"Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΣΦΑΙΡΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ Η ΑΠΟΜΥΘΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ" - ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΧΡΗΣΤΟΥ Π. ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ - Β' ΜΕΡΟΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
Η ΣΙΩΠΗΡΗ ΑΠΟΔΟΧΗ
ΤΟ ΑΙΜΑΤΟΚΥΛΙΣΜΑ ΤΗΣ ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ
Ο Μιχάλης Ζούβελος (βασιλικός επίτροπος του στρατοδικείου που δίκασε τους πραξικοπηματίες, εισαγγελέας της στρατιωτικής δικαιοσύνης) επικαλούμενος τις καταθέσεις ατόμων από το 1974 ως το 1992 δίνει την δική του ερμηνεία(35) για την τρομοκρατία στην Ελλάδα. Θεωρεί ότι αμέσως μετά την μεταπολίτευση γεννήθηκε μια νέα «δημοκρατική» τάξη η οποία αποτελείται: i) από οπαδούς της αταξικής κοινωνίας και ii) από επώνυμους αντιστασιακούς (οι οποίοι είχαν φυλακιστεί επί δικτατορίας).
Οι πρώτοι ήθελαν να αντικαταστήσουν την δικτατορία αλλά και την νόμιμη κυβέρνηση Καραμανλή με μιαν εθνοφυλακή «προοδευτικών» δημοσιογράφων, καλλιτεχνών, συνταγματολόγων, διαννοούμενων. Οι δεύτεροι, οι αληθινοί δημοκράτες και οι ιδεολόγοι αντιστασιακοί, αποχώρησαν όταν διαπίστωσαν την ύπαρξη ενός μηχανισμού παραγωγής «δημοκρατικών» πολιτών.
Ο Μιχ. Ζούβελος αναφέρει, εξάλλου, ότι «όσοι συμπαθούν τους τρομοκράτες σήμερα χλευάζουν την κοινωνία μιλώντας για τις ελευθερίες των πολιτών, χλευάζουν τα θύματα της τρομοκρατίας, συντελούν στην εξουδετέρωση των διωκτικών αρχών, εναντιώνονται ακόμη και στην σύμβαση του Σένγκεν και, τέλος, κρατούν αιχμάλωτη την κυβέρνηση».
Οι τρομοκρατικές οργανώσεις εφαρμόζουν τους κανόνες της λεγόμενης «τακτικής υπεροχής» στις εξορμήσεις τους. Και ένας από τους κανόνες αυτούς είναι να εξασφαλίζεται πριν από κάθε επιχείρηση η απόλυτη στεγανότητα.
Στρατηγικός στόχος των τρομοκρατών είναι να μετατραπούν από απομονωμένοι κομάντος σε «ψάρι που κολυμπάει μέσα στο νερό» –σύμφωνα με την βασική συνταγή κάθε αντάρτικου. Να καταφέρουν, δηλαδή, να αποκτήσουν ερείσματα, στήριξη, από κάποιες ευρύτερες κοινωνικές ομάδες. Αυτό πρέπει να εμποδιστεί με κάθε τρόπο αν θέλουμε να αποφύγουμε να πάρει η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας τις διαστάσεις πραγματικού «λουτρού αίματος», όπως έγινε στην Ιταλία ή την Τουρκία.
Αυτό απαιτεί (πέρα από την αυτόματη υλικοτεχνική υποδομή, εκπαίδευση και ενίσχυση των αντιτρομοκρατικών δυνάμεων) διακομματική και κοινωνική συναίνεση, στο θέμα της τρομοκρατίας, που αυτήν την στιγμή δεν υπάρχει. Αξίζει να αναρωτηθεί κανείς εάν τελικά η ελληνική κοινωνία είναι ικανή να αντιμετωπίσει την δράση των τρομοκρατών όταν έχει ουσιαστικώς δεχθεί την «τέχνη δολοφονίας» σαν επιχείρημα για αντίσταση, σαν μέθοδο απονομής «δικαίου»(36) εναντίον όσων αδικούν.
Η σιωπηρή αυτή αποδοχή ξεκινά από την ελληνική πολιτική ηγεσία: οι πολιτικοί καταλογίζουν (στις ανακοινώσεις τους ύστερα από κάθε τρομοκρατική επίθεση) στους τρομοκράτες την διάθεση καταλύσεως μιας δημοκρατίας που οι ίδιοι ποτέ δεν υπερασπίστηκαν.
Η σιωπηρή αποδοχή εξακτινώνεται και στους φορείς της δικαστικής εξουσίας. Ασυνείδητα, η δολοφονική πράξη μετατρέπεται σε «εκτέλεση» και το θύμα σε «θύτη»(37). Οι επιλεγμένοι στόχοι είναι σύμβολα εξουσίας και δύναμης. Η σιωπηρή αποδοχή των πολιτών είναι, επομένως, ερμηνεύσιμη άρα αναστρέψιμη όσο υπάρχει ανοικτό το πεδίο για την κοινωνική απομόνωση των τρομοκρατών. Κανείς δεν αρνείται, ασφαλώς, ότι οι πράξεις τρομοκρατίας (σε συνθήκες αγανάκτησης, σήψης, παρακμής και αληθινής απόγνωσης από την λιτότητα) βρίσκουν απήχηση(38) καθώς ορισμένοι συμφωνούν σε μεγάλο βαθμό με τις ιδεολογικές, πολιτικές θέσεις που διατυπώνουν οι Έλληνες τρομοκράτες. Προσυπογράφουν μια πρωτόγονη κοινωνική κριτική, δέσμιοι μύθων που έχουν καταρρεύσει διεθνώς.
Όταν αναγνωρίζεται το εσωτερικό και εξωτερικό αδιέξοδο, η κόπωση των πολιτών από τα κόμματα, ο διχασμός και η πόλωση, τότε η τρομοκρατία αποτελεί εκτόνωση για τις μάζες καθώς τιμωρεί την πολιτική ή ταξική ανισότητα. Οι μάζες επιχαίρουν για τον φόνο του «κακού» βιομήχανου ή του άδικου δικαστή, αδυνατούν ωστόσο να κατανοήσουν ότι, αν υπάρχει ένας δυνάστης, με τις μεθόδους αυτές ένας άλλος δυνάστης πιο ωμός, περισσότερο ανάλγητος προσπαθεί να τον υποκαταστήσει. Η αντίληψη αυτή οδηγείται σε λογικό αδιέξοδο όταν οι τρομοκράτες κάνουν το λάθος να αιματοκυλήσουν την αθωότητα, όπως στην δολοφονία του Θάνου Αξαρλιάν.
Η πράξη αυτή είχε, εξάλλου, ως αποτέλεσμα την δημιουργία συλλόγου με την επωνυμία «Θάνος Αξαρλιάν» υπέρ των θυμάτων «της τρομοκρατίας και των ενεργειών της παράλογης βίας» (όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο καταστατικό του συλλόγου). Επίσης, καθιερώθηκε ως ημέρα μνήμης προς τιμήν των θυμάτων της τρομοκρατίας η 18η Ιανουαρίου.
Για τον κίνδυνο που ανέλαβαν οι τρομοκράτες στην Ελλάδα να απωλέσουν με τα τυφλά χτυπήματα το έρεισμα της «απονομής δικαιοσύνης» έχουν δοθεί 2 εξηγήσεις:
Σύμφωνα με την πρώτη ερμηνεία: από τις αρχές της δεκαετίας του ‘70 η Μόσχα θεωρούσε ότι η Ελλάδα, λόγω των αντιαμερικανικών αισθημάτων που προκάλεσε η χούντα και η εισβολή στην Κύπρο, αποτελούσε έναν από τους «αδύνατους κρίκους του ΝΑΤΟ» και, κατά συνέπεια, προσφερόταν για επιχειρήσεις(39) τρομοκρατίας και αποσταθεροποίησης οι οποίες μπορούσαν να την οδηγήσουν στο ανατολικό στρατόπεδο.
Μια δεύτερη ερμηνεία είναι: ότι προκαλείται σκοπίμως αιματοχυσία και μακελειό προκειμένου να δημιουργηθεί διεθνής συγκλονισμός και να αποδειχθεί ότι η 17Ν είναι η ισχυρότερη τρομοκρατική οργάνωση στην Ευρώπη και συνεχίζει να δρα ύστερα από την διάλυση της KGB και την αποστασιοποίηση του ηγέτη της Λιβύης Μ. Καντάφι από την διεθνή τρομοκρατία. Σύμφωνα με την ερμηνεία αυτή, η 17Ν φιλοδοξεί να αναδειχθεί σε αποδέκτη τρομοκρατικών συμβολαίων και σε κέντρο εξαγωγής τρομοκρατίας που είναι σε θέση να καλύψει το κενό και να κατευθύνει επιχειρήσεις αποσταθεροποίησης εναντίον διαφόρων χωρών.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ
Η ΑΠΟΜΥΘΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Η ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΝΟΠΛΗΣ ΒΙΑΣ
Οι τρομοκρατικές οργανώσεις δρουν ανελλιπώς στην Ελλάδα από το 1974. Από την μελέτη των κειμένων τους προκύπτει ότι επιδιώκεται ένας πρωτίστως στόχος: η απομόνωση της Ελλάδας από την Δυτική Συμμαχία, η αποτροπή της πραγματοποίησης ξένων επενδύσεων, η συρρίκνωση του ρόλου του ιδιωτικού τομέα, η επιβολή στην δικαιοσύνη πολιτικής λογικής –που είναι αντίθετη στην ίδια την ανεξαρτησία της– και η δημιουργία κρίσης στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας. Ακολουθεί μια παρουσίαση των κυριότερων τρομοκρατικών οργανώσεων και των αντιλήψεών τους (με την επιλεγμένη παράθεση τμημάτων από προκηρύξεις, έντυπα, δημοσιευμένα κείμενα –αν και λείπουν τα «πνεύματα») και των πρακτικών που χρησιμοποιούν.
ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ «17 ΝΟΕΜΒΡΗ»
Υπό την εποπτεία της KGB και της Στάζι (επί υπαρκτού σοσιαλισμού) λειτουργούσε κοντά στην Πράγα της Τσεχοσλοβακίας ένα στρατόπεδο εκπαίδευσης τρομοκρατών με το όνομα 17 Νοέμβρη. Η σχολή αυτή λειτούργησε από το 1968 έως το 1974. Επισήμως ιδρύθηκε για να βοηθήσει στην σύσφιγξη των δεσμών των σοσιαλιστικών χωρών με την διανόηση των χωρών του Τρίτου Κόσμου προσφέροντας σε υποτρόφους μαθήματα ξένων γλωσσών και λογοτεχνίας.
Αντίθετα, σύμφωνα με μαρτυρίες φοιτητών οι οποίοι σπούδασαν στις ΗΠΑ, η 17Ν αρχικά συγκροτήθηκε στο πανεπιστήμιο Mc Gill του Μοντρεάλ αλλά υπάρχει και μεγάλος αριθμός Ελλήνων ριζοσπαστικών (που είναι μέλη της 17Ν) στο Χάρβαρντ και στο ΜΙΤ. Τα μέλη έπαιρναν βοήθεια και καθοδήγηση από ελληνικής καταγωγής καθηγητές του Χάρβαρντ και του ΜΙΤ.
Για πρώτη φορά η 17Ν εμφανίστηκε ως ομάδα αντιστασιακών φοιτητών την 1/2/1974 στην Αθήνα, με προκηρύξεις της προς τους αξιωματικούς και τους στρατιώτες των Ενόπλων Δυνάμεων τους οποίους καλούσε να ανατρέψουν το δικτατορικό καθεστώς. Στην πρώτη επέτειο του Πολυτεχνείου, η οργάνωση συμμετείχε με πανώ στις εκδηλώσεις μνήμης υπέρ των νεκρών φοιτητών, όπως αποδεικνύεται από το φωτογραφικό αρχείο του δημοσιογράφου Γιώργου Βαξεβανίδη.
Προκειμένου να γίνουν αντιληπτές οι συνθήκες υπό τις οποίες ξεκίνησε την δράση της η 17Ν, παρατίθεται τμήμα της πρώτης αδημοσίευτης προκήρυξης της οργάνωσης: Η κυβέρνηση κοροϊδεύει. Η βουλή φλυαρεί χωρίς κανένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα.
Τα περισσότερα κόμματα συμμετέχοντας στο γενικό εμπαιγμό, συναγωνίζονται σε πλατωνικές δηλώσεις χωρίς πραγματικό αντίκρυσμα. Μπρος σ’ αυτή την κατάσταση, στην πλήρη χρεωκοπία κι αδυναμία των θεσμών, μπρος στην ανυπαρξία των γνωστών νόμιμων δρόμων, δεν απομένει παρά ένας μόνο δρόμος: Να πάρει ο ίδιος ο λαός τις τύχες του στα χέρια του. Να αγωνιστεί με τις δικές του δυνάμεις, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα αγώνα κι αντιτάσσοντας στην αντιλαϊκή καταπιεστική βία του ιμπεριαλισμού που τρομοκρατεί το λαό εδώ και δεκαετίες, τη δίκαιη λαϊκή επαναστατική βία.
Ο ελληνικός λαός έχει καταλάβει πια ότι δεν έχει να περιμένει τίποτε από την κυβέρνηση, το κοινοβούλιο, τη δικαιοσύνη και τους άλλους θεσμούς που έχουν καταξευτελιστεί στη λαϊκή συνείδηση. Ξέρει ότι δικαιοσύνη δεν υπάρχει από τη στιγμή που απαλλάσσονται οι 104 φασίστες υπουργοί, από τη στιγμή που αθωώνονται οι βασανιστές στη Χαλκίδα. Και ξέρει ακόμη ότι αυτοί που καταδικάστηκαν είναι για τα μάτια κι ότι το πολύ σ’ ένα χρόνο θάναι όλοι έξω, με αμνηστία, όπως ακριβώς έγινε και με τους κατοχικούς δοσίλογους.
Ο Λαός έχει πια κατανοήσει ότι δεν του απομένει παρά ο δρόμος του αγώνα, με στήριγμα τις δικές του δυνάμεις. Ο δρόμος των μαζικών κινητοποιήσεων και των δυναμικών ενεργειών, που είναι ο μοναδικός που μπορεί να ανατρέψει το καθεστώς της εξάρτησης και υποτέλειας, το καθεστώς της νέας καταπίεσης και τρομοκρατίας. Είναι ο δρόμος που χάραξε με το αίμα της η ηρωϊκή εξέγερση του Πολυτεχνείου που γκρέμισε τα τραπουλόχαρτα της «φιλελευθεροποίησης» του Παπαδόπουλου, ο δρόμος που θα γκρεμίσει και σήμερα το νέο φασισμό με κοινοβουλευτικό μανδύα, που θα γκρεμίσει το καθεστώς των μονοπωλίων και της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, θα διώξει όλες τις στρατιωτικές βάσεις και τις στρατιωτικές αποστολές και θα μας οδηγήσει στην πραγματική Ανεξαρτησία, στην πραγματική Δημοκρατία για τον εργαζόμενο λαό κι όχι στον καλυμμένο φασισμό, στη Λαϊκή Εξουσία και το Σοσιαλισμό.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΜΠΕΡΙΛΑΛΙΣΜΟ
ΚΑΤΩ Ο ΝΕΟΣ ΦΑΣΙΣΜΟΣ
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ.
Με την συλλογιστική αυτή εδραιώθηκε στην Ελλάδα η πολιτική δολοφονία δίχως οι ανακριτικές αρχές να μπορούν να εξαρθρώσουν την τρομοκρατία. Στις 10 Απριλίου 1986, σε μιαν ανακοίνωση-ανάλυση της Νέας Δημοκρατίας για το περιεχόμενο των προκηρύξεων της 17Ν (γραμμένης δια χειρός Παύλου Μπακογιάννη) αναφέρεται ότι «τα κείμενα των τρομοκρατών γράφονται από “μικροαστούς διανοούμενους” που κινούνται στο πλαίσιο του “ρομαντικού μικροαστισμού”, μεταχειρίζονται “ψευδο-επαναστατική φρασεολογία” και ασκούν κριτική στο ΠΑΣΟΚ όχι από αντίπαλη θέση αλλά από τα μέσα». Η ανάλυση αυτή συμφωνεί απόλυτα με την άποψη του Παύλου Μπακογιάννη ότι τα μέλη της τρομοκρατικής οργάνωσης ανήκαν πιθανώς στο «πρώϊμο ΠΑΣΟΚ». Για την οργανωτική της γραμμή, η οργάνωση τα επόμενα έτη αναφέρει στο ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ που δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες «Νέοι Άνθρωποι» και «Ελευθεροτυπία»: Αγωνιζόμαστε για τη δημοκρατική και αντιιμπεριαλιστική επανάσταση δηλαδή τη λαϊκή εξουσία, και για το Σοσιαλισμό. Η ιστορική πείρα της χώρας μας όπως και το παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα μας δείχνουν ολοκάθαρα ότι δεν υπάρχει ειρηνικό πέρασμα στο Σοσιαλισμό. Οι παραπάνω στόχοι μπορούν να επιτευχθούν μόνο ένοπλα με στήριγμα τον ένοπλο λαό. Έτσι στρατηγικός στόχος του κινήματος είναι η δημιουργία και το χτίσιμο του λαϊκού στρατού και του ένοπλου λαού. Η οργάνωση δεν δέχεται (στα πλαίσια του διαλόγου που διεξάγεται με θεωρητικούς, καθηγητές, πολιτικούς, κομματικά στελέχη όλων των χώρων σε επίσημους ή παράνομους διαύλους) να καταθέσει τα όπλα με το ακόλουθο σκεπτικό: Το πραξικόπημα του ‘67, το γεγονός ότι δεν έγινε κάθαρση και το Σύνταγμα και το θεσμικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε, δείχνουν με τρόπο αδιαμφισβήτητο ότι στη χώρα μας δεν υπάρχει καμία απολύτως περίπτωση ειρηνικού περάσματος στο σοσιαλισμό.
Με καθοδηγητικό ύφος, η 17Ν ενημερώνει πλέον τους αναγνώστες των απόψεών της για την μέθοδο επιλογής των στόχων της: Πρέπει λοιπόν ο στόχος νάναι στενά δεμένος, για τις πλατιές λαϊκές μάζες κι όχι για μια ασήμαντη μειοψηφία αριστεριστών, με μια συγκεκριμένη βία πούχει εξασκηθεί ενάντια στο λαό σε πολύ μεγάλες διαστάσεις ή με πελώρια κοινωνικά σκάνδαλα πούναι πασίγνωστα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τέτοιας ενέργειας είναι οι εκτελέσεις των βασανιστών. Σ’ αυτή την περίπτωση και μπροστά στην καταδίκη της ενέργειας απ’ τα κόμματα, η βία που εξασκήθηκε απ’ τους βασανιστές ενάντια στο λαό, τον οδηγεί στη σκέψη: ναι αλλά αυτός είναι εγκληματίας του λαού και κανείς δεν τον άγγιξε. Καλά του κάνανε. Αυτό αποτελεί λαϊκή κάλυψη, έμμεση επιδοκιμασία και αποδοχή της ενέργειας λαϊκής βίας κι άρα προπαγάνδιση στην πράξη της αναγκαιότητας της λαϊκής βίας.
Στα πρώτα της αυτά κείμενα, πράγματι, η οργάνωση προσέδιδε μια διάσταση αξιοπιστίας και διεκδικούσε το δικαίωμα –τουλάχιστο ίσο με την δικαιοδοσία των δικαστηρίων– να απονείμει δίκαιο δια της αυτοδικίας εναντίον μισητών στον λαό, στην λαϊκή συνείδηση ατόμων. Τα πρώτα σπέρματα, ωστόσο, που καταδεικνύουν την πραγματική φύση των τρομοκρατών ήταν σαφή: Βέβαια μέσα στην πορεία του αγώνα, μπορεί να χρειαστεί να γίνουν ενέργειες που δεν είναι άμεσα κατανοητές από τις πλατιές μάζες. Αυτό όμως μόνο εφόσον υπάρχουν πολύ ισχυροί λόγοι και δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Κι ακόμη αυτές οι ενέργειες πρέπει νάναι η εξαίρεση κι όχι ο κανόνας.
Στα πλαίσια αυτού του παράνομου διαλόγου, αποκαλύπτεται η παράλληλη δραστηριότητα των αρχικών μελών της οργάνωσης: Μερικοί προβάλλουν την αντίρρηση ότι η 17 Νοέμβρη έχοντας διαλέξει αυτό το δρόμο περιφρονεί την άλλη νόμιμη πολιτική δουλειά.
Αυτό λέγεται για δημιουργία εντυπώσεων από μερικούς που εκμεταλλεύονται το γεγονός ότι εμείς δεν μπορούμε να τους απαντήσουμε ανοιχτά σαν 17 Νοέμβρη από μια «νόμιμη» θέση. Γιατί δεν χρειάζεται μεγάλη σκέψη για να καταλάβουμε ότι η δουλειά που κάνουμε δε μας εμποδίζει ούτε να κάνουμε νόμιμη δουλειά στους χώρους των άμεσων διεκδικητικών αγώνων κι ούτε μας εμποδίζει νάχουμε νόμιμη πολιτικο-ιδεολογική δραστηριότητα. Τα επόμενα έτη, όμως, παρατηρείται μια αντίφαση στις εξαγγελίες της 17Ν και στην δράση που τελικά δεν αναλαμβάνει καθώς πριν από τις εκλογές του 1991 τόνιζε πως έπρεπε να γίνει: ένα βήμα προς τα μπροστά, να γίνει ένα ποιοτικό άλμα και να μετατραπεί σήμερα πια αυτή η ποσότητα των οργανώσεων λαϊκής βίας σε ποιότητα λιγότερων αλλά ισχυρότερων, σ’ ένα μίνιμουμ σοβαρών οργανώσεων που θάναι σε θέση ν’ αναλάβουν με συνέπεια τα πάρα πάνω ζητήματα και καθήκοντα. Αυτό είναι όχι μόνο αναγκαίο για το χώρο της επαναστατικής αριστεράς αλλά και επείγον και επιβάλλεται πέρα απ΄την κοινωνική κι απ’ την ίδια την πολιτική κατάσταση. Η παρουσία και η δράση μιας τουλάχιστον τέτοιας οργάνωσης με τη σειρά της θα δημιουργήσει νέα ώθηση για νέες πραγματικά αυτόνομες δυνάμεις στη βάση, είτε στο νόμιμο μαζικό αγώνα είτε στις απλές βίαιες μορφές του άμεσου μαζικού κινήματος. Οργάνωση επομένως της επαναστατικής αριστεράς η 17Ν, εξήγγειλε πρωτοβουλία για να συνενωθούν οι ισχυρές τρομοκρατικές οργανώσεις προκειμένου να δοθεί νέα ώθηση τώρα πλέον όχι μόνο στο βίαιο μαζικό κίνημα αλλά και στο νόμιμο αγώνα. Ποιοί παράγοντες συντελούν στην μεταστροφή αυτή; Και σήμερα υπάρχει ένας ακόμη λόγος που συντρέχει προς το πολιτικό, οργανωτικό, υλικό δυνάμωμα των οργανώσεων λαϊκής βίας. Αυτός είναι η νέα κρίσιμη περίοδος και προοπτική που ανοίγεται με τις εκλογές και την πιθανότητα εκλογικής νίκης του ΠΑΣΟΚ.
Στις ερχόμενες εκλογές υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να κερδίσει την πλειοψηφία το ΠΑΣΟΚ. Στην περίπτωση αυτή κι εφόσον θάχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ανοίγεται μια κρίσιμη και σημαντική περίοδος για το λαϊκό κίνημα και τις επαναστατικές δυνάμεις.
Το ΠΑΣΟΚ δεν πρέπει να βλέπεται σαν ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που θάρθει σαν εφεδρική λύση του συστήματος για να διαχειριστεί τις υποθέσεις της μεγαλοαστικής τάξης και του ιμπεριαλισμού, παρ’ ότι υπάρχει μέσα στις τάξεις του μια τέτοια τάση και μια μερίδα της άρχουσας τάξης θα προσπαθήσει να το σύρει σε μια τέτοια ποιλιτική. Μέσα στις διάφορες προγραμματικές διακηρύξεις του ΠΑΣΟΚ υπάρχει ένα μίνιμουμ μέτρων που θα υποχρεωθεί να πάρει, όσο κι αν προσπαθήσει να τα μεθοδεύσει. Ακόμη κι αν δεν κάνει τίποτε σε σχέση με τις κοινωνικοποιήσεις και τις κρατικοποιήσεις των διαφόρων τομέων της οικονομίας, θα υποχρεωθεί 1) να βγάλει τη χώρα απ’ το ΝΑΤΟ και να πάρει ουσιαστικά μέτρα για τις βάσεις 2) να εκκαθαρίσει το φασιστικό μηχανισμό πούναι ανέπαφος στο Στρατό και τα Σώματα Ασφαλείας για να τα ελέγξη και για να μπορέσει να προχωρήσει έχοντας ορισμένες εγγυήσεις 3) ορισμένα ελάχιστα μέτρα ενάντια στην ασυδοσία του μεγάλου κεφαλαίου. Και σ’ αυτούς τους τομείς, το σύστημα σε καμμιά περίπτωση δε θα δεχτεί να θιχτούν τα προνόμιά του, γιατί είναι στρατηγικής και καθοριστικής σημασίας με αποτέλεσμα να χάσει τον έλεγχο της κατάστασης και δε θα διστάσει να τον ανατρέψει. Όποιος αμφιβάλλει δεν έχει παρά να θυμηθεί τι θύελλα αποδοκιμασίας, εχθρότητας και αντι-σοσιαλμανίας ξεσήλωσε μέσα στη μεγαλοαστική τάξη, ένας πολιτικός σαν τον Καραμανλή πούναι σάρκα απ’ τη σάρκα του συστήματος και χωρίς κανένα ουσιαστικό μέτρο ενάντια στο σύστημα, απλώς ορισμένα πολύ δειλά ημίμετρα εκμοντερνισμού του ελληνικού καπιταλισμού.
Το καθεστώς λοιπόν θα ανεχτεί το ΠΑΣΟΚ μόνον εφόσον δεν θιχτούν τα συμφέροντά του στους πάρα πάνω τομείς. Απ’ τη στιγμή όμως που θα αγγίξει αυτά τα στρατηγικής σημασίας προνόμιά του, είναι σίγουρο ότι θα ανατραπεί. Το ΠΑΣΟΚ αναδεικνύεται νικητής των εκλογών και η 17Ν σιωπά για μακρύ χρονικό διάστημα δρώντας πιθανόν στο νόμιμο μαζικό αγώνα(40). Όταν επανεμφανίζεται, δεν στρέφεται εναντίον στόχων της δικτατορικής περιόδου αλλά εναντίον ατόμων με διακριτή πολιτική και κοινωνική ταυτότητα. Τον δεύτερο στόχο που είχε θέσει, το ποιοτικό άλμα στην συγκρότηση του χώρου της Επαναστατικής Αριστεράς, δεν τον επιτυγχάνει. Η τακτική της για πλήρως αυτόνομη δράση επιβεβαιώνεται ως έναν βαθμό από το γεγονός ότι δεν είχε ιδιαίτερες σχέσεις, ούτε καν μέσω κρατικών ταχυδρομείων, με την εκδοτική ομάδα του περιοδικού «Αντιπληροφόρηση» στο οποίο δεν έστειλε ποτέ κανένα από τα κείμενά της. Η 17Ν, αν και ποτέ δεν κυκλοφόρησε δικό της έντυπο για την αντιπληροφόρηση, ωστόσο –χρησιμοποιώντας τον καθημερινό και περιοδικό ελληνικό και ξένον Τύπο– κατάφερε να γνωστοποιήσει στο ευρύτερο κοινό τις απόψεις και ενέργειές της σε τέτοιο βαθμό που καμιά άλλη οργάνωση ένοπλης λαϊκής βίας δεν είχε κατορθώσει. Ο ΕΛΑ για την τακτική αυτή, της χρησιμοποίησης δηλαδή του αστικού Τύπου και όχι της αυτόνομης αντιπληροφόρησης, την κατηγόρησε για «περιφρονητική στάση» απέναντι στην τακτική της αντιπληροφόρησης. Είναι ξεκάθαρο, πάντως, ότι η βαρύτητα των ενεργειών της 17Ν λειτούργησε ως ο κύριος παράγοντας για την αξιοποίηση των κειμένων της από τον Τύπο.
Πρόκειται για μια κλειστή και ολιγομελή οργάνωση, με πλήθος ικανοτήτων και αποτελεσματικών μεθόδων, με άρτιον επιχειρησιακό σχεδιασμό και πλήρη οργάνωση και κάλυψη των μελών της και της δραστηριότητάς τους, με αποθηκευμένο οπλισμό και πυρομαχικά, καθώς και με συγκεκριμένη πολιτική νοοτροπία σε ό,τι αφορά την επιλογή των στόχων και των μέσων που χρησιμοποιούνται για να τους πλήξουν.
Το περιοδικό «Newsweek» έγραψε ότι η 17Ν είναι το ικανότερο αντάρτικο πόλεων. Ωστόσο, σε καμιά περίπτωση η 17Ν δεν πρέπει να «θεοποιείται». Στην απομυθοποίησή της συντελεί και η αποκάλυψη του δημοσιογράφου Γ. Βαξεβανίδη (τέως γ.γ. του υπουργείου Δημόσιας Τάξης, ο οποίος παρίστατο σε σύσκεψη του υπουργού κ. Βασιλειάδη με τον υπεύθυνο ασφαλείας της P.L.O. Αμπού Ιγιάντ) ότι ποτέ δεν ειπώθηκε από τον Παλαιστίνιο ότι ο ίδιος θα έψαχνε –αν ήταν στην θέση του υπουργού– για τους αρχηγούς της 17Ν μεταξύ των στρατηγών της αστυνομίας(41) που συμμετείχαν στην σύσκεψη ούτε βεβαίως αληθεύει ότι αυτοί πάγωσαν μόλις το άκουσαν.
ΟΜΑΔΑ ΟΚΤΩΒΡΗΣ 1985
Εμφανίστηκε για πρώτη φορά τον Δεκέμβρη του 1985 κάνοντας κριτική και απειλώντας την Ε.Ο. 17 ΝΟΕΜΒΡΗ.
ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΛΑΪΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ
Ο ΕΛΑ εμφανίστηκε στις 29/4/1975 και θεωρεί, όπως μαρτυρούν οι προκηρύξεις του πως η επαναστατική και λαϊκή βία σαν συγκεκριμένη πρακτική και σαν ιδεολογική-πολιτική αντίληψη, δεν είναι μια απλή τακτική, για να χρησιμοποιούνται σε ορισμένες περιόδους, από τις δυνάμεις του επαναστατικού και λαϊκού κινήματος κάποιες βίαιες-δυναμικές ενέργειες. Είναι ουσιαστικό και μόνιμο συστατικό του επαναστατικού λαϊκού αγώνα και του σκοπού του και άρα αποτελεί μια στρατηγική ανάγκη και εκλογή για τις οργανωνόμενες δυνάμεις του επαναστατικού και λαϊκού κινήματος, όπως οι βίαιες δυναμικές ενέργειες είναι μόνιμη και βασική μορφή πάλης χωρίς βέβαια να είναι η μοναδική.
Είναι και στο χέρι μας –όλων μας– να μπορέσει να στεριώσει και να διαδοθεί και αναπτυχθεί ο επαναστατικός λαϊκός αγώνας ενάντια στο καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό καθεστώς, με σκοπό την επαναστατική αλλαγή της σημερινής κοινωνίας.
Οι άμεσες πολιτικές επιδιώξεις που θέτει ο Επαναστατικός Λαϊκός Αγώνας είναι: α)Να ξεσκεπάσει την καπιταλιστική-ιμπεριαλιστική εξουσία που προσπαθεί να καταπνίξει τους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες.
β)Να αποκαλύψει την σημασία ενδεχόμενων πολεμικών συγκρούσεων που είναι αντίθετες στα συμφέροντα του λαϊκού κινήματος στην Ελλάδα και στην Τουρκία.
γ)Να χτυπήσει άμεσα τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.
δ)Να χτυπήσει με κάθε τρόπο τον νεοφασισμό, την τρομοκρατία και την βία.
ε)Να αναπτύξει τον διεθνιστικό χαρακτήρα του επαναστατικού λαϊκού αγώνα στην Ελλάδα.
στ)Να αγωνιστεί συγκεκριμένα για να προχωρήσει η αυτόνομη και αυτοδύναμη οργάνωση των λαϊκών δυνάμεων.
Ο τελικός στρατηγικός σκοπός της οργανώσεως είναι η πλήρης και οριστική καταστροφή της αστικής κοινωνίας και η οικοδόμηση της σοσιαλιστικής.
Από το καλοκαίρι του 1974 και μετά κυκλοφόρησαν μια σειρά από παράνομα έντυπα που για βασικό τους στόχο είχαν την ιδεολογική-πολιτική στήριξη της ένοπλης λαϊκής βίας.
Η «Αντιπληροφόρηση» είναι το σημαντικότερο έντυπο με την μεγαλύτερη διάρκεια ζωής και πανελλαδική κυκλοφορία. Το πρώτο τεύχος της «Αντιπληροφόρησης» κυκλοφόρησε στις 21 Μαΐου του 1975. Υπολογίζεται ότι μέχρι το 1990 είχαν κυκλοφορήσει γύρω στα 50 τεύχη του περιοδικού, το οποίο όμως δεν εκδίδεται σε τακτά χρονικά διαστήματα. Το «Πληροφοριακό Δελτίο», τα «Εσωτερικά Κείμενα» και το «Εσωτερικό Δελτίο» είναι τρία ακόμη έντυπα της οργάνωσης αλλά κυκλοφορούν σε πολύ αραιά χρονικά διαστήματα.
Είναι εντυπωσιακό, πράγματι, το περιεχόμενο των πρώτων κειμένων της «Αντιπληροφόρησης» εν έτει 1975. Τα πιο διαφωτιστικά αποσπάσματα: Η ιδεολογικοπολιτική ζύμωση, η προπαγάνδιση και η αντιπληροφόρηση είναι μόνιμες και βασικές ανάγκες στην έμπρακτη διαδικασία και δράση, που σκοπεύει στην δημιουργία, στην σταθεροποίηση και στην διάδοση-ανάπτυξη του επαναστατικού και λαϊκού κινήματος στην χώρα μας. Σε ορισμένες μάλιστα περιόδους αυτή η ανάγκη γίνεται πιο επιτακτική και μπορεί να έχει αποφασιστική και καθοριστική σημασία, για την παραπέρα εξέλιξη της ιδεολογικοπολιτικής αντίληψης και πρακτικής της επαναστατικής και λαϊκής βίας ενάντια στο καθεστώς της κυριαρχίας και της εξουσίας του καπιταλισμού-ιμπεριαλισμού, που είναι η απαραίτητη συνθήκη και προϋπόθεση για να σταθεροποιηθεί και να διαδοθεί-αναπτυχθεί ο επαναστατικός και λαϊκός αγώνας με σκοπό την «πολιτική ήττα του καθεστώτος», για να ανοίξει ο δρόμος της ανατροπής του και της δημιουργίας της επαναστατικής αλλαγής της σημερινής καπιταλιστικής εκμεταλλευτικής κοινωνίας.
Κάνουμε τη διαπίστωση πόσο πρωταρχική ανάγκη υπάρχει να αναπτυχθούν από την πλευρά των δυνάμεων του λαϊκού κινήματος ο ι α υ τ ό ν ο μ ε ς δ υ ν α τ ό τ η τ ε ς α ν τ ι π λ η ρ ο φ ό ρ η σ η ς, για να αντιμετωπιστεί, όσο το δυνατό περισσότερο, όλη η οργανωμένη και μεθοδευμένη διαστρέβλωση γεγονότων και η πλύση εγκεφάλου που μας επιβάλλουν καθημερινά. Για να αντιμετωπιστεί η σκόπιμη σιωπή που επιβάλλουν, όταν δεν μπορούν να δημαγωγήσουν ή να λασπολογήσουν πάνω στην πολιτική δραστηριότητα που τους πολεμά και τους αρνιέται.
Για να μπορεί να γίνεται αντιπληροφόρηση χρειάζεται αυτοδυναμία και κατάκτηση κάποιων βασικών υλικών μέσων και όρων προφύλαξης και άμυνας από την εντεινόμενη κρατική τρομοκρατία. Η κυκλοφορία –διακίνηση και ανταλλαγή της– επιδιώκεται να γίνεται έξω από τα κανάλια διανομής «πληροφορίας» -πρακτορεία, περίπτερα κ.λ.π.– και με διαφορετικούς τρόπους από τους καταξιωμένους τρόπους «επιβολής» και «κατεύθυνσης» της «πληροφόρησης». Π.χ. προσπάθεια διανομής και συλλογής της ύλης, γεγονότων, πληροφοριών και απόψεων χ έ ρ ι μ ε χ έ ρ ι ώστε να πάψει, στο δυνατότερο μπορετό, η καθιέρωση της μονοπωλιακής σχέσης που καθορίζει σαν ιδανική τη σχέση πληροφορημένου πομπού –βλέπε αρμόδιου και ειδήμονα– και απληροφόρητου παθητικού δέκτη. Για το πλάτεμα της ανταλλαγής πληροφοριών –όχι αυτών που περνάνε από το κρεβάτι του Προκρούστη, των ειδησεογραφικών τραστ των αφεντικών– και την προσπάθεια κριτικής των ιδεών, των απόψεων και των αντιλήψεων που βγαίνουν μέσα από τους αγώνες, όχι «α ν τ ι κ ε ι μ ε ν ι κ ά» και α π ρ ό σ ω π α και φ ι λ ο λ ο γ ι κ ά όπως μπορούν να γίνουν με τον καθιερωμένο τρόπο, που έχουν διαλέξει για την «πληροφόρηση» (τεύχος 39, σελ. 17). Οι εκδόσεις του ΕΛΑ είναι εκατό περίπου πολιτικά κείμενα(42) με την μορφή προκήρυξης που κυκλοφόρησαν σε άμεσο ή έμμεσο συνδυασμό με βίαιες-δυναμικές ενέργειες που έχει κάνει ο ΕΛΑ. Αποδέκτες των περιοδικών είναι και δημοσιογράφοι. Ο ΕΛΑ στέλνει το περιοδικό δωρεάν «για να μην παριστάνουν τους ανήξερους», όπως λέει στον πρόλογο. Στο τεύχος Οκτωβρίου του 1987 ο ΕΛΑ γράφει για τους λόγους που εκδίδει το περιοδικό: «Είναι απαραίτητο να υπάρχουν μαζεμένες όλες οι συγκεκριμένες εκδηλώσεις επαναστατικής και λαϊκής βίας τόσο για ενημέρωση των πιο καινούργιων αγωνιστών όσο και σαν ένα απαραίτητο στήριγμα για την πιο πλήρη, ολοκληρωμένη και κριτική παρουσίασή τους». Στις εκδόσεις της «Αντιπληροφόρησης» το 1987 και το 1990 γίνεται αναφορά στην οικονομική διάσταση της παράνομης δράσης: «Οι χρηματικές ανάγκες –που το γεγονός είναι ότι ζούμε μέσα στο καπιταλιστικό καθεστώς τις κάνει έντονες και οξυμμένες, μέχρι να βάζουν εμπόδια στην ίδια την πολιτική πρακτική μας– αντιμετωπίζονται κύρια με την χρηματική ενίσχυση από τους συντρόφους, που δίνεται για να βοηθιέται η όλη προσπάθεια, έτσι για αυτό το λόγο αποτελεί συγκεκριμένη (και απαραίτητη) έκφραση πολιτικής υποστήριξης και συμμετοχής. Ο τρόπος για να φτάνει αυτή η ενίσχυση στον προορισμό της είναι τα ίδια τα κανάλια και οι τρόποι διακίνησης και κυκλοφορίας των εντύπων ιδεολογικοπολιτικής ζύμωσης, προπαγάνδισης και αντιπληροφόρησης». «Π ρ έ π ε ι ν α β ρ ε θ ο ύ ν τ ρ ό π ο ι α ν ά π τ υ ξ η ς κ α ι ο λ ο κ λ ή ρ ω σ η ς κ ά θ ε ε π α ν α σ τ α τ ι κ ή ς π ρ ω τ ο β ο υ λ ί α ς. Γι’ αυτό ζητάμε κάθε βοήθεια όχι από παρατάξεις, οργανώσεις και ομάδες, που αποδείχνονται καθημερινά φανατικοί πολέμιοι κάθε λαϊκής αντίστασης, όχι από όλους εκείνους που διαλέγουν και πληροφορούν τους οπαδούς τους από τις αστυνομικές ανακοινώσεις. Ζητάμε βοήθεια από εκείνες τις ομάδες και τους συντρόφους που δε θέλουν να συμβάλλουν με την χυδαιότητα της πολιτικής ανεντιμότητας, σ’ εκείνες τις συνέπειες, που συσσωρεύει αυτή η ανεύθυνη τακτική, για το μέλλον όλων των επαναστατικών δυνάμεων του λαού. Η πρώτη βοήθεια είναι, νομίζουμε, η ανάληψη οργανωμένης πρωτοβουλίας από όπου μπορεί να γίνει αυτό, ώστε να πάψει η απαγόρεψη διακίνησης της πολιτικής πληροφόρησης». Το τελευταίο –γνωστό– τεύχος της «Αντιπληροφόρησης» κυκλοφόρησε τον Μάϊο του 1990 ως «έκδοση του ΕΛΑ και της 1ης Μάη», φέρεται ως «ανατύπωση» και αναφέρεται στην «αντιπληροφόρηση, την προπαγάνδα και την ιδεολογικοπολιτική σύγκρουση ενάντια στην καθεστωτική ιδεολογική κυριαρχία». Σε αυτό το τεύχος συμπεριλαμβάνεται και μια ανακοίνωση των δύο οργανώσεων που περιέχει μιαν εκπληκτική πληροφορία: ζητούν οικονομική ενίσχυση! «Πιστεύουμε ότι είναι αναγκαίο, όλοι οι σύντροφοι να ενισχύσουν και χρηματικά και με την ευκαιρία αυτής εδώ της έκδοσης, την πολιτική πρακτική μας». Αυτός ο εκδοτικός μηχανισμός αλλά και η κυκλοφορία δεκάδων χιλιάδων πολυσέλιδων αντιτύπων άφησαν άναυδη την αστυνομία που μέχρι σήμερα σε καμία απολύτως περίπτωση δεν κατάφερε να εντοπίσει το κέντρο ή τα κέντρα εκτύπωσης και διανομής του παράνομου υλικού. Η εμφάνισή τους έχει πάντα το ίδιο στυλ. Τυπώνονται σε πολύγραφο, έχουν πολλές σελίδες και η διακίνησή τους γίνεται από χέρι σε χέρι. Κανένα από τα παράνομα έντυπα δεν έχει τιμή πώλησης. Κάποτε η Ασφάλεια, κρίνοντας από την εκδοτική παρουσία του ΕΛΑ, είχε πει ότι «χρειάζονται δεκάδες άτομα». Κάτι που συμπεριέλαβε ως εύσημο ο ΕΛΑ στο επόμενο τεύχος της «Αντιπληροφόρησης»! Αυτό που προκαλεί εντύπωση είναι η άνεση με την οποία ο ΕΛΑ τοποθετεί βόμβες αλλά και δρα στον «ευρύτερο» χώρο των τρομοκρατικών οργανώσεων. Σε ένα παλαιότερο κείμενό της η οργάνωση κάνει λόγο ακόμη και για «μικρά συνέδρια» του χώρου που οργανώθηκαν άγνωστο που και από ποιους. Πάντως, ο ΕΛΑ είχε παλαιότερα επαφές με τις Ερυθρές Ταξιαρχίες. Οι επαφές είχαν να κάνουν κυρίως με οικονομική βοήθεια και πήγαζαν από την ιδεολογική συγγένεια και πολιτική πρακτική των δύο πλευρών.
Η κριτική του ΕΛΑ στο ΠΑΣΟΚ επικεντρώνεται στο οικονομικό πεδίο: Βασικά, η σημερινή κυβέρνηση και το ΠΑΣΟΚ σαν πολιτικός κοματικός οργανισμός εκφράζουν στη σημερινή περίοδο, τα συμφέρονται και τις επιδιώξεις του διεθνοποιημένου κεφαλαίου των πολυεθνικών εταιρειών και των διευθυντών, τεχνοκρατών, γραφειοκρατών, και αριστοκρατών εργατοπατέρων που τις επανδρώνουν και ουσιαστικά τις κατευθύνουν με την συμμαχία και συνεργασία των κεφαλαιοκρατών που έχουν ενταχθεί στην διαδικασία κίνησης και δράσης των σύγχρονων πολυεθνικών εταιρειών και του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού-καπιταλιστικού συστήματος που έχουν δημιουργήσει, από το βασικά ενιαίο και ιεραρχημένο σύνολο των ξεχωριστών καπιταλιστικών κρατών και τοπικών των κυβερνήσεών τους. Γενικά, ο Επαναστατικός Λαϊκός Αγώνας δραστηριοποιείται στον χώρο της «ΝΕΑΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ» που πιστεύει στην ελεύθερη αυτοέκφραση των ατόμων, την αυτοενέργεια και την αυτοκυβέρνηση. Στον χώρο της Ευρώπης, η Νέα Αριστερά εμφανίστηκε με την μορφή οργανώσεων, στο τέλος της δεκαετίας του ‘60.
Στις αρχές της δεκαετίας του ‘70 συγκροτήθηκαν οι πρώτες οργανώσεις της Νέας Αριστεράς, στην αρχή μεταξύ των Ελλήνων του εξωτερικού και ιδιαίτερα μεταξύ φοιτητών. Οι κυριότερες οργανώσεις της Νέας Αριστεράς ήταν:
Ανεξάρτητη Αριστερά, ιδρύθηκε το έτος 1969 στην Ιταλία. Κίνηση Εργατική Εξουσία, ιδρύθηκε τον Νοέμβριο του 1970 στην Ρώμη. Επαναστατικές Σοσιαλιστικές Ομάδες: η οργάνωση ιδρύθηκε τον Μάϊο 1960. Ρήγας Φεραίος με έδρα την Ρώμη.
Επίσης, εμφανίστηκαν μικροομάδες της Νέας Αριστεράς ως Λαϊκή Επαναστατική Αντίσταση, Μαχητική Ομάδα Μακρυγιάννη, Νέα Φρουρά, Ομάδα Άρης του Ρήγα Φεραίου και Αντίσταση, Ελευθερία, Ανεξαρτησία.
Κοινά χαρακτηριστικά των οργανώσεων και των ομάδων αυτών ήταν:
1) Η άμεση χρησιμοποίηση ένοπλων και βίαιων μέσων στον αγώνα τους εναντίον της δικτατορίας, κατά το πρότυπο των ανταρτών των πόλεων της Νοτίου Αμερικής και ιδίως των «Τουπαμάρος» της Ουρουγουάης.
2) Η διακήρυξή τους ότι αγωνίζονται για μια κοινωνική ανατροπή του καθεστώτος, προς άμεση επιβολή ενός αυτόνομου και αντιγραφειοκρατικού σοσιαλιστικού καθεστώτος.
3) Η αντίθεσή τους προς όλες τις παρατάξεις του Κ.Κ.Ε., των μαοϊκών και των τροτσκιστών, τις οποίες χαρακτηρίζουν ως «απαρχαιομένη παλαιά αριστερά».
4) Κατηγορούν (ιδίως τις παρατάξεις του Κ.Κ.Ε.) για την προσήλωσή τους σε μεταρρυθμιστικά προγράμματα και σταδιακές εξελίξεις. Η Νέα Αριστερά θεωρεί ως ηγέτιδα επαναστατική δύναμη την νεολαία και ιδιαίτερα τους φοιτητές.
Οι οπαδοί της Νέας Αριστεράς (αριστεριστές) πιστεύουν ότι δεν πρέπει να αναμένεται η ωρίμανση των επαναστατικών συνθηκών, για να χρησιμοποιηθούν οι δυναμικές και βίαιες μορφές πάλης, αλλά ότι οι βίαιες μορφές πάλης θα βοηθήσουν στην ωρίμανση των επαναστατικών συνθηκών.
Ο Επαναστατικός Λαϊκός Αγώνας έχει συγκροτήσει ολιγομελείς ομάδες (παρακλάδια) που εμφανίστηκαν κατά καιρούς με διάφορες επωνυμίες. Πιστεύεται ότι οι ολιγομελείς αυτές ομάδες δεν είναι αυτόνομες αλλά η ίδια αυτή παράνομη οργάνωση (ΕΛΑ) που για λόγους συνωμοτικούς, εκδικήσεως και αποπροσανατολισμού των διωκτικών αρχών, εμφανίζεται κατά τον τρόπο αυτό. Ως τέτοιες ομάδες παρακλάδια επισημαίνονται οι εξής:
α) ΛΑΪΚΟΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ β) ΛΑΪΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ γ) ΛΑΪΚΟΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ δ) ΛΑΪΚΗ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ε) ΛΑΪΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ στ) ΟΜΑΔΑ ΓΙΑ ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ «ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΣΙΜΗΣ».
Τον Ιούνιο του 1978 είχαν εκδοθεί 1000 αντίτυπα, συμπληρωμένα πλέον, του βασικού ιδεολογικοπολιτικού περιεχομένου του ΕΛΑ. Δεν γνωρίζουμε κατά πόσο μπορεί να υποστηριχτεί ότι η ομάδα «Ιούνης ‘78» ήταν και αυτή παρακλάδι του ΕΛΑ (όπως ήταν η «Αντικρατική Πάλη»).
ΟΜΑΔΑ «ΙΟΥΝΗΣ ‘78»
Μία και μοναδική είναι η ενέργεια της ομάδας «Ιούνης ‘78». Η εν ψυχρώ δολοφονία του αστυνόμου Πέτρου Μπάμπαλη που είχε κατηγορηθεί ως βασανιστής στις 31 Γενάρη 1979 στην Αθήνα. Από την μελέτη της προκήρυξης των τρομοκρατών προκύπτει ότι ο «Ιούνης ‘78» είναι «μια ομάδα αγωνιστών, ένα κομμάτι του λαϊκού και επαναστατικού κινήματος στην χώρα μας». Ο τελικός στρατηγικός σκοπός της οργάνωσης είναι «η ανατροπή και η καταστροφή του καθεστώτος της εκμετάλλευσης» χωρίς να προσδιορίζεται σαφώς τι θα επακολουθήσει. Η στρατηγική προς επιτυχίας του ανωτέρου σκοπού εκτίθεται ως εξής: «Και είναι ξεκάθαρο, ότι για να δυναμώσουν και να αυξηθούν οι λαϊκές και επαναστατικές δυνάμεις που προωθούν την σύγκρουση με το καθεστώς πρέπει να κατακτήσουν αυτό το δικαίωμά τους μέσα από συγκεκριμένους αγώνες, πρέπει αναγκαστικά να συγκρουσθούν έμπρακτα με το καθεστώς και τα όργανά του». Η τακτική που θα ακολουθήσει προς επιτυχίας του τελικού στρατηγικού σκοπού είναι: «Θα πολεμήσουμε με συγκεκριμένους συνεχείς αγώνες και όχι με αφηρημένες διακηρύξεις και διαμαρτυρίες, που όπως έχει φανεί, όχι μόνο δεν ωφελούνε σε τίποτα, αλλά και αποπροσανατολίζουν κάθε διάθεση και θέληση για αγώνα». Η δολοφονία χαρακτηρίζεται ως «μια σοβαρή και απαραίτητη πολιτική ενέργεια. Δεν είναι όμως και καθοριστική, με την έννοια κάποιου σταθμού στην εξέλιξη του ταξικού πολέμου στην Ελλάδα. Είναι μια “στιγμή” όπως υπήρξαν και άλλες “στιγμές” πριν από αυτήν και θα υπάρξουν και άλλες, πολύ περισσότερες, μετά από αυτή».
ΑΝΤΙΚΡΑΤΙΚΗ ΠΑΛΗ
Η «Αντικρατική Πάλη» ιδρύθηκε το 1980 από τους Τσουτσουβή-Μπαλάφα-Λεσπέρογλου οι οποίοι ανήκαν προηγουμένως στον ΕΛΑ αλλά αποφάσισαν να ακολουθήσουν τις δικές τους επιλογές, όπως αποκάλυψε αργότερα (μετά τον θάνατο του Τσουτσουβή) σε προκήρυξή του ο ίδιος ο ΕΛΑ. Το γεγονός, όμως, ότι όλα τα βασικά στελέχη της «Αντικρατικής Πάλης» βρήκαν τον θάνατο σε συγκρούσεις με αστυνομικούς –ενώ θα μπορούσαν να είχαν συλληφθεί και να μιλήσουν– (εκτός από τον Μπαλάφα ο οποίος πιάστηκε ύστερα από 7 χρόνια), οδηγεί την ηγεσία της Ασφάλειας στην αξιολόγηση στοιχείων που υποδεικνύουν ότι ο «εγκέφαλος» που καθοδηγούσε την «Αντικρατική Πάλη» είναι ο ίδιος με εκείνον που καθοδηγεί την 17Ν και υπέδειξε την εξάρθρωση της πρώτης και την εκτέλεση των στελεχών της όταν οι αρχές ασφαλείας τους εντόπισαν.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ
ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΩΝ
ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΥΠΟΠΤΟΙ ΚΑΙ ΣΥΝΗΘΕΙΣ ΚΑΤΗΓΟΡΟΙ
Η εκδοχή της διασύνδεσης: Η εκδοχή των αρχών ασφαλείας ότι υπάρχει διασύνδεση μεταξύ της 17Ν και της οργάνωσης «Αντικρατική Πάλη» στήριξε την θεωρία περί συγκοινωνούντων δοχείων. Σύμφωνα με αυτήν την θεωρία, η 17Ν είναι μια μορφή μητρικής οργάνωσης που καθοδηγεί τις υπόλοιπες (1η Μάη, ΕΛΑ, Αντικρατική Πάλη κ.τ.λ.) που είναι παρακλάδια της. Μια άλλη εκδοχή της ίδιας θεωρίας λέει ότι πρόκειται για την ίδια οργάνωση που χρησιμοποιεί διαφορετικά ονόματα και ότι όλες μαζί οι οργανώσεις ανήκουν στην πραγματικότητα σε «μία και μοναδική οργάνωση», η οποία «καθοδηγείται από έναν ενιαίο κέντρο» και εμφανίζεται κάθε φορά με άλλο «πρόσωπο».
Η αρχή της αιχμαλωσίας: Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, οι τρομοκρατικές οργανώσεις είναι αιχμάλωτες των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ διότι, αν και έχουν εντοπιστεί, δεν εξουδετερώνονται αλλά χρησιμοποιούνται προς ορισμένη κατεύθυνση. Ως απόδειξη της αρχής αυτής το παράδειγμα της Αντικρατικής Πάλης (όταν συμπτωματικώς οι αρχές ασφαλείας πλησίαζαν μέλη της συγκεκριμένης οργάνωσης, ενεργοποιούνταν μέθοδοι φυσικής εξόντωσης για να μην αποκαλυφθεί η δράση τους) αλλά και η αντιστασιακή δράση τμήματος του ΠΑΚ(43). Στις κατηγορίες κατά του ΠΑΣΟΚ και των αγωνιστών κατά της δικτατορίας ασφαλώς η πιο αξιόπιστη απάντηση δίνεται από τους ιδίους ανθρώπους που κατηγορούνται ότι και επί δημοκρατίας συνέχισαν την δράση τους(44).
Μια εκδοχή ακόμα για την δράση των τρομοκρατικών οργανώσεων βασίζεται στην υπόθεση Παυλή(45). Σύμφωνα με την εκδοχή αυτή, τις τρομοκρατικές ενέργειες διεκπεραιώνουν έφεδροι αξιωματικοί (οι οποίοι υπηρέτησαν στην Κύπρο και τις ειδικές δυνάμεις καταδρομών του στρατού) και εγκλωβίστηκαν κατόπιν σε ακραίες αντιϊμπεριαλιστικές θέσεις.
Τέλος, έχει διατυπωθεί και η άποψη πως η τρομοκρατία στην Ελλάδα αποτελεί πριν από όλα επιχείρηση, σκοπός της οποίας είναι το πολιτικό και κοινωνικό έγκλημα, το οποίο και δικαιολογείται-νομιμοποιείται με πολιτικά και οικονομικά επιχειρήματα.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
ΟΙ ΜΟΝΑΧΙΚΕΣ ΦΩΝΕΣ ΚΑΙ Η ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΝΕΝΝΟΗΣΗ
Απλά και χωρίς περιστροφές: η τρομοκρατία είναι η αμεσότερη απειλή των σύγχρονων δημοκρατικών κοινωνιών. Και αποτελεί καθήκον όλων να συμβάλουν στην πάταξή της. Η αποστολή αυτή είναι εκ των πραγμάτων δύσκολη όχι μόνο λόγω της μυστικότητας που περιβάλλει σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη την τρομοκρατική δράση και το «περιορισμένο» των ομάδων που την ασκούν αλλά εξαιτίας των (απαραιτήτων και επιβεβλημένων) αρχών της πλήρους διαφάνειας και «διασφαλιζόμενης» δράσης στην οποία υποχρεούνται οι διωκτικές αρχές, τόσον οι αστυνομικές όσο και οι ανακριτικές.
Το επιχείρημα υπέρ του φόνου επιστρατεύεται πολύ πυκνότερα, πολύ σκληρότερα όταν αντικείμενο της διαμάχης είναι η Εξουσία, η Δύναμη, η κατίσχυση ενός ατόμου, μιας ομάδας, μιας τάξης, ενός κράτους.
Για την εξάρθρωση της τρομοκρατίας στην Ελλάδα, το κλειδί, η κλείδα, βρίσκεται στο λαϊκό αίσθημα. Η δική του –αυθόρμητη η συγκροτημένη– έκφραση δεν μπορεί να παραγνωριστεί από την κυβέρνηση, την Δικαιοσύνη, τον Τύπο. Να αναφέρουμε ότι ελάχιστοι (έστω και αν δεν επιδοκίμασαν) καταδίκασαν τις δολοφονίες των Μάλλιου και Μπάμπάλη ενώ, αντιθέτως, οι πάντες εξέφρασαν τον αποτροπιασμό τους και την ευχή για ανακάλυψη και παραδειγματική τιμωρία των ενόχων της δολοφονίας του άτυχου Θάνου Αξαρλιάν.
Τότε μόνο, λοιπόν, θα επιτευχθεί η επιζητούμενη κοινωνική συστράτευση κατά της τρομοκρατίας, όταν η λειτουργία του κράτους και της Δικαιοσύνης δεν θα παρέχει σε κανέναν αυτόκλητο «Ρομπέν των Δασών» την δυνατότητα του ισχυρισμού της «απονομής δικαιοσύνης».
Η τρομοκρατία στην Ελλάδα μετά από 17 χρόνια, εντυπωσιακά, ανεμπόδιστης δράσης, έχει αποκτήσει ιδιομορφίες που την καθιστούν επικίνδυνη, ίσως την πιο επικίνδυνη σε ολόκληρη την Ευρώπη. Οι έως σήμερα επιτυχίες των αρχών Ασφαλείας σημειώθηκαν ύστερα από τυχαία περιστατικά αλλά αυτές οι επιτυχίες δεν ολοκληρώθηκαν, έγιναν παραλείψεις και τελικά δεν εξαρθρώθηκε ούτε μια ομάδα τρομοκρατών.
Προπαντός, δεν μπόρεσαν οι αρχές Ασφαλείας έως σήμερα να χτυπήσουν τον σκληρό, τον πλέον αποτελεσματικό και ιδιαίτερα επικίνδυνο πυρήνα της ελληνικής τρομοκρατίας που είναι η 17Ν. Είναι βέβαιο ότι στην Ελλάδα η ατιμωρησία των τρομοκρατών ενισχύει την αποτελεσματικότητα δράσης τους και αυξάνει την κρίση εμπιστοσύνης στο σύστημα.
Όπως δήλωσε στην «Ελευθεροτυπία» στις 4 Οκτωβρίου 1992 –δηλαδή πριν την συζήτηση στην Βουλή με θέμα την τρομοκρατία– ο αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. Στέφανος Μακρής: «Η Αστυνομία για να πετύχει χρειάζεται την συμπαράσταση της κοινωνίας των πολιτών. Στην Ελλάδα, η συντριπτική πλειοψηφία αποδοκιμάζει την τρομοκρατία αλλά και η αστυνομία (που είναι κομμάτι αυτής της κοινωνίας) δεν έχει την πρακτική συμπαράσταση των πολιτών στον βαθμό που χρειάζεται για να εξαρθρώσει την τρομοκρατία, κάτι που είχαν οι αστυνομίες χωρών της Δυτικής Ευρώπης ειδικά σε αυτόν τον τομέα. Εδώ, υπάρχει μια διστακτικότητα που εγώ την θεωρώ αδικαιολόγητη».
Σήμερα δεν αμφιβάλλει κανείς ότι οι αντιτρομοκρατικές υπηρεσίες αποδεικνύονται διαβρωμένες και γεμάτες αλληλοσπαρασσόμενες φατρίες. Δεν διαφαίνονται προοπτικές για ξεπέρασμα του αδιεξόδου γιατί υφίστανται αδυναμίες στην εσωτερική λειτουργία, στην καλή και αποδοτική συνεργασία μεταξύ των τμημάτων της υπηρεσίας, έλλειψη καλής οργάνωσης και συντονισμού καθώς και ορθού προσανατολισμού. Το γεγονός, λοιπόν, ότι οι τρομοκράτες συνεχίζουν ατιμώρητοι την δραστηριότητά τους έχει τεράστιες αρνητικές επιπτώσεις στην χώρα μας. Ουδείς αμφιβάλλει πως –όπως συνέβη και σε όλες τις άλλες χώρες– και στην χώρα μας εν τέλει η τρομοκρατία θα ηττηθεί. Το ζήτημα είναι να ελαχιστοποιήσουμε τις ανθρώπινες απώλειες και να μην υποστούν παραμορφώσεις οι δημοκρατικοί θεσμοί.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι όλες οι σύγχρονες κοινωνίες κατορθώνουν τελικά να εξασφαλίζουν υπέρ των πολιτών την ασφαλιστική δικλείδα προστασίας από την αυθαιρεσία μέσα από το δικαίωμα να θεωρούνται αθώοι ως την τελεσίδικη απόδειξη του εναντίου –αν και αυτό έχει 2 ερμηνείες, πρέπει να ερμηνεύεται τελικά υπέρ του πολίτη.
Η συντεταγμένη εξουσία και οι διωκτικές αρχές οφείλουν να εξασφαλίζουν τα ατομικά δικαιώματα συγκρουόμενες με την ανάγκη για μυστικότητα των ερευνών. Κανείς πολίτης δεν επιθυμεί να λειτουργούν ανεξέλεγκτα κέντρα δράσης σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία, ακόμη κι αν οι προθέσεις είναι αγνές. Πρέπει, επομένως, να υπάρχουν συνταγματικά προβλεπόμενες διαδικασίες ώστε σε ισότιμη βάση και με τις ίδιες συνθήκες ισχύουσες και μελλοντικά να υπάρχει εθνική συνεννόηση στην κορυφή και αποδοχή των αμοιβαίων περιορισμών από τους πολίτες –διαφορετικά, καταργείται το κοινωνικό συμβόλαιο.
Ζητείται, λοιπόν –και μάλιστα, επειγόντως– η χρυσή «μέση οδός» που θα επιτρέπει την αποτελεσματική δράση και θα αποκλείει την συστηματική αυθαιρεσία και υπερβολή τόσο στις διωκτικές αρχές όσο και στα μέσα κοινωνικού ελέγχου (μέσα ενημέρωσης, πολιτικά κόμματα). Και προς τούτο απαιτείται διάλογος, συνεργασία, υποδομή και οργάνωση.
Οι μοναχικές φωνές που ακούγονται θα πολλαπλασιαστούν, θα αποκτήσουν δημοσιότητα και εγκυρότητα, θα απεγκλωβιστούν από τους περιορισμούς που επιβάλλει ο φόβος και η βία καθώς η κοινωνία θα αποκτήσει την δύναμη της γνώσης.
ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ
ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΙΕΘΝΩΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
Ο όρος «ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ» χρησιμοποιήθηκε ρητά για πρώτη φορά σε διεθνές νομικό κείμενο κατά την διάρκεια της Τρίτης Διεθνούς Διάσκεψης για την ενοποίηση του Ποινικού Δικαίου το διάστημα 26-30 Ιουνίου 1930.
Σύμφωνα με το Λεξικό Αγγλικής γλώσσας της Οξφόρδης (THE SHORTER OXFORD ENGLISH DICTIONARY, σελ. 2268, εκδ. 1973), η έννοια «ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ» έχει δύο κυρίως σημασίες.
Η πρώτη ταυτίζεται με την «Διακυβέρνηση με εκφοβισμό κατά τρόπο παρόμοιο με εκείνον που ασκήθηκε από το κόμμα εξουσίας στην Γαλλία από το 1789 ως το 1794: το σύστημα του Τρόμου».
Η δεύτερη σημασία υποδηλώνει: «μιαν Πολιτική που αποσκοπεί να τρομοκρατήσει εκείνους εναντίον των οποίων έχει υϊοθετηθεί / η χρήση μεθόδων εκφοβισμού / το γεγονός της άσκησης τρομοκρατίας ή η κατάσταση του να είναι κανείς τρομοκρατημένος».
Το κυρίαρχο στοιχείο είναι ο φόβος.
Πάντως, καθολικά αποδεκτός όρος για την «ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ» δεν υπάρχει. Διάφοροι συγγραφείς χρησιμοποιούν τους όρους: «international» / «transnational» / «transboundary» και «domestic» terrorism.
Η αναζήτηση ενός περιεκτικού νομικού ορισμού συνεχίζεται και οι διεθνολόγοι έχουν περιέλθει σε αδιέξοδο, προσπαθώντας να εντάξουν το φαινόμενο σε κανόνες του εθιμικού διεθνούς δικαίου.
Σε πολλές περιπτώσεις είναι αδύνατο να αποφασισθεί εάν και κατά πόσο μια πράξη βίας κατευθύνεται εναντίον των συμφερόντων ενός κράτους ή διαπράττεται για πολιτικούς σκοπούς.
Το Γαλλικό Δίκαιο χαρακτηρίζει ως Πολιτικό Έγκλημα κάθε «πράξη που κατευθύνεται εναντίον του Συντάγματος και της κυβέρνησης και αποσκοπεί στην μεταβολή της δομής των κυρίων οργάνων του κράτους ή στην καταστροφή, εξασθένηση ή δυσφήμησή τους ή στην άσκηση αθέμιτης πίεσης στην ομαλή τους λειτουργία» .
Τα δικαστήρια στην Ελβετία θεωρούν ότι τα Πολιτικά Αδικήματα πρέπει να ερμηνεύονται υπό το πρίσμα ενός ένοπλου αγώνα για την εξουσία μεταξύ αντιτιθέμενων δυνάμεων.
Τα τελευταία 25 χρόνια η διεθνής κοινότητα έχει καταστεί μάρτυρας εκατοντάδων επιθέσεων εναντίον πολιτικών προσώπων ή αθώων πολιτών από οργανωμένες τρομοκρατικές ομάδες με πολιτικά κίνητρα.
Η δυσκολία ορισμού της «ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ» οδηγεί στο ερώτημα εάν είναι τρομοκρατικές εκείνες οι πολεμικές επιχειρήσεις που διεξάγονται στα πλαίσια ενός ένοπλου αγώνα για την απόκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας και καθιστά απαραίτητη κάθε φορά μιαν αξιολογική κρίση του μελετητή. Και τούτο διότι η λέξη «ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΗΣ» διαθέτει μιαν αρνητικήν απόχρωση σε σχέση με την ηθική και την νομιμότητα, μιαν απόχρωση που την διακρίνει από τις λέξεις «ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ», «ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ», «ΜΑΧΗΤΗΣ» ή την λέξη «ΑΝΤΑΡΤΗΣ».
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Κορυφαίοι μελετητές της «ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ» είναι οι εξής: Μπράϊαν Τζένκινς, Πίτερ Τζάνκε, Άρισλ Μεράρι, Ανάτ Κουρζ, Πολ Ουΐλκινσον, Χανάν Αλόν, Μάρτιν Κράμερι, Τζέϊμς Άνταμς, Ξαβιέ Ρωφέρ, Άλεξ Σμιθ, Γουόλτερ Λακέρ, Ζαν Ζεράρ Σαλιέν, Ντέϊβιντ Φρόμκιν.
Στο Λονδίνο ο Ian Gelrad διευθύνει το Ίδρυμα για την μελέτη της τρομοκρατίας. Ο Σκωτσέζος καθηγητής του Πανεπιστημίου St. Andrews Πολ Ουΐλκινσον θεωρεί ως το καθοριστικό γνώρισμα της τρομοκρατίας το γεγονός ότι ηθελημένα εξοστρακίζει την ηθική του ατόμου καθώς οι αρχηγοί των τρομοκρατών έχουν διαπιστώσει ότι δεν αρκεί να προσφέρουν στους συμμετόχους τους στο έγκλημα μόνο μιαν εγκεφαλική δικαίωση.
Χρησιμοποιούν επιπροσθέτως την μέθοδο του ηθικού εκτροχιασμού προκειμένου να ξεριζώσουν την ανθρωπιά που εν δυνάμει υποσκάπτει το έργο τους: υποβάλλουν τα μέλη των οργανώσεών τους σε διάφορες δοκιμασίες με στόχο την εξουδετέρωση κάθε ηθικού ενδοιασμού.
Για τον λόγον αυτό αναλαμβάνουν δραστηριότητες τρόμου ανεξαρτήτως σκοπού ώστε να χάσουν κάθε ηθική αντίληψη και έρεισμα. Η θεωρία αυτή βασίζεται στην υπόθεση ότι μάχιμοι τρομοκράτες είναι μόνον όσοι δεν διατηρούν υποψία έστω από το ηθικό στοιχείο.
Οι περισσότεροι συγγραφείς, επιπλέον, συμφωνούν ότι η έννοια «ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ» περιλαμβάνει:
i) προσφυγή στην βία ή σε απειλές για άσκηση βίας.
ii) ύπαρξη πρόθεσης να χρησιμοποιηθεί η βία για πολιτικούς σκοπούς.
iii) οι τρομοκράτες να ενεργούν δίχως να ασκούν κρατική εξουσία.
Η βασική αρένα όπου διεξάγεται η πολιτική μάχη υπέρ ή εναντίον των επιδιώξεων των τρομοκρατών είναι τα Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης.
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Υπάρχουν πράξεις ή ενέργειες που ενώ χαρακτηρίζονται a priori ως τρομοκρατικές δεν εμπίπτουν τόσο ξεκάθαρα στην έννοια της «ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑΣ».
Επίκεντρο έχουν τις «γκρίζες περιοχές» (grey areas) και περιλαμβάνουν την διακίνηση ναρκωτικών, το εμπόριο όπλων ή τις μαφιόζικες ενέργειες. Οι «γκρίζες περιοχές» είναι οι χώρες-άσυλα ή κρησφύγετα των εγκληματιών.
Αυτή η οριακή κατηγορία περιλαμβάνει γενικότερα πράξεις που διενεργούνται για λογαριασμό μη κρατικών οντοτήτων που, όμως, σε κάποιον βαθμό έχουν νόμιμη υπόσταση στο διεθνές δίκαιο.
Το πιο αμφιλεγόμενο ζήτημα προκύπτει σε περιοχές των οποίων οι κάτοικοι ζητούν αυτοδιάθεση ή αυτονομία ή εθνική ανεξαρτησία.
Ως σήμερα υπάρχει ομοφωνία στο σημείο ότι οι λαοί που έχουν το νόμιμο δικαίωμα να ζητήσουν αυτοδιάθεση επίσης έχουν το δικαίωμα να αποδυθούν σε ένοπλο αγώνα.
Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών με σωρεία αποφάσεών του έχει χαρακτηρίσει τις επιχειρήσεις αυτές για εθνική ανεξαρτησία ως «διεθνείς συρράξεις».
Η πιο σημαντική απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Ο.Η.Ε. ελήφθη στις 20 Δεκεμβρίου 1965 και χαρακτηρίζει ως «διεθνείς συρράξεις» εκείνες τις «ένοπλες συγκρούσεις στις οποίες οι λαοί μάχονται εναντίον της αποικιακής καταπίεσης και ξενικής κατοχής και εναντίον ρατσιστικών καθεστώτων κατά την άσκηση του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης».
Ακόμη τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα αποκτούν ουσιαστική νομική προστασία εφόσον αποδεχθούν εξ ολοκλήρου τις συμβάσεις της Γενεύης του 1949.
Στο σύγχρονο διεθνές δίκαιο ο Ο.Η.Ε., οι διεθνείς οργανισμοί και η πλειοψηφία των κρατών με την πρακτική τους καθαγιάζουν τις συγκρούσεις που απορρέουν από τον ένοπλο λαϊκό αγώνα για την απελευθέρωση.
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Η ελάχιστη προστασία που δικαιούται ο τρομοκράτης απορρέει από την τέταρτη Σύμβαση της Γενεύης που υπεγράφη (μαζί με άλλες τρεις Συμβάσεις) το 1949.
Ωστόσο, στην περίπτωση που η χρήση της βίας από τον τρομοκράτη είναι υπερβολική, τότε αυτός δεν δικαιούται της προστασίας των προγενεστέρων Συμβάσεων, στις οποίες εξάλλου θεμελιώνεται η διεθνής νομοθεσία.
Πρόκειται για τις δύο Συμβάσεις της Χάγης του 1899, την τέταρτη Σύμβαση της Χάγης του 1907, τις Συμβάσεις της Γενεύης του 1929 καθώς και για τις τρεις πρώτες Συμβάσεις της Γενεύης του 1949.
Αξίζει να σημειωθεί πως ενδιάμεσα, το 1937, 24 κράτη υπέγραψαν στην Γενεύη την Σύμβαση για την πρόληψη και την επιβολή ποινών για την τρομοκρατία, η οποία ωστόσο δεν επικυρώθηκε ποτέ από κανένα από αυτά τα κράτη.
Οι τρομοκρατικές πράξεις με πολιτικούς στόχους αυξήθηκαν μετά την λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου καθώς κατευθύνονταν πλέον εναντίον διπλωματών και πολιτικών ηγετών. Η διεθνής κοινότητα αντέδρασε άμεσα υπό την μορφή των τεσσάρων διεθνών Συμβάσεων του 1949 και νομοθετικών ρυθμίσεων που αποσκοπούσαν στην πρόληψη και την τιμωρία των εγκλημάτων αυτών.
Το 1961 στην Βιέννη υπεγράφησαν δύο Συμβάσεις για τις διπλωματικές και προξενικές σχέσεις, που ενσωμάτωναν μερικώς το προϊσχύον εθιμικό δίκαιο με προοδευτική κατεύθυνση.
Σε διεθνές επίπεδο έχουν υπογραφεί τρεις πολυμερείς Συνθήκες για την καταστολή της τρομοκρατίας (πολυμερείς διότι τα συμβαλλόμενα μέρη αποτελούν μιαν ενότητα δίχως κάποιο κοινό συνδετικό στοιχείο είτε γεωγραφικό, είτε εδαφικό ή πολιτικό). Επιπλέον, ας σημειωθεί ότι οι Συνθήκες αυτές τυγχάνουν ευρείας αποδοχής. Πρόκειται για τις Συνθήκες του Τόκυο, της Χάγης και του Μοντρεάλ (οι ΗΠΑ δεν τις έχουν εφαρμόσει ακόμη).
i) Η Σύμβαση του Τόκυο για τα αδικήματα που διαπράττονται σε αεροσκάφη υπεγράφη στις 14 Σεπτεμβρίου 1963 και θεσπίζει την ποινική δικαιοδοσία του κράτους εκείνου στην επικράτεια του οποίου έχουν επιπτώσεις τα αδικήματα αυτά. Ταυτόχρονα, παραπέμπει τις διαφορές μεταξύ των συμβαλλομένων μερών στο Διεθνές Δικαστήριο της Δικαιοσύνης, αν και με ειδική ρήτρα υπάρχει δυνατότητα για τα κράτη να αποδεσμευθούν εγκαίρως από την εφαρμογή της συγκεκριμένης διάταξης, δηλαδή πριν την επικύρωση της Σύμβασης.
ii) Η Συνθήκη για την καταστολή της Παράνομης Κατάληψης Αεροσκάφους υπεγράφη στην Χάγη στις 16 Δεκεμβρίου 1970 και καθιερώνει την εναλλακτική υποχρέωση έκδοσης του δράστη όταν το κράτος που συνέλαβε τον δράστη αποφασίζει να μην τον παραπέμψει στις εγχώριες δικαστικές αρχές για άσκηση ποινικής δίωξης.
iii) Η Συνθήκη του Μοντρεάλ για την καταστολή των παράνομων πράξεων εναντίον της ασφάλειας της Πολιτικής Αεροπορίας συμπληρώνει την προηγούμενη της Χάγης και αποσκοπεί στην πρόληψη και τιμωρία της δολιοφθοράς και των πράξεων βίας, εξαιρουμένων της αεροπειρατίας και της παράνομης κατάληψης αεροσκαφών. Το σημαντικότερο είναι ότι τιμωρεί και την απόπειρα διάπραξης αδικημάτων. Υπεγράφη στις 23 Σεπτεμβρίου 1971.
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Η αντιτρομοκρατική νομοθεσία των διεθνών οργανισμών ιστορικά ξεκινά από την Σύμβαση της Κοινωνίας των Εθνών (Κ.Τ.Ε.) για την πρόληψη και την τιμωρία της τρομοκρατίας, η οποία υπεγράφη στις 16 Νοεμβρίου 1937. Η πρώτη απόφαση του Ο.Η.Ε. για την αντιμετώπιση του φαινομένου ελήφθη από την Γενική Συνέλευση στις 20 Δεκεμβρίου 1965.
Στις 14 Δεκεμβρίου 1973 η Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε. υϊοθέτησε ομόφωνα την Σύμβαση για την πρόληψη και την τιμωρία των εγκλημάτων εναντίον διεθνώς προστατευομένων προσώπων και διπλωματικών αξιωματούχων.
Ο Ο.Η.Ε. αναγνώρισε «ότι οι διατάξεις της Σύμβασης δεν μπορούν να παρεμποδίσουν την άσκηση του νόμιμου δικαιώματος για αυτοδιάθεση και ανεξαρτησία, σύμφωνα με τους σκοπούς και τις αρχές του Χάρτη του Ο.Η.Ε., από λαούς που αγωνίζονται εναντίον της αποικιοκρατίας, της ξένης κυριαρχίας, της ξένης κατοχής, των φυλετικών διακρίσεων και του άπαρτχάϊντ». Η Σύμβαση επιβάλλει στα κράτη του Ο.Η.Ε. να μεταβιβάζουν υποχρεωτικώς όλες τις πληροφορίες για τα πολιτικά εγκλήματα προς τα ενδιαφερόμενα κράτη (όταν έχει διαφύγει ο δράστης της σύλληψης εντός της επικρατείας τους και βρίσκεται στο εξωτερικό). Τότε ο φάκελος της υπόθεσης πρέπει να δοθεί στις αρχές του ενδιαφερόμενου κράτους.
Όλες αυτές οι Συμβάσεις ακολουθούν την φιλοσοφία της ρύθμισης των διαφόρων πτυχών της τρομοκρατίας βήμα προς βήμα. Για τον σκοπό αυτό, συστάθηκε ad hoc επιτροπή στον Ο.Η.Ε. η οποία συνέταξε πόρισμα επί του οποίου βασίστηκε η Γενική Συνέλευση για να ψηφίσει στις 17 Δεκεμβρίου 1979 την Σύμβαση εναντίον της Ομηρίας.
Η Σύμβαση αυτή δεν έχει ρίζες στο εθιμικό δίκαιο αλλά ενσωματώνει αρχές της Παγκόσμιας Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του ανθρώπου, της Διεθνούς Συμβάσεως για τα αστικά και πολιτικά δικαιώματα, του Χάρτη του Ο.Η.Ε. καθώς και της Διακήρυξης των Αρχών του Διεθνούς Δικαίου που αφορούν τις φιλικές σχέσεις και την συνεργασία μεταξύ των κρατών.
Ακολούθησε στις 21 Σεπτεμβρίου 1981 η εισήγηση του Γ.Γ. του Ο.Η.Ε. για την διεθνή τρομοκρατία και δύο σημαντικές αποφάσεις, αυτή της 9ης Δεκεμβρίου 1985 από την Γενική Συνέλευση και αυτή της 18ης Δεκεμβρίου 1985 από το Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε.
Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο ότι όλα αυτά τα κείμενα ενώ καταδικάζουν όλες τις πράξεις τρομοκρατίας και παρακινούν όλα τα κράτη του Ο.Η.Ε. σε συνεργασία για την καταπολέμησή της, ιδιαίτερα σε σχέση με την έκδοση ή την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον των υπόπτων, τελικά παρέλειψαν να ορίσουν την έννοια της τρομοκρατίας.
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Αμφιλεγόμενο παραμένει το ζήτημα της προσφυγής των κρατών του Ο.Η.Ε. στην αυτοδικία όταν άλλα κράτη υποβοηθούν ή υποκινούν τρομοκρατικές ενέργειες. Σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου, «κανένα κράτος δεν επιτρέπεται να οργανώνει, υποβοηθεί, υποθάλπει, χρηματοδοτεί, παρακινεί ή ανέχεται τρομοκρατικές δραστηριότητες που αποσκοπούν στην βίαιη ανατροπή του καθεστώτος ενός κράτους».
Ο Ο.Η.Ε. ορίζει πως «όλα τα μέλη θα απέχουν στις διεθνείς τους σχέσεις από την απειλή ή την χρήση βίας εναντίον της εδαφικής ακεραιότητας ή της πολιτικής ανεξαρτησίας οποιουδήποτε κράτους».
Ο Χάρτης του Ο.Η.Ε. ρητώς αναγνωρίζει μόνο μίαν εξαίρεση στην απαγόρευση αυτήν, ορίζοντας ότι «τίποτα δεν θα μειώσει το εγγενές δικαίωμα της ατομικής ή συλλογικής αυτοάμυνας, αν λάβει χώρα ένοπλη επίθεση εναντίον ενός κράτους μέλους του Ο.Η.Ε. ωσότου το Συμβούλιο Ασφαλείας λάβει τα αναγκαία μέτρα για την διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας».
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Κυρίαρχη άποψη στα κράτη της Αμερικανικής Ηπείρου είναι οι πράξεις διεθνούς τρομοκρατίας να υπάγονται στην δικαιοδοσία Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου. Τούτο προκύπτει από την απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών και από την Σύμβαση του Ο.Α.Κ. για την πρόληψη και την τιμωρία των πράξεων τρομοκρατίας υπό την μορφή εγκλημάτων και εκβίασης εναντίον προσώπων διεθνούς σημασίας.
Οι Διαμερικανικές αυτές Συμβάσεις αναφέρονταν κυρίως στις απαγωγές ξένων διπλωματών που χρησιμοποιήθηκαν ως μέσο για άσκηση πίεσης σε Λατινοαμερικανές κυβερνήσεις να απελευθερώσουν άτομα που κρατούνταν για πολιτικά αδικήματα/στις δολοφονίες τραπεζιτών και ανωτάτων διευθυντικών στελεχών πολυεθνικών εταιρειών/και στην καταβολή λύτρων για την οικονομική υποστήριξη των αντάρτικων κινημάτων. Όλες αυτές οι πράξεις θεωρήθηκαν ως «κοινά αδικήματα διεθνούς σημασίας ανεξαρτήτως κινήτρων». Υπεγράφησαν οι συμβάσεις αυτές στις 30 Ιουνίου 1979 και στις 2 Φεβρουαρίου 1971 αντιστοίχως.
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ και τα Βρεττανικά Δικαστήρια τάσσονται υπέρ της αντίληψης να μην εκδίδουν τους εγκληματίες όταν δεν είναι υποχρεωμένες από τις διεθνείς συνθήκες. Πάντως, ορισμένα κράτη θεωρούν την αμοιβαιότητα ως απαραίτητον όρο για να κινηθεί η διαδικασία έκδοσης ελλείψει συνθήκης και αυτό το ενσωματώνουν στις εθνικές τους νομοθεσίες.
Οι ΗΠΑ ήδη από το 1978 ψήφισαν νόμο για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας ενώ ακολουθούν το είδος πολιτικής που ονομάζεται «Rambo-style foreign policy». Οι ΗΠΑ θεωρούν ότι κατά την περίοδο ‘70-‘80 μια συνομοσπονδία κρατών που περιλάμβανε (αλλά δεν περιοριζόταν εκεί) το Ιράν, την Λιβύη, την Κορέα, την Κούβα και την Νικαράγουα είχε εξαπολύσει πόλεμο εναντίον της κυβέρνησης των ΗΠΑ σε μιαν προσπάθεια να κάμψει το ηθικό των συμμάχων και να υποθάλψει το αίσθημα απομόνωσης των Αμερικανών πολιτών. Αυτά τα κράτη εκπαίδευαν τρομοκράτες και εφοδίαζαν με όπλα ομάδες αντάρτικου πόλεων σε διάφορες περιοχές της υδρογείου. Αυτή η συμπεριφορά εξωθεί τις ΗΠΑ να προβούν στην αυτοδικία προσπαθώντας να χαλιναγωγήσουν την τρομοκρατία και να περιορίσουν τις επιπτώσεις της.
Το 1986 ψηφίστηκε από τις ΗΠΑ ο Νόμος για την ποινική δίωξη των τρομοκρατών, ο οποίος καθιέρωνε την δικαιοδοσία των δικαστηρίων να επιβάλουν ποινές στους τρομοκράτες που σχεδιάζουν στην αλλοδαπή δολοφονίες αμερικανών υπηκόων εντός των ΗΠΑ.
Ταυτόχρονα, υπεγράφη Συνθήκη για την καταστολή της τρομοκρατίας από κοινού με το Ηνωμένο Βασίλειο, στις 25 Ιουνίου 1986.
Στις 21 Ιουνίου 1995 η Βουλή των Αντιπροσώπων ενέκρινε νομοσχέδιο, το οποίο περιβάλλει με υπερεξουσίες την κυβέρνηση και τον πρόεδρο των ΗΠΑ σε περιπτώσεις αντιμετώπισης της τρομοκρατίας. Σύμφωνα με την νέα νομοθεσία, οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες θα μπορούν πλέον να κάνουν τηλεφωνικές υποκλοπές, να απελαύνουν υπόπτους και να συγκροτήσουν ένα εγχώριο αντιτρομοκρατικό κέντρο. Πάντως, οι ΗΠΑ ανέκαθεν αντιτίθενται στην απελευθέρωση κρατουμένων που δεν δείχνουν μεταμέλεια για τις ενέργειές τους.
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Στο Λονδίνο το 1966 έγινε Διάσκεψη των Υπουργών Δικαιοσύνης της Βρεττανικής Κοινοπολιτείας: Η ιδέα μιας πολυμερούς συνθήκης απορρίφθηκε ενώ έγινε δεκτό ένα σύστημα εθνικής νομοθεσίας με ρήτρα αμοιβαιότητας για κάθε κράτος της Κοινοπολιτείας. Αυτό το νέο πλαίσιο έκδοσης ενσωματώνεται στον νόμο «Fugitive Offences Act» του 1967 και στον νόμο για την Σύμβαση του Τόκυο το ίδιο έτος.
Το 1971 ψηφίστηκε ο Νόμος για την αεροπειρατία και το 1973 ο «U.K. Protection of Aircraft Act». H Μεγάλη Βρεττανία έδωσε το 1974 στην αστυνομία το δικαίωμα να κρατά υπό επιτήρηση τους υπόπτους για τρομοκρατία δίχως εισαγγελική άδεια επί 48 ώρες ενώ το 1978 ανανέωσε την αντιτρομοκρατική της υπηρεσία.
Ψηφίσθηκε εκείνην την εποχή ο νόμος «U.K. International Protected Persons Act» και ο νόμος «U.K.’s Suppresion Act of Terrorism». Γενικότερα, η Βρεττανική κυβέρνηση εμμένει με συνέπεια στην άρνησή της να αναγνωρίσει το δικαίωμα άλλων κρατών να εκδίδουν τους Βρεττανούς υπηκόους σε τρίτα κράτη ελλείψει συνθήκης, ακόμη κι αν αυτό θεωρείται ως παραχώρηση.
Το 1986 υϊοθέτησε συνθήκη με τις ΗΠΑ για την καταστολή της τρομοκρατίας.
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Η Γαλλία από το 1970 υϊοθέτησε μια σειρά νόμων για τις αστυνομικές έρευνες, τις ποινές φυλάκισης και τα πυροβόλα όπλα. Το 1975 τροποποιήθηκε ο Γαλλικός Ποινικός Κώδικας και έγινε κινητοποίηση του συνόλου των σωμάτων ασφαλείας. Ανέλαβε δράση ειδικά εκπαιδευμένη ομάδα κομμάντο, ελήφθη ειδική μέριμνα για την πληροφόρηση και ανέλεβαν τις ανακρίσεις τρομοκρατών εξειδικευμένοι ανακριτές που απολάμβαναν ειδικής προστασίας.
Το 1986 συνελήφθη η ηγεσία της «ACTION DIRECTE».
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Στην Γερμανία ήδη πριν από το 1976 η αστυνομία είχε αποκτήσει στρατιωτικό χαρακτήρα προμηθευόμενη βαρύ εξοπλισμό. Συγκροτήθηκε ειδική αυτόνομη υπηρεσία διώξεως των τρομοκρατών, στην οποία δόθηκαν άφθονα μέσα. Η υπηρεσία αυτή συγκρότησε πλούσιο αρχείο με ηλεκτρονικούς υπολογιστές.
Στις 20/3/76 εφαρμόσθηκε νέα νομοθεσία, η οποία προέβλεπε την απομόνωση των κρατουμένων που είχαν καταδικασθεί ως τρομοκράτες σε λευκά κελιά φυλακών υψίστης ασφαλείας.
Με νέον νόμο στις 20/8/76 διώχθηκαν τα εγκλήματα «γνώμης και υποψίας», δηλαδή η προπαγάνδα υπέρ της τρομοκρατίας, η υποστήριξη τρομοκρατών, ακόμη και η μη καταγγελία των υπόπτων. Επιτράπηκαν οι παρακολουθήσεις τηλεφώνων, οι κατ’ οίκον έρευνες και οι έλεγχοι των υπόπτων δίχως την άδεια της εισαγγελικής αρχής. Από την υπεράσπιση των κατηγορουμένων αποκλείστηκαν οι ύποπτοι δικηγόροι και θεσπίστηκε η έννοια του «κυρίου» μάρτυρα κατηγορίας, ο οποίος ήταν δυνατόν να κρατείται προφυλακισμένος για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Στους δικηγόρους (που τελικά αναλάμβαναν την υπεράσπιση των υπόπτων) επιβλήθηκε έλεγχος ως προς τις αγορεύσεις για να μην ορθώνουν κωλύμματα στην ομαλή διεξαγωγή των δικών.
Το κεφάλαιο «ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ» στην Γερμανία πνέει τα λοίσθια ύστερα από την σύλληψη των Χέλμουτ Βόϊτ, Κάρλος και Γιοχάνες Βάϊνριχ και την απελευθέρωση της μοναδικής εν ζωή ύστερα από 22 χρόνια γυναίκας από τον αρχικό πυρήνα της οργάνωσης RAF.
Ας σημειωθεί, εδώ, και η πρόσφατη αποπομπή του υπουργού Δημ. Τάξης Στ. Παπαθεμελή που συνδυάστηκε με την πρόθεσή του να ψηφίσει νέον αντιτρομοκρατικό νόμο (για την προστασία δικαστών, ενόρκων και μαρτύρων) και με τα αρχεία της υπηρεσίας της Ανατολικής Γερμανίας Στάζι που έχουν αποδεικτική αξία (εφημερίδα «ΤΟ ΟΝΟΜΑ», 27-29 Απριλίου 1995 όπου και οι αποκαλύψεις για την συνάντηση το 1984 στην Ρώμη του Α. Παπανδρέου με τον έμπορο όπλων Μισέλ Αζάμ).
Πρόθεση της κυβέρνησης Κωλ σήμερα είναι να χορηγήσει γενικευμένην αμνηστία έναντι ανταλλαγμάτων σε μέλη της παλαιάς ιδρυτικής ομάδας των Andreas Baader και Ulrike Meinhoff.
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Στην Ιταλία, στα τρία χρόνια «Εθνικής Ενότητας» από το 1976 ως το 1979, δημιουργήθηκε μια κυβερνητική πλειοψηφία που αντιστοιχούσε στο 90% των δυνάμεων που εκπροσωπούνταν στο Κοινοβούλιο.
Τα Ιταλικά κόμματα (και το Κ.Κ.Ι.) ψήφισαν μια σειρά νόμων και ειδικών διαταγμάτων: Με τον νόμο 374 στις 27/7/77 οι ένοπλες δυνάμεις και οι στρατιώτες που φρουρούσαν τις φυλακές απέκτησαν το δικαίωμα να πυροβολούν όσους εξεγείρονταν και όσους προσπαθούσαν να διαταράξουν την τάξη (έξω από φυλακές).
Με τον νόμο 533 στις 8/8/77 θεσπίστηκε διαδικασία ανάκρισης χωρίς την απαγγελία κατηγορητηρίου αλλά και η ατιμωρησία των κατηγορουμένων σε περίπτωση που είχαν καταπατηθεί τα δικαιώματα της υπεράσπισής τους. Οι δίκες διεξάγονταν ακόμη και όταν η υπεράσπιση αποχωρούσε από την διαδικασία και αποφευγόταν με τον τρόπο αυτό η προβολή χρονοβόρων νομικών κωλυμμάτων.
Με τον νόμο 1798 στις 18/10/77 καθιερώθηκαν: η «προσωρινή» σύλληψη υπόπτων, η αστυνομική ανάκριση χωρίς την παρουσία συνηγόρου, η εκτόπιση λόγω απλών υποψιών για συμμετοχή σε τρομοκρατική ομάδα, η ελεύθερη έρευνα από ειδικά εκπαιδευμένους αστυνομικούς πανεπιστημιακής εκπαίδευσης σε ύποπτους χώρους, η απαγόρευση των διαδηλώσεων ύστερα από εισαγγελική άδεια και εντολή, η παγίδευση των τηλεφώνων δίχως εισαγγελική έγκριση και, τέλος, ο θεσμός της ανωνυμίας για τους ανανήψαντες τρομοκράτες που ήθελαν να καταθέσουν ως μάρτυρες κατηγορίας.
Η προφυλάκιση, ύστερα από την έκτακτη αυτή νομοθεσία, δεν μπορούσε να ξεπερνά τα… 10 χρόνια και 8 μήνες! Πάντως, πρόσφατα εκδηλώθηκε πολιτική διαμάχη στην γειτονική χώρα διότι ο Φρανσίσκο Κοσίγκα ζήτησε την απαλλαγή των τρομοκρατών με το επιχείρημα ότι εμπνέονταν από αγνά ιδεολογικά κίνητρα και αποτέλεσαν πολιτικό μαζικό κίνημα.
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Το σχέδιο που κατήρτισε η Ε.Ο.Κ. κατά την διάρκεια της δεκαετίας του ‘80 για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας έγινε δεκτό από τα 11 κράτη εκτός της Ελλάδας που δεν το ενέκρινε. Το σχέδιο σε κωδικοποιημένη μορφή προέβλεπε: i)Επικήρυξη των ενόχων για τρομοκρατικές ενέργειες.
ii)Η κατασκευή σκίτσων των δολοφόνων.
iii)Ευαισθητοποίηση του πολίτη με συνεντεύξεις εναντίον της τρομοκρατίας από τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα ενημέρωσης.
iv)Σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό την προεδρία του πρωθυπουργού και σύσκεψη στην Ολομέλεια των εθνικών κοινοβουλίων ώστε να εκφραστεί η συμπαράταξη όλων των κομμάτων και η καταδίκη των τρομοκρατών.
v) Ψήφιση Αντιτρομοκρατικής Νομοθεσίας.
vi) Μικρή ποινή για τους μεταμεληθέντες πρώην τρομοκράτες και φυγάδευσή τους στο εξωτερικό με άκρα μυστικότητα.
vii)Γενικός έλεγχος όλων των κατοικιών για την ανεύρεση κρησφυγετών («γιάφκα») αμέσως μετά τις τρομοκρατικές ενέργειες στις κοντινές περιοχές.
viii)Μπλόκα της αστυνομίας καθημερινά και «χτένισμα» στην περιοχή που κρίνεται ως πιθανό εφαλτήριο τρομοκρατικών ενεργειών.
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση έκδοσης υπεγράφη στις 13 Δεκεμβρίου 1957 και ετέθη σε ισχύ στις 18 Απριλίου 1960. Αποβλέπει στην αποδοχή ενιαίων κανόνων σε σχέση με την έκδοση εγκληματιών ως τμήμα ενός γενικότερου σκοπού, της σφυρηλάτησης της ενότητας μεταξύ των κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης. Πάντως, δεν υπάρχει ως σήμερα σύμπνοια όσον αφορά την επικύρωση των 2 συμπληρωματικών Πρωτοκόλλων του ‘75 και του ‘77.
Η Σύμβαση επικυρώνει ορισμένες γενικές αρχές που είχαν ήδη ενσωματωθεί σε διμερείς συνθήκες μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών.
Ταυτόχρονα, επιτρέπει επιφυλάξεις και τροποποιήσεις. Οι πιο σημαντικές αρχές που διακηρύσσει εκ νέου η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την έκδοση εγκληματιών κωδικοποιούνται ως εξής: i) Ρήτρα “ATTENTAT”: Απαγορεύεται η έκδοση για πολιτικά αδικήματα, εκτός εάν έχουν δολοφονηθεί αρχηγοί κρατών. Το Ινστιτούτο διεθνούς Δικαίου το 1983 στο Καίημπριτζ της Μεγάλης Βρεττανίας αποφάσισε ότι η εφαρμογή της ρήτρας πρέπει να επεκταθεί σε πράξεις ιδιαίτερα ειδεχθούς φύσης. ii) Απαγορεύεται η διπλή εκδίκαση του ιδίου αδικήματος και η άσκηση παράλληλης δικαιοδοσίας. iii) Οι επιβαλλόμενες από τα δικαστήρια ποινές αφορούν τα συγκεκριμένα αδικήματα του κατηγορητηρίου: Αρχή της ειδικότητας. iv) Αποκλεισμός των Στρατιωτικών αδικημάτων. v) Η έκδοση του υπηκόου του κράτους προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα εναπόκειται στην διακριτική του ευχέρεια. Η Αρχή αυτή είναι νέα καθώς αντιτίθεται στην πρακτική προγενέστερων διμερών συμβάσεων.
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Όσον αφορά τις συνθήκες έκδοσης γενικότερα, τα δικαστήρια εφαρμόζουν συνήθως τις γενικά αναγνωρισμένες αρχές της άσκησης δικαιοδοσίας. Αυτές οι αρχές εν συντομία είναι: i) Η Αρχή της Εδαφικότητας, η αρχή δηλαδή ότι τα δικαστήρια του κράτους όπου έχει τελεσθεί ένα ποινικό αδίκημα είναι αρμόδια για την άσκηση δικαιοδοσίας. Τα Βρεττανικά και Αμερικανικά Δικαστήρια εφαρμόζουν αποκλειστικά την αρχήν αυτή όπως και την παραλλαγή της, την αρχή της εδαφικής ασφάλειας. ii) Η Αρχή της Εθνικότητας, σύμφωνα με την οποία τα εγχώρια δικαιοδοτικά όργανα μπορούν να θεωρήσουν ότι είναι αρμόδια για την ποινική τιμωρία ενός εγκλήματος που έχει διαπράξει υπήκοός τους. Η αρχή αυτή έχει καταστεί αντικείμενο καθολικής εφαρμογής και αποτελεί στην πραγματικότητα μιαν έκφανση της εδαφικής κυριαρχίας. ΠΡΟΣΟΧΗ: Επειδή οι αρχές εδαφικότητας/εθνικότητας έχουν ως αποτέλεσμα την πιθανή διπλήν εκδίκαση μιας πράξης η οποία χαρακτηρίζεται ως αξιόποινη τόσο από το δίκαιο του κράτους του οποίου ο δράστης την εθνικότητα φέρει όσο και από το δίκαιο του κράτους όπου έχει γίνει η πράξη, τα περισσότερα κράτη έχουν επιβάλει περιορισμούς στην αρχή της εθνικότητας που εφαρμόζεται μόνο σε περιπτώσεις σοβαρών ποινικών αδικημάτων. Από την άλλη πλευρά, η κατά γράμμα εφαρμογή της αρχής της εδαφικότητας μπορεί να οδηγήσει σε κατάφωρη αδικία όταν το αδίκημα αποτελείται από πολλές επί μέρους εγκληματικές πράξεις που έγιναν σε διαφορετικά κράτη, σε διαφορετικές εδαφικές περιοχές. iii) Η Αρχή της Καθολικότητας, όταν ο χαρακτήρας των εγκλημάτων έχει επιπτώσεις σε όλα τα κράτη. Τότε, δικαιολογείται η τιμωρία του δράστη από οποιοδήποτε κράτος. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα εγκλήματα που ανατρέπουν την διεθνή έννομη τάξη. Συμβατικά δεσμεύονται όλα τα κράτη του κόσμου να τιμωρούν παραδειγματικά τις πράξεις αυτές, Η δικαιοδοσία ασκείται ακόμη και επί αλλοδαπών που διέπραξαν εγκλήματα επιζήμια για την εθνική ασφάλεια οποιουδήποτε κράτους, όχι μόνο του συγκεκριμένου που θα κρίνει την υπόθεση.
Απαραίτητη για την κατανόηση του διεθνούς δικαίου είναι η προσθήκη ότι μόνο σε εγχώριες, εθνικές νομοθεσίες υπάρχει απαγόρευση της έκδοσης ατόμων που διώκονται για πολιτικά κίνητρα αδικημάτων.
Προκειμένου να αποφεύγονται ενστάσεις αναρμοδιότητας , στο διεθνές δίκαιο δεν υπάρχει αυτή η διάταξη.
——— ∙ ——— ∙ ——— ∙ ———
Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Καταστολή της Τρομοκρατίας υπεγράφη στις 27 Ιανουαρίου 1977 προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα στην καταπολέμηση των πράξεων της τρομοκρατίας και στην εμπέδωση της πεποίθησης ότι οι δράστες παρόμοιων πράξεων δεν θα αποφύγουν την ποινική δίωξη και την επιβολή ποινής. Η Σύμβαση συμπληρώνει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση έκδοσης του 1957 και με την σειρά της συμπληρώνεται με την Σύμβαση που διέπει την Εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Καταστολή της Τρομοκρατίας (και υπογράφηκε στις 4 Δεκεμβρίου 1979 από τις χώρες μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων).
Η Σύμβαση του 1977 δεν παρέχει ορισμό του πολιτικού αδικήματος ή των πράξεων τρομοκρατίας. Αποσυνδέει, μάλιστα, από τα πολιτικά κίνητρα τις πράξεις για τις οποίες ορίζει διαδικασία έκδοσης (άρθρο 1).
Ο κ. Ανδρέας Ανδριανόπουλος ονομάζει το φαινόμενο αυτό ως «στήριξη των διωκομένων». Σε δηλώσεις του στις 4 Οκτωβρίου 1992 –δηλαδή πριν την συζήτηση στην Βουλή με θέμα την τρομοκρατία– ανέφερε: «Το πρόβλημα της ελληνικής πραγματικότητας εντοπίζεται στο γεγονός ότι σε κάθε πρωτοβουλία της Αστυνομίας και της Δικαιοσύνης για πάταξη της τρομοκρατίας ξεσπάει με πρωτοβουλία πολιτικών κομμάτων μια αδικαιολόγητη επιφύλαξη για τις προθέσεις και τις ικανότητές τους. Το κλίμα αυτό τείνει να διαμορφώνει συνθήκες ευνοϊκής αποδοχής των οποιωνδήποτε ισχυρισμών αυτών που θεωρούνται ύποπτοι. Η γενικότερη αυτή στάση, που φαίνεται να εκπηγάζει και από πολλούς διαμορφωτές της κοινής γνώμης, είναι “Αντίθεση με τις Αρχές-Στήριξη των διωκομένων” και δεν έχει σχέση με την βασική αρχή της αθωότητας κάποιου μέχρι να αποδειχθεί η ενοχή του. Οι ίδιες ευαισθησίες δεν φαίνεται να προβάλλονται σε σχέση με άλλους παράγοντες των διαδραματιζόμενων γεγονότων (ανοχή βιαιοτήτων και λασπολογίας κατά μαρτύρων κατηγορίας, προβολή επιχειρημάτων της υπεράσπισης, έμμεση επιφύλαξη για την δικονομική πράξη και πρακτική των δικαστικών και αστυνομικών αρχών). Η γενικότερη παρουσία πολιτικών προσώπων στην όλη διαδικασία κάθε άλλο παρά βοηθά τη Δημοκρατία να αντιμετωπίσει την Τρομοκρατία».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου