική-δικαϊκή διάσταση των ευρωπαϊκών εξελίξεων - όχι την οικονομική....
* Έτσι, δεν προσέξαμε ότι η "ατμομηχανή" της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης, ο Κοινοτικός Προϋπολογισμός, παρέμενε εξαιρετικά χαμηλός: Γύρω στο 1,27% του ΑΕΠ - ενώ στις ΗΠΑ ο αντίστοιχος Ομοσπονδιακός Προϋπολογισμός ξεπερνά το 20% του ΑΕΠ! Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Επιτροπή MacDougall, ήδη από το 1977, είχε υπογραμμίσει ότι για να αρχίσουμε να γινόμαστε Ομοσπονδία, έπρεπε ο Κοινοτικός Προϋπολογισμός να απορροφά τουλάχιστον 3% του Κοινοτικού ΑΕΠ. Και για να αρχίσουμε να είμαστε Ομοσπονδία, έπρεπε να δαπανά 5-6% του Κοινοτικού ΑΕΠ. Και μάλιστα, όσο περισσότερα νέα μέλη μπαίνουν στην Ένωση τόσο αναθεωρούνται προς τα πάνω τα ποσοστά αυτά...
* Δεν προσέξαμε, ακόμα, ότι ο Κοινοτικός Προϋπολογισμός εξακολουθεί να συγκροτείται με αυστηρά εθνοκεντρικά κριτήρια, υπολογίζοντας, δηλαδή, πόσα δίνει και πόσα αντίστοιχα εισπράττει, κάθε κράτος-μέλος χωριστά. Πράγμα που είναι απολύτως αναντίστοιχο με την Ομοσπονδιακή λογική...
* Τρίτον, δεν προσέξαμε ότι η ενιαία αγορά προχώρησε σε ό,τι αφορά την παραγωγή αγαθών, που αποτελεί μόνο το 30% του Κοινοτικού ΑΕΠ. Σε όλη την υπόλοιπη ευρωπαϊκή παραγωγή - το 70% του Κοινοτικού ΑΕΠ, που αφορά τις υπηρεσίες - η ενοποίηση παρέμενε μακρινό όνειρο.
* Τέταρτον, δεν προσέξαμε ότι και ακόμα και στη νομισματική ενοποίηση, τα εθνικά συμφέροντα των μεγάλων χωρών δεν είχαν παρακαμφθεί. Αν κι αυτό αποκαλύφθηκε αργότερα, μόλις το 2004....
Διότι η νομισματική ενοποίηση στηρίχθηκε στο λεγόμενο "Σύμφωνο Σταθερότητας", που απαιτούσε από όλες τις χώρες να διατηρούν το δημοσιονομικό τους έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ και να μειώνουν συνεχώς το δημόσιο χρέος τους, για να το φέρουν κάτω από το 60% του ΑΕΠ. Αν κάποια χώρα δεν κατάφερνε να κρατήσει το έλλειμμα κάτω από το 3% ενεργοποιούνταν αμέσως- αυτόματα - ειδικές διαδικασίες εξαναγκασμού της να "συμμορφωθεί".
Όταν τα όρια αυτά τα παραβίασε μια μικρή χώρα, η Πορτογαλία, την εξανάγκασαν να πάρει πολύ οδυνηρά μέτρα, που επιδείνωσαν την κρίση της. Ένα χρόνο αργότερα, όταν τα όρια του Συμφώνου Σταθερότητας άρχισαν να τα παραβιάζουν μεγάλες χώρες - όπως η Γαλλία και η Γερμανία - δεν τόλμησαν να τους επιβάλουν αντίστοιχους "εξαναγκασμούς".
Τελικά το "Σύμφωνο Σταθερότητας", ευσχήμως εγκαταλείφθηκε! Μια σαφής ρύθμιση, που συνιστούσε "κοινοτικό κεκτημένο" ανατράπηκε, όταν προσέκρουσε στις εθνικές προτεραιότητες των ισχυρών της Ένωσης.
* Τέλος, παρά τις διαδοχικές θεσμικές ρυθμίσεις, κυρίαρχο όργανο μέσα στην Ένωση παρέμενε το Συμβούλιο Υπουργών, στο οποίο συμμετέχουν οι εκπρόσωποι των εθνικών κυβερνήσεων. Παρά την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής και του Ευρωκοινοβουλίου, που εκφράζουν την Κοινοτική-Ομοσπονδιακή προοπτική, κυρίαρχη παρέμεινε η διακυβερνητική λειτουργία. Δηλαδή η στήριξη της Ένωσης στα έθνη-κράτη και τους εκπροσώπους των κυβερνήσεών τους...

Η φτώχεια που φέρνει γκρίνια...

Στα 5 χρόνια που μεσολάβησαν από το 2000, η Ευρώπη έζησε μια πρωτοφανή οικονομική στασιμότητα και μια υστέρηση διαρκείας σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές της. Αυτή η παρατεταμένη ύφεση, ενίσχυσε τις εθνοκεντρικές τάσεις. Διότι μπορεί στην περίοδο της μεγάλης ευημερίας, τα ευρωπαϊκά κράτη να καλλιεργούσαν ομοσπονδιακές ψευδαισθήσεις - ότι στο μέλλον θα συνεχίσουν να μοιράζουν μεταξύ τους το πλεόνασμα - αλλά όταν μπήκαν σε χρόνια ύφεση κι άρχισαν να μοιράζουν τη μιζέρια, την ανεργία και τα ελλείμματα, τότε ήλθαν στην επιφάνεια οι εθνικοί ανταγωνισμοί μεταξύ τους.
-- Ήδη κατάργησαν το Σύμφωνο Σταθερότητας, καθώς τα μεγάλα κράτη-μέλη δεν επιτρέπουν να εφαρμοστεί σε βάρος τους.
-- Επίσης, μειώνουν συνεχώς τον Κοινοτικό Προϋπολογισμό: Από 1,27% που ήταν το 1988, με 12 κράτη μέλη τότε, το έριξαν ήδη στο 1%, με 25 κράτη μέλη και πολλαπλές αρμοδιότητες. Όταν αυξάνουν τις Κοινοτικές αρμοδιότητες, ενώ μειώνουν τους Κοινοτικούς πόρους, ουσιαστικά καταδικάζουν την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση στον πιο βασανιστικό θάνατο - από ασφυξία!
-- Οι Ευρωπαίοι ξοδεύουν το ένα εικοστό απ` όσο ξοδεύει ο Ομοσπονδιακός Προϋπολογισμός των ΗΠΑ και το ένα πέμπτο απ` ό,τι θα `πρεπε να ξοδεύουν για να αρχίσουν να γίνονται "Ομοσπονδία". Εν τούτοις, προσπαθούν να μειώσουν κι άλλο τις Κοινοτικές τους δαπάνες, αλλά και να αυξήσουν τις "επιστροφές" που παίρνουν πίσω οι μεγάλες χώρες. Κάποτε, μόνη η Μάργκαρετ Θάτσερ ζήταγε να τις δοθούν επιστροφές. Τότε την κατηγορούσαν όλοι οι άλλοι για το "αντι-κοινοτικό" πνεύμα της. Σήμερα επιστροφές ζητούν όλοι όσοι δίνουν καθαρές εισφορές στην Ένωση.
-- Τέλος, η επέκταση της ενιαίας αγοράς στις υπηρεσίες (που αποτελούν το 70% του Κοινοτικού ΑΕΠ, όπως είδαμε) ματαιώθηκε, λόγω των φόβου των δυτικοευρωπαίων, ότι θα πέσουν θύματα του αθέμιτου ανταγωνισμού τιμών (social dumping) εκ μέρους των νέων μελών από την Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη. Τα οποία, απαντούν με ανταγωνιστική μείωση φόρων (tax dumping), που οι δυτικοευρωπαίοι δεν μπορούν να παρακολουθήσουν, χωρίς να εκτοξευθούν τα ελλείμματά τους. Έτσι, η ολοκλήρωσης της ενιαίας αγοράς, αντί να οδηγήσει σε περισσότερη ενότητα οδηγεί σε σκληρούς εθνικούς ανταγωνισμούς.
Ο πυλώνας της νομισματικής ενοποίησης - το Σύμφωνο Σταθερότητας - ήδη αποδυναμώθηκε. Η επέκτασης της ενιαίας αγοράς στο χώρο των υπηρεσιών, ακυρώνεται μέσα σε ένα ορυμαγδό εθνικών ανταγωνισμών. Μεγάλα ευρωπαϊκά κράτη του "σκληρού πυρήνα", όπως η Γερμανία, ζητούν ήδη την επανεθνικοποίηση των πιο παραδοσιακών κοινοτικών πολιτικών...
Ως επιστέγασμα, η νέα Συνταγματική Συνθήκη κινδυνεύει να καταψηφιστεί πλέον και στην Γαλλία (ενώ η καταψήφισή της στη Βρετανία θεωρείται σήμερα ως μάλλον αναπόφευκτη). Αυτό το... "τσουνάμι" του όχι, που καταγράφουν οι γαλλικές σφυγμομετρήσεις - ήδη στο 55%, έναντι 38-40%, που είχε μόλις πριν τέσσερις μήνες - δεν οφείλεται σε απότομη άνοδο του ευρώ-σκεπτικισμού των Γάλλων...
Πρώτον, εναντίον του Ευρω-συντάγματος έχουν ήδη στραφεί και πολλοί φεντεραλιστές, οπαδοί της Ομοσπονδιακής Ευρώπης, με το επιχείρημα ότι η Συνταγματική Συνθήκη απομακρύνεται από το όραμα της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης και πρέπει να καταψηφιστεί για να υπάρξει νέα διαπραγμάτευση. Δεύτερον, διακηρύττουν ότι η ένταξη της Τουρκίας, ακυρώνει την ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση. Καταψηφίζουν, λοιπόν τη Συνθήκη για να υπάρξει συνολική διαπραγμάτευση, που θα οδηγήσει σε περισσότερη Ομοσπονδία και λιγότερη Τουρκία.
Πόσα καταλαβαίνουμε απ` όλα αυτά στην Ελλάδα. Απολύτως τίποτε.

Από άλλο πλανήτη...

Μόλις πριν λίγους μήνες υπήρξε μεγάλη αναταραχή λόγω της δημοσιονομικής απογραφής, που θα ενεργοποιούσε, υποτίθεται, τις ποινικές ρήτρες του Συμφώνου Σταθερότητας εναντίον της Ελλάδας. Το Σύμφωνο Σταθερότητας ήδη εγκαταλείφθηκε. Και η σχετική κινδυνολογία έπεσε στο κενό...
Μόλις πριν από λίγες εβδομάδες υπήρξε νέα αναταραχή στην ελληνική κοινή γνώμη, για τον νόμο περί "βασικού μετόχου", που παραβίαζε υποτίθεται, το "κοινοτικό κεκτημένο". Το οποίο "υπερέχει" του εθνικού Συντάγματος...
Πού ζουν όσοι τα λένε όλα αυτά; Σε ποιόν μακρινό πλανήτη; Διότι στην Ευρώπη, μια φορά, δεν ζουν: Ήδη το πιο "σκληρό" τμήμα του κοινοτικού κεκτημένου - το Σύμφωνο Σταθερότητας - μόλις εγκαταλείφθηκε υπό τον πίεση δύο εθνικών κυβερνήσεων - της Γαλλίας και της Γερμανίας. Εδώ συγκρούσθηκε το "κοινοτικό κεκτημένο" όχι με τα εθνικά Συντάγματα, αλλά με τρέχοντα συγκυριακά συμφέροντα δύο μεγάλων εθνικών κρατών. Και διαλύθηκε...
Ποιο "κοινοτικό κεκτημένο" θα συγκρουστεί με το Ελληνικό Σύνταγμα; Υπάρχει Ευρωπαϊκός κανονισμός του Συμβουλίου, που προβλέπει πώς θα λύνονται τα ζητήματα διαφάνειας; Όχι βέβαια. Υπάρχει, μήπως κάποια Κοινοτική οδηγία, που αφορά στα ίδια θέματα και οφείλουμε να την εφαρμόσουμε; Δεν υπάρχει! Αφού στα ζητήματα της διαφάνειας δεν υπάρχει κοινή ρύθμιση πανευρωπαϊκά, ποιο είναι ακριβώς αυτό το "κοινοτικό κεκτημένο" που θα "συντρίψει" το Ελληνικό Σύνταγμα;
Η Ελλάδα απειλείται με παραπομπή, όχι γιατί παραβιάζει κάποια ευρωπαϊκή ρύθμιση, κανονισμό ή οδηγία, αλλά διότι παραβιάζει - υποτίθεται - κάποια "αρχή": την ελευθερία συμμετοχής όλων στην επιχειρηματική δραστηριότητα.
Αλλά ισχύει το ακριβώς ανάποδο: Η Κομμισσιόν απειλεί με παραπομπή την Ελλάδα, όχι γιατί παραβιάζει τις αρχές της ελεύθερης αγοράς, αλλά γιατί προσπαθεί να αποκαταστήσει τη βασικότερη αρχή της αγοράς: τον ελεύθερο ανταγωνισμό.
Στην υπόθεση του "βασικού μετόχου" δεν συγκρούεται το κοινοτικό δίκαιο με το ελληνικό Σύνταγμα. Συγκρούεται ένα κράτος-μέλος, η Ελλάδα, με τις αγκυλώσεις της ευρω-γραφειοκρατίας, που προσπαθεί να εμποδίσει την αποκατάσταση της διαφάνειας και την κατάλυση της "δεσπόζουσας θέσης", για τις οποίες δεν υπάρχει Κοινοτική νομοθεσία. Με αφορμή την "ελληνική περίπτωση", η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να αποκτήσει αυτό που οι ΗΠΑ έχουν ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα και που η ίδια η Ευρώπη χρειάζεται σήμερα επειγόντως: Αποτελεσματική αντιμονοπωλιακή νομοθεσία.
Αν η Ελλάδα αποφασίσει να δώσει αυτή τη μάχη ως το τέλος - ως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο - θα αντιληφθεί πολύ σύντομα, ότι πρώτον δεν πρόκειται για μια απλή νομική υπόθεση, αλλά για μείζονα πολιτική μάχη. Δεύτερον, ότι θα έχει δίπλα της πολύ περισσότερους συμμάχους απ` όσους υπολογίζει, διότι πολλές εθνικές κυβερνήσεις δεν θέλουν να δημιουργηθεί τέτοιο προηγούμενο επιβολής αφηρημένων αρχών, επί του εθνικού Συντάγματος. Διότι κάτι τέτοιο απειλεί και τις ίδιες αύριο...
Το πιο σημαντικό: ο εθνοκεντρισμός δεν αποτελεί "άρνηση" την Ευρώπης. Αποτελεί, αντίθετα, μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση του ευρωπαϊκού οράματος: Όπου τα εθνικά κράτη θυσιάζουν εθνικές εξουσίες, για να επιτύχουν μεγαλύτερες συνέργιες, εξυπηρετώντας ταυτόχρονα και το εθνικό και το ευρωπαϊκό συμφέρον. Κι όταν χρειάζεται, συγκρούονται με την ευρω-γραφειοκρατία, που υπονομεύει και το ευρωπαϊκό συμφέρον και τα εθνικά συμφέροντα των κρατών - μελών.
Η αναβίωση του εθνοκεντρισμού στην Ευρώπη και η υπόθεση του "βασικού μετόχου" στην Ελλάδα, απειλούν μόνο τα ακραία ιδεολογήματα της ελληνικής ελίτ. Τα οποία απεχθάνονται τις εθνικές ταυτότητες, τα εθνικά κράτη και τα εθνικά συμφέροντα - αλλά έχουν ήδη ηττηθεί. Δεν είναι "σύγχρονα" ούτε "προοδευτικά". Γιατί προστατεύουν τις ολιγοπωλιακές καταστάσεις και τη δεσπόζουσα θέση επιχειρηματικών κολοσσών, εμποδίζοντας την οικονομική ανάπτυξη. Και δεν είναι καν ευρωπαϊκά. Γιατί η Ευρώπη είναι η πατρίδα των εθνικών κρατών.
Τα ιδεολογήματα αυτά είναι καιρός να ενταφιαστούν. Γιατί όσοι ζουν μέσα στις ψευδαισθήσεις τους, πεθαίνουν εξ αιτίας τους...
















Ο ΝΕΟΣ ΠΑΠΑΣ ΚΑΙ Η ΕΥΡΩΠΗ


Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη

24η ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2005


Η εκλογή του νέου Πάπα προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις στην Ευρώπη.                                  Οι περισσότεροι στάθηκαν, επικριτικά, στο ότι είναι «συντηρητικός». Αλήθεια,                         είναι «μομφή» να είναι κανείς συντηρητικός; Γιατί άραγε; Υπάρχει κάποιος άγραφος κανόνας που υπαγορεύει ότι οι συντηρητικοί είχαν πάντα άδικο, ενώ οι προοδευτικοί είχαν πάντα δίκιο; Πολλές φορές αποδείχθηκε το ακριβώς αντίθετο. Τις περισσότερες φορές η αλήθεια βρισκόταν στη μέση ή πέρα από την εκάστοτε διάκριση «συντηρητισμού»-«προοδευτικότητας».
Μη ξεχνιόμαστε: Τις κοινωνίες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» τις υποστήριξαν φανατικά οι «προοδευτικοί» της Ευρώπης. Αποδείχθηκε ότι τα οράματά τους ήταν εφιάλτες.
Η απόρριψη του συντηρητισμού, στηρίζεται στην απλοϊκή λογική, ότι η Ιστορία προχωρά γραμμικά «προς τα μπρος» - όποιος δεν εναγκαλίζεται το καινούργιο μένει πίσω. Όμως, η αλήθεια είναι πολύ διαφορετική. Η Ιστορία δεν προχωρά γραμμικά. Προχωρά με αμφίρροπες συγκρούσεις και άλματα, με διακυμάνσεις                                           και οπισθοδρομήσεις. Διαγράφει κύκλους, συχνά επιστρέφοντας αύριο                               σε ό,τι χθες απέρριπτε. Συχνά προσκυνά ό,τι χθες αναθεμάτιζε. Αποδέχεται σήμερα                 ό,τι προχθές καταδίκαζε. Και κάθε φορά συνθέτει τα αντίθετα και τα ξεπερνά.
Οι σημερινοί «προοδευτικοί» βλέπουν την Ιστορία με τους παραμορφωτικούς φακούς του Ιδεαλισμού και της μονοδιάστατης εξέλιξης, χωρίς συγκρούσεις, χωρίς ανατροπές, χωρίς πισωγυρίσματα, χωρίς ανασυνθέσεις. Και με την αλαζονεία ότι οι ίδιοι γνωρίζουν και μονοπωλιακά εκπροσωπούν το μέλλον. Δυστυχώς οι «προοδευτικοί» μας                       έχουν χάσει κάθε επαφή με τη Διαλεκτική. Δεν καταλαβαίνουν ότι το καινούργιο                   έχει ανάγκη το παλιό - δεν υπάρχει παρά μόνο σε αντιπαράθεση μαζί του.
Η Ελευθερία χρειάζεται την Ανάγκη. Η Αμφισβήτηση προϋποθέτει την Πίστη.                         Ο Πολιτισμός εξελίχθηκε μέσα από τη συνεχή σύγκρουση ανάμεσα στην Αμφισβήτηση και την Πίστη, ανάμεσα στην ανάγκη του Ανθρώπου να πλησιάσει το Θεό                               (για να λυτρωθεί από το φόβο του Θανάτου) και να συγκρουστεί με το Θεό                             (για να κατακτήσει την Ζωή). Ότι οι ανθρώπινες κοινωνίες ισορροπούν                              ανάμεσα στον Έρωτα για τη Ζωή και την Αγωνία του Θανάτου. Ότι τα αξιακά πρότυπα και η αισθητική - όλα αυτά που ονομάζουμε Πολιτισμό - στήνονται                      πάνω σε αυτή την ευαίσθητη ισορροπία, που διαπερνά την ανθρώπινη ψυχή.                       Όταν χάσουν αυτή την ισορροπία, διαλύονται, αποσυντίθενται και εξαχρειώνονται.               Οι κοινωνίες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και το κακό τέλος τους, το βεβαιώνουν.
Με την εκλογή του Πολωνού Πάπα Ιωάννη-Παύλου Β΄, ο Καθολικισμός έπαιξε ρόλο στην ήττα του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Με την εκλογή του Γερμανού Πάπα Βενέδικτου ΙΣΤ΄, ο Καθολικισμός στρέφεται κατά της «προοδευτικής ελίτ», που κυριαρχεί                      στην Ευρώπη. Η σύγκρουση προβλέπεται εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Δεν συγκρούεται        το «σήμερα» με το «αύριο». Συγκρούονται δύο «χθες». Και θα κερδίσει όποιο εκφράσει καλύτερα τις σημερινές ανάγκες των ευρωπαϊκών κοινωνιών. Δεν συγκρούονται                     οι βεβαιότητες του δόγματος με την αμφισβήτηση. Συγκρούονται δύο δόγματα.                     Και θα κερδίσει όποιο καταφέρει να ενσωματώσει την κοινωνική αμφισβήτηση.
Για την ώρα, η αμφισβήτηση στρέφεται, όχι κατά του νέου Πάπα,                                            αλλά κατά της ευρωπαϊκής ελίτ και του δικού της «Συμβόλου της Πίστεως»                                 - του Ευρωσυντάγματος. Όλοι αυτοί που το αμφισβητούν (στη Γαλλία, την Ολλανδία και τη Βρετανία) δεν έχουν πάντα δίκιο. Αλλά ποιος είπε ότι η αμφισβήτηση έχει πάντα δίκιο; Από τη σύγκρουση ανάμεσα στον άτεγκτο Καθολικισμό και την αλαζονεία                      της ευρωπαϊκής «προοδευτικής» ελίτ, θα προκύψει μια άλλη Ευρώπη. Τελικά                             και οι δύο πόλοι αυτής της αντιπαράθεσης είναι αναπόσπαστα κομμάτια                               της Ευρωπαϊκής παράδοσης. Που μέσα από τη σύγκρουσή τους μπορούν                              να μετασχηματιστούν: Προς μια Ευρώπη Χριστιανική, χωρίς τις αγκυλώσεις                           του Καθολικισμού, μια Ευρώπη σύγχρονη, δημοκρατική και ανταγωνιστική,                        χωρίς τις εμμονές και τους δογματισμούς της «προοδευτικής» ελίτ. Μια Ευρώπη αληθινά Ενωμένη, διότι θα έχει μάθει αυτό που η «προοδευτική» ελίτ της σήμερα αγνοεί:                      να ισορροπεί και να συνθέτει τα αντίθετα στοιχεία της παράδοσής της.                                   Όχι να ταλαντεύεται καταστροφικά από το ένα άκρο στο άλλο. Η Ορθοδοξία,                        θα μπορούσε να αποτελέσει τον «καταλύτη» αυτής της σύνθεσης. Κρίμα που είναι σήμερα τόσο τραγικά αποδυναμωμένη.





















ΑΠΟ ΤΗΝ «ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ» ΣΤΗΝ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ…

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
7 ΜΑΪΟΥ 2005
Πριν ένα χρόνο κάποιοι προειδοποιούσαν τους Ελληνοκυπρίους ότι, αν δεν υπερψήφιζαν το Σχέδιο Ανάν θα έχαναν την «τελευταία ευκαιρία» επίλυσης του Κυπριακού. Οι Ελληνοκύπριοι το καταψήφισαν πανηγυρικά, και σήμερα, οι ίδιοι που τους προειδοποιούσαν πέρσι να μη χάσουν την «τελευταία ευκαιρία», τους καλούν και πάλι να μη χάσουν την…ακόμα πιο «τελευταία ευκαιρία»: να λύσουν το Κυπριακό - με βάση το Σχέδιο Ανάν πάντα.
Μόνο που αυτή τη φορά κάνουν κάποιες «αβαρίες»: Όχι, δεν θα υπάρχει αναγκαστική επιδιαιτησία, όπως πέρσι. Δεν θα υπάρχουν ασφυκτικές προθεσμίες όπως πέρσι. Αυτή τη φορά θα δοθούν εγγυήσεις στους Ελληνοκυπρίους, που δεν είχαν δοθεί πέρσι. Και, ασφαλώς, θα ληφθούν υπ’ όψιν κάποιες αιτιάσεις των Ελληνοκυπρίων, που πέρσι είχαν αγνοηθεί. Με άλλα λόγια, η νέα «τελευταία ευκαιρία» θα είναι πολύ ευνοϊκότερη για τους Ελληνοκυπρίους από την…περσινή «τελευταία ευκαιρία»!
Θυμάστε ακόμα, που μας απειλούσαν, ότι αν δεν δεχόμασταν το Σχέδιο Ανάν η κατεχόμενη βόρεια Κύπρος θα μετεξελισσόταν σε «μεσογειακή Ταϊβάν», δηλαδή θα γνώριζε τεράστια ανάπτυξη, επισκιάζοντας την ελεύθερη νότια Κύπρο;
Όσοι παπαγάλιζαν αυτές της περί Ταϊβάν ανοησίες, προφανώς δεν γνώριζαν την ιστορία της Ταϊβάν, ούτε καν που βρίσκεται στο χάρτη. Αλλιώς, θα είχαν πληροφορηθεί ότι η Ταϊβάν κάποτε διεκδικούσε θέση Μόνιμου Αντιπροσώπου στο Συμβούλιο Ασφαλείας εκπροσωπώντας ολόκληρη την Κίνα, ότι ως έκταση είναι έξη φορές όσο ολόκληρη η Κύπρος και δεκαπέντε φορές όσο το κατεχόμενο βόρειο τμήμα, ότι ως πληθυσμός είναι πάνω από δύο φορές ο πληθυσμός ολόκληρης της Ελλάδας, 25 φορές ο πληθυσμός ολόκληρης της Κύπρου και 150 φορές ο τουρκοκυπριακός πληθυσμός! Προφανώς δεν γνώριζαν ότι η Ταϊβάν είναι μια από τις μεγαλύτερες εμπορικές και επενδυτικές δυνάμεις διεθνώς κι ότι τη στηρίζει, επί δεκαετίες, το πανίσχυρο ασιατικό λόμπι της δυτικής ακτής των ΗΠΑ, πολύ ισχυρότερο σε ψήφους και επενδυτική δύναμη από το εβραϊκό λόμπι στην Αμερική.
Σήμερα, συζητείται νέα πρωτοβουλία για το Κυπριακό, βάσει του Σχεδίου Ανάν. Όμως, η Κύπρος είναι ήδη πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επομένως μπορεί να απορρίπτει ο,τιδήποτε έρχεται σε σύγκρουση με το κοινοτικό κεκτημένο. Αλλά το Σχέδιο Ανάν έρχεται ΟΛΟΚΛΗΡΟ σε σύγκρουση με το κοινοτικό κεκτημένο. Εξ ου και η «πρεμούρα» να το αποδεχθούν οι Ελληνοκύπριοι πέρσι - ΠΡΙΝ ενταχθούν επισήμως στην Ένωση…
Από την ώρα που εντάχθηκαν, οι σοβαρές παραβιάσεις του κοινοτικού κεκτημένου – δηλαδή η ουσία του Σχεδίου Ανάν - δεν μπορούν να γίνουν δεκτές. Μια νέα διαπραγμάτευση «βάσει του Σχεδίου Ανάν» σήμερα, θα αφορά ευθέως αυτό που απαγόρευε πέρσι: την ουσιώδη τροποποίηση του Σχεδίου Ανάν, με κύριο σημείο αναφοράς το κοινοτικό κεκτημένο.
Πέρσι δεν ήταν η «τελευταία ευκαιρία», για την επανένωση της Κύπρου: Δεν ήταν «τελευταία», αφού μετά την απόρριψή του μας προσφέρεται νέα, πολύ ευνοϊκότερη. Δεν ήταν καν «ευκαιρία» επίλυσης του Κυπριακού. Ήταν ευκαιρία διάλυσης της Κύπρου.
Αλλά η Κυπριακή Δημοκρατία αρνήθηκε να αυτοδιαλυθεί. Και σήμερα μπορεί να διαπραγματευθεί την επανένωσή της από θέση ισχύος – ως πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης πλέον. Και μπορεί να διαπραγματεύεται χωρίς εκβιασμούς και χωρίς την πίεση του χρόνου. Μέχρι να υπάρξει αληθινή ευκαιρία για την επανένωσή της: όταν η Τουρκία θα έχει αποδυναμωθεί εσωτερικά και εξωτερικά, ο στρατός κατοχής δεν θα ελέγχει πια τους Τουρκοκύπριους (όπως ο σοβιετικός στρατός κατοχής δεν μπορούσε, το 1989, να ελέγξει τους ανατολικογερμανούς) και οι Τουρκοκύπριοι θα προσχωρήσουν οικειοθελώς στην Κυπριακή Δημοκρατία, ως αυτοδιοικούμενη μειονότητα, χωρίς εκτρωματικά καθεστωτικά κατασκευάσματα. Όπως ακριβώς οι ανατολικογερμανοί προσχώρησαν οικειοθελώς στην φιλελεύθερη κοινωνία της Δυτικής Γερμανίας.
Το «γερμανικό μοντέλο» επανένωσης μας ταιριάζει πολύ περισσότερο από το «μοντέλο της Ταϊβάν».
Αυτή θα είναι η πρώτη και μοναδική ευκαιρία επίλυσης του Κυπριακού, κι αξίζει να την περιμένουμε. Απορρίπτοντας ευσχήμως ή παρακάμπτοντας τεχνηέντως όλες τις… «τελευταίες ευκαιρίες» που θα μας προκύψουν στο μεταξύ.


ΤΟ «ΝΑΙ», ΤΟ «ΟΧΙ» ΚΑΙ ΤΟ «ΜΕΤΑ»…

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
11 ΜΑΪΟΥ 2005

Η σύγχρονη δημοκρατία στηρίζεται στη θεμελιώδη αρχή της διάκρισης των εξουσιών: Της Νομοθετικής, της Εκτελεστικής και της Δικαστικής εξουσίας. Με άλλα λόγια, άλλος θέτει τους κανόνες της διακυβέρνησης (νομοθετεί), άλλος ασκεί τη διακυβέρνησης (κυβερνά), άλλος διασφαλίζει τη νομιμότητα της διακυβέρνησης (αποδίδει δικαιοσύνη).
Αυτή η διάκριση, ωστόσο, δεν είναι στατική ούτε απόλυτη – είναι δυναμική και σχετική. Είναι τόσο «ισχυρή» όσο να εξασφαλίζει ότι δεν μπορεί μια παράταξη να διαιωνίζει την εξουσία της, αφαιρώντας τη δυνατότητα στη μειοψηφία να γίνει πλειοψηφία. Ταυτόχρονα, η διάκριση εξουσιών είναι τόσο «ασθενής» (ή σχετική), ώστε να εξασφαλίζεται η συμπληρωματικότητά τους και η ενοποίηση της διακυβέρνησης - ώστε να μην υπονομεύει η μια εξουσία την άλλη.
Αυτή τη λεπτή ισορροπία, ανάμεσα στη διάκριση των εξουσιών και την συμπληρωματικότητά τους, είναι ουσιώδες γνώρισμα της δημοκρατίας. Για την ακρίβεια, ζωτική λειτουργία της δημοκρατίας είναι η συνεχής αναζήτηση δυναμικής ισορροπίας:
-- Ανάμεσα σε διαφορετικές (διαχωρισμένες) εξουσίες, τόσο διακριτές ώστε να μην έχει κανείς μόνιμη κυριαρχία και τόσο συμπληρωματικές ώστε να παράγεται έργο.
-- Ανάμεσα σε διαφορετικά κοινωνικά συμφέροντα, που το καθένα μπορεί να επιβιώσει κόντρα σε όλα τα άλλα, αλλά κανένα δεν μπορεί μόνιμα να κυριαρχεί σε όλα τα υπόλοιπα.
-- Ανάμεσα στην ανάγκη του πολιτικού συστήματος να εκπροσωπεί όσο γίνεται ευρύτερο φάσμα απόψεων και δυνάμεων και την ανάγκη να παράγει κυβερνητική σταθερότητα και συνέχεια.
-- Ανάμεσα στη ανάγκη για συνεχείς αλλαγές (ώστε να παρακολουθεί η κοινωνία τις εξελίξεις) και πολιτική σταθερότητα (ώστε να μπορεί να κυβερνηθεί και να παράγει έργο).
Η σύγχρονη δημοκρατία προχωρά πάνω σε αυτές τις πολλαπλές λεπτές ισορροπίες, στο βαθμό που έχει μηχανισμούς για να τις αποκαθιστά συνεχώς, να διορθώνει τα λάθη της, να μαθαίνει από τα σφάλματά της, να αποφεύγει έγκαιρα τον εγκλωβισμό σε «ακραίες καταστάσεις»…
Κάθε δημοκρατία ανακάλυψε μέσα από μακρύ και βασανιστικό δρόμο το πολιτικό σύστημα που εξασφαλίζει αυτές της ισορροπίες μακροχρόνια, αλλά και διαμόρφωσε την πολιτική κουλτούρα, που της επιτρέπει να κινείται με άνεση πάνω τους.
Το πρόβλημα τίθεται από τη στιγμή που διαφορετικές εθνικές κοινωνίες, με λίγο ως πολύ εδραιωμένα δημοκρατικά καθεστώτα η καθεμία, προσπαθούν να δημιουργήσουν ενιαία δημοκρατική βάση και ενιαία δημοκρατική κουλτούρα (κοινά αξιακά πρότυπα και κοινά δημοκρατικά ανακλαστικά), χωρίς να έχουν κοινές εμπειρίες ή κοινή ταυτότητα. Πολλές φορές, κουβαλώντας αμοιβαίες προκαταλήψεις, ή καχυποψίες, αλλά και ανταγωνισμούς συμφερόντων μεταξύ τους.
Αυτό ακριβώς είναι και το «στοίχημα» της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης σήμερα. Αυτό που διαφορετικές εθνικές δημοκρατίες πέτυχαν μέσα από δεκαετίες (ή και αιώνες) πειραματισμών, για τον εαυτό της η καθεμία, δεν είναι εύκολο όλες μαζί να το επιτύχουν μέσα σε λίγα μόνο χρόνια. Κι εδώ θα υπάρξουν σφάλματα και κενά και πισωγυρίσματα…
Ας δούμε μερικά τέτοια παραδείγματα «αρρυθμιών» στην Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση, ξεκινώντας από την περίπτωση του Ευρωσυντάγματος που βρίσκεται σήμερα στην επικαιρότητα:

Στρεβλώσεις και ανατροπές ισορροπιών.

Βάσει της Ενοποιημένης Συνθήκης, της Συνθήκης της Νίκαιας, αλλά και της νέας Συνταγματικής Συνθήκης, τις αποφάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση τις λαμβάνει το Συμβούλιο υπουργών (ή το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής) βάσει εισηγήσεων της Κομμισσιόν. Το Ευρωκοινοβούλιο μπορεί, τις περισσότερες φορές, να γνωμοδοτεί, ενώ σε πολλές περιπτώσεις πρέπει να συμφωνεί (συν-απόφαση).
Ήδη μπορούμε να επισημάνουμε μια σειρά από αντιφάσεις:
* Πρώτον, οι αποφάσεις που λαμβάνονται σε Κοινοτικό επίπεδο είναι Νομοθετικού χαρακτήρα - όχι Εκτελεστικές. Τη διακυβέρνηση εξακολουθούν να την ασκούν οι εθνικές κυβερνήσεις των κρατών μελών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση κυρίως νομοθετεί. Η κατανομή του Κοινοτικού Προϋπολογισμού είναι, ουσιαστικά, η μόνη εκτελεστική αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που αφορά, όμως, μόνο το 1% του ΑΕΠ (με τάσεις μείωσης), έναντι του 20% και πλέον που απορροφά ο αντίστοιχος Ομοσπονδιακός Προϋπολογισμός στις ΗΠΑ.
Οι νομοθετικές εξουσίες μετακινούνται βαθμιαία εκτός εθνικών κρατών, ενώ οι εκτελεστικές παραμένουν στα εθνικά κράτη, πράγμα που ανατρέπει τις συνθήκες εξισορρόπησής τους, και την ακυρώνει τη συμπληρωματικότητα ανάμεσά τους.
Τέτοιο πρόβλημα έχει προκύψει με την υπόθεση του «βασικού μετόχου»: Η Ελλάδα δεν μπορεί να νομοθετήσει για να επιβάλει συνθήκες διαφάνειας στα δημόσια έργα και στα εγχώρια ΜΜΕ, διότι αντίστοιχο πρόβλημα δεν υπάρχει, με τέτοια μορφή, στην υπόλοιπη Ευρώπη, που «απαγορεύει» στην Ελλάδα να λύσει το δικό της πρόβλημα και της δημιουργεί πρόβλημα διακυβέρνησης. Διότι η διαπλοκή παραλύει τη διακυβέρνηση…
* Δεύτερον, τις νομοθετικού χαρακτήρα αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης τις παίρνει το Ευρωπαϊκού Συμβούλιο, που αποτελείται από εκπροσώπους των κυβερνήσεων των εθνικών κρατών, δηλαδή από εκπροσώπους των εθνικών Εκτελεστικών εξουσιών. Ουσιαστικά οι εθνικές Εκτελεστικές εξουσίες αποτελούν την ευρωπαϊκή Νομοθετική εξουσία! Κι αυτό αποτελεί ήδη μια στρέβλωση στην αρχή της διάκρισης των εξουσιών.
Τέτοιο πρόβλημα έχει προκύψει με την «υπεροχή» του Κοινοτικού Δικαίου, έναντι των εθνικού Δικαίου. Στην παραγωγή του εθνικού δικαίου ισχύει η διάκριση των εξουσιών. Στην παραγωγή του Κοινοτικού Δικαίου έχει καταργηθεί η διάκριση των εξουσιών. Έτσι το εθνικό Δίκαιο υπάγεται σε «υπέρτερο Δίκαιο», που το διαμορφώνουν εκπρόσωποι της εκτελεστικής εξουσίας. Η νομοθετική εξουσία μέσα σε κάθε εθνική δημοκρατία υποτάσσεται σε διευρωπαϊκούς συμβιβασμούς των εκτελεστικών εξουσιών.
Ακόμα χειρότερα: κάθε εθνικό Σύνταγμα υποτάσσεται στο «υπέρτερο» κοινοτικό Δίκαιο, που είναι προϊόν αποφάσεων των εκτελεστικών εξουσιών. Και οι οποίες μπορούν να αλλάξουν στο μέλλον (όπως άλλαξε, όπως θα δούμε, το Σύμφωνο Σταθερότητας, μόλις πρόσφατα). Έτσι κάθε εθνική κοινωνία έχει δύο πρωτογενή δίκαια: το Σύνταγμά της, που είναι λίγο πολύ σταθερό και αλλάζει δύσκολα, με συγκεκριμένες διαδικασίες και το Κοινοτικό Δίκαιο, που είναι προϊόν εφήμερων διακυβερνητικών συσχετισμών και μπορεί να αλλάξει οποτεδήποτε. Αλλά πολλά και αντικρουόμενα «πρωτογενή Δίκαια», οδηγούν σε…κανένα πρωτογενές Δίκαιο και κυοφορούν ταυτόχρονα αντιφατική πολυνομία, δηλαδή ανομία.
Ήδη μέχρί τώρα είδαμε ότι και η αρχή της διάκρισης των εξουσιών και η ανάγκη εξισορρόπησης των διακριτών εξουσιών μεταξύ τους έχουν στρεβλωθεί μέσα από το υφιστάμενο θεσμικό καθεστώς της Ευρώπης. Και τις στρεβλώσεις αυτές δεν τις «θεραπεύει» - μάλλον τις επιτείνει - το Ευρωσύνταγμα…
* Τρίτον, το Ευρωκοινοβούλιο, δεν έχει νομοθετική εξουσία. Δεν παίρνει τις αποφάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση – αυτές τις παίρνει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπως είδαμε. Το Ευρωκοινοβούλιο δεν έχει ούτε εισηγητικό ρόλο. Το ρόλο αυτό τον ασκεί αποκλειστικά - και σχεδόν ανεξέλεγκτα - η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το Ευρωκοινοβούλιο έχει απλώς δικαίωμα να συν-αποφασίζει, δηλαδή να επικυρώνει, αποφάσεις που λαμβάνονται από το Συμβούλιο. Είναι προφανές ότι, αν καταφέρουν 25 κυβερνήσεις να συμφωνήσουν με κάποιο τρόπο, είναι πολύ δύσκολο να μην επικυρώσει το Ευρωκοινοβούλιο, όπου υπάρχει τεράστιος κατακερματισμός δυνάμεων, σε κομματική, εθνική, περιφερειακή και ιδεολογική βάση.

Δημοκρατικά ελλείμματα…

* Τέταρτον, η σημαντικότατη εξουσία της νομισματικής πολιτικής (που αφορά την ανάπτυξη της οικονομίας, τις εσωτερικές της ισορροπίες, την ανεργία, των πληθωρισμό, την ανταγωνιστικότητα κλπ.) έχει εκχωρηθεί στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία δεν είναι απλώς «αυτόνομη» (όπως η αντίστοιχη Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ) - είναι πλήρως ανεξάρτητη.
Έτσι μπορεί όλες οι κυβερνήσεις, το Συμβούλιο, η Επιτροπή και το Ευρωκοινοβούλιο να επιθυμούν μείωση των ευρω-επιτοκίων και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να τα κρατάει στάσιμα ή και να τα αυξάνει. Μπορεί όλες οι ευρωπαϊκές κοινωνίες να αντιμετωπίζουν στασιμότητα και ανεργία, και η Κεντρική Τράπεζα να προσπαθεί να μειώσει τον πληθωρισμό (πού είναι ήδη χαμηλός) προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερη ανεργία (που είναι ήδη πολύ υψηλή και απειλεί την σταθερότητα και τη συνοχή των ευρωπαϊκών κοινωνικών).
Δεν υπάρχει καμία θεσμική ή πολιτική εξισορρόπηση της ισχυρότατης εξουσίας που έχει δοθεί στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Κι αυτό αποτελεί σοβαρότατο έλλειμμα δημοκρατίας. Οι λεπτές ισορροπίες έχουν καταργηθεί.
* Πέμπτον, η άλλη σημαντική εξουσία, της δημοσιονομικής πολιτικής (προσδιορισμός του ύψους των δημοσίων εσόδων, του ύψους των δαπανών, άρα και του ελλείμματος και της εξέλιξης του χρέους) διατηρείται σε χέρια των εθνικών κυβερνήσεων, αλλά έχει αποδυναμωθεί αισθητά, λόγω του Συμφώνου Σταθερότητας. Το οποίο επιβάλει ελλείμματα όχι μεγαλύτερα του 3% του ΑΕΠ κάθε χρόνο και συνεχή μείωση του χρέους.
Η έμφαση δίνεται στο συγκυριακό περιορισμό του ελλείμματος (ως ποσοστού του ΑΕΠ), όχι στο μακροχρόνιο περιορισμό των δημοσίων δαπανών. Κι αυτό αποτελεί κολοσσιαίο σφάλμα. Καθώς οι εθνικές κυβερνήσεις είναι υποχρεωμένες να μειώνουν το έλλειμμα, αναγκάζονται και αυξάνουν τις δαπάνες τη χειρότερη δυνατή στιγμή – όταν εμφανίζεται ύφεση. Προκαλώντας χειρότερη ύφεση και μεγαλύτερα ελλείμματα….
Για να το πούμε διαφορετικά, δεν μπορούν οι εθνικές κυβερνήσεις να ξοδεύουν περισσότερα σε περιόδους ύφεσης (προκειμένου να υποκινήσουν την ανάπτυξη). Παγιδευμένες σε χρόνια ύφεση δεν έχουν τη δυνατότητα να μειώσουν μακροχρόνια τις δημόσιες δαπάνες τους, για να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα τους.
Όχι τυχαία, λοιπόν, από τον καιρό που υιοθετήθηκε το ευρώ συνέβη το αντίθετο εκείνου που προσδοκούσαν όλοι: οι οικονομίες της ευρωζώνης καθηλώθηκαν στην ύφεση και η ανταγωνιστικότητά τους υποχωρεί συνεχώς.
Οι εθνικές κυβερνήσεις έχουν χάσει και τη δυνατότητα προσαρμογής στις διακυμάνσεις του οικονομικού κύκλου και τις δυνατότητες μακροχρόνιας αναπτυξιακής πολιτικής. Αυτή η απώλεια εξουσίας από την πλευρά των εθνικών κυβερνήσεων δεν μετατέθηκε κάπου άλλου - απλά αποτέλεσε απώλεια ελέγχου πάνω στην οικονομία συνολικά. Κι αυτό είναι ένα ακόμα στοιχείο δημοκρατικού ελλείμματος και ανατροπής των λεπτών ισορροπιών της δημοκρατίας.
* Έκτον, μόλις τον περασμένο Μάρτιο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής αποφάσισε να χαλαρώσει το Σύμφωνο Σταθερότητας, παρά τις σφοδρές αντιρρήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Η χαλάρωση αυτή φτάνει στα όρια της ουσιαστικής κατάργησής του.
Αλλά προκύπτουν νέα προβλήματα: Επειδή «χαλαρώνει» η δημοσιονομική πειθαρχία, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απειλεί να επιβάλει αυστηρότερη νομισματική πειθαρχία. Δηλαδή, διαγράφεται ο κίνδυνος να προκύψει δημοσιονομική «χαλάρωση», με ταυτόχρονο «σφίξιμο» της νομισματικής πολιτικής.
Αυτή η ασυνεννοησία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των εθνικών κυβερνήσεων, που δεν μπορεί να γεφυρωθεί από κάποια ενδιάμεσο όργανο εξισορρόπησης μεταξύ τους (γιατί έχουν ανατραπεί οι λεπτές ισορροπίες), κινδυνεύει να δημιουργήσει, ταυτόχρονα, περισσότερο πληθωρισμό και μεγαλύτερη ύφεση.
Με άλλα λόγια κινδυνεύει να δημιουργήσει χρόνιο στασιμοπληθωρισμό. Αν συμβεί αυτό, θα είναι, πιθανότατα, το τέλος της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως την ξέρουμε.

Οι βάρκες και η «Κιβωτός»…

Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες έζησαν τον στασιμοπληθωρισμό στη δεκαετία του ’70, σε συνθήκες δύο αλλεπάλληλων πετρελαϊκών σοκ κι όταν η παγκόσμια οικονομία δοκιμαζόταν από ταυτόχρονο υψηλό πληθωρισμό και παρατεταμένη ύφεσης. Παρ’ όλα αυτά κατάφεραν σύντομα και το ξεπέρασαν. Πώς να δικαιολογήσουν ότι επέστρεψαν στο στασιμοπληθωρισμό, όταν όλος ο υπόλοιπος κόσμος δεν έχει τέτοια προβλήματα πλέον; Πώς να εξηγήσουν ότι το παγκόσμιο πρόβλημα που ξεπέρασαν η καθεμία μόνη της, το…επέβαλαν στον εαυτό τους όταν ενοποιήθηκαν;
Γενικά το Ευρωσύνταγμα (αλλά και οι υφιστάμενες ρυθμίσεις για τη λειτουργία του ευρώ) δεν αποτελούν τη «καλύτερη δυνατή λύση». Αποτελούν κακή λύση. Αποτελούν μη λειτουργικό σχήμα.
Όταν ένα πανευρωπαϊκό «μοντέλο» Πολιτικής Ολοκλήρωσης δημιουργεί σοβαρά ελλείμματα δημοκρατίας (που δεν υπάρχουν στα εθνικά δημοκρατικά συστήματα), ανατροπές λεπτών ισορροπιών (που διατηρούνται μέσα στις εθνικές δημοκρατίες) και χρόνιας οικονομικής κρίσης (που οι εθνικές οικονομίες έχουν την προσαρμοστικότητα να την ξεπεράσουν), τότε είναι ένα σχήμα που δεν λειτουργεί.
Κι αν ένα σχήμα δεν λειτουργεί, λίγο ενδιαφέρει αν είναι το «καλύτερο δυνατό που μπορούσαμε να συμφωνήσουμε». Διότι το καλύτερο δυνατό είναι αυτό που δεν χρειάζεται να συμφωνήσουμε, αυτό που ήδη είχαμε, ο καθένας από μόνος του…
Όταν πολλοί άνθρωποι, μοιρασμένοι σε μεγάλες και μικρές βάρκες, συζητούν να φτιάξουν μια μεγάλη «Κιβωτό» και να επιβιβαστούν όλοι μέσα, το κάνουν για να επιτύχουν μεγαλύτερη ασφάλεια και ταχύτητα στο ταξίδι τους. Αν η «Κιβωτός» που φτιάχνουν «μπάζει νερά» εξ αρχής ή «μπατάρει μόνιμα», τότε δεν έχουν λόγο να παραμείνουν στην «καλύτερη δυνατή Κιβωτό» που μπορούν να φτιάξουν από κοινού. Είναι προτιμότερο να επιβιβαστούν πίσω στις βάρκες τους και να συνεχίσουν όπως πριν.
Η παρατήρηση αυτή ΔΕΝ σημαίνει ότι «τελείωσε» η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση ή ότι «απέτυχε» η Ενωμένη Ευρώπη. Η ανάγκη συνεχούς αναζήτησης συνεργιών και σύγκλισης των ευρωπαϊκών κοινωνιών δεν αναστέλλεται από μια αποτυχημένη προσπάθεια. Άλλωστε και η ίδια η δημοκρατία εδραιώθηκε μέσα στις ευρωπαϊκές κοινωνίες, μετά από πολλές αποτυχημένες προσπάθειες, μετά από πολλές κρίσεις, επαναστάσεις, αναστατώσεις και πολέμους ακόμα.
Απλώς, υπογραμμίζουμε ότι τα προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης δεν εξαρτώνται άμεσα με την υπερψήφιση ή την καταψήφιση του Ευρωπαϊκού Συντάγματος στο δημοψήφισμα της 29ης Μαϊου. Τα προβλήματα είναι πολύ βαθύτερα και μονιμότερα…
Αν κερδίσει το ΌΧΙ, απλώς θα βγουν στην επιφάνεια άμεσα. Αν κερδίσει το ΝΑΙ, τότε θα συνεχίσουν να συσσωρεύονται, μέχρι να έλθουν στην επιφάνεια αργότερα, ίσως με πιο εκρηκτικό τρόπο. Σε κάθε περίπτωση, όποιος πραγματικά ενδιαφέρεται για την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση δεν προσπαθεί να τα «κουκουλώσει» σήμερα όπως-όπως, επιδιώκει να τα κατανοήσει και να τα αντιμετωπίσει.
Το πρόβλημα δεν είναι να περάσει σήμερα το ΝΑΙ ή το ΌΧΙ. Το πρόβλημα είναι πως είτε περάσει το ΝΑΙ είτε περάσει το ΟΧΙ, το μοντέλο που έχουμε υιοθετήσει δεν περπατά και πρέπει να το αλλάξουμε. Όσο συντομότερα τόσο το καλύτερο…




































ΜΕΣΑΙΟΣ ΧΩΡΟΣ ΚΑΙ ΑΣΥΛΟ ΑΚΡΑΙΩΝ…


Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη

16η ΜΑΪΟΥ 2005

Αλήθεια, τι ακριβώς είναι το «Πανεπιστημιακό άσυλο»; Ένα «κατάλοιπο                      παρωχημένης εποχής», που δεν στέκει πολιτικά, δεν στέκει λογικά, δεν εξυπηρετεί τίποτε, δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο, που αποτελεί εστία παρανομίας                              και παράγοντα ανωμαλίας. Όλοι το γνωρίζουν, κι όμως, ουδείς τολμά να το αγγίξει                  – είναι θρησκευτικό «ταμπού», μέτρο υπανάπτυξης της κοινωνίας μας,                                μέτρο παραλυσίας της δημοκρατίας μας, μέτρο αναπηρίας της πολιτικής μας ελίτ.

* Δεν στέκει πολιτικά, διότι θεσπίστηκε σε εποχές αυταρχισμού, όταν υπήρχε ποινικοποίηση απόψεων μέσα στην κοινωνία. Κι έτσι τα Πανεπιστήμια είχαν ανάγκη ένα χώρο ευρύτερης ανοχής στην έκφραση απόψεων. Σήμερα, που καθένας μπορεί                   να υποστηρίξει ό,τι θέλει, όπου θέλει, τι νόημα έχει το «άσυλο»;

* Ούτε λογικά στέκει: Δεν περιφρουρεί χώρο ελευθερίας ιδεών από την αστυνόμευση              της σκέψης. Δημιουργεί μια νησίδα μέσα στην πόλη, όπου καταλύεται                                    κάθε αστυνόμευση. Κι όπου απουσιάζει η αστυνόμευση δεν ανθεί η Ελευθερία                        ούτε η Δημοκρατία - ανθεί η παρανομία.

* Το άσυλο είναι πλέον χώρος παρανομίας: Προωθείται η πρέζα, ενδημούν                             οι βανδαλισμοί, δρουν ελεύθερα συμμορίες εκβιαστών που εισπράττουν «προστασία»                  για να ΜΗΝ καίνε γειτονικά μαγαζιά, μετά από κάθε πάρτι στους πανεπιστημιακούς περιβόλους. Ρωτήστε τους καταστηματάρχες (όσους έχουν απομείνει) στην Στουρνάρα, στην Πατησίων, στην Πειραιώς…

* Πόσο «ιερό» είναι το άσυλο, όταν αποτελεί χώρο ασυλίας, για ομάδες                                  που βανδαλίζουν τις περιουσίες περιοίκων; Εκατοντάδες καταστηματάρχες – μικροί                και μεσαίοι – έχουν δει, όλα αυτά τα χρόνια, τις περιουσίες τους να καταστρέφονται ξανά και ξανά και ξανά. Ποιος θα τους εκπροσωπήσει; Τα δικαιώματά τους                        ποιός θα τα προστατέψει; Η δημοκρατία μας προφανώς δεν τους «χωράει»…
Τους βανδάλους, που παριστάνουν τα «επαναστατημένα παιδιά», τους σέβονται, συνομιλούν μαζί τους, ενίοτε τους «μαλώνουν» με τρυφερότητα - αλλά ποτέ                             δεν τους τιμωρούν. Αντίθετα, τα ανυποψίαστα θύματα τους, όσους είδαν τόσες φορές τους κόπους μιας ζωής να καταστρέφονται, ουδείς τους συμπαραστάθηκε,                            ουδείς τους υποστήριξε, ουδείς τους προστάτεψε. Η δημοκρατία μας «ανταμείβει»                 όσους φοράνε μάσκες, κρατάνε λοστούς και πετάνε μολότοφ. Αντίθετα, τιμωρεί                  όσους πασχίζουν με ένα μαγαζί ή ένα περίπτερο να βγάλουν μεροκάματο.                            
Αυτό είναι το «άσυλο» σήμερα: Σύμβολο ηρωοποίησης του περιθωρίου και συντριβής          της μεσαίας τάξης. Το άσυλο συμβολίζει τον εξανδραποδισμό του μεσαίου χώρου                της κοινωνίας από την αχαλίνωτη ακρότητα…

* Το πανεπιστημιακό άσυλο απειλεί την ίδια την πανεπιστημιακή κοινότητα                                   – δεν την προστατεύει. Όταν η Σύγκλητος αναγκάζεται να συνεδριάσει εκτός περιβόλου του Πολυτεχνείου, διότι οι έγκλειστοι αναρχικοί της απαγορεύουν την είσοδο                                   - το άσυλο έχει καταλυθεί. Όταν καίνε έργα Τέχνης, όταν καταστρέφουν τερματικά υπολογιστών με διδακτορικές διατριβές και ερευνητικές προσπάθειες ετών,                                 και συζητάμε ακόμα για «άσυλο», πάει να πει ότι είμαστε ανυπόφορα ανόητοι                         και αθεράπευτα άρρωστοι ως κοινωνία… Θέλετε να αναβαθμίσετε τα Πανεπιστήμια, θέλετε να μετακαλέσετε σοβαρούς καθηγητές από τη Διασπορά, θέλετε να προάγετε                 την έρευνα, θέλετε να κρατήσετε αξιόλογους φοιτητές από την «απορρόφηση εγκεφάλων» στο εξωτερικό, θέλετε να αξιοποιήσετε το μεγαλύτερο κεφάλαιο του τόπου - το πνευματικό - ξέρετε από πού να ξεκινήσετε: Καταργήστε το άσυλο. Άλλωστε,                   τέτοιο έκτρωμα δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο… Γκρεμίστε τα είδωλα                              μιας παρωχημένης εποχής, σαρώστε τα κυκλώματα που τα υποστηρίζουν                             από ιδιοτέλεια ή τα ανέχονται από φόβο. Ακραίοι δεν είναι όσοι θέλουν να εξυγιανθεί               ο χώρος της Παιδείας, αλλά όσοι υποστηρίζουν τους κουκουλοφόρους                                        με τους λοστούς, όσοι υπερασπίζονται τους βανδάλους με τις μολότοφ.
Αν η Κυβέρνηση θέλει να εκπροσωπήσει τους Ελληνες, πρέπει να απελευθερώσει                     την κοινωνία από την τρομοκρατία των συμμοριών, από την αυθαιρεσία των ακραίων, από τη θεσμοθετημένη ασυλία του βανδαλισμού και της απρόκλητης επιθετικότητας.                Η κοινωνία είναι έτοιμη να συσπειρωθεί γύρω από τη Κυβέρνηση, αν η ίδια τολμήσει      ό,τι δεν τόλμησαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Η ευκαιρία είναι ανεπανάληπτη: Καταργήστε το άσυλο - εδώ και τώρα!



ΥΠΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΜΟΝΙΜΗΣ ΟΜΗΡ(Ε)ΙΑΣ…


Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη

23 ΜΑΪΟΥ 2005


Ας μας επιτραπούν σήμερα κάποιες παρατηρήσεις και κάποιες ερωτήσεις,                             προς τη σεβαστή Σύγκλητο του Πολυτεχνείου και προς πάντα αρμόδιο:

* Παντού στον κόσμο, η κράτηση ανθρώπων παρά τη θέλησή τους, θεωρείται ομηρία                  – και είναι ιδιαίτερα σοβαρό αδίκημα. Η Σύγκλητος εξέδωσε ανακοίνωση αμέσως μετά τα θλιβερά γεγονότα των προηγούμενων ημερών, όπου δεν βρήκε ούτε μια λέξη                          για να καταδικάσει την ομηρία βουλευτών στο χώρο της ευθύνης της!
Βέβαια, οι ίδιοι παρασκηνιακά υποστηρίζουν ότι η ανακοίνωση αυτή ήταν μέρος                     της «συμφωνίας» με τους αναρχικούς, για να εκκενώσουν οι τελευταίοι τον περίβολο         του ιδρύματος χωρίς περαιτέρω επεισόδια. Δηλαδή ομολογούν ότι η ανακοίνωσή τους δεν εκφράζει τους ίδιους, αλλά έγινε «καθ΄ υπαγόρευσιν» των αναρχικών!
Έστω. Γιατί, τουλάχιστον, δεν βγήκαν την επομένη μέρα να τη διορθώσουν,                     εξηγώντας πώς έγιναν τα πράγματα και καταγγέλλοντας την ομηρία βουλευτών                         – που ήταν το μείζον και σοβαρό; Βεβαίως, ρητορικό είναι το ερώτημα - η απάντηση είναι προφανής. Διότι φοβόταν η Σύγκλητος ότι οι αναρχικοί θα επέστρεφαν ξανά                      και θα έκαναν εκ των υστέρων, αυτό που απεφεύχθη εξ αρχής: Θα έκαιγαν                              το Πολυτεχνείο! Οπότε, ομολογούν ήδη ότι τελούν υπό τη μόνιμη ομηρία                                 των αναρχικών. Οι οποίοι, στο εξής, δεν χρειάζεται καν να μπουν στο κόπο                             να κατεβαίνουν στο χώρο του Πολυτεχνείου. Αρκεί να τους παίρνουν στο τηλέφωνο                   και να τους απειλούν - «ερχόμαστε» - για να σπεύδει η Σύγκλητος να τους κάνει                    όλα τα χατίρια. Τέτοιο κατάντημα…

* Την επόμενη φορά που θα γίνει εκδήλωση στον περίβολο Πανεπιστημιακού Ιδρύματος και θα προσκληθούν βουλευτές ή υπουργοί να μιλήσουν, τι ακριβώς θα συμβεί;                       Θα τους αναγκάσουν να έλθουν χωρίς την προσωπική τους ασφάλεια; Αν ναι,                       τότε δε θα πάει κανείς! Ποιος είναι τόσο τρελός, ώστε να βρεθεί απροστάτευτος                         σε ένα τέτοιο «ναρκοπέδιο», όπου οι αναρχικοί κάνουν ό,τι θέλουν; Στο εξής στον χώρο του «Πανεπιστημιακού ασύλου» θα βρίσκεται μόνη η Σύγκλητος να «διαλέγεται»                        με τους αναρχικούς, όταν αυτοί οι τελευταίο ευαρεστούνται να της επιτρέπουν                       την είσοδο. Σίγουρα δεν μπορούν να είναι υπερήφανοι, αυτοί οι διαπρεπείς                            πνευματικοί μας ηγέτες.

* Τι θα γινόταν αν ο αστυνομικός (ο οποίος έβγαλε πιστόλι και πυροβόλησε                            όταν δέχθηκε απρόκλητη επίθεση και κινδύνευσε η ζωή του – κακώς βέβαια,                           αλλά δεν επιτέθηκε ο ίδιος, του επιτέθηκαν) άφηνε να τον πυρπολήσουν ζωντανό                 μέσα στο αυτοκίνητό του; Θα υποστήριζε η σεβαστή Σύγκλητος ότι «καλά να πάθει» αφού εισήλθε στο περίβολο οπλισμένος (χωρίς, όμως, να προκαλέσει κανένα);                        Τους αστυνομικούς που κάνουν το σφάλμα να εισέρχονται στο περίβολο,                           πρέπει να τους σκοτώνουμε (ή να αφήνουμε τους αναρχικούς να τους σκοτώνουν); Έχουμε παραφρονήσει τελείως;

* Δύο μέρες μετά, η ίδια ομάδα αναρχικών πυρπόλησε λεωφορείο αστυνομικών                      600 μέτρα μακριά από το χώρο του ασύλου. Οι αστυνομικοί βγήκαν να σωθούν                   από τις φλόγες. Στην προσπάθειά τους να σωθούν άφησαν αφύλαχτο μέρος                           των εξαρτήσεών τους (κράνη, ασπίδες, κλπ.), που τα άρπαξαν ως «λάφυρα»                             οι αναρχικοί και υπερήφανοι τα επιδεικνύουν σε ιστοσελίδα του διαδικτύου.
Αν ξυλοφόρτωναν τους αναρχικούς, θα τους λέγαμε «γουρούνια» κι «εγκληματίες». Όταν έτρεξαν για να σωθούν, αποφεύγοντας να εμπλακούν, τους λέμε «κότες»                       και «ανίκανους». Φαίνεται πως ό,τι κι αν κάνουν οι αστυνομικοί, πάντα θα βρίσκονται «εν αδίκω». Ερώτηση: Γιατί δεν διαλύουμε την αστυνομία να τελειώνουμε;

* Αν το βράδυ εκείνο κάποιοι αστυνομικοί δεν προλάβαιναν να βγουν από το φλεγόμενο λεωφορείο και καίγονταν ζωντανοί μέσα, ποια θα ήταν η θέση όλων αυτών                             που έχουν ανεχθεί την κατάλυση του κέντρου της Αθήνας από μια ομάδα χουλιγκάνων;
Όλα αυτά είναι πράγματα που λίγο έλειψε να συμβούν τις τελευταίες μέρες.                       Και θα μπορούσαν να συμβούν τις επόμενες. Κι αν περιμένετε πρώτα να συμβούν                       κι ύστερα να σας απασχολήσουν, τότε τι κρίμα στο λαιμό σας.
Σίγουρα κανείς μας δεν δικαιούται να είναι υπερήφανος. Μάλλον να ντρεπόμαστε πρέπει…




ΤΟ NUMBER ONE ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΜΑΣ…
Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    1 ΙΟΥΝΙΟΥ 2005


Την επιτυχία της Έλενας Παπαρίζου τη χαρήκαμε όλοι - αλλά ως εκεί. Δεν υπήρχε λόγος να μας απασχολήσει ιδιαίτερα. Όμως, όσα συνέβησαν μετά αξίζει να τα σχολιάσουμε. Γιατί αποκαλύπτουν ένα σοβαρό πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας, ίσως το «νούμερο ένα» πρόβλημα σήμερα - τελείως άσχετο με το number one της χαριτωμένης Έλενας: Την ανεπάρκεια, την απαιδευσία, την εμπάθεια, και την μικροψυχία κάποιων «γνωμηγετών», που παριστάνουν τη σύγχρονη «διανόηση». Των ανθρώπων που βγήκαν λάβροι να κατασπαράξουν μια χαριτωμένη κοπέλα, που τραγούδησε ένα τραγούδι, κέρδισε ένα πανευρωπαϊκό διαγωνισμό και προκάλεσε κάποιους πανηγυρισμούς το βράδυ εκείνο…
Από τον καιρό που καθιερώθηκε στην Eurovision η μαζική συμμετοχή του κοινού στην ανάδειξη του καλύτερου τραγουδιού (μέσω τηλεφωνημάτων, ηλεκτρονικών μηνυμάτων κλπ.), το φεστιβάλ άρχισε να αναδεικνύει τις τάσεις του σύγχρονου νεανικού κοινού της Ευρώπης.
Μέχρι πριν δέκα χρόνια, τα μισά διαγωνιζόμενα τραγουδάκια ήταν ντίσκο ρυθμοί και τα υπόλοιπα αγγλοσαξονικές μπαλάντες - όλα πανομοιότυπα. Τα τελευταία χρόνια αναδεικνύονται, όλο και περισσότερο, σύνθετες μουσικοχορευτικές παραγωγές, με έντονα «έθνικ» στοιχεία.
Το αποτέλεσμα δεν είναι πάντα καλό. Δεν παράγονται δα αριστουργήματα. Αλλά αυτή η αναζήτηση ταυτότητας, η προβολή πολιτιστικής ιδιαιτερότητας και η ανάμιξη στοιχείων παρουσιάζει ενδιαφέρον.
Σε όλες τις εποχές, από τέτοιες «ζυμώσεις» αναδεικνύονται τα λαϊκά μοτίβα που τις σφραγίζουν και συχνά εμπνέουν τους ποιοτικούς δημιουργούς. Η αναγεννησιακή μουσική ήταν λαϊκότατη. Οι Μπήτλς ξεκίνησαν τραγουδώντας σε λαϊκές «πάμπς». Από «εμποροπανηγύρεις» αναδείχθηκε το δημοτικό τραγούδι. Από λαϊκά καταγώγια ξεπήδησε το ρεμπέτικο…
Κάποιοι ενοχλήθηκαν σφόδρα από την πρωτιά της Έλενας, ως οπαδοί του «ποιοτικού» - υποτίθεται. Κι επειδή είναι «δήθεν», δεν γνωρίζουν ότι το «ποιοτικό» πάντα συνυπάρχει με πολιτιστικά στοιχεία λαϊκότερης αποδοχής, χωρίς να αντιπαρατίθενται μεταξύ τους και χωρίς να τίθεται θέμα σύγκρισης ανάμεσά τους, αφού αλλού απευθύνεται το καθένα και διαφορετικές ανάγκες εξυπηρετούν στους ίδιους ανθρώπους.
Ο Σκαλκότας εμπνεύστηκε από το δημοτικό τραγούδι. Ο Θεοδωράκης εμπνεύστηκε από το Ρεμπέτικο - που πριν πενήντα χρόνια, οι τότε «προοδευτικοί διανοητές» το θεωρούσαν «παρακμιακό». Τόσο ο Θεοδωράκης όσο και ο Χατζηδάκις (κι άλλοι, ασφαλώς) έγιναν κλασικοί γράφοντας τραγούδια, που τα ανέδειξαν λαϊκές φωνές (διόλου του «ποιοτικού»). Απευθύνθηκαν στο ευρύ κοινό. Αγκαλιάστηκαν από το ευρύ κοινό. Και επηρέασαν, με τη σειρά τους, λαϊκούς συνθέτες-τραγουδιστές της εποχής τους - που έγιναν κι αυτοί «αθάνατοι».
Σε όλες τις εποχές, οι «δήθεν» ξεχώριζαν το ποιοτικό από το λαϊκό με «Σινικά τείχη». Μετά έρχονταν οι πραγματικοί δημιουργοί και γκρέμιζαν τα τείχη αυτά…
Ασφαλώς, καθείς μπορεί να έχει τη γνώμη και τα γούστα του. Και περί γούστου λόγος ουδείς Αλλά συνέβη κάτι ανυπόφορο: Κάποιοι από τους «επικριτές» της Παπαρίζου, πίστεψαν ότι έχουν το δικαίωμα να τη μειώσουν δημόσια, να προσβάλουν την αξιοπρέπειά της, να ποδοπατήσουν την προσωπικότητά της. Το τι είπαν, το ακούσαμε όλοι. Αν είχαν τσίπα, θα ντρέπονταν. Αλλά δεν έχουν…
Ξεφυλλίζοντας κάποιο περιοδικό, όπου προΐσταται ένας από τους λάβρους επικριτές της Έλενας, είδα να ξεδιπλώνονται όλες οι διαβαθμίσεις της χυδαιότητας. Μπερδεύεται το τολμηρό με το πρόστυχο, το αισθησιακό με το… «ξέκωλο», ο ερωτισμός με τη νεύρωση του ανικανοποίητου. Όσοι βάζουν την υπογραφή τους σε τέτοια έντυπα, έχουν άραγε, το δικαίωμα να μιλάνε για «ποιότητα» και «αισθητική»;
Οι πνευματικοί άνθρωποι, οι διανοούμενοι, αυτοί που διαμορφώνουν τα ηθικά και αισθητικά πρότυπα μιας κοινωνίας, καθορίζουν και την ποιότητα του πολιτισμού της. Σε μας έχουν αναδειχθεί (μεταξύ πολλών και αξίων, βεβαίως) κάποια άτομα απίστευτου θράσους κι ανυπόφορης μικρότητας, έτοιμα να ξεσχίσουν όποιον διακρίνεται χωρίς να ταιριάζει στα χνώτα τους.
Σε μια κοινωνία, όπου οι χυδαίοι πετροβολούν όσους ξεχωρίζουν, όπου οι «δήθεν» πυροβολούν τα ταλέντα, όπου τα «κυκλώματα» εξοντώνουν όποιον δεν ανήκει σ’ αυτά, μην περιμένετε να πάει τίποτε καλά.
[Πολύ περισσότερο, που οι πραγματικά πνευματικοί άνθρωποι δεν τολμούν να τα βάλουν με τα «κυκλώματα». Γιατί τα φοβούνται. Πώς αλλιώς να εξηγηθεί, ότι κάποιοι - όντως αξιόλογοι άνθρωποι - ύμνησαν την Καλομοίρα, πήγαν στα βραβεία ΑΡΙΩΝ και τους «ξίνισε» η Παπαρίζου; Έλεος.




ΝΕΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
7 ΙΟΥΝΙΟΥ 2005
Τα δύο ΟΧΙ στα αντίστοιχα δημοψηφίσματα της Γαλλίας και της Ολλανδίας, για το Ευρωσύνταγμα, αποτελούν αληθινά ιστορικές καμπές – για την Ευρώπη και όχι μόνο…
Σε δύο χώρες του στενού ευρωπαϊκού πυρήνα, ολόκληρη η πολιτική ηγεσία υποστήριξε σθεναρά την έγκριση του Ευρωσυντάγματος. Το εκλογικό σώμα, αφού συζήτησε διεξοδικά, το απέρριψε πανηγυρικά.
Οι ευρωπαϊκοί λαοί απομακρύνονται ολοταχώς από τις εκλεγμένες ηγεσίες τους. Δημιουργείται ένα ρήγμα ανάμεσα στη εκλογικό σώμα και τις πολιτικές ελίτ. Αν δεν κλείσει άμεσα, μπορεί να δημιουργήσει πολύ σοβαρή κρίση εκπροσώπησης σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ύστερα συνέβη και κάτι ακόμα πιο ανησυχητικό. Στην προσπάθειά της να αναχαιτίσει το «τσουνάμι» του ΟΧΙ, η ελίτ των Βρυξελλών έκανε δύο ατοπήματα: Πρώτον κινδυνολόγησε αγρίως: ότι τάχα ένα αρνητικό αποτέλεσμα θα ισοδυναμούσε με το τέλος της Ευρώπης, ότι δεν υπήρχε εναλλακτικό Σχέδιο (Plan B), ότι όλες οι ως τώρα κατακτήσεις της ευρωπαϊκές ενοποίησης θα ανατρέπονταν. Δεύτερον, κάποια στιγμή υπονόησε ευθέως, ότι ακόμα κι αν οι Γάλλοι ψηφοφόροι ψήφιζαν αρνητικά αυτή τη φορά, θα τους το ξανάφερναν αργότερα, για να το υπερψηφίσουν. Εμφανίστηκε, λοιπόν, μια εκβιαστική λογική και μια ολοκληρωτικού τύπου απόπειρα χειραγώγησης του εκλογικού σώματος (αυτά τα νοσηρά στοιχεία, άλλωστε, τα έχουμε δει ξανά, στο περσινό Κυπριακό δημοψήφισμα για το Σχέδιο Ανάν).
Η ευρω-γραφειοκρατία εμφανίστηκε κάποια στιγμή να απαξιώνει τη δημοκρατία στην Ευρώπη: Να επιφυλάσσει για τους ευρωπαϊκούς λαούς το «διακοσμητικό» ρόλο επικύρωσης ήδη ειλημμένων αποφάσεων. Όσο πιο εκβιαστικά προβάλλονταν αυτή η λογική, τόσο περισσότερο απωθούσε το εκλογικό σώμα - τόσο ανέβαινε το ΟΧΙ…
Οι ευρωπαϊκές ελίτ οφείλουν στο μέλλον μεγαλύτερη ταπεινότητα, σε ό,τι αφορά τον εαυτό τους και μεγαλύτερο σεβασμό στην κρίση του εκλογικού σώματος. Αυτό το μήνυμα σαφώς τους δόθηκε. Αν το κατάλαβαν κι όλα, είναι μια άλλη ιστορία…

Πως κέρδισε μια αντιφατική επιχειρηματολογία

Να υπογραμμίσουμε, ωστόσο, ότι δεν πρόκειται για μεταστροφή του εκλογικού σώματος σε βάρος της Ευρώπης. Άλλωστε, τα επιχειρήματα των οπαδών του ΟΧΙ υπήρξαν, σε μεγάλο βαθμό, από ανόητα ως αντιφατικά:
Υποστήριξαν ότι το Ευρωσύνταγμα καταργεί το κοινωνικό κράτος και εμπεδώνει το «νεοφιλελευθερισμό και το αγγλοσαξονικό μοντέλο». Οι αστειότητες αυτές δεν αντέχουν σε καμία σοβαρή κριτική:
-- Το μοντέλο της Ευρώπης, όντως, βρίσκεται σε κρίση. Αλλά είναι πολύ πιο ανάλγητο από το αγγλοσαξονικό, που οι οπαδοί του ΟΧΙ αναθεματίζουν. Αν υπάρχει ακραίος νεοφιλελευθερισμός, αυτός εντοπίζεται στην ηπειρωτική Ευρώπη - η λειτουργία και η πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας - όχι στην αντίπερα πλευρά της Μάγχης η στις απέναντι ακτές του Ατλαντικού.


-- Στις ΗΠΑ και τη Βρετανία, η ανεργία βρίσκεται στο 5%. Στην ευρωζώνη βρίσκεται στο 10%. Ποιο μοντέλο είναι καλύτερο για τους εργαζόμενους;
-- Στις ΗΠΑ και τη Βρετανία οι μέσοι ρυθμοί ανάπτυξης της τελευταίας τριετίας είναι άνω του 3%. Στην Ευρωζώνη είναι κάτω του 1%. Ποιο μοντέλο παράγει περισσότερη ευημερία;
-- Η αυτόνομη (αλλά όχι ανεξέλεγκτη) Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ έχει στο καταστατικό της, ως στόχο, την καταπολέμηση του πληθωρισμού και της ύφεσης. Η ανεξέλεγκτη (όχι απλώς «αυτόνομη») Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει ως στόχο την καταπολέμηση μόνο του πληθωρισμού - όχι της ύφεσης. Ουσιαστικά η ΕΚΤ υιοθετεί πολιτικές που επιδεινώνουν την υψηλή ανεργία για να κατεβάσουν τον ήδη χαμηλό πληθωρισμό. Ποιο μοντέλο είναι πιο «κοινωνικά ανάλγητο»;
-- Ο «επάρατος» για τους κεντροαριστερούς της Ευρώπης «μονεταρισμός» (αυτό που πολλές φορές οι ίδιοι καταγγέλλουν ως «νεοφιλελευθερισμό») υποστηρίζει ότι η νομισματική πολιτική πρέπει να είναι σταθερή, ανεξαρτήτως αν η οικονομία βρίσκεται σε ύφεση ή σε αλματώδη ανάπτυξη. Αντίθετα, οι οπαδοί του Κέϋνς υποστηρίζουν, ότι η νομισματική και δημοσιονομική πολιτική πρέπει να προσαρμόζεται στις κυκλικές διακυμάνσεις της οικονομίας: Πρέπει να «ρίχνει» χρήμα στην αγορά όταν υπάρχει ύφεση και πρέπει να «τραβάει» χρήμα από την αγορά όταν υπάρχει ταχεία ανάκαμψη. Αυτό συμβαίνει στην Βρετανία και στις ΗΠΑ: όπου δεν φοβούνται τα ελλείμματα όταν έχουν ύφεση, γι’ αυτό την ξεπερνούν γρήγορα.
Στην Ευρώπη, αντίθετα εφαρμόζουν την μονεταριστική «ορθοδοξία», όπως δεν έχει εφαρμοστεί πουθενά στον κόσμο. Κι έχουν το θράσος να αναθεματίζουν τους άλλους γι’ αυτό που κάνουν οι ίδιοι…
Το Σύμφωνο Σταθερότητας της Ευρωζώνης έχει καταργήσει κάθε δημοσιονομική ευελιξία. Προσπαθούν να μειώσουν τα ελλείμματα ακόμα και σε περιόδους χρόνιας και βαθιάς ύφεσης! Επίσης, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει υιοθετήσει πολύ πιο άκαμπτη νομισματική πολιτική. Κρατά τα επιτόκια στάσιμα όταν οι οικονομίες της ευρωζώνης μαστίζονται από ύφεση. Δεν τα άφησε ποτέ να πέσουν κάτω από 2%, ενώ στις ΗΠΑ η Κεντρική Τράπεζα τα έριξε ως το 1%.
Ο ΟΟΣΑ καλεί την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να μειώσει τα επιτόκια, κι αυτή απειλεί να τα αυξήσει! Ακόμα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κάλεσε την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να μειώσει τα επιτόκια. Αλλά αυτή έκανε πως δεν άκουσε...
Σκεφτείτε: έχουμε καταργήσει κάθε μίγμα πολιτικής: Έχουμε καταργήσει τη δημοσιονομική πολιτική για την αντιμετώπιση των κυκλικών διακυμάνσεων (με το Σύμφωνο Σταθερότητας), έχουμε αρνηθεί την παρέμβαση της νομισματικής πολιτικής για την αντιμετώπιση της ύφεσης (με τις εμμονές της ανεξέλεγκτης Κεντρικής Τράπεζας), έχουμε υλοποιήσει στην πράξη τον πιο χονδροκομμένο μονεταρισμό (που ξεπερνά ακόμα και τις υποδείξεις του Μίλτον Φρήντμαν), όλοι οι διεθνείς οργανισμοί (ακόμα και οι πιο συντηρητικοί) ζητάνε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να βάλει «νερό στο κρασί της» κι αυτή κωφεύει. Κι ύστερα, αντί να δούμε το σοβαρό πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί στην Ευρωζώνη, εμείς αναθεματίζουμε τον…νεοφιλελευθερισμό των αγγλοσαξόνων!
Η αλήθεια είναι ότι οι λαοί της Γαλλίας και της Ολλανδίας ψήφισαν ΟΧΙ για τρεις λόγους:
-- Πρώτον, διότι ενοχλήθηκαν από τη χρόνια ύφεση στην οποία έχει καταδικαστεί η Ευρώπη από τον καιρό που υιοθετήθηκε το κοινό νόμισμα.
-- Δεύτερον, διότι ενοχλήθηκαν από την αλαζονεία της πολιτικής ελίτ, που προσπάθησε να τους χειραγωγήσει το φρόνημα.
-- Τρίτον, διότι ενοχλήθηκαν από κάποιες πρόσφατες αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης: την προοπτική πλήρους ένταξης της Τουρκίας και την οδηγία Μπόλκενστάϊν, για την απελευθέρωση της αγοράς υπηρεσιών. Κανείς από αυτούς τους λόγους δεν σχετίζεται με το Ευρωσύνταγμα…
Δεν κέρδισαν τα επιχειρήματα του ΟΧΙ τους λαούς της Γαλλίας και της Ολλανδίας. Τους έσπρωξε στο ΟΧΙ, όλη η προηγούμενη συμπεριφορά των ευρωπαϊκών ελίτ και της ευρω-γραφειοκρατίας.

Που οδηγούν τα ΟΧΙ – Κρίση της Κεντροαριστεράς

Ακόμα και στις χώρες που δεν έχει υπάρξει επικύρωση του Ευρωσυντάγματος, οι οπαδοί του έχουν περιέλθει, πλέον, σε εξαιρετικά δύσκολη θέση: Δεν τολμάνε να το υποστηρίξουν, αφού φοβούνται ότι η δυναμική του εκλογικού σώματος μπορεί να στραφεί εναντίον τους είτε μπορεί να βρεθούν να υποστηρίζουν ένα Σχέδιο που είναι ήδη κλινικά νεκρό. Στην πολιτική ουδείς θέλει να πηγαίνει με τους «ηττημένους» ή να υποστηρίζει «χαμένες υποθέσεις» και να γίνεται η χλεύη των αντιπάλων του.
Οι ευρωπαϊκές ελίτ νιώθουν σήμερα εκνευρισμό και πανικό. Υπάρχουν αυτοί που επιμένουν να προχωρήσει η διαδικασία έγκρισης του Ευρωσυντάγματος κι εκείνοι που καταλαβαίνουν ότι αυτό δεν έχει νόημα πλέον (και δεν είναι πρόθυμοι να πάρουν το κόστος). Έτσι προκύπτει μια πρώτη μείζων διαφωνία μέσα στις ευρωπαϊκές ελίτ. Κι όταν οι χαμένοι μιας σύγκρουσης αρχίζουν να τσακώνονται, τότε πολλαπλασιάζονται οι παραλυτικές επιπτώσεις της ήττας τους.
Ύστερα, υπάρχει τάση διάσπασης στα σοσιαλιστικά Κόμματα της Ευρώπης - που τείνουν να αναδειχθούν σε «αδύνατο κρίκο» του πολιτικού συστήματος:
-- Το Σοσιαλιστικό κόμμα Γαλλίας βρίσκεται ήδη στα πρόθυρα της διάσπασης. Η ηγεσία του φανατικά υποστήριξε το ΝΑΙ και η εκλογική βάση του προσχώρησε στο ΟΧΙ σε ποσοστό άνω του 60%. Ήδη ο δεύτερος στην ιεραρχία του Λοράν Φαμπιούς, έχει απολύτως επισκιάσει τον άχρωμο ηγέτη του κόμματος Ολάντ. Στη Γαλλία είναι πιθανή, όχι απλώς διάσπαση αλλά πλήρης μεταστροφή του Σοσιαλιστικού κόμματος σε γραμμή ρήξης με τις Βρυξέλλες.
-- Το άλλο μεγάλο κεντροαριστερό κόμμα της Ευρώπης – η Γερμανική Σοσιαλδημοκρατία – βρίσκεται ήδη στα πρόθυρα μιας ήττας ιστορικών διαστάσεων: Στις εκλογές του Σεπτεμβρίου κινδυνεύει, όχι απλώς να χάσει την εξουσία, αλλά να δει τους αντιπάλους του, τους Χριστιανοδημοκράτες, να κερδίζουν αυτόνομη κοινοβουλευτική πλειοψηφία για πρώτη φορά από τη δεκαετία του ’50! Η ήττα αυτή είναι πολύ πιθανό να το διασπάσει. Μετά από τα τελευταία γεγονότα, το «πολύ πιθανό» καθίσταται πλέον σχεδόν αναπόφευκτο…
-- Τέλος, αντίστοιχα διασπαστικά φαινόμενα υπάρχουν πλέον και στην Ιταλική κεντροαριστερά. Όπου η σύγκρουση των δύο ηγετών της «Ελιάς» - του Πρόντι και του Ρουτέλι - έχει ήδη διασπάσει το στρατόπεδο της αντιπολίτευσης κι έχει απομακρύνει το ενδεχόμενο κυβερνητικής αλλαγής. Επί του παρόντος τουλάχιστον…
Ήδη λοιπόν, το φάσμα της διάσπασης υπάρχει σε πολλά μεγάλα κεντροαριστερά κόμματα της Ευρώπης. Κι αν προχωρήσει αυτό, τότε είναι πιθανό τα «ντόμινο» να αρχίσουν να πέφτουν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Στην Ελλάδα, ακούμε την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ να υποστηρίζει το ΝΑΙ, αλλά πολλά στελέχη του δηλώνουν δημόσια ότι υποστήριξαν το ΟΧΙ. Ακούμε την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ να υποστηρίζει την κατάργηση της μονιμότητας στις ΔΕΚΟ κι άλλα στελέχη του να αντιστέκονται πεισματικά στην άρση της μονιμότητας.
Καλώς εχόντων των πραγμάτων, όλα αυτά θα ήταν «διαφωνίες ρουτίνας». Αλλά τα πράγματα δεν «έχουν καλώς»: αν στον ευρωπαϊκό χώρο δούμε εκτεταμένα φαινόμενα διάσπασης των σοσιαλιστικών κομμάτων, υπάρχει πλέον κλονισμένο υπέδαφος και στο ΠΑΣΟΚ, ώστε να φτάσει ο «σεισμός» και μέχρις εδώ.

Ό,τι έπαθαν οι Κομμουνιστές το 1989…

Είναι σημαντικό να καταλάβουμε τις βαθύτερες συνέπειες αυτών των ανατροπών: Το 1989, όταν κατέρρευσαν τα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού και έπεσαν τα τείχη του διπολισμού στην Ευρώπη, τα ίδια τα Κομμουνιστικά Κόμματα απομονώθηκαν, αλλά η Κεντροαριστερά προσχώρησε στο «Ευρωπαϊκό ιδεώδες» κι όχι μόνο διατήρησε την επιρροή της, αλλά την αύξησε κι όλα
Έτσι συγκροτήθηκε μια γραφειοκρατία στις Βρυξέλλες, με σοσιαλδημοκρατική πολιτική λογική, με υπολανθάνοντα αντί-αμερικανισμό, αλλά με απολύτως θολή οικονομική φιλοσοφία. Στην προσπάθειά της να επιταχύνει την ενοποίηση της Ευρώπης, παρέδωσε το ευρώ στην αποκλειστική δικαιοδοσία των κεντρικών τραπεζιτών, οι οποίοι προσχώρησαν στον πιο ακραίο μονεταρισμό.
Δημιουργήθηκε, λοιπόν, στην Ευρώπη μια πολιτική ελίτ με τις πιο αντιφατικές ιδεολογικές βάσεις και την πιο αντιφατική πολιτική: Ευαγγελιζόταν την αναδιανομή κοινωνικών πόρων και συρρίκνωνε συνεχώς τους πόρους προς αναδιανομή. Υπερασπιζόταν το κοινωνικό κράτος και ανεχόταν την εφαρμογή νομισματικής πολιτικής που αύξανε συνεχώς την ανεργία. Φιλοδοξούσε ως το 2010 να γίνει η Ευρώπη πρώτη στον κόσμο από πλευράς ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης και στα πέντε χρόνια λειτουργίας του ευρώ, η ευρωζώνη έχανε συνεχώς έδαφος – και σε ανταγωνιστικότητα και σε ανάπτυξη.
Σε αυτό το αντιφατικό μόρφωμα ύστερης σοσιαλδημοκρατίας και άγαρμπου μονεταρισμού, που αποτέλεσε την ιδεολογική βάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά το 1992, προσχώρησε και η Κεντροδεξιά, χωρίς, όμως, να επενδύσει ιδεολογικά, όπως έκανε η Κεντροαριστερά: Αλλού προσχώρησε για λόγους εθνικής πολιτικής, όπως συνέβη με τον Χριστιανοδημοκράτη Καγκελάριο Κολ της Γερμανίας και το Γάλλο Πρόεδρο Ζακ Σιράκ. Αλλού προσχώρησε μόνο μερικά και με συνεχείς προστριβές με την «πυρήνα» της λογικής των Βρυξελλών, όπως συνέβη με τον Ιταλό Πρωθυπουργό Μπερλουσκόνι. Κι αλλού δεν προσχώρησε καθόλου, όπως συνέβη με τους Βρετανούς Συντηρητικούς.
Ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά έβαλε τη σφραγίδα της στην πορεία της Ευρωπαϊκής συγκρότησης μετά το 1993, σήμερα πλήττεται από την κρίση αυτού του μοντέλου και απειλείται με ευρύτατα διασπαστικά φαινόμενα, η Ευρωπαϊκή Κεντροδεξιά, που απλώς προσχώρησε (όχι πάντα με ενθουσιασμό), θίγεται πολύ λιγότερο, ή και ευνοείται εμμέσως από τις διάλυση των αντιπάλων της.
Μετά τα τελευταία γεγονότα, οι Κεντροαριστεροί κοντεύουν να πάθουν ό,τι έπαθαν κι οι Κομμουνιστές μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, το 1989: Κατάρρευση ολόκληρου του ιδεολογικού οικοδομήματος πάνω στο οποίο στήριζαν την πολιτική επιρροή τους, ενίοτε και την ηγεμονία τους μέσα στις ευρωπαϊκές κοινωνίες.
Οι Κεντροδεξιοί έτσι κι αλλιώς είχαν ασθενή ιδεολογική συγκρότηση μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Μετά το 1989, ο αντικομμουνισμός δεν είχε πλέον νόημα και η Κεντροδεξιά στην Ευρώπη δεν είχε διακριτή πολιτική ιδεολογία. Με τα πρόσφατα γεγονότα, αυτή η ιδεολογική ένδεια των Κεντροδεξιών κομμάτων τείνει να μετατραπεί από μειονέκτημα σε «αρετή». Δεν νιώθουν το σύνδρομο της κατάρρευσης των ιδανικών και της διάψευσης των προσδοκιών τους. Γι’ αυτό και είναι ευκολότερο για την Κεντροδεξιά να γίνει κυρίαρχη δύναμη και να διαχειριστεί με ψυχραιμία την πολιτική κρίση της Ευρώπης.
Τέλος, η ανάδειξη του νέου πάπα Βενέδικτου, ευνοεί τους Χριστιανοδημοκράτες απολύτως. Όπως ο προηγούμενος πάπας Βοϋτίλας κατάφερε να επιταχύνει την κρίση των «αθεϊκών κοινωνιών» στην ανατολική Ευρώπη, έτσι κι ο νέος πάπας έχει υιοθετήσει ως προτεραιότητα να επιταχύνει την ανασυγκρότηση της Χριστιανοδημοκρατίας ως ηγεμονικής δύναμης σε ολόκληρη την Ευρώπη - εις πείσμα της «κοσμικής» γραφειοκρατίας των Βρυξελλών. Και δεν πρέπει να υποτιμάται η επιρροή της Καθολικής Εκκλησίας στα ευρωπαϊκά πράγματα. Οι Ανατολικοευρωπαίοι κομμουνιστές, που υποτίμησαν την επιρροή του Βοϋτίλα πριν από τριάντα χρόνια, μάλλον το έχουν μετανιώσει.

ΤΟ ΣΤΟΙΧΗΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΟΔΕΞΙΑΣ

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
9 ΙΟΥΝΙΟΥ 2005
Σε Γαλλία και Ολλανδία - δύο χώρες του «ευρωπαϊκού κορμού» - οι πολιτικές ηγεσίες υποστήριξαν ενθέρμως το Ευρωσύνταγμα, αλλά το εκλογικό σώμα το απέρριψε πανηγυρικά!
Στις υπόλοιπες χώρες, οι ηγεσίες τους διστάζουν πλέον να υποστηρίξουν ένα Σχέδιο «κλινικά νεκρό». Στην πολιτική ουδείς θέλει να πηγαίνει με τους «ηττημένους» ή να υπερασπίζεται «χαμένες υποθέσεις»…
Η κρίση αυτή κυοφορεί σεισμικές αλλαγές στον πολιτικό χάρτη της Ευρώπης – με αδύνατο κρίκο τα Κεντροαριστερά κόμματα:
-- Το Σοσιαλιστικό Κόμμα Γαλλίας βρίσκεται ήδη στο «μάτι του κυκλώνα». Σοβαρά προβλήματα αντιμετωπίζει και η Γερμανική Σοσιαλδημοκρατία, που απειλείται με τη μεγαλύτερη εκλογική συντριβή της ιστορίας της. Αντίστοιχα συμβαίνουν και στην Κεντροαριστερή «Ελιά» της Ιταλίας, όπου ήδη συγκρούστηκαν οι δύο ηγέτες της - ο Πρόντι και ο Ρουτέλι...
Βεβαίως, και η Ευρωπαϊκή Κεντροδεξιά είχε κόστος - αλλά πολύ μικρότερο: Ο Σιράκ έχασε στη Γαλλία, αλλά η Κεντροδεξιά δείχνει να συσπειρώνεται γύρω από το Σαρκοζύ. Στη Γερμανία, η Άγκελα Μέρκελ, ηγέτης των Χριστιανοδημοκρατών, προαλείφεται για εκλογικό θρίαμβο το Σεπτέμβριο. Στην Ιταλία ο Μπερλουσκόνι προσδοκά να επωφεληθεί από τη διάσπαση των αντιπάλων του. Όλοι αυτοί έχουν συγκρουστεί σε κρίσιμα ζητήματα με την ευρω-γραφειοκρατία, που σήμερα αποδοκιμάζεται παντού…
Μέχρι το 1989, η Ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά ισορροπούσε επιτυχώς ανάμεσα στην Αμερικανική «επιρροή» και τις Σοβιετικές «πιέσεις». Όταν κατέρρευσε η ΕΣΣΔ, η Κεντροαριστερά της Ευρώπης επένδυσε τα πάντα στο «Ευρωπαϊκό ιδεώδες» - όπως το καταλάβαινε η ίδια. Έτσι η επιρροή της Κεντροαριστεράς αυξήθηκε στην Ευρώπη μετά το 1989 – δεν υποχώρησε. Στην προσπάθειά της να δημιουργήσει «δυναμική Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης» προχώρησε σε παράτολμα βήματα απανωτών διευρύνσεων και επέσπευσε τη νομισματική ενοποίηση. Για να επιτύχει αυτό το τελευταίο, αναγκάστηκε να παραδώσει το κοινό νόμισμα στην αποκλειστικά διαχείριση των κεντρικών τραπεζιτών. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, πλήρως ανεξέλεγκτη πλέον, εφάρμοσε τον πιο άκαμπτο μονεταρισμό, καταδικάζοντας την Ευρώπη σε φαύλο κύκλο χρόνιας στασιμότητας και αυξανόμενης ανεργίας.
Μετά το 1992, συγκροτήθηκε μια ευρω-γραφειοκρατία σοσιαλδημοκρατικής πολιτικής, υποβόσκοντος αντί-αμερικανισμού και μονεταριστικής λογικής στη νομισματική διαχείριση. Ένα αμάλγαμα αντιφατικής λογικής κι ακόμα πιο αντιφατικών πολιτικών: Ευαγγελιζόταν την προοπτική Ομοσπονδίας, αλλά εμπέδωνε τη διακρατική συγκρότηση της Ένωσης. Διακήρυσσε την ενίσχυση των κοινοτικών θεσμών, αλλά μείωνε συνεχώς τους κοινοτικούς πόρους. Υποστήριζε ένα «προχωρημένο» κοινωνικό κράτος, αλλά υιοθετούσε (ή ανέχονταν) πολιτικές που διαιώνιζαν την ύφεση. Σήμερα η Ευρωζώνη έχει διπλάσια ανεργία από τις ΗΠΑ και τη Βρετανία - που έχουν, με τη σειρά τους, τριπλάσιους αναπτυξιακούς ρυθμούς από την Ευρωζώνη…
Στα δύο πρόσφατα δημοψηφίσματα οι λαοί της Ευρώπης αποδοκίμασαν ένα μοντέλο που έχει ήδη καταρρεύσει, την ευρω-γραφειοκρατία που προσπάθησε να τους το επιβάλει, τις ελίτ που συσπειρώθηκαν γύρω της και τις ιδεολογικές συμμαχίες που στήριξαν όλο αυτό το σαθρό οικοδόμημα.
Τα Κεντροαριστερά κόμματα της Ευρώπης έχτισαν αυτές τις συμμαχίες και θίγονται περισσότερο από την κατάρρευσή τους. Οι Κεντροαριστεροί κινδυνεύουν να πάθουν το 2005, ότι έπαθαν και οι Κομμουνιστές το 1989, με την κατάρρευση του τείχους στο Βερολίνο…
Οι Κεντροδεξιοί κράτησαν μεγαλύτερες αποστάσεις από τις Βρυξέλλες και κινδυνεύουν σήμερα πολύ λιγότερο από την ήττα της ευρω-γραφειοκρατίας. Γι ΄αυτό κι έχουν πολύ περισσότερες δυνατότητες να διεκδικήσουν κυρίαρχο ρόλο, να διαχειριστούν ψύχραιμα την κρίση, να ξαναδώσουν προοπτική στην Ενωμένη Ευρώπη.
Αλλά για να το επιτύχουν αυτό, τα Κεντροδεξιά κόμματα πρέπει να αλλάξουν. Να αποκτήσουν προγραμματικό λόγο - γιατί σήμερα δεν έχουν. Να αποδείξουν ότι είναι ηγέτες μιας νέας πορείας - όχι απλώς καλύτεροι «διαχειριστές» μιας χρεοκοπημένης ιστορίας. Να δείξουν ότι έχουν οράματα που εμπνέουν - όχι απλώς «λύσεις» που δεν ενοχλούν. Να εμπνεύσουν τον κόσμο - όχι απλώς να τον «καθησυχάσουν» προσωρινά. Να δείξουν ότι μπορούν να δώσουν και να κερδίσουν μάχες - όχι απλώς να «σκουπίσουν» τα προβλήματα «κάτω από το χαλί»…
Αυτό είναι το μεγάλο στοίχημα για την Ευρωπαϊκή Κεντροδεξιά σήμερα. Και για την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση, επίσης…




Ο «ΘΗΡΙΟΔΑΜΑΣΤΗΣ» ΕΓΚΑΤΕΛΕΙΨΕ ΤΟ «ΘΗΡΙΟ»

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη                                                                                                    12 ΙΟΥΝΙΟΥ 2005

Η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας υπέστη σοβαρό πλήγμα από τα αρνητικά δημοψηφίσματα για το Ευρωσύνταγμα. Τι σημαίνει αυτό για την Ελλάδα;
Μετά το 1999 η ελληνική πολιτική τάξη πίστεψε ότι η ευρωπαϊκή πορεία της Άγκυρας θα «εξημέρωνε το θηρίο» - θα καθιστούσε την Τουρκία λιγότερο επιθετική απέναντί μας. Αυτή η στρατηγική «εξημέρωσης του θηρίου» στηριζόταν σε δύο κρίσιμες προϋποθέσεις: Πρώτον ότι οι Ευρωπαίοι ήταν πρόθυμοι να ενσωματώσουν πλήρως την Τουρκία. Και δεύτερον, ότι οι Τούρκοι ήθελαν ειλικρινώς να ενσωματωθούν στην Ευρώπη. Αν δεν ίσχυε μια από τις δύο προϋποθέσεις, η στρατηγική αυτή κατέρρεε. Τελικώς αποδείχθηκε ότι δεν ίσχυε καμία από τις δύο - ενώ η προοπτική τουρκικής ένταξης αποσταθεροποίησε και την Ευρώπη και την Τουρκία:
* Στην Ευρώπη, ξεσήκωσε κύμα κατακραυγής, που εκδηλώθηκε με την απόρριψη του Ευρωσυντάγματος.
* Η Τουρκία πολώνεται ήδη ανάμεσα σε δύο αντιπαρατιθέμενες μερίδες: Τους Κεμαλιστές, οι οποίοι θέλουν τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας τους, αλλά δεν θέλουν τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, που είναι απαραίτητες για να τον επιτύχουν. Γνωρίζουν ότι, αν η Τουρκία γίνει "πιο δημοκρατική" (προκειμένου να γίνει πλήρες μέλος της Ένωσης), θα ενισχυθούν τα ισλαμικά στοιχεία και η χώρα θα μπει πιο βαθιά στο Ισλάμ - δεν θα έλθει πιο κοντά στη Δύση. Και τους Ισλαμιστές, οι οποίοι θέλουν την προοπτική ένταξης, όχι για να ενσωματωθούν στην Ευρώπη, αλλά για να μπορέσουν να περιθωριοποιήσουν το στρατοκρατικό κατεστημένο, που είναι και ο κυριότερος εσωτερικός εχθρός τους.
Ένα μέρος της Τουρκικής κοινωνίας θέλει την ένταξη, αλλά δεν θέλει την διαδικασία που οδηγεί εκεί (Κεμαλιστές). Ένα άλλο τμήμα της Τουρκίας θέλει τη διαδικασία που οδηγεί στην ένταξη, αλλά δεν θέλει την πλήρη ενσωμάτωση στους ευρωπαϊκούς θεσμούς (Ισλαμιστές). Ολόκληρο το "πακέτο" δεν το θέλει κανείς! Και η Τουρκία διχάζεται όλο και περισσότερο…
Από μιαν άποψη ήταν σωστό που η Ελλάδα δεν εναντιώθηκε στην τουρκική ένταξη. Αφήσαμε να ξεκινήσει μια διαδικασία που λειτουργούσε διαλυτικά για την πολιτική τάξη της Τουρκίας. Αλλά ήταν «σωστό» για μας, από «στενά» εθνική άποψη, λόγω της αντιπαλότητας που έχουμε με την Τουρκία. Μόνο όταν μια χώρα σε απειλεί, εύχεσαι να αποδυναμωθεί εσωτερικά…
Όμως, από ευρωπαϊκή σκοπιά, η τουρκική ένταξη δεν συμφέρει: Ό,τι μειώνει την ομοιογένεια της Ευρώπης, ό,τι δυσκολεύει την πορεία της προς την Ολοκλήρωση, ότι προκαλεί κατακραυγή των ευρωπαϊκών λαών, ασφαλώς δεν "κάνει καλό στην Ευρώπη"...
Σήμερα οι ευρωπαϊκοί λαοί έχουν ήδη μεταστραφεί εναντίον της Τουρκίας και στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις τείνουν να επικρατήσουν ηγεσίες που αντιτίθενται στην τουρκική ένταξη (Σαρκοζύ, Φαμπιούς, Μέρκελ κλπ.) Αν επιμείνουμε να την υποστηρίζουμε, κινδυνεύουμε να απομονωθούμε μέσα στην Ευρώπη. Και μάλιστα για λάθος λόγους…
Η ελληνική κυβέρνηση δεν βιάστηκε να ανατρέψει μια λανθασμένη στρατηγική που κληρονόμησε - και πολύ ορθά:
Πρώτον, διότι το να εγκαταλείψεις αιφνιδιαστικά κι απροετοίμαστα μια λανθασμένη στρατηγική συχνά συνιστά λάθος μεγαλύτερο από το αρχικό. Και δεύτερον, διότι έτσι κι αλλιώς η στρατηγική αυτή κατέρρεε. Δεν υπήρχε λόγος να πάρει το κόστος και το ρίσκο να σκοτώσει ένα "πτώμα"...
Από δω και στο εξής, πρέπει να θυμόμαστε ότι η Άγκυρα μπορεί να προκαλέσει ένταση στο Αιγαίο, αλλά δεν είναι σε θέση να την κλιμακώσει πέρα από ένα σημείο, χωρίς να διακινδυνεύσει πολύ περισσότερα απ` όσα ελπίζει να κερδίσει. Αυτό το στοιχείο της τουρκικής πολιτικής - το ότι έχει έφεση προς την ένταση, αλλά χωρίς μεγάλα περιθώρια κλιμάκωσης - είναι και το αδύνατο σημείο της. Ιδιαίτερα σε μια εποχή, που οι Ευρωπαίοι δεν τη θέλουν πλέον, οι Αμερικανοί δεν την υπολογίζουν όσο παλαιότερα και εσωτερικά διχάζεται όσο ποτέ στο παρελθόν.
Η Τουρκία νιώθει όλο και πιο «απομονωμένη» διεθνώς, όλο και πιο «πολωμένη» εσωτερικά. Αυτό την καθιστά πιο ευάλωτη, αλλά και πιο επικίνδυνη ταυτόχρονα. Και η Αθήνα χρειάζεται, επειγόντως, νέα πολιτική απέναντί της…




ΕΘΝΟΚΕΝΤΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΝΩΜΕΝΗ ΕΥΡΩΠΗ…

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2005

Ο William Pfaff είναι γνωστός αρθρογράφος του αγγλοσαξονικού Τύπου. Παλαιόθεν Ατλαντιστής, πρόσφατα δεινός επικριτής της πολιτικής Μπούς και ανέκαθεν οπαδός της Ευρωπαϊκής ενοποίησης, έγραψε την περασμένη Τρίτη (14 Ιουνίου), στην International Herald Tribune, ένα ιδιαίτερα αξιοπρόσεκτο κείμενο...
Υποστηρίζει ότι "η απόρριψη του Ευρω-συντάγματος... μπορεί να αποδεχθεί κάτι πολύ καλό για την Ευρωπαϊκή Ένωση"!
Όπως αναφέρει, η καταψήφιση του Ευρωσυντάγματος "έσωσε την Ευρωπαϊκή Ένωση από μια προοπτική απεριόριστης επέκτασης, που θα απέβαινε μοιραία για την πολιτική της συνοχή και τις φιλοδοξίες της να παίξει ενεργό και ανεξάρτητο ρόλο στην παγκόσμια σκηνή. Αν η Ένωση επεκτεινόταν μέχρι του σημείο να περιλάβει 35 χώρες (μερικές των οποίων Μουσουλμανικές)... δεν θα μπορούσε να έχει κοινή εξωτερική πολιτική...Ακόμα και με 25 μέλη (σήμερα) υπάρχουν σοβαρές δυσκολίες για κοινή ενεργό πολιτική".
Υπογραμμίζει μάλιστα ότι (μετά τα αρνητικά δημοψηφίσματα) "οι ΗΠΑ θα χάσουν αυτό που περισσότερο ήθελαν: μιαν υποτακτική Ευρώπη...Η δύναμη βρίσκεται με τους λαούς που θέλουν μια αυτόνομη Ευρώπη να εξισορροπήσει την ισχύ των ΗΠΑ. Την αντίδραση των ευρωπαϊκών λαών την υποκίνησε το βασικό ένστικτο κάθε κοινωνίας να διασώσει την ιδιαίτερη ταυτότητα και την ανεξαρτησία της. Αυτό το κίνητρο - πιο γνωστό με το όνομα εθνικισμός - νίκησε στη Γαλλία και την Ολλανδία την πολιτική της διεύρυνσης, που θα έβαζε τέλος σε κάθε φιλοδοξία των Ευρωπαίων να δράσουν ανεξάρτητα."
Ένας άνθρωπος που αποδοκίμαζε τους εθνικισμούς, ξαφνικά θεωρεί "σωτήριο" τον εθνικισμό των Ευρωπαίων - δηλαδή το "αυθόρμητο κίνητρο...να διασώσουν την ταυτότητα και την ανεξαρτησία τους" - διότι τους ώθησε να αποτρέψουν την υποταγή τους στις ΗΠΑ.
Ανακαλύπτει ότι ο εθνοκεντρισμός (κι όχι ο εθνικισμός, βέβαια), η δημοκρατία και η παγκοσμιοποίηση δεν είναι έννοιες "αμοιβαία αποκλειόμενες". Αντιθέτως: Ο εθνοκεντρισμός και η δημοκρατία υπήρξαν απολύτως συμβατές - και μάλιστα ιστορικά συμβατές - και μεταξύ τους και με την παγκοσμιοποίηση. Τους δύο τελευταίους αιώνες, όσο αύξαναν οι διεθνείς συναλλαγές και η αλληλεξάρτηση των κοινωνιών (δηλαδή η "παγκοσμιοποίηση"), τόσο ενισχυόταν η συγκρότηση εθνικών κρατών και η εγκαθίδρυση δημοκρατικών θεσμών.
Άλλωστε, τα εθνικά κράτη αποτέλεσαν τις "κοιτίδες" της σύγχρονης δημοκρατίας. Τα έθνη διέλυσαν τις αυτοκρατορίες και εμπέδωσαν δημοκρατικούς θεσμούς. Οι δημοκρατικές επαναστάσεις είχαν πολύ συχνά και εθνικό χαρακτήρα. Τα εθνικά κινήματα ανέδειξαν και δημοκρατικά αιτήματα. Οι Αυτοκρατορίες της Ευρώπης έφτιαξαν την "Ιερά Συμμαχία" στις αρχές του 19ου αιώνα, για να εμποδίσουν τις δύο "κατάρες": τον εθνικισμό και τα δημοκρατικά κινήματα. Στα μάτια τους αυτά τα δύο φαινόμενα ήταν αξεχώριστα...
Σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης μπορεί να υπάρξει ισορροπία, μόνο αν οι λαοί αντισταθούν στην τάση ισοπέδωσης τους.
Σήμερα, οι οπαδοί της παγκοσμιοποίησης διαπιστώνουν για πρώτη φορά, ότι ο ευρωπαϊκός εθνοκεντρισμός μπορεί να ενώσει την Ευρώπη (έναντι των ΗΠΑ), αλλά και να διασώσει τη δημοκρατία (από μια γραφειοκρατία που τείνει να την μετατρέψει σε τυπική διαδικασία επικύρωσης ειλημμένων αποφάσεων).
Για πρώτη φορά ομολογείται, ότι ο εθνοκεντρισμός είναι προϋπόθεση - όχι εμπόδιο - για την Ένωση της Ευρώπης. Που περνά από τη ενεργό ανάμιξη και τη σύγκλιση των εθνικών κρατών, όχι από την κατάργησή τους...
Οι ευρω-γραφειοκράτες προσπάθησαν να ισοπεδώσουν τα ευρωπαϊκά έθνη - όχι να τα ενώσουν. Υιοθέτησαν τη λογική του "στρατοπέδου νεοσυλλέκτων": όπου οι ευρωπαϊκοί λαοί, θα έβγαζαν το ιδιαίτερο "ρούχο" του εθνικού τους πολιτισμού και θα φόραγαν όλοι την ίδια "στολή αγγαρείας". Μοιραία οι λαοί αντέδρασαν στην ισοπέδωση...
Οι γραφειοκράτες, είτε δεν πιστεύουν ότι τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών λαών επιβάλουν την πολιτική τους σύγκλιση - είτε δεν πιστεύουν ότι οι ευρωπαϊκοί λαοί μπορούν να δουν το συμφέρον τους. Στην πρώτη περίπτωση δεν πιστεύουν στην ίδια την Ένωση. Στην δεύτερη, δεν πιστεύουν στη δημοκρατία. Σε κάθε περίπτωση έχουν αποτύχει...
Την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση θα την οικοδομήσουν όσοι πιστεύουν και στα δύο: Και στο κοινό μέλλον όλων των λαών της Ευρώπης και στη δημοκρατία.
Εκπτώσεις δεν χωρούν...



ΠΕΡΙ ΟΝΟΥ ΣΚΙΑΣ…

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
26 ΙΟΥΝΙΟΥ 2005
Μετά τα αρνητικά δημοψηφίσματα για το Ευρωσύνταγμα, η κρίση στην Ευρώπη βάθυνε ακόμα περισσότερο: Αυτή τη φορά συγκρούστηκαν μετωπικά Γαλλίας και Βρετανία για τους ευρω-προϋπολογισμούς της επταετίας 2007-13.
Η Ελλάδα τείνει να συμπαραταχθεί με τη Γαλλία. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, θα ήταν σοβαρό σφάλμα - και επί της ουσίας και από πλευράς πολιτικής σκοπιμότητας. Είναι προτιμότερο να μείνουμε ουδέτεροι στη διαμάχη αυτή…
Είναι αλήθεια ότι η Βρετανία υποκινείται από στενά εθνικές επιδιώξεις, όταν επιμένει να διατηρήσει την επιστροφή της (ύψους 4,5 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως). Αλλά η Βρετανία δεν είναι η μόνη που πολιτεύεται «εγωιστικά». Και οι υπόλοιπες χώρες που δίνουν στον ευρω-προϋπολογισμό περισσότερα απ` όσα εισπράττουν (Γερμανία, Ολλανδία, Σουηδία, Αυστρία), επίσης ζητούν επιστροφές (όπως η Βρετανία). Επί πλέον, η Γαλλία παίρνει τη "μερίδα του λέοντος" από την Κοινή Αγροτική Πολιτική. Η γαλλική επιμονή στην ΚΑΠ είναι εξ ίσου ιδιοτελής...
Προσέξτε και κάτι ακόμα: όταν όλες οι πλούσιες χώρες της Ένωσης δεν θέλουν να πληρώνουν περισσότερα απ’ όσα εισπράττουν, τότε ποιος ο λόγος να έχουμε κοινοτικό προϋπολογισμό; Για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, δεν είναι η στάση της Βρετανίας μόνο, αλλά όλων των ισχυρών μελών, που διαλύουν την Ευρωπαϊκή Ένωση…
Ο κ. Μπλέρ προσπαθεί να αποδυναμώσει το «γαλλογερμανικό άξονα». Και μάλλον θα τα καταφέρει, όταν στη Γερμανία εκλεγεί η κα Άγκελα Μέρκελ, που βρίσκεται πιο κοντά στις απόψεις Μπλέρ, παρά στις απόψεις Σιράκ. Οπότε, θα ήταν σφάλμα να ταυτιστεί η Ελλάδα με τους ηττημένους της τρέχουσας διαμάχης.
Όμως, η Γαλλία θα διεκδικήσει και πάλι ηγετικό ρόλο, όταν φύγει ο κ. Σιράκ κι αναλάβει ο πιθανότερος διάδοχός του - ο κ. Σαρκοζύ. Η πολιτική Σαρκοζύ, ωστόσο, έχει πολλά κοινά με την πολιτική Μπλέρ. Αν λοιπόν, συγκρουστούμε σήμερα με τον Μπλέρ, υποστηρίζοντας τη Γαλλία (του κ. Σιράκ), αύριο κινδυνεύουμε να βρεθούμε σε αντίθεση και με τη Βρετανία του κ. Μπλέρ και με τη Γερμανία της κας Μέρκελ και με τη Γαλλία (του κ. Σαρκοζύ πλέον).
Εξ άλλου, τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ευρώπη δεν έχουν σχέση με τη βρετανική επιστροφή ούτε με την ΚΑΠ. Αυτά είναι ασήμαντα ποσά (για τα συνολικά ευρωπαϊκά μεγέθη): Η βρετανική επιστροφή αφορά λιγότερο από μισό χιλιοστό του Κοινοτικού ΑΕΠ, ενώ η ΚΑΠ αφορά υψηλό ποσοστό του Κοινοτικού Προϋπολογισμού (40%), αλλά ελάχιστο ποσοστό του Κοινοτικού ΑΕΠ (λιγότερο από μισή εκατοστιαία μονάδα).
Η χρόνια ευρωπαϊκή ύφεση δεν μπορεί να αποδοθεί σε πολλοστημόρια της εκατοστιαίας μονάδας. Οφείλεται, κυρίως, στην μονεταριστική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Την οποία δεν θίγει ο κ. Μπλέρ - καθώς η Βρετανία δεν συμμετέχει στο ευρώ - ούτε ο κ. Σιράκ, που είχε πρωτοστατήσει στην μονομερή συγκρότησή της.
Ένα άλλο αίτιο της Ευρωπαϊκής παθολογίας είναι ο πολύ χαμηλός Κοινοτικός προϋπολογισμός: μόλις 1% του κοινοτικού ΑΕΠ! Και μάλιστα όσο διευρύνεται η Ένωση, τόσο συρρικνώνονται οι κοινοτικοί πόροι. Αλλά γι’ αυτό δεν ευθύνονται μόνο οι Βρετανοί. Και οι Γερμανοί και οι Αυστριακοί και οι Σουηδοί επιμένουν στη συρρίκνωση των κοινοτικών πόρων. Μέχρι προχθές παρόμοιες πιέσεις ασκούσε και η Γαλλία…
Τελικώς, ο κ. Μπλερ και ο κ. Σιράκ τσακώνονται περί "όνου σκιάς". Επί της ουσίας, καμία από τις δύο απόψεις δεν θα "ξεμπλοκάρει" την Ένωση. Τα πραγματικά προβλήματα είναι άσχετα με τη σημερινή τους διαμάχη.
Όταν τα κράτη-μέλη δαπανούν 47% του συνολικού ΑΕΠ στους εθνικούς προϋπολογισμούς, μοιραία θα υπερφορολογούν τις οικονομίες τους. Και θα τις πνίγουν. Κι όταν δαπανούν μόνο 1% στον κοινοτικό προϋπολογισμό κι εκεί τους πιάνουν οι… «τσιγγουνιές» να κάνουν «οικονομίες», η Ένωση θα καρκινοβατεί.
Η Ευρώπη χρειάζεται επειγόντως χαμηλότερα επιτόκια. Χρειάζεται μεσοπρόθεσμα περισσότερους πόρους για τον Κοινοτικό προϋπολογισμό. Και χρειάζεται μακροπρόθεσμα σταδιακό περιορισμό δαπανών στους εθνικούς προϋπολογισμούς. Μ΄ αυτά, ωστόσο, δεν ασχολείται κανείς.


ΑΠΑΡΧΗ ΚΑΘΑΡΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ…

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2005
Ο νέος Πρωθυπουργός της Γαλλίας Ντομινίκ Ντε Βιλπέν, πρότεινε πολιτική διεξόδου από την Ευρωπαϊκή κρίση, σε άρθρο του, που δημοσιεύθηκε ταυτόχρονα στους Financial Times (και σε άλλες πέντε μεγάλες ευρωπαϊκές εφημερίδες - την περασμένη Τετάρτη 29 Ιουνίου).
Η πρόταση Ντε Βιλπέν περιλαμβάνει τέσσερα σημεία. Το πρώτο και πολιτικά σημαντικότερο, αφορά την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Όπως αναφέρει ο Γάλλος Πρωθυπουργός: "...Δώδεκα κράτη μέλη, δημιουργήσαμε ένα σταθερό κοινό νόμισμα, το ευρώ. Παρ` όλα αυτά, οι ρυθμοί ανάπτυξης υστερούν στην Ευρώπη σε σύγκριση με τις ΗΠΑ και την Ασία, ενώ η ανεργία μας παραμένει υψηλή. Γι` αυτό προτείνω ένα διάλογο ανάμεσα στα 12 μέλη της ευρωζώνης και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, για να ορίσουμε - σεβόμενοι την ανεξαρτησία της ΕΚΤ - μια γνήσια ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση για τις χώρες της ευρωζώνης"
Πολύ διακριτικά, ο Γάλλος Πρωθυπουργός ομολογεί ότι ως τώρα η ΕΚΤ δεν είχε "γνήσια ευρωπαϊκή" νομισματική πολιτική! Πράγματι, η ΕΚΤ εφάρμοσε τον πιο άκαμπτο μονεταρισμό που έχει εφαρμοστεί ποτέ, οπουδήποτε. Κι όταν ο Πρωθυπουργός της Γαλλίας καλεί σε "διάλογο" την ΕΚΤ, δηλώνοντας ότι "εξακολουθεί να σέβεται την ανεξαρτησία της", αυτό είναι ένας πολύ ευγενικός τρόπος να διαμηνύσει στην ΕΚΤ ότι είναι ώρα να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις όλων των κρατών μελών της ευρωζώνης, για να μη χάσει την ανεξαρτησία της...
Ο κ. Ντε Βιλπέν, προσπαθεί να αναλάβει την πρωτοβουλία των κινήσεων από τον Βρετανό ομόλογό του κ. Μπλέρ. Ο οποίος εμφανίστηκε προχθές ευαγγελιζόμενος σαρωτικές μεταρρυθμίσεις στην Ένωση, αλλά η πιο άμεση και κρίσιμη μεταρρύθμιση αφορά την πολιτική επιτοκίων της ΕΚΤ - ζήτημα που δεν μπορεί να "αγγίξει" ο κ. Μπλέρ γιατί η χώρα του δεν συμμετέχει στο ευρώ...
Οι διαμαρτυρίες για την πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δεν ακούγονται για πρώτη φορά. Στο παρελθόν, ηγέτες όπως ο Γερμανός Καγκελάριος Σρέντερ κι οργανισμοί όπως ο ΟΟΣΑ και το ΔΝΤ πρότειναν άμεση μείωση των ευρω-επιτοκίων - ενώ η ΕΚΤ απειλούσε να τα αυξήσει! Σήμερα, ο Γάλλος Πρωθυπουργός προτείνει κάτι παραπάνω: Συνολικό επαναπροσδιορισμό της ΕΚΤ και της πολιτικής της. Στην Ελλάδα αντίστοιχη πρόταση - μείωσης των επιτοκίων και αλλαγής του τρόπου λειτουργίας της ΕΚΤ - έχει ακουστεί από τον Ευρωβουλευτή Αντώνη Σαμαρά...
Το πράγμα είναι και εξαιρετικά επείγον πλέον. Διότι με την πρόσφατη άνοδο του πετρελαίου, ασκούνται έντονες πιέσεις στον πληθωρισμό. Αν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ακολουθήσει την ως σήμερα πολιτική της, πρέπει να αυξήσει τα επιτόκια, γιατί καταστατική προτεραιότητά της είναι ο έλεγχος του πληθωρισμού. Αν, αντίθετα, η ΕΚΤ είχε ως προτεραιότητα και την εξομάλυνση των κυκλικών διακυμάνσεων της οικονομίας (δηλαδή την καταπολέμηση της ανεργίας, σε περιόδους μακροχρόνιας στασιμότητας), τότε η άνοδος του πετρελαίου θα την οδηγούσε σε μείωση των επιτοκίων. Ώστε να εξουδετερωθεί πολλαπλά η αύξηση του ενεργειακού κόστους.
Βλέπουμε, ότι η πολιτική της ΕΚΤ εξαρτάται από τις προτεραιότητές της, όπως έχουν οριστεί από το καταστατικό της. Οπότε καθίσταται απολύτως επίκαιρη η πρόταση αλλαγής καταστατικού, που προωθεί ουσιαστικά ο κ. Ντε Βιλπέν.
Η μείωση των ευρω-επιτοκίων θα μειώσει το κόστος κεφαλαίου στην ευρωζώνη, θα ενθαρρύνει μεσοπρόθεσμα τις επενδύσεις, αλλά κυρίως θα ρίξει το ευρώ - θα διευκολύνει άμεσα τις ευρωπαϊκές εξαγωγές και θα ευνοήσει τον ευρωπαϊκό τουρισμό (πράγμα ιδιαίτερα σημαντικό για την Ελλάδα). Αντίθετα, ενδεχόμενη αύξηση των ευρω-επιτοκίων θα προκαλέσει νέα καθίζηση στην οικονομική δραστηριότητα της ευρωζώνης. Με σεισμικές επιπτώσεις σε όλο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Διότι η ανοχή των ευρωπαϊκών λαών έχει πλέον εξαντληθεί...
Έχει φτάσει η ώρα της σύγκρουσης με την ΕΚΤ. Που θα είναι η απαρχή της κάθαρσης στην Ευρώπη. Της κάθαρσης ενός αποστήματος, που κόντεψε να μετατρέψει το μεγαλύτερο επίτευγμα την ευρωπαϊκής ενοποίησης - το ευρώ - σε κορυφαία αιτία λαϊκής κατακραυγής.
Πόσα έχουμε καταλάβει απ` όλα αυτά στην Ελλάδα; Αφήστε, μην απαντάτε. Ρητορική ήταν η ερώτηση...


ΕΠΕΣΑΝ ΤΑ «ΤΑΜΠΟΥ» ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ…

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
8 ΙΟΥΛΙΟΥ 2005
Η ευρωπαϊκή κρίση που ξέσπασε μετά τα δύο αρνητικά δημοψηφίσματα Γαλλίας και Ολλανδίας και την σύγκρουση που ξέσπασε στη Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου για τους προϋπολογισμούς της επόμενης επταετίας (2007-13), υπήρξε ιδιαίτερα ευεργετική για τις προοπτικές της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης. Γιατί άνοιξε τη συζήτηση σε θεμελιώδη ζητήματα που θεωρούνταν ως τώρα «λυμένα και τελειωμένα». Και διότι έθεσε στην ημερήσια διάταξη μεταρρυθμίσεις που ήταν, ως τώρα, απαγορευμένες και ως θέματα συζήτησης στους κύκλους της ευρωπαϊκής ελίτ.
Αξίζει να δούμε συνοπτικά τα ταμπού, που μόλις κατέρρευσαν:
* Πρώτον, η πολιτική και η λειτουργία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του οργανισμού που αποτελούσε, ως πρόσφατα, το κορυφαίο θεσμικό επίτευγμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Ήδη ζητείται από πολλές πλευρές να αλλάξει και η (μονεταριστική) πολιτική και το (ανεξέλεγκτο) καθεστώς λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Αλλαγή πολιτικής (μείωση των ευρω-επιτοκίων) ζήτησε ήδη ο Γερμανός Καγκελάριος Σρέντερ, αλλαγή πολιτικής, φιλοσοφίας και λειτουργίας συνολικά ζήτησε κι ο νέος Γάλλος Πρωθυπουργός Ντεβιλπέν, ενώ το ευρωκοινοβούλιο για πρώτη φορά απέρριψε, προ ημερών, την ετήσια έκθεση για τη λειτουργία της ΕΚΤ (απόφαση στην οποία καθοριστικό ρόλο έπαιξαν οι Έλληνες ευρωβουλευτές της ΝΔ).
Μέχρι τώρα η συζήτηση για οποιαδήποτε αλλαγή στην πολιτική και τη λειτουργία της ΕΚΤ ήταν «απαγορευμένο ζήτημα». Σήμερα η ΕΚΤ βρίσκεται στο στόχαστρο όλων, κι είναι δύσκολο να αποφύγει την εκ βάθρων αναθεώρηση της πολιτικής της και της λειτουργίας της, χώρια που ήδη εμφανίζονται κάποια ρήγματα στο εσωτερικό της. Αυτή η μεταστροφή του πολιτικού κλίματος και της πολιτικής δυναμικής έγινε μετά την κρίση που δημιούργησαν τα δύο αρνητικά δημοψηφίσματα.

Ο αμελητέος Κοινοτικός Προϋπολογισμός

* Δεύτερον, έχει τεθεί στο επίκεντρο της συζήτησης το ύψος και η διάρθρωση του Ευρωπαϊκού Προϋπολογισμού. Αυτό έγινε μετά από τη σύγκρουση της Γαλλίας (που ζητά να καταργηθεί η Βρετανική επιστροφή ύψους 5 δισεκατομμυρίων ευρώ ετησίως) με τη Βρετανία (που ζητά να καταργηθεί η Κοινή Αγροτική Πολιτική -ΚΑΠ, ύψους 50 δισεκατομμυρίων ευρώ, από τα οποία η Γαλλία απορροφά περί τα 10 δισεκατομμύρια ετησίως).
Μαζί, όμως, συνειδητοποιήθηκε πλέον και κάτι ακόμα: Ότι όλη αυτή η συζήτηση, για το αν η Ευρώπη πρέπει να χρηματοδοτεί «αγελάδες ή κομπιούτερς» αφορά ένα ελάχιστο μέρος του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Μπορεί αυτές οι δαπάνες να είναι σημαντικές για το ύψος του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, αλλά ο ίδιος ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός είναι αμελητέα υπόθεση - είναι μόνο το 1% του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Κι ένα σημαντικό ποσοστό (όπως π.χ. η συνολική ΚΑΠ) ενός ασήμαντου ποσοστού (όπως ο ευρωπαϊκός Προϋπολογισμός) είναι ασήμαντο ποσό. Το μισό του ενός εκατοστού είναι ασήμαντο. Ποσοστό του μισού εκατοστού (όπως το Γαλλικό μερίδιο της ΚΑΠ ή η Βρετανική επιστροφή) είναι ακόμα πιο αμελητέα υπόθεση για τα συνολικά ευρωπαϊκά δεδομένα και τις ευρωπαϊκές προοπτικές.
Αυτή τη στιγμή – κι εξαιτίας της Γαλλοβρετανικής σύγκρουσης - συνειδητοποιείται ότι η πιο κρίσιμη διαμάχη μέσα στην Ένωση αφορά λιγότερο από το μισό εκατοστό του ευρωπαϊκού ΑΕΠ. Ή μάλλον, αφορά το ένα χιλιοστό του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ (το γαλλικό μερίδιο της ΚΑΠ) και το μισό χιλιοστό του Ευρωπαϊκού ΑΕΠ (τη βρετανική επιστροφή)!
Αν τσακωνόμαστε για το πώς θα μοιράσουμε ελάχιστα χιλιοστά ή κλάσματα του χιλιοστού του συνολικού Κοινοτικού ΑΕΠ, τότε σίγουρα έχουμε χάσει το δρόμο της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης.
Ή για να το πούμε διαφορετικά, τώρα μόλις συνειδητοποιείται, ότι όπως κι αν μοιράσουμε το 1% του Κοινοτικού Προϋπολογισμού, δεν θα βγούμε από τα αδιέξοδά μας. Για να «πάρει μπρος» ξανά ο μηχανισμός της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, δεν μας χρειάζεται μόνο νέο Σύνταγμα, χρειάζεται να ξοδέψουμε πολλαπλάσια για την Ευρώπη – τουλάχιστον τα διπλάσια ή τα τριπλάσια, δηλαδή ποσοστά της τάξης του 2% ή 3%. Με πενταροδεκάρες δεν χτίζεται «το πιο φιλόδοξο πολιτικό εγχείρημα της ανθρώπινης ιστορίας». Με λιγότερα χρήματα δεν μπορούμε να επιτύχουμε περισσότερη Ευρώπη.
Κι αυτό το απλό στοιχείο, το έφεραν στην επιφάνεια η καταψήφιση του Ευρωσυντάγματος και το αδιέξοδο της Συνόδου Κορυφής του Ιουνίου.
* Τρίτον, η αποτυχία της Συνόδου Κορυφής αποκάλυψε και κάτι ακόμα: Ότι τα κράτη-μέλη έχουν χωριστεί σε δύο ομάδες: αυτά που δίνουν στον (πενιχρότατο) κοινοτικό προϋπολογισμό περισσότερα απ’ όσα παίρνουν - κι όλα τα υπόλοιπα. Τα κράτη που δίνουν περισσότερα πιέζουν για να λαμβάνουν επιστροφές (ή για να μειωθούν οι καθαρές εισφορές τους), όπως συμβαίνει με τη Βρετανία.
Αλλά η λογική αυτή οδηγεί σε πλήρη αναίρεση της πολιτικής Ολοκλήρωσης και την Ενωμένης Ευρώπης. Διότι αν είναι κάθε κράτος να παίρνει όσα δίνει, τότε για ποιο λόγο να τα δίνει; Πώς θα έχουμε αναδιανομή, όταν καθένας επιμένει να παίρνει πίσω όσα δίνει; Αν οι πλούσιοι, που μπορούν να χρηματοδοτήσουν την αναδιανομή, την αρνούνται και τα φτωχότερα μέλη, που θέλουν την αναδιανομή, δεν μπορούν να τη χρηματοδοτήσουν, τότε δεν θα υπάρξει καθόλου αναδιανομή. Άρα δεν έχει νόημα, πλέον, και ο κοινοτικός προϋπολογισμός…
Πράγματι, για ποιο λόγο να έχουμε κοινοτικό προϋπολογισμό αφού δεν δεχόμαστε την αναδιανεμητική λειτουργία; Κι αν δεν έχουμε κοινοτικό προϋπολογισμό, πως θα χρηματοδοτήσουμε την Ενωμένη Ευρώπη;

Λάθος συζήτηση για σοβαρότατο πρόβλημα

* Τέταρτον, αναδείχθηκε και σοβαρό πρόβλημα δημοσιονομικής πειθαρχίας στην Ευρώπη. Αλλά η συζήτηση που γίνεται δεν επιτρέπει να αντιμετωπιστεί αποφασιστικά. Διότι τίθεται σε λάθος σημείο και με λάθος τρόπο:
Η πραγματική δημοσιονομική σπατάλη δεν γίνεται από τον Κοινοτικό Προϋπολογισμό, που αφορά, όπως είδαμε, μόνο το 1% του Κοινοτικού ΑΕΠ, αλλά από τους εθνικούς προϋπολογισμούς των κρατών-μελών, που απορροφούν το 47% του συνολικού ΑΕΠ της Ευρώπης.
Το επόμενο σφάλμα αφορά τον τρόπο επιβολής της δημοσιονομικής πειθαρχίας: Έχει επιλεχθεί ο λάθος στόχος: τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Γιατί είναι λάθος στόχος; Διότι όταν ο δημόσιος τομέας δαπανά σε εθνική βάση κοντά στο μισό ΑΕΠ, αυτό σημαίνει ότι για να μειώσεις τα ελλείμματα (κάτω από το 3%) - ή, πολύ περισσότερο για να τα μηδενίσεις - πρέπει να αντλείς φορολογικά έσοδα κοντά στο 50% του συνολικού ΑΕΠ (για την ακρίβεια από 45% και πάνω). Αυτό σημαίνει, με τη σειρά του, ότι πρέπει να υπερφορολογείς τις ευρωπαϊκές οικονομίες.
Αυτό επιτάσσει σήμερα το περιβόητο Σύμφωνο Σταθερότητας: Να υπερφορολογήσουμε τις εθνικές οικονομίες, για να καλύψουμε τις υπερβολικές δαπάνες των εθνικών προϋπολογισμών. Όταν, όμως, υπερφορολογείς μια οικονομία τότε είναι πολύ δύσκολο να έχει ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης, επένδυση και ανταγωνιστικότητα μακροχρόνια…
Τι σημαίνει να καλύπτεις φορολογικά τις δαπάνες ενός σπάταλου δημόσιου τομέα; Σημαίνει ότι χρηματοδοτείς – και διαιωνίζεις - τις σπατάλες, δεν επιβάλεις δημοσιονομική πειθαρχία. Αν θέλεις δημοσιονομική πειθαρχία, πρέπει να μειώσεις τις δαπάνες, όχι να τις εξισορροπήσεις με φόρους.
Συνεπώς, ο τρόπος για να επιβληθεί δημοσιονομική πειθαρχία μακροχρόνια – και πράγματι την έχει ανάγκη η Ευρώπη, περισσότερο απ’ όσο φανταζόμαστε – είναι να μειωθούν οι δαπάνες των εθνικών προϋπολογισμών, από το 47% στο 36%, μέσα σε μια δεκαετία ως δεκαπενταετία.
Προσέξτε: ήδη με απλά στοιχεία και με απλή λογική κάναμε δύο ανατρεπτικές τομές, στην «ορθοδοξία» περί οικονομικής πολιτικής που επικρατεί στα κοινοτικά όργανα: Πρώτον, πηγή της σπατάλης δεν είναι ο κοινοτικός προϋπολογισμός, αλλά οι εθνικοί προϋπολογισμοί. Και δεύτερον, η δημοσιονομική πειθαρχία επιβάλλεται αποτελεσματικά αν μειώσουμε μακροχρόνια τις δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ, όχι αν προσπαθούμε κάθε χρόνο να περιορίσουμε το ετήσιο δημοσιονομικό έλλειμμα. Κι αυτό το συμπέρασμα σημαίνει, ότι πρέπει να αναθεωρήσουμε εκ βάθρων το Σύμφωνο Σταθερότητας, που μόλις τον περασμένο Μάρτιο το χαλαρώσαμε κάπως, διότι αποδείχθηκε ανέφικτο – κι ανεφάρμοστο.

Μια στρατηγική Ανάπτυξης

Προσέξτε κι ένα τελευταίο συμπέρασμα που είναι και το πιο ανατρεπτικό: Ότι μπορούμε σταδιακά να μειώσουμε τις εθνικές δαπάνες (από 47 στο 35%) και να αυξήσουμε γενναιόδωρα τις κοινοτικές δαπάνες (από το 1 στο 3%), ενώ συνολικά ο δημόσιος τομέας εξυγιαίνεται δραστικά, καθώς υποχωρεί από το 48 στο 38%.
Για να επιτύχει κανείς μια τέτοια μεταρρύθμιση χρειάζεται δύο πράγματα: Πρώτον να βγουν οι οικονομίες τις Ευρώπης από την χρόνια ύφεση και δεύτερον, να μπουν σε μια μακροχρόνια περίοδο ανάπτυξης με μέσο ρυθμό 3% ετησίως τουλάχιστον.
Για να επιτύχουμε το πρώτο – να βγουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες από τη στασιμότητα – χρειάζεται να πιεστεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ρίξει τα επιτόκιά της τόσο (και για τόσο χρόνο), όσο χρειάζεται για να υπάρξει ανάκαμψη. Και μαζί να αφεθεί το ευρώ να υποχωρήσει αρκετά, ώστε να υπάρξει άμεση ενίσχυση των ευρωπαϊκών εξαγωγών, ώστε να επισπευσθεί η ανάκαμψη. Αν αυτό σημαίνει, ταυτόχρονα, ότι θα επιταχυνθεί ο μέσος ευρωπαϊκός πληθωρισμός από το 1,9% στο 3%, δεν πειράζει. Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε μεταξύ μας και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ότι προτιμούμε μια μονάδα περισσότερο πληθωρισμό προκειμένου να επιτύχουμε 5 μονάδες λιγότερη ανεργία. Έτσι απλά…
Επίσης, αφότου ξεκινήσει η ανάκαμψη, η πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πρέπει να αλλάξει φιλοσοφία νομισματικής πολιτικής: να εγκαταλείψει το σημερινό άκαμπτο μονεταρισμό της και να υιοθετήσει την λογική του Κεϋνσιανού fine tuning: δηλαδή να αυξάνει την προσφορά χρήματος (ή να μειώνει τα επιτόκια) για να βγάλει την οικονομία από την ύφεση και στη συνέχεια να μειώνει σταδιακά την προσφορά χρήματος (ή να αυξάνει τα επιτόκια), για να ελέγξει τους ρυθμούς της ανάκαμψης. Να κάνει δηλαδή αυτό ακριβώς που κάνει η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ ή της Βρετανίας, με πολύ επιτυχή αποτελέσματα.
Εφ’ όσον επιτύχουμε τέτοια ανάκαμψη, τότε είναι ευκολότερο να αρχίσουμε σταδιακά να μειώνουμε τις δημόσιες δαπάνες των εθνικών προϋπολογισμών:
-- Πρώτον, διότι ταχύτεροι ρυθμοί ανάπτυξης θα επιτρέψουν ταχύτερη αποπληρωμή του δημόσιου χρέους. Αυτό όμως θα κόψει 3 –4% ποσοστιαίες μονάδες από τις δημόσιες δαπάνες σε μια περίοδο δεκαετίας περίπου. Διότι σημαντικό μέρος των δημοσίων δαπανών πηγαίνει σήμερα σε εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους.
-- Δεύτερον, ακόμα κι αν συνεχίσουν να αυξάνονται οι δημόσιες δαπάνες από χρόνο σε χρόνο, αν το ΑΕΠ αυξάνει ταχύτερα (λόγω επιτάχυνσης των αναπτυξιακών ρυθμών), τότε οι δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ μπορούν να υποχωρήσουν επίσης 3-4% μέσα σε μια δεκαετία.
Πράγμα που σημαίνει ότι πάνω από την μισή μείωση των εθνικών δαπανών που έχουμε θέσει ως στόχο δεκαπενταετίας (7 από τις 12 ποσοστιαίες μονάδες) μπορούμε άνετα να την επιτύχουμε μέσα σε δέκα χρόνια, απλώς ως αποτέλεσμα μιας ταχύτερης ανάπτυξης. Το υπόλοιπο μπορούμε να το επιτύχουμε με σταδιακά μείωση της δημόσιας σπατάλης. Και μη πει κανείς ότι δεν μπορούμε να μειώσουμε στην Ευρώπη τη δημόσια σπατάλη κατά 3% μέσα σε δεκαπέντε χρόνια…
Συνεπώς, όλα τα ανωτέρω είναι οικονομικά πραγματοποιήσιμα και πολιτικά εφικτά.

Συνολική στρατηγική για την Ευρώπη

Αρκεί να πραγματοποιήσουμε τρεις καίριες αλλαγές σήμερα:
-- Να αλλάξουμε δραστικά την πολιτική και τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
-- Να διπλασιάσουμε τους Κοινοτικούς πόρους μέσα σε μια επταετία (και να τους τριπλασιάσουμε μέσα σε μια δεκαπενταετία), ώστε να δώσουμε νέα ώθηση στην πολιτική ενοποίηση. Εγκαταλείποντας ταυτόχρονα και τους αδιέξοδους συμψηφισμούς: πόσα δίνει και πόσα παίρνει κάθε κράτος-μέλος. Το μόνο κριτήριο των κοινοτικών δαπανών είναι να μεγιστοποιείται η προστιθέμενη αξία κάθε ευρώ που δαπανάται από τον κοινοτικό προϋπολογισμό (σε σχέση με τους εθνικούς προϋπολογισμούς).
-- Και τρίτον, να μειώσουμε κατά το ένα τέταρτο περίπου τις δαπάνες των εθνικών προϋπολογισμών σε μια δεκαπενταετία.
Έτσι θα έχουμε περισσότερη Ευρώπη, περισσότερη δημοσιονομική πειθαρχία και περισσότερη ανάπτυξη.
Αυτά τα τρία σκέλη αποτελούν τον κορμό μια ενιαίας στρατηγικής, που έχει ήδη προτείνει ο ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Αντώνης Σαμαράς.
Το αξιοσημείωτο είναι ότι διαφορετικά σκέλη αυτής της στρατηγικής βρίσκουν στήριξη από διαφορετικές πλευρές του ευρωπαϊκού πολιτικού φάσματος:
-- Για παράδειγμα, οι Σοσιαλιστές υποστηρίζουν το πρώτο σκέλος (για δραστική αλλαγή πολιτικής της ΕΚΤ) και το δεύτερο (για αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού), αλλά όχι το τρίτο (για δραστική μείωση των εθνικών δαπανών).
-- Οι Συντηρητικοί υποστηρίζουν ενθέρμως το τρίτο σκέλος πολιτικής (μείωση των εθνικών δαπανών), αλλά όχι την αλλαγή του Συμφώνου Σταθερότητας, ούτε το δεύτερο σκέλος (αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού).
-- Οι Φεντεραλιστές υποστηρίζουν ενθέρμως το δεύτερο σκέλος (γενναία αύξηση του κοινοτικού προϋπολογισμού) και με επιφύλαξη το τρίτο (μείωση των εθνικών δαπανών). Αν και ορισμένοι αντίπαλοι των φεντεραλιστών μπορούν κι αυτοί να δεχθούν το τρίτο σκέλος, αφού διατηρεί την πρωτοκαθεδρία των εθνικών κρατών.
Έτσι, δημιουργούνται προϋποθέσεις για να περάσει ολόκληρη η στρατηγική αυτή, με τμηματικές στηρίξεις από διαφορετικές πλευρές του πολιτικού φάσματος. Μόνο που αυτό απαιτεί πολιτικές συγκλίσεις εθνικών κυβερνήσεων. Πράγμα που δεν έχει συμβεί ακόμα. Αλλά η φορά των πραγμάτων και η πίεση των γεγονότων προς τα εκεί σπρώχνουν…
Η συζήτηση άνοιξε, τα «ταμπού» έπεσαν, τα πραγματικά προβλήματα αναδείχθηκαν, το ίδιο και οι εφικτές λύσεις τους - καθώς και η ευκαιρίες για συγκλίσεις που θα επιτρέψουν να ξεπεράσουμε το έλλειμμα ηγεσίας που έχει η Ευρώπη σήμερα. Δεν μένει παρά να αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες αυτές. Πράγμα όχι εύκολο. Αλλά περισσότερο πιθανό, από οποιαδήποτε άλλη φορά στο πρόσφατο ευρωπαϊκό παρελθόν…



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου