*όπου ''Ενός'' στα αρχαία ελληνικά σημαίνει ''άνθρωπος''. Έν=Ένα=One=Ο.Ν.Ε.=Ο.Η.Ε=UN=Γυνή=Οίνος=Venus/Αφροδίτη.

Η ''Πλειοψηφία του Ενός'' δεν αναφέρεται μόνο στο γεγονός ότι στην ζυγαριά της οικονομίας οι πολλοί βουλιάζουν και ο ένας διασώζεται αλλά, επιπροσθέτως, σημαίνει ότι αυτός ο ένας (1) άνθρωπος διασώζει κυρία και έλκει το πλοίο της κυβέρνησης, τον κύβο που ερρίφθη και βυθίζεται (όπως ακριβώς σε μιαν ζυγαριά όπου η μάζα των πολλών χάνεται λόγω του βάρους). Η βάση της ερευνητικής μεθόδου στηρίζεται στην διαδικασία λήψης αποφάσεων κατά πλειοψηφία και την έκδοση αποτελεσμάτων μετρήσεων, ερευνών, ψηφοφορίας, εκλογής στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια και στις Συνόδους Κορυφής της Ε.Κ. που διασώζουν μιαν χώρα -άνευ δικαιώματος αρνησικυρίας (βέτο)- από την ανισορροπία του Δημοσίου και από το “φούντο” του ταμείου της, δηλ. το Δ.Ν.Τ., με βάση τον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος και το εσωτερικό δίκτυο INNERNET πληρωμής της εργασίας των Ελλήνων κατ' οίκον: είναι το μοναδικό οικονομικό και τραπεζικό σύστημα στον κόσμο που λειτουργεί ως ραδιο-τηλεοπτικό κανάλι θετικών ειδήσεων και νέων μέσω προγραμμάτων και ταινιών με σκοπό την επικοινωνία με το κοινό. Αφενός χρησιμεύει ως Τράπεζα (Data Bank) πληροφοριών, δεδομένων και αίματος με προσωπική περιουσία 300 τρις Φοινίκων και αφετέρου βασίζεται στους θεσμούς της Ελεύθερης Οικονομίας ("Free Market"), στην απόλυτη τραπεζική πίστη, στο επιτόκιο Labor και στο ελληνικό νόμισμα οίκου (I.Q., συμβολική ονομασία για τον Φοίνικα, ο οποίος είναι το νόμισμα των Ελλήνων που αγαπούν την πατρίδα τους, που γνωρίζουν επαρκώς αρχαία και νέα Ελληνικά, Λατινικά, Αγγλικά, Γαλλικά κ.τ.λ., αγαπούν την έντεχνη μουσική, ελληνική και ξένη, και την ίδια την Τέχνη ενώ, με βάση την κατά κεφαλήν καλλιέργεια του Α.Ε.Π. αποτελεί την πλέον ανθούσα οικονομία στην Ευρώπη). Πρόκειται για μιαν νομισματική μονάδα που χαμηλότερη από αυτήν στον κόσμο σε αξία πλούτου δεν υπάρχει διότι πρωτίστως η νοημοσύνη και το νόμισμα των πολιτών που την χρησιμοποιούν δεν υποτιμάται ΠΟΤΕ: ειδικότερα, στηρίζεται στο νόμισμα της Αναγέννησης -ο Φοίνιξ- με βάση την ρήτρα E.C.U., δηλαδή 1 Φοίνιξ=3 Δολλάρια ενώ το Ευρώ υπολογίζεται με βάση τις συναλλαγματικές ισοτιμίες των υπολοίπων νομισμάτων με βάση το E.C.U., το E.C.U. όμως υπολογίζεται ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ!

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

''Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΓΙΑ ΕΝΑ ΝΕΟ ΠΙΣΤΕΥΩ" - ΚΛΑΟΥΣ ΜΑΝΝ

Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ ΓΙΑ ΕΝΑ ΝΕΟ «ΠΙΣΤΕΥΩ-CREDO»
ΚΛΑΟΥΣ ΜΑΝΝ
Μετάφραση: Χρήστου Π. Παπαχριστόπουλου
Copyright: Christos P. Papachristopoulos
Σημείωμα του μεταφραστή: Πρόκειται για το τελευταίο κείμενο του Γερμανοεβραίου συγγραφέα και δημοσιογράφου, γιου του Τόμας Μανν. Ο Κλάους Μανν απεπειράθη να αυτοκτονήσει στις 11/7/1948 στην Καλιφόρνια των Η.Π.Α. Κατόπιν, τον Σεπτέμβριο 1948 ο Αμερικανός Γκάρυ Νταίηβις ανακηρύχθηκε «Πολίτης του Κόσμου» στο Palais de Chaillot της Νέας Υόρκης, στηρίχθηκε από την εφημερίδα “COMBAT” του Αλμπέρ Καμύ με υπογραφές 500 διαννοουμένων, συγγραφέων και δημοσιογράφων και –με αίτημα για την δημιουργία Παγκόσμιας Κυβέρνησης των Σοφώνσυνελήφθη στις 19/11/1948 από το Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε. (βλ. το θεατρικό έργο «ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΥΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑΣ», 19/11/1948 και τις διαλέξεις στο Αμφιθέατρο Νόμπελ στην Σουηδία «ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙΝ», «Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΟΧΗΜΑ ΤΟΥ»-μεταφράσεις Χρήστου Π. Παπαχριστόπουλου). Ακολούθησε, τελικά, η αυτοκτονία του Κλάους Μανν στις 21/5/1949 στις Κάννες της Γαλλίας. Ο τελευταίος που τον είδε ζωντανό ήταν ο εκδότης του περιοδικού «ΜΗΔΕΝ-Zero» Θεμιστοκλής Χοέτης. Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 1949 στο περιοδικό «ΑΥΡΙΟ-Tomorrow», τόμος VIII, Νο.10
«…Κάθε εποχή ένα όνειρο που πεθαίνει ή ένα όνειρο που γεννιέται»
Η αρνητική οικονομική κατάσταση της Ευρώπης διορθώνεται με αργούς ρυθμούς μόλις μια τετραετία ύστερα
από την Ημέρα της Νίκης των Συμμάχων, εν μέρει χάρη στην γενναιόδωρη Αμερικανική βοήθεια –ωστόσο,
τί θα έλεγε κανείς αναφορικά με το διανοητικό δίλημμα που αντιμετωπίζουν όλοι οι σκεπτόμενοι,
από την Μεγάλη Βρεττανία ως και τις χώρες πέραν του Σιδηρού Παραπετάσματος;
Έχω ταξιδέψει εκτεταμένα σε όλην την Ευρώπη από το τέλος του πολέμου ως σήμερα, συζητώ με καλλιτέχνες,
λόγιους, διασημότητες και λαμπρούς νέους σε αμφότερα τα στρατόπεδα Δύσης και Ανατολής: αποτελούν
μιαν προβληματισμένη και ανασφαλή λέσχη αυτοί οι Ευρωπαίοι διανοούμενοι, διαιρεμένοι καθώς βρίσκονται
όχι μόνον εξαιτίας της διπλωματικής διένεξης μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Ρωσίας
αλλά, επιπλέον, επειδή στέκονται αναποφάσιστοι απέναντι στον πόλεμο των ιδεών
που έχει ξεσπάσει με σφοδρότητα σε όλη την Ευρωπαϊκήν ήπειρο.
Τί σκέπτονται, άραγε, οι Ευρωπαίοι διανοούμενοι την άνοιξη του 1949;
Σε ποια κατεύθυνση θα στραφεί η πίστη τους, ειδικά αυτών που ενδιαφέρονται για μια γόνιμη ανταλλαγή ιδεών
ύστερα από όσα ενημερωτικά έμαθαν για τις περίεργες δραστηριότητες που ανέπτυξαν τον προηγούμενο Μάρτιο
στην Νέα Υόρκη οι δύο αντιτιθέμενες ομάδες διανοουμένων: η Σύνοδος του Πολιτιστικού και Επιστημονικού
Κογκρέσσου για την Παγκόσμια Ειρήνη και η Διάσκεψη των Αμερικανών για την Ελευθερία της Σκέψης;
Την άνοιξη του 1949 οι Ευρωπαίοι διανοούμενοι επανεξετάζουν και θέτουν υπό αμφισβήτηση τις παραδοσιακές
αντιλήψεις τους, θεωρώντας τες ανεπαρκείς να απαντήσουν στα ερωτήματά τους με βεβαιότητα.
Είναι τόσο πολλά τα εμπνευσμένα συνθήματα και τα σλόγκαν που κάποτε έπειθαν και τώρα βρίσκονται κενά
περιεχομένου! Ο ευρωπαϊκός αέρας μολύνθηκε από ψεύτικα «ΠΙΣΤΕΥΩ», από αντικρουόμενα επιχειρήματα,
από βίαιες κατηγόριες.
Πλήθος φωνών υψώνεται στο Παρίσι και στο Λονδίνο, στην Πράγα και στις Βρυξέλλες αλλά και στην Κοπεγχάγη
δίχως, όμως, να διεξάγεται συντονισμένος διάλογος με σκοπό να τροφοδοτήσει την μάζα των διανοουμένων
με μια σταθερή βάση ώστε να αναπτύξουν και να συνδυάσουν αρμονικά τα φρονήματα και την δράση τους.
Οι ακραίοι, εξτρεμιστές αριστεροί ωρύονται υπέρ της πλήρους κοινωνικοποίησης των μέσων παραγωγής.
Οι φλογεροί εθνικιστές χτυπούν τα στήθη τους, πιστεύοντας πως –εάν είχαν την ευκαιρία– οι δικές τους χώρες
θα μπορούσαν να σώσουν τον κόσμο.
Οι απόστολοι της επιστήμης εστιάζουν στην τεχνική πρόοδο σαν μέσο σωτηρίας ενώ οι εχθροί της επιστήμης
αντιτίθενται στην τεχνολογική εξέλιξη, θεωρώντας την ως τον πρωταρχικό εχθρό της κουλτούρας και του πνευματικού πολιτισμού.
Οι παθιασμένοι Καθολικοί υποδεικνύουν την Ρώμη και την πνευματική της πρωτοκαθεδρία ως την απάντηση.
Και οι θιασώτες του αμερικανικού φρονήματος αντιπαρατάσσονται σχεδόν καθημερινά στους υποστηρικτές
του Στάλιν, χωρίς να επιλύουν τίποτε.
Αντιθέτως, για τον ταξιδιώτη από την Αμερική αυξάνεται η νοητική σύγχυση που αντικρύζει
και ο προβληματισμός που διακρίνει να διαγράφονται σε κάθε πρόσωπο στις ευρωπαϊκές λεωφόρους.
Πολλοί τρομαγμένοι και ανήσυχοι Ευρωπαίοι για να ανακουφιστούν από την νοητική τους ασθένεια
επιχειρούν να αντλήσουν φυσική ικανοποίηση από τα αρχαία γραπτά ντοκουμέντα του Ινδουϊσμού,
από τα χειρόγραφα του Λένιν, από την Βίβλο, από την υπαρξιστική φιλοσοφία του Ζαν-Πωλ Σαρτρ.
Άλλοι μηρυκάζουν τις τελευταίες επίσημες διακηρύξεις του Ρουμάνου κομμουνιστή ηγέτη Ana Pauker
ή του Άϊνσταϊν ή του στρατηγού Ντε Γκολ ή αυτού του νέου φαινομένου στην Ευρώπη –αν και γεννημένου
στην Αμερική– του κοσμοπολίτη Γκάρυ Νταίηβις.
Εξάλλου, κάποιοι άλλοι βρίσκουν τις λύσεις που ζητούν στην φιλοσοφία του Χάηϊντέγκερ ή του Γιουνγκ
ή αναμασούν με ηδονική ευχαρίστηση (που φθάνει ως την αυτολύπηση) τα λόγια του έξοχου Ευρωπαίου
Πωλ Βαλερύ, ο οποίος δήλωσε επισήμως: «Η Ευρώπη είναι τελειωμένη-LEurope est finie»!
Οι Ευρωπαίοι μιλούν υπερβολικά για τον Κάφκα, το σεξ, τον πόλεμο και τις αλυσιδωτές πυρηνικές αντιδράσεις,
το ίδιο όπως και στην Αμερική… όμως, σε αντίθεση με τους Αμερικάνους που έχουν αρκετά χρήματα για να φάνε
και έχουν πειθαναγκαστεί να κρατιούνται απασχολημένοι με την εκπορνευμένη καταναλωτική τους αισιοδοξία,
οι Ευρωπαίοι μιλούν επιπλέον για την Απελπισία, την «αρρωστημένη έως θανάτου» Απελπισία
–όπως την κάλεσε ο Κίρκεγκαρντ.
Κι αν οι Ευρωπαίοι διανοούμενοι έχουν χάσει το κουράγιο τους και είναι υπερβολικά αδύναμοι
για να αντιμετωπίσουν και να ξεπεράσουν τις επώδυνες δοκιμασίες;
Κι αν αποτύχουν, αν προδώσουν την αποστολή τους;
Εις εξ αυτών, ο Γάλλος συγγραφεάς Julien Benda, αυτοκαταγγέλθηκε ως ένοχος για εσχάτη προδοσία…
και οι Ευρωπαίοι διανοούμενοι θα φέρνουν στο εξής στην μνήμη τους τον παγιωμένο τύπο της φόρμουλας Benda:
την «Προδοσία των Διανοουμένων-La Trahison des Clercs».
Η γαλλική λέξη «clerc» –όπως και η αγγλική αρχαϊκή λέξη «clerk» – μπορεί να έχει την έννοια ενός ιερέα
του κλήρου καθώς επίσης να σημαίνει έναν μη κληρικό, επιφορτισμένο με ελάσσονα εκκλησιαστικά καθήκοντα
ή να υποννοεί έναν λόγιο ή απλά να εννοεί ένα άτομο ικανό για ανάγνωση και γραφή.
Με την συγκεκριμένη χρήση του όρου «les clercs», ο Γάλλος συγγραφέας υπαινίσσεται ευκρινώς
ότι η θέση του διανοούμενου στον σύγχρονο κόσμο μπορεί να συγκριθεί με την θέση που προηγουμένως
κατείχε το ιερατείο.
Σε καιρούς αναμφισβήτητης κυριαρχίας της θρησκευτικής εξουσίας ο διανοούμενος
δεν επιτελεί καμιάν απολύτως Λειτουργία, δεν έχει κανένα «δικαίωμα ύπαρξης-raison detre».
Μόνο όταν οι ιερείς χάνουν τον έλεγχο, τότε αναλαμβάνουν τα ανεξάρτητα μυαλά με κριτική σκέψη.
Αυτό ακριβώς συνέβη στην Ελλάδα και στην Ρώμη, ύστερα από την εκθρόνιση των Θεών του Ολύμπου
(ο Σωκράτης, ο ύψιστος αμφισβητίας και διαλέκτικός, υπήρξε Διαννοούμενος
με την πλέον απαιτητική, με την πιο ευγενικήν έννοια της λέξεως).
Τούτο επαναλήφθηκε στην περίοδο της Αναγεννήσεως που ακολούθησε τον Μεσαίωνα.
Και στους ανθρωπιστές του 14ου και 15ου αιώνα, συνειδητά και υπερήφανα απελευθερωμένους
από τις ιερατικές διδαχές, μπορεί να αποδοθεί η πατρότητα του όρου «ΔΙΑΝΟΗΣΗ» και να αναγνωριστούν
ως οι θεμελιωτές της σύγχρονης ιντελλιγκέντσια.
Ο διαννοούμενος του Σήμερα, συνεπώς, έχει κάτι από την φύση ενός ερασιτέχνη ιερέα,
στον βαθμό που και αυτός με παρόμοιον τρόπο ενδιαφέρεται πρωτίστως για τις πνευματικές αξίες
–όχι για την υλιστικήν επιτυχία.
Ο διαννοούμενος, όπως και ο κληρικός, θεωρείται πως έχει χρέος να κρίνει την ζωή και την κοινωνία
σύμφωνα με συγκεκριμένα ιδανικά και όχι από μια καθαρά ωφελιμιστική ή «ρεαλιστική» οπτική γωνία αντίληψης.
Ωστόσο, ενώ ο κληρικός μπορεί να βασιστεί σε ένα δεδομένο ηθικό και μεταφυσικό σύστημα,
ο διαννοούμενος –ακριβώς επειδή ανήκει σε μια ράτσα εξερευνητών και αιρετικών
που δεν συμβιβάζονται με τις καθιερωμένες συμβάσεις– πρέπει να ανακαλύψει τον προσωπικό του
ηθικό κώδικα, την δική του αλήθεια και το ατομικό του Ευαγγέλιο.
Ο πραγματικός διαννοούμενος δεν δέχεται τίποτα ως δεδομένο. Αμφισβητεί τα πάντα.
Το κύριο χαρακτηριστικό του είναι μια απεριόριστη περιέργεια και επιθυμία γνώσης.
Είναι ερωτευμένος με τις νεωτερικές ιδέες και με τις επικίνδυνες εμπειρίες.
Σε αντίθεση με τον κληρικό που απολαμβάνει την καθοδήγηση και την προστασία μιας πανίσχυρης ιεραρχίας,
ο διαννοούμενος κρατά στα χέρια του μιαν αβέβαιη ζωή περιπλανώμενου νομάδα
–κάθε μέρα μια καινούργια περιπέτεια, ένα καινοτόμο πείραμα, μια νέα πρόκληση.
Όσο ανεξάρτητος κι αν είναι ο ιδανικός διαννοούμενος, πρέπει όμως να παραμείνει πιστός σε καθορισμένους,
βασικούς τύπους συμπεριφοράς και σε κάποιες ύψιστες αρχές που έχει εθελοντικά αποδεχθεί.
Οι πραγματικοί ταγοί της ευρωπαϊκής σκέψεως (από τον Έρασμο ως τον Βολταίρο, από τον Μονταίν
και τον Σπινόζα ως τον Χάϊνριχ Χάϊνε και τον Βίκτωρα Ουγκώ) δεν ήταν μόνον εξαιρετικοί σκεπτικιστές
και εικονοκλάστες αλλά υπήρξαν και ένθερμοι πιστοί.
Πίστευαν στο Θείο, στο ηθικά Καλό, στο Ωραίο, στην εγγενή ευγένεια του ανθρώπου, στην υπεροχή
της πνευματικής καλλιέργειας έναντι της βαρβαρότητας.
Πίστευαν στην Πρόοδο.
Δίχως αυτές τις πεποιθήσεις, οι Ευρωπαίοι διαννοούμενοι δεν θα μπορούσαν να έχουν προετοιμάσει
και να έχουν θέσει σε κίνηση τόσο πλατειά γεγονότα όσο η Αναγέννηση, η Μεταρρύθμιση
και η Γαλλική Επανάσταση. Ωστόσο, στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα, οι ηγέτες της διανόησης άρχισαν
να χάνουν την αίσθησή τους του μέτρου και της κατεύθυνσης.
Οι άγριες επιθέσεις του Νίτσε κατά του Χριστιανισμού, η διασαλευμένη του αυτοθεοποίηση και αυτοκαταστροφή∙
το αβυσσαλέο σύμπλεγμα ενοχής του Κίρκεγκαρντ, η απελπισμένη του προσπάθεια για «Αγνότητα Καρδιάς»
οι διαβολικές γκριμάτσες του Μποντλαίρ και τα βλάσφημά του παράδοξα
(«ο άνθρωπος των γραμμάτων είναι ο εχθρός του κόσμου», έλεγε) ∙
η γραπτή αποκήρυξη της Τέχνης από τον Τολστόϋ και ο άκαμπτος ασκητισμός του∙
οι παθολογικές εκστάσεις και μετάνοιες του Ντοστογιέφσκι∙
η ανοιχτή ανυπακοή προς την αστική υποκρισία από τον Όσκαρ Γουάϊλντ, καταγγελία που κατέληξε
στον θεαματικό εξοστρακισμό του και στο σκανδαλώδες μαρτύριό του∙
η βίαιη μισανθρωπία και η βασανιστική μανία του Στρίνγκμπεργκ∙
η ανελέητη φιλοδοξία του Ρίτσαρντ Βάγκνερ∙
η θανατόφιλη νοσταλγία του Τσεκόβσκι
η απόσυρση του Φλώμπερ στο παγωμένο βασίλειο του απόμακρου αισθητισμού∙
το θανατηφόρο μεθύσι του Βερλαίν με προσευχές και αψέντι, η πτήση του στην απομόνωση της Αφρικής,
η παραίτησή του ως ποιητή, το τρομερό μήνυμα της σιωπής του∙
η απόδραση του Βαν Κοκ στην τρέλλα:
όλες αυτές οι ατομικές τραγωδίες σηματοδότησαν την γενική κρίση που συγκλονίζει τώρα τον πολιτισμό μας.
Οι διαννοούμενοι ερεύνησαν βαθειά και με αρκετήν τόλμη στα μυστικά της ανθρώπινης ψυχής, της κοινωνίας,
της φύσης. Ό,τι έφεραν στο φως από τα βάθη φάνταζε τόσο αποκρουστικό όσο εκείνη η μάσκα της γοργόνας
Μέδουσας –της οποίας η ματιά λέγεται πως μετέτρεπε σε πέτρα όποιον την κοίταζε.
Θα υπήρχε, άραγε, τίποτε ακίνδυνο και ιερό στο εξής;
Οι τολμηροί πειραματισμοί και οι υποθέσεις των σύγχρονων φυσικών –ειδικά η θεωρία του Άϊνσταϊν– έφερε
μιαν επανάσταση όχι μόνο στην πρακτική επιστήμη αλλά, επιπλέον, και στο όραμα του ανθρώπου για το σύμπαν,
στις θεμελιώδεις αντιλήψεις για τον χαρακτήρα του χρόνου, του διαστήματος, της ενέργειας
και της ίδιας της ουσίας των γεγονότων.
Ο Καρλ Μαρξ ανακάλυψε την πάλη των τάξεων σαν το πανίσχυρο εκείνο κίνητρο που υποκινεί
όλες τις ιστορικές και ιδεολογικές εξελίξεις. Ένας ακόμη σπουδαίος διαννοούμενος, ο Φρόϊντ, εξερεύνησε
τις σκιερές και μυστικές πτυχές του υποσυνειδήτου μας, στο οποίο βρήκε να συνωθούνται τα φαντάσματα
των απωθημένων επιθυμιών, τα κακά πνεύματα παρορμήσεων πατροκτονίας και αιμομειξίας.
Ο Δυτικός άνθρωπος, ο «Homo Occidentalis», ο οποίος αντιλαμβανόταν τον εαυτό του ως μιαν ουσιαστικά λογική
ύπαρξη, αποδείχθηκε –προς δική του τρομακτική έκπληξη– πως εξακολουθεί να διακατέχεται από δαίμονες
και να χειραγωγείται από παράλογες, άγριες ροπές.
Τα πιο απειλητικά προαισθήματα του Κακού, οι πλέον αιματηρές φαντασιώσεις των πεσσιμιστών
του 19ου αιώνα, ξεπεράστηκαν από την σοκαριστική πραγματικότητα του 20ου αιώνα.
Ο Αντίχριστος, του οποίου τις χειρονομίες και την προφορική γλώσσα είχε ανόητα και βλάσφημα
«πιθηκίσει» κάποτε ο Νίτσε, τώρα ενσαρκώθηκε πραγματικά, απέκτησε και απέδειξε την ισχύ του αυτήν
έως την ολοκληρωτική ισοπέδωση.
Οι θάλαμοι αερίων και τα ισχυρά εκρηκτικά∙ η δηλητηριώδης προπαγάνδα και η οργανωμένη εκμετάλλευση∙
τα λουτρά αίματος των ολοκληρωτικών καθεστώτων και η διαβολική ακαλαισθησία της εμπορικής ψυχαγωγίας∙
ο κυνισμός της κλειστής συμμορίας, της κλίκας που εξουσιάζει και η ηλιθιότητα της παραπλανημένης μάζας
που δεν διαθέτει κρίση∙ η συστηματική λατρεία και ο υψηλός βαθμός εκτίμησης που απολαμβάνουν οι αξιότιμοι
κύριοι δολοφόνοι και οι κονομημένοι∙ ο θρίαμβος των απολίτιστων, χυδαίων και αδιάλλακτων ισχυρογνωμόνων
που στερούνται γούστου∙ ο τρόμος της άγνοιας: αυτά είναι τα όπλα και οι μέθοδοι που χρησιμοποιεί το Κακό.
Με αυτά αποβλέπει στην καθυπόταξη του ανθρώπινου γένους ώστε να εγκαθιδρύσει το βασίλειό του
επί του καταραμένου είδους μας.
Καθώς ο πολιτισμός καταρρέει υπό το βάρος της επίθεσης που δέχεται από την ευέλικτη
και επιπλέουσα βαρβαρότητα, τί άλλο μπορούν να κάνουν οι διαννοούμενοι και οι καλλιτέχνες παρά
να απηχούν τον γενικό πόνο και την πνευματική οδύνη;
Ποιός μπορεί να περιγράψει, να εκλογικεύσει ή να καταλάβει τον εφιαλτικό κόσμο του Άουσβιτς
και των κωμικών καρτών, των φιλμ του Χόλλυγουντ και του βακτηριολογικού πολέμου;
Οι φανταστικές εικόνες των ποιητών και των ζωγράφων μας τεμαχίζουν την κοινωνική μας πειθαρχία.
Η ιδιοφυϊα του Πικασσό φέρνει στην μνήμη τις αστραπές και τους κεραυνούς αποκαλυπτικών,
βίαιων και καταιγιστικών κατακτήσεων.
Ο Φρανς Κάφκα αποκαλύπτει, με υπερφυσική διορατικότητα και ακρίβεια, τις πιο απόκρυφες ανησυχίες μας.
Ο Τζαίημς Τζόϋς εφευρίσκει ένα νέο ιδίωμα για να εκφράσει το Ανείπωτο.
Οι κυρίαρχοι του κόσμου τραυλίζουν.
«Μπορώ να συνενώσω –το Τίποτε με το Τίποτα» παραδέχεται ο Τ.Σ. Έλλιοτ και συλλαμβάνει οραματικά
με την φαντασία του την πτώση και την αναπόφευκτη παρακμή μιας μολυσμένης δημιουργίας.
Ο ποιητής, ο καλλιτέχνης, ο διαννοούμενος δεν υποκρίνεται πια ότι καταλαβαίνει.
Παραπαίει τρεκλίζοντας και θρηνώντας πάνω από τους «γκρεμισμένους πύργους»
των μεγαλουπόλεων της υφηλίου.
Η οδύνη, έχοντας αυξηθεί σε μέγεθος και σε ρυθμό σε σύγκριση
με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, πλησιάζει τώρα στο τελικό, αποφασιστικό της στάδιο.
Η σημερινή κρίση –ή, για να είμαι περισσότερο ακριβός, η μόνιμη κρίση αυτού του αιώνα– δεν περιορίζεται
σε κάποια συγκεκριμένην ήπειρο ή σε κάποιαν ιδιαίτερη κοινωνική τάξη. Σε αυτόν τον συρρικνωμένον κόσμο μας,
όλα τα έθνη και όλες οι τάξεις έχουν να αντιμετωπίσουν τα ίδια προβλήματα και τους ίδιους κινδύνους.
Εάν αληθεύει, ωστόσο, ότι ένας διαννοούμενος έχει οξύτερη αντίληψη και καλύτερη ενημέρωση
για την κρίσιμη παγκόσμια κατάσταση σε σύγκριση, ας πούμε, με έναν πρωταθλητή του μπαίηζμπωλ
ή με μια τραγουδίστρια, αληθεύει επίσης ότι οι Ευρωπαίοι διαννοούμενοι έχουν επηρεαστεί πιο άμεσα
και περισσότερο έντονα σε σύγκριση με τους συναδέλφους τους στην Βραζιλία ή στην Αυστραλία ή στις Η.Π.Α.
Διότι άλλο πράγμα είναι να διαλογίζεσαι επί του πιθανού ναυαγίου του πολιτισμού∙
και εντελώς διαφορετικό ζήτημα να το βλέπεις να συμβαίνει.
Με ορισμένα «Αποκαλυψιακά» γεγονότα –που θα έμοιαζαν σχεδόν απίστευτα στον σπουδαστή φιλοσοφίας
στην πόλη του Κάνσας ή στον ποιητή του Γιοχάνεσμπουργκ– είναι εξοικειωμένοι ιδιαιτέρως οι κάτοικοι
του Βερολίνου, της Βαρσοβίας, της Δρέσδης, του Ρόττερνταμ.
Στην Βιέννη, στην Αθήνα και στο Λονδίνο οι «γκρεμισμένοι πύργοι» (που είδε ο Τ.Σ. Έλλοτ στην «Έρημη Χώρα»)
δεν αποτελούν στο εξής μόνον ποιητική σύμβολα.
Εν μέσω των ερειπίων, στην θέα των ακρωτηριασμένων και των παιδιών που λιμοκτονούν, κανένα ενήλικο άτομο
που κρίνει καθαρά δεν μπορεί να παραβλέψει ή να υποτιμήσει την θανάσιμη σοβαρότητα της μόνιμης κρίσης.
Δεν προκαλεί έκπληξη, άρα, ότι οι Ευρωπαίοι διαννοούμενοι έχουν συνειδητοποιήσει σήμερα την κρίση,
περισσότερο από κάθε άλλον στον κόσμο. Επιπλέον, είναι πιο συνειδητά διαννοούμενοι σε σχέση
με τους συναδέλφους του σε άλλες ηπείρους∙ και έχουν γίνει με ακόμα μεγαλύτερη έμφαση Ευρωπαίοι
απ’ ό,τι ήταν πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η κοινή οδύνη έχει την δύναμη να ενοποιεί.
Παρά τις εθνικές και ιδεολογικές συγκρούσεις, υπάρχει στην Ευρώπη (ειδικά μεταξύ των διαννοουμένων)
μια ορισμένη αίσθηση ηπειρωτικής αλληλεγγύης.
Εάν ο Τσέχος πατριώτης μισεί τον Μαγυάρο γείτονά του, εάν ο Βέλγος δεν μπορεί να πείσει τον εαυτό του
να συγχωρέσει τον Γερμανό, εξακολουθούν όμως να ανήκουν στην ίδια τραγική αλλά υπερήφανη φαμίλια.
Γνώρισα αρκετούς Ευρωπαίους που μίλησαν με ασέβεια τόσο για τις Η.Π.Α. όσο και για την Σοβιετική Ένωση
–οι δύο κολοσσοί απέκτησαν υλικόν πλούτο και στρατιωτικήν ισχυν αλλά στερούνται σοφίας, λεπτότητας
και πολιτισμικής παράδοσης.
Πρόκειται για την ίδια μελαγχολικήν αλαζονεία, την ίδια ενοχλημένη περιφρόνηση
με τις οποίες οι εκλεπτυσμένοι και καλλιεργημένοι της παρακμιακής Ελλάδος θα αναφέρονταν πιθανόν
στην κακότροπη σκληρότητα και επάρκεια των Ρωμαίων κατακτητών.
Ακόμα και οι Άγγλοι, τόσο αλαζονικά αποκομμένοι και μυωπικοί κάποτε, φαίνεται πως έχουν αποκηρύξει
την εξαίσια απομόνωσή τους. Κι αυτοί έχουν υποφέρει∙ κι αυτοί αντιμετωπίζουν την φτώχεια
και ένα αβέβαιο μέλλον. Γιατί δεν θα έπρεπε να ενώσουν τις δυνάμεις τους επιτέλους με την υπερήφανη
και αξιολύπητη αδελφοσύνη των Ευρωπαίων την ώρα της κρίσης;
Ένας διάσημος νεαρός Άγγλος συνθέτης μου είπε, ύστερα από μια συναυλία στο Άμστερνταμ:
«Μόλις επέστρεψα από την Αμερική όπου έπρεπε να μείνω για λίγες εβδομάδες. Ήταν πολύ καλά, ήταν
ενδιαφέρον∙ αλλά δεν νομίζω πως θα ήμουν ευτυχισμένος εκεί, μακροπρόθεσμα. Καμιά διανοητική ένταση!
Καμιά ενημέρωση για τα μεγάλα ζητήματα και προβλήματα! Ο κόσμος είναι τόσο πλούσιος. Έχουν επικεντρωθεί
στα νέα αυτοκίνητα και τηλεοπτικές συσκευές, φαίνεται να έχουν χάσει το πραγματικό δράμα των καιρών μας».
Πώς αντιμετωπίζουν και πώς υπερνικούν οι Ευρωπαίοι διαννοούμενοι όλα αυτά τα σημαντικά προβλήματα
που συνθέτουν το δράμα της εποχής μας;
Βρήκα τους περισσότερους διαννοούμενους φίλους μου πολύ ευαισθητοποιημένους και ενοχλημένους.
Ένας λαμπρός νέος μου είπε: «Δεν ξέρουμε τι να πιστέψουμε. Είμαστε όλοι αποπροσανατολισμένοι».
Και ένας σεβάσμιος καθηγητής είπε στην λήξη μιας συζήτησης: «Βρισκόμαστε όλοι σε νοητική σύγχυση.
Δεν γνωρίζουμε τι να διδάξουμε».
Οι εξαίσιοι μεγάλοι άνδρες είναι σπάνιοι στην Ευρώπη σήμερα.
Δεν απέμειναν πολλοί στην πανίσχυρη γενιά που παρήγαγε τον Ανατόλ Φρανς και τον Φρόϊντ, τον Μπεργκσόν
και τον Γουελς, τον Μαξίμ Κόρκυ και τον Πωλ Βαλερύ.
Κι όσον αφορά τους Επιζώντες, μερικοί εξ αυτών (όπως ο Άϊνσταϊν, ο Στραβήσκυ, ο Σόνμπεργκ και ο Τόμας Μανν)
αποδήμησαν στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Φυσικά, υπάρχει πάντοτε ο Σώου για την απελευθέρωση ωραίων λογίων, λέξεων και παραδόξων
με συναίσθημα και ακούραστη, εξαιρετική ευχαρίστηση και γούστο. Αν εξαιρέσει κανείς όλο το κουράγιο και
την σοφία του, ο ηλικιωμένος C.B.S. έχει πάψει να επηρεάζει την πρωτοπορία των διαννοουμένων. Από την στιγμή
που θεωρεί προνόμιό του να περιγελά κάθε σοβαρόν σκοπόν, ο κόσμος δεν τον παίρνει πλέον πολύ στα σοβαρά.
Ο Σάμμερσετ Μαμ, αν και σταδιακά απέκτησε τον ρόλο ενός διασήμου γέρου, δεν εμπνέει σχεδόν καθόλου ηθική
ή διανοητική καθοδήγηση. Ούτε και ο Ε.Μ. Φόρρεστερ, αν και το υψηλό πρεστίζ που διαθέτει θα τον καθιστούσε
ικανό να έχει παρόμοιες φιλοδοξίες. Δεν μπορεί να υπάρχει καμία αμφιβολία πως ο συγγραφέας του «Περάσματος
στην Ινδία» απολαμβάνει περισσότερον σεβασμό και δικαιώματα από κάθε άλλον, εν ζωή, Άγγλο
μυθιστοριογράφο (μετά τον θάνατο της Virgin Woolf) –αλλά η φήμη του έχει μιαν φύση καθαρά φιλολογική,
σχεδόν βαθειά εσωτερική και είναι περιορισμένη στις Αγγλόφωνες χώρες. Στην Γερμανία, στην Γαλλία,
στην Ισπανία και στην Ιταλία ούτε καν οι επαγγελματίες άνθρωποι των γραμμάτων δεν γνωρίζουν αυτόν
τον εξαιρετικό κριτικό και αφηγητή.
Ο Μ. Ράσσελ αξίζει οπωσδήποτε τον βαθμό ενός ηγέτη των διαννοουμένων, αν και ο κάπως κρυψίνους
αγνωστικισμός του και η ελλιπής σε φαντασία κοινή του λογική πιθανόν να μην ελκύουν ιδιαίτερα
μερικά από τα πιο απαιτητικά μυαλά. Ο Μπενεντέττο Κρόσε, ο μεγάλος λόγιος και άψογος φιλελεύθερος,
θαυμάζεται πολύ πέραν των συνόρων της πατρίδας του Ιταλίας. Ωστόσο, όταν τον επισκέφθηκα πριν λίγο καιρό,
στην Νάπολη, ένοιωσα την παρουσία ενός μεγαλειώδους λειψάνου, ενός ζωντανού μνημείου
παλαιών ανδραγαθιών και λησμονημένων αρχών.
Ο Ορτέγκα Υ Γκασσέ, ο ξεχωριστός φιλόσοφος της σύγχρονης Ισπανίας –ο οποίος μένει σήμερα στην Μαδρίτη
ως εξόριστος στην ίδια του την χώρα– είναι πολύ περισσότερο και βαθύτερα εξειδικευμένος στα κρίσιμα
ερωτήματα της εποχής μας. Οι λαμπρές του προβλέψεις στην «ΕΞΕΓΕΡΣΗ ΤΩΝ ΜΑΖΩΝ» βοήθησαν
να κατανοήσουμε τα θορυβώδη γεγονότα των προηγούμενων δεκαετιών της ζωής μας. Όσο σημαδιακές κι αν είναι
τέτοιες θετικές εκτιμήσεις, όμως η νεολαία της Ευρώπης –μπερδεμένη– απαιτεί περισσότερα: ζητά βοήθεια,
ανακούφιση, νέα ιδανικά και ελπίδες.
«Όποτε οι νέοι έρχονται σε μένα για συμβουλές, αισθάνομαι τόσο ντροπιαστικά άχρηστος, τόσο αβοήθητος,
τόσο προσβεβλημένος»: τούτο διακήρυξε ο Αντρέ Ζηντ , ο μεγαλύτερος εν ζωή συγγραφέας σήμερα στην Ευρώπη,
μετά από μια μακρά συνομιλία που είχα μαζί του.
«Διαρκώς με ρωτούν εάν υπάρχει διέξοδος από την τωρινή κρίση» είπε «και εάν υπάρχει κάποια λογική,
κάποιος σκοπός, κάποιο αίτιο πίσω από αυτήν την προβληματική κατάσταση σύγχυσης. Μά ποιός είμαι γω
για να τους πω; Ούτε ο ίδιος δεν γνωρίζω».
Αυτός, τουλάχιστον, προσφέρει κάτι πιο ανεκτίμητο από μιαν απλή συμβουλή: το εξαιρετικό δώρο
ενός διαχρονικού έργου ζωής και, ακόμη, το παράδειγμα μιας πολυσύνθετης, ειρηνικής, ζυγιασμένης, συνεπούς
και γενναίας προσωπικότητας.
Δεν έχουν πολλοί διαννοούμενοι την πίστη και το αδιαμαρτύρητο κουράγιο, την ασυμβίβαστην ακεραιότητα
και την ανυπότακτη ανεξαρτησία του Ζηντ και του Κρόσε.
Οι Γερμανοί συγγραφείς δεν ήταν οι μόνοι που αποδέχθηκαν τις βιαιοπραγίες και τον αντισημιτισμό
του Εθνικοσοσιαλιστικού φασισμού. Στην Γαλλία, ο θρίαμβος της βαρβαρότητας επικροτήθηκε
από λογοτεχνικές διασημότητες όπως ο Σελήν, ο Πωλ Μωράν και ο Μάδερλαντ. Στην Κατεχόμενη Νορβηγία
ο πιο διακεκριμένος μυθιστοριογράφος αυτού του έθνους, ο Κνουτ Χάσουν, έγινε προδότης της πατρίδας του
και του πολιτισμού.
Και όσοι συνεργάζονται τώρα με τους Ρώσσους, όσοι κηρύττουν και προπαγανδίζουν το Ευαγγέλιο
του Κομμουνισμού –είναι κι αυτοί προδότες;
Μερικοί εξ αυτών, ειδικά στις χώρες του Σιδηρού Παραπετάσματος (συμπεριλαμβανομένων των κατεχομένων
από την Ρωσσία εδαφών της Γερμανίας) πιθανόν να έγιναν Μαρξιστές λόγω καιροσκοπισμού και δειλίας. Άλλοι,
ωστόσο, χαρακτηρίζονται από αναμφισβήτητην ειλικρίνεια και καλήν πίστη. Ένας άνθρωπος σαν τον Λουϊ Αραγών
–πρώην ηγετικό στέλεχος των σουρρεαλιστών, τώρα ο «Ερυθρός Πάπας» των γαλλικών γραμμάτων–
δεν θεωρεί τον εαυτό του σαν προδότη αλλά ως θαρραλέο πατριώτη, ως εμψυχωμένο πρωταθλητή
της ειρήνης και της προόδου.
Ούτε μπορεί να αποκτήσουν απλά την ταμπέλα «Μπολσεβίκοι πράκτορες» ή «Πεμπτο-Φαλαγγίτες»
μια αποφασισμένη και γενναιόδωρη γυναίκα όπως η μαντάμ Ιρένε Joliot-Curie ή ένας αληθινά εμπνευσμένος
ποιητής όπως ο Πωλ Ελιάρ.
Θα αποτελούσε βαρύτατο λάθος να υποτιμήσουμε την αποφασιστικότητα της φιλοσοβιετικής ιντελλιγκέντσια
στην Δυτικήν Ευρώπη σήμερα. Υπάρχουν, σε όλη την ήπειρο, άνδρες και γυναίκες κύρους, οι οποίοι πιστεύουν
ακλόνητα ότι μια παγκόσμια επανάσταση είναι ταυτογχρόνως αναπόφευκτη κι ποθητή. Γι’ αυτούς, η Σοβιετική
Ένωση αποτελεί τον πανίσχυρο βράχο της ελευθερίας και της διαφώτισης εν μέσω του καπιταλιστικού σκότους
και της κατάπτωσης.
Στην Κοπεγχάγη μίλησα με τον ιερέα της σύγχρονης Δανικής φιλολογίας Martin Anderson-Nexoe,
του οποίου η νοβέλλα «ΠΕΛΕ, Ο ΚΑΤΑΚΤΗΤΗΣ» έτυχε εύνοιας διεθνώς για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ο ηλικιωμένος δάσκαλος με διαβεβαίωσε, ήρεμα αλλά χωρίς αμφιβολίες: «Το μέλλον ανήκει στον Κομμουνισμό.
Ο Κομμουνισμός είναι ειρήνη. Ο Κομμουνισμός είναι ευημερία. Ο Κομμουνισμός είναι κουλτούρα.
Όποιος δεν μπορεί να δει αυτές τις βασικές αλήθειες, θα πρέπει να είναι τυφλός ή να έχει δωροδοκηθεί
από τους Αμερικανούς ιέρακες του πολέμου».
Στο Βερολίνο η διάσημη Γερμανίδα Άννα Σεχέρς, συγγραφέας του «ΕΒΔΟΜΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ» και άλλων επιτυχημένων
βιβλίων, μου περιέγραψε την πρόσφατη επίσκεψή της στην Σοβιετική Ένωση ως εξής: «Πέρασα υπέροχα. Όχι»
συνέχισε «δεν υπάρχει καμιά λογοκρισία. Οι Σοβιετικοί καλλιτέχνες και επιστήμονες απολαμβάνουν τέλεια
ελευθερία όσο σέβονται τις θεμελιακές αρχές της πραγματικά λαϊκής, πραγματικά σοβιετικής κουλτούρας».
Μίλησα με διαννοουμένους υποστηρικτές του Σταλινισμού –στην Πράγα, στην Βιέννη, στην Βουδαπέστη,
στις Βρυξέλλες, στο Παρίσι και στο Μιλάνο, οι οποίοι είπαν:
«Γιατί προκλήθηκε όλος αυτός ο θόρυβος για τα επιτιμητικά σχόλια και τις επιπλήξεις κατά του Σωστακόβιτς,
του Προκόπυεφ και του Χασατουριάν; Αν ο Ρωσσικός λαός δεν νοιάζεται για τις παραφωνίες, τις ασυμφωνίες
και τα φάλτσα, τότε η οφειλή αυτών των κυρίων είναι να παράγουν περισσότερο εύληπτο, πιο ελκυστικό υλικό!
Είναι αρκετά απλό, δεν συμφωνείτε;»
Στην συντροφιά των μαρξιστών φίλων μου, μου υπενθύμισαν τους αγγέλους εκείνους, οι οποίοι –σύμφωνα
με τον Ουϊλλιαμ Μπλέηκ– «έχουν την ματαιοδοξία να μιλούν για τους εαυτούς τους σαν να είναι οι μόνοι σοφοί∙
το κάνουν αυτό με μιαν πεισματική ασέβεια που πηγάζει από αυστηρά συστηματική λογική».
Μερικοί εξ αυτών, έμοιαζαν λίγο ανήσυχοι.
Ένας νεαρός, ταλαντούχος συγγραφέας με τον οποίο συνομίλησα στην Πράγα, ακόμα και την στιγμή
που διατράνωνε την πίστη του στον Κομμουνισμό, δεν μπορούσε εντελώς να κρύψει την ταραχή του:
«Φυσικά, η υπόθεση του Σωστάκοβιτς και των φίλων του έχει μάλλον …ανησυχητικές συνέπειες» είπε,
καθώς επεξεργαζόταν με γρήγορη ματιά το δωμάτιο. «Εάν το ίδιο είδος στρατιωτικοποίησης επιβαλόταν
από το καθεστώς στους διαννοούμενους της Τσεχοσλοβακίας –ε λοιπόν, αυτό δεν θα ‘ταν και τόσο καλό!
Φυσικά, τρέφω τα υψηλότερα αισθήματα σεβασμού για την Σοβιετική Ένωση και πραγματικά πιστεύω
στην Λαϊκή Δημοκρατία. Αλλά δεν λατρεύω και ιδιαίτερα, ξέρεις, το βάδισμα της χήνας…»
Διακριτικά παράπονα και δυσοίωνες προφητικές εικασίες διατυπώθηκαν έντονα και από τον Γερμανό
μυθιστοριογράφο Theodor Plivier, του οποίου το «ΣΤΑΛΙΝΓΚΡΑΝΤ» θεωρείται από πολλούς
ως μια από τις μεγαλύτερες συνεισφορές στην λογοτεχνία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Την περίοδο που πήγα να τον δω στην Βαϊμάρη, στην υπό ρωσσικό έλεγχο ζώνη της Γερμανίας, φαινόταν
να διατηρεί τέλειες σχέσεις με τους Κομμουνιστές. Στην πραγματικότητα, ο Plivier μαζί με την Άννα Σεχέρς
και 2-3 ακόμα συγγραφείς αντιπροσώπευαν την αφρόκρεμα της ευθυγραμμισμένης με το Κόμμα διανόησης.
Βλέποντας την πολυτελή χλιδή του οίκου του και το μεγαλείο της κοινωνικής του θέσης,
υπέθεσα πως ήταν ευχαριστημένος και ικανοποιημένος. Όταν, όμως, τον συνεχάρην για την καλή του τύχη,
ύψωσε αδιάφορα τους ώμους και είπε δυσδιάκριτα, μέσα από τα δόντια του: «Έχω αρκετά για να φάω, σύμφωνοι,
αλλά –πίστεψέ με– δεν είναι διόλου διασκεδαστικό να ζει κανείς ως φυλακισμένος, ακόμα κι αν είναι χρυσό
το κλουβί όπου σε κρατούν εγκάθειρκτο».
Λίγους μήνες αργότερα, ο Theodor Plivier δραπέτευσε από την Ρωσσική ζώνη και του παρεσχέθη άσυλο
από τους Αμερικανούς.
Εάν οι Κομμουνιστές διαννοούμενοι αντιπαθούν όλους τους μη-Κομμουνιστές, απεχθάνονται πραγματικά
τους λιποτάκτες και τους αποστάτες που ήταν πρώην σύντροφοί τους. Αυτό το ακραίο μίσος εκ μέρους
των Σταλινικών γίνεται κατανοητό εάν υπολογίσει κανείς την φυσική τάση του εξωμότη
να κατηγορεί άδικα στον σκοπό που κάποτε ασπαζόταν. Μεταξύ των πολλών, οξύτατων και σε βαθμό υστερίας
στρινγκλιών που διαπερνούν την Ευρώπη σήμερα, κανένα δεν είναι πιο επιθετικό από αυτήν
των πρώην ριζοσπαστών που μετεστράφησαν σε φανατικούς κομμουνιστοφάγους. Μέσα στο πάθος τους
να αποδείξουν την ειλικρίνεια της μεταβολής στάσης τους, καταφεύγουν στις πιο παράλογες
και κακοήθεις μεθόδους.
Ακόμα και ο Άρθουρ Καίσλερ αποξενώθηκε με πολλούς θαυμαστές του εξαιτίας της παράφορης
αντι-Ρωσσικής του εμμονής. Ένας άλλος διακεκριμένος πρώην Κομμουνιστής, ο Αντρέ Μαλλρώ
–κάποτε μαχητής υπέρ της ελευθερίας του Ισπανικού λαού– αναδείχθηκε τώρα σε προφήτη
και προπαγανδιστή του στρατηγού Ντε Γκολ, ο οποίος (αν αναρριχηθεί στην εξουσία) πιθανότατα θα στερούσε
τους Γάλλους από το δημοκρατικό τους σύνταγμα και τις ελευθερίες τους.
Έτσι, λοιπόν, οι Κομμουνιστές φωνάζουν «Προδότη!» σε ανθρώπους όπως ο Μαλλρώ και ο Καίσλερ
ενώ οι πρώην Κομμουνιστές ή αντι-Κομμουνιστές απαντούν κραυγάζοντας «Απαίσιοι πράκτορες του Κρεμλίνου!»
σε ανθρώπους όπως ο Αραγών, ο Πικασσό, ο Ελιάρ, ο Μπρεχτ, ο Martin Anderson-Nexoe.
Με τον τρόπον αυτόν, οι κατηγόριες και οι μομφές ανταποδίδονται εκατέρωθεν, από το ένα ως το άλλο άκρο
της βασανισμένης ηπείρου. Καθώς η Ανατολή και η Δύση αντικρύζουν απειλητικά η μια την άλλη,
η διαπάλη των ιδεών απαιτεί και απορροφά τα πιο έξοχα μυαλά στην Ευρώπη.
Η αμεροληψία, η σοφία και η αντικειμενικότητα θεωρούνται εσχάτη προδοσία.
Οι διαννοούμενοι πρέπει να λάβουν θέση και να επιλέξουν πλευρό.
Πρέπει να στρατευθούν κομματικά, να ενταχθούν σε πολιτικές οργανώσεις και να πολεμήσουν σαν στρατιώτες.
Δεν υπάρχει, άραγε, καμιά «Τρίτη Δύναμη» ώστε να διαμεσολαβήσει για να συμβιβαστούν
τα δύο εχθρικά στρατόπεδα; Ορισμένοι συγγραφείς ίσως προσπαθήσουν να κρατήσουν μιαν «α-πολιτική» στάση.
Ένας εξ αυτών, ο Ζαν Κοκτώ, μου είπε πρόσφατα ότι η πολιτική γι’ αυτόν είναι μια κοροϊδία –ένα αστείο για πλάκα
πλην όμως δυσάρεστο, ένας αιματοβαμμένος καρνάβαλος που δεν πρέπει να την παίρνουμε στα σοβαρά.
Το τελευταίο βιβλίο του Κοκτώ, η «ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΡΞΗΣ» – μια συλλογή συναρπαστικών αυτοβιογραφικών
σημειώσεων– ασχολείται με ζητήματα όπως το Κάλλος, ο Θάνατος, η Νεότητα, το Στυλ, η καλλιτεχνική
τεχνοτροπία, η Γλώσσα, η σημασία των Ονείρων, η άπειρη έλξη ορισμένων τοπίων, τα ποιήματα
και τα ανθρώπινα πρόσωπα.
Υπάρχουν εκείνοι, αναμεταξύ των Ευρωπαίων διαννοουμένων, που εμφανίζονται εντυπωσιασμένοι
με την νουθεσία του Άλντους Χάξλεϋ: «Μόνο με την σκόπιμη επικέντρωση της προσοχής μας σε αιώνια ζητήματα
μπορούμε να εμποδίσουμε τον χρόνο να γελοιοποιήσει με διαβολικό τρόπο ο,τιδήποτε κάνουμε».
Η τάση προς τον θρησκευτικό μυστικισμό
είναι ένα από τα πλέον αξιοπρόσεκτα χαρακτηριστικά της διανοητικής ζωής στην μεταπολεμική Ευρώπη.
Ακόμα και μερικοί συγγραφείς που παλαιότερα συνδέονταν
με αριστερόστροφα, αθεϊστικά κινήματα
αφήνονται τώρα με απόλαυση σε ευλαβικές διαθέσεις και μεταφυσικές διερευνήσεις.
Παραδείγματος χάρη, ο Σιλόνε –πρώτα Κομμουνιστής, κατόπιν ενεργητικός Σοσιαλδημοκράτης– εμφανίζεται
ολοένα και περισσότερο με αποσπασμένη την προσοχή του στα «αιώνια ζητήματα».
Το ίδιο ισχύει και για έναν ακόμα επαναπατρισμένον εξόριστο, τον Alfred Doemblin, τον Γερμανό μυθιστοριογράφο
ο οποίος –ύστερα από μερικά χρόνια στις Η.Π.Α. – επέστρεψε στην πατρίδα του και εργάζεται τώρα
για το Γαλλικό Κέντρο Εκπαίδευσης στον Μπάντεν-Μπάντεν. Θέτοντας τέλος στις προηγούμενες μαρξιστικές του
απόψεις, ο χερ Doeblin (σκεπτόμενος άνθρωπος, ϊουδαϊκής καταγωγής, με ταλέντο υψηλό αν και κάπως
αφερέγγυος) ισχυρίζεται δημοσίως τώρα: «Μια νέα εποχή θρησκείας και μεταφυσικής έχει αρχίσει.
Ο κόσμος, εώς τώρα απόλυτα ξεκάθαρος σύμφωνα με τον δικό μας θετικιστικό και επιστημονικό τρόπο θεώρησης
των πραγμάτων, για μια ακόμα φορά καλύφθηκε με το πέπλο του μυστηρίου-και αντιστρόφως».
Όσον αφορά τον ίδιο τον γνώστη του μυστηριακού, Χερ Doeblin, διαφωτίστηκε και βρήκε την ειρήνευση
στην Καθολική Εκκλησία.
Η επιρροή της Καθολικής Εκκλησίας αυξάνεται σταθερά μεταξύ των Ευρωπαίων διαννουμένων
εκτός των χωρών του Σιδηρού Παραπετάσματος, αν και η σύγχρονη Ιταλική λογοτεχνία μοιάζει ανεξάρτητη
σχετικά από την Παπική εξουσία (εν μέρει χάρη στον αντισυμβατικό απομονωτισμό του Κρόσε).
Η Αγία Έδρα, ωστόσο, υπερηφανεύεται ότι έχει ισχυρή φιλολογική στήριξη στην Γαλλία.
Ο Πωλ Κλοντέλ, ο Φρανσουά Μωράκ και ο Ζακ Μαρρυταίν είναι, κατά αξιοσημείωτο τρόπο,
αποτελεσματικοί υπηρέτες του Βατικανού.
Ακόμα και το πολυσυζητημένο υπαρξιστικό κίνημα έχει την Καθολική του πτέρυγα,
την οποία εκπροσωπεί ο φιλόσοφος Γαβριήλ Μαρσέλ και απολαμβάνει υψηλής εκτίμησης.
Από τους δύο Γερμανούς στοχαστές που είναι ευρέως αναγνωρισμένοι
ως οι πρωτοπόροι του υπαρξισμού στην τωρινή του μορφή,
ο πρώτος είναι ο Καρλ Γιάσπερς (πρώην καθηγητής φιλοσοφίας στην Χαϊδελβέργη,
σήμερα ενεργός στην Ελβετία) είναι οπωσδήποτε θρησκευόμενος, κάτι το οποίο εξηγεί
γιατί η ομάδα υπό τον Μαρσέλ τον διεκδικεί ως προστάτη-άγιό της
ενώ ο δεύτερος, ο Μάρτιν Χάηϊντέγκερ –δίχως να εμφανίζεται ανοιχτά υπέρ του αθεϊσμού–
πιστεύει πως ο Θεός είναι «απών», τόσον απόμακρος από την δημιουργία Του.
τόσον ακατανόητος ώστε να μπορεί να προσμετρηθεί.
Η σύλληψη της απόλυτης «απουσίας», η ιδέα της ολοκληρωτικής ανυπαρξίας
–εάν μια τέτοια κατάσταση ή ένα τέτοιο πράγμα μπορούμε να φανταστούμε– πράγματι φαίνεται
πως είναι το επίκεντρο και η βάση της φιλοσοφίας του Χάηϊντέγκερ.
Για αυτόν, το «Τίποτα» σημαίνει σχεδόν ό,τι και το «Ταό» για τους Κινέζους. Είναι το Πρώτο Κινούν
(η Πρωταρχική Αιτία) όλων των πραγμάτων, η τέλεια και αιώνια Πηγή
–ανεξακρίβωτη, ακαθόριστη, αμετάβλητη, ανεξάντλητη, υπαρκτή και μη-υπαρκτή.
Ο Χάηϊντέγκερ αποκαλείται «ο μύστης του Τίποτα», ο ειδωλολάτρης του Μηδέν/Nihil.
Επομένως, δεν προκαλεί απορία το γεγονός ότι μάλλον χάρηκε για την άνοδο της «Επανάστασης του Μηδενισμού»
–του ΕθνικοΣοσιαλισμού.
Ο ίδιος αυτός φιλόσοφος, ο οποίος υπήρξε ως το 1945 ένας από τους διανοητικούς πυλώνες του Γ’ Ράϊχ,
από την Γαλλική λογοτεχνική πρωτοπορία εξαίρεται τώρα.
Ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ θεωρεί πως είναι πιστός μαθητής του Χάηϊντέγκερ (αν και ο Γερμανός φιλόσοφος αποποιήθηκε,
επανειλλημμένως και μάλλον άξεστα, όλων των ευθυνών για τον υπαρξισμό α λα Σαρτρ).
Εξίσου ολοκληρωμένος και επιτυχημένος ως μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας και δοκιμιογράφος
ο Ζαν-Πωλ Σαρτρ αποτελεί την πλέον αξιοπρόσεκτη φυσιογνωμία της λογοτεχνίας στην μεταπολεμική Ευρώπη.
Είναι αληθές ότι ορισμένοι κριτικοί θεωρούν την πρώϊμη δουλειά του –ειδικά την καταθλιπτική, λυπητερή
νουβέλλα του «Η ΝΑΥΤΙΑ» – περισσότερο πρωτότυπη και σημαντική σε σύγκριση με το πρόσφατο έργο του.
Αρκετοί Ευρωπαίοι κριτικοί με τους οποίους μίλησα, έχουν την αίσθηση πως ο Σαρτρ ως αφηγητής
δεν μπορεί να συναγωνιστεί τον συνάδελφό του υπαρξιστή, τον Αλμπέρ Καμύ,
του οποίου η συμβολικώς αντιπροσωπευτική ιστορία «Η ΠΑΝΟΥΚΛΑ»
προκάλεσε ζωηρή εντύπωση διεθνώς.
Ωστόσο, είναι ο Σαρτρ και όχι ο Καμύ εκείνος μέσω του οποίου ο υπαρξισμός
(η αριστερόστροφη, αθεϊστική πτέρυγα του κινήματος)
θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μείζονα δύναμη στην Ευρωπαϊκή διανοητική ζωή.
Παρ’ όλ’ αυτά, το νόημα του υπαρξισμού, όπως διδάσκεται από την ομάδα του Σαρτρ, είναι δύσκολο
να οριστεί, διότι αυτό το εξαιρετικά μη-μεθοδικό και μη-συστηματοποιημένο φιλοσοφικό σύστημα
φαίνεται πως συγκροτείται από ασυνέπειες: ακανόνιστο, άτακτο, προκλητικό αμάλγαμα άταιρων
στοιχείων η διδασκαλία του Σαρτρ αντιμετωπίστηκε υποτιμητικά από τους Γάλλους ακαδημαϊκούς
εμπειρογνώμονες ως «μια σύγχυση εκ των απολύτων».
Είναι ο Σαρτρ πεσσιμιστής; Εκλαμβάνει την ζωή σαν μια τρελλή, τρομακτική βρώμα;
Η τάση που δείχνει, σαν καλλιτέχνης, για ποταπές καταστάσεις και για ανάξιους χαρακτήρες μαρτυρούν
μιαν απογοητευτική, μηδενιστική οπτική γωνία αλλά στον Σαρτρ δεν αρέσει να τον αποκαλούν «νιχιλιστή».
Ακόμα κι όταν αυτός αποκαλεί το σύμπαν «ανολοκλήρωτη ολότητα» και χρησιμοποιεί και, για τον Θεό,
ακόμα –ως ένα ατυχές ανθρώπινο εφεύρημα– την φράση «έναν απόντα Θεό», ο Σαρτρ λατρεύει
και αποδέχεται τις ηθικές αρχές. Δίχως να επεξηγεί την πηγή ή την αρχή από την οποία αντλεί
τον ηθικό του κώδικα, μας ζητά να πιστέψουμε ότι είναι άσχημα ορισμένα πράγματα και ορισμένα άλλα καλά∙
ότι πρέπει να διαλέξουμε ανάμεσα σε αυτές τις δύο εναλλακτικές∙ και ότι, με την πράξη αυτή, αποφασίζουμε
για την σωτηρία ή την καταδίκη της ψυχής μας.
Εφόσον δεν υπάρχει Θεός για να μας καθοδηγήσει ή να μας κρίνει, εναπόκειται σε εμάς να αποφασίσουμε
για την κατάστασή μας εδώ κάτω και για το στάτους-κβο της θέσης μας σε ένα μέλλον μάλλον
ασαφές, δυσδιάκριτο και μεταφυσικό. Οι πράξεις μας, η συμπεριφορά μας είναι τα μόνα που μετράνε.
Κάθε άνθρωπος είναι αυτό που ο ίδιος δημιουργεί δια του εαυτού του για τον ίδιο.
Όπως και ο Μαρξ, ο Σαρτρ προειδοποιεί τους διαννοούμενους να μην ανταγωνίζονται με την κατανόηση
του κόσμου: τους πιέζει έντονα να συμβάλουν στην αλλαγή των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών. Ό όρος
«δέσμευση» με την έννοια της «υπευθυνότητας» ή η ευκρινέστατη θέση που πρέπει να λάβουμε απέναντι
στα αμφιλεγόμενα ζητήματα της εποχής μας είναι αυτός που διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο στην σκέψη του Σαρτρ.
Σε αντίθεση με τους ορθοδόξους Μαρξιστές που θεωρούν το ιστορικό προτσές καθοριζόμενο από οικονομικούς
παράγοντες, οι υπαρξιστές τονίζουν την σημασία της ατομικής απόφασης μπροστά στο σύμπαν που, καθ’ εαυτού,
στερείται κάθε σκοπού ή λογικής.
Εκδηλωμένα ατομιστής και πιστός στην πρωτοκαθεδρία των πνευματικών αξιών αλλά συγχρόνως και ενεργητικός
αγωνιστής υπέρ της κοινωνικής προόδου, ο Σαρτρ επιχείρησε να συμφιλιώσει τις 2 παραδοσιακές σχολές σκέψης:
τον ιδεαλισμό και τον υλισμό.
Καθώς κηρύττει ένα είδος ριζοσπαστικής μέσης οδού,
πολιτικά και φιλοσοφικά,
όλες οι μείζονες ομάδες τον αντιμετωπίζουν με συνοφρυωμένα φρύδια.
Για την Καθολική Εκκλησία, οι απόψεις του Σαρτρ αποτελούν μιαν δυσάρεστη, ειδική μορφή παγανισμού.
Ο Άρθουρ Καισλερ και άλλοι τον ηγέτη του υπαρξισμού τον κατήγγειλαν ως Σταλινιστή
με διαφανή μεταμφίεση ενώ οι εκπρόσωποι του Μαρξισμού τον επιτιμούν για την «φιλο-φασιστική» του κλίση.
Στο 10ο Διεθνές Συνέδριο Φιλοσοφίας, που διεξήχθη πέρυσι στο Άμστερνταμ,
ο Τσέχος αντιπρόσωπος Άρνος Κωλμαν
χαρακτήρισε τον υπαρξισμό ως ένα «θεατρικό βαριετέ δόλιας απολογίας του καπιταλισμού».
Και ο εριστικός αγώνας κλαγγής των ιδεών συνεχίζεται.
Στο Άμστερνταμ διαπληκτίστηκαν 700 επαγγελματίες στοχαστές, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν εκεί από 25 χώρες,
με σκοπό να ανταλλάξουν ιδέες.
Ο καθηγητής Μπέρτραντ Ράσσελ είπε με απέχθεια –και με ένα ελαφρό μειδίαμα– στον εμπειροτέχνη συνάδελφο
Άρνος Κωλμαν: «Όταν πας πίσω στην Πράγα, πες στα αφεντικά σου ότι την επόμενη φορά που θα έχουμε Διεθνές
Συνέδριο θα προτιμούσαμε να στείλουν κάποιον λιγότερο άγαρμπο».
Ένας άλλος απεσταλμένος εκ Τσεχοσλοβακίας, ο Ladislav Rieger,
συνέχισε να υπερασπίζεται τον στρατευμένο Μαρξισμό ως έναν «νέον ανθρωπισμό»,
οπότε ο Γερμανός σοφός Walter Brugger σχολίασε συριστικά: «Δεν βλέπω
καμιά διαφορά μεταξύ της Μαρξιστικής και της Ναζιστικής Φιλοσοφίας».
Τελικά, ένας εκ των πλέον αξιοσέβαστων Ολλανδών λογίων που προήδευσε του Συνεδρίου, ο κ. Hugo Pos, κατέληξε
στο λυπηρό συμπέρασμα: «Οι συζητήσεις μας αποκάλυψαν τον γενικό διασκορπισμό της μεταπολεμικής σκέψης».
Στο Wroclaw (πρώην Breslau) διαπληκτίστηκαν διαννοούμενοι απ’ όλον τον κόσμο, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν
υπό την αιγίδα των Κομμουνιστών προκειμένου να βρουν μιαν κοινή πλατφόρμα.
Ο Σοβιετικός συγγραφέας Ήλια Έρενμπουργκ επιχείρησε να προάγει την διεθνή κατανόηση του κόσμου,
αποκαλώντας την Αγγλο-Αμερικανική λογοτεχνία ως έναν «χείμαρρο πνευματικού οπίου»,
κάτι το οποίο είχε ως αποτέλεσμα να δηλώσει με πικρία ο καθηγητής της Οξφόρδης A.J.P. Taylor:
«Αυτό το Συνέδριο δεν εξυπηρέτησε τον σκοπό της προσέγγισης των ανθρώπων».
Ένας εκπρόσωπος της Ινδίας, ο Mulha Raj Anand πρότεινε στο τέλος ότι,
για να συντελέσουν υπέρ του σκοπού της ειρήνευσης,
θα έπρεπε οι αντιπροσωπείες «να νηστεύσουν σαν τον Μαάτμα Γκάντι».
Δεν υπάρχει, λοιπόν, καμιά άλλη ελπίδα;
Ο συγκινητικός ενθουσιασμός με τον οποίον οι Ευρωπαίοι διαννοούμενοι –ευθυγραμμισμένοι
στις ανάγκες των Αμερικανικών μαζών– ανταποκρίθηκαν στην τολμηρή χειρονομία του γεννημένου στην Αμερική
«πολίτη του κόσμου» Γκάρυ Νταίηβις είναι ενδεικτικός του γενικού άγχους, της ευρύτατα διαδεδομένης, έντονης
επιθυμίας να βρεθεί διέξοδος στην τωρινή διαφωνία.
Θα είναι, όμως, επαρκής η πρωτοβουλία ενός ανίσχυρου, απομονωμένου νέου;
Ακόμα και την στιγμή που ο Νταίηβις συγκεντρώνει γύρω του ένα μικρό σώμα
εμπνευσμένων ανδρών και γυναικών με καλή βούληση
(μεταξύ αυτών και μερικές φιλολογικές διασημότητες όπως οι Σαρτρ, Ζηντ, Καμύ ),
ακόμα και όταν εκατομμύρια τρομοκρατημένων ανθρώπων ποθούν και προσεύχονται για την Ειρήνη,
ακόμα και τότε συνεχίζονται οι δυσοίωνες προετοιμασίες για πόλεμο
και το θανάσιμο χάσμα μεταξύ 2 Παγκοσμίων Υπερδυνάμεων, 2 φιλοσόφων,
βαθαίνει ημέρα με την ημέρα.
Μια αδύναμη, παράφωνη αρχαιοελληνική χορωδία
οι φωνές των Ευρωπαίων διαννοουμένων
συνοδεύουν το επιβλητικό δράμα.
Άκουσα αρκετές φωνές στα ταξίδια μου,
μερικές επιθετικές και αλαζονικές, άλλες ευγενικές ή ασεβείς, παθιασμένες ή συναισθηματικές.
Απομένει να ακούσω την αρμονία των συντονισμένων ήχων και συγχορδιών, την συναυλία-κοντσέρτο
των συμφιλιωτικών ή ειρηνικά αμιλλωμένων δυνάμεων.
«Δεν υπάρχει καμία ελπίδα. Εμείς οι διαννοούμενοι, είτε είμαστε προδότες είτε είμαστε θύματα,
σε κάθε περίπτωση θα ήταν καλύτερα να αναγνωρίσουμε την παντελήν έλλειψη ελπίδας για την κατάστασή μας.
Γιατί να κοροϊδευόμαστε; Είμαστε τελειωμένοι! Ηττηθήκαμε!».
Αυτά τα λόγια ειπώθηκαν από έναν νεαρό σπουδαστή φιλοσοφίας και φιλολογίας που γνώρισα στο Πανεπιστήμιο
της Ουψάλα στην Σουηδία. Ό,τι είχε να πει ήταν, οπωσδήποτε, χαρακτηριστικό –και πιστεύω τα λόγια του
αναπαράγουν την ηχώ και αντικατοπτρίζουν τις πεποιθήσεις των διαννοουμένων σε όλα τα μέρη της Ευρώπης.
Συνέχισε: «Χάσαμε, τελειώσαμε. Γιατί να μην το παραδεχθούμε, επιτέλους; Η διένεξη μεταξύ δύο μεγάλων
αντιπνευματικών δυνάμεων –του Αμερικανικού χρήματος και του Ρωσσικού φανατισμού– δεν αφήνει περιθώριο
για διανοητική ακεραιότητα ή ανεξαρτησία στον πλανήτη. Επείγει να επιλέξουμε πλευρά και, με τον τρόπο αυτό,
να προδώσουμε όλα όσα θα έπρεπε να υπερασπιστούμε και να διατηρήσουμε ζωντανά. Ο Καίσλερ κάνει λάθος
όταν διατείνεται πως η μια πλευρά είναι λίγο καλύτερη από την άλλη, όχι μαύρη εντελώς αλλά γκριζαρισμένη.
Στην πραγματικότητα, καμία πλευρά δεν είναι αρκετά ενάρετη. Επομένως, και οι δύο είναι μαύρες, άρα φαύλες».
Είπε, ακόμα: «Οι Ευρωπαίοι διαννοούμενοι θα πρέπει να δρομολογήσουν ένα νέο κίνημα, το κίνημα
της απόγνωσης, την εξέγερση των απελπισμένων. Αντί να προσπαθούμε μα καθησυχάσουμε τις υπάρχουσες
δυνάμεις, αντί να αθωώνουμε τους αχόρταγους τραπεζίτες για τις μηχανορραφίες τους ή τους τυραννικούς
γραφειοκράτες για τα εγκλήματά τους, οφείλουμε να γίνουμε συνεπείς με την διαμαρτυρία μας, με μιαν έκφραση
ξεκάθαρη της οδύνης, του τρόμου μας. Τα πράγματα έχουν φθάσει σε ένα σημείο όπου κατ’ αποκλειστικότηταν
η πιο δραματική, η πιο ριζοσπαστική χειρονομία έχει μόνο μία ευκαιρία να προσεχθεί αν ξυπνήσει την συνείδηση
των τυφλών, υπνωτισμένων μαζών. Θα ‘θελα να δω εκατοντάδες χιλιάδες διαννοούμενους να ακολουθούν
το παράδειγμα της Virgin Woolf, του Ernst Toller, του Stefan Zweig , του Jan Masaryk. Ένα κύμα αυτοκτονιών
που να ξεκινά από το επίκεντρο των πιο εκλεκτών εγκεφάλων για να προκαλέσει σοκ θα έβγαζε τους λαούς
από τον λήθαργο, θα τους έκανε να συνειδητοποιήσουν την εξαιρετική σοβαρότητα των βασάνων στην δοκιμασία
που επωμίστηκαν εξαιτίας της ανοησίας και του εγωϊσμού τους».
Μου είπε, με τρεμάμενη φωνή: «Ας δώσουμε εμείς οι ίδιοι με τις υπογραφές μας ένα συμβολικό νόημα
στην απόλυτη απόγνωση. Είναι η μόνη τίμια στάση και η μόνη που μπορεί να δώσει κάποια βοήθεια».
Καθώς αναλογιζόμουν το μαύρο πεπρωμένο που θα πρέπει να οραματιστούν για τους ίδιους
οι νέοι και οι νέες της Ευρώπης, ο φοιτητής του Πανεπιστημίου της Ουψάλα πρόσθεσε –πολύ ήπια–
ενώ, αδύναμα κι εξασθενημένα, φώτιζε την σκεπτική νεανική του φωνή ένα χαμόγελο:
«Θυμάσαι, άραγε, τι μας είχε συμβουλεύσει εκείνος ο σπουδαίος Κίρκεγκαρντ;
ΜΙΑ ΗΡΕΜΗ ΑΛΛΑ ΕΠΩΔΥΝΗ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΟΠΟΥ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΡΙΑ
ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΤΑΔΙΟ ΠΟΥ ΠΡΟΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ…ΕΠΟΜΕΝΩΣ, Η ΠΙΣΤΗ ΤΡΕΦΕΙ ΕΛΠΙΔΕΣ
ΚΑΙ ΓΙΑ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΖΩΗ, ΑΛΛΑ…ΧΑΡΗ ΣΤΟ ΠΑΡΑΛΟΓΟ, ΟΧΙ ΩΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΝΟΗΣΗΣ».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου