ΛΕΩΝ ΤΟΛΣΤΟΪ
Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΝΤΟΣ ΥΜΩΝ ΕΣΤΙΝ
Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ
ΟΧΙ ΩΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΕΝΟΣ ΜΥΣΤΙΚΟΥ
ΑΛΛΑ
ΩΣ ΜΙΑ ΜΟΡΦΗ ΖΩΗΣ ΝΕΑ
1893
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΧΡΗΣΤΟΥ Π.ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ
ΠΑΤΡΩΝ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΕΩΣ 33, ΛΕΧΑΙΟΝ ΚΟΡΙΝΘΙΑΣ, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΠΡΟΛΟΓΟΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΑ: ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΤΗΣ ΜΗ-ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΩΣ ΣΤΟ ΚΑΚΟ ΜΕΣΩ ΑΣΚΗΣΗΣ ΒΙΑΣ ΕΧΕΙ ΠΡΟΦΗΤΕΥΘΕΙ/ΔΙΑΚΗΡΥΧΘΕΙ ΑΠΟ ΜΙΑΝ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤ’ ΕΞΟΧΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΥΟ: ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΤΟΥ ΔΟΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΜΗ-ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΩΣ ΣΤΟ ΚΑΚΟ ΔΙΑ ΤΗΣ ΒΙΑΣ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΠΙΣΤΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΑ: Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΥΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΟΥΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΣΣΕΡΑ: Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΥΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΝΤΕ: ΑΝΤΙΝΟΜΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΜΑΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΞΗ: Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΣΗΜΕΡΑ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΠΤΑ: Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ & ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΚΤΩ: ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΤΗΣ ΜΗ-ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΩΣ ΣΤΟ ΚΑΚΟ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΒΙΑΣ ΠΡΕΠΕΙ ΑΝΑΠΟΦΕΥΚΤΑ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΔΕΚΤΟ ΣΗΜΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΝΕΑ: Η ΑΠΟΔΟΧΗ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΘΑ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΙ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΥΣΤΥΧΙΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΓΑΝΙΣΜΟΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑ: ΤΟ ΚΑΚΟ ΔΕΝ ΘΑ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΘΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΦΥΣΙΚΗ ΒΙΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ - Η ΗΘΙΚΗ ΠΡΟΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ ΕΠΙΤΥΓΧΑΝΕΤΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΤΟΜΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ-ΣΤΕΡΕΩΣΗ ΜΙΑΣ ΜΟΡΦΗΣ ΚΟΙΝΗΣ ΓΝΩΜΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΔΕΚΑ: Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΣΥΛΛΗΨΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΕΧΕΙ ΗΔΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΘΕΙ ΚΑΙ ΕΧΕΙ ΑΝΑΣΤΗΘΕΙ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΘΑ ΘΕΣΕΙ ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ ΤΕΛΟΣ ΣΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΒΑΣΕΩΣ ΤΗΣ ΒΙΑΣ, ΟΠΟΤΕ ΚΙ ΑΝ ΕΠΙΤΕΥΧΘΕΙ ΑΥΤΟ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: ΜΕΤΑΝΟΕΙΤΕ• ΗΓΓΙΚΕ ΓΑΡ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Στα 1884 έγραψα ένα βιβλίο υπό τον τίτλο «ΤΟ ΠΙΣΤΕΥΩ ΜΟΥ», στο οποίο πράγματι έκανα μιαν ειλικρινή ανακοίνωση των πεποιθήσεών μου. Καθώς επιβεβαίωνα την πίστη μου στην διδασκαλία του Χριστού, δεν μπόρεσα να αντισταθώ στον πειρασμό να εξηγήσω γιατί δεν πιστεύω, και άρα θεωρώ ως λανθασμένα, τα δόγματα διδασκαλίας της Εκκλησίας –διδασκαλία που, το σύνηθες, είναι να καλείται Χριστιανισμός.
Μεταξύ των πολλαπλών σημείων στα οποία το δόγμα αυτό εξετάζεται, μετράται και ευρίσκεται λειψό έναντι του δόγματος του Χριστού, αυτό που το σημείωσα και το υπέδειξα ως πρωταρχικό, σαφώς, είναι η απουσία οποιασδήποτε εντολής περί μη-αντιστάσεως στο κακό μέσω της βίας.
Η διαστρέβλωση της διδασκαλίας του Χριστού μέσω της διδασκαλίας της Εκκλησίας είναι πιο καθαρά εμφανής σε αυτό το σημείο παρά σε οποιοδήποτε άλλο σημείο διαφοράς.
Προσωπικά,
γνωρίζω –και όλοι μας το γνωρίζουμε– ελάχιστα για την πρακτική καθώς
και για τα προφορικά, ρητά και γραπτά δόγματα περασμένων εποχών για το θέμα της μη-αντιστάσεως στο πονηρό. Ήξερα ό,τι είχε ειπωθεί περί του θέματος από τους πατέρες της Εκκλησίας –Ωριγένης, Τερτυλλιανός και άλλοι– και, επίσης, ήξερα περί της ύπαρξης ορισμένων σεκτών που αποκαλούνται με τον τίτλο των Μεννονιτών, Χειροτονηθέντων και Κουακέρων και οι οποίες δεν επιτρέπουν σε έναν Χριστιανό την χρήση των
όπλων και δεν τρώνε τον όλο μύθο περί στρατιωτικής υπηρεσίας∙ ωστόσο,
ήξερα ελάχιστα για ό,τι είχε επιτευχθεί από αυτές τις καλούμενες σέκτες
προς την κατεύθυνση επέκτασης του ζητουμένου.
Το βιβλίο μου, όπως το είχα προεξοφλήσει, φιμώθηκε και απαγορεύθηκε από την Ρωσσική λογοκρισία∙ όμως, εν μέρει χάρη στην λογοτεχνική μου φήμη και
εν μέρει διότι είχε εξάψει την περιέργεια του λαού, κυκλοφόρησε σε
χειρόγραφες και σε λιθογραφημένες εκδόσεις στην Ρωσσία και –μέσω
μεταφράσεων– στο εξωτερικό και εξελίχθηκε ώστε να γίνει αφενός (από όσους ενστερνίζονταν τις
πεποιθήσεις μου) μια σειρά δοκιμίων εσσαεί με υψηλό περιεχόμενο
πληροφόρησης για το θέμα και, αφετέρου, μια σειρά κριτικών περί των
αρχών που τέθηκαν υπό εξέταση στο βιβλίο μου.
Πολλά σημεία μου έγιναν φανερά συγχρόνως από την εχθρική αλλά
και την συμπαθητική προς εμένα κριτική καθώς, επίσης, από τα ιστορικά
γεγονότα των εσχάτων καιρών∙ και με οδήγησαν σε φρέσκα αποτελέσματα και συμπεράσματα που επιθυμώ τώρα να επεκτείνω έτι περαιτέρω εκ νέου.
Πρώτα θα μιλήσω περί της πληροφόρησης που έλαβα ως προς την ιστορία του ερωτήματος περί της μη-αντιστάσεως στο κακό∙ κατόπιν, για τις απόψεις που υπεστήριξαν ως προς το ζήτημα αυτό οι κριτικοί του πνεύματος, δηλαδή οι
διακηρυγμένοι πιστοί στην Χριστιανική θρησκεία –αλλά και οι σύγχρονοι,
δηλαδή αυτοί που δεν διακηρύττουν δημόσια την Χριστιανική θρησκεία∙ και,
στο τέλος, θα μιλήσω για τα πορίσματα στα οποία κατέληξα ως απόσταγμα
όλων αυτών υπό το φως των ιστορικών γεγονότων των εσχάτων καιρών.
Λ. ΤΟΛΣΤΟΪ
YASNAOA POLIANA,
14/26 Mαΐου, 1893.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΤΗΣ ΜΗ-ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΣΤΟ ΚΑΚΟ ΜΕΣΩ ΑΣΚΗΣΗΣ ΒΙΑΣ ΕΧΕΙ ΠΡΟΦΗΤΕΥΘΕΙ/ΔΙΑΚΗΡΥΧΘΕΙ ΑΠΟ ΜΙΑΝ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤ’ ΕΞΟΧΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ
Ανάμεσα στις πρώτες απαντήσεις που εμφανίστηκαν από ορισμένα γράμματα που προκλήθηκαν από το βιβλίο μου ήταν κάποια γράμματα από
τους Κουακέρους της Αμερικής. Σε αυτές τις επιστολές, οι οποίες
εξέφραζαν την συμπάθειά τους με τις απόψεις μου ως προς την παρανομία για
έναν Χριστιανό του πολέμου και ως προς την χρήση βίας οποιασδήποτε
μορφής, οι Κουακέροι μου έδωσαν λεπτομέρειες της δικής τους
αποκαλούμενης σέκτας η οποία για περισσότερα από 2000 χρόνια έχει
πράγματι διακηρύξει την διδασκαλία του Χριστού ως προς την μη-αντίσταση στο κακό μέσω της βίας –και δεν κάνει χρήση όπλων για αυτοάμυνα.
Οι
Κουακέροι μου έστειλαν βιβλία, από τα οποία έμαθα πώς αυτοί είχαν
–χρόνια πριν– στερεώσει πέραν κάθε αμφιβολίας το καθήκον για να
συμπληρώσει, να εκπληρώσει ένας Χριστιανός την εντολή μη-αντιστάσεως στο κακό μέσω βίας, και είχε/και είχαν εκθέσει δημοσίως το σφάλμα της διδασκαλίας της Εκκλησίας ως προς το να επιτρέψει τον πόλεμο και την τιμωρία του θανάτου.
Σε μιαν ολόκληρη σειρά επιχειρημάτων και κειμένων που δείχνουν ότι ο πόλεμος –δηλαδή, το πλήγωμα και η θανάτωση των ανθρώπων– είναι ασυνεπής με
μια θρησκεία που ιδρύθηκε επί της βάσεως της ειρήνης και της καλής
βούλησης προς τους ανθρώπους, οι Κουακέροι υποστηρίζουν και αποδεικνύουν ότι τίποτε δεν έχει συνδράμει τόσο πολύ στην δημιουργία σκότους περί της Χριστιανικής αλήθειας στα μάτια των άθεων και των πολυθεϊστών, και έχει εμποδίσει τόσο πολύ την διάχυση του Χριστιανισμού σε ολόκληρο τον κόσμο, όσο η άγνοια/αγνόηση αυτής της εντολής από ανθρώπους που αυτοαποκαλούνται Χριστιανοί, καθώς και το γεγονός ότι επιτρέπεται ο πόλεμος και η βία στους Χριστιανούς.
«Ο διδακτικός τόνος του Χριστού, που ήρθε για να γίνει γνωστός στους ανθρώπους, όχι δια της βίας και του ξίφους» λένε «αλλά δια μέσου της
μη-αντιστάσεως στο κακό, ευγένειας, ηπιότητας και ειρηνικού πνεύματος,
μπορεί να διαχυθεί προς τον κόσμο μέσα από ένα παράδειγμα ειρήνης,
αρμονίας, η αγάπη και ο έρωτας μεταξύ των οπαδών του».
«Ένας Χριστιανός, συμφώνως προς την διδασκαλία του Θεού του ιδίου, μπορεί
να δρα μόνον ειρηνικώς προς όλους τους ανθρώπους –και άρα δεν μπορεί
να υπάρχει καμία εξουσία/αυθεντία ικανή να αναγκάσει τον Χριστιανό να
πράξει σε αντίσταση προς την διδασκαλία του Θεού και σε αντίθεση προς την πρωταρχική αρετή του Χριστιανού σε σχέση με τους πλησίον του». «Ο νόμος του κράτους, νόμος εξαναγκαστικός άλλωστε» λένε «μπορεί να εξαναγκάσει μόνον αυτούς να αλλάξουν τον νόμο του Θεού που, για χάρη των γήϊνων κερδών, επιχειρούν να οδηγήσουν σε συμφιλίωση ό,τι δεν μπορεί να συμβιβαστεί∙ για έναν Χριστιανό που, όμως, ειλικρινά πιστεύει ότι να ακολουθεί πιστά πίσω από την διδασκαλία του Χριστού είναι ό,τι θα του δώσει την σωτηρία, αυτές οι θεωρίες του κράτους δεν μπορεί να έχουν καμίαν απολύτως ισχύ».
Περαιτέρω εξοικείωση και γνωριμία με τις κοπιώδεις εργασίες των Κουακέρων και τα έργα τους –με τους Fox, Penn και ειδικότερα το έργο του Dymond (δημοσιεύθηκε το 1827)– μου έδειξε όχι μόνον ότι η απίθανη επανένωση του Χριστιανισμού με την βία και τον πόλεμο είχε αναγνωριστεί παλαιά, πολύ
παλαιά, αλλά ότι αυτή η απίθανη επανένωση είχε αποδειχθεί στο παρελθόν
τόσο καθαρά και τόσο αναμφίβολα που θα μπορούσε απλώς και μόνο να θαυμάσει κανείς πως αυτή η αδύνατη, απίθανη, η επανένωση και συμφιλίωση της Χριστιανικής διδασκαλίας μέσω της χρήσης βίας –η οποία κηρυσσόταν και εξακολουθεί να υπάρχει και να κηρύσσεται μέσα στις εκκλησίες– θα μπορούσε εν τούτοις να διατηρηθεί σε ισχύ.
Επιπροσθέτως σε ό,τι έμαθα από τους Κουακέρους δέχθηκα, επίσης από την Αμερική, συγχρόνως περίπου πληροφορίες για το ζητούμενο από μιαν πηγή τέλεια διακρινόμενη/διακριτή και προηγουμένως άγνωστη σε μένα.
Ο γιος του William Lloyd Garrison,
ο διάσημος υπερασπιστής της χειραφέτησης των νέγρων/νεκρών, μου έγραψε
πως είχε διαβάσει το βιβλίο μου, στο οποίο ανακάλυψε ιδέες όμοιες με
εκείνες που είχε εκφράσει ο πατέρας του στα 1838 και
πως, επειδή νόμισε ότι θα με ενδιέφερε να το λάβω υπ’ όψιν μου, μου
απέστειλε μιαν διακήρυξη ή ανακήρυξη περί «μη-αντιστάσεως» που είχε
σχεδιάσει ο πατέρας του σχεδόν πριν 50 χρόνια.
Η διακήρυξη αυτή εμφανίστηκε υπό τις ακόλουθες συνθήκες:
Ο William Lloyd Garrison συμμετείχε σε μιαν συζήτηση με θέμα τα μέσα καταπολέμησης του πολέμου στην Κοινωνία για την Στερέωση της Ειρήνης μεταξύ των Ανθρώπων, η οποία υφίστατο στα 1838 στην Αμερική. Κατέληξε στο πόρισμα ότι το στερέωμα της οικουμενικής ειρήνης μπορεί να βασιστεί αποκλειστικώς και μόνο στην ανοιχτή διακήρυξη του δόγματος (όπως υπολαμβάνεται από τους Κουακέρους) της μη-αντιστάσεως στο πονηρό μέσω της βίας (Κατά Ματ. v, 39), στην πλήρη του ερμηνεία και σημασία, με τον οποίο/τους οποίους ο Garrison συνέβαινε να είναι σε φιλικές σχέσεις.
Έχοντας έλθει σε αυτό το συμπέρασμα, ευθύς αμέσως συνέθεσε ο Garrison και έθεσε υπ’ όψιν της κοινωνίας μιαν διακήρυξη, η οποία ήταν υπογεγραμμένη στα χρόνια του εκείνα –τα 1838– από πολλά μέλη.
ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ΥΪΟΘΕΤΗΜΕΝΩΝ
ΕΠΙ ΤΗΣ ΒΑΣΕΩΣ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ
Βοστώνη, 1838
«Εμείς οι κάτωθεν υπογεγραμμένοι, θεωρώντας εν γένει ως οφειλή προς τον εαυτό μας, προς
τον σκοπό τον οποίον αγαπούμε, προς την χώρα στην οποία ζούμε, το να
δημοσιεύσει κανείς μιαν διακήρυξη η οποία να εκφράζει τους στόχους που
σκοπεύουμε να επιτύχουμε καθώς και τα μέτρα που θα υϊοθετήσουμε
προκειμένου να συνεχιστεί έτι περαιτέρω το έργο της παγκόσμιας, οικουμενικής και ειρηνικής μεταρρυθμίσεως.
Δεν αναγνωρίζουμε και δεν αποδίδουμε νομιμότητα σε καμίαν απολύτως ανθρώπινη κυβέρνηση.
Αναγνωρίζουμε μόνο έναν Βασιλέα και Νομοθέτη, ένα Δικαστή/Κριτή και Άρχοντα της ανθρωπότητας.
Η χώρα μας είναι ο κόσμος, οι συμπατριώτες μας κατ’ εξοχήν είναι ολόκληρη η ανθρωπότητα. Αγαπούμε την χώρα καταγωγής μας μόνο και μόνο με τον τρόπο που αγαπούμε όλες τις άλλες χώρες. Τα συμφέροντα και τα δικαιώματα, τα προνόμια, των Αμερικανών πολιτών δεν τα αγαπούμε περισσότερο από αυτά ολόκληρου του ανθρωπίνου γένους. Εξ ου και είναι δυνατόν για εμάς να μην επιτρέψουμε καμίαν έκκληση στον πατριωτισμό ώστε να εκδικηθούμε οποιαδήποτε εθνική προσβολή ή πλήγμα… Συλλαμβάνουμε την σκέψη στον
νου μας ενός έθνους, θεωρούμε ότι ένα έθνος δεν έχει κανένα απολύτως
δικαίωμα αυτοάμυνας έναντι των εξωτερικών εχθρών ούτε να τιμωρεί τους
εισβολείς σε αυτό αλλά ούτε και ατομικές ιδιοκτησίες/κανένα άτομο δεν έχει αυτό το δικαίωμα αφ’ εαυτού ως προσωπική περιουσία –και, άλλωστε, το άτομο ως μονάδα δεν μπορεί να έχει την μεγαλύτερη σημασία από το σύνολο και το άθροισμα των μερών της συνέλευσης.
Εάν συρρέουν στίφη εχθρών από το εξωτερικό με πρόθεση να κάνουν λεηλασία και επιτρέπεται ο λαός και η εκλεπτυσμένη και αριστοτεχνική δικαστική αρχή να μην τους αντιστέκεται, τότε
δεν επιτρέπεται να εκδηλώνεται χείρα βοηθείας για αντίσταση ούτε σε
εσωτερικούς, ντόπιους επαναστάτες που στρέφονται κατά της δημόσιας
ειρήνης ή της ιδιωτικής ασφάλειας. Το δόγμα ότι όλες οι κυβερνήσεις του κόσμου έχουν λάβει συγκατάθεση διορισμού και εγκατάστασης και έχουν χειροτονηθεί από τον Θεό και ότι με τις όποιες δυνάμεις που
βρίσκονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Ρωσσία, στην Τουρκία
βρίσκονται σε συμφωνία με το θέλημά του είναι εξίσου παράλογο και
ασεβές.
Εμφανίζει τον αμερόληπτο Συγγραφέα και Αυθέντη της υπάρξεώς μας άνισο και τυραννικό. Δεν
μπορεί να επιβεβαιωθεί ότι οι δυνάμεις που βρίσκονται σε οποιοδήποτε
έθνος ενεργοποιούνται από το πνεύμα ή οδηγούνται από το πρότυπο του
Χριστού στην
διαπραγμάτευση χειρισμού των εχθρών∙ άρα, δεν μπορεί να έχουν
αξιαγάπητο πρόσωπο ενώπιον του θελήματος του Θεού και, συνεπώς, είναι
αναπόφευκτη η ανατροπή και η πτώση τους από μιαν πνευματική αναγέννηση των υποκειμένων υπηκόων τους.
Θεωρούμε ως αντιχριστιανικούς και παράνομους όχι μόνον όλους τους πολέμους –είτε επιθετικούς είτε αμυντικούς– αλλά και όλες τις προετοιμασίες για τον πόλεμο∙ όλα
τα ναυτικά πλοία, όλους τους ναυστάθμους και τα οπλοστάσια, όλα τα
τείχη, τα βλέπουμε ως αντιχριστιανικά και παράνομα∙ την ύπαρξη
οποιουδήποτε αξιόμαχου στρατού, όλες τις στρατιωτικές αρχηγίες ή οπλαρχηγίες, όλα τα μνημεία εις ανάμνησιν της νίκης επί ενός εχθρού που έχει πέσει, όλων των τροπαίων που κερδήθηκαν στην μάχη, όλες τις εορταστικές εκδηλώσεις φόρου προς τιμήν των στρατιωτικών εκμεταλλεύσεων, κάθε
ιδιοποίηση και σφετερισμό με σκοπό την άμυνα με χέρια και όπλα∙
νομίζουμε ότι είναι αντιχριστιανικό και παράνομο κάθε ψήφισμα και
διάταγμα κυβέρνησης που απαιτεί στρατιωτική υπηρεσία από τα υποκείμενα στην εξουσία της άτομα.
Άρα, εκτιμούμε ότι είναι παράνομο να φέρουμε όπλα και δεν επιτρέπεται να κατέχουμε κανένα γραφείο που επιβάλλει στον τιτλούχο κάτοχό του το χρέος ώστε να υποχρεώσει τους ανθρώπους να πράξουν το καλό και να κάνουν το σωστό υπό την απειλή φυλάκισης ή θανάτου. Συνεπώς, εξαιρούμε εκουσίως τους εαυτούς μας από κάθε νομοθετικό και δικαστικό σώμα, απαρνούμαστε κάθε είδους πολιτική των ανθρώπων, κάθε κοσμική τιμή και κάθε σταθμό από όπου πηγάζει εξουσία.
Εάν δεν μπορούμε να έχουμε καμία θέση ούτε στα νομοθετικά η δικαστικά έδρανα ούτε στα εδώλια, τότε δεν μπορούμε ούτε άλλους να εκλέγουμε ώστε να δρουν ως δικοί μας αντικαταστάτες σε οποιαδήποτε τέτοια θέση εξουσίας.
Έπεται, ως εκ τούτου, ότι δεν μπορούμε να μηνύσουμε κανέναν άνθρωπο νομίμως ώστε να τον αναγκάσουμε να επιστρέψει ο,τιδήποτε κι αν έχει κατά λάθος πάρει από εμάς∙ αν έχει αρπάξει το γούνινο παλτό μας, καλύτερα θα είναι αν θα τον παραδώσουμε και τον χιτώνα μας παρά να τον υποτάξουμε ώστε να υποβληθεί σε τιμωρία.
Πιστεύουμε ότι ο ποινικός κώδικας της παλαιάς κιβωτού της διαθήκης –οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος– έχει καταργηθεί από τον Ιησού Χριστό και, υπό την καινή διαθήκη, είναι η συγχώρεση αντί της τιμωρίας των εχθρών αυτή που παραγγέλθηκε ως διαταγή σε όλους τους μαθητές σε όλες τις υποθέσεις συλλήβδην.
Η
αναγκαστική και εκβιαστική είσπραξη χρημάτων φόρων από τους εχθρούς,
το ρίξιμό τους στην φυλακή, ο εξορισμός τους ή η εκτέλεσή τους προφανώς
δεν ισοδυναμεί με συγχώρεση αλλά με εκδίκηση.
Η ιστορία του ανθρωπίνου γένους είναι γεμάτη από συγκεντρωμένα τεκμήρια και αποδείξεις οι
οποίες αποδεικνύουν ότι η φυσική εξάσκηση πειθαρχίας δεν συναρμόζει με
την ηθική αναγέννηση καθώς και ότι οι προδιαθέσεις αμαρτίας των
ανθρώπων μπορούν να κυριαρχηθούν μόνο μέσω της αγάπης∙ ότι το κακό
μπορεί να εξουδετερωθεί μόνο μέσω του καλού∙ ότι δεν είναι ασφαλές να βασίζεται κανείς στην ισχύ μιας χειρός ή ενός όπλου ώστε να προφυλαχθούμε από την ζημία και τα πλήγματα∙ ότι υπάρχει υψηλή ασφάλεια αν
είναι κανείς ευγενής, έχει επιβιώσει επί μακρό χρόνο στα βάσανα και
υπεραφθονεί σε έλεος∙ ότι είναι αποκλειστικώς και μόνον οι πραείς αυτοί
οι οποίοι θα κληρονομήσουν την γη∙ διότι αυτοί που αναλαμβάνουν το ξίφος θα χαθούν από το ξίφος και μέσω του ξίφους.
Εξ
ου και ως μέτρο μιας ορθής πολιτικής –ζήτημα ασφάλειας σε περιουσία,
ζωή και ελευθερία– περί δημοσίας τάξεως, ησυχίας και ειρήνης αλλά και
ιδιωτικής χαράς καθώς και επί της βάσεως της υποταγής και νομίμου
αφοσιώσεως προς Αυτόν που είναι ο Βασιλεύς των βασιλέων και ο Κύριος των κυρίων, υϊοθετούμε εις την καρδία μας την αρχή και τον κανόνα της μη-αντιστάσεως, πεπεισμένοι ότι λαμβάνει πρόνοια για όλες τις πιθανές συνέπειες, είναι εξοπλισμένος εις τας χείρας με ισχύ παντοκράτορος, και πρέπει να θριαμβεύσει απόλυτα επί όλων των επιτιθέμενων δυνάμεων.
Αυτό που υπερασπιζόμαστε δεν είναι κατά κανέναν τρόπο τα δόγματα των Γιακωβίνων. Το
πνεύμα του Γιακωβινισμού είναι το πνεύμα της αντεκδίκησης και
ανταπόδοσης του κακού, βία και φόνος. Δεν φοβάται ούτε τον Θεό ούτε
βλέπει και εξετάζει τον άνθρωπο. Το πνεύμα του Χριστού θα μας πλήρωνε, όμως, εξ ολοκλήρου.
Αν
από την μια υποφέρουμε τα πλήγματα του κακού εξ αιτίας της βασικής και
πρωταρχικής μας αρχής περί μη-αντιστάσεως στο κακό μέσω του κακού, από
την άλλη δεν συμμετέχουμε στην αποστασία, στην προδοσία ή στην βία.
Θα υποταχθούμε σε κάθε εντολή και σε κάθε αξίωση των κυβερνήσεων (πλην αυτών που
αντιτίθενται στις εντολές του Ευαγγελίου) και σε καμίαν περίπτωση δεν
θα αντισταθούμε στην λειτουργία του νόμου (εκτός της περίπτωσης εκείνης
που θα υποταχθούμε με πραότητα στην ποινή περί της ανυπακοής). Ενώ,
όμως, θα εμμένουμε στο δόγμα περί μη-αντιστάσεως και παθητικής υποταγής στους εχθρούς μας, σκοπεύουμε –με μιαν αίσθηση υπό την ηθική και πνευματική έννοια– να επιτεθούμε κατά των ανισοτήτων στα ανώτερα σημεία αλλά και στα πιο χαμηλά μέρη ώστε να εφαρμοστούν οι αρχές μας σε όλους τους υπαρκτούς φαύλους, πολιτικούς, νομικούς και εκκλησιαστικούς θεσμούς και να βιαστεί ο χρόνος που τα βασίλεια του κόσμου τούτου θα έχουν γίνει το βασίλειο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Παρουσιάζεται ως αυταπόδεικτη αλήθεια σε μας το γεγονός πως ο,τιδήποτε έχει σχεδιαστεί από το Ευαγγέλιο ώστε να καταστραφεί στις εκάστοτε περιόδους του κόσμου, εφόσον
είναι αντίθετο προς αυτό, δεν πρέπει τώρα να αφεθεί και να
εγκαταλειφθεί. Εάν, λοιπόν, τότε έχει προβλεφθεί ο χρόνος που τα ξίφη θα
μετατραπούν ηττημένα σε μετοχές για απόλαυση των καρπών και του
θερισμού της σποράς και τα δόρατα σε μπόλια για καλλιέργεια και
κάθαρση των ζιζανίων και που οι άνθρωποι δεν θα μαθαίνουν πια την
τέχνη του πολέμου, έπεται ότι όλοι όσοι κατασκευάζουν, πωλούν ή
παραδίδουν αυτά τα θανάσιμα όπλα συνασπίζονται κατά της ειρηνικής
κυριαρχίας του Υϊού του Θεού επί της γης.
Εκδηλωθεισών κατά τον τρόπον αυτό των αρχών μας, προχωρούμε στην εξειδίκευση των μέτρων που προτείνουμε να υϊοθετήσουμε ώστε να φέρουμε το αντικείμενό μας –ως αποτέλεσμα εφφέ– σε ισχύ.
Περιμένουμε ότι θα επικρατήσει δια μέσου του Ηλιθίου του Κηρύγματος.
Θα επιχειρήσουμε να διαδώσουμε στον τύπο τις απόψεις μας προς όλα τα πρόσωπα, σε
οποιοδήποτε έθνος, σέκτα ή σκαλί της κοινωνίας κι αν ανήκουν. Άρα, θα
διοργανώσουμε δημόσιες διαλέξεις, θα κυκλοφορήσουμε φυλλάδια και
δημοσιεύματα, θα σχηματίσουμε κοινωνίες και θα απευθύνουμε ικετευτικά
παράκληση προς κάθε κυβερνητικό σώμα.
Θα είναι αυτό το αντικείμενο που μας οδηγεί να εφευρίσκουμε μεθόδους και μέσα ώστε να επιφέρουμε μιαν ριζοσπαστική μεταβολή στις απόψεις, στα συναισθήματα και στις πρακτικές της κοινωνίας όσον αφορά την αμαρτωλότητα του πολέμου και τον χειρισμό των εχθρών.
Εισερχόμενοι
στο μεγάλο έργο που τίθεται ενώπιόν μας, δεν λησμονούμε ότι κατά την
κρίση του πιθανόν να κληθούμε ώστε να τεθεί υπό δοκιμασία η ειλικρίνειά
μας λες και θα πρόκειται για
ένα καθήκον νέο και ένα διακύβευμα ενθουσιαστικό. Μπορεί να μας
υποβάλη σε προσβολές, οργή, πόνο, μάλιστα –ακόμα και στον ίδιο τον
θάνατο. Δεν προσδοκούμε μικρό κομμάτι έλλειψης σύλληψης των νοημάτων,
κακής ερμηνείας, δυσκολίας παρουσίασης και συκοφαντίας. Μπορεί
να εγερθούν καταιγίδες εναντίον μας. Όλες οι υπερήφανες και
φαρισαϊκές, οι φιλόδοξες και οι τυραννικές, εξουσίες και δυνάμεις
μπορεί να συνδυαστούν ώστε να μας συντρίψουν. Με τον ίδιο τρόπο αντιμετώπισαν τον Μεσσία του οποίου το πρότυπο επιδιώκουμε με ταπεινότητα να μιμηθούμε.
Δεν θα φοβηθούμε την τρομοκρατία τους.
Η πίστη μας έγκειται στον Παντοδύναμο Κύριο και όχι στον άνθρωπο.
Εφόσον έχουμε αποτραβηχθεί από την ανθρώπινη προστασία και ασφάλεια, τί άλλο μπορεί να μας κρατήσει γερά παρά αυτή η πίστη που υπερβαίνει τον κόσμο;
Δεν θα την δούμε ως περίεργη, ως υποσημείωση που αφορά την ενθουσιώδη κρίση που θα μας συναντήσει, αλλά θα αγαλλιάσουμε στην έκταση αυτή που είμαστε συμμέτοχοι στα πάθη του Χριστού.
Ιδού
ο λόγος για τον οποίον είμαστε δεσμευμένοι να τηρήσουμε τις ψυχές
πιστές προς τον Θεό. Διότι όλοι και όλες που εγκαταλείπουν οίκους ή
αδελφότητες ή αδελφές ή πατέρα, μητέρα, σύζυγο, τέκνα ή χώρες για χάρη
του Χριστού, θα λάβουν το(ν) εκατονταπλάσιον αντιστοίχως –ζωήν αιώνιον αυτά θα κληρονομήσει. Στηριγμένοι ακλόνητα επί της βάσεως αυτού του δεδομένου και οικουμενικού, παγκόσμιου θριάμβου των αισθημάτων που περιέχονται σε
αυτήν την διακήρυξη, όσο αξιοθαύμαστη μορφή κι αν λάβει πιθανόν η
αντίθεση που συρρέει κατά στίφη εναντίον αυτών, δια του παρόντος
επισυνάπτουμε πλησίον τις υπογραφές μας από κάτω της∙ την εμπιστευόμαστε και την αναθέτουμε στον λόγο και στην συνείδηση της ανθρωπότητας και είμαστε αποφασισμένοι να υπομείνουμε και να δεχτούμε την κρίση με ηπιότητα και πραότητα, κατά το μέτρο της ισχύος του Κυρίου Θεού».
Αμέσως μετά αυτήν την διακήρυξη, ιδρύθηκε από τον Garrison μια Κοινωνία της Μη-Αντιστάσεως και μια εφημερίδα η οποία εκλήθη υπό τον τίτλο «Η
ΜΗ-ΑΝΤΙΣΤΕΚΟΜΕΝΗ», στην οποία υπήρξε ένθερμη στήριξη και υπεράσπιση
του δόγματος της μη-αντιστάσεως στην πλήρη της ερμηνεία και σημασία και με όλες της τις συνέπειες, όπως αυτή είχε εκτεθεί στην διακήρυξη.
Περαιτέρω πληροφόρηση ως προς την τελική και έσχατη μοίρα, το πεπρωμένο, της κοινωνίας και της εφημερίδας μπόρεσα να κατακτήσω από την εξαίρετο βιογραφία του W.L. Garrison, το έργο του γιου του.
Η κοινωνία και η εφημερίδα δεν υπήρξαν επί μακρό χρόνο.
Ο μεγαλύτερος αριθμός των συναδέλφων εργαζομένων του Garrison στον
κίνημα υπέρ της απελευθέρωσης των σκλάβων (φοβούμενοι ότι το καθ’
υπερβολήν ριζοσπαστικό πρόγραμμα της εφημερίδας, «Η ΜΗ-ΑΝΤΙΣΤΕΚΟΜΕΝΗ», θα μπορούσε να κρατήσει τον κόσμο μακριά από το πρακτικό έργο της χειραφέτησης των νέγρων/νεκρών, εγκατέλειψε την προφητική διακήρυξη του κανόνα και της αρχής της μη-αντιστάσεως όπως αυτή είχε εκφρασθεί στην διακήρυξη –και έπαψαν ταυτογχρόνως και συγχρόνως να υφίστανται η κοινωνία και η εφημερίδα.
Αυτή η διακήρυξη του Garrison απέδωσε μιαν τόσο παντοδύναμη και εύγλωττη σε έκφραση ομολογία πίστεως υψηλής σημασιοδότησης προς τους ανθρώπους που θα έπρεπε ακόμα κι αν δεν υπήρχε να την εφεύρει κανείς, σκεπτόμενος
ότι θα πρέπει να έχει δημιουργήσει ένα ισχυρό συναίσθημα εντυπώσεων
στους λαούς και ότι θα πρέπει να έχει γίνει γνωστή σε όλον τον κόσμο και
να είναι το υποκείμενο προς συζήτησιν θέμα σε όλα τα μέρη. Δεν συνέβη,
όμως, τίποτε από όλα αυτά. Όχι μόνον ήταν άγνωστη στην Ευρώπη αλλά
ήταν ακόμα και οι Αμερικανοί, αυτοί που έχουν μιαν τόσο υψηλή γνώμη και
εκτίμηση υπέρ του Garrison, οι οποίοι είχαν καν ελάχιστη γνώση της διακήρυξης.
Ένας άλλος υπερασπιστής της μη-αντιστάσεως παραγνωρίστηκε κατά τον ίδιο τρόπο –ο Αμερικανός Adin Ballou, ο οποίος αργότερα πέθανε, αφού είχε ξοδέψει 5
χρόνια με σκοπό το κήρυγμα αυτού του δόγματος της ισχύος του Κυρίου
Θεού. Πόσο μεγάλη είναι η άγνοια περί του ο,τιδήποτε συνδέεται ως
υποσημείωση στο ζητούμενο της μη-αντιστάσεως είναι κάτι που μπορεί να δει κανείς δια του γεγονότος ότι ο Garrison υϊός, ο οποίος έχει συγγράψει μιαν εξαίσια βιογραφία του πατέρα του σε 4 μεγάλους τόμους –σε απάντηση του ερωτήματος της έρευνάς μου εάν υπάρχουν τώρα σε ύπαρξη κοινωνίες υπέρ της μη-αντιστάσεως και ακόλουθοι προσκολλημένοι με αφοσίωση σε
αυτό το δόγμα– μου είπε ότι, κατά το μέτρο της γνώσεώς του, αυτή η
κοινωνία είχε διαλυθεί σε κομμάτια και ότι δεν υπήρχαν μαθητές αυτής της
διδασκαλίας –ενώ η αλήθεια είναι ότι την ίδια εκείνην ώρα που αυτός έγραφε προς εμένα, ζούσε στο Hopedale στην Μασσαχουσέττη ο Adin Ballou ο οποίος είχε συμμετάσχει στα έργα του Garrison πατέρα και είχε αφιερώσει 50 χρόνια της ζωής του για να υπερασπιστεί και να στηρίξει τόσο προφορικά όσο και δια του Τύπου το δόγμα περί μη-αντιστάσεως.
Αργότερα, έλαβα ένα γράμμα από τον Wilson –μαθητή και συνάδελφο του Ballou– και εισήλθα σε μιαν διαδικασία αλληλογραφίας με τον ίδιο τον Ballou.
Εγώ έγραψα στον Ballou και αυτός μου αποκρίθηκε και μου έστειλε τα έργα του. Ιδού η σύνοψη ορισμένων αποσπασμάτων εξ αυτών:
«Ο Ιησούς Χριστός είναι ο Κύριός μου και δάσκαλός μου» λέει ο Ballou σε μιαν μελέτη του η οποία εκθέτει την ασυνέπεια των Χριστιανών αυτών που επέτρεψαν το δικαίωμα της αυτοάμυνας και της πολεμικής. «Έχω υποσχεθεί να τα αφήσω όλα για να ακολουθήσω το καλό ακόμα και δια του μέσου του κακού, ακόμα και ως τον ίδιο τον
θάνατο. Ωστόσο, είμαι ένας πολίτης της δημοκρατικής πολιτείας των
Ηνωμένων Πολιτειών∙ και, σε ένδειξη αφοσίωσης προς αυτήν, έχω ορκιστεί
να υπεραμυνθώ του Συντάγματος της
χώρας μου, εάν εμφανιστεί ανάγκη, ακόμα και με την ζωή μου. Ο Χριστός
απαιτεί από εμένα να πράξω στους άλλους ό,τι νομίζω ό,τι θα μου έκαναν
αυτοί εμένα. Το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών απαιτεί από εμένα να πράξω σε 2 εκατομμύρια σκλάβων [την εποχή εκείνη υπήρχαν σκλάβοι∙ τώρα είναι δυνατόν να επιχειρήσει κανείς να αντικαταστήσει την λέξη «εργάτες»] το ακριβώς αντίθετο απ’ ό,τι νομίζω ότι
θα μου έκαναν αυτοί εμένα –δηλαδή, να βοηθήσω να κρατηθούν στην
παρούσα κατάσταση της δουλείας. Και, παρ’ όλα αυτά, συνεχίζω να εκλέγω ή
να εκλέγομαι, προτείνω θέματα για
ψηφοφορία, είμαι έτοιμος ακόμα και να διοριστώ σε οποιοδήποτε γραφείο
υπό καθεστώς κυβέρνησης. Αυτό δεν θα με εμποδίζει από το να είμαι
Χριστιανός. Θα εξακολουθώ να
διακηρύττω υπέρ του Χριστιανισμού και δεν θα βρίσκω καμία δυσκολία για
να συμβιβάζομαι στα συμβόλαιά μου, στις συμφωνίες και στις συνεργασίες
μου και με τον Χριστό και με την κυβέρνηση. Ο Ιησούς Χριστός μου απαγορεύει να αντισταθώ προς όσους πράττουν το
κακό και να παίρνω εξ αυτών έναν οφθαλμό αντί οφθαλμού, οδόντα αντί
οδόντος, αιματοχυσία για κάθε αιματοχυσία αλλά και ζωή ως αντίτιμο της
ζωής. Η κυβέρνησή μου απαιτεί από εμένα μάλλον το αντίθετο: και βασίζει
ένα ολόκληρο σύστημα αυτοάμυνας σε
ικριώματα, όπλα και ξίφη για να χρησιμοποιηθούν ενάντια στους
εξωτερικούς και εγχώριους εχθρούς της. Και η χώρα γεμίζει κρεμάλες για
την στηλίτευσή τους, φυλακές, οπλοστάσια, ναυστάθμους για τα πολεμικά
πλοία και στρατιώτες. Στην συντήρηση και χρήση αυτών
των πανάκριβων συσκευών σκοτώματος, κάλλιστα μπορούμε να εξασκήσουμε
πλήρως και σε όλες τους τις ενέργειες τις αρετές της συγχώρεσης προς
όσους μας πλήττουν και μας τραυματίζουν, να αγαπούμε τους εχθρούς μας, να ευλογούμε αυτούς που μας καταρώνται και να κάνουμε το καλό σε εκείνους που μας μισούν. Ιδού ο λόγος που
έχουμε διατηρήσει μιαν ακολουθία Χριστιανών ιερέων για να προσεύχονται
για χάρη μας και να αναζητούν την ευλογία του Ουράνιου Παράδεισου για
το ιερό έργο της σφαγής. Τα
βλέπω όλα αυτά (όπερ εστί μεθερμηνευόμενο, την αντίφαση μεταξύ
προφητείας-διακήρυξης και πρακτικής), και συνεχίζω να ομολογώ υπέρ της
θρησκείας και να συμμετέχω στην κυβέρνηση και υπερηφανεύομαι επειδή είμαι ταυτογχρόνως και συγχρόνως ένας αφοσιωμένος Χριστιανός και ένας αφιερωμένος υπηρέτης της κυβέρνησης. Δεν
θέλω να συμφωνώ με αυτές τις άνευ αισθήσεως και νοήματος έννοιες περί
μη-αντιστάσεως. Δεν δύναμαι να αποκηρύξω την συγγραφική μου αυθεντία
και εξουσία και να αφήσω μόνον
ανήθικους ανθρώπους στον έλεγχο της διακυβέρνησης. Το Σύνταγμα λέει η
κυβέρνηση έχει το δικαίωμα να προκηρύξει πόλεμο, κι εγώ συγκατατίθεμαι
σ’ αυτό και την στηρίζω, και
ορκίζομαι να το υποστηρίξω. Και δεν παύω, για τον ανώτερο λόγο, να
είμαι ένας Χριστιανός. Και ο πόλεμος είναι κι αυτός ένα Χριστιανικό
καθήκον. Δεν είναι Χριστιανικό καθήκον να φονεύει κανείς εκατοντάδες χιλιάδων συνανθρώπων του, να βιάζει γυναίκες, να ερειπώνει και να καίει πόλεις και να ασκείται πρακτικά σε κάθε πιθανή βιαιότητα; Είναι η ώρα να
τελειώνουμε με όλες αυτές τις ψευδείς συναισθηματικότητες. Είναι το
πλέον ειλικρινές μέσο συγχώρεσης των πληγμάτων και αγάπης των εχθρών. Αν
απλώς και μόνο το κάνουμε με το πνεύμα της αγάπης, τίποτε –σε σύγκριση με αυτής της μορφής τους φόνους– δεν μπορεί να είναι περισσότερο Χριστιανικό». Σε ένα άλλο φυλλάδιο το οποίο τιτλοφορείται «Πόσοι άνθρωποι απαιτούνται για να αλλάξουν έναν φόνο σε αρετή;», λέει: «Ένας άνθρωπος
δεν επιτρέπεται να κάνει φόνο. Εάν σκοτώσει ένα πλάσμα, συνάνθρωπό
του, είναι δολοφόνος. Εάν κάνουν το ίδιο δύο, δέκα, εκατό άνθρωποι,
είναι κι αυτοί δολοφόνοι. Όμως, μια κυβέρνηση ή ένα έθνος επιτρέπεται
να σκοτώνει όσους ανθρώπους επιθυμεί και
αυτό δεν θα είναι φόνος αλλά μια υψηλή, σπουδαία και ευγενής πράξη.
Απλώς και μόνο συγκεντρώστε τον λαό μαζί σε μιαν υψηλού επιπέδου κλίμακα
και τότε μια μάχη 10000 χιλιάδων ανθρώπων μετατρέπεται σε μιαν πράξη
αθώα. Ακριβώς πόσοι άνθρωποι του λαού, όμως, πρέπει να υπάρχουν ώστε να
το κάνουν; –ιδού η απορία. Ένας άνθρωπος δεν επιτρέπεται, δεν μπορεί,
να κλέβει, να αρπάζει, να βιάζει αλλά ένα ολόκληρο έθνος μπορεί και
επιτρέπεται. Ακριβώς πόσοι, όμως, απαιτούνται ώστε να το επιτρέψουν να επιτραπεί; Γιατί, άραγε, να μην μπορεί ένας άνθρωπος, δέκα, εκατό, να σπάσει τους νόμους του Θεού αλλά μεγάλος αριθμός αυτών το μπορεί;». Ιδού μια εκδοχή της κατήχησης του Ballou που έχει γίνει αντικείμενο σύνθεσης για χάρη αυτής της αγέλης προς το ποίμνιο:
ΚΑΤΗΧΗΣΗ ΣΤΗΝ ΜΗ-ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
Ε. Από πού προκύπτει η καταγωγή της λέξης «μη-αντίσταση»;
Α. Από την εντολή «ΕΓΩ ΔΕ ΛΕΓΩ ΥΜΙΝ ΜΗ ΑΝΤΙΣΤΗΝΑΙ ΤΩ ΠΟΝΗΡΩ» (Κατά Μ. v. 39) Ε. Τι εκφράζει η λέξη αυτή;
Α. Εκφράζει μιαν υψηλή Χριστιανική αρετή παρηγγελμένη ως διαταγή σε εμάς από τον Χριστό. Ε. Θα όφειλε η λέξη «μη-αντίσταση» να εκληφθεί υπό την ευρεία της έννοια –δηλαδή, λες και σκοπεύει να μην δείξουμε καμίαν αντίσταση οποιασδήποτε μορφής στο πονηρό και το κακό;
Α.
Όχι∙ θα όφειλε να εκληφθεί με την ακριβή έννοια της διδασκαλίας του
Σωτήρα μας –δηλαδή, να μην ξεπληρώνουμε το κακό μέσω και για χάρη του
κακού. Έχουμε χρέος να αντιστεκόμαστε στο κακό με κάθε νόμιμο, δίκαιο
και ορθό μέσο που έχουμε στην δύναμή μας, αλλά όχι μέσω του κακού.
Ε. Τί είναι αυτό που υπάρχει εκεί ως ένδειξη ότι ο Χριστός διέταξε υπό την έννοιαν αυτή την μη-αντίσταση;
Α. Δείχνεται από τις λέξεις τις οποίες πρόφερε συγχρόνως, Είπε: «ΗΚΟΥΣΑΤΕ, ΟΤΙ ΕΡΡΕΘΗ ΕΚ ΠΑΛΑΙΟΘΕΝ, ΟΦΘΑΛΜΟΝ ΑΝΤΙ ΟΦΘΑΛΜΟΥ ΚΑΙ ΟΔΟΝΤΑ ΑΝΤΙ ΟΔΟΝΤΟΣ. ΕΓΩ ΔΕ ΛΕΓΩ ΥΜΙΝ ΜΗ ΑΝΤΙΣΤΗΝΑΙ ΤΩ ΠΟΝΗΡΩ∙ ΑΛΛ’ ΟΣΤΙΣ ΣΕ ΡΑΠΙΣΕΙ ΕΠΙ
ΤΗΝ ΔΕΞΙΑΝ ΣΙΑΓΟΝΑ, ΣΤΡΕΨΟΝ ΑΥΤΩ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΛΛΗΝ∙ ΚΑΙ ΤΩ ΘΕΛΟΝΤΙ ΣΟΙ
ΚΡΙΘΗΝΑΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΧΙΤΩΝΑ ΣΟΥ ΛΑΒΕΙΝ, ΑΦΕΣ ΑΥΤΩ ΚΑΙ ΤΟ ΙΜΑΤΙΟΝ».
Ε. Περί τίνος μιλούσε με τις λέξεις «ΗΚΟΥΣΑΤΕ ΟΤΙ ΕΡΡΕΘΗ ΕΚ ΠΑΛΑΙΟΘΕΝ»;
Α. Περί των πατριαρχών και των προφητών, περιεχομένων στην Παλαιά Διαθήκη, την οποίαν οι Εβραίοι –κατά το σύνηθες– καλούν Νόμο και Προφήτες.
Ε. Σε ποια προφορικά ρητά αναφερόταν και είχε σημειώσει ο Χριστός με τις λέξεις «ΕΡΡΕΘΗ ΕΚ ΠΑΛΑΙΟΘΕΝ»;
Α.
Τα ρητά ή λόγια είναι του Νώε, του Μωϋσή και των άλλων προφητών. Με
τις ρητές αυτές διατάξεις αναγνωρίζουν το δικαίωμα να κάνουν κακό και
να πλήττουν σωματικά εκείνους που επιβάλλουν πλήγματα και ζημίες ώστε να τιμωρούν και να αποτρέπουν άσχημες πράξεις. Ε. Προχώρει στην προφορά αυτών των λογίων.
Α. «ΟΠΟΙΑΝΟΥ ΧΥΣΕΙ ΑΙΜΑ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, ΑΠΟ ΑΝΘΡΩΠΟ ΘΑ ΧΥΘΕΙ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΑΙΜΑ» - ΓΕΝΕΣΙΣ, ix. 6. «ΟΠΟΙΟΣ ΡΑΠΙΣΕΙ ΕΝΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟ, ΜΕ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΡΟΠΟ ΘΑ ΠΕΘΑΝΕΙ, ΣΙΓΟΥΡΑ ΘΑ ΘΑΝΑΤΩΘΕΙ… ΚΑΙ ΑΝ ΕΙΣΕΛΘΕΙ ΚΑΠΟΙΟ ΖΙΖΑΝΙΟ, ΤΟΤΕ ΘΑ ΔΩΣΕΙΣ ΖΩΗ ΑΝΤΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ, ΟΦΘΑΛΜΟΝ ΑΝΤΙ ΟΦΘΑΛΜΟΥ, ΧΕΙΡΑ ΑΝΤΙ ΧΕΙΡΟΣ, ΠΟΥ ΑΝΤΙ ΠΟΔΟΣ, ΠΥΡ ΑΝΤΙ ΠΥΡΟΣ, ΜΑΣΤΙΓΑ ΑΝΤΙ ΜΑΣΤΙΓΟΣ, ΧΑΡΑΞΗ ΑΝΤΙ ΧΑΡΑΓΜΑΤΟΣ» - ΕΞΟΔΟΣ, xxi.
12 και 23-25. «ΟΠΟΙΟΣ ΣΚΟΤΩΣΕ ΟΠΟΙΟΝΔΗΠΟΤΕ ΑΝΘΡΩΠΟ, ΣΙΓΟΥΡΑ ΘΑ
ΘΑΝΑΤΩΘΕΙ. ΚΑΙ ΕΑΝ ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕΙ ΕΝΑ ΣΤΙΓΜΑ ΣΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ ΤΟΥ,
ΜΕ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΡΟΠΟ ΠΟΥ ΤΟ ΕΠΡΑΞΕ ΑΥΤΟΣ, ΤΟ ΙΔΙΟ ΘΑ ΠΡΟΚΛΗΘΕΙ ΣΕ ΑΥΤΟΝ:
ΣΠΑΣΙΜΟ ΑΝΤΙ ΣΠΑΣΙΜΑΤΟΣ, ΟΦΘΑΛΜΟΣ ΑΝΤΙ ΟΦΘΑΛΜΟΥ, ΟΔΟΥΣ ΑΝΤΙ ΟΔΟΝΤΟΣ» -
ΛΕΥΪΤΙΚΟΝ, xxiv.
17, 19, 20. «ΤΟΤΕ ΟΙ ΚΡΙΤΕΣ ΘΑ ΠΡΟΒΟΥΝ ΣΕ ΠΡΟΣΕΚΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ: ΚΑΙ
ΙΔΟΥ, ΕΑΝ Ο ΜΑΡΤΥΣ ΕΙΝΑΙ ΦΑΥΛΟΣ ΜΑΡΤΥΣ, ΚΑΙ ΕΙΧΕ ΚΑΤΑΘΕΣΕΙ ΨΕΥΔΩΣ
ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ ΑΔΕΛΦΟ ΤΟΥ, ΤΟΤΕ ΘΑ ΤΟΥ ΚΑΝΕΙΣ Ο,ΤΙ ΕΙΧΕ ΣΚΕΦΘΕΙ ΝΑ ΠΡΑΞΕΙ
ΣΤΟΝ ΑΔΕΛΦΟ ΤΟΥ… ΚΑΙ Ο ΟΦΘΑΛΜΟΣ ΔΕΝ ΘΑ ΕΧΕΙ ΚΡΙΜΑ∙ ΑΛΛΑ Η ΖΩΗ ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΤΕΙ ΣΥΝΟΔΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ, ΟΦΘΑΛΜΟΣ ΣΥΝΟΔΕΙΑ ΟΦΘΑΛΜΟΥ, ΟΔΟΥΣ ΣΥΝΟΔΕΙΑ ΟΔΟΝΤΟΣ, ΧΕΙΡ ΣΥΝΟΔΕΙΑ ΧΕΙΡΟΣ, ΠΟΥΣ ΣΥΝΟΔΕΙΑ ΠΟΔΟΣ» - ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟ xix. 18, 21. Ο Νώε, ο Μωϋσής και οι Προφήτες δίδαξαν ότι αυτός που σκοτώνει, ακρωτηριάζει ή πλήττει τους πλησίον του πράττει κακό. Προκειμένου να αντισταθεί σε αυτό το κακό και να το αποτρέψει προληπτικά, ο κακός πρέπει να τιμωρηθεί με θάνατο ή ακρωτηριασμό ή
ορισμένο φυσικό πλήγμα. Το σφάλμα πρέπει να αντιμετωπιστεί με σφάλμα, ο
φόνος με φόνο, το πλήγμα με πλήγμα, το κακό με κακό. Αυτά δίδαξαν ο
Νώε, ο Μωϋσής και οι Προφήτες. Όμως, ο Χριστός τα απορρίπτει όλα αυτά.
«ΕΓΩ ΔΕ ΛΕΓΩ ΥΜΙΝ», είναι γραμμένο στο Ευαγγέλιο «ΜΗ ΑΝΤΙΣΤΗΝΑΙ ΤΩ ΠΟΝΗΡΩ», μην εκδικείστε το πλήγμα με πλήγμα αλλά είναι καλύτερα να υπομένετε τα συνεχόμενα και επαναλαμβανόμενα πλήγματα από
τον φαύλο. Ό,τι επιτρεπόταν απαγορεύεται. Όταν καταλάβουμε ποιαν μορφή
αντίστασης δίδασκαν, τότε θα ξέρουμε ακριβώς ποιαν μορφή αντίστασης
απαγόρευσε ο Χριστός.
Ε. Μα, τότε, επιτρεπόταν υπό των αρχαίων η αντίσταση στο πλήγμα μέσω των πληγμάτων;
Α. Ναι. Όμως, ο Ιησούς την απαγορεύει. Ο Χριστιανός δεν έχει σε καμίαν περίπτωση το δικαίωμα να θανατώνει τον πλησίον του που του έπραξε κακό ή να του προκαλέσει στίγματα σε ανταπόδοση.
Ε. Επιτρέπεται να τον σκοτώσει ή να τον ακρωτηριάσει για λόγους αυτοάμυνας;
Α. Όχι.
Ε. Επιτρέπεται να απευθυνθεί προς τον δικαστή ώστε να κρίνει ότι αυτός που τον αδίκησε πρέπει να τιμωρηθεί;
Α. Όχι. Ό,τι κάνει μέσω των άλλων, αυτός ο ίδιος είναι στην πραγματικότητα που το κάνει. Ε. Επιτρέπεται να πολεμήσει σε σύγκρουση με ξένους εχθρούς ή υπονομευτές της ειρήνης;
Α. Σίγουρα όχι. Δεν επιτρέπεται να συμμετάσχει καθόλου σε πόλεμο ή προπαρασκευή για
πόλεμο. Δεν μπορεί να κάνει χρήση ενός όπλου θανατηφόρου. Δεν μπορεί
να κάνει πλήγματα αντίστασης στα πλήγματα, είτε είναι μόνος είτε με
άλλους ούτε κατά πρόσωπον ή μέσω άλλων.
Ε. Μπορεί εκουσίως και εθελοντικά να ψηφίσει ή να προμηθεύει στρατιώτες στην κυβέρνηση;
Α. Δεν μπορεί να κάνει τίποτε αυτής της μορφής αν επιθυμεί να είναι πιστός στον νόμο του Χριστού.
Ε. Μπορεί εκουσίως και εθελοντικά να δίνει χρήματα για να βοηθήσει μιαν κυβέρνηση που βασίζεται σε στρατιωτική δύναμη, τιμωρία του θανάτου και βία εν γένει;
Α. Όχι, εκτός εάν τα χρήματα προορίζονται για χάρη ορισμένου ειδικού αντικειμένου, αφ’ εαυτού δίκαιου και ορθού, καλού συγχρόνως ως προς τους σκοπούς και τα μέσα.
Ε. Επιτρέπεται να πληρώνει φόρους σε μιαν κυβέρνηση αυτής της μορφής;
Α. Όχι∙ θα όφειλε εκουσίως και εθελοντικά να μην πληρώνει φόρους αλλά δεν θα όφειλε να αντιστέκεται στην συλλογή των φόρων. Ένας φόρος εισπράττεται από την κυβέρνηση και είναι απαιτητέος ανεξαρτήτως από το θέλημα του υπηκόου/υποκειμένου. Είναι απίθανη, αδύνατη η αντίσταση δίχως να βρει κανείς καταφυγή σε μιαν ορισμένη μορφή βίας. Εφόσον ο Χριστιανός δεν μπορεί να προσλάβει την βία στην υπηρεσία του για να την χρησιμοποιήσει, είναι υποχρεωμένος να προσφέρει την περιουσία του αμέσως ακόμα και αν αυτή χαθεί λόγω της βίας που της επιβάλλουν οι αρχές.
Ε. Μπορεί ένας Χριστιανός να ψηφίζει σε εκλογές ή να συμμετέχει σε κυβερνητικές ή νομικές επιχειρήσεις;
Α. Όχι∙ συμμετοχή σε εκλογές, κυβέρνηση, νομική επιχείρηση αποτελεί συμμετοχή με την βία, εξ ανάγκης, στην κυβέρνηση.
Ε. Πού έγκειται η πρωταρχική σημασία του δόγματος της μη-αντιστάσεως;
Α.
Στο γεγονός ότι αυτή μόνη επιτρέπει την πιθανότητα να ξεριζωθεί το
κακό από την καρδιά κάποιου –αλλά και του πλησίον του. Το δόγμα αυτό
απαγορεύει να κάνει κάποιος αυτό δια
του οποίου το κακό έχει διαρκέσει εδώ και αιώνες και έχει
πολλαπλασιαστεί στον κόσμο. Όποιος επιτίθεται σε κάποιον και τον
πλήττει, ανάβει στον άλλον ένα αίσθημα μίσους, την ρίζα κάθε κακού. Εάν
κανείς πλήττει κάποιον επειδή μας έχει πλήξει, ακόμα και με τον σκοπό να υπερβεί το κακό, σημαίνει διπλασιασμό της ζημίας για τον ίδιο και για τον εαυτό του∙ σημαίνει να γεννά ή τουλάχιστον να απελευθερώνει και να εξεγείρει αυτό το πονηρό πνεύμα το
οποίο θα έπρεπε να επιθυμούμε να βγάλουμε έξω. Ο Σατανάς δεν μπορεί
ποτέ να εκδιωχθεί έξω από τον Σατανά. Το σφάλμα δεν μπορεί ποτέ να
διορθωθεί από το ψεύδος και το κακό δεν μπορεί να νικηθεί και να υποταχθεί από το κακό. Η αληθινή μη-αντίσταση είναι η μοναδική πραγματική αντίσταση στο κακό. Ισοδυναμεί με το να συντριβεί η κεφαλή του φιδιού. Καταστρέφει και στο τέλος εξολοθρεύει από την ρίζα το συναίσθημα του κακού.
Ε. Αν αυτή είναι, όμως, η αληθινή σημασία του κανόνα της μη-αντιστάσεως, μπορεί πάντοτε να τεθεί σε πρακτική εφαρμογή;
Α. Μπορεί να τεθεί σε πρακτική όπως κάθε άλλη αρετή που παραγγέλλεται και διατάσσεται από
τον νόμο του Θεού. Μια αρετή δεν μπορεί να ασκείται πρακτικά σε όλες
τις περιρρέουσες συνθήκες δίχως αυτοθυσία, στέρηση, πόνο και –σε
περιπτώσεις των άκρων– απώλειας της ίδιας της ζωής. Αυτός, όμως, που εκτιμά την ζωή περισσότερο σε σχέση με την πλήρωση της βουλής του Θεού είναι ήδη νεκρός για την μοναδική αληθινή ζωή. Επιχειρώντας να σώσει την ζωή του, την χάνει αυτή. Επιπλέον, γενικότερα μιλώντας, όπου η μη-αντίσταση κοστίζει την
θυσία μιας ολόκληρης ζωής ή ορισμένης υλικής ευημερίας, η αντίσταση
κοστίζει χίλιες θυσίες αυτής της μορφής. Η μη-αντίσταση είναι Σωτηρία∙ η
αντίσταση σημαίνει καταστροφή, ερείπια. Είναι ασύγκριτα λιγότερο
επικίνδυνο να πράττει κανείς δίκαια παρά άδικα, να υποτάσσεται σε πλήγματα και μάστιγες παρά να τους αντιστέκεται με την βία, λιγότερο επικίνδυνο ακόμη και στις σχέσεις κάποιου με την παρούσα ζωή. Εάν όλοι οι άνθρωποι αρνούνταν να αντισταθούν στο κακό μέσω του κακού, ο κόσμος μας θα ήταν ευτυχισμένος.
Ε. Εφόσον, όμως, ελάχιστοι πράττουν κατά τον τρόπο αυτό, τί μέλλει να τους συμβεί;
Α.
Εάν ένας και μόνον άνθρωπος έπραττε κατά τον τρόπο αυτό και όλοι οι
άλλοι συμφωνούσαν να τον σταυρώσουν, δεν θα ήταν πιο ευγενές για αυτόν
να πεθάνει με την δόξα ότι έδειξε μη-αντίσταση στην αγάπη, στην προσευχή για χάρη των εχθρών του, παρά να ζήσει για να φορέσει το στέμμα του Καίσαρα αιματοβαμμένο με το αίμα της σφαγής; Ωστόσο, η απόφαση ενός ή χιλίων ανθρώπων ακλόνητων στο να μην αντισταθούν στο κακό μέσω του κακού τους κάνει πολύ περισσότερο ελεύθερους από τον κίνδυνο να υποστούν βία σε σύγκριση με εκείνους που βρίσκουν καταφυγή στην βία, είτε εν μέσω πολιτισμένων είτε
εν μέσω βαρβάρων γειτόνων πλησίον των χωρών τους. Ο ληστής, ο φονιάς
και ο απατεώνας θα τους αφήσουν στην ησυχία τους πολύ πιο γρήγορα από
αυτούς που τους αντιτίθενται με τα όπλα ενώ αυτοί που αναλαμβάνουν το ξίφος θα χαθούν από το ξίφος και αυτοί που αναζητούν την ειρήνη και συμπεριφέρονται ευγενώς και άκακα λησμονώντας και ξεχνώντας τα πλήγματα και τις πλήξεις είναι αυτοί που, ως επί το πλείστον, χαίρονται τους καιρούς ειρήνης ή, αν πεθάνουν, πεθαίνουν ευλογημένοι. Κατά τον τρόπο αυτό, εάν
όλοι τηρούσαν την εντολή της μη-αντιστάσεως, είναι προφανές ότι δεν θα
υπήρχε ούτε κακό ούτε έγκλημα. Εάν το έπραττε αυτό η πλειοψηφία, θα
εγκαθίδρυε και θα στερέωνε τον κανόνα της αγάπης και του καλού ακόμα και
επί των φαύλων δίχως ποτέ να αντιστέκεται στο κακό μέσω του κακού και
δίχως ποτέ να καταφεύγει στην βία. Εάν υπήρχε μια μετριοπαθώς ευρεία
πλειοψηφία ανθρώπων με την μορφή αυτή, θα εξασκούσε μιαν τόσο
αξιοσημείωτα υγιή και
επωφελή ηθική επιρροή στην κοινωνία ώστε θα καταργείτο κάθε βάναυση
τιμωρία και ποινή και η βία και οι φεουδαλικές έχθρες θα αντικαθίσταντο
από την ειρήνη και την αγάπη. Ακόμα και μια μικρή κι αν υπήρχε έστω εξ αυτών, σπανίως θα αποκτούσαν εμπειρία για
ο,τιδήποτε χειρότερο παρά μόνο το μίσος του κόσμου και στο εντωμεταξύ
θα είχαν μπροστά τους όλον τον κόσμο ο οποίος –αν και ασυνείδητος περί
αυτού και αχάριστος– θα γινόταν διαρκώς σοφότερος και καλύτερος, χάρη
στην αφανή τους δράση επάνω του. Και στην χειρότερη ακόμα περίπτωση που διώκονταν ορισμένα μέλη της μειοψηφίας έως
το σημείο να σκοτωθούν, μέσα σε αυτόν τον θάνατο για χάρη της αλήθειας
θα είχαν αφήσει πίσω τους την διδασκαλία τους, καθαγιασμένη από το
αίμα του μαρτυρίου τους. Ειρήνη υμίν, άρα, προς όλους όσους ζητείτε την
ειρήνη και μακάρι η παντοκρατόρισσα αγάπη να είναι η αδιάφθορη κληρονομιά κάθε ψυχής που εκουσίως υπακούει στον λόγο του Χριστού «ΜΗ ΑΝΤΙΣΤΗΝΑΙ ΤΩ ΠΟΝΗΡΩ».
ADIN BALLOU.
Επί 50 χρόνια ο Ballou έγραφε και δημοσίευε βιβλία που καταπιάνονταν πρωταρχικά με το ερώτημα της μη-αντιστάσεως στο κακό μέσω της βίας. Σε αυτά τα έργα, τα οποία διακρίνονται από την καθαρότητα της σκέψης τους και την ευγλωττία της έκθεσης, το ζητούμενο κοιτάζεται από κάθε πιθανή όψη, και
η δεσμευτική φύση αυτής της εντολής προς κάθε Χριστιανό που
αναγνωρίζει την Βίβλο/το Βιβλίο ως της αποκαλύψεως του Θεού στερεώνεται
ακλόνητα. Εμφανίζονται όλες ευκρινώς οι συνήθεις αντιρρήσεις στο δόγμα της
μη-αντιστάσεως που πηγάζουν από τις Διαθήκες (Παλαιά και την Καινή),
όπως π.χ. η αποβολή από τον Ναό των εμπόρων που χρεώνουν για χάρη των χρημάτων κ.τ.λ. ενώ ακολουθεί επιχειρηματολογία για να αποδειχθούν όλες
άκυρες. Η πρακτική λογική δικαιολόγηση αυτού του κανόνα διευθύνσεως,
επικοινωνίας και συμπεριφοράς δείχνεται ανεξαρτήτως της Γραφής ενώ όλες οι αντιρρήσεις που γίνονται κανονικά και συνήθως ενάντια στην πρακτική της εφαρμογή εκτίθενται και απορρίπτονται.
Επομένως, ένα εκ των κεφαλαίων σε ένα του βιβλίο διαπραγματεύεται την μη-αντίσταση σε εξαίρετες περιπτώσεις και ομολογεί και αναγνωρίζει, ως προς αυτήν την διασύνδεση, πως εάν υπήρχαν περιπτώσεις στις οποίες ήταν απίθανη η εφαρμογή της αρχής της μη-αντιστάσεως, αυτό θα αποδείκνυε ότι ο νόμος δεν ήταν οικουμενικά παντοκράτωρ. Παραθέτει τα λόγια αυτών των περιπτώσεων και δείχνει ότι σε αυτές ακριβέστατα είναι που η εφαρμογή της αρχής είναι συγχρόνως αναγκαία και λογική. Δεν υπάρχει ούτε μια άποψη του
ερωτήματος (είτε από την δική του πλευρά είτε από το πλευρό των εχθρών
του) που δεν την έχει ακολουθήσει εξαντλητικά στα γραπτά του.
Τα αναφέρω όλα αυτά για να δείξω το ενδιαφέρον –το αλάθητο– που θα έπρεπε να έχουν τα έργα της μορφής αυτής για ανθρώπους που διακηρύττουν είτε προφητικά είτε επαγγελματικά την Χριστιανοσύνη και επειδή θα νόμιζε κανείς ότι το έργο του Ballou θα ήταν αρκετά γνωστό και οι ιδέες που εκφράζονται από αυτόν θα είχαν γίνει αντικείμενο είτε αποδοχής είτε άρνησης∙ η υπόθεση που έχουμε ενώπιόν μας δεν ανήκει σε αυτές τις κατηγορίες.
Το έργο του Garrison, ο οποίος είναι ο πατήρ, μέσω της ίδρυσης της Κοινωνίας των Μη-Αντιστεκομένων και μέσω της Διακήρυξής του ακόμα περισσότερο σε
σύγκριση με την επικοινωνία μου με τους Κουακέρους είναι αυτό που με
έπεισε περί του γεγονότος ότι η απομάκρυνση της κυρίαρχης μορφής
Χριστιανισμού από τον νόμο του Χριστού για την μη-αντίσταση με την βία είναι ένα σφάλμα το οποίο έχει παρατηρηθεί και υποδειχθεί εδώ και μακρόν καιρό και το οποίο οι άνθρωποι έχουν εργαστεί και εξακολουθούν να εργάζονται να το διορθώσουν. Το έργο του Ballou ενίσχυσε έτι περαιτέρω αυτήν την άποψή μου. Το μέλλον, όμως, του Garrison ο οποίος είναι εντελώς μη αναγνωρισμένος, ακόμα περισσότερο σε σχέση με το μέλλον του Ballou,
παρά τα 50 χρόνια πεισματικής, ξεροκέφαλης και επίμονης εργασίας προς
την ίδια κατεύθυνση με στήριξε –και με επιβεβαίωσε–στην ιδέα ότι
υπάρχει μια μορφή υπονοούμενης, υποβολιμαίας, υποφώσκουσας αλλά
ακλόνητης συνωμοσίας σιωπής για όλες αυτές τις προσπάθειες.
Ο Ballou πέθανε
στα 1890 τον Αύγουστο και υπήρχε ως νεκρολογία μια σημείωση για αυτόν
σε μιαν Αμερικανική εφημερίδα Χριστιανικών απόψεων και γραμμής
(ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟ-ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ, 23 Αυγούστου).
Σε αυτήν την εγκωμιαστική σημείωση καταγράφεται ότι ο Ballou ήταν ο
πνευματικός διευθυντής ενός βρεφοκομείου, ότι ξεγεννούσε από 8 έως
9000 κηρύγματα, πάντρεψε/παντρεύτηκε 1000 ζευγάρια και έγραψε περίπου
500 άρθρα∙ δεν υπάρχει, όμως, ούτε 1 λέξη που να έχει ειπωθεί για το
αντικείμενο στο οποίο αφιέρωσε την ζωή του∙ ακόμα και η λέξη
«μη-αντίσταση» δεν αναφέρεται καν. Ακριβώς όπως συνέβαινε με όλα τα
κηρύγματα των Κουακέρων επί 2000 χρόνια και, ομοίως, με τις προσπάθειες
του Garrison του πατρός, την ίδρυση της κοινωνίας και της εφημερίδας καθώς και την Διακήρυξή του, το ίδιο συμβαίνει και με την ζωή: το έργο του Ballou.
Φαίνεται ακριβώς λες και δεν υπήρξε και ποτέ δεν είχε υπάρξει.
Έχουμε
ένα εκθαμβωτικά καταπληκτικό παράδειγμα για το σκότος με το οποίο
τυλίγονται εργασίες οι οποίες σκοπεύουν να εξαπλώσουν το δόγμα της μη-αντιστάσεως στο κακό με την βία και πτώσης από τα βάθρα εκείνων που δεν αναγνωρίζουν και δεν δέχονται αυτήν την εντολή στο βιβλίο του Τsech Helchitsky, το οποίο μόνο προσφάτως σημειώθηκε –και ως εδώ τώρα δεν έχει τυπωθεί.
Μόλις
μετά από την εμφάνιση του βιβλίου μου στην Γερμανική γλώσσα, δέχθηκα
ένα γράμμα από την Πράγα, από έναν καθηγητή του Πανεπιστημίου εκεί, για να με πληροφορήσει περί της ύπαρξης μιας εργασίας που ποτέ ως τώρα δεν είχε τυπωθεί, από τον Helchitsky, έναν Τσέχο του 15ου αιώνος, υπό τον τίτλο «ΤΟ ΔΙΚΤΥΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ». Σε αυτό το έργο, ο καθηγητής μου είπε, ο Helchitsky εξέφραζε
επακριβώς την ίδια γνώμη ως προς τον αληθή και τον ψεύτικο
Χριστιανισμό που είχα εγώ εκφράσει στο βιβλίο μου «ΤΟ ΠΙΣΤΕΥΩ ΜΟΥ».
Ο καθηγητής μου έγραψε ότι το έργο του Helchitsky επρόκειτο να δημοσιευθεί για
πρώτη φορά στην γλώσσα της Τσεχίας στην ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΣΙΩΠΗΣ
ΤΗΣ ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΕΩΣ. Αφού δεν μπορούσα να αποκτήσω το βιβλίο ο ίδιος, προσπάθησα να έλθω σε γνωριμία και εξοικείωση με ό,τι ήταν γνωστό περί του Helchitsky
και κέρδισα την πληροφόρηση που ακολουθεί από ένα βιβλίο στην
Γερμανική το οποίο με έστειλε ο καθηγητής της Πράγας και από την
ιστορία του Pypin περί της λογοτεχνίας της Τσεχίας.
Αυτή είναι η αναφορά του Pypin:
«Το Δίκτυο της Πίστεως είναι η διδασκαλία του Χριστού που όφειλε να έλξει τον άνθρωπο από τα σκοτεινά βάθη της θάλασσας της κοσμικότητας και
την ανομία του, τα προσωπικά του ανοσιουργήματα. Η αληθινή πίστη
συνίσταται στην πίστη προς τον Λόγο του Θεού∙ αλλά έχει έρθει τώρα μια
ώρα που οι άνθρωποι εκλαμβάνουν λανθασμένα την αληθινή πίστη για αίρεση: και, άρα, είναι για τον σκοπό να υποδειχθεί πού βρίσκεται η αληθινή πίστη αν
κανείς δεν το γνωρίζει αυτό. Είναι κρυμμένο στο σκότος από τους
ανθρώπους και αυτοί δεν αναγνωρίζουν τον αληθινό νόμο του Χριστού. Για
να κάνει αυτόν τον νόμο ευδιάκριτο και σαφή, ο Helchitsky
δείχνει προς την πρωτόγονη οργάνωση της Χριστιανικής κοινωνίας –την
οργάνωση η οποία, ο ίδιος λέει, θεωρείται τώρα στην Ρωμαϊκή Εκκλησία ως
μια βδελυρή και αποτρόπαια αίρεση. Αυτή η Πρώτη Εκκλησία υπήρξε
εξειδικευμένα το ιδεώδες της κοινωνικής οργάνωσης, ιδρυθέν επί της
βάσεως της ισότητος, της ελευθερίας και της αδελφότητος. Η Χριστιανοσύνη, σύμφωνα με την άποψη του Helchitsky, εξακολουθεί να διατηρεί αυτά τα στοιχεία και είναι απλώς ανάγκη να στραφεί η κοινωνία και να επιστρέψει στο αγνό, καθαρό και ανόθευτο δόγμα της ώστε να καταστήσει αχρείαστη κάθε άλλην μορφή κοινωνικής τάξεως στην
οποία απαιτούνται βασιλείς και πάπες∙ οπωσδήποτε και σε κάθε
εξεταζόμενη περίπτωση, ο νόμος της αγάπης θα αρκούσε αφ’ εαυτού.
Ιστορικά, ο Helchitsky αποδίδει τον εκφυλισμό του Χριστιανισμού στους
καιρούς του Μεγάλου Κωνσταντίνου, τον οποίο ο Πάπας Συλβέστρος δέχθηκε
στην Χριστιανική Εκκλησία με όλα τα πολυθεϊστικά, άθεα και
ειδωλολατρικά ήθη και στυλ ζωής. Ο Κωνσταντίνος, με την σειρά του, προίκισε τον Πάπα με κοσμικά πλούτη και ισχύ. Από την ώρα εκείνη και μετά προς τα εμπρός αυτές οι 2 κυρίαρχες δυνάμεις βοηθούσαν διαρκώς η μια την άλλη με σκοπό να μην επιδιώκουν τίποτε άλλο πλην της εξώτερης δόξας. Οι θεϊκές και εκκλησιαστικές ιεραρχίες άρχισαν να καταπιάνονται κατ’ αποκλειστικότητα και μόνο με την καθυπόταξη ολόκληρου του κόσμου υπό την εξουσία τους, παρακίνησαν τους ανθρώπους να στραφούν μέσω του φόνου και των γυμνών λαφύρων ο ένας ενάντια στον άλλον και υποβίβασαν την Χριστιανοσύνη σε στείρωση και σε μηδενισμό –σε πιστεύω και στην ζωή. Ο Helchitsky αρνείται ολοκληρωτικά το δικαίωμα να κάνει κανείς πόλεμο και
να επιβάλη την τιμωρία του θανάτου∙ κάθε στρατιώτης, ακόμα και ο
λεγόμενος ιππότης, είναι απλώς και μόνον ένας βίαιος και κακός άνθρωπος,
ένας φονιάς». Η
ίδια έκθεση δίδεται από το Γερμανικό βιβλίο, με την πρόσθεση λίγων
βιογραφικών λεπτομερειών και ορισμένων αποσπασμάτων από τα γραπτά του Helchitsky.
Δεδομένης της μάθησης που απέκτησα από τον σχεδιασμό της διδασκαλίας του Helchitsky κατά την οδόν αυτή, ανέμενα με ολοένα και περισσότερη ανυπομονησία την εμφάνιση του «ΔΙΚΤΥΟΥ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ» στην εφημερίδα της Ακαδημίας.
Πέρασε, όμως, ένας χρόνος, κατόπιν δύο και τρία, και εξακολουθούσε το βιβλίο να μην κάνει την εμφάνισή του. Ήταν μόνο στα 1888 που έμαθα ότι η εκτύπωση του βιβλίου –η οποία είχε αρχίσει– σταμάτησε.
Πήρα
τα χειρόγραφα/αποδείξεις για ό,τι είχε τυπωθεί και τα διάβασα ως το
τέλος. Είναι ένα θαυμαστό βιβλίο, από κάθε οπτική κι αν το δει κανείς.
Η γενική πορεία του νοήματός του δίδεται με τέλεια ακρίβεια από τον Pypin. Η θεμελιώδης ιδέα του Helchitsky είναι ότι η Χριστιανοσύνη, δια μέσου της ευθυγράμμισής της με την εγκόσμια, χρονική και πρόσκαιρη εξουσία στις ημέρες του Κωνσταντίνου και δια μέσου της συνέχισης ανάπτυξής της υπό αυτές τις συνθήκες, έχει ολοκληρωτικά διαστρεβλωθεί και έχει σταματήσει συλλήβδην να είναι Χριστιανική.
Ο Helchitsky έδωσε τον τίτλο «ΤΟ ΔΙΚΤΥΟ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ» στο βιβλίο του, παίρνοντας ως μότο τον στίχο του Ευαγγελίου περί της κλήσης των μαθητών ώστε να είναι αλιείς ανθρώπων∙ και, αναπτύσσοντας αυτήν την μεταφορά, ούτος φησί: «Ο
Χριστός, δια μέσου των μαθητών του, θα είχε πιάσει και θα είχε
συλλάβει ολόκληρον τον κόσμο στο δίκτυο της πίστεώς του αλλά τα
μεγαλύτερα ψάρια έσπασαν τα δίχτυα και απέδρασαν εξ αυτών ενώ όλα τα
υπόλοιπα έχουν διαφύγει από τις τρύπες που έκαναν τα μεγαλύτερα ψάρια
ώστε το δίκτυο έχει μείνει σχεδόν
άδειο. Τα μεγαλύτερα ψάρια που έσπασαν τα δίχτυα είναι οι κυβερνώντες,
οι αυτοκράτορες, οι πάπες, οι βασιλιάδες που δεν έχουν αποκηρύξει την
ισχύ και –αντί για τον αληθή Χριστιανισμό– έχουν φορέσει ό,τι είναι απλώς και μόνο μια μάσκα αυτού».
Ο Helchitsky διδάσκει επακριβώς ό,τι έχει διδαχθεί και ό,τι διδάσκεται επί
των ημερών αυτών από τους μη-αντιστεκόμενους Μεννονίτες και Κουακέρους
και, με τονισμό προηγούμενων καιρών από τους Βογομιλήτες, τους Παυλικιανούς και αρκετούς άλλους.
Διδάσκει
ότι η Χριστιανοσύνη –αναμένοντας από τους ακολούθους της ευγένεια,
ηπιότητα, φιλειρηνικά και φιλικά αισθήματα, συγχώρεση των λαθών,
στρέψιμο του ενός μάγουλου όταν κανείς έρχεται προς τα πάνω σου αλλά και αγάπη προς τους εχθρούς είναι ασυνεπής με την χρήση βίας η οποία είναι μια συνθήκη εκ των ων ουκ άνευ για την εξουσία.
Ο Χριστιανός, συμφώνως προς την λογική του Helchitsky, όχι μόνο δεν μπορεί να είναι εξουσιαστής ή στρατιώτης αλλά δεν μπορεί να συμμετάσχει καν σε κυβερνήσεις και εμπορικές συναλλαγές ούτε και να είναι ιδιοκτήτης γης ή χώρας∙ μπορεί μόνο στην γη και στην χώρα του να είναι γεννημένος σύζυγος, καλλιτέχνης ή γεωργός που την καλλιεργεί.
Αυτό
το βιβλίο είναι ένα από τα ελάχιστα έργα που επιτίθενται στον επίσημο
Χριστιανισμό και έχει ξεφύγει από την πυρά. Όλα τα καλούμενα αιρετικά
έργα καίγονταν στην πυρά, μαζί με τους συγγραφείς τους, έτσι ώστε
υπάρχουν ελάχιστα αρχαία έργα που να εκθέτουν τα λάθη του επίσημου
Χριστιανισμού.
Το βιβλίο αυτό έχει ειδικό ενδιαφέρον μόνο για αυτόν τον λόγο. Εκτός, όμως, από
το ενδιαφέρον του από κάθε οπτική άποψη, αποτελεί ένα από τα πλέον
αξιοσημείωτα προϊόντα της σκέψεως λόγω του βάθους της στόχευσής του, λόγω της ξαφνικής και λαμπρής του δύναμης και ομορφιάς της εθνικής γλώσσας στην οποία είναι γραμμένο αλλά και λόγω της αρχαιοπρέπειάς του.
Κι όμως –για περισσότερο από 4 αιώνες έχει παραμείνει ανεκτύπωτο, και εξακολουθεί να παραμένει άγνωστο, εκτός σε ορισμένους πολυμαθείς και εξειδικευμένους. Θα πίστευε κανείς ότι όλα τα έργα της μορφής αυτής –είτε των Κουακέρων είτε του Garrison είτε του Ballou είτε του Helchitsky– επειδή ακριβώς επιβεβαιώνουν και αποδεικνύουν με την συγκεκριμένη μέθοδό τους επί της βάσεως των αρχών του Ευαγγελίου ότι ο σύγχρονος κόσμος μας τηρεί λάθος στάση και έχει λάθος άποψη περί της διδασκαλίας του Χριστού θα
ξυπνούσε το ενδιαφέρον, τον ενθουσιασμό, τον διάλογο και τις
συζητήσεις μεταξύ των πνευματικών δασκάλων και των ποιμνίων τους
συλλήβδην.
Οι
εργασίες αυτής της μορφής επειδή καταπιάνονται με την ίδια την κατ’
εξοχήν ουσία του δόγματος του Χριστού θα όφειλαν, θα σκεφτόταν ίσως
κανείς, να έχουν εξεταστεί και να έχουν γίνει αποδεκτές ως αληθινές και πραγματικές ή να απορριφθούν, να πέσουν και να πεθάνουν. Τίποτε από αυτά, όμως, δεν έχει συμβεί και το ίδιο γραφτό πεπρωμένο έχει επαναληφθεί με όλες αυτές τις
εργασίες. Άνθρωποι των πιο διαφορετικών αποχρώσεων και απόψεων, πιστοί
και (αυτό που είναι εκπληκτικό) άπιστοι φιλελεύθεροι ομοίως –λες και με
κάποια μορφή συμφωνίας– όλοι διατηρούν την ίδιαν επίμονη σιωπή για
αυτές ώστε όλες οι πράξεις των ανθρώπων για να ερμηνεύσουν το αληθινό
νόημα του δόγματος του Χριστού παραμένουν είτε αγνοημένες είτε λησμονημένες.
Είναι
ακόμα περισσότερο εκπληκτικό, όμως, ότι 2 άλλα βιβλία (περί των οποίων
άκουσα συγχρόνως με την εμφάνιση του βιβλίου μου) θα ήταν τόσο λίγο
γνωστά, εννοώ το βιβλίο του Dymond «Περί του Πολέμου» που εκδόθηκε για την πρώτη του φορά στο Λονδίνο στα 1824 και το βιβλίο του Daniel Musser με
θέμα «Μη-αντίσταση», το οποίο εγράφη στα 1864. Είναι ιδιαιτέρως
εντυπωσιακό ότι αυτά τα βιβλία πρέπει να μένουν άγνωστα διότι –εκτός των
ενδογενών τους αξιών– αμφότερα τα γραπτά δεν διαπραγματεύονται τόσο
την θεωρία όσο
την πρακτική εφαρμογή της θεωρίας στην ζωή, της στάσης του
Χριστιανισμού ως προς την στρατιωτική θητεία η οποία είναι συγκεκριμένως
σημαντική κι ενδιαφέρουσα τώρα μέσα σ’ αυτές τις ημέρες της οικουμενικής στρατολόγησης.
Ο κόσμος θα ρωτήσει, ίσως:
Πώς θα όφειλε να συμπεριφερθεί ένας υπήκοος, υποκείμενος στην κυβέρνηση που πιστεύει ότι ο πόλεμος είναι κάτι μη συνεπές με την θρησκεία του ενώ η κυβέρνηση απαιτεί από αυτόν να εισέλθει στις γραμμές της στρατιωτικής υπηρεσίας;
Το
ερώτημα είναι, νομίζω, ένα από τα ζητούμενα τα πλέον ζωτικά και η
απάντηση σε αυτό είναι ειδικά σημαντική αυτήν την περίοδο όπου όλοι
σπεύδουν διεθνώς να
προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο κράτος. Όλοι (ή τουλάχιστον η μεγάλη
πλειοψηφία των ανθρώπων του λαού) είναι Χριστιανοί και όλοι οι
άνθρωποι καλούνται παγκοσμίως να αναλάβουν καθήκοντα στρατιωτικής
υπηρεσίας. Πώς θα όφειλε ένας άνθρωπος, ως Χριστιανός, να ανταποκριθεί σε αυτήν την απαίτηση;
Αυτή είναι η κεντρική ιδέα της απάντησης που δίνει ο Dymond: «Το καθήκον του είναι με ταπεινότητα αλλά ακλόνητη πίστη να αρνηθεί να υπηρετήσει».
Υπάρχουν
κάποιοι άνθρωποι οι οποίοι, δίχως καμίαν οριστική λογική επ’ αυτού,
συμπεραίνουν αμέσως και δια της ευθείας οδού ότι η ευθύνη της λήψης
μέτρων διακυβέρνησης εναπόκειται ολοκληρωτικά σε εκείνους που
αποφασίζουν επ’
αυτών ή πως οι κυβερνήσεις και οι υπήκοοι στην κυριαρχία επικράτειάς
της αποφασίζουν επί του ερωτήματος τί είναι καλό ή κακό για τους
υποκείμενους σε αυτήν –και, άρα, το καθήκον των υπηκόων είναι απλώς να υπακούν.
Νομίζω ότι επιχειρήματα αυτής της μορφής το μόνο που κάνουν είναι απλώς να συσκοτίζουν την συνείδηση των ανθρώπων.
Δεν μπορώ να συμμετάσχω στα συμβούλια και στις συσκέψεις της κυβέρνησης και, άρα, δεν είμαι υπεύθυνος για τις λανθασμένες πράξεις της. Στην πραγματικότητα, δεν είμαστε υπεύθυνοι παρά μόνο για τις δικές μας, ατομικές λάθος πράξεις.
Και τα λάθη των ηγετών μας γίνονται δικά μας εάν συνεχίζουμε να εκτελούμε τις πράξεις γνωρίζοντας ότι είναι λανθασμένες.
Αυτοί που υποθέτουν ότι είναι δεσμευμένοι και υποκείμενοι στην υπακοή προς την κυβέρνηση και πως η υπευθυνότητα για τις λανθασμένες πράξεις που διαπράττουν μεταφέρεται από αυτούς προς τους ηγέτες τους, απατώνται.
Λένε: «Παραδίδουμε τον έλεγχο των πράξεών μας στην βούληση των άλλων και οι πράξεις μας δεν μπορεί να είναι καλές ή κακές, όμορφες ή άσχημες∙ δεν
υπάρχει καμία αξία ή ανταμοιβή σε ό,τι είναι καλό και όμορφο ούτε
καμία υπεύθυνη απάντηση για ό,τι είναι κακό ή άσχημο στις πράξεις μας,
αφού αυτές δεν υλοποιούνται από την δική μας βούληση».
Είναι
αξιοσημείωτο ότι ακριβώς το ίδιο πράγμα λέγεται κατηχητικά στις
οδηγίες-κατευθύνσεις στρατολόγησης των στρατιωτών, οδηγίες που τους
αναγκάζουν να τις μάθουν –δηλαδή, ότι ο αξιωματικός είναι μόνον ο υπεύθυνος για τις συνέπειες της εντολής του. Αυτό, όμως, δεν είναι σωστό.
Ένας άνθρωπος δεν μπορεί να απαλλαχθεί από την υπευθυνότητα ανταπόκρισης, ως προς τις δικές του, ατομικές πράξεις.
Και τούτο είναι φανερό δια του ακολούθου παραδείγματος.
Εάν ο αξιωματικός σου σε διατάξει να σκοτώσεις το παιδί του πλησίον σου, να σκοτώσεις τον πατέρα ή την μητέρα σου, θα υπάκουγες; Εάν δεν υπάκουγες, ολόκληρο το οικοδόμημα του επιχειρήματος
πέφτει στο έδαφος, διότι εάν μπορείς να δείχνεις ανυπακοή στους
κυβερνώντες σε μιαν περίπτωση, πού ακριβώς τραβάς την γραμμή του σημείου
εκείνου μέχρι το οποίο μπορείς να τους υπακούς;
Δεν υπάρχει καμία άλλη γραμμή παρά αυτή που καθόρισε ο Χριστιανισμός –και αυτή η γραμμή είναι συγχρόνως λογική και πρακτική.
Συνεπώς,
θεωρούμε ως καθήκον του κάθε ανθρώπου που θεωρεί πως ο πόλεμος είναι
ασυνεπής με τον Χριστιανισμό να αρνηθεί, με πραότητα αλλά σταθερότητα,
να υπηρετεί στον στρατό. Κι αφήστε εκείνους των οποίων η μοίρα και ο
κλήρος είναι να πράττουν κατά τον τρόπο αυτό να θυμηθούν ότι η εκπλήρωση ενός υψηλού καθήκοντος εναπόκειται στους ιδίους.
Το πεπρωμένο της ανθρωπότητας στον κόσμο εξαρτάται, στην έκταση και στον βαθμό που τελικά εξαρτάται από τους ανθρώπους, από την πίστη στην θρησκεία τους.
Αφήστε τους να ομολογήσουν και να διατρανώσουν την πίστη τους και να σηκωθούν όρθιοι για χάρη της και όχι μόνο με λέξεις αλλά και με ωδίνες, εάν παρίσταται ανάγκη.
Αν πιστεύεις ότι ο Χριστός απαγόρευσε τον φόνο, μην δίνεις σημασία στα επιχειρήματα ούτε στις διαταγές αυτών που σε καλούν να βάλεις κι εσύ ένα
χεράκι. Με μιαν τέτοια ακλόνητα στερεωμένη άρνηση να κάνεις χρήση
βίας, τραβάς σαν μαγνήτης την ευλογία που δόθηκε ως υπόσχεση στους
έχοντας ώτα ακούειν και οι οποίοι άκουσαν και έπραξαν ενώ θα έρθει η
ώρα που ο κόσμος θα σε αναγνωρίσει διότι είχες βοηθήσει στην μεταρρύθμιση του ανθρωπίνου γένους.
Το βιβλίο του Musser καλείται «Μη-αντίσταση Επικυρωθείσα» ή «Το Βασίλειο του Χριστού και τα Βασίλεια του Κόσμου τούτου Διακριτά μεταξύ τους». Το βιβλίο αυτό είναι αφιερωμένο στο ίδιο ζητούμενο και εγράφη όταν η Αμερικανική Κυβέρνηση απαιτούσε στρατιωτική υπηρεσία από τους πολίτες της εν τω καιρώ του Εμφυλίου Πολέμου.
Έχει
κι αυτό μιαν αξία ανέκαθεν και εσσαεί διότι καταπιάνεται με το ερώτημα
πώς, υπό αυτές τις συνθήκες, οι άνθρωποι μπορούν και πρέπει να
αρνούνται να φάνε τα παραμύθια περί στρατιωτικής υπηρεσίας. Αυτό είναι το κεντρικό νόημα στην γραμμή του συγγραφέα για τις εισαγωγικές σημειώσεις:
«Είναι
κάλλιστα γνωστό ότι υπάρχουν πολλά πρόσωπα στις Ηνωμένες Πολιτείες που
αρνούνται να πολεμήσουν επί της βάσεως και των εδαφών της συνείδησης.
Αποκαλούνται ως ανυπεράσπιστοι ή ως μη-αντιστεκόμενοι Χριστιανοί. Αυτοί
οι Χριστιανοί αρνούνται να προστατεύσουν την πατρίδα τους, να φέρουν
όπλα ή, με την έκκληση της κυβέρνησης, να κάνουν πόλεμο με τους εχθρούς
της. Έως προσφάτως αυτή η θρησκευτική διστακτικότητα φαινόταν ως μια
έγκυρη και
αξιόλογη δικαιολογία στην κυβέρνηση και όσοι την επικαλούνταν
απαλλάσσονταν υπηρεσίας. Όμως, στις αρχές του Εμφυλίου Πολέμου η κοινή
γνώμη υποκινήθηκε με αγκιτάτσια επ’ αυτού του ζητήματος. Ήταν φυσικό τα πρόσωπα που θεωρούσαν καθήκον τους να υποφέρουν και να φέρουν όλες τις κακουχίες και τους κινδύνους του πολέμου για χάρη της άμυνας της πατρίδος τους να αισθάνονται απέχθεια ενάντια στα πρόσωπα εκείνα που είχαν επί μακρόν μοιραστεί μαζί τους τα πλεονεκτήματα της προστασίας της κυβέρνησης και που τώρα –εν καιρώ ανάγκης και κινδύνου– ήταν αυτά που δεν θα συμμετείχαν και δεν θα μοιράζονταν την κοινή μοίρα για να φέρουν τα έργα και τα διακυβεύματα της άμυνάς της. Ήταν φυσικό ακόμα και το να ανακηρύξουν την στάση αυτών των ανθρώπων τερατώδη, παράλογη και ύποπτη».
Συγκεντρώθηκε
ένας ολόκληρος στρατός (η όστια του ξενιστή) από ρήτορες, δημεγέρτες
και συγγραφείς –μας λέει ο συγγραφέας μας– που ηγέρθη προκειμένου να
αντισταθεί σε αυτήν την στάση και επιχείρησε να αποδείξει την
αμαρτωλότητα της μη-αντιστάσεως συγχρόνως μέσα από την Γραφή και μέσα
από το πεδίο της κοινής αίσθησης, του απλού νου. Κι αυτό ήταν απόλυτα φυσικό ενώ, σε πολλές από τις υποθέσεις αυτές, οι συγγραφείς ήταν ορθοί: ορθοί υπό
την έννοια, δηλαδή, όσον αφορά τα πρόσωπα που αφενός δεν αποκήρυξαν τα
οφέλη που δέχτηκαν από την κυβέρνηση αλλά αφετέρου επιχείρησαν να αποφύγουν τις δυσκολίες της στρατιωτικής υπηρεσίας, όχι όμως ορθοί όσον αφορά την ίδια την αρχή της μη-αντιστάσεως.
Υπεράνω
όλων, ο συγγραφέας μας αποδεικνύει την δεσμευτική φύση του κανόνα
αρχής της μη-αντιστάσεως για έναν Χριστιανό, υποσημειώνοντας ότι αυτή η εντολή είναι εντελώς καθαρή και διατάσσεται ως παράγγελμα από τον Χριστό για κάθε Χριστιανό δίχως καμίαν πιθανότητα παρερμηνείας της μετάφρασης.
«Αναλογιστείτε
μόνοι σας εάν είναι σωστό να υπακούετε και να αποδίδετε τιμή στον
άνθρωπο παρά στον Θεό» είπαν ο Πέτρος και ο Ιωάννης. Και αυτή ακριβώς
είναι η στάση που θα όφειλε να τηρήσει ο κάθε άνθρωπος που επιθυμεί να
είναι Χριστιανός όταν αξιώνεται από αυτόν στρατιωτική υπηρεσία την ώρα που ο Χριστός έχει μιλήσει: «ΜΗ ΑΝΤΙΣΤΗΝΑΙ ΤΩ ΠΟΝΗΡΩ».
Όσον αφορά το ζητούμενο περί του κανόνα αρχής αφ’ εαυτού, ο συγγραφέας βλέπει ότι αυτό έχει κριθεί.
Ως προς την ερώτηση την δευτέρα, εάν οι άνθρωποι οι οποίοι δεν έχουν αρνηθεί τα οφέλη που προτείνονται από μιαν κυβέρνηση που βασίζεται στην δύναμη και στην βία έχουν το δικαίωμα να αρνούνται να υπηρετούν στον στρατό, ο συγγραφέας το εξετάζει λεπτομερώς και καταλήγει στο πόρισμα ότι ένας Χριστιανός που παρακολουθεί τον νόμο του Χριστού, από την στιγμή που δεν θα πάει στον πόλεμο, οφείλει να μην αντλήσει πλεονεκτήματα από οποιουσδήποτε κυβερνητικούς θεσμούς, δικαστήρια ή εκλογές καθώς και ότι στις ιδιωτικές του υποθέσεις δεν πρέπει να απευθύνεται στις αρχές, στην αστυνομία ή στον νόμο.
Παρακάτω στο βιβλίο διαπραγματεύεται την σχέση της Παλαιάς Διαθήκης με την Νέα, την αξία της κυβέρνησης για αυτούς που είναι Χριστιανοί, και εκεί κάνει ορισμένες παρατηρήσεις για το δόγμα της μη-αντιστάσεως καθώς και για τις επιθέσεις εναντίον του.
Ο συγγραφέας ολοκληρώνει το βιβλίο του λέγοντας: «Οι Χριστιανοί δεν έχουν ανάγκη καμία κυβέρνηση και, άρα, δεν μπορούν ούτε να την υπακούσουν για ό,τι είναι αντίθετο στην διδασκαλία του Χριστού ούτε –ακόμα λιγότερο– να συμμετάσχουν σ’ αυτήν».
Ο Χριστός ήλκυσε τους μαθητές του εκτός του κόσμου, λέει.
Δεν προσδοκούν την ευλογία του κόσμου και την κοσμική ευτυχία, αυτό που προσδοκούν είναι η αιώνιος ζωή. Το Πνεύμα εντός του οποίου ζουν τους ευχαριστεί και τους καθιστά ευτυχείς όπου κι αν βρίσκονται.
Εάν ο κόσμος τους ανέχεται, είναι ευτυχισμένοι για πάντοτε. Εάν ο κόσμος δεν
τους αφήσει να βρίσκονται εν ειρήνη, θα πάνε αλλού, εφόσον είναι απλώς
προσκυνητές στην γη και δεν έχουν καθορισμένο τόπο κατοικίας.
Πιστεύουν
ότι πρέπει να αφήνουν «ΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ ΘΑΨΑΙ ΤΟΥΣ ΕΑΥΤΩΝ ΝΕΚΡΟΥΣ». Μόνον
ένα πράγμα χρειάζονται αυτοί (αλλά και οι Θεοί ακόμα), «να ακολουθούν πιστά τον Διδάσκαλό τους».
Ακόμα κι αν αφήσει κανείς στην άκρη το ερώτημα που δημιουργείται ως προς τον κανόνα αρχής που σχεδιάζεται σε αυτά τα 2 βιβλία σε σχέση με το καθήκον του Χριστιανού αναφορικά με την στάση του έναντι του πολέμου, δεν μπορεί να αποφύγει κανείς να αντιληφθεί την πρακτική σημασία και την επείγουσα ανάγκη να κριθεί το ζήτημα αυτό οριστικά. Υπάρχουν λαοί –εκατοντάδες χιλιάδες Κουακέροι, Μεννονίτες, όλοι οι Douhobortsi μας, οι Molokani
και άλλοι που δεν ανήκουν σε μιαν δεδομένη σέκτα– και θεωρούν πως η
χρήση βίας (και, συνεπώς, η στρατιωτική υπηρεσία) είναι ασυνεπής με τον Χριστιανισμό.
Για τον λόγο αυτό, υπάρχουν κάθε χρονιά ανάμεσά μας –εντός ημών– στην Ρωσσία ορισμένοι άνθρωποι που καλούνται για στρατιωτική υπηρεσία και
αρνούνται να υπηρετήσουν βάσει των εδαφίων περί των θρησκευτικών τους
πιστεύω. Τους αφήνει ελεύθερους υπηρεσίας, λοιπόν, η κυβέρνηση; Όχι. Τους υποχρεώνει να πάνε στρατιώτες και, σε περίπτωση που δεν υπακούσουν, τους τιμωρεί; Όχι.
Ιδού πώς τους χειρίστηκε η κυβέρνηση στα 1818. Ακολουθεί μια περικοπή από το ημερολόγιο του Nicholas Myravyov του Kars που δεν πέρασε από την λογοκρισία και δεν είναι γνωστή στην Ρωσσία:
Τυφλίς, 2 Οκτωβρίου 1818
Το πρωΐ ο διοικητής μου είπε ότι πέντε χωρικοί που ανήκαν σε ένα ιδιοκτήτη γης στην κυβέρνηση Tamboff είχαν προσφάτως αποσταλεί στην Γεωργία. Αυτοί οι άνδρες είχαν αποσταλεί ως στρατιώτες αλλά δεν θα υπηρετούσαν∙ αρκετές φορές είχαν μαστιγωθεί, ραβδιστεί και κτυπηθεί από σιδερόπλεκτα γάντια αλλά ήταν έτοιμοι ανέκαθεν να υποταχθούν υπό τους πλέον βάρβαρους βασανισμούς, ακόμη και στον θάνατο, παρά να δεχθούν να υπηρετήσουν. «Αφήστε μας να φύγουμε» έλεγαν «και αφήστε μας μόνους∙ δεν
θα πληγώσουμε κανέναν∙ όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, ακόμα κι ο Τσάρος
είναι άνθρωπος όπως εμείς∙ για ποιόν λόγο να του αποδώσουμε φόρους και
τιμές; γιατί να διακινδυνεύσω και
να εκθέσω την ζωή μου στον πόλεμο για να σκοτώσω κάποιον που δεν μου
έχει κάνει κακό; Μπορείτε να μας κόψετε σε κομματάκια και, άλλωστε, δεν
θα είμαστε στρατιώτες. Αυτός που έχει συμπόνοια θα μας δώσει χάρη με φιλανθρωπία αλλά τα μερίδια συσσιτίου της κυβέρνησης δεν τα πήραμε ποτέ και δεν θέλουμε να τα πάρουμε». Αυτές ήταν οι λέξεις που
χρησιμοποίησαν αυτοί οι χωρικοί οι οποίοι κραυγάζουν ότι υπάρχουν
πολυάριθμες περιπτώσεις στην Ρωσσία σαν αυτές. Τους μετέφεραν 4 φορές
ενώπιον της Επιτροπής των
Υπουργών και, τελικά, αποφάσισαν να θέσουν το ζήτημα ενώπιον του
Τσάρου ο οποίος έδωσε εντολές πως πρέπει να μεταφερθούν στην Γεωργία
για αναμόρφωση και διόρθωση ενώ παρήγγειλε και διέταξε τον αρχιστράτηγο να του αποστέλλει μιαν έκθεση αναφορών κάθε μήνα για την βαθμιαία τους πρόοδο ώστε να συνετιστούν αυτοί οι άνδρες και να μπουν τα μυαλά τους στην θέση τους.
To
πώς κατέληξε η αναμόρφωση και η διόρθωση, δεν έχει γίνει γνωστό, καθώς
ολόκληρο το επεισόδιο αυτό ήταν άγνωστο και είχε κρατηθεί σε βαθειά
μυστικότητα.
Αυτός
ήταν ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφέρθηκε η κυβέρνηση πριν 75 χρόνια,
αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφέρθηκε σε έναν υψηλό αριθμό
υποθέσεων, αποκεκρυμμένων με σπουδή από τον λαό.
Και ιδού πώς συμπεριφέρεται και τώρα η κυβέρνηση, πλην της υποθέσεως των Γερμανών Μεννονιτών που ζουν στην επαρχιακή περιφέρεια του Kherson και των οποίων η έκκληση ενάντια στην στρατιωτική υπηρεσία θεωρείται καλά στερεωμένη στο έδαφος. Εξαναγκάζονται να αναπληρώνουν την
υπηρεσιακή τους θητεία εργαζόμενοι στα δάση. Όταν, όμως, προσφάτως
εκδηλώθηκαν περιπτώσεις άρνησης εκ μέρους των Μεννονιτών να υπηρετήσουν
στον στρατό με βάσει θρησκευτικά εδάφια, οι κυβερνητικές αρχές έπραξαν κατά τον ακόλουθο τρόπο: Κατ’ αρχάς, κατέφυγαν σε κάθε μέσο πειθούς που
χρησιμοποιείται στην εποχή μας για να «αναμορφώσουν» τον κατηγορούμενο
ως φταίχτη και «να του βάλουν τα μυαλά του» στην θέση τους –τα μέτρα
αυτά εκτελέστηκαν με την ανώτερη και υψηλότερη δυνατή μυστικότητα.
Ξέρω ότι στην υπόθεση ενός ανδρός της Μόσχας ο οποίος αρνήθηκε να υπηρετήσει στα 1884, η επίσημη αλληλογραφία που ανταποκρίνεται στο
υποκείμενο προς εξέτασιν θέμα είχε συγκεντρωθεί σε ένα πολύ μεγάλο
ντοσιέ στα θησαυροφυλάκια και τα φύλλα του είχαν κρατηθεί απολύτως
μυστικά μέσα στο Υπουργείο/Ιερατείο.
Συνήθως ξεκινούν με το να στέλνουν τον κατηγορούμενο στους ιερείς ως αποδιοπομπαίο τράγο προς θυσία και, εκ των υστέρων –κάτι για το οποίο πρέπει να ντρέπονται, πρέπει να ειπωθεί αυτό– πάντοτε του συνιστούν υπακοή και μετάνοια.
Αυτό
γίνεται επειδή η προτροπή να απαρνηθεί και να αποκηρύξει κανείς με
όρκο τον Χριστό εν ονόματι του Χριστού είναι –το σύνηθες– ανεπιτυχής
(και γίνεται αφού πρώτα έχει γίνει το αντικείμενο των χλευασμών και των
κατηγοριών των πνευματικών αρχών) και γι’ αυτό τον στέλνουν στους χωροφύλακες και, εκ των υστέρων πάλι (επειδή κι αυτοί, κατά κανόνα, δεν βρίσκουν καμία πολιτική αιτία για να του ασκήσουν δίωξη) τον παραδίδουν εκ νέου και
τότε τον στέλνουν στους μορφωμένους, στους ιατρούς και στο ψυχιατρείο.
Κατά την διάρκεια όλων αυτών των περιπετειών της ζωής, είναι
στερημένος της
ελευθερίας του και πρέπει να αντέξει κάθε μορφή ταπείνωσης και να
υποφέρει σαν ένας ήδη κατάδικος και εγκληματίας (όλα αυτά έχουν
επαναληφθεί σε 4 περιπτώσεις).
Οι γιατροί τον αφήνουν να φύγει από το ψυχιατρείο και τότε εφαρμόζεται κάθε
είδους υπεκφυγή ως μοχλός και τέχνασμα για να τον εμποδίσουν να είναι
ελεύθερος (το οποίο σημαίνει πως οι άλλοι ενθαρρύνονται για να αρνηθούν να υπηρετήσουν, κάτι το οποίον αυτός το έκανε) και, συγχρόνως, για
να αποφύγουν αυτός να παραμείνει ανάμεσα στους στρατιώτες επειδή
υπάρχει φόβος μήπως μάθουν από αυτόν ότι η στρατιωτική υπηρεσία κατά
κανέναν τρόπο δεν είναι (όπως τους έχουν διαβεβαιώσει για να τους
καθησυχάσουν και να τους εξασφαλίσουν) καθήκον τους σύμφωνα και με βάση τον νόμο του Θεού –αλλά, μάλλον, αντίθετη προς αυτόν.
Το πιο βολικό πράγμα για την κυβέρνηση θα ήταν να φονεύσει τον υπέρμαχο της μη-αντιστάσεως μαστιγώνοντάς τον ώσπου να πεθάνει ή με κάποιο άλλο μέσο, όπως γινόταν σε περασμένες εποχές.
Είναι, όμως, αδύνατον να εκτελεστεί και να θανατωθεί ανοιχτά και δημοσίως ένας άνθρωπος επειδή πιστεύει στο σύμβολο της πίστεως το οποίο όλοι μας ομολογούμε.
Αδύνατον, εξάλλου, είναι να αφεθεί ελεύθερος και μόνος ένας άνθρωπος που έχει αρνηθεί να υπακούσει.
Κι έτσι, η κυβέρνηση προσπαθεί είτε, μέσω της άσχημης μεταχείρισης, να εξαναγκάσει τον άνθρωπο να αποκηρύξει τον Χριστό είτε (με κάποια συγκεκριμένη ή άλλη μέθοδο) να απαλλαχθεί από αυτόν χωρίς να τον προσέξουν, χωρίς να τον θανατώσει ανοιχτά αλλά κρύβοντας –κατά κάποιον τρόπο– συνάμα την πράξη και τον ίδιο τον άνθρωπο από τον υπόλοιπο λαό. Κι έτσι, κάθε είδους εφευρήματα και πανουργίες και βαρβαρότητες εφαρμόζονται εις βάρος του. Είτε τον στέλνουν στα σύνορα είτε τον προκαλούν ώστε να κηρυχθεί ανυπότακτος και ανυπάκουος και μετά αμέσως τον κατηγορούν ως υπονομευτή της πειθαρχίας και τον κλείνουν στο
πειθαρχικό της μοίρας πυροβολικού όπου μπορούν ελεύθερα να του
φέρονται άσχημα χωρίς να τους βλέπει κανείς ή τον βγάζουν τρελλό και
τον κλειδώνουν σε ένα άσυλο παραφροσύνης.
Ακολουθώντας
αυτήν την οδό, στέλνουν έναν άνθρωπο στην Τασκένδη –δηλαδή,
υποκρίνονται ότι τάχα γίνεται μετακίνηση στον στρατό της Τασκένδης∙ έναν
άλλο, στο Όμσκ∙ τον τρίτο εξ αυτών τον καταδίκασαν για ανυπακοή και
τον φυλάκισαν∙ έναν τέταρτο άνθρωπο, στέλνουν στο άσυλο των
φρενοβλαβών. Παντού επαναλαμβάνεται η ίδια ιστορία.
Όχι
μόνον η κυβέρνηση αλλά η μεγάλη πλειοψηφία των φιλελεύθερων,
προοδευτικών όπως αυτοί αποκαλούνται γυρίζουν την πλάτη τους εσκεμμένα, με
σπουδή και βιασύνη σε ο,τιδήποτε έχει ειπωθεί, γραφτεί, πραχθεί ή
πράττεται από τους ανθρώπους για να αποδειχθεί το εξής γεγονός: ότι η
ισχύς και η δύναμη στην πιο απεχθή, τρομερή και εκτυφλωτική της μορφή
–με την μορφή, δηλαδή, ενός
στρατού ενόπλων ετοίμων να φονεύσουν τον τάδε και τον δείνα,
οποιοσδήποτε κι αν είναι αυτός– είναι ασύμβατη με τις διδαχές του
Χριστιανισμού ή ακόμα και της ίδιας της ανθρωπότητας που η κοινωνία
προφητικά διακηρύσσει ως σύμβολο του πιστεύω της.
Ώστε η πληροφόρηση που αποκόμισα περί της στάσης των ανώτερων εξουσιαστικών τάξεων (όχι μόνο στην Ρωσσία αλλά στην Ευρώπη και την Αμερική) προς την κατεύθυνση του διαφωτισμού αυτού του ζητήματος με
έχει πείσει ότι υπάρχει σε αυτές τις κυρίαρχες τάξεις μια συνειδητά
εχθρική στάση έναντι του αληθινού Χριστιανισμού η οποία αποδεικνύεται
κατ’ εξοχήν στην σιωπή τους όσον αφορά όλες τις διακηρύξεις, εκδηλώσεις και εμφανίσεις του.
Σημείωμα του μεταφραστή: Ο Βοημός John Huss κάηκε ζωντανός το 1415. Οι οπαδοί του, οι Hussites τον 15ο αιώνα σχημάτισαν την «Αδελφότητα των Βοημών», προάγγελο της
«Μωραβιακής Αδελφότητας. Οι Χειροτονηθέντες ή Herrnhutters/Hutterites
είναι η Εκκλησία (ή Ανανεωμένη Εκκλησία) των Ηνωμένων Αδελφών, Ένωση
των Αδελφών ή Μωραβιακή Αδελφότητα. Έχει μέλη σέκτας Προτεσταντών
Αναβαπτιστών από την Μωραβία της Τσεχίας. Ιδρύθηκε περίπου το 1722 από
μαθητές του Αυστριακού μεταρρυθμιστή του 16ου αιώνος Jacob Hutter και
του John Huss. Εξορίστηκαν από την Βοημία και την Μωραβία στην αρχή του
18ου αιώνος αλλά δέχθηκαν τελικά να μείνουν στην Σαξωνία. Είναι
ευαγγελιστές, πιστοί στην αποστολική διακονία και προτιμούν να ζουν σε ξεχωριστές αποικίες ή κοινωνίες. Ζουν σε οικίες σε Ντακότα και Μοντάνα των Η.Π.Α. και στην Αλμπέρτα Καναδά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου