Μετάφραση: Χρήστος Π. Παπαχριστόπουλος
Σημείωση: Η ομιλία αυτή πρέπει να αναγνωστεί σε σχέση με την διπλωματική εργασία ''Χριστιανική Μεταφυσική και Νεοπλατωνισμός''
Σπαράγματα ομιλίας του Αλμπέρ Καμύ στην Μονή Δομινικανών Latour-Maubourg
1948
Α.
Εφόσον υπήρξατε τόσο ευγενικοί ώστε να προσκαλέσετε έναν άνθρωπο που δεν συμμερίζεται τις πεποιθήσεις σας ώστε να έλθει και να απαντήσει στο πολύ γενικό ερώτημα το οποίο εγείρετε σε αυτές τις συνόδους, θα ήθελα –πριν σας πω τι εγώ νομίζω ότι προσδοκούν από τους Χριστιανούς οι άπιστοι– να αναγνωρίσω πρώτα την πνευματική σας ευγένεια, εκθέτοντας λίγες θέσεις αρχών.
Πρώτον, υπάρχει ένα μοντέλο λαϊκίστικου φαρισαϊσμού στο οποίο θα αγωνιστώ να μην υποκύψω.
Για μένα, υπόδειγμα Φαρισαίου αποτελεί ο άνθρωπος ο οποίος υποκρίνεται πως πιστεύει ότι ο Χριστιανισμός είναι κάτι εύκολο και, άρα, ζητά από τον Χριστιανό περισσότερα από όσα ο ίδιος ζητά για τον εαυτό του, στην βάση μιας εξωτερικής θέασης του Χριστιανισμού.
Πιστεύω ότι πράγματι ο Χριστιανός έχει αρκετές υποχρεώσεις αλλά ότι δεν εναπόκειται στον άνθρωπο που ο ίδιος τις απορρίπτει αυτές να υπενθυμίζει την ύπαρξή τους σε όποιον τις έχει ήδη αποδεχθεί. Αν υπάρχει κανείς ο οποίος μπορεί να απαιτήσει ο,τιδήποτε από τον Χριστιανό, αυτός είναι ο ίδιος ο Χριστιανός.
Το δίδαγμα είναι πως εάν επέτρεπα στον εαυτό μου, στο τέλος αυτής της ομιλίας, να απαιτήσει από εσάς ορισμένα καθήκοντα, αυτά θα μπορούσαν να είναι μονάχα τα καθήκοντα που είναι αναγκαίο να ζητούμε σήμερα από οποιονδήποτε άνθρωπο, είτε είναι Χριστιανός είτε όχι.
Δεύτερον, θα ήθελα να δηλώσω ότι, επειδή δεν συναισθάνομαι πως κατέχω οποιαδήποτε απόλυτην αλήθεια ή οποιοδήποτε μήνυμα, δεν θα εκκινήσω ποτέ από την υπόθεση ότι η Χριστιανική αλήθεια αποτελεί πλάνη αλλά, απλά, από το γεγονός ότι δεν θα μπορούσα να την αποδεχθώ.
Ως απεικόνιση αυτής της θέσεως, είμαι πρόθυμος να εξομολογηθώ το εξής: Πριν τρία χρόνια μια διαμάχη με έκανε να συγκρουστώ με έναν από εσάς –και δεν ήταν ο λιγότερο αξιοσέβαστος. Ο πυρετός αυτών των ετών, η οδυνηρή μνήμη δυο-τριων φίλων που δολοφονήθηκαν, μου είχαν δώσει το κουράγιο να το κάνω. Μπορώ, ωστόσο, να σας διαβεβαιώσω ότι, παρά κάποιες υπερβολικές εκφράσεις εκ μέρους του Francois Mauriac, δεν έχω πάψει να συλλογίζομαι όσα είπε. Στο τέλος αυτού του στοχασμού –και με τον τρόπο αυτό σας δίνω την γνώμη μου ως προς την χρησιμότητα του διαλόγου ανάμεσα στον πιστό και στον άπιστο– κατέληξα να παραδεχθώ έναντι του εαυτού μου, και τώρα να αναγνωρίσω εδώ δημοσίως, ότι στα θεμελιώδη καθώς και στο ακριβές σημείο της διαφωνίας μας, ο Francois Mauriac με νίκησε.
Θα είναι πιο εύκολο για μένα, έχοντας πει αυτό, να θέσω την τρίτη και τελευταία μου αρχή. Είναι απλή και εμφανής. Δεν θα επιχειρήσω να αλλάξω ο,τιδήποτε εξ όσων σκέφτομαι ή ο,τιδήποτε εξ όσων σκέφτεστε εσείς (στην έκταση που μπορώ να το κρίνω) προκειμένου να φθάσω σε μια συμφιλίωση στην οποία όλοι θα συμφωνούσαμε.
Αντιθέτως, αυτό που αισθάνομαι ότι θέλω να σας πω σήμερα είναι ότι ο κόσμος χρειάζεται τον πραγματικό διάλογο, ότι το ψέμα είναι τόσο επακριβώς αντίθετο του διαλόγου όσο και η σιωπή και ότι ο μόνος εφικτός διάλογος είναι αυτό το είδος διαλόγου μεταξύ ανθρώπων που παραμένουν ό,τι είναι ο εαυτός έκαστου και σκέφτονται φωναχτά. Αυτό ισοδυναμεί με το να πω ότι ο κόσμος του σήμερα χρειάζεται Χριστιανούς που παραμένουν Χριστιανοί.
Τις προάλλες στην Σορβόννη, μιλώντας σε έναν Μαρξιστή καθηγητή, ένας Καθολικός ιερέας είπε δημοσίως ότι και ο ίδιος ήταν αντικληρικαλιστής. Ε, λοιπόν, δεν μου αρέσουν ολωσδιόλου περισσότερο οι ιερείς από τους φιλοσόφους που ντρέπονται για την φιλοσοφία τους. Άρα, δεν θα επιχειρήσω –στην έκταση που με αφορά– να προσποιηθώ ενώπιόν σας ότι είμαι Χριστιανός.
Συμμερίζομαι με σας την ίδια αποστροφή για το Κακό.
Δεν συμμερίζομαι, όμως, την ελπίδα σας. Και θα συνεχίσω να αγωνίζομαι ενάντια σε αυτό το σύμπαν στο οποίο υποφέρουν και πεθαίνουν παιδιά
Β.
Και γιατί, άραγε, δεν θα έπρεπε να πω εδώ ό,τι έχω γράψει αλλού;
Επί μακρό χρόνο κατά την διάρκεια αυτών των φριχτών ετών ανέμενα να εκδηλωθεί ανοιχτά και να μιλήσει μια δυνατή φωνή στην Ρώμη. Εγώ, ένας άπιστος;
Ακριβώς.
Διότι γνώριζα ότι το πνεύμα, αντιμέτωπο με την ισχύ, θα χανόταν αν δεν εκστόμιζε μια κραυγή καταδίκης.
Φαίνεται ότι αυτή η φωνή όντως μίλησε.
Σας διαβεβαιώνω, ωστόσο, ότι εκατομμύρια άνθρωποι σαν εμένα δεν την άκουσαν καθώς και ότι, εκείνη την εποχή, πιστοί και άπιστοι μοιράζονταν εξίσου μια μοναξιά που συνέχιζε να εξαπλώνεται όσο πέρναγαν οι μέρες και όσο πολλαπλασιάζονταν οι δήμιοι.
Μου εξηγήθηκε έκτοτε ότι η καταδίκη όντως απηγγέλθη.
Αυτό, όμως, έγινε με το στυλ των εγκυκλίων, κάτι το οποίο δεν ήταν εντελώς ξεκάθαρο. Η καταδίκη απηγγέλθη και δεν έγινε αντιληπτή!
Ποιός θα μπορούσε να κάνει τόσο λάθος ώστε να μην νιώσει που βρίσκεται στην περίπτωση αυτή η πραγματική καταδίκη και να μην δει ότι αυτό το παράδειγμα δίνει από μόνο του ένα τμήμα της απάντησης –ίσως ολόκληρη την απάντηση– που ζητάτε από εμένα.
Αυτό που ζητά ο κόσμος από τους Χριστιανούς είναι να μιλήσουν οι Χριστιανοί δυνατά και καθαρά και να απαγγείλουν την καταγγελία τους με έναν τρόπο τέτοιο ώστε να μην μπορεί ποτέ να εγερθεί στην ψυχή του πιο απλού ανθρώπου μια αμφιβολία, ούτε η πιο μικρή αμφιβολία, ποτέ!
Να απομακρυνθούν από αφηρημένες θέσεις και να αντιπαρατεθούν στο αιμοσταγές πρόσωπο που έχει λάβει σήμερα η ιστορία.
Η σύνθεση που χρειαζόμαστε είναι η κοινότητα των ανθρώπων που είναι αποφασισμένοι να μιλήσουν ξεκάθαρα και να πληρώσουν προσωπικά το τίμημα.
Όταν ένας Ισπανός αρχιεπίσκοπος ευλογεί τις πολιτικές δολοφονίες, παύει να είναι ιερέας ή Χριστιανός ή ακόμη και άνθρωπος• είναι ένας σκύλος, ακριβώς όπως και αυτός ο οποίος δίνει εντολή για την δολοφονία αυτή, καλυπτόμενος πίσω από μιαν ιδεολογία, δίχως να κάνει ο ίδιος την βρώμικη δουλειά.
Ακόμα αναμένουμε –και εγώ αναμένω– για έναν συνασπισμό όλων εκείνων που αρνούνται να είναι σκύλοι και είναι αποφασισμένοι να πληρώσουν το τίμημα που πρέπει να πληρωθεί ώστε ο άνθρωπος να μπορεί να είναι κάτι παραπάνω από έναν σκύλο.
Γ.
Και τώρα, τί μπορούν να κάνουν για εμάς οι Χριστιανοί;
Κατ’ αρχάς, παρατήστε τις κενές λογομαχίες, η πρώτη εκ των οποίων είναι η διαμάχη περί πεσσιμισμού.
Πιστεύω, λόγου χάρη, ότι ο κ. Γκαμπριέλ Μαρσέλ θα έπραττε συνετά εάν άφηνε στην άκρη ορισμένα είδη σκέψεως που τον συναρπάζουν και τον αποπροσανατολίζουν από τον δρόμο του.
Ο κ. Μαρσέλ δεν μπορεί να αυτοαποκαλείται δημοκράτης και, την ίδια στιγμή, να ζητά την απαγόρευση ενός θεατρικού έργου του Σαρτρ.
Αυτή είναι μια θέση που είναι κουραστική για όλους. Αυτό που θέλει ο κ. Μαρσέλ είναι να υπερασπιστεί απόλυτες αξίες όπως η μετριοπάθεια και η θεϊκή αλήθεια του ανθρώπου όταν τα πράγματα που θα έπρεπε να υπερασπιστεί κανείς είναι οι ελάχιστες προσωρινές αξίες που θα επιτρέψουν στον κ. Μαρσέλ να συνεχίσει κάποια μέρα να μάχεται, και άνετα μάλιστα, για αυτές τις απόλυτες αξίες.
Δ.
Με ποιό δικαίωμα, επιπλέον, θα μπορούσε ένας Χριστιανός ή ένας Μαρξιστής να με κατηγορήσει, π.χ., για πεσσιμισμό;
Δεν ήμουν εγώ αυτός που εφηύρε την δυστυχία της ανθρώπινης ύπαρξης ή τα τρομακτικά τελετουργικά της θεϊκής επίκλησης του Κακού.
Δεν ήμουν εγώ αυτός που φώναξε «Nemo bonus-Μηδείς αγαθός» ή απήγγειλε την καταδίκη αβάπτιστων παιδιών.
Δεν ήμουν εγώ αυτός που είπε ότι ο άνθρωπος είναι ανίκανος να σωθεί με τα προσωπικά του μέσα και ότι στα βάθη της κατάπτωσής του στην χάρη του Θεού βρίσκεται η μοναδική του ελπίδα.
Ω, ο πασίγνωστος Μαρξιστικός οπτιμισμός!
Κανείς δεν πήγε παραπέρα την έλλειψη εμπιστοσύνης στον άνθρωπο.
Και, σε έσχατη ανάλυση, της μοίρας οι παθογένειες οικονομίας του σύμπαντος αυτού μοιάζουν περισσότερο τρομερές σε σύγκριση με την ενθουσιώδη θεϊκή έμπνευση και αυθόρμητη μεταστροφή του.
Οι Χριστιανοί και οι Κομμουνιστές θα μου πουν ότι ο οπτιμισμός τους βασίζεται σε πιο μεγάλο εύρος, ότι είναι ανώτερος από κάθε τι άλλο και ότι ο Θεός ή η ιστορία, σύμφωνα με το άτομο, αποτελούν το επαρκές παράγωγο προϊόν της διαλεκτικής τους.
Μπορώ να υποκύψω στην ίδια λογική.
Εάν ο Χριστιανισμός είναι απαισιόδοξος ως προς τον άνθρωπο, είναι αισιόδοξος ως προς την ανθρώπινη μοίρα.
Ε λοιπόν, μπορώ να πω ότι, ως απαισιόδοξος προς την ανθρώπινη μοίρα, είμαι αισιόδοξος ως προς τον άνθρωπο.
Και όχι στο όνομα ενός ανθρωπισμού στον οποίο μου φαινόταν πάντοτε ότι είχα έλλειψη αλλά στο όνομα μιας άγνοιας που προσπαθεί τίποτε να μην αρνείται.
Αυτό σημαίνει ότι οι λέξεις «πεσιμισμός» και «οπτιμισμός» πρέπει να οριστούν με σαφήνεια και ότι, μέχρι να μπορέσουμε να το κάνουμε, πρέπει να δώσουμε προσοχή σε ό,τι μας ενώνει μάλλον παρά σε ό,τι μας χωρίζει.
Ε.
Αυτά, πιστεύω, είναι όλα όσα είχα να πω.
Είμαστε αντιμέτωποι με το Κακό.
Και, όσον αφορά εμένα, νιώθω μάλλον όπως ο Αυγουστίνος (πριν γίνει Χριστιανός) όταν είπε: «Προσπάθησα να βρω την πηγή του Κακού και δεν κατέληξα πουθενά».
Είναι, όμως, εξίσου αλήθεια ότι εγώ –και ελάχιστοι άλλοι– γνωρίζουμε τι πρέπει να γίνει… αν όχι για να ελαττώσουμε το Κακό, τουλάχιστον για να μην το επαυξήσουμε.
Ίσως να μην μπορούμε να εμποδίσουμε αυτόν τον κόσμο από το να είναι ένας κόσμος στον οποίο βασανίζονται τα παιδιά και δίνουν την μαρτυρία τους. Μπορούμε, όμως, να ελαττώσουμε τον αριθμό των βασανισμένων παιδιών.
Και, αν δεν μας βοηθήσετε σεις, ποιός άλλος στον κόσμο μπορεί να μας βοηθήσει να το κάνουμε αυτό;
Έχει ξεκινήσει μια μεγάλη, άνιση μάχη ανάμεσα στις δυνάμεις του τρόμου και στις δυνάμεις του διαλόγου.
Δεν έχω παρά δικαιολογημένες αυταπάτες ως προς την έκβαση αυτής της μάχης.
Πιστεύω, όμως, ότι πρέπει να δοθεί και ξέρω ότι ορισμένοι άνθρωποι τουλάχιστον είναι αποφασισμένοι να την διεξάγουν.
Φοβάμαι, μόνο, ότι σε τακτά διαστήματα θα αισθάνονται κάπως μόνοι, ότι είναι στην πραγματικότητα μόνοι και πως –ύστερα από ένα διάλειμμα 2 χιλιάδων ετών– μπορεί να δούμε την θυσία του Σωκράτη να επαναλαμβάνεται αρκετές φορές.
Το πρόγραμμα του μέλλοντος είναι είτε ένας μόνιμος διάλογος είτε η επίσημη και συμβολική θανάτωση οποιωνδήποτε έχουν αποκτήσει εμπειρία διαλόγου.
Εφόσον έχω δώσει την απάντησή μου, η ερώτηση που θέτω στους Χριστιανούς είναι η εξής: «Θα εξακολουθήσει ο Σωκράτης να είναι μόνος του; Και υπάρχει ο,τιδήποτε σε αυτόν και στην διδασκαλία του που σας ωθεί να μας συνδράμετε;»
Είναι πιθανόν, το γνωρίζω καλά, ότι ο Χριστιανισμός θα απαντήσει αρνητικά.
Ω, όχι εξ ονόματός σας και με τη δική σας φωνή, έχω πειστεί γι’ αυτό.
Όμως, μπορεί –και αυτό είναι ακόμη πιο πιθανό– ο Χριστιανισμός να επιμείνει στην συντήρηση ενός συμβιβασμού ή, ειδάλλως, να προσδίδει στις καταγγελίες του την αφηρημένη μορφή μιας εγκυκλίου.
Πιθανότατα, θα επιμείνει να χάσει άπαξ και δια παντός την αρετή της ανάστασης που του ανήκε πριν από καιρό ώστε να εξεγείρεται.
Στην περίπτωση αυτή, οι Χριστιανοί θα ζήσουν και ο Χριστιανισμός θα πεθάνει. Οπότε, άλλοι θα πληρώσουν στην πραγματικότητα για την θυσία..
Όπως κι αν εξελιχθούν τα πράγματα, ένα τέτοιο μέλλον δεν ανήκει στα πλαίσια της αρμοδιότητός μου να το αποφασίσω παρά ολόκληρη την ελπίδα και την αγωνία που μου ξυπνά.
Μπορώ να μιλήσω μονάχα για ό,τι οίδα.
Και αυτό που οίδα (και που δημιουργεί μέσα μου μερικές φορές μια βαθειά ευχή) είναι ότι αν οι Χριστιανοί το αποφάσιζαν, εκατομμύρια φωνές –εκατομμύρια, λέω– σε όλον τον κόσμο θα προσμετρώνταν στην έκκληση μιας χούφτας απομονωμένων ατόμων οι οποίοι, δίχως κανένα είδος διασύνδεσης, μεσολαβούν σχεδόν παντού και ακαταπαύστως υπέρ των παιδιών και υπέρ των ανθρώπων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου