«ΠΕΣΣΙΜΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΘΑΡΡΟΣ»
Άρθρο του Αλμπέρ Καμύ
COMBAT, 3 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1944
Σημείωμα του μεταφραστή: ο George Adam με άρθρο του (“Les Lettres Françaises”, 7/10/1944) είχε την άποψη ότι ο πόθος της Αντιγόνης περί αγνότητος την έκανε να μισεί τους άνδρες και την ζωή και, άρα, να υποστηρίζει την αυτοκτονία. Ο Georges Rabeau (“L’ Aube”, 21/10/1944) συνέχισε την συζήτηση, στρεφόμενος κατά του Ναζισμού, του Νιτσεϊσμού, της φιλοσοφίας του μηδενισμού και της απόγνωσης των Χάηϊντέγκερ-Σαρτρ, υποστηρίζοντας ότι την φυτεύουν στο γαλλικό έδαφος. Η απάντηση αυτή, πάντως, συνδέεται με τους διαξιφισμούς Albert Camus-Francois Mauriac το ίδιο ακριβώς διάστημα για θέματα Χριστιανισμού και Αντίστασης.
Μετάφραση: Χρήστου Π. Παπαχριστόπουλου
Copyright: Christos P. Papachristopoulos
Εδώ και λίγον καιρό, έχουν κάνει την εμφάνισή τους άρθρα για έργα τα οποία υποτίθεται πως είναι πεσσιμιστικά και, επομένως, θεωρείται πως οδηγούν ευθέως στην πιο δειλή από όλες τις μορφές δουλοπρέπειας και υποταγής. Η αιτιολόγηση σε αυτήν την επιχειρηματολογία είναι απλή και στοιχειώδης.
Μια πεσσιμιστική φιλοσοφία είναι από την ίδια της την ουσία μια φιλοσοφία αποθάρρυνσης και εκείνοι που δεν πιστεύουν πως ο κόσμος είναι καλός θεωρούνται, άρα, πως είναι πρόθυμοι να υπηρετούν την τυραννία.
Το πιο πεσσιμιστικό από τα άρθρα αυτά, επειδή υπήρξε το πιο καλό, ήταν αυτό του κ. George Adam για “Les Lettres Français”. Ο κ. Georges Rabeau σε ένα από τα πρόσφατα τεύχη του περιοδικού “L’ Aube” απευθύνει την ίδια κατηγορία κάτω από τον απαράδεκτο τίτλο «ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΕ Ο ΝΑΖΙΣΜΟΣ;».
Βλέπω μονάχα έναν τρόπο για να αντικρούσω μιαν τέτοιαν εκστρατεία, ο οποίος είναι να απαντήσω ευθέως. Αν και το πρόβλημα πάει πέρα από μένα, αν και στοχεύει στον Μαλρώ, στον Σαρτρ και σε ελάχιστους άλλους πιο σημαντικούς από εμένα, θα μου φαινόταν καθαρή υποκρισία να μην μιλήσω εν ονόματί μου και για λογαριασμό μου.
Ωστόσο, δεν θα επιμείνω στην βάση του επιχειρήματος.
Η ιδέα ότι μια πεσσιμιστική φιλοσοφία είναι απαραιτήτως μια φιλοσοφία αποθάρρυνσης αποτελεί μιαν ιδέα παιδαριώδη η οποία, όμως, απαιτεί μιαν αρκετά εκτεταμένη διάψευση. Θα μιλήσω μόνο για την μέθοδο σκέψης που ενέπνευσε τα άρθρα αυτά.
Επιτρέψτε μου να πω αμέσως ότι αυτή η μέθοδος δεν έχει την προθυμία να λαμβάνει υπ’ όψιν της τα γεγονότα. Οι συγγραφείς που βρίσκονται στο στόχαστρο των άρθρων έχουν αποδείξει, όσο καλύτερα μπορούσαν, ότι –αν και στερούνταν φιλοσοφικού οπτιμισμού– τουλάχιστον το καθήκον του ανθρώπου δεν τους ήταν ξένο. Εξ ου και ένας αντικειμενικός στοχαστής θα ήταν πρόθυμος να πει ότι μια αρνητική φιλοσοφία δεν ήταν ασυμβίβαστη στην πραγματικότητα με μιαν ηθική ελευθερίας και θάρρους. Ένας τέτοιος στοχαστής δεν θα έβλεπε εδώ τίποτε άλλο παρά από μιαν ευκαιρία να μάθει κάτι για την ανθρώπινη ψυχή. Αυτός ο αντικειμενικός στοχαστής θα είχε δίκιο.
Διότι η συνύπαρξη, σε ορισμένα πνεύματα, μιας φιλοσοφίας άρνησης και μιας θετικής ηθικής φωτίζει στην πραγματικότητα το μεγάλο πρόβλημα που ταλανίζει οδυνηρά ολόκληρην την εποχή.
Κοντολογίς, πρόκειται για ένα πρόβλημα πολιτισμού και είναι ουσιώδες για εμάς να μάθουμε εάν ο άνθρωπος –δίχως την βοήθεια είτε της σκέψης της αιωνιότητας είτε της σκέψης της εκλογίκευσης– μπορεί αβοήθητος να δημιουργήσει τις δικές του αξίες.
Μια τέτοια δέσμευση μας υπερβαίνει όλους ανυπερθέτως.
Το λέω αυτό διότι το πιστεύω: η Γαλλία και η Ευρώπη πρέπει τώρα να δημιουργήσουν έναν νέον πολιτισμό ή, διαφορετικά, θα καταστραφούν.
Οι πολιτισμοί, όμως, δεν χτίζονται δέρνοντας τους ανθρώπους στα χέρια. Χτίζονται με την αντιπαράθεση των ιδεών, με το αίμα του πνεύματος, με τα βάσανα και το κουράγιο.
Δεν μπορεί αντιλήψεις που ανήκουν τις τελευταίες εκατονταετίες στην Ευρώπη να κρίνονται στο ανοιγόκλεισμα των βλεφάρων στο “L’ Aube” από έναν αρθρογράφο ο οποίος αποδίδει στον Νίτσε μια δίψα για ηδονή και στον Χάηϊντέγκερ την αντίληψη ότι η ύπαρξη είναι άχρηστη.
Δεν συμπαθώ και πολύ την τόσο φημισμένην υπαρξιακή φιλοσοφία και –για να πω την αλήθεια– θεωρώ τα πορίσματά της λανθασμένα. Τουλάχιστον, όμως, αντιπροσωπεύει μιαν μεγάλη περιπέτεια της σκέψης και είναι δύσκολο να την βλέπεις να υπόκειται από τον κ. Rabeau στην κρίση του πιο κοντόφθαλμου κομφορμισμού.
Στην πραγματικότητα, τέτοιες αντιλήψεις και τέτοιες δεσμεύσεις δεν κρίνονται αυτήν την στιγμή σύμφωνα με τους κανόνες της αντικειμενικότητας.
Κρίνονται όχι σύμφωνα με τα γεγονότα αλλά σύμφωνα με ένα δόγμα.
Οι Κομμουνιστές και οι Χριστιανοί σύντροφοί μας –μας μιλούν από την πλεονεκτική θέση των δογμάτων που σεβόμαστε. Τα δόγματα και οι διδασκαλίες τους δεν είναι δικές μας αλλά ποτέ δεν σκεφθήκαμε να μιλήσουμε για αυτές με τον τόνο που μόλις χρησιμοποίησαν απέναντί μας και με την βεβαιότητα που επιδεικνύουν.
Ας υπακούσουμε, τότε –στην έκταση που αυτό είναι εφικτό– κι ας ακολουθήσουμε την δική μας εμπειρία και την δική μας σκέψη.
Ο κ. Rabeau μας κατηγορεί επειδή έχουμε αποκτήσει ως ακροατήριο κοινό. Πιστεύω ότι αυτό είναι υπερβολή. Όμως, αυτό που είναι τουλάχιστον αλήθεια είναι τούτο: Η αεικινησία που μας διακατέχει ανήκει σε μιαν ολόκληρη εποχή από την οποία δεν θέλουμε να αποξενωθούμε. Θέλουμε να σκεφτόμαστε και να ζούμε στην Ιστορία μας.
Πιστεύουμε ότι η αλήθεια αυτής της εποχής μπορεί να βρεθεί μόνον περνώντας και επιβιώνοντας την ζωή μέσα από το δράμα της εποχής έως το ολοκληρωτικό τέλος.
Αν η εποχή υποφέρει από μηδενισμό, δεν μπορούμε να παραμένουμε αδαείς για τον μηδενισμό και –παρ’ όλ’ αυτά– να αποκτήσουμε τον ηθικό κώδικα που χρειαζόμαστε.
Όχι, δεν συνοψίζονται όλα στην άρνηση και στο παράλογο. Το γνωρίζουμε αυτό. Πρέπει, όμως, πρώτα να εκθέσουμε την άρνηση και το παράλογο διότι αποτελούν ό,τι αντιμετώπισε η γενιά μας και ό,τι πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν και να συνυπολογίσουμε.
Οι άνθρωποι που κατηγορούνται στα άρθρα αυτά επιχειρούν με αφοσίωση τόσο στο έργο τους όσο και στην ζωή τους να λύσουν αυτό το πρόβλημα.
Είναι τόσο δύσκολο, άραγε, να συνειδητοποιηθεί ότι δεν μπορεί κανείς να διευθετεί μέσα σε λίγες γραμμές ένα ζήτημα για το οποίο άλλοι, που αφιερώνουν εντελώς τον εαυτό τους σε αυτό μέσα, δεν είναι σίγουροι πως έχουν επιλύσει;
Δεν μπορεί να τους παραχωρηθεί η υπομονή που αναγνωρίζεται σε κάθεν ειλικρινή δέσμευση;
Δεν μπορεί να τους απευθύνεται κανείς με περισσότερην ταπεινοφροσύνη;
Θα ολοκληρώσω εδώ αυτήν την διαμαρτυρία. Ελπίζω πως υπήρξα εγκρατής. Θα ήθελα, όμως, να γίνει αισθητή η αγανάκτησή μου.
Η αντικειμενική κριτική είναι το καλύτερο πράγμα, κατά την γνώμη μου, και δεν μπορώ να έχω αντίρρηση όταν κάποιος λέει ότι ένα έργο είναι κακό ή ότι μια φιλοσοφία δεν είναι σωστή ως προς το πεπρωμένο, το γραφτό, του ανθρώπου.
Πρέπει, όμως, οι συγγραφείς να μπορούν να απαντούν για τα γραπτά τους.
Αυτό τους εξαναγκάζει να σκέφτονται –και όλοι έχουμε μια τρομερήν ανάγκη να σκεφτόμαστε.
Όμως, το να αντλεί κανείς από αυτές τις αρχές ετυμηγορίες και κρίσεις ως προς την προδιάθεση αυτού ή εκείνου του στοχαστή απέναντι στην δουλεία –ειδικά όταν έχει τεκμήρια περί του αντιθέτου– και το να συμπεραίνει ότι αυτή ή εκείνη η γραμμή σκέψεως πρέπει απαραίτητα να οδηγεί στον Ναζισμό, υπονοεί μια θεώρηση για τον άνθρωπο της οποίας τα ποιοτικά χαρακτηριστικά προτιμώ να μην τα προδιαγράψω και αποτελεί μιαν πολύ απαξιωτικήν απόδειξη για τα ηθικά πλεονεκτήματα της οπτιμιστικής φιλοσοφίας.
ALBERT CAMUS
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου