*όπου ''Ενός'' στα αρχαία ελληνικά σημαίνει ''άνθρωπος''. Έν=Ένα=One=Ο.Ν.Ε.=Ο.Η.Ε=UN=Γυνή=Οίνος=Venus/Αφροδίτη.

Η ''Πλειοψηφία του Ενός'' δεν αναφέρεται μόνο στο γεγονός ότι στην ζυγαριά της οικονομίας οι πολλοί βουλιάζουν και ο ένας διασώζεται αλλά, επιπροσθέτως, σημαίνει ότι αυτός ο ένας (1) άνθρωπος διασώζει κυρία και έλκει το πλοίο της κυβέρνησης, τον κύβο που ερρίφθη και βυθίζεται (όπως ακριβώς σε μιαν ζυγαριά όπου η μάζα των πολλών χάνεται λόγω του βάρους). Η βάση της ερευνητικής μεθόδου στηρίζεται στην διαδικασία λήψης αποφάσεων κατά πλειοψηφία και την έκδοση αποτελεσμάτων μετρήσεων, ερευνών, ψηφοφορίας, εκλογής στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια και στις Συνόδους Κορυφής της Ε.Κ. που διασώζουν μιαν χώρα -άνευ δικαιώματος αρνησικυρίας (βέτο)- από την ανισορροπία του Δημοσίου και από το “φούντο” του ταμείου της, δηλ. το Δ.Ν.Τ., με βάση τον Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος και το εσωτερικό δίκτυο INNERNET πληρωμής της εργασίας των Ελλήνων κατ' οίκον: είναι το μοναδικό οικονομικό και τραπεζικό σύστημα στον κόσμο που λειτουργεί ως ραδιο-τηλεοπτικό κανάλι θετικών ειδήσεων και νέων μέσω προγραμμάτων και ταινιών με σκοπό την επικοινωνία με το κοινό. Αφενός χρησιμεύει ως Τράπεζα (Data Bank) πληροφοριών, δεδομένων και αίματος με προσωπική περιουσία 300 τρις Φοινίκων και αφετέρου βασίζεται στους θεσμούς της Ελεύθερης Οικονομίας ("Free Market"), στην απόλυτη τραπεζική πίστη, στο επιτόκιο Labor και στο ελληνικό νόμισμα οίκου (I.Q., συμβολική ονομασία για τον Φοίνικα, ο οποίος είναι το νόμισμα των Ελλήνων που αγαπούν την πατρίδα τους, που γνωρίζουν επαρκώς αρχαία και νέα Ελληνικά, Λατινικά, Αγγλικά, Γαλλικά κ.τ.λ., αγαπούν την έντεχνη μουσική, ελληνική και ξένη, και την ίδια την Τέχνη ενώ, με βάση την κατά κεφαλήν καλλιέργεια του Α.Ε.Π. αποτελεί την πλέον ανθούσα οικονομία στην Ευρώπη). Πρόκειται για μιαν νομισματική μονάδα που χαμηλότερη από αυτήν στον κόσμο σε αξία πλούτου δεν υπάρχει διότι πρωτίστως η νοημοσύνη και το νόμισμα των πολιτών που την χρησιμοποιούν δεν υποτιμάται ΠΟΤΕ: ειδικότερα, στηρίζεται στο νόμισμα της Αναγέννησης -ο Φοίνιξ- με βάση την ρήτρα E.C.U., δηλαδή 1 Φοίνιξ=3 Δολλάρια ενώ το Ευρώ υπολογίζεται με βάση τις συναλλαγματικές ισοτιμίες των υπολοίπων νομισμάτων με βάση το E.C.U., το E.C.U. όμως υπολογίζεται ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ!

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2010

ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ ΙΔΕΩΝ: μικρή συλλογή κειμένων του δημοσιογράφου Χρύσανθου Λαζαρίδη (6)


Το άδοξο τέλος της «Νέας Εποχής»

5 Ιουλίου 2008 Χρύσανθος Λαζαρίδης
E-mailΕκτύπωσηPDF
Στις αρχές της δεκαετίας του Ά90, με την κατάρρευση των κοινωνιών του «υπαρκτού σοσιαλισμού» εγκαθιδρύθηκε διεθνώς – και κυρίως στη Δύση (ΗΠΑ και Ευρώπη) - ένα δόγμα «οικονομικής ορθοδοξίας» και ένα αντίστοιχο δόγμα «πολιτικής ορθότητας».
Τα δόγματα αυτά συνοψίζονταν στην «παγκοσμιοποίηση των ελεύθερων αγορών», στην απόλυτη επιβολή των δυτικών κοινωνιών στον υπόλοιπο κόσμο (μέσα από την λειτουργία των ελεύθερων αγορών), και την απόλυτη «αναμόρφωση» του υπόλοιπου κόσμου με τις δυτικές αξίες (μέσα από την πολιτική επιβολή της Δύσης).

* Το οικονομικό δόγμα στηρίζεται στις διεθνείς αγορές και τους αυτοματισμούς τους, που θα αποδεικνύονταν καλύτεροι μηχανισμοί «αυτορρύθμισης» από οποιαδήποτε εθνική πολιτική και κρατική παρέμβαση. Ταυτόχρονα, στηριζόταν στο νέο ρόλο των χρηματιστηρίων και στη δυνατότητά τους όχι μόνο να «απελευθερώνουν» το δυναμισμό των κοινωνιών, αλλά να αναμορφώσουν και τη διαστρωμάτωσή τους, να αναδείξουν νέες ελίτ. Ήταν, λοιπόν, ένα δόγμα φιλελεύθερης προσέγγισης στην οικονομία.

* Το πολιτικό δόγμα – που προσέλαβε τα χαρακτηριστικά ενός ασφυκτικού κώδικα «πολιτικής ορθότητας» - στηρίζεται στην κατάργηση των εθνικών κρατών και των «τειχών» που τα κράτη παραδοσιακά δημιουργούσαν ανάμεσα στις κοινωνίες. Ταυτόχρονα, προωθεί και «ευαγγελίζεται τον παρεμβατισμό υπερεθνικών οργανισμών, που θα «απορροφήσουν» τις εξουσίες των εθνικών κρατών. Θα «αναμορφώσουν» τις κοινωνίες, θα αλλάξουν όχι μόνο την παραγωγική βάση, αλλά και το ίδιο το ιδεολογικό-θεσμικό εποικοδόμημα των κοινωνιών. Θα αλλοιώσουν τη σύνθεση τους, θα καταργήσουν παραδοσιακές ταυτότητες και θα δημιουργήσουν νέες.

Τέτοιοι υπερεθνικοί οργανισμοί, στο βαθμό που θα ανακατανέμουν πόρους και ρόλους «από τα πάνω» κι «απΆ έξω» (δηλαδή από εξωτερικά «υπέρτερα» κέντρα εξουσίας), έχουν χαρακτήρα «σοσιαλδημοκρατικής» προσέγγισης, αν και σε διεθνή κλίμακα πλέον.

Παραδοσιακός και νέος-φιλελευθερισμός

Τα δύο νέα δόγματα είχαν και κάποιες ουσιώδεις διαφορές με τα πιο παραδοσιακά ρεύματα του φιλελευθερισμού και της σοσιαλδημοκρατίας.
* Το παραδοσιακό φιλελεύθερο δόγμα έδινε έμφαση στην απελευθέρωση του εμπορίου.
-- Το νέο-φιλελεύθερο δόγμα έδινε έμφαση στην απελευθέρωση της ροής κεφαλαίων, κυρίως των πιο βραχυχρόνιων και πιο ρευστών.
* Το παραδοσιακό φιλελεύθερο δόγμα έδινε έμφαση στη δημιουργία βιομηχανικής βάσης και εξαγωγών.
-- Το νέο-φιλελεύθερο δόγμα έδινε έμφαση στις υπηρεσίες και την «αποκάλυψη» χρηματιστηριακών υπεραξιών.
* Το παραδοσιακό φιλελεύθερο δόγμα έδινε έμφαση στην παραγωγική επένδυση.
-- Το νέο-φιλελεύθερο δόγμα έδινε έμφαση στην κερδοσκοπία.
* Το παραδοσιακό φιλελεύθερο δόγμα έδινε έμφαση στη διεύρυνση και ενίσχυση των μεσαίων στρωμάτων μέσα σε κάθε εθνική κοινωνία.
-- Το νέο-φιλελεύθερο δόγμα προσπάθησε να αναδείξει νέες «χρηματιστηριακές» και διεθνοποιημένες ελίτ μέσα σε κάθε εθνική κοινωνία.
* Το παραδοσιακό φιλελεύθερο δόγμα είχε σταθερό σημείο αναφοράς του την εσωτερική δημοκρατία και την δημοκρατική νομιμοποίηση.
-- Το νέο-φιλελεύθερο δόγμα αναδείκνυε διεθνείς οργανισμούς χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση και υπονόμευε τη δημοκρατία μέσα σε κάθε χώρα, με όχημα Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) αφανούς χρηματοδότησης, αμφισβητώντας το δημόσιο συμφέρον, κατακερματίζοντας κάθε κοινωνία σε αλληλοσυγκρουόμενες μειοψηφίες που δεν «αθροίζουν» δημόσιο συμφέρον, καταγγέλλοντας τη «δικτατορία της πλειοψηφίας» (!) και προσπαθώντας να επιβάλει την… «δημοκρατία» των μειοψηφιών!

Παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία και «πολιτική ορθότητα»

Ταυτόχρονα αναδείχθηκαν και σοβαρές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στην κλασική σοσιαλδημοκρατία και το νέο «προοδευτικό» δόγμα «πολιτικής ορθότητας» που προσπαθούσε να την υποκαταστήσει:
* Η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία έδινε έμφαση στη μετατροπή των εργατικών στρωμάτων σε μεσαία τάξη.
-- Το νέο δόγμα «πολιτικής ορθότητας» έδινε έμφαση στη δημιουργία νέων προλεταριακών στρωμάτων από μετανάστες, με παράλληλη αποδυνάμωση των παραδοσιακών μεσαίων στρωμάτων.
* Η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία προσπαθούσε να «ενσωματώσει» πολιτικά την εργατική τάξη στο σύστημα της αγοράς.
-- Η «πολιτική ορθότητα» επιχειρεί να διαλύσει την εργατική τάξη, να τη μετατρέψει σε «χυλό» καταναλωτών, όλο και περισσότερο εξαρτημένων από τις τράπεζες.
* Η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία, ενοποιούσε την εργατική τάξη και τα μεσαία στρώματα για να εξισορροπήσει την επιρροή του «μεγάλου κεφαλαίου».
-- Η «πολιτική ορθότητα» κατακερματίζει τη μεσαία τάξη και τα λαϊκά στρώματα σε «μειοψηφίες», και περιθωριοποιεί το «μεγάλο κεφάλαιο» κάθε κοινωνίας, για να επιβάλει την παγκοσμιοποίηση.
* Η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία έδινε έμφαση στη ανάπτυξη της εθνικής βιομηχανίας μέσα από την ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης.
-- Η «πολιτική ορθότητα» δίνει έμφαση στην ανάπτυξη των διεθνών χρηματιστηρίων και των αγορών περιουσιακών στοιχείων - κινητών και ακινήτων (asset markets).
* Η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία αναδιανέμει εισόδημα και ευκαιρίες από τους πλουσιότερους στους φτωχότερους.
-- Η «πολιτική ορθότητα» αναδιανέμει την παραγωγική βάση από τις αναπτυγμένες στις αναπτυσσόμενες χώρες που εμφανίζουν χαμηλότερο κόστος, ενώ μέσα στις αναπτυγμένες δυτικές κοινωνίες, αναδιανέμει πόρους από τη βιομηχανία στις τράπεζες, αναδιανέμει κέρδη από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στους «εθνικούς πρωταθλητές», τα ολιγοπώλια και τα καρτέλ, αναδιανέμει απασχόληση από τους εγχώριους εργαζόμενους στους χαμηλότερα αμειβόμενους μετανάστες, αναδιανέμει ευκαιρίες και ισχύ από τις «εμπράγματες αξίες» (μέσα παραγωγής) στην εκμετάλλευση της ρευστότητας (υπεραξίες περιουσίας).

* Η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία αναδεικνύει τις ταξικές αντιθέσεις και προσπαθεί να τις ενσωματώσει στη λογική της αγοράς.
-- Η «πολιτική ορθότητα» αναδεικνύει αιτήματα περιθωριακών ομάδων συγκαλύπτοντας τα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας: Ο «γάμος των ομοφυλοφίλων», η «νομιμοποίηση των ναρκωτικών», τα «δικαιώματα» των… «πειραματόζων» που «υποφέρουν στα εργαστήρια», η σωτηρία της «πολικής αρκούδας», αποτελούν αιτήματα υπαρκτά ή ανύπαρκτα, σοβαρά ή (ακατ)ανόητα, πάντως πολύ υποδεέστερα σε σύγκριση με άλλα, πολύ σοβαρότερα, που υποβαθμίζονται ή εξαφανίζονται πλήρως.

Ο μεγάλος… αναχρονισμός των «μεταλλαγμένων»!

Ο παραδοσιακός φιλελευθερισμός και η παραδοσιακή σοσιαλδημοκρατία έδιναν έμφαση στην εθνική ταυτότητα, στην προάσπιση του εθνικού-δημόσιου συμφέροντος και στην εμπέδωση της δημοκρατίας.
Αντίθετα, οι μεταλλαγμένες εκδοχές του νέου φιλελευθερισμού και της «προοδευτικής» πολιτικής ορθότητας από κοινού καταπολεμούν την εθνική συγκρότηση των κοινωνιών και τη δημοκρατική νομιμοποίησή των πολιτευμάτων τους. Ζητούν την εκχώρηση εξουσιών από τα εθνικά κοινοβούλια στα οποία υπάρχει δημοκρατικός έλεγχος, σε υπερεθνικά όργανα στα οποία ο έλεγχος είναι πολύ πιο έμμεσος, πολύ πιο δύσκολος, πολύ συχνά αδύνατος…

Οι μεταλλαγμένοι «νέο-φιλελεύθεροι» και οι μεταλλαγμένοι «προοδευτικοί» της «Νέας Εποχής» μετατράπηκαν σε ένα διεθνοποιημένο ιδεολογικό-πολιτικό αμάλγαμα που θυμίζει όλο και περισσότερο την Ιερά Συμμαχία του 19ου Αιώνα. Και η Ιερά Συμμαχία μισούσε και φοβόταν τους «δύο δαίμονες» - του εθνικισμού και της δημοκρατίας - προσπαθούσε να καταστείλει τα δημοκρατικά κινήματα, που αφορούσαν ταυτόχρονα την εθνική αυτοδιάθεση και τη δημοκρατική αυτοκυβέρνηση. Τελικώς, η Ιερά Συμμαχία ενταφιάστηκε από τα εθνικά και δημοκρατικά κινήματα της εποχής της…

Οι μεταλλαγμένοι «νέο-φιλελεύθεροι» και οι μεταλλαγμένοι «προοδευτικοί» ιεραπόστολοι της «πολιτικής ορθότητα» ευαγγελίζονται τη «Νέα Εποχή», αλλά αναπαλαιώνουν τα παρωχημένα δόγματα μιας ξεπερασμένης ιστορικής περιόδου. Εμφανίζονται ως «εκσυγχρονιστές», αλλά αποτελούν ένα ακραίο και υπερσυντηρητικό αναχρονισμό σε εποχές προ-δημοκρατικές και σε κατευθύνσεις αυτοκρατορικού Ολοκληρωτισμού.
Ήδη μάλιστα ηττώνται κατά κράτος, καθώς όλα τα δόγματά τους, καταρρέουν από τα πράγματα, διαψεύδονται από την πορεία των γεγονότων ή καταρρίπτονται από τη δημοκρατική αφύπνιση των λαών:

Η αποδόμηση της «Νέας Εποχής»

* Η παγκοσμιοποίηση ενισχύει τις χώρες του πρώην Τρίτου Κόσμου μάλλον, παρά τις χώρες της Δύσης. Αυτή τη στιγμή «ατμομηχανή» της παγκόσμιας ανάπτυξης είναι το κλάμπ των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότιος Αφρική), ενώ στον ατλαντικό χώρο, η μεν Ευρώπη υστερεί όλο και περισσότερο αναπτυξιακά, ενώ οι ΗΠΑ υπερχρεώνονται.

* Συγκεντρώνεται ήδη πολύ μεγάλος πλούτος στα χέρια κρατικών κεφαλαίων των αναπτυσσόμενων χωρών εκτός Δύσης. Με τα κεφάλαια αυτά – sovereign funds ονομάζονται πλέον –αγοράζονται συνεχώς είτε ιδιωτικοποιημένες εταιρίες της Ευρώπης, είτε υποδομές, είτε δημόσιο χρέος των ΗΠΑ. Ήδη οι Κινέζοι ελέγχουν τεράστιο μέρος του αμερικανικού χρέους. Ενώ οι Ρώσοι ελέγχουν όλο και περισσότερο τον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης. Τέλος οι ?ραβες και οι Ινδοί αγοράζουν εταιρίες παντού και αρχίζουν να ελέγχουν τις υποδομές, αλλά και μεγάλους παραγωγικούς κλάδους σε χώρες της Δύσης.

Τόσο Αμερικανοί και Ευρωπαίοι σηκώνουν ήδη τείχη προστατευτισμού για να περιορίσουν την διείσδυση των sovereign funds μέσα στις οικονομίες τους. Έτσι αντιστρέφεται πλέον η τάση των δύο προηγουμένων αιώνων: Δεν είναι πλέον το δυτικό κεφάλαιο που διεισδύει στον υπόλοιπο κόσμο. Είναι τα κεφάλαια του υπόλοιπου κόσμου που διεισδύουν στη Δύση.

Αντιστρέφεται και η τάση των περασμένων δύο δεκαετιών. Η ιδιωτικοποίηση και η ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων δεν είναι πλέον «της μόδας». Αφού οι ιδιωτικοποιήσεις οδηγούν συχνά σε… επανα-κρατικοποιήσεις από ξένες κυβερνήσεις…

* Τα διεθνή χρηματιστήρια προκαλούν εφήμερες εκρήξεις «υπεραξιών», αλλά δεν μπορούν να υποκινήσουν μια μακροχρόνια αναπτυξιακή δυναμική. Οι αγορές περιουσιακών στοιχείων (asset markets) επισκιάζουν τις αγορές αγαθών και υπηρεσιών, προκαλώντας στρεβλώσεις παραγωγικής συσσώρευσης και οδηγώντας σε αλλεπάλληλες κρίσεις, που δεν τις αντέχουν οι κοινωνίες και δεν μπορούν να τις διαχειριστούν οι κυβερνήσεις και οι διεθνείς οργανισμοί.
* Οι μεσαίες τάξεις στις δυτικές χώρες ήδη συμπιέζονται ασφυκτικά και αντιδρούν. Επιστρέφουν στις πιο παραδοσιακές αξίες και αναζητούν την ασφάλεια που τους προσέφερε η εθνική ταυτότητα και το έθνος-κράτος.
* Η Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση προσκρούει σε αλλεπάλληλα αδιέξοδα, καθώς οι κοινωνίες των Ευρώπης αρνούνται να εκχωρήσουν άλλες εθνικές εξουσίες σε υπερεθνικά όργανα. Τα αρνητικά δημοψηφίσματα διαδέχονται το ένα το άλλο (Σουηδία, Γαλλία, Ολλανδία, Ιρλανδία)

Από την «Νέα Εποχή» στην αληθινή Υπέρβαση

Τα μεταλλαγμένα ιδεολογήματα του νεοφιλελευθερισμού και της «πολιτικής ορθότητας» διαψεύδονται συνεχώς, πλήρως και ολοσχερώς. Οι κοινωνίες κινούνται προς πιο παραδοσιακές κατευθύνσεις.
Αλλά αυτό είναι μόνο η πρώτη αντίδραση. Ο 21ος αιώνας δεν μπορεί να επιστρέψει στον 19ο ή στον 20ο…
Η νέα εποχή θα προκύψει από την αποδόμηση των ιδεολογημάτων της «Νέας Εποχής». Μέσα από εκρήξεις και αναθεωρήσεις, όχι μέσα από επιβολή «μοναδικών αληθειών» και «μονοδρόμων».
Οι δυνάμεις που νίκησαν τον Ναπολέοντα επέβαλαν τη Νέα Τάξη πραγμάτων της «Ιεράς Συμμαχίας» στην Ευρώπη, το 1815. Χρειάστηκαν 15 χρόνια για να υπάρξουν οι πρώτες δημοκρατικές επαναστάσεις στην καρδιά της Ευρώπης, το 1830. Και μια 20ετία ακόμα για να καταρρεύσει πλήρως η «Ιερά Συμμαχία» από το «δεύτερο επαναστατικό κύμα» του 1848-50.
Δύο αιώνες αργότερα τα γεγονότα τρέχουν πολύ ταχύτερα και οι κοινωνίες αντιδρούν πολύ πιο άμεσα. Μια 20ετία είναι αρκετή για να ξεπεράσουμε τους μύθους της «Νέας Εποχής» και να αναζητήσουμε το μέλλον πέρα από μεταλλαγμένα ιδεολογήματα.
Η Νέα Εποχή αποδείχθηκε ότι δεν ήταν «Νέα» ούτε «Εποχή». Υπήρξε περισσότερο μια παρένθεση αναπαλαιωμένων ιδεολογημάτων, που διαψεύστηκαν σύντομα και χρεοκόπησαν πλήρως.
Οι μεγάλες κρίσεις, οι μεγάλες ρήξεις, οι μεγάλες ανασυνθέσεις και ο μεγάλες υπερβάσεις τώρα μόλις αρχίζουν.
Δεν θα είναι εύκολες. Δεν θα είναι ανώδυνες. Θα είναι όμως, συναρπαστικές. Όπως συμβαίνει σε κάθε μεγάλη μεταβατική περίοδο της Ιστορίας…
Γιατί η πραγματική μετάβαση – και η αληθινή Υπέρβαση – τώρα μόλις αρχίζει.


ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ....

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ 14/7/2008

Τι περιλαμβάνει μια στρατηγική εναντίον της διαφθοράς:
Πρώτον, το διαχωρισμό της γκρίζας οικονομίας (που πρέπει να ελεγχθεί) από τη μαύρη οικονομία (που πρέπει να καταπολεμηθεί αμείλικτα). Οι δραστηριότητες της γκρίζας οικονομίας είναι νόμιμες, αλλά αδήλωτες – είναι αδήλωτες παρά το ότι είναι νόμιμες. Αντίθετα, οι δραστηριότητες της μαύρης οικονομίας είναι παράνομες και εγκληματικές - είναι «αδήλωτες», επειδή είναι παράνομες.
Όμως, όσο διογκώνεται η γκρίζα οικονομία, εκτρέφει τη «μαύρη». Διότι αν υπάρξει εθισμός σε αδήλωτες πρακτικές, τότε ενισχύεται το κίνητρο για εγκληματικές πρακτικές που δίνουν μεγαλύτερο κέρδος. Αντίθετα, όταν υπάρξει διαχωρισμός ανάμεσα στην γκρίζα και τη μαύρη οικονομία, τότε η πρώτη τίθεται υπό έλεγχο και περιορίζεται, ενώ η δεύτερη καταστέλλεται ευκολότερο. Και μαζί της, καταπολεμάται και η διαφθορά την οποία εκτρέφει.
Βασικός μηχανισμός διαχωρισμού της γκρίζας από τη μαύρη οικονομία είναι η νομιμοποίηση μέρους της γκρίζας οικονομίας. Αν ο λόγος για τον οποίο οι άνθρωποι δεν δηλώνουν επίσημα μέρος της νόμιμης δραστηριότητάς τους είναι η υπερβολική φορολογική επιβάρυνση, τότε η μείωση της φορολογίας μπορεί να τους οδηγήσει να δηλώνουν όσα «έκρυβαν» προηγουμένως. Εδώ λειτουργεί πιο αποτελεσματικά συνδυασμός κινήτρων-αντικινήτρων: Μειώνουμε τους φορολογικούς συντελεστές, και ταυτόχρονα επιτείνουμε τους ελέγχους και αυξάνουμε τις ποινές για τους παραβάτες.
Κατάλληλος συνδυασμός κινήτρων-αντικινήτρων είναι πάντα αποτελεσματικός. Για την ακρίβεια υπάρχει πάντα ένας (τουλάχιστον) συνδυασμός κινήτρων-αντικινήτρων που «δουλεύει». Το ζήτημα είναι να τον αναζητήσουμε με υπομονή και να τον εφαρμόσουμε με επιμονή.
* Δεύτερον, περιλαμβάνει την απελευθέρωση (liberalization): Οι κοινωνίες πρέπει να απαλλαγούν από όλες εκείνες τις μείζονες αδικίες, οι αγορές από όλες εκείνες τις στρεβλώσεις και τα πολιτικά συστήματα από όλες εκείνες τις «δυσλειτουργίες» που προκαλούν διαφθορά. Προσοχή, όμως: μεταρρυθμίσεις που λειτουργούν απελευθερωτικά, συνεπάγονται και μέτρα που λειτουργούν κατασταλτικά. Για να απελευθερώσει αγορές, να καταργήσει στρεβλώσεις και να θεραπεύσει αδικίες, μια κοινωνία είναι υποχρεωμένη να συντρίψει τα κυκλώματα που κερδοσκοπούν από τον έλεγχο των αγορών, που θησαυρίζουν από τις στρεβλώσεις και τις αδικίες. Και θα αντισταθούν λυσσαλέα στην κατάργησή τους...
* Τρίτον, περιλαμβάνει τη ρύθμιση (regulation). Στην θεωρητική ανάλυση η «απελευθέρωση» και η «ρύθμιση» εμφανίζονται συνήθως ως αντιθετικά στοιχεία. Η απελευθέρωση των αγορών (από το κράτος) βρίσκεται θεωρητικά «στον αντίποδα» της παρεμβατικής ρύθμισης των αγορών (πάλι από το κράτος). Στην εφαρμοσμένη πολιτική, ωστόσο, απελευθέρωση και ρύθμιση είναι συχνά συμπληρωματικά στοιχεία. Τίθεται το πρόβλημα, δηλαδή, ως ποιο βαθμό απελευθερώνεται μια οικονομική ή κοινωνική πρακτική και σε πιο βαθμό, από τη στιγμή που θα απελευθερωθεί, ρυθμίζεται για να μη ξεφύγει από κάθε έλεγχο.
Στρατηγική κατά της διαφθοράς - Δευτερογενείς εστίες
* Τέταρτον, αφότου ληφθούν όλα τα ανωτέρω μέτρα – διαχωρισμού, απελευθέρωσης και ρύθμισης - αφότου, δηλαδή χτυπήσουμε όλες τις «πρωτογενείς» αιτίες της διαφθοράς - πρέπει στη συνέχεια να εντοπίσουμε και να χτυπήσουμε όλες τις «δευτερογενείς» εστίες: όλους τους «θύλακες» όπου έχουν ήδη δημιουργηθεί κυκλώματα διαφθοράς, που μπορούν να συνεχίσουν να υπάρχουν ακόμα κι όταν εξαλειφθούν τα αίτια που αρχικώς τα δημιούργησαν.
Οι δευτερογενείς εστίες διαφθοράς εντοπίζονται στα σημεία όπου «ακουμπά» η κοινωνία την πολιτική, η κοινωνία της οικονομία και η πολιτική την οικονομία.
* Όπου «ακουμπά» η κοινωνία την πολιτική, αναπτύσσεται διαφθορά που παίρνει τη μορφή νόθευσης των μηχανισμών εκπροσώπησης, διάβρωσης της αστυνομίας και της δικαιοσύνης, ανεξέλεγκτης γραφειοκρατίας κλπ.
* Όπου «ακουμπά» η κοινωνία την οικονομία, αναπτύσσονται κυκλώματα που εμποδίζουν την αξιοκρατική ανέλιξη, επιβάλλουν υποχρέωση των επιχειρήσεων να πληρώνουν «προστασία» ή αναστέλλουν πλήρως τη διάχυση της ανάπτυξης - του εισοδήματος και του πλούτου – ή εμποδίζουν τη διάχυση των ευκαιριών. Οι κανόνες της αγοράς ακυρώνονται και λειτουργούν μόνο οι κανόνες της «προστασίας».
* Όπου «ακουμπά» η πολιτική την οικονομία έχουμε στρεβλώσεις μονοπωλιακών πρακτικών, δεσπόζουσας θέσης, «εμπόδια εισόδου» νέων επιχειρήσεων και φαινόμενα διαπλοκής, όπου οι ισχυροί του πλούτου υποκαθιστούν και υποτάσσουν την πολιτική εξουσία. Η ελεύθερη οικονομία παύει να λειτουργεί και ισχύουν οι νόμοι των καρτέλ. Η δημοκρατία υποκαθίσταται σταδιακά από εξωθεσμικά κέντρα «διαπλεκομένων».
Συμπέρασμα: για την καταπολέμηση της διαφθοράς δεν αρκούν κατασταλτικά μέτρα, είναι απαραίτητες δομικές μεταρρυθμίσεις που καταπολεμούν τα βασικά αίτιά της. Αλλά, τα κατασταλτικά μέτρα είναι, εντούτοις απαραίτητα.
Μόνο με καταστολή η διαφθορά δεν αντιμετωπίζεται.
Αλλά χωρίς καταστολή, επίσης δεν αντιμετωπίζεται…
Παραδείγματα…
Ας δούμε κάποια παραδείγματα, από την ελληνική εμπειρία:
Το περιβόητο «φακελάκι» στα νοσοκομείο εκπηγάζει από μια θεμελιώδη στρέβλωση: Το γεγονός ότι οι απολαβές των νοσοκομειακών γιατρών είναι αφύσικα χαμηλές για τις σπουδές που έχουν κάνει. Το αποτέλεσμα είναι είτε να «συμπληρώνουν» με φακελάκι είτε να προσφέρουν κακή ιατρική (είτε και τα δύο). Όταν συμβαίνει το πρώτο, έχουμε δυσβάστακτη επιβάρυνση των ασθενών. Όταν συμβαίνει το δεύτερο, στέλνουμε τους ασθενείς στις ιδιωτικές κλινικές (όταν δεν τους στέλνουμε στον… «άλλο κόσμο»).
Η μεγάλη αύξηση στις αποδοχές των νοσοκομειακών γιατρών (τουλάχιστον διπλασιασμός) καταργεί τη στρέβλωση και εξαλείφει την ανάγκη που δημιουργεί το «φακελάκι».
Αλλά αυτή δεν είναι η μόνη εστία γκρίζας οικονομίας, ούτε η μόνη στρέβλωση στο χώρο της δημόσιας Υγείας. Τα ίδια τα δημόσια νοσοκομεία πρέπει να αποκτήσουν διπλή ευθύνη που σήμερα δεν έχουν. Ευθύνη να δημιουργούν έσοδα και ευθύνη να διαχειρίζονται τους πόρους τους, να κοστολογούν τις υπηρεσίες που προσφέρουν, να επενδύουν στην επέκτασή τους (που χρηματοδοτείται από το κράτος), όχι απλώς να επαιτούν από το κράτος να καλύψει τις «μαύρες τρύπες» τους.
Αυτό σημαίνει ότι θα προσλαμβάνουν γιατρούς που προσφέρουν καλύτερη ιατρική και προσελκύουν κοινό. Έτσι θα σπάσουν και τα «στεγανά κυκλώματα» των γιατρών, που λυμαίνονται τα νοσοκομεία σήμερα. Επίσης θα αλλάξει το σύστημα εφοδιασμού των νοσοκομείων σε ιατρικό υλικό, το οποίο πληρώνεται σήμερα από 40% ως 500% υψηλότερα από τις τιμές της αγοράς!
Τα δημόσια νοσοκομεία πρέπει να γίνουν ανταγωνιστικά - και μεταξύ τους και με τα ιδιωτικά. Οι γιατροί πρέπει να αμείβονται επαρκώς και να μπορούν να φέρνουν και ιδιωτική πελατεία παίρνοντας πρόσθετη αμοιβή οι ίδιοι και προσφέροντας έσοδα στο δημόσιο νοσοκομείο. Αυτός ο «εμβολιασμός» ενός «ήπιου ανταγωνισμού» στο χώρο της δημόσιας υγείας θα προσφέρει πολύ καλύτερες υπηρεσίες υγείας στο δημόσιο με χαμηλότερο κόστος (για τον φορολογούμενο).
Η δημόσια υγεία θα εξακολουθήσει στις περισσότερες περιπτώσεις και για τους περισσότερους πολίτες – κυρίως τους πιο αδύναμους – να προσφέρεται δωρεάν. Θα πληρώνουν τα ασφαλιστικά ταμεία. Κι επειδή τα νοσοκομεία θα κοστολογούν λεπτομερώς, τα ταμεία θα γνωρίζουν και θα ελέγχουν τι πληρώνουν (κι έτσι θα υπάρχει και «αυτορρύθμιση» στο σύστημα). Κι όχι μόνο τα δημόσια ταμεία. Αν τα δημόσια νοσοκομεία γίνουν ανταγωνιστικά, μπορούν να αναλαμβάνουν και δικαιούχους της ιδιωτικής ασφάλισης.
Έτσι η δημόσια περίθαλψη θα παραμείνει προσιτή σε όλους, αλλά θα αναβαθμιστεί. Θα πάψει να είναι «τριτοκοσμική» και θα γίνει σύγχρονη και ανταγωνιστική. Γιατί η κατάργηση των βασικών στρεβλώσεων και η διαφάνεια θα κινητροδοτήσει την ανταγωνιστικότητα στις προσφερόμενες υπηρεσίες.
Σήμερα ο πολίτης πληρώνει την υγεία και την ασφάλισή του διπλά: Πληρώνει τη δημόσια υγεία και τη δημόσια ασφάλιση υποχρεωτικά, ως φορολογούμενος κι ως ασφαλισμένος. Κι ύστερα, καταφεύγει στην ιδιωτική ασφάλιση για ώρα ανάγκης, και στην ιδιωτική περίθαλψη όταν έλθει αυτή η «ώρα ανάγκης».
Το ίδιο ισχύει και με την λεγόμενη Δημόσια Παιδεία. Την πληρώνουν όλοι αναγκαστικά, ως φορολογούμενοι. Αλλά, τα παιδιά τους μαθαίνουν τις απαραίτητες γνώσεις για να συνεχίσουν τις σπουδές τους, στα φροντιστήρια, δηλαδή στα ιδιωτικά – και ακριβοπληρωμένα - κυκλώματα της παραπαιδείας.
Αυτή η διπλή επιβάρυνση της κοινωνίας για την Υγεία, την Ασφάλιση, την Παιδεία, αποτελεί τεράστια σπατάλη πόρων, σκανδαλώδη εκμετάλλευση του πολίτη και απίστευτη στρέβλωση για την κοινωνία. Δεν εξυπηρετεί καμία συλλογική ανάγκη δεν παράγει κανένα συλλογικό αγαθό, απλώς συντηρεί τεράστια γκρίζα οικονομία μέσα στην οποία ανθούν κυκλώματα που κερδοσκοπούν από την συντηρούμενη ανικανότητα του Δημοσίου να καλύψει ανάγκες των πολιτών του, για τις οποίες τους φορολογεί εξουθενωτικά. Τους φορολογεί, αλλά δεν τους εξυπηρετεί…
Η ιστορική υπέρβαση κι η διαλεκτική σύνθεση
-- Οι Σοσιαλιστές πρέπει να αντιληφθούν ότι η κατάργηση των στρεβλώσεων είναι αποκατάσταση κοινωνικών αδικιών, όχι «νεοφιλελεύθερης επιχειρηματικής ασυδοσίας».
-- Οι Σοσιαλιστές πρέπει ακόμα να αντιληφθούν ότι η αποκατάσταση «ήπιου ανταγωνισμού» και διαφάνειας στην παραγωγή των «δημόσιων αγαθών» υπηρετεί τους πολίτες και περιθωριοποιεί τα κυκλώματα της ιδιωτικής παραοικονομίας που ανθούν σήμερα. Όπου τα δημόσια αγαθά δεν είναι ούτε «δημόσια» ούτε «αγαθά»…
-- Από την άλλη πλευρά, οι Φιλελεύθεροι πρέπει να αντιληφθούν ότι η κατάργηση των στρεβλώσεων και η αποκατάσταση διαφάνειας απαιτούν καλύτερο και αποτελεσματικότερο κράτος, όχι αναγκαστικά «λιγότερο» κράτος.
Στην Ελλάδα δεν έχουμε ένα «διεφθαρμένο δημόσιο» από τη μια πλευρά και μια «υγιή επιχειρηματικότητα» από την άλλη πλευρά. Έχουμε ένα διογκωμένο δημόσιο, οι στρεβλώσεις του οποίου έχουν «διαφθείρει» και την επιχειρηματικότητα του ιδιωτικού τομέα.
Οι στρεβλώσεις αυτές εκτρέφουν την ιδιωτική παραοικονομία και δημιουργούν τεράστιες κοινωνικές αδικίες. Στην κατάργηση αυτών των στρεβλώσεων και στην αναίρεση αυτών των αδικιών δεν αντιστέκονται μόνο οι «κρατιστές» και οι συντεχνίες του δημοσίου. Αντιστέκονται, επίσης, πάσης φύσεως κερδοσκόποι και κυκλώματα της (ιδιωτικής) παραοικονομίας.
-- Οι Σοσιαλιστές πρέπει να αντιληφθούν ότι η κατάργηση των οικονομικών στρεβλώσεων είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την καταπολέμηση των μεγάλων κοινωνικών αδικιών.
-- Οι Φιλελεύθεροι πρέπει να αντιληφθούν ότι χωρίς ισχυρό κράτος δεν καταπολεμούνται οι στρεβλώσεις, ούτε τα κυκλώματα που θησαυρίζουν απ’ αυτές.
Το επόμενη κύμα των μεταρρυθμίσεων θα καταπολεμήσει τη διαφθορά, στο βαθμό που οι Σοσιαλιστές και οι Φιλελεύθεροι – οι πρωταγωνιστές των δύο προηγούμενων μεγάλων μεταρρυθμιστικών κυμάτων – κάνουν την υπέρβαση των ιστορικών τους αντιθέσεων και να αποτολμήσουν τη σύνθεση των αντιθετικών τους «προταγμάτων».
Η διαφθορά δεν εδρεύει μόνο στο κράτος, ούτε εδρεύει μόνο στον ιδιωτικό τομέα. Εδρεύει στην «γκρίζα οικονομία», όταν αυτή αναπτύσσεται εκτός ελέγχου κι αναπαράγεται εκεί όπου κράτος και ιδιωτική οικονομία «ακουμπάνε». Διαφθείρει και το δημόσιο και τον επιχειρηματικό κόσμο.
Το επόμενο ιστορικό κύμα μεταρρυθμίσεων δεν θα είναι «Σοσιαλιστικό», δεν θα είναι «Φιλελεύθερο», θα είναι η υπέρβαση της ιστορικής αντιπαλότητας ανάμεσα τους.
Το μεγαλύτερο εμπόδιο για την καταπολέμηση της διαφθοράς, βρίσκεται στη διάσταση Σοσιαλιστών – Φιλελευθέρων και στα παρωχημένα στερεότυπα προς τα οποία μένουν αμφότεροι προσκολλημένοι: Έτσι οι Σοσιαλιστές γίνονται απολογητές του κρατισμού και των στρεβλώσεων που αυτός επιβάλλει. Από την άλλη πλευρά οι Φιλελεύθεροι γίνονται απολογητές μιας «επιχειρηματικότητας» που κερδοσκοπεί από τη διαφθορά, ενώ είναι αντίθετοι στη δημιουργία ενός ισχυρού κράτους απαραίτητου για να χτυπηθούν τα κυκλώματα διαφθοράς.
Οι Σοσιαλιστές είναι συχνά αντίθετοι με την καταπολέμηση των πρωτογενών αιτίων διαφθοράς, ενώ οι Φιλελεύθεροι είναι αντίθετοι με την καταπολέμηση των δευτερογενών εστιών διαφθοράς. Έτσι η διαφθορά συνεχίζει να αναπτύσσεται όσο οι Σοσιαλιστές κι οι Φιλελεύθεροι – κολλημένοι στα ξεπερασμένα στερεότυπα τους – συνεχίζουν να ακυρώνουν οι μεν τους δε.
Η υπέρβαση αυτής της ιστορικής αντίθεσης δεν είναι «διανοητική άσκηση», είναι ιστορική αναγκαιότητα. Είναι διαλεκτική σύνθεση απαραίτητη για να διασωθούν και η κοινωνική δικαιοσύνη και η οικονομική αποτελεσματικότητα και η ίδια η δημοκρατία, τα βασικά προτάγματα Σοσιαλιστών και Φιλελευθέρων.
Που χώρια δεν μπορούν πια να τα προασπιστούν.
Και μαζί δεν τολμούν, ακόμα, να προχωρήσουν…


Αστάθεια παντού – αποσταθεροποίηση εντός
του Χρύσανθου Λαζαρίδη, 22/7/2008

Ας ξεχάσουμε για μια στιγμή τι συμβαίνει «εντός μας» - μέσα στην Ελλάδα – κι ας στρέψουμε την προσοχή μας σε ό,τι συμβαίνει γύρω μας – στον εγγύς και διεθνή περίγυρό μας: 
* Στη Μέση Ανατολή σοβεί η επόμενη μεγάλη κρίση, με επίκεντρο το Ιράν. Που αν ξεσπάσει, θα έχει δραματικές συνέπειες διεθνώς. Με τη τιμή του πετρελαίου να ξεπερνά τα 250 δολάρια το βαρέλι…
* Στην Τουρκία βρίσκεται εν εξελίξει η μεγαλύτερη εσωτερική αποσταθεροποίηση του καθεστώτος, από τη δεκαετία του Ά20. Είτε θα ξεσπάσει πραξικόπημα, είτε θα συντελεστεί δραματική μεταπολίτευση. Σε κάθε περίπτωση θα έχουμε σοβαρούς εσωτερικούς κραδασμούς και πιθανούς εξωτερικούς «σπασμούς»…
* Στα Βαλκάνια έχουμε να κυοφορούνται «εξελίξεις»: στο Κοσσοβο, στη FYROM, στη Σερβία και στη Βοσνία. Πολλοί δεν αποκλείουν νέα αλλαγή του χάρτη της περιοχής… 
* Στην Ευρώπη έχουμε πολιτικό και οικονομικό αδιέξοδο. Ο Γάλλος Πρόεδρος Σαρκοζύ, προεδρεύων της Ένωσης για το τρέχον εξάμηνο, μίλησε για την περίπτωση μη επικύρωσης του Συμφώνου της Λισσαβόνας. Αν επαληθευθεί αυτό, θα είναι η δεύτερη απόπειρα συνταγματικής μεταρρύθμισης της Ευρώπης που αποτυγχάνει μέσα σε τρία χρόνια. Και κάθε περαιτέρω διεύρυνση αναστέλλεται επ’ αόριστον. Οικονομικά, ο ίδιος ο κ. Σαρκοζύ υπογράμμισε ότι η Ευρώπη δεν αντέχει ταυτόχρονη άνοδο και του πετρελαίου και των επιτοκίων και του ευρώ. Ο κίνδυνος του στασιμοπληθωρισμού απειλεί ήδη τα θεμέλια του ευρωπαϊκού εγχειρήματος…
* Οι ΗΠΑ οδεύουν σε μείζονα αλλαγή. Ο Τζόρτζ Μπούς και το επιτελείο του αποχωρούν από τη διακυβέρνηση. Δεν ξέρουμε ποιοί θα έλθουν στη θέση τους. Δεν είναι σαφές ποια πολιτική θα ακολουθήσει ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου. Γνωρίζουμε μόνο ότι η Ουάσιγκτων προετοιμάζεται για μεγάλες αλλαγές πολιτικής… Όλα αυτά δεν οδηγούν ασφαλώς στη «συντέλεια του κόσμου». Σημαίνουν, απλώς, ότι εισερχόμαστε σε περίοδο πολλαπλής ταυτόχρονης αστάθειας παντού: Στη Μέση Ανατολή, στην Τουρκία, στα Βαλκάνια, στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ.
Δεν χρειάζεται καν να συμβούν παντού «τεκτονικοί σεισμοί». Αρκεί να συμπέσουν μερικές - έστω και μέτριες - ανακατατάξεις, σε μερικά μόνο σημεία, για να προκαλέσουν μεγάλες ανατροπές διεθνώς.
Τέτοιες περίοδοι αστάθειας είναι εξαιρετικά επικίνδυνοι, ιδιαίτερα για τους «μικρούς» που βρίσκονται κοντά σε εστίες κρίσης. Ίσα-ίσα σε τέτοιες περιόδους χρειαζόμαστε ισχυρή διακυβέρνηση μέσα στη χώρα, με αυξημένη νομιμοποίηση και σαφή αίσθηση κατεύθυνσης. 
Όμως, στην Ελλάδα καταρρέει και το πολιτικό σκηνικό! Κι η κοινωνία καθίσταται πολύ πιο ευάλωτη στους κινδύνους της πολλαπλής εξωτερικής αστάθειας. Κι ανίκανη να εκμεταλλευτεί τις όποιες ευκαιρίες… 
Εμείς, όμως, δεν συζητάμε γιΆ όλα αυτά. Ούτε μας απασχολούν. Ούτε που τα παίρνουμε χαμπάρι…
Δυστυχώς.

Ανάγκη – όχι «επιλογή»…

Του Χρύσανθου Λαζαρίδη, 1/8/2008



Γιατί άραγε, ο Σκοπιανός Πρωθυπουργός Γκρουέφσκι κάνει τέτοια επίδειξη αδιαλλαξίας έναντι της Ελλάδας; Γιατί δεν συμμορφώνεται προς τις υποδείξεις ακόμα και του μεσολαβητή Μάθιου Νίμιτς να «κατεβάσει τους τόνους»; 
Πρόκειται απλώς για εθνικιστικό παραλήρημα, προς εσωτερική χρήση;

Αυτή είναι η πρόχειρη εξήγηση στην οποία καταφεύγουν πολλοί στην Αθήνα.

Παραβλέποντας, ωστόσο, μια σοβαρή ιδιομορφία της FYROM:

* Τα Σκόπια δεν είναι τυπική περίπτωση εθνικού κράτους. Είναι ένα ιδιότυπο 
κρατικό μόρφωμα χωρίς εθνική ομοιογένεια,με πληθυσμούς χωρίς ενιαία ταυτότητα.Ακριβέστερα, αποτελείται από πληθυσμούς μεδιαφορετικές εθνικές ταυτότητες, που προσπαθεί να τις συμπιέσει κάτω από το βάρος του «μακεδονισμού»: Προσπαθεί να τους δώσει ψεύτικη («μακεδονική») ταυτότητα, για να εξαφανίσει τις πραγματικές - και πολύ διαφορετικές - ταυτότητες του πληθυσμού του.
Για τη FYROM είναι υπαρξιακή ανάγκη η εσωτερική καταπίεση των πληθυσμών της και η εξαγωγή εθνικισμού προς τα έξω. Προσπαθεί να επιβάλει τη μακεδονική συνείδηση για να τους ενώσει διαχρονικά και αναδεικνύει αλυτρωτικά αιτήματα σε βάρος των γειτόνων της για να τους συσπειρώνει στις δύσκολες στιγμές…

Για τη FYROM ο «εθνικισμός» είναι ΑΝΑΓΚΗ - δεν είναι επιλογή.


Επί πλέον, ο Γκρουέφσκι πιέζεται σήμερα από τους νέους κυβερνητικούς εταίρους του – το μεγαλύτερο αλβανικό κόμμα του Αχμέτι – να προχωρήσει σε αλλαγές για την «υλοποίηση της Συμφωνίας της Αχρίδας». Δηλαδή τη σταδιακή μετατροπή της FYROM σε Ομοσπονδία διαφορετικών εθνοτήτων.

Όμως, αν πάψει να είναι «εθνικό κράτος», τότε πολλοί από τους σλαβόφωνους θα αρχίσουν να νιώθουν «Βούλγαροι» και να αλληθωρίζουν προς τη Σόφια. Αυτό, άλλωστε, ήδη έχει αρχίσει…

Χρειάζεται, λοιπόν, να
 «μπετονάρει» τους σλαβόφωνους – δηλαδή να τους φανατίσει και να τους συσπειρώσει γύρω του - για να προχωρήσει μετά σε ένα «ιστορικό συμβιβασμό» με τους Αλβανούς του κράτους του, σε λύση Ομοσπονδίας.
Κι αυτή είναι η αντίφαση που πρέπει να διαχειριστεί ο Γκρουέφσκι:

-- 
Η εθνική αφύπνιση των Αλβανών διαλύει τη FYROM.
-- Η διαπραγμάτευση Ομοσπονδιακής λύσης (για την αποφυγή απόσχισης των Αλβανών) διαλύει και την κοινότητα των σλαβοφώνων.

Να γιατί χρειάζεται όλο και μεγαλύτερες δόσεις καταπίεσης προς τα μέσα και εθνικισμού-αλυτρωτισμού προς τα έξω…

Η πολιτική του είναι «μονόδρομος». Είναι ανάγκη. Δεν είναι «επιλογή». Δεν έχει περιθώρια να πολιτευθεί διαφορετικά…

Όλα αυτά δεν έχουν σχέση με μας ούτε με το πρόβλημα (του ονόματος) που έχει μαζί μας. Καλά κάνουμε και τον «εκθέτουμε» τους τελευταίους μήνες. Αλλά είναι καιρός να ετοιμαζόμαστε για «εφεδρικά σενάρια», άσχετα με μας κι ανεξάρτητα από τη βούλησή μας. Αλλά με σοβαρές επιπτώσεις στην περιοχή μας…



Συμμαχικά «δεκανίκια» ή μεταρρυθμιστική πνοή;

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 19/8/2008


Ακούγονται, τελευταία, διάφορα σενάρια για «νέα συμμαχικά σχήματα διακυβέρνησης» στην Ελλάδα: Με επικρατέστερες εκδοχές τη δημιουργία «μεγάλου συνασπισμού» ΝΔ-ΠΑΣΟΚ και τη κυβερνητική συνεργασία ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ.
Ας μας επιτραπούν, εν προκειμένω, τρεις παρατηρήσεις:


* Οι «μεγάλοι συνασπισμοί» αντίπαλων κομμάτων εξουσίας της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς, είναι σπάνιοι. Κι όταν συμβαίνουν είναι προσωρινοί μάλλον (εξ ανάγκης). Από τις σπάνιες εξαιρέσεις, ο «μεγάλος Συνασπισμός» στη Γερμανία (μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών). Όμως η Καγκελάριος Μέρκελ εφαρμόζει, σήμερα το πρόγραμμα του Σοσιαλδημοκράτη Σρέντερ, την περιβόητη «ατζέντα 2010». Που είναι πολύ πιο «προωθημένη» – προς τη φιλελεύθερη κατεύθυνση – απΆ ότι πέρασε ποτέ από το μυαλό της ΝΔ στην Ελλάδα…
Στη Γερμανία οι Κεντροαριστεροί είχαν προσεγγίσει τις θέσεις των Κεντροδεξιών πολύ πριν αναγκαστούν να συγκυβερνήσουν μαζί τους. Αυτό στην Ελλάδα δεν έχει συμβεί.
* Όσον αφορά το σενάριο ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ, το εγχείρημα θα αποδειχθεί ακόμα πιο αδιέξοδο: Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κουρασμένο κόμμα εξουσίας βαθιά διαιρεμένο σήμερα, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί ετερογενές συνονθύλευμα περιθωριακών δυνάμεων διαμαρτυρίας. Το ΠΑΣΟΚ έχει πείρα, αναμφίβολα, αλλά δεν διαθέτει σφρίγος. Ο ΣΥΡΙΖΑ διαθέτει σφρίγος, αναμφίβολα, αλλά δεν έχει πολιτική ωριμότητα να (συγ)κυβερνήσει. Ενώ και τα δύο είναι ασταθή και διχασμένα. Οι προκλήσεις, οι ευθύνες και οι πιέσεις διακυβέρνησης, όχι μόνο θα διαλύσουν τη συνεργασία μεταξύ τους, αλλά θα διαλύσουν εσωτερικά και το καθένα ξεχωριστά.
Δείτε τι συνέβη πρόσφατα με την Κεντροαριστερή κυβέρνηση Πρόντι στην Ιταλία: Κατέρρευσε μέσα σε ένα χρόνο, δίνοντας την ευκαιρία στον «φθαρμένο» Μπερλουσκόνι, να επιστρέψει στο προσκήνιο με εκλογικό θρίαμβο…
* Χωρίς στρατηγική μεταρρυθμίσεων, κανείς δεν μπορεί να κυβερνήσει την Ελλάδα σήμερα. Χωρίς ερείσματα μέσα στην κοινωνία και ιδεολογία μεταρρυθμίσεων, κανείς δεν μπορεί να αποτολμήσει αποφασιστικές τομές. Χωρίς ισχυρή νομιμοποιητική βάση, κανείς δεν μπορεί να προγραμματίσει και να φέρει σε πέρας κρίσιμες μεταρρυθμίσεις. Οι εύθραυστοι συνασπισμοί κομμάτων πολλαπλασιάζουν τις αδυναμίες τους, δεν αθροίζουν τη δύναμή τους. Τα κόμματα πρέπει να βρουν τον εαυτό τους και να σταθούν στα πόδια τους – εν ανάγκη να μετασχηματιστούν για να το πετύχουν – όχι να χρησιμοποιήσουν το ένα το άλλο ως «δεκανίκι» για να σταθούν.
Μεγάλες και σαρωτικές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα έκαναν ο Χαρίλαος Τρικούπης, ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Αλέξανδρος Παπάγος, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Όλοι τους στηρίχθηκαν σε πανίσχυρη λαϊκή εντολή. Κανείς τους δεν στηρίχθηκε σε «δεκανίκια»…
Οι τολμηρές μεταρρυθμίσεις απαιτούν ισχυρή πολιτική βούληση, ισχυρή νομιμοποιητική βάση, ισχυρή λαϊκή εντολή. Όχι εύθραυστες κυβερνητικές συμμαχίες με ασθενείς και αμοιβαία υποβλεπόμενους κυβερνητικούς εταίρους.

Ο Κόσμος αλλάζει – εμείς στην… «κοσμάρα» μας!

Του Χρυσανθου Λαζαρίδη, 23/8/2008



Η κρίση στον Καύκασο, απέδειξε πόσο λίγο καταλαβαίνουμε τον κόσμο μέσα στον οποίο ζούμε.
Μέσα σε έξη μήνες, δύο διεθνείς κρίσεις (στο Κόσσοβο και στη Γεωργία), εξευτέλισαν κάθε έννοια Διεθνούς Δικαίου. Απαξίωσαν πλήρως την – υποτιθέμενη – «βάση των σύγχρονων Διεθνών Σχέσεων».
Δύο διεθνείς κρίσεις απόλυτα συγκρίσιμες από νομική άποψη (αν και διαφορετικές από πολιτική άποψη), αντιμετωπίστηκαν εντελώς αντίστροφα από τους «μεγάλους» του κόσμου:
-- Οι ΗΠΑ και πολλά ευρωπαϊκά κράτη, υποστήριξαν τους αποσχιστές στη μία περίπτωση (του Κοσσόβου), κόντρα στο κράτος από το οποίο προσπάθησαν να αποσχιστούν (τη Σερβία). Αλλά υποστήριξαν και το κράτος που προσπάθησε βιαίως να προσαρτήσει μιαν αποσχισθείσα περιοχή (τη Γεωργία), κόντρα στους αποσχιστές (Οσέτιους), στην περίπτωση του Καυκάσου.
-- Η Ρωσία, στην κρίση του Κοσσυφοπεδίου, υποστήριξε το κράτος σε βάρος του οποίου έγινε η απόσχιση (τη Σερβία), ενάντια στους αποσχιστές (Κοσσοβάρους), Αλλά στην κρίση του Καυκάσου υποστήριξε τους αποσχιστές (Οσέτιους), κόντρα στην κυβέρνηση (της Γεωργίας) που προσπάθησε βίαια να τους επανεντάξει στην επικράτειά της…
Τι απ’ όλα αυτά είναι «παράνομο» και τι «νόμιμο»;
Όλα είναι παράνομα.
Μην ψάχνετε ποια είναι η άποψη της «διεθνούς κοινότητας». Δεν υπάρχει «διεθνής κοινότητα». Υπάρχουν διεθνείς συνασπισμοί - αποκρυσταλλωμένοι ή υπό διαμόρφωση - με διαφορετικά συμφέροντα και επιδιώξεις.
Μην αναζητείται «ποιο είναι το συμφέρον της Ευρώπης». Η Ευρώπη δεν είναι ενιαία, αποτελείται από διαφορετικά εθνικά κράτη με διαφορετικές – ενίοτε και αντίθετες – επιδιώξεις.

Το Διεθνές Δίκαιο δεν είναι πλέον βάση που μπορεί να λύσει προβλήματα διεθνών σχέσεων. Όλοι επιστρέφουν στην κλασσική μέθοδο αντιπαράθεσης εθνικών συμφερόντων, που μπορεί να οδηγήσει σε συμβιβασμό για να αποφύγει την σύγκρουση, ή σε σύγκρουση - που θα οδηγήσει σε νέο συμβιβασμό, ανάλογα με την έκβασή της.

Που πάμε λοιπόν; Σε μείζονα συμβιβασμό ή σε παγκόσμια σύγκρουση;

Αυτή τη στιγμή ούτε η Ρωσία ούτε οι ΗΠΑ ούτε η Ευρώπη θέλουν τη σύγκρουση:
-- Οι ΗΠΑ δεν την αντέχουν. Έχουν ήδη ανοίξει πολλά μέτωπα, στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, έχουν δυνητικό μέτωπο με το Ιράν, σε όλα αυτά χρειάζονται τη βοήθεια ή την ανοχή της Ρωσίας, δεν έχουν καμία διάθεση να «εμπλακούν» μαζί της στον Καύκασο. Κι ας λένε…
-- Η ίδια η Ρωσία δεν έχει κανένα λόγο να προτιμήσει τη σύγκρουση με τις ΗΠΑ, όταν έχει τη δυνατότητα να εξασφαλίσει τα ίδια (και περισσότερα) σε συνεργασία μαζί της. Η επάνοδος της Ρωσίας στο προσκήνιο έγινε με εξαγωγές ενεργειακών πόρων στη Δύση. Δεν έχει κανένα λόγο να συγκρουστεί με τους «πελάτες» της, που χρηματοδοτούν την ανάκαμψή της. 
-- Όσον αφορά την Ευρώπη, είναι βαθιά διαιρεμένη, έτσι κι αλλιώς, για να αντέξει σύγκρουση με τη Ρωσία. Και πολύ εξαρτημένη από τους ενεργειακούς πόρους της Ρωσίας, για να κλιμακώσει μιαν «αχρείαστη» αντιπαράθεση μαζί της. 
Αυτή τη στιγμή δεν επιστρέφουμε στον Ψυχρό Πόλεμο. Συμβαίνει κάτι εντελώς διαφορετικό: οι εθνικοί ανταγωνισμοί επιστρέφουν στο προσκήνιο. Ταυτόχρονα, αναδεικνύεται η δυνατότητα ενός μείζονος διεθνούς συμβιβασμού, με βάση την ισορροπία, τη μακροχρόνια σταθερότητα και την μεγιστοποίηση των συμφερόντων όλων. 
Όλοι ανακαλύπτουν ξανά την προτεραιότητα των εθνικών συμφερόντων: των συμφερόντων παγκόσμιας ή περιφερειακής ηγεμονίας των μεγάλων δυνάμεων, και των συμφερόντων ασφαλείας των μικρότερων χωρών. Η Πολιτική – για την ακρίβεια, ο πολιτικός Ρεαλισμός - επιστρέφει στις διεθνείς σχέσεις. Ο ιδεαλισμός του Διεθνούς Δικαίου περιθωριοποιείται. 

Κι εδώ ακριβώς έγκειται το ιδιαίτερο πρόβλημα της Ελλάδας. Οι πιο διορατικοί ηγέτες μας αντιλαμβάνονται σήμερα – κι ας μην τολμούν να το ομολογήσουν δημόσια - ότι οι δύο τελευταίες κρίσεις υπονομεύουν τις ελληνικές θέσεις στης Κύπρο:
* Πώς μπορούμε να είμαστε «αλληλέγγυοι» με τη Ρωσία, όταν αυτή η τελευταία υποστηρίζει με στρατιωτικά μέσα την παράνομη απόσχιση της Ν. Οσετίας, όπως ακριβώς η Τουρκία διατηρεί δυνάμεις κατοχής και υποστηρίζει την παράνομη «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου»; 
* Και πώς μπορούμε να είμαστε «αλληλέγγυοι» με τους Νατοϊκούς συμμάχους και τους Ευρωπαίους εταίρους μας, που χαλάνε τον κόσμο για την παρουσία ρωσικών στρατευμάτων κατοχής στη μακρινή Γεωργία, αλλά δεν λένε κουβέντα για την παρουσία τουρκικών στρατευμάτων κατοχής στην Κύπρο, που δεν είναι «μακρινή», είναι πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 
Η «νομική προσέγγιση» μας απομονώνει απ’ όλους. Η αποκλειστική εμμονή στο Διεθνές Δίκαιο μας αφήνει χωρίς συμμάχους και χωρίς Πολιτική. 
Ο κόσμος επιστρέφει σε ένα παίγνιο διεθνών ανταγωνισμών, αντιπαραθέσεων, συγκρούσεων, αλλά και πολιτικών συμβιβασμών. Ενώ εμείς παραμένουμε προσκολλημένη στη μεταμοντέρνα «Ουτοπία» - του ΕΛΙΑΜΕΠ και ποικίλων (έξωθεν χρηματοδοτούμενων) ΜΚΟ και think tanks - περί Διεθνούς Δικαίου. 
Ακόμα χειρότερα: όταν ο κόσμος «αλλάζει υπόδειγμα», στην Ελλάδα βυθιζόμαστε στην ακυβερνησία…
Χρειαζόμαστε μια νέα Μεταπολίτευση, όχι μόνο για να ξεμπλοκάρουμε τις εσωτερικές εξελίξεις, όχι μόνο για να στερεώσουμε τη δημοκρατία μας που ολοταχώς απαξιώνεται. Αλλά και για να επιβιώσουμε σε ένα ανήσυχο κόσμο - για να αφυπνιστούμε από τις πολύ επικίνδυνες ψευδαισθήσεις μας για τον κόσμο που μας περιβάλλει… 


Του Χρύσανθου Λαζαρίδη, 31/8/2008
Κάποιοι, με αφορμή την κρίση στον Καύκασο, προβλέπουν «επιστροφή στον Ψυχρό Πόλεμο». Κάτι τέτοιο, όμως, παρά την κλιμάκωση που υπάρχει σήμερα και τις δηλητηριώδεις δηλώσεις που ανταλλάσσονται εκατέρωθεν, είναι απίθανο να συμβεί. Και να γιατί:
H Ρωσία διαθέτει, αυτή τη στιγμή, ένα πολύ δυνατό «ατού»: Την εξάρτηση των ΝΑΤΟϊκών δυνάμενων που βρίσκονται στο Αφγανιστάν, από τη ρωσική στήριξη. Πράγματι, μετά και την αποσταθεροποίηση του Πακιστάν, η μόνη δίοδος ανεφοδιασμού των ΝΑΤΟϊκων δυνάμεων στο Αφγανιστάν, είναι από το Ουζμπεκιστάν και το Τανζικιστάν, δύο πρώην σοβιετικές δημοκρατίες που συμμετέχουν στο Σύμφωνο της Σαγκάης: μια - άτυπη επί του παρόντος - συμμαχία, όπου πρωτοστατούν η Ρωσία και η Κίνα.
Το Σύμφωνο της Σαγκάης παίρνει όλο και περισσότερο χαρακτήρα αντι-ΝΑΤΟϊκό τα τελευταία χρόνια. Και το Ιράν συμμετέχει ως «παρατηρητής»...
Οι ΝΑΤΟϊκοί, λοιπόν, βρίσκονται ήδη περικυκλωμένοι από εχθρούς μέσα στο Αφγανιστάν, κι αν κλιμακώσουν την κρίση με τη Ρωσία, κινδυνεύουν να βρεθούν αποκομμένοι απ’ όλα τα γειτονικά κράτη. Προοπτική, αληθινά εφιαλτική για ολόκληρο το ΝΑΤΟ…
Όταν λέει η Μόσχα ότι «δεν επιθυμεί την πλήρη διακοπή των σχέσεων με το ΝΑΤΟ, αλλά δεν θα υποφέρει αν συμβεί κάτι τέτοιο», υπονοεί ότι το ΝΑΤΟ έχει περισσότερο ανάγκη τη Μόσχα (στο Αφγανιστάν) απ’ ότι έχει ανάγκη η Μόσχα το ΝΑΤΟ (οπουδήποτε).
Αν το ΝΑΤΟ κλιμακώσει κι άλλο (σε βάρος της Ρωσίας) στον Καύκασο, τότε η Ρωσία θα κάνει το επόμενο βήμα: θα τους «κλείσει τη στρόφιγγα» στο Αφγανιστάν. Και τότε η ζημιά που θα υποστεί η Ατλαντική συμμαχία (στην πρώτη και μοναδική επιχείρησή της εκτός Ευρώπης) θα είναι χωρίς προηγούμενο.
Το ισχυρότερο – και ακαταμάχητο – «ατού» της Ρωσίας δεν βρίσκεται στον Καύκασο, βρίσκεται στο Αφγανιστάν. Όπου βρίσκεται σήμερα και η «αχίλλειος» πτέρνα του ΝΑΤΟ…
Κι όποιος είναι «ανοικτός» σε τόσα μέτωπα, δεν συγκρούεται με εκείνον από τον οποίο εξαρτάται η επιβίωσή του στο πιο επισφαλές από τα μέτωπα αυτά.
Οι αντίπαλοι της Ρωσίας απειλούν τους Ρώσους με «αντίποινα» (στο… Διεθνή Οργανισμό Εμπορίου και στο G-8!), όταν γνωρίζουν καλύτερα ότι χωρίς τη στήριξη της Ρωσίας στο Αφγανιστάν οι δυνάμεις τους εκεί θα καταρρεύσουν.
Κάποτε το Αφγανιστάν υπήρξε «το Βιετνάμ» της ΕΣΣΔ.
Τώρα κοντεύει να γίνει «το Βιετνάμ» ολόκληρου του ΝΑΤΟ.
Ο μόνος που μπορεί να το αποτρέψει αυτό είναι η ίδια η Ρωσία. Γι’ αυτό κι έχει «το πάνω χέρι» στην σημερινή αναμέτρηση.
Και γι’ αυτό είναι πιθανότερο να υπάρξει εκτόνωση και συμβιβασμός μάλλον, παρά «επιστροφή στον Ψυχρό Πόλεμο»…

Προς «Ιστορικό συμβιβασμό» Δύσης-Ρωσίας;


Τελικώς η Ευρώπη αποφάσισε να ΜΗ συγκρουστεί με τη Ρωσία.
Η έκτακτη Σύνοδος Κορυφής των Ευρωπαίων ηγετών έβγαλε μια λεκτικά «σκληρή» ανακοίνωση, καταδίκασε την αναγνώριση Οσετίας και Αμπαχαζίας από τη Μόσχα, ανέστειλε για… μια εβδομάδα τις συνομιλίες που προετοιμάζουν τη Σύνοδο του Νοεμβρίου με τη Ρωσία, κι έθεσε ως «όρο» για την επανάληψη των συνομιλιών αυτών, την επιστροφή των ρωσικών στρατευμάτων στις θέσεις τους πριν από την 7η Αυγούστου. Κάτι που ο Ρώσος Πρόεδρος είχε ήδη δεσμευτεί στον προεδρεύοντα Νικολά Σαρκοζύ, ότι θα κάνει τις αμέσως επόμενες μέρες…


ΜΆ άλλα λόγια: η Ευρώπη έθεσε «όρο» που οι Ρώσοι είχαν ήδη αυτοβούλως αποδεχθεί, κι άνοιξε το δρόμο για πλήρη εξομάλυνση των σχέσεών με τη Ρωσία.
Και δεν μπορούσε να κάνει διαφορετικά:
* Πρώτον, διότι έχει υψηλού βαθμού ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία (πάνω από 50% σε φυσικό αέριο και γύρω στο 30% σε πετρέλαιο).
* Δεύτερον, διότι κάθε άλλη στάση θα οδηγούσε σε μακροχρόνια αντιπαράθεση Ευρώπης-Ρωσίας, και η Ευρώπη δεν είναι ενωμένη έναντι της Ρωσίας.
* Επί πλέον, η Ευρώπη έχει ανάγκη τη Ρωσία για την ασφάλεια των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στο Αφγανιστάν.
* Κι ακόμα έχει ανάγκη τη ρωσική στήριξη για την αντιμετώπιση του Ιράν.
Έτσι η «επιστροφή στον Ψυχρό Πόλεμο» που προσδοκούσαν – και προεξοφλούσαν – κάποιοι διαψεύδεται πανηγυρικά.
Μένουν οι ΗΠΑ και η Βρετανία, που επιμένουν σε «σκληρή» στάση, αλλά κι εκείνες έχουν απόλυτη ανάγκη τη Ρωσική στήριξη: και στο Αφγανιστάν και έναντι του Ιράν.
Την επιστροφή στον Ψυχρό Πόλεμο, η Ρωσία δεν την θέλει, η Ουάσιγκτων και το Λονδίνο φραστικά την πυροδοτούν, αλλά πρακτικά δεν την μπορούν. Και η Ευρώπη ούτε τη θέλει ούτε την μπορεί.
Επομένως, δεν μένει άλλος δρόμος παρά ένας «ιστορικός συμβιβασμός» Δύσης – Ρωσίας. Αυτό όμως, ενδιαφέρει ιδιαίτερα εμάς στην Ελλάδα:
— Κάθε περίοδος όξυνσης στις σχέσεις Δύσης-Ρωσίας, ευνόησε μακροχρόνια τη γεωπολιτική θέση της Τουρκίας. Που έγινε «προκεχωρημένο φυλάκιο» της Δύσης στο «μαλακό υπογάστριο» της Ρωσίας.
–Αλλά και κάθε περίοδος αποδυνάμωσης της Ρωσίας, επίσης ευνόησε μακροχρόνια την Τουρκία. Που έθεσε υποψηφιότητα να καλύψει το κενό που άφηνε η Ρωσία στην Νοτιοδυτική Ασία.
–Αντίθετα, κάθε περίοδος στρατηγικής σύγκλισης Ρωσίας-Δύσης, λειτούργησε καταστροφικά για την Τουρκία. Γιατί περιθωριοποιήθηκε η ίδια, ελαχιστοποιήθηκε ο γεωπολιτικός ρόλος της για τη Δύση και έμεινε εκτεθειμένη στις πιέσεις της Ρωσίας…
Ένας ενδεχόμενος «ιστορικός συμβιβασμός» Δύσης-Ρωσίας ανατρέπει τα γεωπολιτικά δεδομένα της περιοχής μας σε βάρος της Τουρκίας και υπέρ της Ελλάδας.
Φτάνει εμείς να το αντιληφθούμε εγκαίρως…

 

 

Ένα επίκαιρο γεωπολιτικό θεώρημα…


Η Ιστορία δεν έχει «άκαμπτες νομοτέλειες», όπως φαντάζονται κάποιοι. Ούτε ισχύουν στην Ιστορία τα αυστηρά θεωρήματα των Μαθηματικών.
Ούτε επαναλαμβάνεται η Ιστορία μέσα από «κύκλους», όπως υποστηρίζουν κάποιοι αθεράπευτοι ντετερμινιστές…


Υπάρχουν, ωστόσο, ορισμένοι ιστορικοί κανόνες, που έχουν την τάση να επαληθεύονται σε αντίστοιχες ιστορικές συνθήκες. Κι όταν συνδυασμοί παρόμοιων συνθηκών επανεμφανίζονται, κάποιες ιστορικές τάσεις, που θεωρούνταν «ξεπερασμένες», γίνονται ξανά ισχυρές. Ενίοτε και κυρίαρχες…
Τέτοια «ιστορικά θεωρήματα» καθιστούν την Ιστορία – δηλαδή την συστηματική μελέτη του παρελθόντος – εξαιρετικά ενδιαφέρουσα για την Πολιτική, δηλαδή για τη διαχείριση του παρόντος και τη χάραξη του μέλλοντος.
Ένα τέτοιο ιστορικό θεώρημα θα εξετάσουμε σήμερα. Γιατί μας ενδιαφέρει εξαιρετικά και γιατί γίνεται ξανά ιδιαίτερα επίκαιρο: Αφορά τη συσχέτιση ανάμεσα στη γεωπολιτική θέση της Τουρκίας και τη Ρωσία – μια συσχέτιση που έχει τρία σκέλη (συνοψίζεται σε τρείς εναλλακτικές προτάσεις):
— Όταν υπάρχει στρατηγική σύγκλιση Ρωσίας-Δύσης, η θέση της Τουρκίας αποδυναμώνεται – και η Τουρκία υφίσταται καταστροφικές κρίσεις.
— Όταν υπάρχει στρατηγική σύγκρουση Ρωσίας-Δύσης, η θέση της Τουρκίας αναβαθμίζεται και η ίδια κερδίζει σε πολλά μέτωπα.
— Κι όταν αποδυναμώνεται η Ρωσία, οι φιλοδοξίες της Τουρκίας αυξάνονται και ο «ακτιβισμός» της εντείνεται.
Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
* Στις αρχές του 19ου αιώνα οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις συνασπίστηκαν κατά του Ναπολέοντα και κατάφεραν να τον νικήσουν. Στον συνασπισμό αυτό πρωτεύοντα ρόλο έπαιξε η Ρωσία και η Βρετανία. Μετά τη νίκη τους δημιουργήθηκε η «Ιερά Συμμαχία» (Αυστρίας-Πρωσσίας-Ρωσίας), που κατέστησε τη Ρωσία πολύτιμο εταίρο των ευρωπαϊκών δυνάμεων για δεκαετίες.
Εκείνη ακριβώς την εποχή η Οθωμανική Αυτοκρατορία υφίσταται την πρώτη διαλυτική κρίση της, με αποτέλεσμα την Ελληνική Ανεξαρτησία, παρά το γεγονός ότι η «Ιερά Συμμαχία» στράφηκε εναντίον των εξεγερμένων Ελλήνων.
Το πρώτο σκέλος του θεωρήματος επαληθεύεται: Η στρατηγική σύγκλιση Ρωσίας-Δύσης συμπίπτει με μια πρώτη διαλυτική κρίση στην Οθωμανική Τουρκία.
* Κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού Πολέμου (1853-56), Γαλλία και Βρετανία συγκρούονται με τη Ρωσία και τη νικούν. Εδώ ο ρόλος της Οθωμανικής Τουρκίας προσωρινά αναβαθμίζεται, ενώ η Ελλάδα υποχρεώνεται να αλλάξει καθεστώς (εκδιώκεται ο Όθωνας), το νέο καθεστώς υποχρεώνεται να εγκαταλείψει προσωρινά τη «Μεγάλη Ιδέα» (ένθερμος οπαδός της οποίας υπήρξε ο Όθωνας στα τελευταία χρόνια τη βασιλείας του) και να υιοθετήσει στις επόμενες δεκαετίες την «άψογο στάση», δηλαδή την πλήρη ευθυγράμμιση με την πολιτική των «Προστάτιδων Δυνάμεων».
Το δεύτερο και το τρίτο σκέλος του θεωρήματος επαληθεύονται επίσης: Από μια σύγκρουση Δύσης-Ρωσίας ενισχύεται η Τουρκία κι από μια – προσωρινή όπως αποδείχθηκε τότε – αποδυνάμωση της Ρωσίας, επωφελείται μεσοπρόθεσμα η Τουρκία.
* Το 1878 η Ρωσία επανέρχεται στο ευρωπαϊκό προσκήνιο (μέσω Βαλκανίων). Αυτή τη φορά οι επιδιώξεις της δεν οδηγούν σε ρήξη με τις Ευρωπαϊκές δυνάμεις (όπως έγινε 25 χρόνια πριν, με τον Κριμαϊκό Πόλεμο), αλλά σε συμβιβασμό μαζί τους (με τη μεσολάβηση Μπίσμαρκ και Ντισραέλι).
Η Τουρκία τελικά χάνει απΆ όλες τις πλευρές: Η Ελλάδα κερδίζει τη Θεσσαλία το 1881 (χωρίς να χρειαστεί να πολεμήσει γιΆ αυτό), ενώ η Βουλγαρία προσαρτά την Ανατολική Ρωμυλία το 1885.
Το πρώτο σκέλος του θεωρήματος επαληθεύεται ξανά: επανάκαμψη της Ρωσίας και στρατηγική σύγκλισή της με τις Ευρωπαϊκές δυνάμεις, στοιχίζει αμέσως στην Οθωμανική Τουρκία. Η οποία, έκτοτε, μπαίνει σε μακροχρόνια κρίση, που θα αποδειχθεί μοιραία για την ίδια…
* Η αποχώρηση του Μπίσμαρκ από το προσκήνιο – της Γερμανίας και της Ευρώπης – σπρώχνει την ίδια τη Γερμανία σε τροχιά σύγκρουσης με όλους τους υπόλοιπους. Γαλλία και Ρωσία συγκλίνουν κι εκείνες στρατηγικά εναντίον της Γερμανίας, ενώ μετά το 1908 στην συμμαχία τους (Αντάντ) προστίθεται και η Βρετανία. Η στρατηγική σύγκλιση της Ρωσίας με τη Γαλλία και τη Βρετανία οδηγεί σε νέο διαμελισμό της Τουρκίας, πριν ακόμα ξεσπάσει ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος:
Πρώτη η Ιταλία επιτίθεται στις αφρικανικές κτήσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το 1911, και αποσπά τη Λιβύη και τα Δωδεκάνησα. Αμέσως μετά (1912) οι Βαλκανικές χώρες επιτίθενται στην αποδυναμωμένη Τουρκία και της αποσπούν όλες τις Ευρωπαϊκές κτήσεις, εκτός από την Ανατολική Θράκη.
Η διάλυση της Τουρκίας δεν οφείλεται μόνο στην ήττα της στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έχει αρχίσει πιο πριν και οφείλεται κυρίως στη σύγκλιση Ρωσίας-Δύσης, που αποδυνάμωσε πολλαπλά την Τουρκία απΆ όλες τις πλευρές.
Το πρώτο σκέλος του θεωρήματός μας, επαληθεύεται ξανά…
* Αμέσως μετά το τέλος του Πανευρωπαϊκού Πολέμου, κι ενώ η ηττημένη πλέον Τουρκία δεν φαίνεται να μπορεί να αποφύγει την πλήρη «εξαφάνιση», τελικά «διασώζεται» γιατί έχει μεσολαβήσει μια σημαντική γεωπολιτική ανατροπή: Στη Ρωσία έχει επικρατήσει η Μπολσεβίκικη Επανάσταση. Η Σοβιετική Ρωσία πλέον, μπαίνει σε φάση μακροχρόνιας αντιπαλότητας με τη Δύση. Κι αυτό δίνει την ευκαιρία στο Κεμαλικό κίνημα, στην αρχή να συμμαχήσει με τους Μπολσεβίκους, στη συνέχεια να συμμαχήσει με τους Γάλλους, τους Ιταλούς, τελικά και τους Βρετανούς, και να ανασυγκροτήσει την Τουρκία, ως εθνικό κράτος πλέον.
Το δεύτερο σκέλος του θεωρήματος επαληθεύθηκε και πάλι: Η μακροχρόνια αντιπαλότητα Δύσης-Ρωσίας, που εγκαινιάζεται την περίοδο 1918-20, επανέφερε την Τουρκία στο προσκήνιο, επέβαλε στους πάντες να συμμαχήσουν μαζί της και της επέτρεψε να αποφύγει την οριστικό διάλυση και εξαφάνισή της.
* Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, η Ρωσία ξανά συμμαχεί με τις Δυτικές δυνάμεις ενάντια στο ?ξονα. Όμως, αυτό δεν οδηγεί σε νέα διαλυτική κρίση της Τουρκίας, για τρείς λόγους:
— Πρώτον, διότι αυτή τη φορά η Τουρκία τήρησε στάση ουδετερότητας κατά τη διάρκεια του Πολέμου. Έτσι απέφυγε να βρεθεί με την πλευρά των ηττημένων μετά τον Πόλεμο.
— Δεύτερον, διότι η Ελλάδα είχε στο μεταξύ υποστεί μεγάλη καταστροφή από τον τετραετή κατοχή ενώ στη συνέχεια βυθίστηκε στο χάος του Εμφυλίου Πολέμου για άλλα τέσσερα χρόνια.
— Τρίτον – και σπουδαιότερο – διότι αμέσως μετά το τέλος του Πολέμου, άρχισε ο Ψυχρός Πόλεμος και η Ρωσία βρέθηκε ξανά σε σφοδρή αντιπαλότητα με τη Δύση.
ΠαρΆ όλα αυτά, η Ελλάδα κατάφερε να κερδίσει τα Δωδεκάνησα το 1947-48, παρά τις σφοδρές αντιρρήσεις της Τουρκίας τότε…
* Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Τουρκία αναβαθμίζεται γεωπολιτικά και το δεύτερο σκέλος του θεωρήματος επαληθεύεται ξανά.
* Μετά την περίοδο 1989-91, όταν καταρρέει η ΕΣΣΔ, η Ρωσία μπαίνει σε περίοδο εσωτερικής κρίσης και «έκλειψης» από το προσκήνιο, ενώ ο ρόλος της Τουρκίας αναβαθμίζεται προς όλες τις κατευθύνσεις: και προς την Κεντρική Ασία, όπου φιλοδοξεί να γίνει ηγέτης όλων των τουρκόφωνων λαών, και στα Βαλκάνια, όπου φιλοδοξεί να γίνει ηγέτης όλων των εκεί μουσουλμανικών πληθυσμών και προς τη Μέση Ανατολή, όπου φιλοδοξεί να γίνει ηγέτης του «μετριοπαθούς Ισλάμ». Γενικά η Τουρκία μετά το 1990 προσπαθεί να ανασυστήσει μια ηγεμονία «από την Κίνα ως την Αδριατική κι από την Κασπία ως τον Περσικό Κόλπο».
Το τρίτο σκέλος του θεωρήματος μοιάζει να επαληθεύεται ξανά: Η «έκλειψη» της Ρωσίας από το παγκόσμιο προσκήνιο αναδεικνύει νέες (αχαλίνωτες) φιλοδοξίες για την Τουρκία.
* Όμως, η στροφή των ΗΠΑ κατά της ισλαμικής τρομοκρατίας, μετά την 11η Σεπτεμβρίου του 2001, φέρνει την Τουρκία σε δύσκολη θέση. Η εκστρατεία του ΝΑΤΟ κατά του Αφγανιστάν, καθιστά τη Ρωσία ξανά «προνομιακό σύμμαχο» της Δύσης στην κεντρική Ασία κατά του Ισλαμικού φονταμενταλισμού.
Όμως το πιο ανατρεπτικό έμελλε να συμβεί λίγο αργότερα: Η Ρωσία επανακάμπτει στο προσκήνιο. Κι αυτό ανατρέπει τα σχέδια όλων:
— Οι Αμερικανοί δεν μπορούν να παραμείνουν στο Αφγανιστάν χωρίς τη Ρωσική «στήριξη».
— Ούτε μπορούν να «σταθεροποιήσουν» το Ιράκ – και να απεμπλακούν από κει χωρίς ταπεινωτική ήττα – αν δεν συμφωνήσει και η Ρωσία στους μελλοντικούς «διακανονισμούς» ολόκληρης της Μέσης Ανατολής.
— Ούτε η αντιμετώπιση (των πυρηνικών φιλοδοξιών) του Ιράν είναι εφικτή δίχως της συναίνεση της Ρωσίας.
— Ούτε μπορούν να αντιμετωπίσουν την ανερχόμενη Κίνα μακροχρόνια, χωρίς στρατηγική σύγκλιση με τη Ρωσία.
?ρα, παρά τις ψυχροπολεμικές κορώνες που ακούμε τελευταία, η επιστροφή στον Ψυχρό Πόλεμο είναι εξαιρετικά δύσκολη.
— Για τους Ευρωπαίους είναι, επί πλέον, απαγορευτική. Διότι η Ευρώπη παραμένει ενεργειακή εξαρτημένη έναντι της Ρωσίας και πολιτικά διχασμένη απέναντί της.
Το θεώρημα που επισημάναμε σήμερα συσχετίζει όχι τη Ρωσία με την Τουρκία, αλλά την εκάστοτε σχέση Ρωσίας-Δύσης (αν πρόκειται για σχέση στρατηγικής σύγκλισης ή στρατηγικής αντιπαλότητας) με το ρόλο και τις φιλοδοξίες της Τουρκίας.
Συμπέρασμα:
— Αν μπαίνουμε ήδη σε νέα φάση Ψυχρού Πολέμου (όπως βιάστηκαν να συμπεράνουν κάποιοι) αυτό ενισχύει το ρόλο της Τουρκίας στην περιοχή μας.
— Αν αντίθετα πλησιάζει η ώρα ενός μεγάλου συμβιβασμού που θα εγκαινιάσει νέα περίοδο στρατηγικής σύγκλισης Ρωσίας-Δύσης, τότε είναι πιθανότερο η θέση και ο ρόλος της Τουρκίας να υποβαθμιστεί τα επόμενα χρόνια.
Η προοπτική του μεγάλου συμβιβασμού και της σύγκλισης στρατηγικών συμφερόντων Ρωσίας-Δύσης είναι πιο ορθολογική και πιο ρεαλιστική – και για τη Δύση και για την Ρωσία..
Η προβληματική που παρουσιάσαμε σήμερα, αλλάζει όλο το πλαίσιο της συζήτησης για την ελληνική εξωτερική Πολιτική.
Το πρόβλημά μας δεν είναι πλέον, αν «έχει δίκιο» η Ρωσία ή η Δύση, αν θα επικρατήσει τοπικά η Ρωσία ή τα γειτονικά της καθεστώτα που στηρίζονται από τη Δύση (και κοντράρουν τη Ρωσία), ούτε αν «μας συμφέρει» η επικράτηση της Ρωσίας ή η περιθωριοποίησή της…
Το πρόβλημα είναι ότι μας συμφέρει η επαναφορά της Ρωσίας, στο βαθμό που οδηγεί σε νέο συμβιβασμό και μακροχρόνια στρατηγική σύγκλιση με τη Δύση. Δεν μας συμφέρει, όμως, αν η επαναφορά της Ρωσίας οδηγήσει σε νέα φάση Ψυχρού Πολέμου με τη Δύση.
— Επαναφορά της Ρωσίας που οδηγεί σε στρατηγική σύγκλισή της με τη Δύση, ελαχιστοποιεί τις στρατηγικές επιδιώξεις της Τουρκίας, συντρίβει τις φιλοδοξίες της και παροξύνει την εσωτερική της κρίση.
— Επαναφορά της Ρωσίας που οδηγεί σε νέα περίοδο «Ψυχρού Πολέμου» με τη Δύση, αναβαθμίζει το ρόλο της Τουρκίας, αποχαλινώνει τις φιλοδοξίες της, κι ελαχιστοποιεί τα στρατηγικά περιθώρια της Ελλάδας.
Ευτυχώς (για μας και όχι μόνο), το πρώτο είναι πολύ πιθανότερο από το δεύτερο…
Μας συμφέρει, λοιπόν, να μην αποξενώσουμε τη Ρωσία από μάς, αλλά και να μην αποξενωθούμε από τη Δύση. Ώστε να ενισχύσουμε μέσα στη Δύση τις δυνάμεις που απορρίπτουν την επιστροφή στον Ψυχρό Πόλεμο και επιδιώκουν τη συνεννόηση (σε πρώτη φάση) και τη στρατηγική σύγκλιση με τη Ρωσία (σε αμέσως επόμενο στάδιο). Πολύ περισσότερο που αυτό είναι εφικτό, ρεαλιστικό και ορθολογικό και για τη Δύση συνολικά και για τη Ρωσία.
Κι εξόχως συμφέρον για την Ελλάδα .
Αυτό είναι, λοιπόν, το εθνικό συμφέρον μας. Που μπορούν να το αντιληφθούν μόνο όσοι από μας είναι σύγχρονοι και ρεαλιστές ταυτόχρονα:
Δηλαδή όσοι έχουν πάψει να σκέπτονται με τους όρους του «Ρωσικού» ή του «Αγγλικού» κόμματος κι αρχίζουν να σκέπτονται με όρους ρεαλιστικού εθνικού συμφέροντος.
Την περίοδο Σημίτη συνέβη κάτι παράδοξο: μας επανέφεραν στη λογική της «αψόγου στάσεως» και της απόλυτης ευθυγράμμισης με τις «Προστάτιδες Δυνάμεις», παρουσιάζοντας αυτή την «ολική επαναφορά» στην εποχή Δεληγιώργη ως «εκσυγχρονισμό»… εν όψει του 21ου Αιώνα!
Είναι καιρός να κλείσουμε αυτή την «παρένθεση» και να επιστρέψουμε στον αληθινό εκσυγχρονισμό του Βενιζέλου.
Η ανακάλυψη του εθνικού συμφέροντος είναι και πάλι η πεμπτουσία του εκσυγχρονισμού. Κι όχι μόνο στην Εξωτερική Πολιτική…

Το νόμιμο, το ηθικό και το Σωστό… 
του Χρύσανθου Λαζαρίδη, 16/9/2008 




Ο κ. Βουλγαράκης, υποστήριξε πως «ότι είναι νόμιμο είναι και ηθικό»…
Κάνει λάθος! Ότι είναι «νόμιμο» δεν είναι, αναγκαστικά, και «ηθικό».
Για παράδειγμα, η μοιχεία έχει πλήρως από-ποινικοποιηθεί, άρα είναι «νόμιμη». Αλλά δεν θεωρείται «ηθική συμπεριφορά»…
Ισχύει και το αντίστροφο: Ό,τι είναι «ηθικό», δεν είναι κατʼ ανάγκην και «νόμιμο». Η Αντιγόνη του Σοφοκλή διάλεξε αυτό που της επέβαλλε η συνείδησή της, παραβιάζοντας το νόμο (του Κρέονα). Στην περίπτωσή της, το «ηθικό» δεν ήταν και «νόμιμο»...
Όμως, το πολιτικό πρόβλημα είναι αλλού:
-- Το «νόμιμο», το «παράνομο» και η διάκριση ανάμεσά τους είναι, λίγο ως πολύ, σαφή πράγματα. Η νομιμότητα έχει «αντικειμενική υπόσταση».
-- Αλλά η «Ηθική» είναι πολύ πιο «υποκειμενική». 
Αν ένας άξιος πολιτικός προασπίζεται αποτελεσματικά και υπηρετεί ανεπίληπτα το δημόσιο συμφέρον, αλλά… «απατά» τη σύζυγό του, αυτό είναι κάτι που οι περισσότεροι από μας θα του το «συγχωρούσαμε». Κι ας μη το θεωρούμε απολύτως «ηθικό». 
Όμως, τι συμβαίνει όταν κάποια ΜΜΕ, προκειμένου να χτυπήσουν μια κυβέρνηση ή να γκρεμίσουν ένα «ενοχλητικό υπουργό, υιοθετούν διαφορετικά κριτήρια «ηθικής συμπεριφοράς» κάθε φορά; Τι συμβαίνει όταν κάποιοι κάνουν την Ηθική «λάστιχο» ή την μετατρέπουν σε ανήθικο πρόσχημα; 
Γνωστός πολιτικός αποπέμφθηκε δύο φορές από την Κυβέρνηση, όχι γιατί «παρανόμησε», όχι γιατί διέπραξε «ηθικό παράπτωμα», αλλά γιατί μπήκε στο «στόχαστρο» κάποιων... 
Προκύπτουν λοιπόν, τρία συμπεράσματα:
* Πρώτον, ο πολιτικός, πέρα από «νόμιμος» οφείλει να έχει και «δημόσιο ήθος»: δηλαδή να προασπίζεται το δημόσιο συμφέρον πάνω από το προσωπικό του. 
* Δεύτερον, ο ηγέτης οφείλει να επιδεικνύει «ανώτερο ήθος». Ανάμεσά σε πολλά άλλα, οφείλει να υπερασπίζεται συνεργάτες του, που «εξωθεσμικά κέντρα» προσπαθούν να τους «δολοφονήσουν» ηθικά για ασήμαντα ή ανύπαρκτα «παραπτώματα».
* Τρίτον, αν ο ηγέτης δεν υπερασπιστεί πολιτικούς που οφείλει να προστατέψει (γιατί βάλλονται άδικα), τότε θα αναγκαστεί, κάποια στιγμή, να «καλύψει» πολιτικούς που δεν πρέπει (γιατί οι πράξεις τους δεν είναι «υπερασπίσιμες»). 
Αν αφήσει τα «εξωθεσμικά κέντρα» και τα «παπαγαλάκια» τους να «ξεπατώνουν» τους συνεργάτες του, τελικά θα βρεθεί χωρίς συνεργάτες. Ή θα αναγκαστεί να υπερασπιστεί συνεργάτες, τους οποίους θα ʼπρεπε, μάλλον, να αποπέμψει μόνος του. 
Αν δεν κάνουμε αυτό που πρέπει, τη στιγμή που πρέπει, τότε θα αναγκαστούμε να κάνουμε αυτό που δεν μας ωφελεί, όταν είναι πλέον αργά...
Αυτό το τελευταίο δεν το έχει πει ο… κ. Βουλγαράκης.
Ούτε ο Σοφοκλής.
Το είπε ο Νικόλα Μακιαβέλλι.
Και το άφησε υποθήκη στους, ανά του αιώνες, «Ηγεμόνες»…

Ομπάμα-Όλμπραίτ-Μπρεζίνσκι

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 1/10/2008


Οι περισσότεροι στην Ελλάδα εύχονται να νικήσει ο Ομπάμα στις ΗΠΑ…
Πιστεύουν ότι, αν μη τι άλλο, θα δούμε μια «καλύτερη» εξωτερική Πολιτική από την πλευρά των ΗΠΑ.
Εντάξει, δεν θα μετατραπεί το Στέητ Ντηπάρτμεντ, σε «ίδρυμα φιλανθρωπίας και αδελφοσύνης των λαών». Αλλά τουλάχιστον θα γλιτώσουμε τα χειρότερα από τους… «κακούργους» νέο-συντηρητικούς του απερχόμενου Προέδρου.
Καμία αντίρρηση: Ο Τζόρτζ Μπούς απέτυχε πλήρως.


Όμως στο Στέητ Ντηπάρτμεντ δεν υπήρχε όλα αυτά τα χρόνια ούτε… μισός νέο-συντηρητικός. Μπορεί σʼ ότι αφορά την εισβολή στο Ιράκ να κυριάρχησαν στο Λευκό Οίκο οι νέο-συντηρητικοί, οι περισσότεροι των οποίων απομακρύνθηκαν από το περιβάλλον του Προέδρου ήδη από το 2005, αλλά στα υπόλοιπα μεγάλα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής στο Στέητ Ντηπάρτμεντ κυριάρχησε η ομάδα Μπερζίνσκυ, Ολμπραϊτ, Χόλμπουκ, που όλοι τους υπήρξαν «σαρξ εκ της σαρκός» του Δημοκρατικού Κόμματος.
Αυτοί υποστηρίζουν σήμερα με όλη τους τη δύναμη την εκλογή Ομπάμα. Ακόμα και ο Τζόρτζ Σόρος δηλώνει κι αυτός… «προοδευτικός», είναι διακηρυγμένος εχθρός των Ρεπουμπλικανών κι εύχεται ολόψυχα να νικήσει ο Ομπάμα.
Όχι γιατί του έχει καμία αδυναμία, αλλά γιατί θα ελεγχθεί πλήρως ξανά, η Αμερικανική πολιτική από τη γνώριμη παρέα του, της κας Όλμπραϊτ, του κ. Μπρεζίνσκι κλπ.
Αυτή η ομάδα μαζί με τις ποικίλες «ανεξάρτητες» ΜΚΟ του Σόρος υποκίνησαν τις πολύχρωμες επαναστάσεις σε Ουκρανία (το 2004) και Γεωργία (το 2003).
Δεν ξέρω πόσο «προοδευτικός» είναι ο Μπάρακ Ομπάμα.
Όμως οι μέντορες του στην Εξωτερική Πολιτική είναι πολύ πιο ψυχροπολεμικοί από τους Ρεπουμπλικανούς.
Και μια μόνιμη επιστροφή στο Ψυχροπολεμικό κλίμα δεν την αντέχει σήμερα η Ευρώπη, που είναι δίπλα στη Ρωσία. Ούτε η Ελλάδα που βρίσκεται, κυριολεκτικά, στο «μεταίχμιο»…
Πώς;
Ο Ομπάμα, τουλάχιστον, υποστηρίζει τις Ελληνικές θέσεις;
Ασφαλώς.
Όπως μας «υποστήριζε θερμά» (στις προεκλογικές του ομιλίες) και ο Μπίλυ Κάρτερ.
Θυμάστε;
Όταν έγινε Πρόεδρος, όμως, την πολιτική του την καθόριζε ο Μπρεζίνσκι.
Τα υπόλοιπα, ασφαλώς, τα θυμάστε…

Τις αγορές πολλοί εμίσησαν… 
του Χρύσανθου Λαζαρίδη, 2/10/2008 




Κάποιοι, την περασμένη εβδομάδα, βιάστηκαν να αναγγείλουν το… τέλος του Καπιταλισμού! Επιχείρησαν μάλιστα, παραλληλισμό με τη μεγάλη Κρίση του 1929… 
Επιτρέψτε μου λοιπόν κάποιες παρατηρήσεις:
* Πρώτον η κρίση που τώρα ζούμε – πολύ σοβαρή, ασφαλώς - ελάχιστη κρίση έχει με το 1929, μέχρι στιγμής τουλάχιστον:
-- Το 1929 ο Δείκτης Dow Jones έχασε 40% μέσα σε δύο μήνες. Στην σημερινή κρίση, που άρχισε τον Αύγουστο του 2007, ο Δείκτης έχασε 22% μέσα σε 13 μήνες. 
-- Στη τετραετία μετά τη μεγάλη Κρίση του 1929, η ανεργία στις ΗΠΑ έφτασε το 33%. Σήμερα, στον ένα χρόνο από την έναρξή της κρίσης, η ανεργία είναι λίγο πάνω από 6%
-- Το ΑΕΠ της Αμερικής μειώθηκε κατά 30% την πρώτη τριετία της κρίσης του 1929. Ένα χρόνο μετά την έναρξη της τωρινής κρίσης, το ΑΕΠ στις ΗΠΑ εξακολουθεί να αυξάνεται με ρυθμό γύρω στο 3% (σε ετήσια βάση). 
-- Κατά την Κρίση του 1929 ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή υποχώρησε μέχρι και 30%. Τον τελευταίο χρόνο στις ΗΠΑ ο τιμάριθμος εξακολουθεί να ανεβαίνει.
-- Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Κρίσης του ʼ29 το 40% των τότε στεγαστικών δανείων έπαψαν να εξυπηρετούνται και τα ακίνητα κατασχέθηκαν. Το αντίστοιχο ποσοστό σήμερα, ένα χρόνο μετά το ξέσπασμα της τρέχουσας κρίσης, είναι 4%. 
* Επί πλέον, στα τρία χρόνια που ακολούθησαν το 1929 η Κεντρική Τράπεζα περιόρισε την προσφορά χρήματος, ενώ τώρα κάνει το αντίθετο: ρίχνει συνεχώς «ενέσεις ρευστότητας» στην αγορά.
* Ακόμα, μετά το 1929 οι αρχές αύξησαν τα επιτόκια, ενώ τον τελευταίο χρόνο η Αμερικανική Κεντρική Τράπεζα μειώνει τα επιτόκια. 
Όχι μόνο τα συμπτώματα της Κρίσης, τότε, ήταν πολύ διαφορετικά – και πολύ πιο οδυνηρά - απʼ ό,τι σήμερα, αλλά και οι αρχές τότε έκαναν κολοσσιαία σφάλματα (μείωσαν την προσφορά χρήματος κι αύξησαν τα επιτόκια), ενώ τώρα ακολούθησαν εντελώς αντίθετη πολιτική. 
* Τέλος, θυμίζουμε, ότι ακόμα κι αν η τωρινή Κρίση αποδεικνυόταν συγκρίσιμη με εκείνη του 1929, τότε δεν γκρεμίστηκε ο Καπιταλισμός! Μάλλον οι επιπτώσεις της Κρίσης εκείνης διεθνοποιήθηκαν και διέλυσαν την «διεθνή τάξη» της εποχής (την Κοινωνία των Εθνών), αποδυνάμωσαν τις φιλελεύθερες δημοκρατίες, έφεραν στην εξουσία Ολοκληρωτικά κινήματα στην Ευρώπη και πυροδότησαν, δέκα χρόνια αργότερα, τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η Κρίση του 1929 δεν έφερε «το τέλος του Καπιταλισμού», έφερε την άνοδο του Ναζισμού και τον Πόλεμο. 
Τις αγορές πολλοί εμίσησαν. Αλλά όταν κατέρρευσαν, προς στιγμήν, οι αγορές, άπαντες υπέφεραν τα πάνδεινα. 
Προσοχή, λοιπόν, τι εύχεστε και με τι επιχαίρετε…

«Συγχρονισμός» διεθνών κρίσεων και χώρες «μεταίχμιου»…


Οι μεγάλες πολιτικές αλλαγές στην Ελλάδα, κατά κάποιο τρόπο «συμπίπτουν» με μεγάλες διεθνείς πολιτικές ή οικονομικές κρίσεις.
Αυτό, βέβαια, δεν ισχύει μόνο στην Ελλάδα. Συμβαίνει παντού στον κόσμο, ιδιαίτερα σε χώρες «εξωστρεφείς» και με μικρό «βάθος». Όμως η Ελλάδα ανήκει στις χώρες που επηρεάζονται ιδιαίτερα – κι ίσως πιο άμεσα – από διεθνείς κρίσεις (πολιτικές και οικονομικές) διότι είναι χώρα «μεταίχμιου»: βρίσκεται κοντά σε περιοχές μεγάλων ανταγωνισμών, καθώς αποτελεί τη νοτιοανατολική «προεξοχή» της Ευρώπης προς τον πάντα στρατηγικά ευαίσθητο (και εύφλεκτο) χώρο της Μέσης Ανατολής. 

Παλαιότερα το «Ανατολικό ζήτημα» (η χρόνια αποσύνθεση της Τουρκίας, και οι ανταγωνισμοί των Μεγάλων για την κάλυψη του κενού που θα προέκυπτε), ύστερα το Μεσανατολικό, ο έλεγχος των θαλασσίων δρόμων από τη Μεσόγειο στον Ινδικό Ωκεανό, ο έλεγχος των Βαλκανίων, αλλά και οι ανταγωνισμοί στην Κεντρική Ευρώπη, που σχεδόν πάντα είχαν «αντανακλαστικές» επιπτώσεις στα Βαλκάνια.
Όλα αυτά δημιουργούσαν πάντα μεγάλους κινδύνους για την Ελλάδα, αλλά και μεγάλες ευκαιρίες για επέκταση της επιρροής της, αλλά και ανταγωνισμούς για έλεγχο του ελληνικού χώρου από ξένες επιρροές.
«Εσωτερικεύονταν» μέσα στην Ελλάδα, προκαλώντας τριγμούς στο πολιτικό της σύστημα και ανατροπές στο πολιτικό της σκηνικό…
Διεθνείς κρίσεις και εσωτερικές αλλαγές στην Ελλάδα
Για παράδειγμα:
* Το 1989 καταρρέουν τα κομμουνιστικά καθεστώτα και λίγο αργότερα (1991) διαλύεται η Σοβιετική Ένωση. Η Ευρώπη προχωρά στην νομισματική και πολιτική της ενοποίηση. Στην Ελλάδα καταρρέει το ΠΑΣΟΚ, αλλά λίγο αργότερα ξεσπά δίπλα η Βαλκανική κρίση που αποσταθεροποιεί και την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
* Το 1992 εκλέγεται στις ΗΠΑ ο Μπιλ Κλίντον, για πρώτη φορά Δημοκρατικός Πρόεδρος από το 1980 κι αρχίζει μια κεντροαριστερή στροφή που σύντομα σαρώνει παντού. Το 1993 επανέρχεται το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία (αυτή τη φορά πολύ λιγότερο αντιαμερικανικό), το 1996 τον Ανδρέα Παπανδρέου διαδέχεται «απροσδόκητα» ο πολύ πιο «ατλαντιστής» Κώστας Σημίτης, το 1997 εκλέγονται οι Εργατικοί υπό τον Τόνυ Μπλαίρ στη Βρετανία και το 1998 οι Σοσιαλδημοκράτες υπό τον Γκέρχαρτ Σρέντερ στη Γερμανία.
Γενικά στον μεταψυχροπολεμικό κόσμο οι Κεντροαριστεροί έρχονται στην εξουσία με μεταλλαγμένες «κεντροδεξιές» θέσεις.
* Το 2003 επέρχεται σοβαρό ρήγμα στις ατλαντικές σχέσεις, εξ αιτίας της αμερικανικής επέμβασης στο Ιράκ. Όλες οι κυβερνήσεις που στηρίχθηκαν στην σύγκλιση ΗΠΑ-Ευρώπης αποδυναμώνονται. Το 2004 το Σημιτικό ΠΑΣΟΚ χάνει την εξουσία στην Ελλάδα, το 2005 ο Σρέντερ χάνει τις εκλογές στη Γερμανία, όπου τον διαδέχεται η Χριστιανοδημοκράτισα ?γκελα Μέρκελ, το 2007 εκλέγεται Πρόεδρος στη Γαλλία ο Νικολά Σαρκοζύ, κεντροδεξιός ο ίδιος, αλλά πολύ διαφορετικός από τον προκάτοχό του, Ζάκ Σιράκ. Την ίδια χρονιά στη Βρετανία, ο Εργατικός Τόνυ Μπλαίρ υποχρεώνεται να εγκαταλείψει την πρωθυπουργία, παρά το γεγονός ότι νίκησε στις εκλογές του 2006, ενώ ο διάδοχός του Γκόρντον Μπράουν έχει καταρρεύσει στις δημοσκοπήσεις κι ετοιμάζεται να παραδώσει στο Συντηρητικό Κάμερον.
Στην Ευρώπη αποδυναμώνεται και τα δύο ιδεολογήματα που είχαν επικρατήσει ως τότε:
— Αποδυναμώνεται το ατλαντικό ιδεολόγημα της εποχής Κλίντον, για σύγκλιση Ευρώπης-ΗΠΑ σε μια υπερεθνική δυτική υπερδύναμη που θα κυριαρχούσε στον κόσμο,
— Αλλά αποδυναμώνεται και το Ευρωπαϊκό ιδεολόγημα συγκρότησης μιας υπερεθνικής Ομοσπονδίας στην Ευρώπη, που θα αμφισβητούσε την αμερικανική διεθνή ηγεμονία.
Κυβερνήσεις που ταυτίστηκαν και με την μια εκδοχή και με την άλλη παραμερίστηκαν, λαϊκά δημοψηφίσματα οδήγησαν στην απόρριψη του Ευρωσυντάγματος (σε Γαλλία και Ολλανδία το 2005), αλλά και της πιο περιορισμένη Αναθεωρητικής Συνθήκης (στην Ιρλανδία το 2008), ενώ έρχονται στην εξουσία κυβερνήσεις που δίνουν μεγαλύτερη έμφαση σε εθνικές προτεραιότητες.
Δεν απορρίπτουν την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση ούτε τους ατλαντικούς δεσμούς, αλλά απορρίπτουν την «παγκοσμιοποίηση». Προβάλλουν πλέον τη σύγκλιση των εθνικών συμφερόντων, δεν ευαγγελίζονται την «κατάργηση» των εθνών, των εθνικών κρατών και των εθνικών προτεραιοτήτων.
Γενικά η δεκαετία του 2000 υπήρξε το «αντεστραμμένο είδωλο» της δεκαετίας του Ά90:
— Τότε επικράτησε σε ΗΠΑ και Ευρώπη η Κεντροαριστερά με πρακτικές «παγκοσμιοποίησης» (ο λεγόμενος τότε «τρίτος δρόμος»).
— Σήμερα καταρρέει η παγκοσμιοποίηση, κυριαρχεί η αναδίπλωση των εθνών στον εαυτό τους, αναδύονται σιγά-σιγά πρακτικές προστατευτισμού στις δυτικές χώρες από την εισβολή των sovereign funds (των επενδυτικών κεφαλαίων από τις αναδυόμενες χώρες του πάλαι ποτέ Τρίτου Κόσμου – Κίνα, Ρωσία, Ινδία), ενώ επιστρέφει ξανά ο κρατικός παρεμβατισμός για τη σωτηρία του χρηματοπιστωτικού συστήματος που σαρώνει η διεθνής οικονομική κρίση.
Στη δεκαετία του Ά90 οι δυτικές κοινωνίες «χαλάρωναν» και μετατοπίζονταν προς «τα αριστερά» υπνωτισμένες από το διεθνιστικό όραμα κατάργησης των εθνών και παγκόσμιας διακυβέρνησης. Σήμερα οι δυτικές κοινωνίες δοκιμάζονται από την κρίση, ενεργοποιούν τα εθνικά ανακλαστικά αυτοσυντήρησής τους και κλείνονται στον εαυτό τους.
Όταν συμπίπτουν πολιτικές και οικονομικές κρίσεις διεθνώς…
Στην Ελλάδα έχουμε μεγάλες πολιτικές αλλαγές και ανατροπές σκηνικού, άλλοτε με αφορμή τις οδύνες και τους ανταγωνισμούς του Ψυχρού Πολέμου (δεκαετία του Ά50), άλλοτε με αφορμή τις αντιφάσεις της πολιτικής της Ύφεσης (δεκαετία του Ά60), άλλοτε με αφορμή τις διεθνείς οικονομικές κρίσεις που προκάλεσαν τα πετρελαϊκά σοκ (δεκαετία του Ά70) κι άλλοτε με αφορμή τις αναστατώσεις που προκάλεσε η κατάρρευση του διπολισμού και οι αναταράξεις της μεταψυχροπολεμικής εποχής (δεκαετίες του Ά90 και του 2000).
Σήμερα βλέπουμε να συμπίπτει μια μεγάλη πολιτική κρίση και μια «πρωτοφανής» (για τις δύο τελευταίες γενεές) οικονομική κρίση:
— Στο πολιτικό επίπεδο, η Ρωσία επανέρχεται στο προσκήνιο και αμφισβητεί – προσεκτικά μέχρι στιγμής – την παντοδυναμία της Αμερικής και τη Δυτική ηγεμονία γενικότερα. Το κάνει πλέον έμπρακτα και χρησιμοποιεί δύο στοιχεία: την οικονομική ισχύ που πρόσφατα απέκτησε (κυρίως μέσα από εξαγωγές ενεργειακών πόρων) και τη στρατιωτική ισχύ που ανέκαθεν διέθετε αν και της αποδείχθηκε άχρηστη στο παρελθόν, όταν δεν διέθετε οικονομικό βάθος και κοινωνική συνοχή. Τώρα κατάφερε να βρει το συνδυασμό οικονομικής και στρατιωτικής ισχύος καθώς και κοινωνικής συνοχής, ώστε να μπορεί να μεγαλώσει το ειδικό της βάρος διεθνώς. Κι αυτό μοιάζει να ανατρέπει τους παγκόσμιους γεωπολιτικούς συσχετισμούς. Και να προκαλεί ανακατανομή πολιτικής ισχύος.
— Στο οικονομικό επίπεδο, οι Δυτικές χώρες που στηρίζουν τον πλούτο και την ισχύ τους σε υπηρεσίες, μένουν πίσω, υστερούν αναπτυξιακά, βιώνουν σοβαρές διαρθρωτικές κρίσεις και εξαρτώνται όλο και περισσότερο ενεργειακά και κεφαλαιακά από τους ανερχόμενους γίγαντες του πρώην Τρίτου Κόσμου, οι οποίες στηρίζονται στην παραγωγή αγαθών, την παραγωγικότητά τους και την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων τους. Συντελείται κι εδώ μια ευρύτατη ανακατανομή ισχύος – οικονομικής αυτή τη φορά – ανάμεσα στη Δύση γενικότερα και την πρώην «περιφέρειά» της.
Δεν πρόκειται ακριβώς για «κρίση του Διεθνούς Καπιταλισμού». Ο Καπιταλισμός μετακόμισε στον Τρίτο Κόσμο κι είναι πολύ καλά, ευχαριστώ. Πρόκειται για κρίση του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε ΗΠΑ και Ευρώπη, καθώς και της ιδιότυπης ολιγοπωλιακής διάρθρωσης των κατακερματισμένων αγορών στην Ευρώπη, όπου κυριαρχεί η δεσπόζουσα θέση των τραπεζών, η γραφειοκρατία, οι συντεχνίες και οι (μονοπωλιακοί) «εθνικοί πρωταθλητές».
Πρόκειται μάλλον για κρίση των στρεβλώσεων του καπιταλισμού στο δυτικό κόσμο…
Αυτές οι δύο μεγάλες ανακατανομές ισχύος που συντελούνται διεθνώς – στο πολιτικό και στο οικονομικό επίπεδο, αντιστοίχως – πυροδοτούν κρίσεις, συχνά άσχετες μεταξύ τους, που «συντονίζονται», όμως, επικίνδυνα και κινδυνεύουν να λειτουργήσουν σαρωτικά, ιδιαίτερα μέσα σε εθνικές κοινωνίες που βρίσκονται στο μεταίχμιο Δύσης-Ανατολής, Βορρά-Νότου, Ευρώπης-Τρίτου Κόσμου.
Η Ελλάδα βρίσκεται ακριβώς σε αυτό το τριπλό μεταίχμιο…
Το καθεστώς της «Μεταπολίτευσης» προς το τέλος του…
Στο πρόσφατο ιστορικό παρελθόν υπήρξαν πολλές φορές που διεθνείς κρίσεις εσωτερικεύθηκαν στην Ελλάδα και προκάλεσαν μεγάλες αναστατώσεις και ανατροπές. Αλλά υπήρξαν μόνο δύο μείζονες περιπτώσεις όπου συνέπεσαν μεγάλες πολιτικές και οικονομικές κρίσεις διεθνώς, όπως μοιάζει να συμβαίνει σήμερα:
* Στα τέλη της δεκαετίες του 1880 και στις αρχές της επόμενης δεκαετίας, όταν η μεγάλη διεθνής ύφεση (στην Ευρώπη κυρίως, όταν προέκυψε και το «σταφιδικό πρόβλημα» στην Ελλάδα), συνέπεσε με την απομάκρυνση του Μπίσμαρκ από το πολιτικό σκηνικό, τη μετατόπιση της Γερμανίας σε πιο επιθετική εξωτερική πολιτική και την αντί-συσπείρωση Γαλλίας-Ρωσίας (στις οποίες προστέθηκε αργότερα η Βρετανία) σε ένα σκηνικό που οδήγησε τελικά στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Την εποχή εκείνη στην Ελλάδα ανατρέπονται τα πάντα, η χώρα κηρύσσει πτώχευση (1893), εμπλέκεται σε ένα καταστροφικό πόλεμο με την Τουρκία (1897) κι ύστερα από μια περίοδο περισυλλογής κι ανασυγκρότησης οδηγείται στο Γουδή (1909, την εποχή Βενιζέλου και την εποποιία των νικηφόρων Βαλκανικών Πολέμων (1912-13).
Στο τέλος της περιόδου εκείνης γίνονται πράγματα που στην αρχή της έμοιαζαν αδιανόητα. Η Ελλάδα είναι πια μια τελείως διαφορετική κοινωνία…
* Στα τέλη της δεκαετίας του 1920 και στις αρχές της δεκαετίας του Ά30: Τότε επίσης, συμπίπτει μια Μεγάλη Διεθνής Κρίση (του 1929 στις ΗΠΑ) με μια επίσης σεισμική ανατροπή του διεθνούς σκηνικού, λίγα χρόνια αργότερα, που επιφέρει την κατάρρευση «της παγκόσμιας τάξης», όπως είχε θεσπιστεί από την Κοινωνία των Εθνών.
Τότε στην Ελλάδα, αποδυναμώνεται και τελικά παραμερίζεται ο μέχρι πρότινος «θριαμβευτής» Ελευθέριος Βενιζέλος, επιστρέφει «ανέλπιστα» η Βασιλεία, αποδυναμώνεται η Δημοκρατία, επιβάλλεται δικτατορία και η ελληνική κοινωνία μεταμορφώνεται δραματικά, χωρίς, ωστόσο, να χάσει τον αναπτυξιακό της δυναμισμό.
Και στις δύο περιπτώσεις, όταν συνέπεσε μια διεθνής οικονομική κρίση με μια μείζονα διεθνή πολιτική αναστάτωση, η Ελλάδα υπέστη δραματικές αλλαγές, σεισμικές ανατροπές, χωρίς προηγούμενο κοινωνικές μεταλλάξεις.
Τελικώς όλες οι κοινωνίες επηρεάστηκαν μετά από μεγάλες διεθνείς αναστατώσεις. Αλλά η Ελλάδα ως χώρα με τρία χαρακτηριστικά – είναι παραδοσιακά ανοικτή κοινωνία, έχει μικρό «βάθος» και βρίσκεται σε γεωπολιτικό «μεταίχμιο» – δεν αλλάζει απλώς πολιτικά, μετασχηματίζεται κοινωνικά, αναδιαρθρώνεται θεσμικά και ιδεολογικά, αλλάζει προφίλ και συλλογική ψυχοσύνθεση, μεταμορφώνεται κυριολεκτικά.
* Σε μικρότερο βαθμό, ίσως, μια σύμπτωση διεθνούς οικονομικής και πολιτικής κρίσης συνέβη και στα μέσα της δεκαετίας του Ά70: η κατάρρευση της Συμφωνίας του Μπρέττον Γούντς, η πρώτη πετρελαϊκή κρίση, η ήττα των ΗΠΑ στο Βιετνάμ κι η αναδίπλωσή τους διεθνώς επέφεραν στην Ελλάδα όχι απλώς την κατάρρευση της δικτατορίας, αλλά και μια μετατόπιση της κοινωνίας «προς τα αριστερά» και την εμπέδωση του «καθεστώτος της Μεταπολίτευσης:
Μεταλλάχθηκαν τα προτάγματα, αντιστράφηκαν οι προτεραιότητες και μετατοπίστηκε συνολικά το κέντρο βάρους των πολιτικών ισορροπιών της. Η δυναμική της ελληνικής κοινωνίας, οι αναπτυξιακές της προοπτικές, αλλά και οι πολιτικές της συμπεριφορές άλλαξαν δραστικά.
Κι ενώ οι εξωτερικές συνθήκες που προκάλεσαν εκείνη τη μετάλλαξη εξέλειπαν προ πολλού, το «καθεστώς της μεταπολίτευσης» διατηρείται στην Ελλάδα. Περιμένοντας την επόμενη «σύμπτωση» διεθνών κρίσεων που θα το ανατρέψει.
Η «σύμπτωση» αυτή, ίσως, βρίσκεται πια πολύ κοντά…


«Οδοστρωτήρας»… Μερικές σκέψεις με αφορμή την πρόσφατη επικαιρότητα
του Χρύσανθου Λαζαρίδη, 7/10/2008



* Πρώτον, στις δημοκρατικές χώρες, ο διαχωρισμός Κράτους- Εκκλησίας δεν αποτελεί ενιαίο θεσμικό σύστημα: Στη Βρετανία, για παράδειγμα, ο αρχηγός του κράτους είναι και αρχηγός της Εκκλησίας. Στις ΗΠΑ το χαρτονόμισμα του ενός δολαρίου φέρει πάντα την επιγραφή «Πιστεύουμε στο Θεό». Στη Γερμανία, την Ιταλία και τη Δανία, το φορολογικό σύστημα προβλέπει αυτόματη εισφορά των φορολογουμένων στην Εκκλησία όπου δηλώνουν ότι ανήκουν… Αλήθεια, τι απ΄ όλα αυτά θέλουμε να μιμηθούμε;
* Δεύτερον, οι σχέσεις Κράτους- Εκκλησίας στην Ελλάδα σε τίποτε δεν εμπόδισαν τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που εκκρεμούν εδώ και χρόνια: Δεν εμπόδισαν την «επανίδρυση του κράτους» που υποσχέθηκε η ΝΔ, δεν εμπόδισαν τον «εκσυγχρονισμό» που ευαγγελίστηκε το Σημιτικό ΠΑΣΟΚ, δεν εμπόδισαν την αναδιάρθρωση των αγορών, την καταπολέμηση των καρτέλ, την πάταξη της φοροδιαφυγής και της γραφειοκρατίας.
Μάλλον κυβερνήσεις που δεν μπόρεσαν ή δεν τόλμησαν να κάνουν μεγάλες μεταρρυθμιστικές τομές, άρχισαν να σκιαμαχούν με την Εκκλησία, για να δικαιολογήσουν την ανεπάρκειά τους. Όταν δεν είχαν με τι άλλο να ασχοληθούν τους έπιανε ο αντικληρικαλιστικός «οίστρος»…
* Τρίτον, αν υπάρξει πλήρης «διαχωρισμός» στην Ελλάδα, τότε η Εκκλησία (αφού δεν θα χρηματοδοτείται, πλέον, από το κράτος) θα πρέπει να διαχειρίζεται ανεμπόδιστα την περιουσία της. Όπως γίνεται σε όλες τις δυτικές χώρες. Έτσι δεν είναι;
* Τέταρτον, πώς βγήκαν τόσες αποφάσεις δικαστηρίων στην περίοδο 1994-1999 και τόσες γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του κράτους στην περίοδο 1999-2003, υπέρ της Μονής Βατοπεδίου, στη γνωστή διαμάχη για τη λίμνη Βιστωνίδα;
Μήπως ο νόμος ήταν, πράγματι, με τη Μονή Βατοπεδίου;
Μήπως ο νόμος αυτός που λοιδορείται σήμερα, είναι ακριβώς η ίδια νομική βάση με την οποία η Ελλάδα διεκδικεί την περιουσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως (χρυσόβουλα αυτοκρατόρων και φιρμάνια Σουλτάνων); Μήπως είναι η ίδια ακριβώς νομική βάση που διέπει τη βακούφια; Μήπως είναι η ίδια ακριβώς βάση που είχε γίνει αποδεκτή από τα Ευρωπαϊκά δικαστήρια στη μεγάλη διαμάχη της δεκαετίας του Ά80, όταν Ελληνικά μοναστήρια προσέφυγαν στην Ευρωπαϊκή δικαιοσύνη κατά του «νόμου Τρίτση» και δικαιώθηκαν, τότε, πανηγυρικά;
-- Αυτά γιατί δεν τα πληροφορηθήκαμε όλες αυτές τις μέρες;
-- Οι πολιτικοί (αμφοτέρων των κομμάτων) που γνωρίζουν το νομικό καθεστώς γιατί δεν το υπερασπίζονται; Γιατί δεν το εξηγούν, τουλάχιστον, στην κοινή γνώμη;
-- Οι Εκκλησιαστικοί ταγοί γιατί δεν υπερασπίζονται το δίκιο τους και τα καλώς εννοούμενα συμφέροντα της Εκκλησίας, δημόσια και με παρρησία; Και τι σόι δημοκρατία έχουμε, όταν ουδείς τολμά να σηκώσει το ανάστημά του σε τέτοιο «οδοστρωτήρα» παραπληροφόρησης



ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
ΚΑΙ Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΑΓΟΡΑ.

Του Χρύσανθου Λαζαρίδη* 10/10/2008

Θα ξεκινήσω με πέντε βασικές αρχές που καθορίζουν τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα στην διεθνή αγορά ενεργείας:
* Πρώτον, η Ελλάδα είναι χώρα κατανάλωσης ενέργειας, συνεπώς έχει συμφέρον από χαμηλές τιμές.
* Δεύτερον, η Ελλάδα ως καταναλώτρια χώρα, δεν επιθυμεί μονοπωλιακή δύναμη εκ μέρους οποιουδήποτε παραγωγού ενεργείας, είτε αυτός είναι ο ΟΠΕΚ είτε είναι η Ρωσία – είτε πρόκειται για πετρέλαιο είτε για φυσικό αέριο…
* Τρίτον, η Ελλάδα ως δυτική χώρα που βρίσκεται στη νοτιοανατολική απόφυση της Ευρώπης, έχει συμφέρον να γίνει «γέφυρα» ανάμεσα στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή. Και «γέφυρα», εν προκειμένω, σημαίνει πρωτίστως, διαμετακομιστικός σταθμός κίνησης εμπορευμάτων, κεφαλαίων, πρώτων υλών και επικοινωνιών.
Ταυτόχρονα, όμως, τα Βαλκάνια αποτελούν το «φυσικό επίνειο» της Κεντρικής Ευρώπης και της Ρωσίας στη Μεσόγειο, παρακάμπτοντας τα Στενά των Δαρδανελίων.
Αυτός ο διπλός ρόλος των Βαλκανίων – να συνδέουν την Κεντρική Ευρώπη με τη Μέση Ανατολή και τη Ρωσία με τη Μεσόγειο – προσδιόρισε και τη γεωπολιτική σημασία της Χερσονήσου μας κατά τους τελευταίους τρείς αιώνες.
* Τέταρτον, η Ελλάδα, μια από τις τέσσερις Ορθόδοξες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει πρωταρχικό συμφέρον από τη σύσφιγξη των σχέσεων Ευρώπης-Ρωσίας.
Η θρησκεία και η γλώσσα αποτελούν τις σημαντικότερες συνιστώσες της πολιτιστικής διπλωματίας. Θεωρείται αυτονόητο ότι η Ιταλία αποτελεί τη «γέφυρα» της Ευρώπης με τον εκτός Ευρώπης Καθολικό κόσμο. Είναι επίσης αυτονόητο ότι η Ισπανία και η Πορτογαλία αποτελούν τις «γέφυρες» της Ευρώπης με τη λατινόφωνη Νότιο και Κεντρική Αμερική. Με την ίδια ακριβώς λογική, η Ελλάδα οφείλει να αναγνωριστεί ως «γέφυρα» ανάμεσα στηνΕυρώπη και την ορθόδοξη Ρωσία
* Πέμπτον, η Ελλάδα ως αναπόσπαστο μέλος της Δύσης έχει συμφέρον από την ενσωμάτωση της Ρωσίας στο διεθνές εμπόριο. Κι από την εξομάλυνση των σχέσεων Δύσης-Ρωσίας μέσα από την οικονομική συνεργασία. Η Δύση έχει μόνο να κερδίσει από τη σύγκλιση στρατηγικών συμφερόντων με τη Ρωσία. Από την άλλη πλευρά η Δύση έχει μόνο να χάσει από μια επιστροφή σε ψυχροπολεμικό κλίμα. Αυτό το τελευταίο ορισμένες δυτικές χώρες δεν το αντιλαμβάνονται εύκολα. Αλλά η Ελλάδα – χώρα «μεταίχμιου» ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή – το αντιλαμβάνεται η ίδια κι έχει κάθε λόγο να το υπενθυμίζει στους σύμμαχους και εταίρους της.

Οι εθνικές προτεραιότητες της Ελλάδας

Ας δούμε τώρα, πώς αυτές οι αρχές εφαρμόζονται στην άσκηση τρέχουσας πολιτικής.
— Πρώτον, οι Αμερικανοί φίλοι μας επιμένουν ότι χρειάζεται να ενισχύσουμε τη διαφοροποίηση ενεργειακών πηγών για την κάλυψη των αναγκών μας.
Η Ελλάδα ως καταναλώτρια χώρα συμφωνεί απολύτως. Μας χρειάζεται διαφοροποίηση πηγών. Δεν μπορούμε να εξαρτηθούμε από ένα μόνο προμηθευτή.
Γι' αυτό και επιλέγουμε να στηρίξουμε και τους δύο αγωγούς αερίου. Και το ρωσικό και τον αζέρικο. Μόνο που αυτόν τον τελευταίο τον εμποδίζουν τα διαπραγματευτικά κωλύματα που προβάλει η Τουρκία, η οποία επιθυμεί υψηλό αντίτιμο για να επιτρέψει να περάσει ο αζέρικος αγωγός από το έδαφός της. Αν κάποιος εμποδίζει τη διαφοροποίηση πηγών εφοδιασμού της Δύσης σε αέριο, αυτός δεν είναι η Ελλάδα.
— Δεύτερον, η Ελλάδα έχει προ πολλού πλήρως αποδεχθεί την δυτική στρατηγική ενσωμάτωσης της Ρωσίας στη διεθνή πολιτική μέσω του εμπορίου. Αλλά τι σημαίνει αυτό; Αν εμείς οι Δυτικοί δεν ενθαρρύνουμε τις ρωσικές εξαγωγές, πώς θα ενσωματώσουμε τη Ρωσία και πώς θα «εξομαλύνουμε» πλήρως τις σχέσεις μας μαζί της; Και αν δεν ενθαρρύνουμε τις εξαγωγές πετρελαίου και αερίου από τη Ρωσία, τι ακριβώς θα την ενθαρρύνουμε να εξάγει; Αλήθεια, πώς είναι δυνατόν να μιλάμε για «οικονομική ενσωμάτωση» της Ρωσίας στην παγκόσμια αγορά και την ίδια στιγμή να της δημιουργούμε «κωλύματα», ώστε να μην μπορεί να εξάγει εκείνο που έχει σε αφθονία, δηλαδή ενεργειακούς πόρους;
— Τρίτον, αν έχει κάποια ενεργειακή εξάρτηση η Δύση είναι σε πετρέλαιο από την Μέση Ανατολή, όχι από τη Ρωσία. Αν χρειαζόμαστε κάποια διαφοροποίηση πηγών, όπως επιμένουμε οι φίλοι μας οι Αμερικανοί, αυτή η διαφοροποίηση πρέπει να γίνει από το αραβικό πετρέλαιο. Διότι εμπάργκο στο παρελθόν η Δύση υπέστη από τον ΟΠΕΚ, όχι από οποιονδήποτε άλλο. Μη ξεχνιόμαστε…
Οι δύο πετρελαϊκές κρίσεις ταλαιπώρησαν ολόκληρη τη Δύση, από γεγονότα που ξέσπασαν στη Μέση Ανατολή κι αφορούσαν το σχέση πετρελαίου-Ισλάμ. Βέβαια, ο ΟΠΕΚ είναι σήμερα πολύ πιο υπεύθυνος απ' ότι ήταν τότε. Κι έγινε πιο υπεύθυνος διότι στο μεταξύ υπήρξε μια πρώτη διαφοροποίηση πηγών. Υπήρξε το πετρέλαιο τη Βόρειας Θάλασσας (που ήδη εξαντλείται), υπήρξε το πετρέλαιο του Μεξικού, της Βενεζουέλας και της Νιγηρίας (περιοχές όπου σήμερα παρατηρείται υψηλός δείκτης γεωπολιτικής αστάθειας, ειδικά στις δύο τελευταίες), υπήρξε το ρωσικό αέριο στο Βόρειο Ευρώπη και η στροφή της Γαλλίας, αλλά και της Ιαπωνίας, στην πυρηνική ενέργεια.
Όλα αυτά κατέστησαν την εξάρτηση της Δύσης από το Αραβικό πετρέλαιο μικρότερη και τη στάση του ΟΠΕΚ απέναντι στη Δύση πολύ πιο υπεύθυνη. Αλλά το ρωσικό πετρέλαιο μπορεί να επιτρέψει ακόμα μεγαλύτερηαπεξάρτηση της Δύσης από τον ΟΠΕΚ. Συνεπώς, αν θέλουμε να ενισχύσουμε τη διαφοροποίηση των πετρελαϊκών προμηθειών μας, πρέπει να ενθαρρύνουμε την έλευση του ρωσικού πετρελαίου στην ευρωπαϊκή αγορά, όχι να δυσφορούμε γι' αυτό.
Η Ελλάδα, αυτό ακριβώς κάνει με τον πετρελαιαγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη: Ενισχύει τη διαφοροποίησηενεργειακών πηγών για τη Δύση.
— Τέταρτον, για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, την Ελλάδα τη συμφέρει, με τη στενή έννοια τουλάχιστον, το αραβικό πετρέλαιο περισσότερο απ' ο,τιδήποτε άλλο.
Μας συμφέρει γιατί είναι πολύ φθηνότερο. Έχει κόστος εξόρυξης 3-5 δολάρια το βαρέλι (ιδιαίτερα στο Νότιο Ιράκ), όταν το πετρέλαιο της Κασπίας έχει κόστος εξόρυξης σήμερα γύρω στα 25 δολάρια το βαρέλι.
Επίσης, μας συμφέρει το αραβικό πετρέλαιο, γιατί προωθείται στις διεθνείς αγορές μέσα από θαλάσσιες μεταφορές, δηλαδή με τάνκερς. Και η Ελλάδα διαθέτει διεθνώς το μεγαλύτερο στόλο από τάνκερς.
Το πρόβλημα είναι, όμως, ότι σημαντικό μέρος του αραβικού πετρελαίου έχει μπλοκαριστεί από τη διεθνή αγορά, λόγω αποσταθεροποίησης του Ιράκ. Ακόμα, η συνεχής ένταση που υπάρχει στη Μέση Ανατολή εκτρέφει προσδοκίες κρίσης πολύ πέραν του Ιράκ, και στο Ιράν και στον Περσικό Κόλπο συνολικά. Με αποτέλεσμα να εντείνονται τα φαινόμενα κερδοσκοπίας επί του πετρελαίου, από την αυξημένη γεωπολιτική αστάθεια και τους φόβους μείζονος ανάφλεξης στην περιοχή.
Μας φαίνεται, λοιπόν, πολύ αστείο, όταν κάποιοι φίλοι μας προσπαθούν να μας πείσουν να προτιμάμε το αραβικό πετρέλαιο και να αποφεύγουμε το ρώσικο! Το πιο αστείο – η τραγικό, αν προτιμάτε – είναι ότι αυτοί ακριβώς που προσπαθούν να μας πείσουν να αποφεύγουμε το ρωσικό πετρέλαιο και να προτιμάμε το αραβικό, είναι οι ίδιοι που πυροδότησαν την μόνιμη αστάθεια στη Μέση Ανατολή – και μας απέκλεισαν από το αραβικό πετρέλαιο!
Αν κάτι «πέτυχε» η Αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ, είναι να αναδείξει τη Ρωσία σε δεύτερη πετρελαιοπαραγωγό χώρα στον κόσμο.
Αν κάποια χώρα έχει να κερδίσει τα περισσότερα από τη σταθεροποίηση του Ιράκ και του Περσικού Κόλπου γενικότερα, αυτή είναι η Ελλάδα.
Θα απαντούσαμε λοιπόν, στα επιχειρήματα των φίλων μας των Αμερικανών, ως εξής:
— Παρακαλούμε, μην προσπαθείτε να μας δείξετε το συμφέρον μας.
Το ξέρουμε κι από μόνοι μας
— Μην προσπαθείτε να μας πείσετε για το που βρίσκεται το συμφέρον μας
Το αντιλαμβανόμαστε πρώτοι εμείς.
—  Κοιτάξτε να σταθεροποιήσετε το Ιράκ που σας έχει ξεφύγει, κι όλα τα άλλα θα γίνουν μετά από μόνα τους. Αλλά όσο το Ιράκ παραμένει πυριτιδαποθήκη έτοιμη να εκραγεί και ο Περσικός Κόλπος το ίδιο, μη σας φαίνεται παράξενο που αναζητούμε εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού σε πετρέλαιο.
— Πέμπτον, σε ότι αφορά το αέριο, χρειαζόμαστε το ρωσικό αέριο, το οποίο ήλθε για να μείνει. Ασφαλώς χρειαζόμαστε και το αζέρικο. Αλλά δεν είμαστε εμείς που εμποδίζουμε σήμερα τη δημιουργία του αγωγού «Ναμπούκο». Όταν με το καλό τον ξεμπλοκάρουν, κυρίως από τα προσκόμματα που παρουσιάζει η Τουρκία, εμείς με χαρά θα τον δεχθούμε.
— Έκτον, χρειαζόμαστε επίσης και το ρωσικό πετρέλαιο. Είναι πιο ακριβό, αλλά γι' αυτό δεν φταίμε εμείς. Έτσι κι αλλιώς είμαστε φανατικοί υπέρ της διαφοροποίησης ενεργειακών πηγών, οπότε και ο ρωσικός αγωγός ήλθε κι αυτός για να μείνει. Γιατί όσο υπάρχει η ευρωπαϊκή πρόσβαση στο ρωσικό πετρέλαιο – μέσω του αγωγού Μπουργκάς Αλεξανδρούπολη – τόσο οι Αμερικανοί θα επείγονται να σταθεροποιήσουν τη Μέση Ανατολή και να αποκαταστήσουν τον ομαλό εφοδιασμό της αγοράς με αραβικό πετρέλαιο, τόσο και ο ΟΠΕΚ θα γίνεται πιο υπεύθυνος.
Έτσι κι αλλιώς, αν θέλουμε να ισορροπήσουν σε χαμηλότερο επίπεδο οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου, πρέπει νααυξηθεί η παγκόσμια παραγωγή. Πώς θα αυξηθεί η διεθνής παραγωγή, αν το ρωσικό πετρέλαιο μένει εκτός διεθνούς αγοράς;
Έτσι κι αλλιώς, μακροπρόθεσμα, «ιδανικός» καταναλωτής του ρωσικού πετρελαίου είναι η Κίνα μάλλον, παρά η Ευρώπη. Αλλά πρέπει να υπάρχει συνεχώς και να παραμένει ανοικτή η πρόσβαση της Ευρώπης σε ρωσικό πετρέλαιο, για να αποθαρρύνονται μονοπωλιακές πρακτικές εκ μέρους του ΟΠΕΚ.
Αν ξέρουν, ότι έχουμε κι απ' αλλού να ψωνίσουμε, έστω και ακριβότερο πετρέλαιο, οι ίδιοι θα κρατούν τις τιμές χαμηλότερα, και θα αποθαρρύνουν κινήσεις διεθνούς κερδοσκοπίας.
Συνεπώς, αυτός ο μικρός αγωγός Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης, έχει μεγάλη σημασία και για την Ειρήνη και για τη διεθνή σταθερότητα – στις τιμές ενέργειας και όχι μόνο.
— Τέλος, η Ελλάδα έχει κάθε συμφέρον να υπάρξει σύγκλιση στρατηγικών συμφερόντων Δύσης-Ρωσίας. Κι έχει κάθε λόγο να αποτρέψει μια οπισθοχώρηση σε ψυχροπολεμικές συνθήκες.
Όπως είπαμε, η Ελλάδα είναι χώρα «μεταίχμιου». Για την ακρίβεια βρίσκεται σε τριπλό μεταίχμιο: Ανάμεσα στοΒορρά και το Νότο, ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, ανάμεσα στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή.
Οι χώρες «μεταίχμιου» πρώτες κερδίζουν, όταν ανοίγουν οι δίαυλοι επικοινωνίας κι εμπορίου.
Και πρώτες χάνουν, όταν οι δίαυλοι αυτοί κλείσουν και αρχίζουν οι γεωπολιτικές «τριβές».
Το εμπόριο κι οι αυξημένοι ανταλλαγές για μια χώρα «μεταίχμιου» σημαίνει αυξημένη ευημερία.
Ψυχροπολεμικό κλίμα, για χώρα «μεταίχμιου», σημαίνει αυξημένη ανασφάλεια.
Η Ελλάδα είναι τμήμα της Δύσης και το απέδειξε σε όλους τους πολέμους του πρόσφατου και απώτερου παρελθόντος, θερμούς και ψυχρούς.
Αλλά σε περίοδο Ειρήνης, ως χώρα «μεταίχμιου», διαλέγει σταθερά τη στρατηγική της ευημερίαςόχι τον κατήφορο της ανασφάλειας.

Και γι' αυτή την επιλογή της, δεν έχει να απολογηθεί σε κανένα.

Σας ευχαριστώ.

  *ομιλία του δημοσιογράφου στο Ελληνορωσικό forum

Το αληθινό μέγα σκάνδαλο…

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 18/10/2008

Μια που συζητάμε για σκάνδαλα σε βάρος της δημόσιας περιουσίας, επιτρέψτε μου κάποιες παρατηρήσεις.
Εκτός επικαιρότητας (αφού δεν αφορούν το Βατοπέδιο).
Αλλά εντός θέματος (αφού αφορούν τη δημόσια περιουσία):
Το μεγαλύτερο σκάνδαλο – για το οποίο, όμως, δεν μιλάει κανείς – είναι τα κληροδοτήματα του Δημοσίου.


Όχι ένα και δύο, όχι δέκα ή εκατό, αλλά χιλιάδες κληροδοτήματα ιδιωτών υπέρ δημοσίων οργανισμών, ΝΠΔΔ, Πανεπιστημιακών ιδρυμάτων κλπ., δεν αξιοποιούνται ή λεηλατούνται από ορδές «επιτηδείων».
Μιλάμε για ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα στο κέντρο της Αθήνας (κι όχι μόνο) που μένουν ερειπωμένα για χρόνια. Και κανείς δεν ξέρει γιατί. Ούτε κάνει κάτι για να τα αξιοποιήσει…
Μιλάμε για εκατοντάδες κτίρια και χιλιάδες διαμερίσματα στο κέντρο της πόλης, που νοικιάζονται για πενταροδεκάρες (στα χαρτιά) και τη διαφορά την εισπράττουν – και τη μοιράζονται – κάποια «τρωκτικά» του Δημοσίου.
Μιλάμε για αληθινά «φιλέτα» στο κέντρο της πόλης, που διατίθενται για πάρκινγκ υπαλλήλων γειτονικών δημοσίων οργανισμών, ενώ θα μπορούσαν να εξυπηρετούν πολύ περισσότερους και να αποδίδουν στο Δημόσιο πολύ περισσότερα (πέρα από το βόλεμα των αρειμάνιων υπαλλήλων του)…
Οι απώλειες από το σύνολο των κληροδοτημάτων του Δημοσίου είναι πολλές τάξεις μεγέθους παραπάνω από τη συνολική περιουσία της Μονής Βατοπεδίου – αμφισβητούμενη και μη.
Αλλά με αυτό το τεράστιο σκάνδαλο δεν ασχολείται κανείς. Και δεν διαμαρτύρεται κανείς.
Για την ακρίβεια, η λίμνη Βιστωνίδα είναι «κόκκος άμμου» μπροστά στα κληροδοτήματα του Δημοσίου, από τα οποία θησαυρίζουν σύγχρονοι «πειρατές», χωρίς να ενδιαφέρεται κανείς.
Για να μη μιλήσουμε για την συνολική αναξιοποίητη περιουσία του Δημοσίου (πέρα από τα κληροδοτήματα), την οποία ακόμα δεν έχουμε καταγράψει, και την οποία βαθμιαία την καταπατούν διάφοροι «επιτήδειοι», χωρίς – και πάλι – να ασχολείται ή να ενδιαφέρεται κανείς…
Δεν ξέρω τι άνθρωπος είναι ο μοναχός Εφραίμ.
Φοβάμαι, όμως, ότι ο Εφραίμ δεν είναι το πρόβλημα.
Μάλλον το πρόσχημα είναι…




Για την 28η Οκτωβρίου 1940
Του Χρύσανθου Λαζαρίδη, 27/10/2008, ΑΝΤΙΦΩΝΟ


Το 1895, ο Λόρδος Κέλβιν, κατά κόσμον William Thomson, ένας από τους μεγαλύτερους φυσικούς της εποχής του, διακήρυξε το εξής εκπληκτικό: «μηχανές που πετάνε, βαρύτερες από τον αέρα, είναι αδύνατο να κατασκευαστούν»! 
Οκτώ χρόνια αργότερα διαψεύστηκε πανηγυρικά από δύο ερασιτέχνες μηχανικούς, τους αδελφούς Wright, οι οποίοι κατασκεύασαν την πρώτη ιπτάμενη μηχανή. Ήταν βαρύτερη από τον αέρα. Και κατάφερε να πετάξει….
Το 1900, ο Λόρδος Κέλβιν έκανε μια ακόμα βαρυσήμαντη επισήμανση:
«Δεν υπάρχει πια τίποτε καινούργιο να ανακαλύψουμε στη Φυσική», είπε. «Το μόνο που απομένει είναι να βελτιώσουμε τις μετρήσεις μας με ακρίβεια περισσότερων δεκαδικών ψηφίων»
Πέντε χρόνια αργότερα κι αυτή η διαπίστωση διαψεύστηκε εξ ίσου πανηγυρικά. 
Ένας νεαρός υποψήφιος διδάκτορας, ο Αλβέρτος Αϊνστάϊν, ανέτρεψε τη Νευτώνεια Φυσική με τη Θεωρία της Σχετικότητας. Λίγα χρόνια αργότερα, μια πλειάδα ακόμα νεώτερων φυσικών, ο ντε Μπρολί, ο Σρέντιγκερ, ο Χάϊζεμπεργκ και ο Ντυράκ θα ανέτρεπαν ότι είχε απομείνει από το Νευτώνειο κόσμο, με την Κβαντική θεωρία. 
Ο Λόρδος Κέλβιν είχε πέσει έξω, για μιαν ακόμα φορά. Αυτό, ασφαλώς, δεν τον εμπόδισε να συγκαταλέγεται, μέχρι σήμερα, μεταξύ των μεγαλύτερων φυσικών. Βρίσκεται μάλιστα θαμμένος στο αβαείο του Westminster, δίπλα στον Νεύτωνα…
Αλλά η Νευτώνεια Φυσική, την οποία θεωρούσε «αιώνια, παγκόσμια κι αδιαμφισβήτητη αλήθεια», είχε πολλαπλά ανατραπεί. 
Τι ακριβώς είχε συμβεί; 
Πολύ λίγα χρόνια μετά τις βαρύγδουπες διαπιστώσεις του Λόρδου Κέλβιν, η επιστήμη της Φυσικής μπήκε σε μια νέα φάση ωριμότητας, όπου ξεπέρασε το αυτονόητο και προχώρησε στο αδιανόητο. Ο καμπυλωμένος χωροχρόνος του Αϊνστάϊν, τα κβάντα του Ντε Μπρολί, που ήταν κυματοσωματίδια - κύματα και σωματίδια ταυτόχρονα - η απροσδιοριστία της κβαντικής φυσικής του Σρέντιγκερ και του Χάιζεμπεργκ, όλα αυτά ήταν έννοιες αδιανόητες για το ευρύ κοινό. 
Αδιανόητες ακόμα και για πολλούς φυσικούς. Και σήμερα ακόμα, δεν υπάρχει πλήρης συμφωνία για το τι σημαίνουν. 
Εν πάση περιπτώσει, κάθε Επιστήμη κάθε κλάδος της Γνώσης, έρχεται κάποια στιγμή που ωριμάζει και προχωρά πέρα από το προφανές, πέρα από τη συμβατική λογική, πέρα από τα «αυτονόητα» της εποχής της. 


Αλήθεια, όμως, τι σχέση έχουν όλα αυτά με το θέμα μας;
Απλούστατα: Υπάρχουν κάποια σημεία, κάποια επίπεδα, κάποιες κλίμακες, κάποιες συγκυρίες, κάποιες ακραίες καταστάσεις, όπου αυτό που φαίνεται «υπό κανονικές συνθήκες προφανές» και λογικό παύει να ισχύει. 
Όπως αυτό συμβαίνει στη Φυσική, στα Μαθηματικά, και στην Οικονομία, έτσι συμβαίνει και στην Πολιτική, ή στην Ιστορία των λαών. 
Υπάρχουν κάποιες μεγάλες στιγμές, όπου αυτό που μοιάζει «υπό κανονικές συνθήκες προφανές», «τετράγωνα λογικό» και «αυτονόητο», ανατρέπεται. Κι ενεργοποιούνται όχι απλώς κάποια άλλα κίνητρα, πέρα από την κοινή λογική. Αλλά αρχίζουν να ισχύουν κάποιοι άλλοι κανόνες, κάποιας άλλης λογικής. 

Για να έλθουμε στον Πολιτική, λοιπόν, γνωρίζουμε ότι οι συσχετισμοί ισχύος επιτρέπουν κάποιες επιλογές σε ένα λαό και του απαγορεύουν κάποιες άλλες. 
Και το τίμημα για όποιον λαό αψηφά τους συσχετισμούς ισχύος είναι η ήττα, η υποδούλωση και ο αφανισμός. 
Αυτά τα γνωρίζουμε καλά. Αλλά δεν ισχύουν πάντα. 
Υπάρχουν στιγμές, που η λογική της ισχύος και των συσχετισμών, αποδεικνύεται στείρα, λανθασμένη και μυωπική. 
Είναι τότε που ιδεολογικά προτάγματα ανατρέπουν τη λογική της ισχύος.
Να μερικά πολύ χαρακτηριστικά παραδείγματα που προσφέρει η σύγχρονη Ελληνική Ιστορία: 

Ας μεταφερθούμε εξήντα-οκτώ χρόνια πίσω, το φθινόπωρο του 1940:
Η Γερμανία του Χίτλερ και η Ιταλία του Μουσολίνι - οι δυνάμεις του ?ξονα - είχαν σαρώσει την Ευρώπη.
Να προσέξουμε κάτι: Η Ελλάδα το 1940 δεν έκανε επιλογή «με ποια πλευρά θα μπει στον Πόλεμο». Δεν υπήρχαν, τη στιγμή εκείνη, «δύο πλευρές». Υπήρχε ο ?ξονας που νικούσε παντού, έλεγχε τα πάντα στην Ευρώπη κι ετοιμαζόταν να επεκταθεί ακόμα παραπέρα. 
Κι από την άλλη πλευρά, υπήρχε η Αγγλία, ηττημένη, ταπεινωμένη και καθημαγμένη, που αντιστεκόταν λυσσαλέα, αλλά δεν είχε τίποτε να προσφέρει σε όποιους δυνητικούς συμμάχους της. 
Μπορεί η Σοβιετική Ένωση να φοβόταν ότι σύντομα θα ερχόταν κι η σειρά της, μπορεί να ετοιμαζόταν μυστικά να αντιμετωπίσει ενδεχόμενη Γερμανική επίθεση, αλλά τότε, τυπικά ακόμα, ήταν «διπλωματικός φίλος» της Γερμανίας, κι έστελνε «συγχαρητήρια τηλεγραφήματα» στο Βερολίνο, μετά από κάθε σαρωτική νίκη της Βέρμαχτ. 
Μπορεί και οι ΗΠΑ να συμπαραστέκονταν υλικά και ηθικά στη αγρίως δοκιμαζόμενη Βρετανία, αλλά τυπικά ήταν ουδέτερες ακόμα, και δεν φαινόταν εύκολο τότε, πως θα ξεπερνούσαν αυτή την ουδετερότητα. Ο νόμος περί υποχρέωσης στρατιωτικής θητείας και Γενικής επιστράτευσης, ψηφίστηκε στο Αμερικανικό Κογκρέσο, μόλις το επόμενο καλοκαίρι, του 1941, μόλις με μια ψήφο διαφορά, μόλις τρείς μήνες πριν από το Πέρλ Χάρμπορ. Το φθινόπωρο του 1940, η ανάμιξη της Αμερικής στον Πόλεμο φαινόταν πολύ μακρινό και πολύ απίθανο ενδεχόμενο. Για την ακρίβεια, ο Πόλεμος έμοιαζε να έχει τελειώσει…
Κι όμως, εκείνη τη στιγμή η Ελλάδα, λαός και ηγεσία, καθεστώς κι αντιπολίτευση, επέλεξαν να αντισταθούν. Να αντισταθούν πλήρως, αποφασιστικά, αδιαπραγμάτευτα κι ανυποχώρητα. 
Πόσο «λογική» ήταν τότε εκείνη η επιλογή;
Σύμφωνα με τα συμβατικά μέτρα, καθόλου λογική, απολύτως «παράλογη». 
Αν υπήρχαν τότε επαγγελματίες αναλυτές και τεχνοκράτες της διαχείρισης κρίσεων, θα εισηγούνταν ομόφωνα, την συνθηκολόγηση της Ελλάδας! Θα πίεζαν να διαπραγματευθεί η Ελλάδα, ακόμα και μείζονες εθνικές παραχωρήσεις, προκειμένου να ΜΗ βγει στον Πόλεμο, ή να βγει με το μέρος των τότε «νικητών»: Δηλαδή του ?ξονα. 
Ευτυχώς, δεν υπήρχαν τότε τέτοια golden boys, που καταλαβαίνουν τις τεχνικές παραμέτρους του προβλήματος, αλλά συχνά δεν καταλαβαίνουν τη φύση του και τη δυναμική των βασικών μεγεθών του. 
Κι έτσι η Ελλάδα δεν πήγε με τους «νικητές», αντιστάθηκε στους «νικητές», υπέφερε τα πάνδεινα τα επόμενα δέκα χρόνια, αλλά κατάφερε να βγει κερδισμένη από τον Πόλεμο. Κι αν δεν εμπλεκόταν σε ένα καταστροφικό Εμφύλιο μετά το τέλος της Κατοχής, ίσως θα έβγαινε ακόμα δυνατότερη. 
Η Ελλάδα πήγε με τους τελικούς νικητές του Πολέμου, γιατί επέλεξε να αντισταθεί στους «νικητές» της στιγμής, την ώρα που ξέσπαγε ο Πόλεμος. 
Δεν ήταν υπολογισμοί ισχύος, δεν ήταν κάποια σπάνια διορατικότητα, ήταν προτάγματα Ελευθερίας που καθόρισαν τη στάση της. 

Ας μεταφερθούμε, τώρα ένα χρόνο αργότερα. Μετά από τη νικηφόρα προέλαση του ελληνικού στρατού στα βουνά της Αλβανίας, και τη ταπείνωση της Μουσολινικής Ιταλίας, η Ελλάδα υφίσταται την επίθεση του Γερμανικού στρατού από τα βόρεια σύνορά της, τον Απρίλιο του 1941, και υποκύπτει. Βρίσκεται πλέον υπό τριπλή κατοχή. Κι όμως, έξη μήνες αργότερα ξεσηκώνεται ένα ανεπανάληπτο κίνημα Εθνικής Αντίστασης, που αγκαλιάζει τότε ολόκληρο τον Ελληνικό χώρο. 
Την εποχή εκείνη ο, ελεγχόμενος από τις κατοχικές δυνάμεις, επίσημος τύπος επιχειρεί να κάμψει στο αντιστασιακό φρόνημα του Ελληνικού λαού. 
Έχει ενδιαφέρον να παρακολουθήσαμε σήμερα, τα δημοσιεύματα της εποχής εκείνης:
«Είμεθα και ημείς Έλληνες», διαβάζουμε στις στήλες των τότε εφημερίδων, με τη χαρακτηριστική γλώσσα της εποχής.
«Θλιβόμεθα και ημείς από την κατοχήν της προσφιλούς ημών πατρίδος. Πλην κατανοούμεν ότι ο σήμερον διεξαγόμενος Πόλεμος θα κριθεί εκτός Ελλάδος. 
-- Είτε οι Γερμανοί και οι Σύμμαχοί των θα νικήσωσιν εις τον Πόλεμον αυτόν, οπότε πάσα «αντίστασις» εν Ελλάδι, είναι ματαία. 
-- Είτε οι Γερμανοί και οι Σύμμαχοί των θα χάσουν τον Πόλεμο, οπότε πάσα «αντίστασις» είναι περιττή. 
Είτε οι Γερμανοί θα νικήσουν και δεν θα φύγουν ποτέ, είτε θα χάσουν και θα φύγουν έτσι κι αλλιώς. 
Οπότε, εις πάσαν περίπτωσιν, η λεγόμενη «Αντίστασις» εν Ελλάδι, είτε είναι ματαία είτε είναι περιττή. Και μόνον θερμοκέφαλοι ή πράκτορες ξένων δυνάμεων προσπαθούν να παρασύρουν την αφρόκρεμα της Ελληνικής νεολαίας εις παράφρονας πράξεις καταστροφής και ολέθρου»
Αυτά έγραφαν τότε, από τις στήλες του ελεγχόμενου τύπου, οι κονδυλοφόροι των κατοχικών κυβερνήσεων και τα «παπαγαλάκια» των κατοχικών αρχών.
Προσπαθήστε να δείτε αυτή την προπαγάνδα, όχι με τα μάτια του σήμερα, όχι με τη γνώση του τι έγινε αργότερα, αλλά με τα μάτι του τότε. 
Παρατηρείστε ότι η προπαγάνδα αυτή λογικά ήταν «τετράγωνη», δεν έμπαζε από πουθενά. Η υποταγή, η παθητικότητα, ο καιροσκοπισμός και η μοιρολατρία έμοιαζαν τότε απολύτως ορθολογικά θεμελιωμένες. Η Αντίσταση έμοιαζε απολύτως «παράλογη» και «τυχοδιωκτική» 
Ευτυχώς, όμως, η ελληνικός λαός δεν άκουσε τότε «τη φωνή της λογικής», αλλά τη φωνή της καρδιάς και του φρονήματός του.
Ευτυχώς, δεν προσχώρησε στη «λογική της υποταγής», αλλά «παρασύρθηκε» από τα προτάγματα Ελευθερίας κι Αντίστασης. 
Σήμερα είμαστε όλοι υπερήφανοι για την «παράλογη» εκείνη αντίσταση των πατεράδων και των παππούδων μας. Κι αντιμετωπίζουμε με περιφρόνηση την «τετράγωνη λογική» των εντεταλμένων κονδυλοφόρων της Κατοχής.

Τι θέλω να πώ;
Είναι, άραγε, σφάλμα να υπολογίζει κανείς προσεκτικά τους συσχετισμούς ισχύος; Είναι λάθος να επιλέγει κανείς την πολιτική που ελαχιστοποιεί τις ζημιές σε μια κρίση; ?ραγε, δεν είναι σωστό, δεν το ακούμε τόσο συχνά τριγύρω μας, δεν το επαναλαμβάνουμε συνεχώς κι εμείς οι ίδιοι, ότι στα μεγάλα θέματα πολιτικής πρέπει να αποφασίζουμε με το μυαλό κι όχι με το συναίσθημα; 
-- Όμως, τι θα πει αυτό;
-- Αλήθεια τι θα πεί να «να υποτάσσουμε το συναίσθημα στη λογική»;
Ακόμα και τη λογική της υποταγής;
Μόνο λογική έχουν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές! Αυτοί, αν τους προγραμματίσεις σωστά, μπορούν να μεγιστοποιούν το όφελος, δεδομένων των περιορισμών που τους τίθενται κάθε φορά, και να αποφασίζουν το μικρότερο κακό. Αλλά οι ανθρώπινες κοινωνίες δεν είναι δίκτυα ηλεκτρονικών υπολογιστών. Έχουν νου, αλλά έχουν και καρδιά, διαθέτουν σκέψη, αλλά έχουν και κάτι που ΔΕΝ έχουν οι υπολογιστές: Συναισθηματική νοημοσύνη. Έχουν φόβους, έχουν ελπίδες, έχουν όνειρα, έχουν προσδοκίες, για τους ίδιους και τα παιδιά τους, έχουν αξίες, έχουν αισθητική, έχουν ελαττώματα, έχουν μικρότητες, έχουν κι αρετές, έχουν σύνδρομα αυτοκαταστροφής, αλλά κι εξάρσεις αυτοθυσίας. 
Πώς μπορούν να προγραμματιστούν γραμμικά όλες αυτές οι ανθρώπινες ιδιότητες και να μπουν σε μια μήτρα υπολογιστικής βελτιστοποίησης;

Οι ανθρώπινες κοινωνίες θα αποφασίζουν πάντα και με το συναίσθημα. Ιδιαίτερα σε συνθήκες υπέρτατης κρίσης, θα αποφασίζουν κυρίως με το συναίσθημα.
Αλλιώς θα χάσουν την ανθρωπιά τους.
Αν αφαιρέσετε τις αξίες, τα προτάγματα, τους φόβους, τις φιλοδοξίες και την αισθητική, δεν μένει τίποτε «ανθρώπινο» από μια κοινωνία. 
Οι ανθρώπινες κοινωνίες θα αποφασίζουν πάντα – σε κρίσιμες στιγμές – με το συναίσθημα. Και θα αποφασίζουν σωστά, αν ελέγχουν το συναίσθημα με τη λογική τους. Όχι αν υποτάσσουν το συναίσθημα στη λογική τους. Όταν η Λογική ελέγχει το συναίσθημα, όταν χαλιναγωγεί τις ενστικτώδεις αντιδράσεις, τότε εξανθρωπίζεται η κοινωνία. Όμως, όταν η λογική υποτάσσει το συναίσθημα, τότε η κοινωνία χάνει την ανθρωπιά της. 
Τα ιδεολογικά προτάγματα είναι ακριβώς αυτό: η λογική – ή μάλλον η ιδεολογική επεξεργασία – των συλλογικών συναισθηματικών αντιδράσεων μιας κοινωνίας σε δύσκολες στιγμές. Ώστε να μη κυριαρχήσει ο φόβος, το μίσος, η παράνοια. Αλλά αρχές και αξίες, που διασώζουν μια κοινωνία και την ανθρωπιά της. 
Τα ιδεολογικά προτάγματα Ελευθερίας είναι οι αρμοί με τους οποίους οικοδομήθηκε αυτό που ονομάζουμε σύγχρονος Πολιτισμός. Στη Δύση κι όχι μόνο…

Κι αυτό δεν είναι άρνηση της Λογικής. Είναι μια άλλη Λογική. Όχι η λογική της καθημερινότητας. Όχι η λογική υπό «κανονικές συνθήκες»…
Είναι η Λογική σε ακραίες καταστάσεις μεγάλων κρίσεων, μεγάλων στιγμών, όταν οι κοινωνίες αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης. Όταν δεν μετράνε οι λεπτές ισορροπίες και οι περίτεχνες εξισορροπήσεις. Όταν μετράνε τα μεγάλα άλματα και οι μεγάλες υπερβάσεις - της μικρότητας, της ατομικότητας, της καθημερινότητας. 
Όταν ο ?νθρωπος αναμετράται με τον εαυτό του και τον ξεπερνά. 
Όταν αναμετράται με τη μοίρα του και την υποτάσσει στη θέλησή του. 
Όταν διαλέγει την Ελευθερία του και την πραγματώνει, ακόμα κι αν αυτή του την επιλογή την πληρώνει ακριβά. 
Τα προτάγματα Ελευθερίας είναι η υπέρτατη Λογική που επιλέγει μια κοινωνία στις μεγάλες, στις δύσκολες στιγμές της. 
Όπως ακριβώς στις κλίμακες των υποατομικών σωματιδίων παύει να ισχύει η Νευτώνεια Φυσική και ισχύει μια άλλη Φυσική – η Κβαντική. 
Όπως ακριβώς στις κλίμακες των μεγάλων γαλαξιακών μαζών και των υψηλών ταχυτήτων, κοντά στην ταχύτητα του φωτός, επίσης παύει να ισχύει η Νευτώνεια Φυσική και ισχύει η Γενική Σχετικότητα του καμπυλωμένου χωροχρόνου. 
Έτσι ακριβώς, στις μεγάλες, στις κρίσιμες ιστορικές στιγμές των λαών, παύουν να ισχύουν οι προσεκτικοί υπολογισμοί ισχύος, εξισορρόπησης συσχετισμών και ελαχιστοποίησης ζημιών, και ισχύει μια άλλη λογική: Εκείνη που υπαγορεύουν τα προτάγματα Ελευθερίας. 
Είναι οι στιγμές που κάθε λαός κάνει το αναπάντεχο άλμα, ανάμεσα στις συμβατότητες της καθημερινότητάς του και τις παρακαταθήκες της Ιστορίας του.
Αλλάζει κώδικα Λογικής. Δεν γίνεται «παράλογος».
Αλλάζει κανόνες συμπεριφοράς. Δεν γίνεται «παρανοϊκός».
Ανακαλύπτει τον εαυτό του. Δεν «χάνει το μυαλό του».

Τελειώνω με μιαν ευχή:
Είθε ποτέ να μη ξανά-χρειαστεί να ξεφύγουμε από την πολύ βολική θαλπωρή της καθημερινότητάς μας.
Είθε ποτέ να μη ξανά-χρειαστεί να αναμετρηθούμε με την Ιστορία μας. 
Αλλά καλού-κακού, ας έχουμε κάπου πρόχειρο στη βιβλιοθήκη μας το ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη: «?σμα ηρωϊκό και πένθιμο για το χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας»:
Το ποίημα αυτό τελειώνει με το συγκλονιστικό στίχο, τη στιγμή που ξεψυχάει ο ήρωας: 
Τώρα χτυπάει πιο γρήγορα τΆ όνειρο μες στο αίμα
Tου κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει:
Ελευθερία
Έλληνες μες στα σκοτεινά δείχνουν το δρόμο:
EΛEYΘEPIA

Του κόσμου η πιο σωστή στιγμή σημαίνει!

Μακριά χτυπούν καμπάνες από κρύσταλλο
Αύριο, αύριο, αύριο: το Πάσχα του Θεού!

Οι στίχοι αυτοί του Νομπελίστα ποιητή μας, δεν έχουν τίποτε το «ορθολογικό»
Έχουν όμως, προτάγματα Ελευθερίας, έχουν αλήθεια, έχουν μεγαλοσύνη,
Έχουν όλα αυτά που φτιάχνουν Πολιτισμό.
Και σας αγγίζουν, επειδή δεν υποτάξατε τα αισθήματά σας στην λογική σας, επειδή είστε άνθρωποι, όχι υπολογιστικές συσκευές, επειδή έχετε ψυχή, έχετε καρδιά, έχετε συναισθήματα, έχετε αισθητική. 
Κι όσο έτσι είστε κι έτσι αντιδράτε, 
το Πνεύμα που εκείνοι πότισαν με το αίμα τους, Ζει. 
Ο πολιτισμός που εκείνοι μπόλιασαν με τη θυσία τους, Ζει.
Η μεγάλη παράδοση που εκείνοι άφησαν πίσω τους, Ζει
Και θα Ζεί αιώνια



Εκείνη η δημοφιλής λέξη που αρχίζει από μ…

17 ΝΟΕΜΒΡΊΟΥ 2008
του Χρύσανθου Λαζαρίδη


Το ότι ο κ. Παπανδρέου επέλεξε τον κ. Βαλιανάτο για σύμβουλό του δεν σημαίνει τίποτε. Ούτε, βέβαια, ότι ο κ. Βαλιανάτος είναι ομοφυλόφιλος. Το τι κάνει καθένας στην αυστηρά προσωπική του ζωή - για την ακρίβεια μέσα στην κρεβατοκάμαρά του - είναι δικό του θέμα. Δεν μας πέφτει λόγος…

Απλώς, την επόμενη φορά που ο κ. Νίμιτς θα προβεί σε δηλώσεις και θα ωρύονται τα Ελληνικά ΜΜΕ για τον «ανθελληνισμό» του, θα πρέπει να τους υπενθυμίσουμε ότι δεν έχουν λόγο να χτυπάνε τον Νίμιτς, όταν «χαϊδεύουν» τον κ. Βαλιανάτο (ή τον κ. Παπανδρέου)…
* Όταν ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ορίζει στενό του σύμβουλο ένα άνθρωπο που έρχεται σε πλήρη σύγκρουση με την «εθνική γραμμή» στο Μακεδονικό, γιατί τάχα να την αποδεχθεί ένας ξένος διπλωμάτης;

Γιατί άραγε, θα πρέπει να σέβεται ο κ. Νίμιτς τις εθνικές ευαισθησίες των Ελλήνων, όταν δεν τις σέβεται ο κ. Βαλιανάτος; Όπως δεν τις σέβεται ούτε ο κ. Παπανδρέου, που τον όρισε ως σύμβουλό του, ενώ γνώριζε τις απόψεις του…
Ξέρετε τι εντύπωση δίνουμε; Ότι τίποτε απ’ όσα λέμε δεν τα εννοούμε. Όταν δίπλα στον αρχηγό της Ελληνικής Αξιωματικής Αντιπολίτευσης διορίζονται – αδρά αμοιβόμενοι – άνθρωποι που διακηρύσσουν ότι πρέπει να αναγνωρίσουμε τα Σκόπια ως «Μακεδονία» και «μακεδονική μειονότητα» στην Ελλάδα, γιατί τάχα να μη μας πιέζουν να αποδεχθούμε, τα ίδια ακριβώς, και επισήμως;

* Θα έπαιρνε ο κ. Παπανδρέου ως σύμβουλο κάποιον που έκανε δημόσιες δηλώσεις υπέρ της πολιτικής Μπούς στο Ιράκ; Μάλλον δύσκολο.
Γιατί άραγε;
Διότι απλούστατα η θέση του πολιτικού συμβούλου επιβάλλει κάποια όρια στη δημόσια έκφραση απόψεων. Δεν μπορούν οι δημόσιες απόψεις του συμβούλου να έρχονται σε ευθεία αντιπαράθεση με την διακηρυγμένη πολιτική του κόμματος.
Αυτή την απλή πολιτική σύμβαση δεν την αντιλαμβάνεται ο κ. Βαλιανάτος – κι αυτό είναι το λιγότερο…
Το κακό είναι ότι δεν την αντιλαμβάνεται ούτε ο κ. Παπανδρέου. Ο οποίος θέλει να κυβερνήσει κι όλα…

* Το χειρότερο, όμως, είναι άλλο: Θεωρείται ότι όσο πιο προκλητική είναι μια άποψη για την κοινωνική πλειοψηφία, τόσο πιο… «προοδευτική» είναι! Μπερδεύεται το προκλητικό με το προοδευτικό. Κι όσο περισσότερο προκαλούν την κοινωνία, τόσο πιο «προοδευτικοί» (νομίζουν ότι) είναι.
Παλαιότερα οι προοδευτικοί θεωρούσαν αυτονόητη υποχρέωσή τους να κερδίσουν τον κόσμο με το μέρος του. Σήμερα θεωρούν καθήκον τους να προκαλούν τους πάντες.
* Αν ένας ετεροφυλόφιλος μιλούσε δημόσια για άσχετο θέμα κι ανέφερε ότι τον πήραν τηλέφωνο αργά το βράδυ όταν βρισκόταν στο κρεβάτι με τη σύζυγό του, υπονοώντας ότι του διέκοψαν τις ερωτικές περιπτύξεις, τι ακριβώς θα λέγαμε γι’ αυτόν; Ότι δημοσιοποιεί μόνος του την κρεβατοκάμαρά του.
Πώς θα σχολιάζαμε ένα ετεροφυλόφιλο που συνεχώς προβάλει δημόσια τις ερωτικές «επιδόσεις» του; Δεν θα του απονέμαμε - και δικαίως - το μεγαλοπρεπή εκείνο ελληνικό χαρακτηρισμό που αρχίζει από μ…;
Γιατί τάχα ό,τι ισχύει για ένα ετεροφυλόφιλο να μην ισχύει, ακριβώς το ίδιο, για ένα ομοφυλόφιλο;
Όταν οι ίδιοι δεν σέβονται την ιδιωτική ζωή τους, πώς να την σεβαστούν όλοι οι άλλοι;

* Ευτυχώς οι ομοφυλόφιλοι συμπολίτες μας, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, δεν είναι σαν τον κ. Βαλιανάτο. Είναι αξιοπρεπείς. Δεν κρύβουν την προτίμησή τους, αλλά δεν τη «διαφημίζουν» κι όλα. Διότι γνωρίζουν ότι σκανδαλίζει πολλούς άλλους.
Αυτό δεν το αντιλαμβάνεται ο κ. Βαλιανάτος. Που νομίζει ότι επειδή η σεξουαλική επιλογή του είναι αναφαίρετο δικαίωμά του, οφείλει να την προβάλει σαν … «κατόρθωμα»! Κάποιος πρέπει να του εξηγήσει πως ό,τι είναι δικαίωμά δεν είναι, υποχρεωτικά, και «αρετή». Το να πιστεύει κανείς στα… UFO είναι δικαίωμά του, αλλά σίγουρα δεν είναι αρετή. Η άσκηση ενός δικαιώματος δεν ισοδυναμεί με την αναγωγή του σε υπέρτατο αξιακό πρότυπο.

* Το χειρότερο είναι ότι ο κ. Βαλιανάτος μετατρέπει την «ιδιαιτερότητά» του σε καριέρα. Και τον κοινωνικά προκλητικό τρόπο με τον οποίο την προβάλει σε «όχημα» ανέλιξης.
Τόσα χρόνια είναι «στα μέσα και στα έξω», με μόνη «κοινωνική προσφορά» το ότι δηλώνει ομοφυλόφιλος. Και δίπλα του περνάνε απαρατήρητοι άλλοι άνθρωποι με περισσότερες σπουδές, μεγαλύτερη επαγγελματική πείρα, περισσότερη καλλιέργεια, παιδεία και αξιοπρέπεια, αλλά με λιγότερο θράσος. Που δεν δημοσιοποιούν την προσωπική τους ζωή, προσπαθούν να αναδειχθούν με την αξία τους, αλλά μένουν «στάσιμοι».
Πριν από 35 χρόνια τέτοιες μέρες, κάποιοι εξεγέρθηκαν στο χώρο του Πολυτεχνείου για να ανατρέψουν τη χούντα και να φέρουν τη δημοκρατία στην Ελλάδα. Είδαν την αστυνομία να τους χτυπά αλύπητα και δεν λύγισαν. Είδαν τα τανκς να πλησιάζουν με τις κάνες στραμμένες και δεν δίστασαν.
Αν, όμως, γνώριζαν πώς θα εκφυλιζόταν η δημοκρατία μετά από τρεισήμισι δεκαετίες, αν μπορούσαν να φανταστούν ποιοι άνθρωποι και με ποια κριτήρια θα αναδεικνύονταν, ίσως εκείνοι οι ήρωες να είχαν τότε δεύτερες σκέψεις.
Τότε, η δημοκρατία αναγεννήθηκε με μια πράξη υπέρτατου ηρωισμού.
Σήμερα, αργοπεθαίνει καθημερινά μέσα σε ανυπόφορη...
(ξέρετε, την πασίγνωστη εκείνη λέξη που αρχίζει από μ…)


Όχι άλλες προβλέψεις, παρακαλώ… 
του Χρύσανθου Λαζαρίδη
28/11/2008 



Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση είναι κάτι σαν την αλήστου μνήμης …χούντα: Όταν κυριαρχούσε, οι αντιστασιακοί δεν έβρισκαν εύκολα σπίτι να τους κρύψει. Όταν έπεσε η χούντα ξαφνικά - και ως δια μαγείας - η Ελλάδα γέμισε 10 εκατομμύρια «αντιστασιακούς»!
Έτσι και με την κρίση. Πριν ξεσπάσει, κανείς δεν την προέβλεπε. Μόλις ξέσπασε, γεμίσαμε «μετά Χριστόν προφήτες». Όλοι την είχαν «προβλέψει»! Όμως, αν ανατρέξει κανείς στα γραπτά τους, ανακαλύπτει, ότι - με ελάχιστες εξαιρέσεις - άλλο πράγμα πρόβλεπαν κι άλλο πράγμα συνέβη. 
Επί χρόνια, όλοι καταλάβαιναν ότι «κάτι δεν πάει καλά». Άλλοι ενοχλούνταν από τα μακροχρόνια ελλείμματα και το διογκούμενο χρέος των ΗΠΑ. Άλλοι από την αφύσικα χαμηλή ισοτιμία του κινεζικού νομίσματος. Άλλοι από την ακαμψία της ευρωζώνης. Άλλοι θεωρούσαν «αναπόφευκτη» την κρίση του καπιταλισμού. Κι άλλοι απλώς πίστευαν ότι η παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη είχε κρατήσει πολύ κι αργά ή γρήγορα θα ερχόταν μια ύφεση. Όμως, η κρίση που προέκυψε δεν είχε σχέση με τίποτε απʼ όλα αυτά…
Βέβαια, δεν είναι η πρώτη φορά που εμφανίστηκαν «προφήτες» της καταστροφής:
* Και πριν το 1929 κάποιοι προέβλεπαν «κατάρρευση του καπιταλισμού». Και θριαμβολογούσαν ότι «επαληθεύθηκαν». Την επόμενη δεκαετία κατέρρευσαν οι αγορές, κατέρρευσαν φιλελεύθερα καθεστώτα, κατέρρευσε το διεθνές σύστημα και ξέσπασε ένας καταστροφικός Πόλεμος. Όμως, ο καπιταλισμός δεν κατέρρευσε. Επανήλθε δριμύτερος… 
* Και στη δεκαετία του ʼ70, μετά τη αμερικανική ήττα στο Βιετνάμ, τις δύο πετρελαϊκές κρίσεις και την εγκατάλειψη των συνθηκών Bretton Woods, κάποιοι προεξοφλούσαν «την κατάρρευση του παγκόσμιου καπιταλισμού». Μάλλον έπεσαν έξω. Δέκα χρόνια αργότερα κατέρρευσε ο «υπαρκτός σοσιαλισμός»…
* Μόλις πέρσι τέτοιο καιρό πολλοί «προέβλεπαν» ότι το πετρέλαιο (που είχε τότε γύρω στα 100 δολάρια το βαρέλι) θα έφτανε στα 250 δολάρια ως το τέλος του 2008. Σήμερα έχει μόλις 55 δολάρια (και κανείς δεν μιλάει πλέον για ενεργειακή κρίση). 
Παρακαλώ, όχι άλλες «προβλέψεις»…

 

Παγίδα ρευστότητας και δημόσιο χρέος


Χρύσανθος Λαζαρίδης, 30/11/2008


Υπάρχει μια παλιά ξεχασμένη έννοια στα οικονομικά που σήμερα γίνεται επίκαιρη: η παγίδα ρευστότητας. Η ρευστότητα –δηλαδή η ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορεί στην οικονομία– είναι σαν το αίμα στον ανθρώπινο οργανισμό. Αν λείψει η ρευστότητα, σταματάει η οικονομική λειτουργία, όπως αν λείψει το αίμα, επέρχεται ο θάνατος.

Κι όταν το αίμα σταματάει να κυκλοφορεί, διότι δημιουργήθηκε ένας θρόμβος ή έκλεισε μια κεντρική αρτηρία, ο οργανισμός πεθαίνει. Το ίδιο και με το χρήμα: Αν κάπου «λιμνάσει» και δεν κυκλοφορεί, τότε επέρχεται, όχι απλή ύφεση, αλλά κατάρρευση της οικονομίας.
Πού μπορεί να λιμνάσει η ρευστότητα της οικονομίας; Στις τράπεζες.
Γιατί λιμνάζει; Διότι δεν υπάρχει κατανάλωση, δεν υπάρχει επένδυση, διογκώνεται συνεχώς η ανεργία, οι τιμές υποχωρούν και ουδείς προβαίνει σε αγορές πέρα από τα απολύτως απαραίτητα. Αφού όλοι προσδοκούν ότι αύριο θα βρουν φθηνότερες τιμές ...

Οι Αρχές διαπιστώνουν τότε ότι ένα εργαλείο τους οικονομικής πολιτικής –η προσφορά χρήματος– αχρηστεύεται. Δεν έχει νόημα να αυξήσουν την προσφορά χρήματος διότι χρήμα υπάρχει, απλώς δεν κυκλοφορεί, λιμνάζει στις τράπεζες. Ακόμα και με μηδενικά επιτόκια, ουδείς δανείζεται. Αυτή είναι η «παγίδα ρευστότητας».

Τότε γίνεται απαραίτητη μια «εξωγενής παρέμβαση» που θα κυκλοφορήσει χρήμα στην αγορά. Είτε παρακάμπτοντας την «παγίδα ρευστότητας» με απευθείας δαπάνες του κράτους, που προχωρά σε δημόσια έργα, δημιουργεί θέσεις εργασίας και προσφέρει εισόδημα. Είτε ξεμπλοκάροντας την «παγίδα ρευστότητας» ενθαρρύνοντας ή εξαναγκάζοντας τις τράπεζες να ανοίξουν τις κάνουλες του χρήματος στην αγορά, ώστε να πάψει να λιμνάζει.

Η πρώτη αντίδραση στην πρόσφατη διεθνή κρίση ήρθε να αποκαταστήσει τη ρευστότητα των τραπεζών που κινδύνευαν (αρχικό Σχέδιο Πόλσον και Σχέδιο Μπράουν). Τώρα υπάρχει ρευστότητα αλλά μένει παγιδευμένη στις τράπεζες. Κι ενεργοποιείται πλέον η δεύτερη αντίδραση, ώστε να παρακαμφθεί ή να ξεμπλοκάρει η «παγίδα ρευστότητας». Όμως, όταν τα κράτη είναι υπερχρεωμένα δεν είναι εύκολο να παρακάμψουν την «παγίδα ρευστότητας», δεν είναι εύκολο να επέμβουν απευθείας στην αγορά και να δημιουργήσουν ενεργό ζήτηση. Μπορούν μόνο να ξεμπλοκάρουν τη ρευστότητα των τραπεζών ...

Η Ελλάδα είναι υπερχρεωμένη. Γι’ αυτό κι είναι αναγκασμένη είτε να αξιοποιήσει την ανενεργή δημόσια περιουσία είτε να ξεμπλοκάρει τη ρευστότητα που είναι παγιδευμένη στις τράπεζες – να ξεμπλοκάρει την «παγίδα ρευστότητας», αντί να την παρακάμψει.

Να ξεμπλοκάρει το τραπεζικό σύστημα σε πρώτη φάση. Και να αξιοποιήσει την ανενεργή δημόσια περιουσία, ώστε να δημιουργήσει ενεργό ζήτηση και να μειώσει το δημόσιο χρέος μεσοπρόθεσμα…
Αν συμβεί αυτό, τότε η κρίση θα έχει λειτουργήσει λυτρωτικά για την ελληνική οικονομία.

 

 

 

Απόπειρα «πορτοκαλί Επανάστασης»…

11 ΔΕΚΕΜΒΡΊΟΥ 2008

του Χρύσανθου Λαζαρίδη


Αυτό που έγινε, πριν λίγα εικοσιτετράωρα ΔΕΝ ήταν «επανάσταση». Δεν ήταν «εξέγερση». Δεν ήταν «έκρηξη κοινωνικής διαμαρτυρίας».
Όχι πως δεν υπάρχουν πολλές πραγματικές αιτίας κοινωνικές έκρηξης. Υπάρχουν και με το παραπάνω. Αλλά αυτό που έγινε προχθές δεν ήταν «εξέγερση». Όχι ακόμα, τουλάχιστον…
·         Η πυρπόληση κατοικημένων περιοχών δεν είναι κοινωνική «εξέγερση».
·         Ο εμπρησμός μνημείων, όπως η Βιβλιοθήκη και το Αρχαιολογικό Μουσείο, δεν είναι «εξέγερση».
·         Οι επιθέσεις κατά πυροσβεστών, που προσπαθούσαν να απεγκλωβίσουν ανήμπορα γερόντια από τις φλόγες δεν είναι «εξέγερση».
·         Το εκτεταμένο πλιάτσικο δεν είναι «εξέγερση».
Ο τραγικός φόνος του 15χρονου από ένα «τρελαμένο» αστυνομικό δεν ήταν η αιτία. Ήταν μόνο η αφορμή - μιας έκρηξης που «ωρίμαζε» από καιρό.
·         Πριν λίγες μέρες γνωστοί-άγνωστοι είχαν επιτεθεί βάναυσα μέσα στο λεγόμενο «Πανεπιστημιακό» άσυλο κι είχαν σπάσει το χέρι μιας καθηγήτριας. Χωρίς να έχει προηγηθεί ο θάνατος του 15χρονου μαθητή…
·         Πριν λίγες μέρες, είχαν κακοποιήσει άγρια μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους ομιλητή που είχε προσκληθεί να δώσει διάλεξη στους φοιτητές Νομικής. Ούτε τότε είχε προηγηθεί ο θάνατος του 15χρονου…
·         Πριν ενάμιση χρόνο είχαν ξυλοκοπήσει μέχρις αναισθησίας ανώτατο αξιωματικό της Αστυνομίας που είχε πάει μαζί με την οικογένειά του να παρακολουθήσει πολιτιστική εκδήλωση στο Γκάζι. Ούτε τότε είχε προηγηθεί ο θάνατος του αδικοχαμένου μαθητή.
Κάποιοι εκμεταλλεύθηκαν ένα τραγικό περιστατικό για να αποπειραθούν «πολύχρωμη εξέγερση» και στην Ελλάδα (κατά τα πρότυπα της Γεωργίας και της Ουκρανίας). 
Η διεθνής κοινή γνώμη έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον, διότι είναι η πρώτη τέτοια «πορτοκαλί επανάσταση» που επιχειρείται σε δημοκρατική χώρα δυτικού τύπου. 
Ακόμα και το ΚΚΕ αναγκάστηκε να κατονομάσει τους προβοκάτορες και να καταγγείλει αυτούς που τους «χαϊδεύουν».
Όχι, ο ελληνικός λαός δεν ξέσπασε προχθές. Για την ακρίβεια δεν μίλησε ακόμα.
Απλώς, κάποιοι, θυμούνται ότι είχε πει κάποτε ο Γεώργιος Παπανδρέου:
-- Τρομοκρατείστε τους τρομοκράτες!


Το δράμα και η φάρσα
Του Χρύσανθου Λαζαρίδη, 20/12/2008



Κάποιοι επιχειρούν συγκρίσεις ανάμεσα στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, το Νοέμβρη του 1973 και τα τελευταία έκτροπα.
Οι συγκρίσεις αυτές είναι ανόητες, το λιγότερο:
* Οι εξεγερμένοι του Πολυτεχνείου ήταν 19-25 ετών κι είχαν Παιδεία και βαθιά πολιτικοποίηση.
Οι σημερινοί είναι 14-17 ετών στην πλειονότητά τους, δεν διαθέτουν ούτε Παιδεία ούτε την παραμικρή πολιτική ωριμότητα. Ούτε θα μπορούσαν, άλλωστε. Είναι ανήλικοι. Αυτά τα πέντε- έξη χρόνια που χωρίζουν την εφηβεία από την ενηλικίωση κάνουν τεράστια διαφορά.
* Εκείνοι ήταν τα πιο ώριμα νιάτα της εποχής τους.
Αυτοί είναι παιδιά. Που πολύ συχνά δεν μπορούν να αρθρώσουν λόγο και στην καλύτερη περίπτωση επαναλαμβάνουν «κλισέ» που έχουν ακούσει από τους «μεγάλους».
Κι ανάμεσά τους πρωτοστατούν στις καταστροφές γνωστοί-άγνωστοι, ενήλικες και με κουκούλες.
* Αν ρώταγες τους εξεγερμένους του Πολυτεχνείου τι θέλουν, θα έπαιρνες πολλές απαντήσεις.
Αν ρωτήσεις τους σημερινούς πιτσιρικάδες θα ακούσεις θραύσματα εφηβικού παραληρήματος.
* Το «εμείς» των εξεγερμένων του Πολυτεχνείου περιλάμβανε όλο τον ελληνικό λαό.
Το «εμείς» των σημερινών πιστιρικάδων περιλαμβάνει τους συνομηλίκους τους και μόνο…
Και το «εμείς» των κουκουλοφόρων δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο το «εσείς» που το μισούν και θέλουν να το καταστρέψουν.
* Οι εξεγερμένοι του Πολυτεχνείου πίστευαν ότι εκπροσωπούσαν ολόκληρο τον ελληνικό λαό.
Οι κουκουλοφόροι μισούν τον ελληνικό λαό.
Και οι πιτσιρικάδες που ξεσηκώνονται σήμερα ούτε εκπροσωπούν ούτε μισούν κανένα. Απλώς είναι «οργισμένοι» για πράγματα που σαφώς – και δικαίως - τους ενοχλούν, αλλά που δεν τα πολύ-καταλαβαίνουν.
* Τότε εξεγείρονταν ενάντια σε ένα τυραννικό καθεστώς.
Σήμερα βρίσκουν και τα κάνουν, εκμεταλλεύονται τη χαλαρότητα της κοινωνίας και την ανοχή της Πολιτείας.
Δεν χτυπάνε την αδικία των ισχυρών ή την αυθαιρεσία της εξουσίας.
Δεν θίγουν τον ισχυρό, αυτόν που πλούτισε άνομα, τον αλαζόνα πολιτικό ή τον αδίστακτο «διαπλεκόμενο».
Καταστρέφουν το μεροκαματιάρη και τον μικρομεσαίο επαγγελματία
* Μάθαμε τρείς δεκαετίες τώρα να κολακεύουμε τα παιδιά.
Τους εξεγερμένους του Πολυτεχνείου δεν τους κολάκεψε κανείς. Τους αντιμετώπιζε η χούντα με ξύλο, τρόμο και βασανιστήρια.
Σήμερα, μετά από 30 χρόνια ανυπόφορης και αντι-παιδαγωγικής παιδο-κολακείας, γεμίσαμε ανήλικους «επαναστάτες χωρίς αιτία» και γνωστούς-άγνωστους κουκουλοφόρους με έκδηλη αντικοινωνική συμπεριφορά.
Δεν συγκρίνουμε «παρόμοια» πράγματα.
Συγκρίνουμε ένα δράμα με μια φάρσα.


Ο επικίνδυνος μύθος της «αμυντικής αστυνόμευσης»

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 5/1/2009

Η απόφαση του υπουργού Εσωτερικών κ. Παυλόπουλου, μετά τον τραγικό θάνατο του 15χρονου στα Εξάρχεια, να διατάξει τις δυνάμεις της αστυνομίας σε «αμυντική στάση», αναδεικνύει το μείζον πρόβλημα της αστυνόμευσης σε μια δημοκρατική κοινωνία.
Από πρώτη άποψη, η απόφαση Παυλόπουλου ακούγεται «σώφρων» επιλογή. Θα δείξουμε ότι είναι άφρων επιλογή…

Μοιάζει να περιορίζει το ρίσκο ανθρώπινων απωλειών. Θα δείξουμε ότι μεγιστοποιεί τους κινδύνους εκτεταμένης αιματοχυσίας…
Να το πούμε καθαρά εξ αρχής: Δεν υπάρχει έννοια «αμυντικής αστυνόμευσης».
Η «Άμυνα» και η «Επίθεση» είναι έννοιες που αφορούν τον Πόλεμο και το πολεμικό φαινόμενο γενικότερο.
Όταν μεταφέρονται από το πολεμικό σε άλλα πεδία της ανθρώπινης δραστηριότητας, χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή.
Γιατί ο Πόλεμος αφορά τη «χρήση βίας χωρίς όρια», σύμφωνα με τον κλασικό ορισμό του Κλαούζεβιτς.
Κι όταν αναφερόμαστε σε πεδία πέραν του Πολέμου, όπου δεν νοείται χρήση «βίας χωρίς όρια», τότε το εννοιολογικό περιεχόμενο των όρων που χρησιμοποιούμε μετασχηματίζεται δραστικά. Το νόημα αλλάζει.
Η μετατρέπεται σε α-νοησία…
Η ασυμμετρία Άμυνας και Επίθεσης
Οι ορισμοί της «Άμυνας» και της Επίθεσης» στον Πόλεμο είναι παραπλανητικά απλοί:
— «Άμυνα» είναι η υπεράσπιση θέσεων από τις προθέσεις του αντιπάλου να τις καταλάβει. Η άμυνα, λοιπόν, προϋποθέτει δύο πράγματα: Έλεγχο πεδίου και πρόθεση του αντιπάλου να καταλάβει το πεδίο αυτό…
— «Επίθεση» είναι το ακριβώς αντίθετο: Η προσπάθεια των ημετέρων δυνάμεων να καταλάβουν πεδίο που ελέγχει ο αντίπαλος. Κι εδώ προϋποτίθενται τα ίδια ακριβώς πράγματα, αλλά με αντεστραμμένους ρόλους.
Στο σημείο αυτό η «Άμυνα» και η «Επίθεση» έχουν πλήρη συμμετρία μεταξύ τους: έχουν τις ίδιες εννοιολογικές προϋποθέσεις, αλλά είναι «αντιθέτου φοράς». Το ένα είναι το αντίθετο του άλλου, το ένα προϋποθέτει το άλλο, και κάθε κίνηση είναι ή το ένα ή το άλλο.
Υπάρχουν, ωστόσο, και περιπτώσεις που δεν είναι σαφής η διαφοροποίηση Άμυνας και Επίθεσης. Υπάρχουν επιθετικές μάχες στα πλαίσια αμυντικού πολέμου. Ή επιθετικές κινήσεις (αντεπιθέσεις) στα πλαίσια μιας αμυντικής μάχης. Όπως και το αντίστροφο, ασφαλώς…
Υπάρχουν τέλος, και περιπτώσεις όπου μια πολεμική κίνηση δεν είναι αυστηρά ούτε «αμυντική» ούτε «επιθετική», όπως συμβαίνει συχνά στον «πόλεμο κινήσεων», όπου επιχειρούνται κυκλωτικοί ελιγμοί, με τους οποίους επιδιώκεται να εξαναγκαστεί ο αντίπαλος να εγκαταλείψει τις θέσεις του, χωρίς να δώσει μάχη (αμυντική ή επιθετική). Σε γενικευμένη στρατηγικό επίπεδο τέτοια είναι η περίπτωση της «έμμεσης προσέγγισης», όπου επιδιώκεται να ηττηθεί συνολικά ο αντίπαλος χωρίς να δώσει σημαντικές μάχες.
Η Άμυνα και η Επίθεση δεν είναι πάντα απολύτως διακριτές και αμοιβαία αποκλειόμενες (αφού μπορούν να συνυπάρχουν αμυντικά και επιθετικά στοιχεία σε μια επιχείρηση), ούτε είναι το ένα το αντίθετο του άλλου, ούτε υπάρχει αναγκαστικά είτε το ένα είτε το άλλο (αφού μπορεί μια επιχείρηση να μην είναι ούτε αμυντική ούτε επιθετική). Όταν παύουν να είναι διακριτές, αμοιβαία αποκλειόμενες, αντιθετικές και «διαζευτικά εξαντλητικές» (ή το ένα ή το άλλο), καταργείται και η συμμετρία μεταξύ τους. Άμυνα και Επίθεση – πάντα στο πολεμικό πεδίο – γίνονται «ασύμμετρες».
Η συμμετρία Άμυνας και Επίθεσης διατηρείται όσο πιο κοντά βρισκόμαστε στο στρατηγικό πεδίο των απώτερων, τελικών επιδιώξεων. Αντίθετα, η συμμετρία Άμυνας και Επίθεσης χάνεται ή αναιρείται όσο απομακρυνόμαστε από το στρατηγικό πεδίο, όσο λιγότερο άμεση και προφανής είναι η σχέση μιας επιχείρησης με τις απώτερες στρατηγικές επιδιώξεις.
Ακόμα ο Κλαούζεβιτς παρατηρεί ότι η Άμυνα είναι «η υπέρτατη μορφή Πολέμου». Γιατί άραγε; Διότι δίνει δυνατότητα στον αμυνόμενο να σταθεί σε μια οχυρή θέση και καλυμμένος να αποδεκατίζει τις επιτιθέμενες δυνάμεις του αντιπάλου του. Μεγιστοποιώντας τις απώλειες του εχθρού και ελαχιστοποιώντας – θεωρητικά τουλάχιστον – το ρίσκο και το κόστος των δικών του δυνάμεων.
Με αυτή την έννοια, ο αμυντικός Πόλεμος είναι ιδιαίτερα θανατηφόρος για τον εχθρό. Είναι υπέρτατη μορφή Πολέμου, διότι μπορεί να επιτύχει με μικρότερο κόστος τη συντριβή του αντιπάλου.
Οι επιθετικοί ελιγμοί επιδιώκουν να διαλύσουν τους σχηματισμούς του αντιπάλου, να σκορπίσουν τη σύγχυση, να κάμψουν το ηθικό του, να τον υποχρεώσουν να εγκαταλείψει τις θέσεις του. Οι αμυντικές διατάξεις επιδιώκουν να αποδεκατίσουν τις δυνάμεις των επιτιθεμένων που έρχονται από απέναντι. Δεν προσπαθούν απλώς να τους διώξουν, επιδιώκουν να τους αφανίσουν.
Πάντα στα πλαίσια του Πολέμου, δηλαδή της άσκησης βίας δίχως όρια.
Δεν υπάρχει «αμυντική» Αστυνόμευση
Όταν όμως μεταφερόμαστε από το Πολεμικό πεδίο σε άλλα ανταγωνιστικά παίγνια, όπου η άσκηση βίας ΔΕΝ είναι απεριόριστη, εκεί η έννοια της Άμυνας και της Επίθεσης διαφοροποιούνται αισθητά – ενίοτε και ακυρώνονται.
Η αστυνόμευση – ιδιαίτερα στα πλαίσια μιας δημοκρατικής κοινωνίας – δεν επιτρέπει απεριόριστη άσκηση βίας. Ο πολίτης δεν είναι «εχθρός», ακόμα κι όταν επιδιώκει την ανατροπή της κυβέρνησης. Ακόμα κι ο πολίτης που παρανομεί, έχει δικαιώματα που τα προστατεύει πλήρως η Πολιτεία.
Ακόμα και σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, όπου δεν υπάρχουν οι δικονομικές προστασίες των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κι εκεί αποφεύγεται συνήθως η χρήση βίας σε μαζική κλίμακα, για να μην πυροδοτηθεί συνολική εξέγερση του πληθυσμού.
Πολλώ μάλλον στις Δημοκρατίες…
Επίσης στο έργο της αστυνόμευσης δεν υπάρχουν «ομοειδείς» αντίπαλοι. Δεν έχουμε στρατούς-λαούς-κυβερνήσεις στις δύο πλευρές (την περιβόητη «Πολεμική Τριάδα» του Κλαούζεβιτς). Μʼ άλλα λόγια τα υποκείμενα του Πολέμου είναι «σύμμετρα» (είναι ομοειδή και συγκρίσιμα), ενώ οι «αντιπαρατιθέμενοι» στο έργο της αστυνόμευση δεν είναι ούτε ομοειδείς ούτε συγκρίσιμοι, τα υποκείμενα που αντιπαρατίθενται είναι «ασύμμετρα»:
Από την μία πλευρά έχουμε την αστυνομία που φροντίζει την τήρηση του νόμου, κι από την άλλη έχουμε μεμονωμένους κακοποιούς (από απλούς παραβάτες της τροχαίας μέχρι ληστές και δολοφόνους), συμμορίες κακοποιών, κυκλώματα οργανωμένου εγκλήματος κλπ.
Η αστυνόμευση δεν κάνει σαφή διάκριση στρατηγικής-τακτικής, δεν διεξάγει ολοκληρωμένους «Πολέμους», δεν σχεδιάζει αλληλοδιάδοχες ή ταυτόχρονες «μάχες», εκτός, ίσως, από την περίπτωση που έχει να αντιμετωπίσει το οργανωμένο έγκλημα. Τις περισσότερες φορές ο σχεδιασμός της αστυνομίας είναι τακτικός (για την αντιμετώπιση συγκεκριμένης απειλής) και προληπτικός (για να αποθαρρύνει επεισόδια).
Έτσι η Αστυνόμευση δεν ασκείται με πολεμικούς όρους. Χρησιμοποιεί βία, αλλά πολύ πιο περιορισμένα. Και δεν μπορεί να ασκείται «αμυντικά» για δύο κύριους λόγους:
* Πρώτον, διότι δεν έχει εδαφικές περιοχές να υπερασπιστεί. Η αστυνόμευση αφορά την τήρηση του νόμου. Κι ο νόμος είτε τηρείται συνολικά είτε δεν τηρείται καθόλου. Είτε τηρείται παντού, είτε δεν τηρείται πουθενά. Μέσα σε μια οργανωμένη κοινωνία δεν μπορούν να υπάρχουν «νησίδες» όπου γίνεται ανεκτή η παρανομία. Δεν είναι δυνατόν η αστυνομία να εμποδίζει την παρανομία σε ένα σημείο της πόλης και να την ανέχεται σε κάποιο άλλο. Όταν η αστυνόμευση είναι «επιλεκτική», τότε καταρρέει η νομιμότητα συνολικά.
* Δεύτερον, διότι δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει φονική βία χωρίς όρια. Δεν μπορεί, δηλαδή η αστυνομία να καλυφθεί πίσω από «οχυρές θέσεις» και να αποδεκατίζει του «εχθρούς». Δεν μπορεί, δηλαδή, να κάνει αυτό που αποτελεί την πεμπτουσία της πολεμικής άμυνας.
Η αστυνομία οφείλει να σπεύδει παντού όπου παραβιάζεται ο νόμος, να συλλαμβάνει όσους παρανομούν και να αποχωρεί. Κι αν χρειαστεί να φυλάσσει σε μόνιμη βάση κάποια σημεία, αυτό γίνεται με την προϋπόθεση ότι αν κάποιοι πλησιάσουν με πρόθεση να παρανομήσουν, οι αστυνομικές δυνάμεις δεν θα τους «παρεμποδίσουν» απλώς, αλλά θα τους συλλάβουν. Κι αν προσπαθήσουν να διαφύγουν, θα τους κυνηγήσουν. Κάθε «στατική» αστυνόμευση, προϋποθέτει την διαθεσιμότητα άλλων (εφεδρικών) δυνάμεων που θα κινηθούν να συλλάβουν τους παρανομούντες.
Όταν στην αστυνομία κυριαρχεί το δόγμα «δεν μπορείτε να πλησιάσετε σε αυτά τα σημεία, και παντού αλλού κάντε ό,τι θέλετε», τότε δεν έχουμε αστυνόμευση.
Κι αυτό διότι παράνομοι που δεν κινδυνεύουν να πιαστούν έχουν κίνητρο να γενικεύσουν και να κλιμακώσουν την παρανομία τους, εκεί που τους «επιτρέπεται». Κι όταν δεν επεμβαίνει η αστυνομία για να επιβάλει την τάξη και να προασπιστεί το δημόσιο συμφέρον, εκεί είναι πιθανό να επέμβουν οι πολίτες και να πάρουν εκείνοι το νόμο στα χέρια τους. Να προφυλάξουν μόνοι τους τα νόμιμα συμφέροντά τους που αρνείται να προστατέψει η αστυνομία.
Δεν υπάρχει, λοιπόν, «αμυντική» αστυνόμευση. Υπάρχει μόνο παθητική αστυνόμευση. Κι αυτό δεν είναι πλέον «αστυνόμευση». Οδηγεί στην εκτεταμένη ανομία και στη γενικευμένη αυτοδικία. Σε περιοχές όπου κυριαρχεί η ανομία και η αυτοδικία έχει καταρρεύσει η δημόσια τάξη…
Κίνδυνος αστυνομικής ανταρσίας
Και κάτι ακόμα χειρότερο – αληθινά εφιαλτικό: Αν οι «παθητικοί» αστυνομικοί, πέρα από ύβρεις στα «στωϊκά αυτιά» τους, πέρα από πέτρες στις ασπίδες και τα κράνη τους και πέρα από τις εμπρηστικές βόμβες μολότοφ στις αντιπυρικές στολές τους δεχθούν και πυροβολισμούς – αν κάποιοι κάνουν το επόμενο μοιραίο βήμα κλιμάκωσης και τους ρίξουν με πυροβόλα όπλα – τότε μπορεί να γενικευτεί η σύγκρουση με πολλαπλά θύματα.
Όταν η Πολιτεία μεταχειρίζεται τους αστυνομικούς της – δηλαδή το προσωπικό που έχει προσλάβει και εκπαιδεύσει για να διαφυλάττει την τάξη – ως στρατιωτάκια «ακούνητα αμίλητα κι αγέλαστα», που δέχονται πάσης φύσεως κακομεταχείριση ατιμώρητα, τότε ευτελίζει την ίδια την αστυνομία της και υπονομεύει το ηθικό των αστυνομικών, ενώ ενθαρρύνει συνεχή κλιμάκωση της βίας εναντίον της αστυνομίας, με αποτέλεσμα να βρεθεί στο τέλος είτε χωρίς καθόλου αστυνομία είτε με μια πολύ εξαγριωμένη και φονική αστυνομία.
Διότι αστυνομικοί που συνεχώς και ατιμώρητα προπηλακίζονται και βλέπουν να τους μεταχειρίζεται η Πολιτεία ως… «σάκο του μποξ», υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να στασιάσουν.
Το μικρότερο κακό που μπορεί να προκύψει αν υπάρξει «ανταρσία της αστυνομίας», είναι η «λευκή απεργία», δηλαδή η σκόπιμη αδράνεια των αστυνομικών, η αποφυγή κάθε αστυνομικού έργου, με οποιοδήποτε πρόσχημα.
Το χειρότερο που μπορεί να προκύψει σε περίπτωση «αστυνομικής ανταρσίας» είναι αντεκδίκηση, η άσκηση βίας χωρίς όρια.
Από το μικρότερο στο μεγαλύτερο ρίσκο
Σε κάθε περίπτωση, η αμυντική αστυνόμευση, οδηγεί σε παθητική αστυνόμευση, που οδηγεί με τη σειρά της σε παντελή έλλειψη αστυνόμευσης ή σε «αστυνομική ανταρσία».
Μια επιλογή που υποτίθεται ότι ελαχιστοποιεί το ρίσκο – η «παθητική αστυνόμευση» – στην πραγματικότητα μεγιστοποιεί τους κινδύνους. Μια επιλογή που υποτίθεται ότι οδηγεί σε λιγότερη βία μπορεί να καταλήξει σε απεριόριστη βία: Είτε από την πλευρά ασύδοτων παρανόμων, είτε από την πλευρά εξαγριωμένων πολιτών που αυτοδικούν, είτε από την πλευρά τρελαμένων αστυνομικών.
Το κενό της αστυνόμευσης κάποιος θα το «γεμίσει» και τότε θα έχουμε έκρηξη βίας, κατάρρευση της έννομης τάξης και ακύρωση της δημοκρατίας.
Αυτό που άμεσα μας φαίνεται λιγότερο επικίνδυνο, μεσοπρόθεσμα καθίσταται απόλυτα επικίνδυνο.
Όταν δηλώνουμε δημόσια ότι η αστυνομία υιοθετεί αμυντική στάση εν όψει διαδηλώσεων, αυτό αποτελεί, ουσιαστικά πρόσκληση σε γενικευμένα επεισόδια βίας. Μπορεί οι διαδηλωτές να μην υποστούν κατασταλτική βία από την αστυνομία εκείνη τη στιγμή, αλλά η κοινωνία γενικότερα, θα υποστεί μεγαλύτερη βία, από το όργιο ανομίας που θα ακολουθήσει.
Αυτός είναι ο λόγος, που «αμυντική αστυνόμευση» – ή ακριβέστερα «παθητική αστυνόμευση» – δεν υιοθετείται πουθενά στον κόσμο.
Κυρίως στις δημοκρατίες που νιώθουν περισσότερο υπόλογες απέναντι στους πολίτες τους, για την προστασία της ασφάλειάς τους και την τήρηση του νόμου.



Πώς θα «ξεμπλοκάρει» η ρευστότητα

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 21/1/2009

Η Ευρώπη (κι όχι μόνον η Ελλάδα) ψάχνει να βρει τρόπους να πείσει τις Τράπεζές της να μειώσουν τα επιτόκια στην «πραγματική» οικονομία – δηλαδή στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.

Αυτό, δεν κατέστη δυνατό μέχρι τώρα, παρά τα γενναιόδωρα προγράμματα στήριξης της ρευστότητας (μεταξύ των οποίων και το δικό μας, με τα περιβόητα 28 δισεκατομμύρια ευρώ).
Κι αυτό γιατί προσπάθησαν να λύσουν τα προβλήματα των τραπεζών (χωριστά) κι όχι του τραπεζικού συστήματος (συνολικά).
Οι Τράπεζες ως εισηγμένες κερδοσκοπικές επιχειρήσεις, που λειτουργούν σε μια ολιγοπωλιακή αγορά προσπαθούν να σώσουν την κερδοφορία τους (για την ακρίβεια, την απόδοση του ενεργητικού τους). Έτσι κάθε μία χωριστά υπονομεύει το μέλλον του τραπεζικού συστήματος συνολικά.
Γιατί όσο διατηρούν την υψηλή κερδοφορία τους σε συνθήκες ύφεσης, τόσο υπονομεύουν την θέση των ίδιων των «πελατών» τους, δηλαδή των δανειοληπτών. Κι όσο συμβαίνει αυτό, τόσο αυξάνονται οι «επισφάλειες τους (στα υφιστάμενα δάνειά τους) και τόσο δυσκολεύονται να δώσουν νέα δάνεια.
Από την άλλη πλευρά, όσο χειροτερεύει η κεφαλαιακή τους επάρκεια, τόσο δυσκολεύονται να δανειστούν οι ίδιες, και τόσο πιο δύσκολο γίνεται να ρίξουν τα επιτόκια τους. Ενώ η ίδια η ολιγοπωλιακή διάρθρωση του τραπεζικού συστήματος δεν επιτρέπει να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός προς τα κάτω, δηλαδή να υπάρξει ανταγωνιστική μείωση επιτοκίων.
Όπως συμβαίνει κάθε φορά που μια ξαφνική συστημική κρίση προστίθεται σε μια χρόνια στρέβλωση, η λύση μπορεί να προέλθει από την κρατική παρέμβαση;
* Είτε οι κυβερνήσεις θα αναγκαστούν – προσωρινά έστω – να κρατικοποιήσουν τις μεγάλες εμπορικές τράπεζες και να επιβάλουν μείωση κερδοφορίας για να σώσουν το τραπεζικό σύστημα συνολικά
* Είτε θα δημιουργηθούν νέες κρατικές τράπεζες, με στήριξη από το δημόσιο ταμείο (και την Κεντρική Τράπεζα), ώστε να εξαναγκάσουν τις ιδιωτικές τράπεζες, υπό την πίεση του ανταγωνισμού, να ρίξουν τα επιτόκιά τους σε παλαιά και νέα δάνεια.
Καθώς θα πέφτουν τα επιτόκια προς τους δανειολήπτες θα παίρνει μπρός και η οικονομία, θα ξεπερνιέται η ύφεση, θα μειώνονται οι επισφάλειες και θα βελτιωθεί δραστικά η κεφαλαιακή επάρκεια όλων των τραπεζών.
Οι Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, αργά ή γρήγορα θα υιοθετήσουν μια απʼ αυτές τις λύσεις.
Καλό είναι η Ελλάδα σπεύσει από τις πρώτες, όχι να ακολουθήσει τελευταία.
Το πρόβλημα πλέον δεν είναι η «επιτήρηση των Βρυξελλών», σε μια ευρωζώνη όπου 11 χώρες παραβιάζουν ήδη το όριο ελλείμματος του 3%.
Το πρόβλημα είναι να ξεπεραστεί η δεσπόζουσα θέση των τραπεζών. Πράγμα που θα δώσει ώθηση στην ευρωπαϊκή οικονομία και θα εξυγιάνει τις ίδιες της Τράπεζες.

Συντριπτική κριτική και καταστροφολογία…

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 29/1/2009

Ο Alan Blinder είναι καθηγητής οικονομικών του Πανεπιστημίου Πρίσντον, διετέλεσε παλαιότερα αντιπρόεδρος της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας και υπήρξε οικονομικός σύμβουλος του Προέδρου Κλίντον.

Το περασμένο Σάββατο σε άρθρο του που συζητήθηκε πολύ, στην εφημερίδα Νιου Γιόρκ Τάϊμς, συνόψισε τα έξη βασικά σφάλματα που οδήγησαν στην πρόσφατη οικονομική κρίση:
* Πρώτον, το 1998 έγινε προσπάθεια να μπουν περιορισμοί και να υπάρξουν αυστηρές ρυθμίσεις στην αγορά παραγώγων. Τότε, όμως, το Αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών (επί Κλίντον), η Κεντρική Τράπεζα και οι αρχές της Αμερικανικής Κεφαλαιαγοράς απέρριψαν κατηγορηματικά την ιδέα.
* Δεύτερον, το 2004 (επί Προεδρίας Μπούς, υιού) οι μέγιστοι δείκτες μόχλευσης των Επενδυτικών Τραπεζών αυξήθηκαν από 12 προς 1 σε 33 προς 1! Πράγμα που σήμαινε ότι αρκούσε μια πτώση κατά 3% των τιμών των αξιογράφων για να χρεοκοπήσει μια εταιρία. Στην απόφαση αυτή δεν εναντιώθηκαν οι Δημοκρατικοί τότε…
* Τρίτον, από το 2004 ως το 2007 τα υψηλής διακινδύνευσης ομόλογα από την αγορά ακινήτων (που έγιναν τελικώς «τοξικά») διογκώθηκαν και κατέλαβαν μεγάλο μέρος της συνολικής αγοράς χρεογράφων. Οι αρχές δεν αντέδρασαν παρά τις προειδοποιήσεις, ενώ η διόγκωση ξεκίνησε εκτός τραπεζικού συστήματος όπου οι ρυθμιστικές αρχές έχουν μειωμένη δικαιοδοσία. Η απορρύθμιση των προηγούμενων ετών (πάλι επί Κλίντον) είχε δημιουργήσει μια «τρύπα» από την οποία πέρασαν τελικά τα «τοξικά» προϊόντα.
* Τέταρτον, άφησαν τις κατασχέσεις ακινήτων ανεξέλεγκτες.
Πέμπτον, άφησαν την Τράπεζα Lehman να χρεοκοπήσει τον περασμένο Σεπτέμβριο (του 2008), ενώ λίγους μήνες πριν είχαν σώσει την πολύ μικρότερη Bear Sterns.
* Έκτον, τον περασμένο Οκτώβριο έκαναν πολύ κακή χρήση των 700 δισεκατομμυρίων του «πακέτου Πόλσον». Τα μισά απʼ αυτά αντί να εξουδετερώσουν τα τοξικά ομόλογα από τα χαρτοφυλάκια των (επενδυτικών) τραπεζών, τα χρησιμοποίησαν ως απλές «ενέσεις ρευστότητας» στο τραπεζικό σύστημα. Ρευστότητας που στη συνέχεια παγιδεύτηκε και αδρανοποιήθηκε.
Προσέξτε ότι ο καθηγητής Blinder, αν και Δημοκρατικός ο ίδιος – και δριμύς επικριτής των Ρεπουμπλικανών στο παρελθόν – επισημαίνει σφάλματα όχι μόνο στη διακυβέρνηση Μπούς, αλλά και στη διακυβέρνηση Κλίντον, και σε αποφάσεις που λήφθηκαν επί Μπούς, αλλά είχαν την υποστήριξη και των Δημοκρατικών στο Κογκρέσσο.
Προσέξτε, ακόμα, ότι δεν μιλάει για «δομική κρίση» ενός συστήματος που ήταν «καταδικασμένο» να χρεοκοπήσει. Μιλάει μάλλον για σοβαρά σφάλματα, που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί…
Δεν είναι η μόνη κριτική που ασκείται σήμερα. Αλλά είναι εμπερίστατη και συγκεκριμένη. Αυστηρή, ακριβής, ανελέητη, αλλά κριτική.
Όχι καταστροφολογικές «κορώνες» λαϊκισμού, ανάμικτες με ιδεολογικά αναθέματα.
Τώρα κάντε τις συγκρίσεις με τα καθʼ ημάς.
Και μελαγχολήστε με τη ησυχία σας…

Διεθνής οικονομική κρίση και «αλλαγή υποδείγματος»

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 2/2/2009

Σε προηγούμενο σημείωμά μας, επιχειρήσαμε μιαν αποτίμηση των συνεπειών της πρόσφατης διεθνούς οικονομικής κρίσης.

Θα επιμείνουμε στο ίδιο θέμα, προσπαθώντας να αναδείξουμε τη «βέλτιστη διέξοδο». Και θα ξεκινήσουμε με δύο παρατηρήσεις:
* Πρώτον, η σημερινή κρίση – σε ό,τι αφορά τα οικονομικά της αίτια και τις οικονομικές επιπτώσεις της – δεν είναι μεγαλύτερη από εκείνη του 1929 (ακόμα τουλάχιστον). Μετά την Κρίση του 1929, είχαμε κατάρρευση των διεθνών αγορών, κατάρρευση του διεθνούς πολιτικού συστήματος, πρωτοφανή κατάρρευση τιμών. Είχαμε 25% ανεργία στις ΗΠΑ, είχαμε πτωχεύσεις της τάξης του 20% των επιχειρήσεων και κατασχέσεις της τάξης του 25% των κατοικιών που φτιάχτηκαν με τραπεζικά δάνεια. Σήμερα οι επιπτώσεις της κρίσης που έχουμε ήδη βιώσει, αλλά κι αυτές που φοβούνται ακόμα και οι πιο απαισιόδοξοι, απλώς δεν συγκρίνονται με εκείνη την καταστροφή.
Ακόμα, η σημερινή κρίση δεν συγκρίνεται με την επόμενη χειρότερη μετά το 1929: Στη δεκαετία του
ʼ70 ξέσπασαν τρείς σοβαρότατες κρίσεις: Η πρώτη (Αύγουστος 1971- Ιανουάριος 1973) οδήγησε στην κατάρρευση του συστήματος σταθερών νομισματικών ισοτιμιών (Μπρέττον –Γούντς). Στη συνέχεια ξέσπασε η πρώτη πετρελαϊκή κρίση (Οκτώβριος 1973), ακολούθησε κύμα βαθιάς ύφεσης σε όλο τον κόσμο, όταν στις ΗΠΑ μπήκε δελτίο στα καύσιμα (για πρώτη φορά μεταπολεμικά), ενώ χώρες όπως η Βρετανία και η Ολλανδία αναγκάστηκαν τότε να καταφύγουν στη στήριξη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Μόλις οι παγκόσμιες οικονομίες άρχισαν να συνέρχονται, ξέσπασε η δεύτερη πετρελαϊκή κρίση (1979 αμέσως μετά την Ιρανική Επανάσταση), οδηγώντας σε νέο κύμα ύφεσης και πληθωρισμού ταυτόχρονα (φαινόμενο που ονομάστηκε στασιμοπληθωρισμός, όταν αχρηστεύθηκαν όλα τα «συμβατικά» εργαλεία άσκησης οικονομικής πολιτικής). Στις ΗΠΑ ο πληθωρισμός ξεπέρασε το 16% και η ανεργία ανέβηκε πάνω από το 12%.
Για να έχουμε μια σύγκριση με τα σημερινά δεδομένα, η ανεργία στις ΗΠΑ βρίσκεται τώρα γύρω στο 7,2%, ενώ ο πληθωρισμός δεν ξεπερνά το 2%. Σίγουρα δεν έχουμε «στασιμοπληθωρισμό» (καταστροφική συνύπαρξη βαθιάς ύφεσης και καλπάζοντος πληθωρισμού) όπως συνέβη στη δεκαετία του
ʼ80. Αλλά δεν έχουμε ούτε «μεγάλη κατάρρευση» (Depression) Εισοδήματος και τιμών όπως συνέβη στις αρχές της δεκαετίας του ʼ30.
Η σημερινή κρίση μπορεί να είναι από οικονομική άποψη ηπιότερη κι από τεχνική άποψη πιο περίπλοκη, αλλά έχει ένα κοινό σημείο με τις δύο προηγούμενες (του 1929 και της δεκαετίας του
ʼ70): Όπως κι εκείνες, έχει «σεισμικές» πολιτικές συνέπειες. Αλλάζει τους συσχετισμούς ανάμεσα στα κράτη, αλλάζει τους συσχετισμούς μέσα στις κοινωνίες, αλλάζει τους συσχετισμούς στο χώρο των ιδεών (τόσο μέσα σε κάθε κοινωνία ξεχωριστά όσο και διεθνώς), αν και όχι αναγκαστικά προς την ίδια κατεύθυνση…
Με δύο λόγια τέτοιες μεγάλες κρίσεις αλλάζουν τη δυναμική των γεγονότων, μεταστρέφουν τις διεθνείς τάσεις, ανατρέπουν τις ισορροπίες παντού. Θέτουν σε κίνηση (κοινωνικούς) μετασχηματισμούς και (πολιτικές) συγκρούσεις που οδηγούν σε αναζήτηση νέων ισορροπιών, πάνω σε νέα μοντέλα και νέα αξιακά προτάγματα.
— Η μεγάλη Κρίση του 1929 αποσταθεροποίησε τις φιλελεύθερες δημοκρατίες και τις ανοικτές οικονομίες σε όλο τον κόσμο. Με αποτέλεσμα να ενισχυθούν ολοκληρωτικά κινήματα και καθεστώτα, να επικρατήσει καθεστώς προστατευτισμού, να γνωρίσουν νέα έξαρση οι εθνικιστικοί ανταγωνισμοί, να καταρρεύσει το διεθνές πολιτικό σύστημα (που στηριζόταν ως τότε στην Κοινωνία των Εθνών), να καταρρεύσει η διεθνής «οικονομική τάξη» (που στηριζόταν ως τότε στον κανόνα χρυσού και στο ελεύθερο εμπόριο), και να οδηγηθεί ο κόσμος στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
— Η τριπλή Κρίση της δεκαετίας του
ʼ70 προκάλεσε επίσης μεγάλες πολιτικές αλλαγές παντού: Στις ΗΠΑ επικράτησε η νέο-δεξιά του Ρόναλντ Ρέηγκαν, στη Βρετανία η νεοφιλελεύθερη Μάργκαρετ Θάτσερ, στη Γερμανία ο Χριστιανοδημοκράτης Χέλμουτ Κολ, ενώ στη Γαλλία ήλθαν στην εξουσία οι Σοσιαλιστές του Φρανσουά Μιτεράν (όπως Σοσιαλιστές ήλθαν στην εξουσία, για πρώτη φορά, στη μετα-φρανκική Ισπανία με την Φελίπε Γκονζάλες, στην Ιταλία με τον Μπετίνο Κράξι και στην Ελλάδα με τον Ανδρέα Παπανδρέου), ενώ στην κομμουνιστική Πολωνία ξέσπαγε η εργατική εξέγερση της Αλληλεγγύης και στην ΕΣΣΔ άρχιζε η ρευστή μετά-Μπρέζνιεφ εποχή).
Δεν είχαμε τότε Πόλεμο, είχαμε όμως, σοβαρή επιδείνωση των διεθνών σχέσεων, πρόσκαιρη επιστροφή σε ψυχροπολεμικό κλίμα (1983-85) κι ύστερα απότομη «τήξη των πάγων» με την «περεστρόϊκα» του νέου σοβιετικού ηγέτη Μιχαήλ Γκορμπατσόφ (1986-89), διάλυση του κομμουνιστικού συνασπισμού κατάρρευση του διπολισμού (1989), διάλυση της ίδιας της ΕΣΣΔ (1991) κι ύστερα ένα «ντόμινο» εξελίξεων τόσο στην ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, όσο και στην Δυτική Ευρώπη (Νομισματική και Πολιτική Ένωση της Ευρώπης) κλπ.
Δεν χρειάζεται, λοιπόν, μια διεθνής οικονομική κρίση να έχει στο οικονομικό πεδίο τις εφιαλτικές διαστάσεις εκείνης του 1929, ούτε χρειάζεται να οδηγήσει σε Πόλεμο (όπως ο Β΄ Παγκόσμιος) για να αποτελέσει «σημείο καμπής» των διεθνών εξελίξεων. Αρκεί να έχει πολιτικές επιπτώσεις παντού, σε μεγάλες κοινωνίες και ισχυρές οικονομίες ξεχωριστά, αλλά και στο διεθνές σύστημα συνολικά. Αρκεί να υπονομεύει ή να ανατρέπει τις «σταθερές» της διεθνούς τάξης πραγμάτων, για να αποτελέσει αφετηρία νέων ανατροπών, νέων ανακατατάξεων και νέων συσχετισμών.
Πολιτικές ανακατατάξεις και «συστημικές» ανατροπές
* Δεύτερον, η πρόσφατη κρίση ανατρέπει πλήρως τη «νέα τάξη πραγμάτων» που γνωρίσαμε μετά το 1989:
— Η παγκόσμια κυριαρχία των ΗΠΑ αμφισβητήθηκε ευθέως τόσο στρατιωτικά (στο Ιράκ, αλλά και στο Αφγανιστάν) όσο και οικονομικά. Το αμερικανικό δημόσιο χρέος από 70% του ΑΕΠ που ήταν πριν δύο χρόνια κι από 88% που ήταν πέρσι το Σεπτέμβριο, πλησιάζει ήδη και μπορεί να ξεπερνά το 100%! Χώρες που χρωστάνε ένα ετήσιο ΑΕΠ θεωρούνται «προβληματικές» (αν και το κριτήριο αυτό είναι μάλλον συμβατικό). Εν πάση περιπτώσει, το διεθνές οικονομικό σύστημα δεν μπορεί να στηρίζεται σε ένα νόμισμα – το δολάριο – χώρας που θεωρείται ήδη «υπερχρεωμένη».
— Επίσης το δόγμα των ανοικτών αγορών της «παγκοσμιοποίησης» αμφισβητείται επίσης, όπως η δεσπόζουσα θέση των τραπεζών στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.
— Ακόμα, ο διεθνής καταμερισμός εργασίας – με τις αγροτικές χώρες του Τρίτου κόσμου να παράγουν φθηνά αγροτικά προϊόντα, τις ανερχόμενες ασιατικές δυνάμεις να παράγουν φθηνά βιομηχανικά προϊόντα, τις ΗΠΑ να παράγουν …καταναλωτική ζήτηση για τα προϊόντα όλων των άλλων, συσσωρεύοντας δικά τους ελλείμματα, την Ευρώπη να δίνει έμφαση στη νομισματική σταθερότητα, αντί για την ανάπτυξη – αυτός ο καταμερισμός εργασίας οδήγησε όλους στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και το διεθνές σύστημα σε μια αυτό-αναπαραγόμενη ύφεση.
— Τέλος, η αποδυνάμωση του έθνους-κράτους, υπέρ των αγορών αφενός κι υπέρ των υπερεθνικών οργανισμών αφετέρου, κατέρρευσε επίσης με πάταγο. Όταν ξέσπασε η κρίση, κάθε χώρα ανέλαβε μόνη της να σώσει την οικονομία της. Ο «προστατευτισμός» επέστρεψε (με ήπια και συγκεκαλυμμένη μορφή, ως «αναγκαία επιδότηση» στις αυτοκινητοβιομηχανίες των δυτικών χωρών), το «Σύμφωνο Σταθερότητας» χαλάρωσε μέχρις… εξαφανίσεως στην ευρωζώνη (πώς να βάλει σε «επιτήρηση» 11 από τις 15 χώρες τις ευρωζώνης ταυτόχρονα;) ενώ επέστρεψε ξανά στο προσκήνιο μια λέξη «απαγορευμένη» τις τελευταίες δεκαετίες: η κρατικοποίηση.
Εκεί που αμφισβητούσαν το ρόλο και την ύπαρξη των εθνικών κρατών, τώρα ανατέθηκε στα κράτη να σώσουν την «παγκοσμιοποιημένη» οικονομία…
Εκεί που θεωρούσαν ότι η απορρύθμιση κάθε εγχώριας οικονομίας βοηθά την αυτορρύθμιση της παγκόσμιας οικονομίας, τώρα αποκαλύφθηκε ότι η παγκόσμια οικονομία είχε τόσο πολύ απορρυθμιστεί, που δεν μπορούσε πλέον να αυτό-ρυθμιστεί!
Νέος ισορροπίες και εθνικό κράτος
— Σήμερα δεν χρειαζόμαστε νέο κρατισμό, αλλά νέα ρύθμιση των αγορών.
— Δεν χρειαζόμαστε να επιστρέψουν οι ΗΠΑ σε ρόλο «χωροφύλακα» ούτε να αναδειχθεί νέος διεθνής «χωροφύλακας». Χρειαζόμαστε νέες ισορροπίες που να περιορίζουν τους «βαθμούς ελευθερίας» των ισχυρών σε βάρος των αδυνάτων.
— Χρειαζόμαστε, ακόμα, νέο διεθνή καταμερισμό εργασίας: όπου οι Ασιάτες θα καταναλώνουν περισσότερο και θα αποταμιεύουν λιγότερο, οι Αμερικανοί θα κάνουν ακριβώς το αντίθετο – θα αποταμιεύουν περισσότερο και θα καταναλώνουν λιγότερο – οι Ευρωπαίοι θα δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στην ανάπτυξη και λιγότερη έμφαση στη νομισματική σταθερότητα, οι Κινέζοι θα αφήσουν το νόμισμά τους να ανατιμηθεί γιατί δεν μπορούν να αναπτύσσονται συνεχώς σε βάρος των οικονομιών που εισάγουν τα προϊόντα τους.
Πάνω απ
ʼ όλα, όμως, οφείλουμε να αποφύγουμε μιαν επιστροφή στον Ψυχρό Πόλεμο. Ρώσοι και Αμερικανοί έχουν μόνο να ωφεληθούν αν τολμήσουν στρατηγική σύγκλιση μεταξύ τους. Αντίθετα και οι δύο θα χάσουν αν παραμείνουν σε τροχιά ψυχροπολεμικής αντιπαράθεσης.
Μια στρατηγική σύγκλιση ΗΠΑ-Ρωσίας μπορεί να διευκολύνει την επίλυση των περισσότερων περιφερειακών προβλημάτων. Μια στρατηγική αντιπαράθεση μεταξύ τους, θα επιδεινώσει την θέση και των δύο και θα αποδυναμώσει τη σχετική ισχύ τους σε βάρος όλων των εχθρών τους, αλλά κι όλων των επίδοξων ανταγωνιστών τους στο μέλλον.
Μια νέα διεθνής ισορροπία μπορεί να ξεκινήσει μόνο από τη στρατηγική σύγκλιση ΗΠΑ-Ρωσίας. Για να το πούμε σχηματικά, οι Αμερικανοί πρέπει να αποκολληθούν από τις ψυχροπολεμικές εμμονές του (κατά της Ρωσίας), οι Ευρωπαίοι πρέπει να ξεπεράσουν τον Μονεταρισμό τους (σ
ʼ ότι αφορά τη διαχείριση του κοινού τους νομίσματος), οι Κινέζοι πρέπει να ξεπεράσουν το Μερκαντιλισμό (να μην επεκτείνονται εμπορικά καταστρέφοντας τις οικονομίες των ίδιων των πελατών τους) και οι Άραβες να ελέγξουν τον ισλαμικό φονταμενταλισμό τους.
Για να συμβούν όλα αυτά, ωστόσο, υπάρχει μια ουσιώδης προϋπόθεση: Τα εθνικά κράτη, μικρά και μεγάλα, να ανακτήσουν το ρόλο τους. Γιατί με αδύναμα ή μισό-διαλυμένα εθνικά κράτη, ούτε ρύθμιση των οικονομιών μπορεί να υπάρξει, ούτε δημοκρατία μέσα στις ξεχωριστές κοινωνίες, ούτε ισορροπία και συνεννόηση στις μεταξύ τους σχέσεις. Η ταυτόχρονη αναζήτηση ρύθμισης των οικονομιών, πολιτικής δημοκρατίας και διεθνούς ισορροπίας, προϋποθέτει ανάκτηση ρόλου κι ενδυνάμωση των εθνικών κρατών.
Οι νεοφιλελεύθερες ακρότητες, η φενάκη της παγκοσμιοποίησης, η πολύ-πολιτισμικότητα που διαλύει τα εθνικά κράτη και το ιδεολόγημα της «παγκόσμιας διακυβέρνησης», είναι όλα διαφορετικές – και αξεχώριστες – όψεις του ίδιου πράγματος. Όλα τους κατέτειναν στην εξαφάνιση του εθνικού κράτους:
Ο νεοφιλελευθερισμός ακύρωνε τον κρατικό παρεμβατισμό, αλλά και κάθε ρυθμιστικό ρόλο του κράτους. Η παγκοσμιοποίηση κατέλυε την έννοια της εθνικής κυριαρχίας και τον πολιτικό ρόλο των κρατών στις διεθνείς σχέσεις. Η «πολύ -πολιτισμικότητα» κατέλυε την ιδεολογική συγκρότηση των εθνών στο εσωτερικό τους. Και η παγκόσμια διακυβέρνηση υπήρξε το ιδεολόγημα εν ονόματι του οποίου μεταφέρθηκαν εθνικές εξουσίες σε διεθνή όργανα, όπου δεν υπήρχε δημοκρατικός έλεγχος. Και συρρικνώθηκε η πολιτική δημοκρατία μέσα στα εθνικά κράτη.
Δεν είναι δυνατόν να αμφισβητηθούν κάποια από τα ιδεολογήματα αυτά, χωρίς να αμφισβητηθούν όλα τα υπόλοιπα. Δεν είναι δυνατόν να αποδυναμώνουμε εσωτερικά τη νομιμοποιητική βάση και τις εξουσίες του εθνικού κράτους, αλλά να του αναθέτουμε αυξημένο ρόλο στη ρύθμιση των αγορών. Δεν είναι δυνατόν να το επαναφέρουμε σε κεντρικό ρόλο για την αναζήτηση διεθνών ισορροπιών, αλλά να του αμφισβητούμε την εσωτερική συνοχή του.
Τα τρία αιτήματα της σημερινής συγκυρίας – η ρύθμιση των αγορών, η ισορροπία στις διεθνείς σχέσεις και η πολιτική δημοκρατία μέσα στις κοινωνίες – όλα απαιτούν και προϋποθέτουν ισχυρά εθνικά κράτη. Αυτή είναι η αλλαγή διεθνούς «υποδείγματος», που ήδη συντελείται.
Η τελευταία οικονομική κρίση αυτό ακριβώς υπογραμμίζει. Κι όλοι αρχίζουν να το αντιλαμβάνονται. Ελπίζουμε οι Έλληνες να μη είναι οι τελευταίοι που θα το καταλάβουν…


Προς νέου τύπου New Deal;

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 3/2/2009

Όταν ξέσπασε η Μεγάλη Κρίση του 1929, οι αρχές των ΗΠΑ έκαναν όλα τα πιθανά (και απίθανα) σφάλματα: Ανέβασαν τα επιτόκια (αντί να τα μειώσουν), μηδένισαν τα δημοσιονομικά ελλείμματα (αντί να τα αυξήσουν, για να ενισχύσουν την ενεργό ζήτηση), επέβαλλαν περιορισμούς εισαγωγών, προκαλώντας «αντίποινα» σʼ όλο τον υπόλοιπο κόσμο, με αποτέλεσμα να γενικευτεί ένας εμπορικός πόλεμος που μείωσε το διεθνές εμπόριο και τη διεθνή παραγωγή…

Όταν στις αρχές του 1933 ανέλαβε νέος Πρόεδρος ο Φραγκλίνος Ντελάνο Ρούσβελτ (FDR), αντέστρεψε την προηγούμενη πολιτική: Αύξησε τις δημόσιες δαπάνες, μείωσε τις φορολογικές επιβαρύνσεις (άρα εκτίναξε τα δημόσια ελλείμματα), άνοιξε τις κάνουλες της προσφοράς χρήματος και περιόρισε τη «δεσπόζουσα θέση» των Τραπεζών. Είναι η πολιτική που έμεινε στην Ιστορία ως New Deal (νέα μοιρασιά)…
Το New Deal του FDR υπήρξε η πρώτη συστηματική εφαρμογή των ιδεών ενός μεγάλου Βρετανού Οικονομολόγου, του John Maynard Keynes.
Η Κεϋνσιανή πολιτική γνώρισε μεγάλη άνοδο διεθνώς ως το 1979. Αλλά η επιρροή της περιορίστηκε διεθνώς, τις τελευταίες δεκαετίες, επειδή οι Κεϋνσιανές συνταγές θεωρήθηκαν υπεύθυνες για τον στασιμοπληθωρισμό που ταλαιπώρησε την παγκόσμια οικονομία τη δεκαετία του ʼ70.
Μετά την πρόσφατη κρίση των subrimes και των «τοξικών ομολόγων» (Σεπτέμβρης 2008), επέστρεψαν οι Κευνσιανές ιδέες της «ενεργού ζήτησης». Μόνο που σήμερα υπάρχει μια ουσιώδης διαφορά σε σύγκριση με το 1929: Τότε τα κράτη είχαν μικρό ή ανύπαρκτο χρέος, συνεπώς είχαν περιθώρια για μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα. Σήμερα οι περισσότερες οικονομίες είναι ήδη βαριά χρεωμένες. Συνεπώς επιστροφή στις «συνταγές» του 1932 είναι ανέφικτη.
Έτσι, μεγάλα ελλείμματα δεν μπορούμε να έχουμε. Πολύ χαμηλότερα επιτόκια δεν μπορούμε να έχουμε (έχουν ήδη πέσει πολύ – στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία βρίσκονται κοντά στο μηδέν). Άρα το μόνο που μένει είναι το τρίτο σκέλος της Κεϋνσιανής συνταγής: Δημόσιος έλεγχος και αυστηρή ρύθμιση στο τραπεζικό σύστημα.
Η σύγχρονη εκδοχή του Κεϋνσιανισμού – το νέο τύπου New Deal – δεν αφορά μόνο, ή κυρίως, δημοσιονομικά ελλείμματα, αλλά δημόσιο έλεγχο και αυστηρή ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Ώστε να αναδιανεμηθούν κέρδη και ευκαιρίες, όχι από τους επιχειρηματίες στις λαϊκές τάξεις μέσω του προϋπολογισμού, αλλά από τις Τράπεζες στους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας, μέσω του κρατικού ελέγχου των Τραπεζών. Ώστε να περιοριστεί η «δεσπόζουσα θέση τους» (και τα υπερκέρδη τους – τα οποία μέχρι στιγμής κάνουν ότι μπορούν να διασώσουν, σε συνθήκες ύφεσης!)
Έτσι θα μπορέσει να υπάρξει ξανά αναδιανομή εισοδήματος και ευκαιριών, χωρίς να επιβαρύνει τους ήδη ανελαστικούς (λόγω υψηλών χρεών) δημόσιους προϋπολογισμούς.




Σχέδια στη… σχεδία!

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 11/2/2009

Υπάρχει, τελικά, «σχέδιο για την κρίση»; Ή δεν υπάρχει;

Ας ξεχάσουμε προς στιγμήν την Ελλάδα. Κι ας δούμε τι γίνεται διεθνώς:
* Τον περασμένο Οκτώβριο η (προηγούμενη) κυβέρνηση των ΗΠΑ προώθησε σχέδιο ύφους 800 δισεκατομμυρίων, για την σωτηρία του τραπεζικού συστήματος (το περιβόητο Σχέδιο Πόλσον). Στην αρχή απορρίφθηκε. Μετά τροποποιήθηκε κι έγινε αποδεκτό. Στη συνέχεια εφαρμόστηκε διαφορετικά απʼ ό,τι αρχικώς είχε σχεδιαστεί. Ύστερα, ήλθε η (νέα) κυβέρνηση Ομπάμα κι έβγαλε νέο σχέδιο ύψους 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων για την υπόλοιπη οικονομία. Κι όσον αφορά το χρέος και το έλλειμμα, έπαψαν πια να μετρούν …
Πώς σας φαίνονται όλα αυτά; Έχουν σχέδιο; Μάλλον αυτοσχεδιάζουν…
* Στην Ευρώπη μόλις τον περασμένο Ιούνιο ανέβαζαν τα επιτόκιο γιατί… φοβόντουσαν τον πληθωρισμό! Κι ύστερα, αντί για την «πληθωριστική έκρηξη» που περίμεναν τους ήλθε η κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, οι τιμές αντί να εκτιναχθούν καταβυθίστηκαν, κι άρχισαν να μειώνουν τα επιτόκια (που ως τότε τα ανέβαζαν).
Κι ύστερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα άνοιξε τις χρηματοδοτικές κάνουλες κι έδωσε στις εθνικές κυβερνήσεις χρήματα να σώσουν τις τράπεζές τους. Κι ύστερα οι τράπεζες πήραν τα χρήματα κι αντί να τα δώσουν στην οικονομία έκλεισαν τα «τρύπες» τους και «κάθισαν πάνω στην ρευστότητά τους». Κι ύστερα οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης ψάχνουν τρόπους για να υποχρεώσουν τράπεζες να δώσουν τη ρευστότητα στην αγορά. Κι ακόμα ψάχνουν…
Πώς σας μοιάζουν όλα αυτά; Ότι έχουν σχέδιο; Ή μήπως ότι δεν ήξεραν που πήγαιναν κι ύστερα δεν ήξεραν τι τους βρήκε και τώρα απλώς αυτοσχεδιάζουν;
Κι ύστερα έρχονται οι Αμερικανοί και επιδοτούν την αυτοκινητοβιομηχανία τους (με κεφάλαια από το Πακέτο Πόλσον που ήταν για τις τράπεζες!) Κι αναγκάζονται οι Ευρωπαίοι να επιδοτήσουν τις δικές τους αυτοκινητοβιομηχανίες, που είναι εθνικές και μεταξύ τους ανταγωνιστικές. Παραβιάζοντας κατάφωρα την κοινοτική νομοθεσία…
Κι έρχεται ο Σαρκοζύ και παραγγέλνει ότι τα χρήματα που δίνει στις γαλλικές επιχειρήσεις δεν πρέπει να πάνε στις τσεχικές θυγατρικές τους, πράγμα που προκαλεί τη μήνι των Τσέχων. Κι όλοι θυμώνουν με το Σαρκοζύ, κι ετοιμάζονται να κάνουν… ό,τι ακριβώς κι εκείνος!
Σας φαίνεται ότι όλα αυτά γίνονται «κατόπιν σχεδίου»;
Κι ύστερα ερχόμαστε εμείς – στην Ελλάδα – και αναρωτιόμαστε «αν έχουμε Σχέδιο για την κρίση»!
Όταν καλώς γνωρίζουμε ότι ουδείς έχει σχέδιο. Όλοι αυτοσχεδιάζουν…
Θέτουμε το λάθος ερώτημα, τη λάθος στιγμή, στη λάθος χώρα και με το λάθος τρόπο.
Α ναι, δίνουμε και τη λάθος απάντηση. Αλλά αυτό, πια, είναι το λιγότερο…




Πόσο κοστίζει στο φορολογούμενο η εκλογολογία;

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 21/2/2009

Τα πράγματα, άρχισαν πλέον να ξεκαθαρίζουν:
Όχι δεν θα μας βάλει η Κομισιόν σε «επιτήρηση». Ούτε υπήρχε περίπτωση…
Από την ώρα που το Σύμφωνο Σταθερότητας ελαστικοποιήθηκε (το 2005), προβλέπει ότι σε συνθήκες ύφεσης δίνεται ευκαιρία στις χώρες που παραβιάζουν το όριο του 3% για το δημοσιονομικό έλλειμμα, να επανέλθουν κάτω από το όριο σε δύο χρόνια – και με ηπιότερο τρόπο. Κι ακόμα, «επιτήρηση» σε 11 από τις 16 χώρες ταυτόχρονα είναι αδιανόητη – και μάλιστα σε συνθήκες κρίσης. Πολλώ μάλλον επιτήρηση ειδικά στην Ελλάδα που θα το παραβιάσει πολύ λιγότερο απ’ ότι όλες οι άλλες. Σε κάθε περίπτωση η πίεση της Κομισιόν για φέτος σταματά…

Το πραγματικό πρόβλημα είναι ότι τα επιτόκια δανεισμού της Ελλάδας παραμένουν υψηλά και το λεγόμενο spread εκτινάχθηκε πάλι πάνω από τις 300 μονάδες βάσης. Που οφείλεται αυτή η επιμονή των διεθνών αγορών να «τιμωρούν» την Ελλάδα; Μήπως στο υψηλό της χρέος;
Όχι ακριβώς. Το ελληνικό δημόσιο χρέος μπορεί να είναι το υψηλότερο στην Ευρωζώνη (περί το 90% του ΑΕΠ), αλλά το συνολικό χρέος – του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα συνολικά – παραμένει στο μέσον όρο της ευρωζώνης! Μπορεί το δημόσιο να είναι «υπερχρεωμένο», αλλά ο ιδιωτικός τομέας στην Ελλάδα είναι αναλογικά λιγότερο χρεωμένος απ’ ότι στις άλλες χώρες.
Συνεπώς δεν είναι το συνολικό χρέος μόνο – η κυρίως – που ευθύνεται για το αυξημένο spread. Είναι – κατά το ήμισυ τουλάχιστον – η πολιτική αβεβαιότητα: Η αναρχία που επικράτησε, προς στιγμήν, τον περασμένο Δεκέμβριο σ’ όλη τη χώρα, και η εκλογολογία που επικρατεί έκτοτε στο εκλογικό σκηνικό.
Η προοπτική διπλών εκλογών (πέρα από τις ευρωεκλογές) σε συνθήκες βαθιάς παγκόσμιας κρίσης, αυξάνει τους κινδύνους της ελληνικής οικονομίας. Κι ανεβάζει το spread…
Όσοι, παρά την αντίθεση της κοινής γνώμης, θέτουν σήμερα ζήτημα εκλογών, ενώ γνωρίζουν ότι αυτό δεν θα οδηγήσει σε ομαλή διακυβέρνηση, αλλά σε πρόσκαιρη ακυβερνησία και αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις, καλλιεργούν κλίμα πολιτικής αστάθειας.
Και προσφέρουν άθλια υπηρεσία στην ελληνική οικονομία.
Αυτοί επιβαρύνουν τουλάχιστον κατά 170 μονάδες βάσης το spread! Κι επειδή φέτος έχουμε πάνω από 40 δισεκατομμύρια ευρώ χρέους να αναχρηματοδοτήσουμε, αυτό το 1,7% παραπάνω που θα πληρώσουμε σε τόκους πλησιάζει τα 600 εκατομμύρια ετησίως. Τόσο κοστίζει η εκλογολογία σήμερα…
Περίπου όσο υπολόγιζε το υπουργείο Οικονομικών να μαζέψει από τα μέτρα κατά της φοροδιαφυγής…
Άλλοι τα μαζεύουν με χίλια ζόρια, κι άλλοι τα σκορπάνε με την εκλογολογία, προς όφελος των δανειστών μας.
Συγχαρητήρια.


Η αληθινή «αναδιανομή»

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 26/2/2009
Το αποκάλυψε ο Νομπελίστας Πωλ Κρούγκμαν στους Times της Νέας Υόρκης, το περασμένο Σαββατοκύριακο: Η κρατικοποίηση των τραπεζών (έστω κα μερική, έστω και προσωρινή) είναι πλέον, όχι απλώς επιτρεπτή και συζητήσιμη, αλλά απαραίτητη και αναπόφευκτη.
Μάλιστα, κατά τον Κρούγκμαν, έχει δώσει τη «συγκατάθεσή» του, ακόμα και ο Άλαν Γκρίσπαν, πρώην Διοικητής της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας και θεωρούμενος «μέγας γκουρού» του νεοφιλελευθερισμού…
— Τι θα επιτύχει μερική κρατικοποίηση των τραπεζών;
Θα σπάσει το τραπεζικό καρτέλ. Θα αναγκάσει τις τράπεζες να κάνουν ό,τι επιτάσσουν οι κανόνες της αγοράς σε περιόδους ύφεσης. Να ρίξουν το ποσοστό του κέρδους τους.
Από τη μείωση των επιτοκίων στα υφιστάμενα δάνεια, θα προκύψουν ταυτόχρονα δύο πολύ θετικά για το σύνολο της οικονομίας:
* Πρώτον θα ανακουφιστούν νοικοκυριά κι επιχειρήσεις που ήδη πληρώνουν τοκοχρεωλυτικές δόσεις κάθε μήνα. Θα μειωθούν δραστικά οι δόσεις τους και θα ανέβει το διαθέσιμο εισόδημά τους. Με περισσότερο εισόδημα στη διάθεσή τους, είτε θα αποταμιεύουν περισσότερα (αυξάνοντας την προσφορά ρευστού στις τράπεζες), είτε θα καταναλώνουν περισσότερο (αυξάνοντας τη ζήτηση προϊόντων). Στην πρώτη περίπτωση οι τράπεζες θα αποκτήσουν υγιείς πόρους για τη χρηματοδότησης της αγοράς. Στη δεύτερη, θα αυξηθεί άμεσα η οικονομική δραστηριότητα.
* Δεύτερον, θα μειωθούν οι επισφάλειες των τραπεζών. Όσο λιγότερο «ζορίζονται» νοικοκυριά και επιχειρήσεις να πληρώσουν τις δόσεις τους στις τράπεζες, τόσο λιγότερα δάνεια θα έχουν πρόβλημα. Άρα τόσο θα μειωθεί το ρίσκο των τραπεζών. Κι όταν μειώνονται οι επισφάλειες και το ρίσκο των τραπεζών, τόσο αυξάνεται ο δείκτης της κεφαλαιακής τους επάρκειας.
— Που θα οδηγήσει αυτό;
Όσο εξυγιαίνονται οι τράπεζες και αυξάνεται η οικονομική δραστηριότητα, τα χρηματιστήρια θα αρχίσουν ανεβαίνουν και το κράτος θα μπορέσει, κάποια στιγμή, να πουλήσει πολύ υψηλότερα τις μετοχές που αγόρασε για να ελέγξει τις τράπεζες.
Το σύστημα θα επανέλθει στην ελεύθερη αγορά, υπό πολύ αυστηρότερο ρυθμιστικό πλαίσιο για τις τράπεζες, υπό πολύ πιο ανταγωνιστικό καθεστώς για την οικονομία συνολικά, με πολύ υγιέστερα χαρτοφυλάκια για όλους, χωρίς πρακτικές τραπεζικού καρτέλ, με περισσότερη αισιοδοξία στα νοικοκυριά και πολύ καλύτερο αναπτυξιακό κλίμα για τις επιχειρήσεις.
Η επανιδιωτικοποίηση των τραπεζών θα γίνει σε πολύ υψηλότερες τιμές για τις μετοχές τους, χωρίς ασυδοσία για τις διοικήσεις τους και με πολύ μεγαλύτερα περιθώρια στην υπόλοιπη οικονομία να αναπτυχθεί.
Κι αυτό θα είναι αληθινό «νιού ντηλ»: Αληθινή «αναδιανομή» εισοδήματος αρχικά, περιουσίας, στη συνέχεια και επενδυτικών ευκαιριών τελικά.
Η μερική κρατικοποίησή των τραπεζών είναι πλέον μέτρο σωτηρίας της ελεύθερης αγοράς μακροχρόνια, όχι πλήγμα σε βάρος της.

Αξιοπιστία και ανευθυνότητα


Υπάρχει μια ανεύθυνη κριτική από την πλευρά της Αντιπολίτευσης. Κύριο επιχείρημά της το γεγονός ότι ο Προϋπολογισμός που ψηφίστηκε το Δεκέμβριο έχει ήδη αναθεωρηθεί, ενώ το επικαιροποιημένο πρόγραμμα του νέου υπουργού Οικονομικών κ. Παπαθανασίου, έχει συναντήσει κάποιες επιφυλάξεις από την πλευρά της Κομισιόν.
Όμως, λένε μόνο τη μισή αλήθεια …
Η άλλη μισή – που δεν λέγεται – είναι ότι στις συνθήκες διεθνούς κρίσει, όλες οι κυβερνήσεις, όλων των κρατών, κι όλοι οι διεθνείς οργανισμοί, αναθεωρούν συνεχώς τις προβλέψεις τους για το ρυθμό του ΑΕΠ, για το βάθος και τη διάρκεια της ύφεσης, για τα ελλείμματα, ακόμα και για το επιτόκιο στο οποίο θα αναγκαστούν να δανειστούν. Όλα αυτά σημαίνουν συνεχή αναθεώρηση του φετινού προϋπολογισμού τους.
Ακόμα, όλοι αναγκάστηκαν να εξαγγείλουν κολοσσιαία προγράμματα σταθεροποίησης: πακέτα για την «σωτηρία» των τραπεζών, πακέτα για τη στήριξη της αυτοκινητοβιομηχανίας τους, πακέτα για τη στήριξη της κατανάλωσης, της μεσαίας τάξης και των δανειοληπτών τους. Αλλεπάλληλα έκτακτα μέτρα εξαγγέλλονται συνεχώς, γιατί τα προηγούμενα δεν επαρκούν. Και ήδη προεξοφλούνται νέα, ενώ δεν αποκλείονται και πιο ριζοσπαστικές λύσεις…
Όλοι βρίσκονται σε αμηχανία, όλοι βλέπουν ότι χάνουν τον έλεγχο, όλοι περιέρχονται σε απόγνωση, όλοι παίρνουν μέτρα, και νέα μέτρα κι άλλα μέτρα…
Αναλογικά η Ελλάδα βρίσκεται σε σταθερότερη πορεία. Ακόμα και η Κομισιόν της αναγνωρίζει ότι δεν έχει το χειρότερο έλλειμμα ούτε έχει το χειρότερο συνολικό χρέος. Επί πλέον, ακόμα και οι απαισιόδοξες προβλέψεις της Κομισιόν προβλέπουν – έστω κι οριακή – αύξηση του ΑΕΠ στην Ελλάδα κατά 0,1%, όταν προεξοφλούν ύφεση (μείωση του ΑΕΠ) άνω του 2% για ολόκληρη την Ευρώπη!
Το μείζον πρόβλημα της Ελλάδας είναι το υψηλό επιτόκιο δανεισμού (spread) σε σχέση με τα επιτόκια δανεισμού της Γερμανίας. Αλλά αυτό έχει να κάνει περισσότερο με την πολιτική κατάσταση παρά με την οικονομία. Είναι περισσότερο πολιτικό ρίσκο που ενσωματώνεται στα επιτόκια…
Είναι στο χέρι της Κυβέρνησης να σταθεροποιήσει το πολιτικό κλίμα, για να μειωθεί το ρίσκο και να μειωθούν τα spreads και το κόστος δανεισμού. Κι είναι ευθύνη της αντιπολίτευσης να την βοηθήσει.
Μέχρι τώρα δεν το κάνει.
Κατηγορεί της Κυβέρνηση για «αναθεωρήσεις» που κάνουν όλες οι κυβερνήσεις, προσπαθεί να εκβιάσει εκλογές (επιτείνοντας την αστάθεια) και τάζει «λαγούς με πετραχήλια» σε όλες τις κοινωνικές κατηγορίες χωρίς να αναφέρει, ούτε υπαινικτικά, πως θα τις χρηματοδοτήσει.
Εκτός από άδικη είναι και ανεύθυνη. Εκτός από ανεύθυνη είναι και επιζήμια. Προσπαθώντας να «αποκαλύψει» την «αφερεγγυότητα» της Κυβέρνησης αποκαλύπτει την ανευθυνότητα τη δική της…

Η πραγματική εξυγίανση των τραπεζών…

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 19/3/2009

Η μερική και προσωρινή κρατικοποίηση των τραπεζών δεν είναι «αντικαπιταλιστική ιδεοληψία»…
Είναι απαραίτητο και αναπόφευκτο μέτρο χρηματοοικονομικής εξυγίανσής των τραπεζών:
Η «υγεία» των τραπεζών αντανακλάται στο Δείκτη Κεφαλαιακής τους Επάρκειας (ΔΚΕ). Πρόκειται για ένα πηλίκο, στον αριθμητή του οποίου βρίσκονται (χονδρικά) τα Ίδια Κεφάλαια και στον παρανομαστή το στοιχεία του Ενεργητικού «σταθμισμένα» με το ρίσκο του.
Όσο μεγαλύτερος είναι ο ΔΚΕ, τόσο υγιέστερη είναι μια Τράπεζα…
Η πρόσφατη χρηματο-οικονομική κρίση, επέφερε τη χρεοκοπία πολλών κλάδων της οικονομίας, γεγονός που μεγιστοποίησε το ρίσκο των τραπεζών, δηλαδή αύξησε τον παρανομαστή του Δείκτη Κεφαλαιακής τους Επάρκειας.
Τα ποικίλα «προγράμματα σωτηρίας» των Τραπεζών τους προσέφεραν ρευστότητα (με τη μορφή προνομιούχων μετοχών, κυρίως) με αποτέλεσμα να αυξήσουν τον αριθμητή του Δείκτη Κεφαλαιακής τους Επάρκειας…
Όμως, η ρευστότητα αυτή δεν επιστρέφει στην πραγματική οικονομία, γιατί ελάχιστοι δανείζονται σε συνθήκες ύφεσης. Κι έτσι η κρίση βαθαίνει. Κι όσο βαθαίνει η κρίση, πολλαπλασιάζονται οι επισφάλειες των τραπεζών. Δηλαδή αυξάνεται το ρίσκο τους και μεγαλώνει (ξανά) ο παρανομαστής του Δείκτη Κεφαλαιακής τους Επάρκειας…
Ο μόνος τρόπο να σπάσει αυτός ο «φαύλος κύκλος», είναι να χτυπηθεί το πρόβλημα στη ρίζα του: Αντί να ενισχύουμε (συνεχώς) τον αριθμητή, να μειώσουμε απευθείας τον παρονομαστή του κλάσματος, δηλαδή να μειώσουμε το ρίσκο του Ενεργητικού τους.
Μʼ άλλα λόγια, να μειωθούν τα επιτόκια στα ήδη υφιστάμενά δάνειά τους. Γιατί όσο μικραίνουν οι τοκοχρεωλυτικές δόσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, τόσο ευκολότερα τα ξεπληρώνουν, τόσο μικραίνουν οι επισφάλειές των τραπεζών, τόσο μικραίνει ο παρανομαστής του Δείκτη Κεφαλαιακή τους Επάρκεια, τόσο βελτιώνεται η χρηματοοικονομική υγεία τους.
Κι όσο διευκολύνονται οι δανειολήπτες να πληρώσουν τα δάνειά τους, τόσο αποταμιεύουν περισσότερο ή καταναλώνουν περισσότερο. Σε κάθε περίπτωση, μαζί με την εξυγίανση των τραπεζών, προκύπτει σταδιακή εξομάλυνση της αγοράς και αναζωογόνηση της οικονομίας.
Όμως η «δεσπόζουσα θέση» των Τραπεζών τις καθιστά «ανελαστικές προς τα κάτω»: το τραπεζικό καρτέλ δεν μπορεί να αποφασίσει μόνο του μείωση των τοκοχρεωλυτικών δόσεων (δηλαδή προσωρινή μείωση των κερδών του). Οπότε πρέπει το κράτος να ελέγξει προσωρινά (με μερική κρατικοποίηση) τις ισχυρότερες, ώστε να υποχρεωθούν όλες να ρίξουν το κόστος εξυπηρέτησης των δανείων τους.
Πρόκειται για λύση απλή και ριζοσπαστική ταυτόχρονα. Που σταματά και αντιστρέφει τη δυναμική της κρίσης, αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα και τα «γενεσιουργά» αίτιά της και τα «δευτερογενή» αίτια που την ανατροφοδοτούν…
Αυτά, περίπου, υποστηρίζουν σήμερα επιφανείς οικονομολόγοι διεθνώς- ανάμεσά τους και βραβεία Νόμπελ, όπως ο Πωλ Κρούγκμαν.
Ακούει κανείς;


Αποφεύχθηκαν τα χειρότερα – και μόνο

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 12/4/2009

Η Σύνοδος του G20 ξεκίνησε από μια διαφωνία (που δεν γεφυρώθηκε) ενώ κατάληξε σε μια ασήμαντη συμφωνία (που πολύ-διαφημίστηκε):
— Οι ΗΠΑ και η Βρετανία επιθυμούσαν μια ενεργό παρέμβαση των κυβερνήσεων, με μεγάλα «πακέτα» δημοσίων δαπανών και φορο-ελαφρύνσεων, ώστε να ενισχυθεί η ζήτηση και να ξεπεραστεί η ύφεση.
— Η Ευρωπαϊκή Ένωση από την άλλη πλευρά (και ιδιαίτερα οι Γαλλογερμανοί) επέμεναν να θεσπιστούν υπερεθνικές αρχές που θα παίζουν ρυθμιστικό ρόλο στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου.
Οι Ευρωπαίοι δεν δέχθηκαν την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική στην οποία επέμεναν οι Αγγλοσάξονες. Ούτε είχε και καμία σημασία, άλλωστε. Γιατί οι Ευρωπαίοι έχουν ήδη χαλαρώσει αρκετά τη δημοσιονομική τους «αυστηρότητα» κι αναγκάζονται να δεχθούν εξ ανάγκης την ελλειμματική διαχείριση της ύφεσης, απλώς δεν ήθελαν να το διακηρύξουν…
Από την άλλη πλευρά οι Αγγλοσάξονες δεν θέλουν να υποτάξουν τις εθνικές τους οικονομίες σε υπερεθνικά όργανα. Δέχθηκαν απλώς κάποια συζήτηση για επέκταση των διεθνών λογιστικών προτύπων, αλλά τίποτε δραστικό και τίποτε δεσμευτικό.
Την παράσταση την «έσωσε» η συμφωνία που επιτεύχθηκε για την ενίσχυση των πόρων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Θεαματική ενίσχυση (σε σχέση με τα προηγούμενα αποθεματικά του – σχεδόν τριπλασιασμός). Αλλά μηδαμινή σε σχέση με τα υπάρχοντα προβλήματα…
Πράγματι, το ΔΝΤ είχε αποθέματα της τάξης των 250 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Που αποφασίστηκε να αυξηθούν στα 750 δισεκατομμύρια δολάρια.
Αλλά μόνο τα «τοξικά» χρηματοπιστωτικά προϊόντα των ΗΠΑ είναι 2200-3200 δισεκατομμύρια. Ενώ στην Ευρώπη υπάρχουν άλλα 900!
Μόνο το πρώτο πακέτο Πόλσον στις ΗΠΑ έφτασε τα 700 δισεκατομμύρια. Ενώ το σχέδιο Ομπάμα που ακολούθησε λίγους μήνες αργότερα ξεπέρασε τα 850 δισεκατομμύρια. Αντίστοιχα τα ευρωπαϊκά πακέτα για την ενίσχυση των τραπεζών έφτασαν τα 500 δισεκατομμύρια ευρώ (600 δισ. Δολάρια), κι άλλα τόσα περίπου είναι τα ελλείμματα των εθνικών προϋπολογισμών στην Ευρώπη για να ξεπεραστεί η κρίση.
Συνεπώς, το σύνολο των «πακέτων σωτηρίας» που έχουν ριχτεί σε ΗΠΑ και Ευρώπη είναι πενταπλάσια από την αύξηση αποθεματικού του ΔΝΤ! Ενώ το σύνολο των «τοξικών» προϊόντων σε ΗΠΑ και Ευρώπη μόνο, είναι από εξαπλάσια ως οκταπλάσια της αύξησης στο αποθεματικό ρευστότητας του ΔΝΤ…
Νέο «Μπρέττον Γούντς» δεν υπήρξε. Μείζων συμφωνία αναδιάρθρωσης της Διεθνούς Οικονομίας δεν επιτεύχθηκε. Μέτρα αντίστοιχα με τη σοβαρότητα και τα μεγέθη της κρίσης δεν λήφθηκαν. Απλώς αποφεύχθηκε το πλήρες αδιέξοδο. Και ωφελήθηκε η ψυχολογία των αγορών. Κι αυτό, ασφαλώς, δεν είναι λίγο.
Αλλά παραμένει πολύ λιγότερο απʼ αυτό που «διαφημίστηκε»…
Κι απʼ αυτό που απαιτείται.

 

Βρυχηθμοί εκατέρωθεν της Μάγχης…

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 15/4/2009
Γιατί άραγε, η Ελλάδα έχει μπει στο «στόχαστρο» μερίδας του ξένου οικονομικού τύπου; Γιατί προαναγγέλλουν την «πιθανή χρεοκοπία» της χώρας, με αλλεπάλληλα δημοσιεύματα σε έγκυρα φύλλα, ενώ ανάμεσα στις γραμμές, τα ίδια δημοσιεύματα καταλήγουν ότι η χρεοκοπία της Ελλάδας δεν είναι… ιδιαίτερα πιθανή (για να επανέλθουν σε λίγες μέρες με τα ίδια);

Πρόκειται κυρίως για βρετανικά και γερμανικά δημοσιεύματα. Κι εδώ παίζεται ένα παιγνίδι, στο οποίο η ελληνική περίπτωση τους «προέκυψε» ως βολικό πιόνι…
* Οι Βρετανοί, οι οποίοι δεν συμμετέχουν στο ευρώ υποστηρίζουν ότι η εμμονή των Γερμανών στη δημοσιονομική πειθαρχία είναι λανθασμένη. Και ψέγουν τους Γερμανούς, ότι σε περιόδους κρίσης είναι και ανεφάρμοστη. Διότι βάζοντας ίδιους δημοσιονομικούς και νομισματικούς κανόνες σε τόσο διαφορετικές οικονομίες, προκαλούν προβλήματα στους πιο «αδύνατους κρίκους» της αλυσίδας…
Ανάμεσά τους, η Ελλάδα δεν είναι η χειρότερη. Δεν έχει το μεγαλύτερο χρέος ως προς το ΑΕΠ (η Ιταλία την ξεπερνά αρκετά). Μπορεί το 2008 το έλλειμμά της να έφτασε το 4,8%, μπορεί για φέτος να υπολογίζεται στο 3,7%, αλλά την ξεπερνούν ήδη αρκετές χώρες της ευρωζώνης: η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, μάλλον και η ίδια η Γερμανία…
Όμως, η Ελλάδα είναι η μικρότερη από τις «απείθαρχες». Και επί πλέον, λόγω της πολιτικής αστάθειας που επικράτησε μετά τις ταραχές του προηγούμενου Δεκέμβρη και της εκλογολογίας που ακολούθησε, έχει τα υψηλότερα επιτόκια δανεισμού. Η Ελλάδα είναι αρκετά αποσταθεροποιημένη πολιτικά, ώστε αποτελεί «στόχο». Και αρκετά μικρή, ώστε αποτελεί «εύκολο στόχο».
* Από την άλλη πλευρά, αποκηρύσσοντας την Ελλάδα οι Γερμανοί προειδοποιούν ότι δεν θα ανεχθούν «παραβατικές συμπεριφορές» (υψηλά ελλείμματα) από άλλους, πολύ μεγαλύτερους εταίρους τους, όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία, που όμως, γράφουν στα παλαιότερα των υποδημάτων τους το Σύμφωνο Σταθερότητας. Και μένει η Ελλάδα να εισπράττει μόνη τη γερμανική «οργή»…

Η αλήθεια είναι ότι έχουμε διορία 1,5 χρόνου, στη χειρότερη περίπτωση, να μειώσουμε το έλλειμμα κατά 2-4 δισεκατομμύρια ευρώ συνολικά (κάτω από το 3% του ΑΕΠ). Αυτό δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο…
Όλοι αντιλαμβάνονται ότι η Ελλάδα (αν δεν υπάρξει περαιτέρω πολιτική αποσταθεροποίηση) δεν κινδυνεύει.
Όλοι αντιλαμβάνονται ότι ακόμα κι αν κινδύνευε μια χώρα όπως η Ελλάδα, η Γερμανία θα έσπευδε να τη στηρίξει, για να μη πληγεί σοβαρά το ευρώ.

Κι όλοι γνωρίζουν ότι, όπως πάνε τα πράγματα, είναι πιθανότερο να προσφύγει η Βρετανία στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, παρά η Ελλάδα.
Τελικώς, τέτοια δημοσιεύματα μόνο στην Αθήνα τα παίρνουν στα σοβαρά.
Ωραία…

 

Ιδιορρυθμίες της Ελλάδας και διεθνής κρίση…

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 29/4/2009
Είναι πιθανό η διεθνής κρίση να πλήξει την Ελλάδα λιγότερο απʼ ό,τι τις άλλες χώρες, και οπωσδήποτε λιγότερο από ότι φοβούνταν οι περισσότεροι αρχικά…
* Πρώτον, διότι η ίδια η διεθνής κρίση φαίνεται ότι δεν θα κρατήσει πολύ. Ήδη υπάρχουν κάποιες ενδείξεις – στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη – ότι θα αρχίσει η ανάκαμψη στα τέλη του 2009 ή, το αργότερο, στις αρχές του 2010.
Μικρότερη διάρκεια της κρίσης σημαίνει ότι οι επιπτώσεις της στην Ελλάδα θα αρχίσουν να φτάνουν όταν θα έχει αρχίσει η ανάκαμψη διεθνώς. Κι αυτό σημαίνει ότι οι «προσδοκίες» θα λειτουργήσουν θετικά για τα «καθυστερημένα» θύματα της κρίσης όπως εμείς…
* Δεύτερον, διότι η Ελλάδα δεν διαθέτει μεγάλους και ανταγωνιστικούς τομείς διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών. Επομένως η διεθνής μείωση της ζήτησης θα μας πλήξει αναλογικά λιγότερο (πλην τουρισμού).
* Τρίτον, διότι η Ελλάδα διαθέτει ιδιαίτερα μεγάλο κρατικό τομέα. Συνεπώς η κυκλική πλευρά της ύφεσης θα μας αγγίξει αναλογικά λιγότερο.
* Τέταρτον, διότι η Ελλάδα διαθέτει σχετικά μεγαλύτερη παραοικονομία. Πράγμα που εξασφαλίζει ένα «μαξιλαράκι ασφαλείας» σε περιόδους κρίσεων…
* Πέμπτον, διότι στην Ελλάδα υπάρχει σχετικά μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού που διαθέτει ιδιωτική κατοικία και ακίνητη περιουσία. Αυτό επιτρέπει στα νοικοκυριά να «απορροφήσουν» μέρος της κρίσης με αναδιάρθρωση της περιουσίας τους (μάλλον, παρά με απότομη πτώση της αγοραστικής τους δύναμης).
* Έκτον διότι ο βαθμός χρέωσης του ιδιωτικού τομέα είναι αναλογικά μικρότερος στην Ελλάδα απʼ ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη και τις ΗΠΑ.
Κατά ειρωνικό τρόπο, οι ίδιοι παράγοντες που «φρενάρουν» την ανάπτυξη και εμποδίζουν την εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών σε κανονικές συνθήκες, είναι αυτοί που επιτρέπουν στην οικονομία να πέσει στα «μαλακά» σε συνθήκες κρίσης…
Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, στην Ελλάδα υπάρχουν αναλογικά περισσότερες στρεβλώσεις στις αγορές και ανελαστικότητα τιμών προς τα κάτω.
Ο,τιδήποτε εμποδίζει την ελαστικότητα των τιμών προς τα κάτω, βαθαίνει και επιμηκύνει την κρίση. Κι αυτή είναι η «σκοτεινή πλευρά» της ελληνικής περίπτωσης: Επειδή έχει ισχυρές στρεβλώσεις και πολλαπλά φαινόμενα καρτέλ, η προσαρμοστικότητα της οικονομίας της πάσχει σοβαρά.
Έτσι, το πρόβλημα της κυβέρνησης είναι να βρει την ευκαιρία της κρίσης για να κτυπήσει τα καρτέλ, αποφασιστικά. Όχι μόνο για να μειώσει τις επιπτώσεις της κρίσης άμεσα, αλλά και για να εξυγιάνει την οικονομία μακροπρόθεσμα.
Ένα από τα πιο εξυγιαντικά στοιχεία των κρίσεων είναι ότι επιτρέπουν (και επιβάλλουν) το σπάσιμο των καρτέλ. Ας μη χάσουμε την ευκαιρία…


Τα τέσσερα προβλήματα «επανεκκίνησης»

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 30/4/2009
Ο Διοικητής της Τράπεζας Ελλάδας τάραξε τη νερά με τη φετινή του έκθεση. Άλλοι θεώρησαν ότι σήκωσε τη σημαία της «νεοφιλελεύθερης αντεπανάστασης». Άλλοι, πάλι, πανηγύρισαν γιατί «υπέδειξε το δρόμο προς την υπέρβαση της κρίσης»…
Και οι δύο αυτές – αντίθετες – εκτιμήσεις είναι λανθασμένες.
Σε κάθε οικονομικό πρόβλημα υπάρχουν δύο διαστάσεις: Αυτού που οφείλουμε να επιδιώξουμε. Και των περιορισμών που αντιμετωπίζουμε. Οι επιδιώξεις (objective function) και οι περιορισμοί (constraints) είναι το απαραίτητο «δίδυμο» κάθε μείζονος η ελάσσονος οικονομικού προβλήματος.
Στην περίπτωσή μας, ο κ. Προβόπουλος δεν διέγραψε κάποια στρατηγική για το ξεπέρασμα της οικονομικής κρίσης. Απλώς περιέγραψε τους περιορισμούς της ελληνικής οικονομίας: Το υψηλό χρέος που δεν αφήνει περιθώρια για υψηλούς νέους δανεισμούς. Τα μεγάλα ελλείμματα, που δεν αφήνουν περιθώρια για «κοινωνική πολιτική» (παροχών). Το δημογραφικό πρόβλημα και το εύθραυστο ασφαλιστικό σύστημα που δεν αφήνουν περιθώρια για εφησυχασμούς. Τις ακαμψίες της ελληνικής αγοράς, που δεν αφήνουν περιθώρια να αναβολές στις διαρθρωτικές αλλαγές.
Ο κ. Προβόπουλος δεν είπε κάτι καινούργιο. Είπε πράγματα, όμως, που τείνουμε να ξεχάσουμε, ειδικά μέσα σε συνθήκες προεκλογικής έντασης. Όπου τα κόμματα έχουν την τάση να τάζουν ή να δίνουν, από εκείνα που δεν έχουν…
Ο κ. Προβόπουλος υπέδειξε κάτι απλό: Να μηδενίσουμε το έλλειμμα ως το 2012 κι από κει και πέρα να βγάλουμε πρωτογενή (δημοσιονομικά) πλεονάσματα, ώστε να κατεβάσουμε το δημόσιο χρέος από το 96% στο 60% του ΑΕΠ, όπως προβλέπει η ευρωζώνη.
Όμως αυτό δεν είναι «στρατηγική». Είναι μάλλον… «ευχή»!
Στην εφαρμοσμένη Οικονομία η αντιμετώπιση μιας κρίσης αρχίζει με μια «αναδιάρθρωση επανεκκίνησης» (jump start, το λένε οι αγγλοσάξονες).
Αυτή η «επανεκκίνηση» σημαίνει, στην περίπτωσή μας, ότι πρέπει να απαντηθούν τέσσερα ερωτήματα:
* Βραχυχρόνια: Πώς θα ξεμπλοκάρει η «παγίδα ρευστότητας» που ήδη λιμνάζει στις τράπεζες (όπως ο ίδιος ο κ. Προβόπουλος παραδέχθηκε).
* Μέσο-βραχυπρόθεσμα: Πώς θα αξιοποιηθεί η δημόσια περιουσία για να μειωθεί δραστικά το δημόσιο χρέος μέσο-βραχυπρόθεσμα (να κάνει de-leveraging και το υπερχρεωμένο κράτος, όχι μόνο οι τράπεζες και οι ιδιώτες).
* Μέσο-μακροπρόθεσμα: Πώς θα αναδιαρθρωθούν οι δημόσιες δαπάνες (για να παράγουν, με βιώσιμο τρόπο, πρωτογενή πλεονάσματα, χωρίς να καθηλώνεται σε ύφεση η οικονομία).
* Μακροπρόθεσμα: Πώς θα κινητροδοτηθεί η υγιής ιδιωτική πρωτοβουλία (όχι το κυνήγι των εφήμερων και, πολλές φορές, χιμαιρικών, «υπεραξιών»).
Οι απαντήσεις στα τέσσερα αυτά ερωτήματα, εφʼ όσον έχουν εσωτερική συνέπεια μεταξύ τους, θα αρθρώνουν ολοκληρωμένη στρατηγική.
Μόνο που αυτά δεν είναι στην αρμοδιότητα του διοικητή της Τράπεζας Ελλάδας να τα απαντήσει…

Η μεγάλη νέο-οθωμανική στροφή του Αχμέτ Νταβούτογλου

3/5/2009

 Η Τουρκία επί δεκαετίες προσπάθησε να κρατήσει αποστάσεις από αυτούς του επικίνδυνους λαβυρίνθους του Ισλαμικού κόσμου. Επιχείρησε κατά καιρούς να πλησιάσει το Ισλάμ, αλλά κρατούσε πάντα «αποστάσεις ασφαλείας». Γιατί αν πλησίαζε πολύ διέτρεχε τριπλό κίνδυνο:

-- Πρώτον, να εμπλακεί στις θανάσιμες εσωτερικές αντιθέσεις τους.

-- Δεύτερον, να υπονομεύσει τις διεθνείς - δυτικές - συμμαχίες της.

-- Τρίτον, να υπονομεύσει στο εσωτερικό της το κοσμικό καθεστώς, το οποίο προσπαθούσε πολιτικά και θεσμικά να περιθωριοποιήσει την επιρροή του Ισλάμ στη σύγχρονη κοσμική Τουρκία. Αυτό το τελευταίο, άλλωστε, αποτέλεσε και κορυφαία παρακαταθήκη του Κεμάλ Ατατούρκ.

Όμως η άνοδος των ισλαμιστών στην κυβέρνηση έθεσε σε αμφισβήτηση μέσα στην Τουρκία τις Κεμαλικές παρακαταθήκες. Η Κυβέρνηση του ισλαμιστή Ερντογάν, αναθεώρησε τις μακροχρόνιες σταθερές εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας. Τώρα πλέον δεν κρατάει «αποστάσεις ασφαλείας» από το Ισλάμ. Αντίθετα, διεκδικεί ηγετικό ρόλο σε όλο το μουσουλμανικό κόσμο.

Αρχιτέκτονας αυτής της «στροφής» είναι ό μέχρι προχθές κορυφαίος  σύμβουλος του Ερντογάν και, σήμερα πλέον, υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου. Σε βιβλίο του ήδη από το 2001, ο κ. Νταβούτογλου περιγράφει το «στρατηγικό βάθος» της τουρκικής διεθνούς θέσης, και ευαγγελίζεται την αναβίωση μιας νέο-οθωμανικής πολιτικής, που θα «εξισορροπεί» την ένταξη στους δυτικούς θεσμούς με την άσκηση «ηγετικού ρόλου» από την Τουρκία σε ολόκληρο το μουσουλμανικό κόσμο.

-- Στους ίδιους τους μουσουλμάνους, ο κ. Νταβούτογλου λέει ότι μόνο η Τουρκία μπορεί να διαμεσολαβήσει τα συμφέροντά τους διεθνώς. Έτσι «κλείνει το μάτι» τόσο στους κοσμικούς μουσουλμάνους (αφού αυτοί επιθυμούν εγγύτητα με την Δύση) όσο και στους οπαδούς του Χαλιφάτου (αφού αυτοί επιθυμούν ενιαία έκφραση του μουσουλμανικού κόσμου, άρα χώρα-ηγεμόνα).

-- Στους δυτικούς ο Νταβούτογλου, λέει ότι αν θέλουν να αποκαταστήσουν τις σχέσεις τους με το μουσουλμανικό κόσμο, πρέπει να ενισχύσουν και να αξιοποιήσουν τον «ηγετικό ρόλο» της Τουρκίας στο Ισλάμ.

Φιλοδοξίες που οδηγούν σε «υπέρ- επέκταση»

Πολύ φιλόδοξο το εγχείρημα, αλλά έχει ορισμένα σοβαρά προβλήματα:

* Πρώτον, ότι για να προσεγγίσει το Ισλάμ ήλθε σε ρήξη με το Ισραήλ, με το οποίο είχε παραδοσιακά ισχυρούς δεσμούς.

* Δεύτερον, αναγκάστηκε να προσεγγίσει τις υπό Ιρανικό έλεγχο φονταμενταλιστικές οργανώσεις (Χαμάς και Χεζμπολάχ). Αλλά αυτό τον απομάκρυνε από τα περισσότερα αραβικά καθεστώτα. Έτσι η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος, η Ιορδανία και οι Σουνίτες του Ιράκ, αλλά και η Παλαιστινιακή αρχή, που βρίσκονται σε ρήξη με τις οργανώσεις αυτές ή με παρακλάδια τους, είδαν με απόλυτη καχυποψία τα πρόσφατα ανοίγματα της Τουρκίας.

* Τρίτον, πολλές από τις Αραβικές χώρες βλέπουν με καχυποψία τις ηγετικές φιλοδοξίες της Τουρκίας, γιατί αυτό θα σήμαινε ότι περιορίζονται οι δικές τους φιλοδοξίες. Τέτοια είναι, κυρίως, η περίπτωση της Αιγύπτου και της Ιορδανίας.

* Τέταρτον, τα ανοίγματα της Τουρκίας προς την Αρμενία έσπρωξαν το μουσουλμανικό Αζερμπαϊτζάν πιο κοντά στη Μόσχα απειλώντας ευθέως τους ενεργειακούς σχεδιασμούς των Αμερικανών, να παρακάμψουν τη Ρωσία για τον ανεφοδιασμό της Δύσης με αέριο.

* Πέμπτον, η προσέγγιση της Τουρκίας με το Ισλάμ πολλαπλασίασε τις τριβές της με την Ευρώπη. Κι όσο περισσότερο ταυτίζεται η Τουρκία με το μουσουλμανικό κόσμο, τόσο χάνει έδαφος μέσα στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη

* Έκτον, η ισλαμική στροφή της Τουρκίας ενοχλεί και μια σειρά μείζονες χώρες ακόμα:

-- την Ινδία, η οποία έχει ανοικτούς λογαριασμούς με το Ισλάμ,

-- το Ιράν, που ενοχλείται από τη φιλο-αμερικανική στροφή της Άγκυρας, γιατί η πολιτική Νταβούτογλου δεν έχει νόημα χωρίς τη στήριξη των ΗΠΑ

-- Και τη Ρωσία που δεν βλέπει με καλό μάτι ούτε τις ηγετικές φιλοδοξίες της Τουρκίας στην Ασία, ούτε τις νέες στενές σχέσεις με την Ουάσιγκτον. 

* Τέλος, η πολιτική Νταβούτογλου προκάλεσε στο εσωτερικό της Τουρκίας την οργή του Κεμαλικού κατεστημένου, που διαφωνεί απόλυτα με τέτοια «στροφή στο Ισλάμ».

 Με άλλα λόγια, το «στρατηγικό βάθος» του κ. Νταβούτογλου, κινδυνεύει να οδηγήσει σε «υπέρ- επέκταση» του ρόλου τους Τουρκίας. Ιστορικά άλλωστε, οι χώρες που διεκδικούν «στρατηγικό βάθος» πολύ πέραν των συνόρων τους συνήθως συντρίβονται από τις υπερβολικές φιλοδοξίες τους.

Έτσι, η Τουρκία κινδυνεύει να δημιουργήσει πολύ περισσότερους εχθρούς απ' ότι συμμάχους, πολύ περισσότερους κινδύνους για την ίδια απ' ότι συντελεστές ισχύος υπέρ της. Κινδυνεύει, κυριολεκτικά να τα χαλάσει με όλους, αντί να γίνει «απαραίτητη» σε όλους. 

Η Αμερική του Προέδρου Ομπάμα, εμφανίζεται σήμερα να στηρίζει αυτή τη νέα στρατηγική της Τουρκίας. Όπως εμφανίζεται να στηρίζει και διαφορετικές δυνητικές επιλογές ανοίγματος προς τη Ρωσία, το Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, και το ίδιο το Ισραήλ. Απ' όλα αυτά, το άνοιγμα των ΗΠΑ στη Ρωσία είναι πιο λογικό και πιο εφικτό. Ενώ το άνοιγμα των ΗΠΑ στο Ισλάμ μέσω Τουρκίας, είναι πιο παρακινδυνευμένο και μάλλον ανέφικτο...

Έτσι έχουμε ένα νέο αμερικανό ηγέτη που «ψάχνεται» προς όλες τις κατευθύνσεις, να στηρίζει - μεταξύ πολλών άλλων - μια πολιτική πολύ υψηλού ρίσκου της Τουρκίας, που έχει μεγάλες δυσκολίες να προχωρήσει και μεγάλο κόστος για την ίδια αν προχωρήσει και για κάθε βήμα που κάνει...

Μια Αμερική που καιροσκοπεί παντού και μια Άγκυρα που «μεγαλοπιάνεται» παντού, δημιουργούν αναμφίβολα μεγάλη ρευστότητα στην περιοχή μας...

Αλλά δεν συνιστούν «νέα στρατηγική» για τις ΗΠΑ, ούτε «νέο ρόλο» για την Τουρκία.

Και το ένα και το άλλο, βρίσκονται στη σφαίρα των «ευσεβών» (ή ασεβών) πόθων. Και δεν πρέπει να εκλαμβάνουμε τους πόθους των άλλων ως «δεδομένα». Ούτε τις επιδιώξεις τους ως «τετελεσμένα». Αντίθετα, πρέπει να κατανοούμε τις αντιφάσεις τους και να τις εκμεταλλευόμαστε προς όφελός μας.

Αλλά αυτό μέχρι στιγμής δεν το κάνουμε.

Μάλλον κοιμόμαστε ύπνο βαθύ...    



Ο Ομπάμα, ο Νταβούτογλου κι εμείς…

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 9/5/2009
Η επίσκεψη του Αμερικανού Προέδρου Μπάρακ Ομπάμα στην Τουρκία εξελήφθη από πολλούς ως «στροφή» της Αμερικανικής πολιτικής προς το Ισλάμ, και ως ουσιώδης αναβάθμιση της γεωπολιτικής θέσης της Τουρκίας.


Στις γραμμές που ακολουθούν θα αμφισβητήσουμε και τα δύο:


— Σε ότι αφορά τις ΗΠΑ, υπάρχει πράγματι αναζήτηση νέας στρατηγικής. Αλλά, όπως θα δούμε, ο Πρόεδρος Ομπάμα βρίσκεται ακόμα στο «ψάξιμο», με πολλά και διαφορετικά ενδεχόμενα ανοικτά…


— Σε ό,τι αφορά την Τουρκία, η «αναβάθμιση» του διεθνούς ρόλου της είναι μάλλον ευσεβής πόθος της κυβέρνησης Ερντογάν. Η Τουρκία, όπως θα δούμε, έχει κάθε διάθεση να παίξει διεθνείς ρόλους, αλλά δεν έχει τέτοια δυνατότητα. Κι όσο το προσπαθεί, τόσο θα δημιουργεί προβλήματα μάλλον, παρά θα λύνει προβλήματα. Θα πολλαπλασιάζει τους εχθρούς της μάλλον, παρά θα διευρύνει τα διεθνή της ερείσματα. Ας τα πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή…


Τα καιροσκοπικά ανοίγματα του Ομπάμα


Το βασικό στρατηγικό δίλημμα για τις ΗΠΑ είναι ότι δεν μπορούν να κρατούν ταυτόχρονα πολλαπλά μέτωπα ανοικτά – και εναντίον του Πολεμικού Ισλάμ και εναντίον του Ιράν και εναντίον της Ρωσίας και εναντίον της Κίνας:


— Αν οι ΗΠΑ αναδεικνύουν ως μείζονα μεσοπρόθεσμο αντίπαλό τους το Πολεμικό Ισλάμ στην Ασία, τότε χρειάζονται οπωσδήποτε τη στρατηγική σύγκλιση με τη Ρωσία και την Ινδία.


— Αν επιλέγουν ως μακροχρόνια προτεραιότητά τους την αντιμετώπιση των ηγεμονικών φιλοδοξιών της Κίνας στο μέλλον, και πάλι χρειάζονται τη στρατηγική σύγκλιση με τη Ρωσία, την Ινδία, αλλά και την Ιαπωνία και το Βιετνάμ.


— Αντίθετα, αν οι ΗΠΑ επιλέγουν ως αντίπαλό τους (μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο) τη Ρωσία, τότε είναι υποχρεωμένες να συμμαχήσουν με το Ισλάμ. Όπως είναι αναγκασμένες να παραιτηθούν από κάθε ιδέα μακροχρόνιου ανταγωνισμού με την Κίνα. Γιατί αν ανταγωνίζονται ταυτόχρονα με δύο μείζονες αντιπάλους στην Ασία (Ρωσία και Ισλάμ μεσοπρόθεσμα ή Ρωσία και Κίνα μακροχρόνια), τότε είναι πιθανότερο να τους στρέψουν, τελικά, όλους εναντίον τους.


Από στρατηγική άποψη η σύγκλιση με τη Ρωσία είναι υπέρτερη στρατηγική για τις ΗΠΑ – και μεσοπρόθεσμα και μακροχρόνια: Μεσοπρόθεσμα για να αντιμετωπίσουν το Πολεμικό Ισλάμ, ενώ μακροχρόνια για να αντιμετωπίσουν τις ηγεμονικές φιλοδοξίες της Κίνας.


Ο Τζόρτζ Μπους δεν έκανε αυτή την επιλογή. Αντίθετα, άνοιξε δύο μέτωπα ταυτόχρονα: έναντι του Πολεμικού Ισλάμ και έναντι της Ρωσίας,


Έτσι τα εξωτερικά μέτωπα των ΗΠΑ έτειναν να γίνουν αμοιβαία αποκλειόμενα. Έπρεπε να κλείσουν το ένα για να κερδίσουν στο άλλο. Κρατώντας ανοικτά και τα δύο, ουσιαστικά έχαναν και στα δύο.


Ο Πρόεδρος Ομπάμα δεν μπόρεσε ως σήμερα ούτε να ξεχωρίσει τις εναλλακτικές στρατηγικές του δυνατότητες, ούτε να τις ιεραρχήσει, ούτε να διαλέξει ανάμεσά τους. Προσπάθησε στις 100 πρώτες μέρες της Προεδρίας του να κάνει κάποια θεαματικά ανοίγματα προς όλες τις πλευρές, για να ξεπεράσει «ψυχολογικούς φραγμούς» και να κρατήσει όλες τις επιλογές του ανοικτές για το μέλλον:


— Έναντι της Ρωσίας άφησε να εννοηθεί (χωρίς και να δεσμευτεί) ότι είναι έτοιμος να ανα-διαπραγματευθεί την «αντιπυραυλική ασπίδα» στην ανατολική Ευρώπη.


— Έναντι του Ιράν, άφησε να εννοηθεί ότι είναι έτοιμος για άμεσες διαπραγματεύσεις, χωρίς να παραιτείται από το αίτημα κατάργησης του πυρηνικού προγράμματος της Τεχεράνης. Άλλωστε τον «πυρηνικό αφοπλισμό» του Ιράν τον υποστηρίζει ο ΟΗΕ, οι Ευρωπαϊκές χώρες, φανερά το Ισραήλ και παρασκηνιακά οι περισσότερες Σουνιτικές Αραβικές χώρες (πλην Συρίας),


— Τέλος, έναντι του (υπόλοιπου) Ισλαμικού κόσμου έκανε κάποιες συμβολικές κινήσεις, χωρίς να παραιτηθεί από τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, στο Αφγανιστάν (ή από τη μακροχρόνια στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στο Ιράκ).


Ανοίχτηκε και προς τις τρείς κατευθύνσεις κι «ό,τι πιάσει»…


* Αλλά από τα τρία «ανοίγματα», το μόνο που έχει ρεαλιστική προοπτική είναι αυτό με τη Ρωσία. Παραιτούμενοι από την αντιπυραυλικοί ομπρέλα οι Αμερικανοί δεν χάνουν τίποτε, αλλά κερδίζουν πολλά, ενώ οι Ρώσοι ικανοποιούνται πλήρως.


* Αντιθέτως, τα «ανοίγματα» των ΗΠΑ προς το Ιράν είναι μάλλον κέρδισμα χρόνου, διότι έτσι κι αλλιώς οι Ιρανοί δεν παραιτούνται από το πρόγραμμά τους, ενώ όλες οι άλλες χώρες της περιοχής (κι όχι μόνο το Ισραήλ) δεν παραιτούνται από την (κρυφή ή φανερή) φιλοδοξία τους να αφοπλίσουν πυρηνικά την Τεχεράνη.


* Τέλος, τα ανοίγματα των ΗΠΑ στο Ισλάμ είναι προβληματικά: Ο μουσουλμανικός κόσμος δεν είναι ενιαίος, έχει πολλαπλές αντίπαλες «συνιστώσες» και κάθε απόπειρα προσέγγισής του από μια μεγάλη δύναμη, παροξύνει τις αντιθέσεις στο εσωτερικό του.


Υπάρχει μεγάλη διαμάχη ανάμεσα σε Άραβες και μη Άραβες μουσουλμάνους (Τούρκους, Ιρανούς, Αφγανούς κλπ.), ανάμεσα σε Σουνίτες και Σιίτες, ανάμεσα στους ίδιους τους Άραβες Σουνίτες (Σαουδάραβες και Χασεμιτικούς), ανάμεσα σε «φονταμενταλιστές» και «κοσμικούς», ανάμεσα σε δυτικόστροφους και οπαδούς αναβίωσης του Χαλιφάτου κλπ. Πρόκειται για ιστορικές συγκρούσεις που συχνά διαρκούν αιώνες, έχουν προκαλέσει μείζονες ανταγωνισμούς και αιματηρούς πολέμους με εκατόμβες νεκρών. Παλαιότερα και πρόσφατα…


Για παράδειγμα, τα αραβικά (Σουνιτικά) καθεστώτα του Κόλπου, φοβούνται περισσότερο το Σιιτικό Ιράν απʼ όσο φοβούνται το Ισραήλ…


Η μεγάλη νέο-οθωμανική στροφή του Αχμέτ Νταβούτογλου


Η Τουρκία επί δεκαετίες προσπάθησε να κρατήσει αποστάσεις από αυτούς του επικίνδυνους λαβυρίνθους του Ισλαμικού κόσμου. Επιχείρησε κατά καιρούς να πλησιάσει το Ισλάμ, αλλά κρατούσε πάντα «αποστάσεις ασφαλείας». Γιατί αν πλησίαζε πολύ διέτρεχε τριπλό κίνδυνο:


— Πρώτον, να εμπλακεί στις θανάσιμες εσωτερικές αντιθέσεις τους.


— Δεύτερον, να υπονομεύσει τις διεθνείς – δυτικές – συμμαχίες της.


— Τρίτον, να υπονομεύσει στο εσωτερικό της το κοσμικό καθεστώς, το οποίο προσπαθούσε πολιτικά και θεσμικά να περιθωριοποιήσει την επιρροή του Ισλάμ στη σύγχρονη κοσμική Τουρκία. Αυτό το τελευταίο, άλλωστε, αποτέλεσε και κορυφαία παρακαταθήκη του Κεμάλ Ατατούρκ.


Όμως η άνοδος των ισλαμιστών στην κυβέρνηση έθεσε σε αμφισβήτηση μέσα στην Τουρκία τις Κεμαλικές παρακαταθήκες. Η Κυβέρνηση του ισλαμιστή Ερντογάν, αναθεώρησε τις μακροχρόνιες σταθερές εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας. Τώρα πλέον δεν κρατάει «αποστάσεις ασφαλείας» από το Ισλάμ. Αντίθετα, διεκδικεί ηγετικό ρόλο σε όλο το μουσουλμανικό κόσμο.


Αρχιτέκτονας αυτής της «στροφής» είναι ό μέχρι προχθές κορυφαίος σύμβουλος του Ερντογάν και, σήμερα πλέον, υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου. Σε βιβλίο του ήδη από το 2001, ο κ. Νταβούτογλου περιγράφει το «στρατηγικό βάθος» της τουρκικής διεθνούς θέσης, και ευαγγελίζεται την αναβίωση μιας νέο-οθωμανικής πολιτικής, που θα «εξισορροπεί» την ένταξη στους δυτικούς θεσμούς με την άσκηση «ηγετικού ρόλου» από την Τουρκία σε ολόκληρο το μουσουλμανικό κόσμο.


— Στους ίδιους τους μουσουλμάνους, ο κ. Νταβούτογλου λέει ότι μόνο η Τουρκία μπορεί να διαμεσολαβήσει τα συμφέροντά τους διεθνώς. Έτσι «κλείνει το μάτι» τόσο στους κοσμικούς μουσουλμάνους (αφού αυτοί επιθυμούν εγγύτητα με την Δύση) όσο και στους οπαδούς του Χαλιφάτου (αφού αυτοί επιθυμούν ενιαία έκφραση του μουσουλμανικού κόσμου, άρα χώρα-ηγεμόνα).


— Στους δυτικούς ο Νταβούτογλου, λέει ότι αν θέλουν να αποκαταστήσουν τις σχέσεις τους με το μουσουλμανικό κόσμο, πρέπει να ενισχύσουν και να αξιοποιήσουν τον «ηγετικό ρόλο» της Τουρκίας στο Ισλάμ.


Φιλοδοξίες που οδηγούν σε «υπέρ- επέκταση»


Πολύ φιλόδοξο το εγχείρημα, αλλά έχει ορισμένα σοβαρά προβλήματα:


* Πρώτον, ότι για να προσεγγίσει το Ισλάμ ήλθε σε ρήξη με το Ισραήλ, με το οποίο είχε παραδοσιακά ισχυρούς δεσμούς.


* Δεύτερον, αναγκάστηκε να προσεγγίσει τις υπό Ιρανικό έλεγχο φονταμενταλιστικές οργανώσεις (Χαμάς και Χεζμπολάχ). Αλλά αυτό τον απομάκρυνε από τα περισσότερα αραβικά καθεστώτα. Έτσι η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος, η Ιορδανία και οι Σουνίτες του Ιράκ, αλλά και η Παλαιστινιακή αρχή, που βρίσκονται σε ρήξη με τις οργανώσεις αυτές ή με παρακλάδια τους, είδαν με απόλυτη καχυποψία τα πρόσφατα ανοίγματα της Τουρκίας.


* Τρίτον, πολλές από τις Αραβικές χώρες βλέπουν με καχυποψία τις ηγετικές φιλοδοξίες της Τουρκίας, γιατί αυτό θα σήμαινε ότι περιορίζονται οι δικές τους φιλοδοξίες. Τέτοια είναι, κυρίως, η περίπτωση της Αιγύπτου και της Ιορδανίας.


* Τέταρτον, τα ανοίγματα της Τουρκίας προς την Αρμενία έσπρωξαν το μουσουλμανικό Αζερμπαϊτζάν πιο κοντά στη Μόσχα απειλώντας ευθέως τους ενεργειακούς σχεδιασμούς των Αμερικανών, να παρακάμψουν τη Ρωσία για τον ανεφοδιασμό της Δύσης με αέριο.


* Πέμπτον, η προσέγγιση της Τουρκίας με το Ισλάμ πολλαπλασίασε τις τριβές της με την Ευρώπη. Κι όσο περισσότερο ταυτίζεται η Τουρκία με το μουσουλμανικό κόσμο, τόσο χάνει έδαφος μέσα στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη


* Έκτον, η ισλαμική στροφή της Τουρκίας ενοχλεί και μια σειρά μείζονες χώρες ακόμα:


— την Ινδία, η οποία έχει ανοικτούς λογαριασμούς με το Ισλάμ,


— το Ιράν, που ενοχλείται από τη φιλο-αμερικανική στροφή της Άγκυρας, γιατί η πολιτική Νταβούτογλου δεν έχει νόημα χωρίς τη στήριξη των ΗΠΑ


— Και τη Ρωσία που δεν βλέπει με καλό μάτι ούτε τις ηγετικές φιλοδοξίες της Τουρκίας στην Ασία, ούτε τις νέες στενές σχέσεις με την Ουάσιγκτων.


* Τέλος, η πολιτική Νταβούτογλου προκάλεσε στο εσωτερικό της Τουρκίας την οργή του Κεμαλικού κατεστημένου, που διαφωνεί απόλυτα με τέτοια «στροφή στο Ισλάμ».


Με άλλα λόγια, το «στρατηγικό βάθος» του κ. Νταβούτογλου, κινδυνεύει να οδηγήσει σε «υπέρ- επέκταση» του ρόλου τους Τουρκίας. Ιστορικά άλλωστε, οι χώρες που διεκδικούν «στρατηγικό βάθος» πολύ πέραν των συνόρων τους συνήθως συντρίβονται από τις υπερβολικές φιλοδοξίες τους.


Έτσι, η Τουρκία κινδυνεύει να δημιουργήσει πολύ περισσότερους εχθρούς απʼ ότι συμμάχους, πολύ περισσότερους κινδύνους για την ίδια απʼ ότι συντελεστές ισχύος υπέρ της. Κινδυνεύει, κυριολεκτικά να τα χαλάσει με όλους, αντί να γίνει «απαραίτητη» σε όλους.


Η Αμερική του Προέδρου Ομπάμα, εμφανίζεται σήμερα να στηρίζει αυτή τη νέα στρατηγική της Τουρκίας. Όπως εμφανίζεται να στηρίζει και διαφορετικές δυνητικές επιλογές ανοίγματος προς τη Ρωσία, το Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, και το ίδιο το Ισραήλ. Απʼ όλα αυτά, το άνοιγμα των ΗΠΑ στη Ρωσία είναι πιο λογικό και πιο εφικτό. Ενώ το άνοιγμα των ΗΠΑ στο Ισλάμ μέσω Τουρκίας, είναι πιο παρακινδυνευμένο και μάλλον ανέφικτο…


Έτσι έχουμε ένα νέο αμερικανό ηγέτη που «ψάχνεται» προς όλες τις κατευθύνσεις, να στηρίζει – μεταξύ πολλών άλλων – μια πολιτική πολύ υψηλού ρίσκου της Τουρκίας, που έχει μεγάλες δυσκολίες να προχωρήσει και μεγάλο κόστος για την ίδια αν προχωρήσει και για κάθε βήμα που κάνει…


Μια Αμερική που καιροσκοπεί παντού και μια Άγκυρα που «μεγαλοπιάνεται» παντού, δημιουργούν αναμφίβολα μεγάλη ρευστότητα στην περιοχή μας…


Αλλά δεν συνιστούν «νέα στρατηγική» για τις ΗΠΑ, ούτε «νέο ρόλο» για την Τουρκία.


Και το ένα και το άλλο, βρίσκονται στη σφαίρα των «ευσεβών» (ή ασεβών) πόθων. Και δεν πρέπει να εκλαμβάνουμε τους πόθους των άλλων ως «δεδομένα». Ούτε τις επιδιώξεις τους ως «τετελεσμένα». Αντίθετα, πρέπει να κατανοούμε τις αντιφάσεις τους και να τις εκμεταλλευόμαστε προς όφελός μας.


Αλλά αυτό μέχρι στιγμής δεν το κάνουμε.


Μάλλον κοιμόμαστε ύπνο βαθύ…


Από σχολείο δημοκρατίας σε κυκλωματικό διαφθορείο

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 11/5/2009
Οι φοιτητικές εκλογές πέρασαν από τέσσερις φάσεις:

* Το 1972-73 ήταν αίτημα εκδημοκρατισμού των Πανεπιστημίων, για να χαλαρώσει η πίεση που ασκούσε τότε στην ακαδημαϊκή κοινότητα το Σπουδαστικό τμήμα της Ασφάλειας. Και όσοι υπέγραφαν για εκλογές στους φοιτητικούς συλλόγους καλούνταν στην Ασφάλεια και δέρνονταν ανηλεώς.
* Στην περίοδο 1974-78, οι φοιτητικές εκλογές αποτελούσαν μηχανισμό αποχουντοποίησης και εκδημοκρατισμού των Πανεπιστημίων.
* Στην περίοδο 1979 – 1981, άρχισε να υπάρχει μια σοβαρή διαφοροποίηση: Οι κομματικές παρατάξεις της ευρύτερης Αριστεράς προσπαθούσαν να ενισχύσουν τη θέση τους και να αυξήσουν την επιρροή τους στα Πανεπιστήμια εν όψει των βουλευτικών εκλογών που θα σηματοδοτούσαν την «πολιτική αλλαγή». Ενώ οι εξωκοινοβουλευτικές αριστερές συσπειρώσεις προσπαθούσαν να αποβάλλουν τον ασφυκτικό έλεγχο της κομματικής Αριστεράς, αλλά και να απορρίψουν τις συντηρητικές ρυθμίσεις της τότε κυβέρνησης (Νόμος 815 κλπ.)
* Μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ, η συμμετοχή των φοιτητών στη διοίκηση, άλλαξε τα πάντα: Μέχρι τότε είχαμε κομματικοποίηση του φοιτητικού κινήματος. Από το 1982 και μετά έχουμε πλέον κομματικοποίηση ολόκληρου του Πανεπιστήμιου. Κι αυτό υπήρξε η αρχή του τέλους (για το ελληνικό Πανεπιστήμιο).


Πέρα από τις δυνάμεις που συμμετείχαν στο κύκλωμα της συνδιοίκησης – και της οργιώδους συνδιαλλαγής – αναπτύχθηκε και μια εξω-θεσμική αντιπολίτευση που σύντομα ξεπέρασε τα όρια της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς κι εξελίχθηκε σε ένα συνονθύλευμα αντί-εξουσιαστικών, αναρχικών συσπειρώσεων.
Αυτό ήταν το τέλος του Ελληνικού Πανεπιστήμιου.
Οι παρατάξεις της «συνδιοίκησης» το διέφθειραν συνεχώς και οι «αντι-εξουσιαστές» το κατέστρεφαν συστηματικά.
Τώρα πλέον έχει χαθεί ο έλεγχος ακόμα κι από τα κόμματα. Τα πάντα ελέγχονται από «αυτοφυή κυκλώματα» που επεκτείνονται, συγκρούονται, νέμονται δημόσιους (η κοινοτικούς πόρους) και τρομοκρατούν τους πάντες.
Καθηγητές κακοποιούνται κάθε τόσο. Φοιτητικές συμμορίες συμπλέκονται καθημερινά. Κονδύλια διασπαθίζονται. Για να μη μιλήσουμε για «εκλογές διδασκόντων». Αξίζει να ερευνηθεί κάποτε πόσοι καθηγητές Ανωτάτων Σχολών έχουν σχέσεις συγγένειας (ή άλλες πιο… «πικάντικες» σχέσεις) μεταξύ τους.
Μέσα σε Πανεπιστήμια που κατά κανόνα είναι κλειστά, συνήθως είναι κατειλημμένα και ενίοτε καίγονται…
* Κάποτε οι φοιτητικές εκλογές ήταν σχολείο δημοκρατίας. Κι όποιος συμμετείχε έπαιρνε μέγα κόστος και ρίσκο.
* Αργότερα έγιναν προθάλαμος κομματικής σταδιοδρομίας. Κι όσοι συμμετείχαν έδρεπαν μέγιστα και άκοπα οφέλη.
* Σήμερα είναι συντεχνιακός παραλογισμός και κυκλωματικό διαφθορείο.
Πολλοί από τους νεαρούς που συμμετέχουν ξεκινούν με τις καλύτερες προθέσεις, αλλά πολύ σύντομα είτε διαφθείρονται είτε εξεγείρονται.
Πολλοί απ’ αυτούς που διαφθείρονται δεν το καταλαβαίνουν καν.
Και πολλοί απ’ αυτούς που εξεγείρονται δεν καταλαβαίνουν γιατί.
Κι έναντι τίνος…



Πράσινη ανάπτυξη (ή πράσσειν άλογα)…


Η Οικολογία υπήρξε μια «ιδεολογική μόδα» σε καιρούς παγκόσμιας οικονομικής ανόδου. Όταν κυριαρχούσε η αχαλίνωτη κερδοσκοπία διεθνώς και απέναντί της αναδεικνύονταν αιτήματα σωτηρίας των φυσικών πόρων (που λεηλατούσε η αναπτυξιακή απληστία).

Έτσι το Περιβάλλον επιβλήθηκε στο πολιτικό μας λεξιλόγιο ως περιοριστικός φραγμός στην ασύδοτη ανάπτυξη και τον ακόρεστο καταναλωτισμό.

Όταν ενέσκηψε η παγκόσμια κρίση, οι λαοί έπαψαν πια να ασχολούνται με το Περιβάλλον, κι άρχισαν να ασχολούνται με το πώς θα βγουν από την ύφεση. Έπαψαν να θέτουν περιορισμούς κι άρχισαν να αναζητούν κίνητρα για να δουλέψουν οι οικονομίες και να ξεπεραστεί η ύφεση.

Σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές, μιλώντας για πράσινη ανάπτυξη πρέπει να θυμόμαστε ότι δεν φτάνει να είναι «Πράσινη» (δηλαδή, «οικολογικά φιλική»), πρέπει να είναι και «ανάπτυξη» (δηλαδή, να βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα όχι να την επιβαρύνει).

Οφείλει να περιλαμβάνει μια συνολική αναδιάρθρωση παραγωγικών και καταναλωτικών προτεραιοτήτων, πολλαπλές συνέργιες ανάμεσα σε αναπτυξιακούς κλάδους (πρωτογενούς παραγωγής και μεταποίησης), επένδυση σε συνδυασμούς νέων τεχνολογιών με στόχο τη μεγιστοποίηση της επενδυτικής αποδοτικότητας και τέλος, αξιοποίηση κάθε παραπροϊόντος της παραγωγής και της κατανάλωσης: Από την θερμική επεξεργασία των σκουπιδιών μέχρι ολοκληρωμένους βιολογικούς καθαρισμούς, κι ως την ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτινων αποθεμάτων.

— Πράσινη ανάπτυξη δεν είναι «να μην κόβεται κανένα δέντρο, ποτέ», αλλά για καθένα που κόβεται να φυτεύονται τρία.

— Πράσινη ανάπτυξη δεν είναι να γίνονται ΧΥΤΑ, αλλά να καταργηθούν οι ΧΥΤΑ και στη θέση τους να δημιουργηθούν μονάδες θερμικής επεξεργασίας. Που καίνε σκουπίδια και παράγουν ενέργεια…

— Πράσινη ανάπτυξη δεν είναι να στραφούμε σε ανανεώσιμες πηγές με δυσανάλογο κόστος, αλλά να επενδύσουμε σε τεχνολογίες που μετατρέπουν τις «ανανεώσιμες» σε φθηνές πηγές ενέργειας.

— Πράσινη ανάπτυξη δεν είναι να ματαιώνουμε αιολικά πάρκα πάνω σε βουνά για λόγους… «αισθητικής»! Αλλά να αξιοποιήσουμε όλο το πλούσιο ενεργειακό δυναμικό της χώρας, για να μειώσουμε την εξάρτησή μας από εισαγόμενους – και πανάκριβους – υδρογονάνθρακες.

Η αληθινή πράσινη ανάπτυξη απαιτεί να συγκρουστούμε με πολλούς ιδεοληπτικούς «οικολόγους». Που έχουν τόσο σχέση με το «περιβάλλον», όση και οι Ιησουίτες μοναχοί του Μεσαίωνα με το Λόγο της Αγάπης.

Και να μετατρέψουμε την πράσινη ανάπτυξη από κομματικό σύνθημα και «σημαία ευκαιρίας» σε διαφορετικό μοντέλο οικονομίας:

Που θα είναι «πράσινη», επειδή θα ανασυγκροτεί την πρωτογενή παραγωγή – γιατί πράσινη οικονομία χωρίς ισχυρή Γεωργία είναι αδιανόητη.

Και θα είναι «βιώσιμη», γιατί θα είναι ανταγωνιστική. Όχι κρατικοδίαιτη.


Οι Μικρο-Οικονομικές διαστάσεις της κρίσης

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 24/5/2009

Σε κάθε οικονομική κρίση υπάρχουν οι Μακρο-οικονομικές πλευρές που αφορούν τα συνολικά μεγέθη, το ΑΕΠ, το έλλειμμα, το χρέος κλπ. Γιʼ αυτά μιλάμε συνεχώς. Υπάρχουν, όμως, και οι Μικρο-οικονομικές διαστάσεις, που αφορούν τη διάρθρωση των αγορών και τις στρεβλώσεις τους. Γιʼ αυτές μιλάμε πολύ σπάνια…

Σήμερα, λοιπόν, θα σταθούμε στις Μικρο-Οικονομικές πλευρές της κρίσης:

Παρά τη μεγάλη μείωση του τζίρου σε μια σειρά από «ζωτικούς κλάδους» της ελληνικής Οικονομίας – Τουρισμός, οικοδομή, λιανεμπόριο – οι τιμές δεν λένε να υποχωρήσουν αισθητά. Κι αυτή η «ανελαστικότητα» αποδεικνύει ότι υπάρχουν στρεβλώσεις.

Για να υπάρχει υγιής οικονομική δραστηριότητα, δεν αρκεί η αγορά να είναι «ελεύθερη» πρέπει να είναι και «τέλεια». Γιατί οι μονοπωλιακές πρακτικές, τα ολιγοπώλια, τα καρτέλ, οι εναρμονισμένες πρακτικές, όλα αυτά αποτελούν σοβαρές στρεβλώσεις.

Έτσι λοιπόν, η εξυγίανση μιας ελεύθερης αγοράς αφορά ακριβώς αυτό: να χτυπηθούν οι στρεβλώσεις. Ελεύθερη αγορά σημαίνει πάνω απʼ όλα, αγορά «τέλειου ανταγωνισμού», όχι ζούγκλα επιχειρηματικής ασυδοσίας και κερδοσκοπικής βουλιμίας…

Για να επιστρέψουμε στην περίπτωσή μας:

* Αν συνεχιστεί η μείωση τζίρου χωρίς μείωση τιμών, τότε η ύφεση στην Ελλάδα θα είναι πολύ οδυνηρή. Και δεν θα ευθύνεται η διεθνής κρίση γιʼ αυτό,,,

* Αντίθετα, όσο υποχωρούν οι τιμές τόσο θα «φρενάρει» η ύφεση. Η μείωση των τιμών μπορεί να «απορροφήσει» την πτώση της ζήτησης, ώστε να συγκρατηθεί υψηλότερα το πραγματικό ΑΕΠ.

— Αν η ύφεση είναι βαθιά, τότε κάποιες επιχειρήσεις κάθε κλάδου θα σπάσουν τα καρτέλ και να μειώσουν τις τιμές τους (όπως έγινε ήδη στη Γαλακτοβιομηχανία). Θα έχουμε μεγάλη ύφεση, αλλά παράλληλα θα έχουμε σπάσιμο των καρτέλ, άρα ταχύτερη ανάπτυξη με μεγαλύτερη διάχυση αμέσως μετά.

Ταυτόχρονα, μεγάλη ύφεση, θα αναγκάσει την Κομισιόν να μας δώσει μια ακόμα χρονιά διορία για να μειώσουμε το έλλειμμα κάτω του 3%, δηλαδή και το 2011, όπως είχε υποσχεθεί, άλλωστε…

— Αν πάλι το κράτος παρέμβει και σπάσει τα καρτέλ – με σοβαρές διαρθρωτικές παρεμβάσεις – τότε θα έχουμε μικρότερη πτώση του ΑΕΠ, άρα μικρότερη ύφεση, αλλά και ταχύτερη ανάπτυξη μετά.

Και στις δύο περιπτώσεις τα καρτέλ δεν θα αντέξουν. Απλώς, αν τα σπάσει το κράτος, η ύφεση που θα μεσολαβήσει θα είναι μικρότερη, ενώ αν σπάσουν από μέσα, τότε η ύφεση που θα μεσολαβήσει θα είναι πιο βαθιά και οδυνηρή.

Τα καρτέλ έτσι κι αλλιώς θα σπάσουν, όπως φαίνεται. Το ερώτημα είναι αν θα υποφέρουμε πολύ ή λίγο μέχρι να γίνει αυτό.

Από την κυβέρνηση εξαρτάται.

Και μόνο…


Τα «προφανή» του ΔΝΤ και η «επανεκκίνηση»…

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 29/5/2009
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) δεν είναι «στα πάνω του». Ο τρόπος που χειρίστηκε την κρίση στην Άπω Ανατολή, το 1998, θεωρήθηκε ολέθριος. Από τότε δεν συνήλθε ποτέ…


Αντίθετα, συνέχισε να χάνει κύρος και επιρροή. Αν διαβάσει κανείς τις εκτιμήσεις του από το 2000 και εντεύθεν θα αντιληφθεί ότι συνήθως προβάλλει στο μέλλον τη «συμβατική σοφία» κάθε δεδομένης στιγμής. Αυτό ονομάζεται – ειρωνικά ασφαλώς – «αναδιατύπωση του προφανούς» (restating the obvious). Οι διεθνείς οργανισμοί χρειάζονται για να βλέπουν πέρα από το εκάστοτε «προφανές». Αυτό το τελευταίο το ξέρουμε και μόνοι μας…


Πέρσι τέτοιον καιρό, όταν η διεθνής επιβράδυνση είχε αρχίσει – αλλά δεν την είχαν πάρει χαμπάρι ακόμα – το ΔΝΤ προέβλεπε ρωμαλέα ανάπτυξη για την Ελλάδα και το 2008 και το 2009! Φυσικά, την πάτησαν πανηγυρικά. Τώρα που υπάρχει απαισιοδοξία στον κόσμο ολόκληρο, προβλέπουν πολύ βαθιά ύφεση – και για την Ελλάδα δύο πολύ δύσκολες χρονιές. Το πιθανότερο είναι να πέφτουν και τώρα έξω, προς την αντίθετη πλευρά αυτή τη φορά…


Όμως, ανεξάρτητα από τις πολύ συζητήσιμες προβλέψεις του, οι εισηγήσεις του ΔΝΤ για την Ελλάδα είναι κατά βάση σωστές: Όπως, η ανάγκη περικοπής των δημοσιονομικών σπαταλών, ο περιορισμός των δημοσίων οργανισμών, το γεγονός ότι κάποιοι υπό-φορολογούνται σκανδαλωδώς, ή ότι οι ΔΕΚΟ και οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης πρέπει να πάψουν να αιμορραγούν συνεχώς…


Αν παίζουν κάποιο ρόλο αυτές οι «παροτρύνσεις» είναι ότι αυξάνουν την πίεση στην κυβέρνηση να τολμήσει μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να έχουν γίνει εδώ και χρόνια. Αλλά μέχρις εκεί…


Στρατηγική διεξόδου από την κρίση δεν προσφέρουν! Ακόμα κι αν η κυβέρνηση κάνει όλα όσα της εισηγούνται, θα υπάρξει, ίσως, εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών πολύ-πολύ μακροχρόνια, αλλά οικονομική ανάκαμψη δεν θα υπάρξει στο ορατό μέλλον. Διότι οι οικονομίες μετά από τέτοιες διαρθρωτικές κρίσεις θέλουν «επανεκκίνηση» (jump start το λένε οι αγγλοσάξονες). Και «επανεκκίνηση» δεν προτείνει κανείς. Ούτε το ΔΝΤ…


Το 1933 ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ έκανε «επανεκκίνηση» κόντρα στη συμβατική σοφία της εποχής του. «Μπολσεβίκο» τον αποκάλεσαν τότε οι εχθροί του, αλλά εκείνος δεν έδωσε σημασία, ούτε πτοήθηκε…


Το 1979 η Μάργκαρετ Θάτσερ στη Βρετανία, κι ένα χρόνο αργότερα ο Ρόναλντ Ρέηγκαν στις ΗΠΑ, «επανεκκίνηση» έκαναν επίσης. Τους χλεύασαν, αλλά εκείνοι δεν πτοήθηκαν. Και πέτυχαν.


Η «επανεκκίνηση» είναι η αναδιάρθρωση του παραγωγικού μοντέλου για να μπορέσει να αποκτήσει δική του αυτοτροφοδοτούμενη δυναμική.


Αυτά μην περιμένετε να σας τα πει Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ούτε η Κομμισσιόν, ασφαλώς.


Το αληθινό δίλημμα…


Ούτε αυτή τη φορά γλιτώσαμε τα προεκλογικά διλήμματα:


— «Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» κατά μια εκδοχή.


Το δίλημμα βέβαια αποσύρθηκε όταν συνειδητοποιήθηκε ότι ο (υπαρκτός) Σοσιαλισμός που εφαρμόστηκε ήταν ταυτόσημος με τη βαρβαρότητα – και γιʼ αυτό κατέρρευσε.


— «Ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε» κατά άλλη εκδοχή.


Μόνο που αυτοί που το εκφώνησαν αποδείχθηκαν αντίθετοι σε κάθε αλλαγή, σε κάθε μείζονα ή ελάσσονα μεταρρύθμιση. Κυριολεκτικά ταυτίστηκαν με όλους εκείνους που δεν θέλουν να αλλάξει τίποτε. Κι αφού πολιτεύθηκαν ως η πλέον συντηρητική δύναμη, ξαφνικά θυμήθηκαν ότι «ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε»…


Το πραγματικό δίλημμα για την Ελλάδα σήμερα, όμως, είναι άλλο:


— «Ανταγωνιστικότητα ή χρεοκοπία».


Η Ελλάδα, ως κοινωνία και ως εθνική οικονομία, είτε θα ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της (που υποχωρεί συνεχώς) είτε θα οδηγηθεί σε χρεοκοπία (ως οικονομία), σε μαρασμό (ως κοινωνία) και σε μείζονα αποσταθεροποίηση και αυταρχισμό (ως δημοκρατία).


Ανταγωνιστικότητα σημαίνει σήμερα:


* Δραστική μείωση των φορολογικών συντελεστών. Γιατί η βελτίωση του φοροεισπρακτικού μηχανισμού και η σύλληψη της φοροδιαφυγής είναι εφικτή μόνο με δραστική μείωση των συντελεστών φορολόγησης. Το ίδιο ισχύει και για τις ασφαλιστικές εισφορές. Αν θέλετε να σωθούν τα ταμεία, μειώστε το μη μισθολογικό κόστος εργασίας. Που είναι στην Ελλάδα από τα υψηλότερα στον κόσμο.


* Δραστική αντιμετώπιση του χρέους και των τοκοχρεολυτικών δόσεων του δημοσίου με άμεση αξιοποίηση της «αργής» δημόσιας περιουσίας. Ώστε το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ να μειωθεί, το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησής του να πέσει, ο προϋπολογισμός (που επιβαρύνεται από τις ετήσιες δόσεις του χρέους) να πάψει να είναι ελλειμματικός και η οικονομία να απελευθερωθεί από αυτό το βραχνά, που της προκαλεί ανασφάλεια και ασφυξία παντού.


* Δραστικές μεταρρυθμίσεις στη διάρθρωση των αγορών, ώστε να μειωθούν ή και να εξαλειφθούν οι στρεβλώσεις των αγορών, η δεσπόζουσα θέση των τραπεζών, τα καρτέλ και τα ολιγοπώλια κλπ. Δεν χρειάζεται να εφεύρουμε τον τροχό. Ας ακολουθήσουμε πρακτικές που πέτυχαν αλλού…


* Προστασία του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών. Ουδείς επενδύει σε μια χώρα όπου η δημόσια ασφάλεια είναι το μείζον κοινωνικό πρόβλημα. Και χωρίς επενδύσεις και αίσθημα ασφάλειας δεν υπάρχει ανταγωνιστικότητα επέρχεται οικονομική καθίζηση.


Αυτές οι τέσσερις μείζονες δέσμες μεταρρυθμίσεων και δραστικών πολιτικών μπορούν να κερδίσουν ταχύτατα τη μάχη της ανταγωνιστικότητας. Και να συμπληρωθούν από άλλες, πιο εξειδικευμένες…


Ανταγωνιστικότητα ή χρεωκοπία!


Αυτό είναι το σύνθημα που θα λειτουργούσε όχι διχαστικά, αλλά λυτρωτικά, για την οικονομία, για την κοινωνία, για τη μεσαία τάξης.


Τι κρίμα που δεν το έθεσε κανείς…

Το μεγάλο στοίχημα της Αειφορίας

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 10/6/2009
Υπάρχει ένα απλό θεώρημα πολιτικής οικονομίας: Σε εποχές οικονομικής ανόδου και ευημερίας συνήθως τίθενται τα μεγάλα προβλήματα της επόμενης φάσης. Τίθενται, αλλά δεν μπορούν να λυθούν! Ουδείς είναι πρόθυμος να διακινδυνεύσει την παραμικρή αναστάτωση όταν όλα μοιάζουν να πηγαίνουν καλά…
Σε εποχές κρίσης συνήθως συμβαίνει το αντίθετο: τότε μπορούν να λυθούν τα προβλήματα, αλλά δεν μπορούν πλέον να τεθούν! Όλοι ψάχνουν λύσεις προς τα πίσω, χωρίς να μπορούν να κοιτάξουν μπροστά. Αναπολούν τη «χαμένη ευημερία» του πρόσφατου παρελθόντος. Θέλουν να επιστρέψουν στην προηγούμενη φάση, δεν αντέχουν να οραματιστούν την επόμενη…
Η εξέλιξη δεν ακολουθεί γραμμική πορεία. Συνηθέστερα ταλαντεύεται ανάμεσα στη ψευδαίσθηση και την ανάγκη, ανάμεσα στον εφησυχασμό και το φόβο, ανάμεσα σε ένα κυνισμό χωρίς ηθικές αναστολές κι ένα υποκριτικό ιδεαλισμό εκτός πραγματικότητας. Ανάμεσα στην τύφλωση της ευημερίας και την τύφλωση του πανικού. Ανάμεσα στην αλαζονεία της ισχύος και την μοιρολατρία της ηττοπάθειας.
Η σχέση της Οικονομίας με το Περιβάλλον δεν ξεφεύγει από αυτό τον κανόνα. Τον επιβεβαιώνει πλήρως…
Στην προηγούμενη φάση οικονομικής ανόδου, οι κοινωνίες απολάμβαναν τα αγαθά μιας ανάπτυξης μη βιώσιμης. Αλλά δεν το αντιλαμβάνονταν.
Τα πιο κριτικά πνεύματα διαπίστωναν την περιβαλλοντική επιβάρυνση που προέκυπτε ως αποτέλεσμα αυτής της ανάπτυξης. Και ζητούσαν να επιβληθούν οικολογικού χαρακτήρα περιορισμοί. Να χρεωθούν οι ρυπαντές, να φορολογηθεί η ρύπανση, να απαγορευθούν πρώτες ύλες και προϊόντα που ρυπαίνουν, να αυτοδεσμευτούν οι χώρες ότι θα μειώσουν τους ρυπαντές τους, να αποθαρρυνθεί η καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος (εκχέρσωση του Αμαζονίου) για «αναπτυξιακούς» λόγους. Αυτά προέβλεπε σε γενικές γραμμές το περιβόητο Πρωτόκολλο του Κιότο…
Γενικώς, δεν αμφισβητήθηκε το ίδιο το οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης. Απλώς ζητήθηκε να μπουν κάποιοι περιορισμοί ώστε να επιβραδυνθούν οι δυσμενείς οικολογικές επιπτώσεις του…
Το μοντέλο ανάπτυξης, ωστόσο, παρέμενε μη βιώσιμο, ακόμα κι αν επιβάλλονταν οι περιορισμοί αυτοί.
Εξακολουθούσε να κινείται με ενέργεια από τα φυσικά αποθέματα υδρογονανθράκων, να παράγει ενέργεια κεντρικά και να την καταναλώνει αποκεντρωμένα, να περιορίζει τη Γεωργία και να την αντικαθιστά με «υπηρεσίες», να μεταθέτει βιομηχανίες σε φτωχές χώρες του (πρώην) «Τρίτου Κόσμου», να συγκεντρώνει τους πληθυσμούς σε γιγαντιαία αστικά κέντρα και να ερημώνει την ύπαιθρο – υποβαθμίζονται τα αστικά κέντρα που βουλιάζουν από τον υπερπληθυσμό και την ύπαιθρο που απαξιώνεται ακριβώς επειδή ερημώνει.
Αυτό το μοντέλο δεν αμφισβητήθηκε. Απλώς ζητήθηκε να του τεθούν κάποιο «περιορισμοί», ακριβώς επειδή είχε μεγάλη κερδοφορία κι υπήρχαν περιθώρια να επιβραδύνει λίγο τους ρυθμούς του, για να ανακουφίσει το περιβάλλον από την ρύπανση που επέφερε.
Όταν αποδείχθηκε ότι το μοντέλο αυτό χρεοκόπησε(κι όχι για περιβαλλοντικούς μόνο λόγους), προέκυψε η διεθνής χρηματοοικονομική κρίση. Που εξελίχθηκε σε βαθιά ύφεση. Τώρα πια οι κοινωνίες δεν αγωνιούν για το περιβάλλον, αλλά με την οικονομική ανάκαμψη. Δεν δίνουν προτεραιότητα στην ανακούφιση της φύσης, αλλά στην ανακούφιση εκατομμυρίων ανέργων κι ακόμα περισσότερων υποψηφίων ανέργων από τον εφιάλτη της ανεργίας.
Σε συνθήκες κρίσης, οι κοινωνίες προσβλέπουν στην προηγούμενη ευημερία τους. Τη νοσταλγούν, δεν την κρίνουν. Την βλέπουν ως «απολεσθέντα παράδεισο», δεν θυμούνται τις αρνητικές πλευρές της (περιβαλλοντική επιβάρυνση). Σε τέτοιες περιόδους κρίσης τα προβλήματα που είχαν τεθεί προηγουμένως περνάνε πια σε δεύτερη μοίρα. Το μεγάλο τους πρόβλημα είναι να επιστρέψουν εκεί που ήταν πριν.
Σε περιόδους οικονομικής ανόδου βλέπουν το πρόβλημα, αλλά δεν μπορούν να το λύσουν ριζικά. Σε περίοδο κρίσης δεν μπορούν καν να το δουν και να το αξιολογήσουν.
Σχετικές σφυγμομετρήσεις τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ δείχνουν ότι από τον καιρό που ξέσπασε η διεθνής οικονομική κρίση, το περιβάλλον υποχώρησε πολλές θέσεις στις προτεραιότητες των κοινωνιών, ενώ η οικονομική ανάκαμψη ανέβηκε στην πρώτη θέση.
Παντού…
Πέντε θέσεις για «αλλαγή υποδείγματος»
Όμως αξίζει να βγούμε λίγο από τους περιορισμούς που επιβάλλει και τις παρωπίδες που δημιουργεί η σημερινή συγκυρία της κρίσης και να δούμε το πρόβλημα πιο αποστασιοποιημένα. Και πιο μακροπρόθεσμα…
Θα συνοψίσουμε, λοιπόν, τις οικολογικές αναζητήσεις σε πέντε θέσεις:
* Πρώτη θέση: Η προστασία και ανάδειξη του περιβάλλοντος δεν είναι περιορισμός στην ανάπτυξη. Μπορεί να γίνει κίνητρο και μοχλός ανάπτυξης.
Άρα η Οικολογία του μέλλοντος δεν θα περιλαμβάνει μόνο και δεν θα περιλαμβάνει κυρίως περιοριστικά μέτρα προστασίας από ένα ισχύον σύστημα έτσι κι αλλιώς επιβαρυντικό. Αντίθετα, η προστασία του περιβάλλοντος θα αναδεικνύεται ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης κι ως προϋπόθεση περισσότερης ανάπτυξης.
Αυτό το τελευταίο, όταν δηλαδή μετατρέπεται η Οικολογία από «περιορισμός ανάπτυξης» (growth constraint), σε «γεννήτρια ανάπτυξης» (growth generator) και προϋπόθεση περαιτέρω ανάπτυξης (growth requirement), ονομάζεται «Αειφορία».
Όπου το αναβαθμισμένο περιβάλλον θα φέρνει περισσότερο ανάπτυξη, περισσότερο εισόδημα, περισσότερη διάχυση ευημερίας, κι αυτά με τη σειρά τους θα επιτρέπουν περισσότερες επενδύσεις σε αειφορία, άρα ακόμα περισσότερο εισόδημα κλπ.
* Δεύτερη θέση: Για να συμβεί το παραπάνω – δηλαδή, για να υπάρξει δυναμική αειφορίας – πρέπει η προστασία του περιβάλλοντος να γίνει συμβατή με την ανταγωνιστικότητα, όχι να αναιρεί ή να επιβαρύνει την ανταγωνιστικότητα. Μʼ άλλα λόγια να αλλάξει η σχέση Οικολογίας και Ανταγωνιστικότητας. Αυτές οι δύο έννοιες ως τώρα ήταν στην πράξη αμοιβαία αποκλειόμενες. Για να υπάρξει αειφορία πρέπει να γίνουν συμπληρωματικές και αλληλοτροφοδοτούμενες.
Κάτι τέτοιο είναι αδιανόητο στο σημερινό μοντέλο ανάπτυξης. Και απαιτεί αλλαγή υποδείγματος, όχι βελτίωση του υπάρχοντος.
* Τρίτη θέση: για να υπάρξει αλλαγή υποδείγματος και να οδηγηθούμε στην αειφορία ανταγωνιστικότητας, πρέπει να γίνει η εξής δομική αλλαγή:
Μέχρι τώρα το Περιβάλλον υπεισέρχεται ως «εξωτερικό κόστος» για κάθε επιχείρηση. Δηλαδή η επιβάρυνσή του δεν κοστολογείται από την ίδια την αγορά (γιʼ αυτό και «εξωτερικό» – externality), αλλά πρέπει να κοστολογηθεί κεντρικά από το κράτος.
Αυτό πλέον αντιστρέφεται: Η ανάδειξη του περιβάλλοντος γίνεται πλουτοπαραγωγικός πόρος για κάθε επιχείρηση χωριστά και για την οικονομία συνολικά. Αυτή η μετατροπή του περιβάλλοντος από «εξωτερικό κόστος» σε «πλουτοπαραγωγικό πόρο» είναι η «αλλαγή υποδείγματος» που θα οδηγήσει σε οικονομικό μοντέλο αειφόρου ανταγωνιστικότητας.
* Τέταρτη θέση: Αντί η περιφρούρηση του περιβάλλοντος να είναι υπόθεση μιας κεντρικής αρχής που επιβάλλει περιορισμούς στις επιχειρήσεις (οι οποίες προσπαθούν συνεχώς να τους παρακάμψουν), η αειφόρος ανταγωνιστικότητα μετατρέπει την ανάδειξη του περιβάλλοντος σε αποκεντρωμένο κίνητρο των επιχειρήσεων για μεγιστοποίηση επιτυχίας.
Αυτό σημαίνει ότι η διάρθρωση της οικονομίας θα αποτελείται από επιχειρήσεις αρκετά μεγάλες, ώστε να έχουν μακροχρόνιο ορίζοντα κερδοφορίας, όχι να εξαντλούνται σε βραχυπρόθεσμες «αρπαχτές». Αλλά κι αρκετά μικρές ταυτόχρονα, ώστε να διατηρούν ευελιξία προσαρμογής. Διότι η αειφορία στηρίζεται πρωτίστως στην ευελιξία.
Αρκετά μεγάλες ώστε να εκμεταλλεύονται συνέργειες επί μέρους τμημάτων τους, καθώς η αειφορία στηρίζεται καθοριστικά στις συνέργειες διαφόρων παραγωγικών τομέων. Κι αρκετά μικρές, ώστε καμιά να μη μπορεί να ακυρώσει τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα των υπολοίπων μόνο με το μέγεθος της. Διότι η αειφορία ακυρώνεται όταν πάψει να είναι ανταγωνιστική!
Η αειφόρος ανταγωνιστικότητα, λοιπόν, οδηγεί σε βέλτιστο μέγεθος επιχειρήσεων, το οποίο είναι μικρότερο από ό,τι σήμερα όπου το οικονομικό μοντέλο τείνει προς γιγαντισμό των επιχειρήσεων.
* Πέμπτη θέση: επειδή το φυσικό περιβάλλον υπάρχει παντού και εξαρτάται από τα πάντα (αέρας, ύδατα, φυσικό κάλλος, έδαφος και υπέδαφος κλπ.), η διατήρηση και η ανάδειξή του προϋποθέτει διάχυση αποφάσεων κι ευθυνών, όχι τη συγκέντρωσή τους.
Οδηγεί σε διάχυση εισοδήματος, όχι σε συγκέντρωση ισχύος.
Στηρίζεται σε συντονισμό αποκεντρωμένων δραστηριοτήτων, όχι σε συγκεντρωτική διοίκηση.
Αειφορία σημαίνει ότι ουδείς έχει συμφέρον να πριονίζει το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται όλοι, και γιʼ αυτό ελέγχεται κάθε στιγμή από όλους.
Αυτή η διάχυση αποφάσεων, ευθυνών και εισοδήματος καθιστά το μοντέλο της αειφορίας πολύ πιο δυναμικό, πολύ πιο κοινωνικά δίκαιο πολύ πιο οικονομικά αποτελεσματικό, αφού καταπολεμά, από τη φύση του, τις στρεβλώσεις των καρτέλ και των ολιγοπωλιακών πρακτικών που ακυρώνουν τη διάχυση.
Δεν είναι βουκολική νοσταλγία.
Η αειφορία, λοιπόν, μετατρέπει το περιβάλλον από περιορισμό ανάπτυξης σε γεννήτρια ανάπτυξης. Αυτό οδηγεί σε αλλαγή υποδείγματος πράγμα που σημαίνει τέσσερα πράγματα:
— Ότι η περιβαλλοντική προστασία γίνεται συμβατή με την οικονομική ανταγωνιστικότητα, ενώ ως τώρα η ανταγωνιστικότητα και η οικολογία είναι αμοιβαία αποκλειόμενες.
— Ότι το περιβάλλον μετατρέπεται από «εξωτερικό κόστος» τις παραγωγής σε πλουτοπαραγωγικό πόρο ανάπτυξης.
— Ότι αειφόρος ανταγωνιστικότητα οδηγεί σε μικρότερο βέλτιστο μέγεθος επιχειρήσεων και σε περισσότερες συνέργειες μεταξύ τους και στο εσωτερικό των διαφορετικών τμημάτων τους.
— Ότι η αειφόρος ανταγωνιστικότητα οδηγεί σε πιο αποκεντρωμένες αγορές και μεγαλύτερη διάχυση εισοδήματος.
Υπάρχει σε μερικούς η απλοϊκή άποψη ότι οικολογία είναι μια… «βουκολική» κατάσταση όπου οι άνθρωποι ζουν σε πράσινα λιβάδια, καταναλώνουν οργανικά τρόφιμα και απολαμβάνουν τις χαρές (και τις χάρες) της φύσης. Δεν υπάρχουν εργοστάσια, δεν υπάρχουν αγορές και ανταγωνισμός και μεταφορά εμπορευμάτων.
Όμως, όλα αυτά δεν είναι σκηνές από το «οικολογικό μας μέλλον». Είναι μάλλον το μεσαιωνικό μας παρελθόν! Τότε, πράγματι, δεν υπήρχαν εργοστάσια δεν υπήρχε ρύπανση ποταμών, λιμνών και θαλασσών, δεν υπήρχαν τοξικά απόβλητα ούτε «μεταλλαγμένα», αλλά οι άνθρωποι ζούσαν μαζί με τις ακαθαρσίες τους και τους θέριζαν κάθε τόσο οι επιδημίες, όπως η μαύρη πανούκλα, η ελονοσία, η φυματίωση…
Η αειφόρος ανταγωνιστικότητα είναι ένα μοντέλο που συγκροτεί το μέλλον δεν νοσταλγεί το παρελθόν. Παράγει περισσότερο πλούτο, δεν λεηλατεί τους φυσικούς πόρους, δεν παράγει φτώχεια στο όνομα της Οικολογίας.
Παράγει μεγαλύτερη διάχυση εισοδήματος, γιατί ενεργοποιεί όλους τους πόρους και δεν αφήνει τίποτε να πάει χαμένο (αξιοποιεί ακόμα και τα σκουπίδια, ακόμα και τα απόβλητα).
Δεν συγκεντρώνει ισχύ δημιουργώντας αλαζονικούς νεόπλουτους από τη μία και υποβαθμισμένους νεόπτωχους από την άλλη.
Είναι πιο ανταγωνιστικό από το υφιστάμενο μοντέλο, δεν είναι λιγότερο αναπτυξιακό.
Καθιστά την ανάπτυξη διατηρήσιμη, αυτό-τροφοδοτούμενη και συμβατή με τη διατήρηση του περιβάλλοντος – αυτό ακριβώς σημαίνει αειφορία – δεν ακυρώνει ούτε επιβραδύνει την ανάπτυξη.
Όλα αυτά είναι πράγματα που ακόμα δεν τα έχουμε συνειδητοποιήσει, δεν τα έχουμε συζητήσει, δεν τα έχουμε ψάξει. Δεν έχουμε επενδύσει στις επί μέρους λεπτομέρειές τους. Άρα, ενώ είναι μέσα στα όρια της υπάρχουσας τεχνολογίας δεν έχουν λυθεί τα τεχνικά προβλήματα εφαρμογής τους.
Αυτό που ονόμασαν κάποιοι «πράσινη ανάπτυξη» ήταν περισσότερο ένα προεκλογικό σύνθημα, παρά μια στρατηγική αειφορίας.
Αλλά η αειφορία δεν είναι προεκλογικό σύνθημα, δεν είναι κομματική «σημαία ευκαιρίας». Είναι ένα αίτημα των καιρών μας. Είναι το μεγάλο στοίχημα του 21ου αιώνα για ολόκληρο τον κόσμο.
Δεν είναι ένα κομματικό πυροτέχνημα εν όψει μιας προεκλογικής αναμέτρησης…
Όπως ο 19ος αιώνας ανήκει στον ατμό και ο 20ος στον ηλεκτρισμό, ο 21ος ανήκει στην αειφορία. Μόνο που χρειάζεται να το πάρουμε στα σοβαρά. Να το ψάξουμε σε βάθος. Και να το προετοιμάσουμε συστηματικά.
Όχι να το «κάψουμε» σε κομματικές διαμάχες…

Πλούτος και Πολιτισμός

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 24/6/2009

Με ευκαιρία τα εγκαίνια του Μουσείου Ακρόπολης, ας μιλήσουμε για το πιο «απαγορευμένο» θέμα της ελληνικής πολιτικής: τα οικονομικά του Πολιτισμού.
Ας υποθέσουμε ότι η Ελλάδα έχει ή μπορεί να στήσει 15 πολύ μεγάλα μουσεία, 50 μεγάλα (χονδρικά ένα σε κάθε νομό), 150 μεσαία (χονδρικά ένα σε κάθε επαρχία) και 300 μικρά (ένα για κάθε σημαντικό μνημείο).
Ας υποθέσουμε ακόμα ότι τα μουσεία λειτουργούν 10 ώρες την ημέρα, χειμώνα-καλοκαίρι, 350 μέρες το χρόνο. Υποθέτουμε, επίσης ότι τα πολύ μεγάλα τα επισκέπτονται τουλάχιστον 500 άνθρωποι την ημέρα με ρεαλιστικό στόχο να φτάσουν 1000 επισκέπτες την ημέρα. Δηλαδή 175 με 300 χιλιάδες επισκέπτες ετησίως. Αν καθένα από τα πολύ μεγάλα μουσεία έχει κόστος λειτουργίας γύρω στα 3,5 εκατομμύρια ετησίως, αυτό σημαίνει ότι για να καλύψουν τον λειτουργικό κόστος τους χρειάζονται εισιτήριο από 10 ως 20 ευρώ. Στην πραγματικότητα, μαζί με τις «εκπτώσεις» και το ΦΠΑ το ελάχιστο εισιτήριο φτάνει τα 15 με 30 ευρώ.
Για να το ρίξουμε σε πολύ πιο λογικά επίπεδα – κάτω από 10 ευρώ – πρέπει να προσελκύουν πάνω από 1500 επισκέπτες κατά μέσον όρο. Πράγμα που μοιάζει σήμερα πολύ δύσκολο…
Από την άλλη πλευρά, το εισιτήριο δεν είναι το μόνο δυνητικό έσοδο του μουσείου. Το πιο σημαντικό άλλο έσοδο, είναι η πώληση αντικειμένων (ομοιωμάτων από εκθέματα κλπ.) Αν ένας στους 10 επισκέπτες αγοράζει κατά μέσον όρο αντικείμενα αξίας 50 ευρώ, τότε μιλάμε για 35 χιλιάδες αγορές που αποδίδουν 1 εκατομμύριο 750 χιλιάδες ευρώ. Το καθαρό κέρδος για το μουσείο μπορεί να φτάνει τις 700 χιλιάδες, με επιπρόσθετο ένα τρίτο ακόμα του ποσού αυτού από παραγγελίες αντικειμένων μέσω Ίντερνετ, από ανθρώπους που δεν επισκέπτονται το μουσείο. Έτσι πλησιάζουμε το ένα εκατομμύριο, περίπου καθαρά κέρδη για κάθε μεγάλο μουσείο από πωληθέντα αντικείμενα.
Αν εκμεταλλευτεί κανείς τις δυνατότητες των υπαρχουσών υποδομών μπορεί να φτάσει όλα τα μουσεία να πληρώνουν τα λειτουργικά έξοδά τους (από το εισιτήριο, μίσθωση χώρων για εστιατόρια, καφετέριες κλπ.), ενώ από την πώληση αντικειμένων να βγάζουν γύρω στα 100 εκατομμύρια ετησίως καθαρό κέρδος. Όσο περίπου και ο ειδικός λογαριασμός του ΥΠΠΟ, που φέτος καταργήθηκε. Σήμερα, κανένα μουσείο δεν καλύπτει το λειτουργικό κόστος του. Ενώ τα κέρδη από τα πωληθέντα είναι μικρά.
Ένας πρώτος στόχος, λοιπόν, είναι να καταστήσουμε τον Πολιτισμό αυτοχρηματοδοτούμενο.
Δεν είναι κακό ο Πολιτισμός να φέρνει χρήματα, να δημιουργεί εισοδήματα και κέρδη…
Να θυμηθούμε ότι και η Ακρόπολη του Περικλή, στηρίχθηκε στην οικονομική ευρωστία της Αρχαίας Αθήνας.

Ανταγωνιστικότητα παντού!

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 24/6/2009
Τι σημαίνει «ανταγωνιστικότητα»; Και που διαφέρει από ένα άλλο αντίστοιχο όρο, που χαρακτηρίζει τις οικονομικές επιδόσεις – την «παραγωγικότητα»;
Ας ξεκινήσουμε από τα εύκολα:
— Παραγωγικότητα είναι η απόδοση ενός παραγωγικού συντελεστή και μετριέται από την ικανότητά του να παράγει ένα συγκεκριμένο προϊόν.
— Ανταγωνιστικότητα, από την άλλη πλευρά, είναι η συνδυαστική απόδοση όλων των παραγωγικών συντελεστών για την παραγωγή δεδομένου προϊόντος που θα πουληθεί στην αγορά.
Η ανταγωνιστικότητα δεν μετριέται με αυτά που παράγονται, αλλά με αυτά που πουλιούνται. Και δεν αφορά ένα παραγωγικό συντελεστή, αλλά ένα συνδυασμό όλων των παραγωγικών συντελεστών.
— Η παραγωγικότητα εξαρτάται από την τεχνολογία κυρίως.
— Η ανταγωνιστικότητα εξαρτάται, βέβαια, από την παραγωγικότητα κάθε συντελεστή παραγωγής, αλλά και από τις τιμές του, κι από τις τιμές των προϊόντων που μπορούν να παράγουν κι από άλλους συντελεστές του κόστους (φόρους, δασμούς, συναλλαγματικές ισοτιμίες κλπ.) καθώς και από τη συνολική διάρθρωση των αγορών.
Όταν αυξάνεται η παραγωγικότητα όλων των συντελεστών παραγωγής (μέσα από τεχνολογικές καινοτομίες) τότε βελτιώνεται και η συνολική ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Αλλά δεν ισχύει το αντίστροφο. Μπορεί η ανταγωνιστικότητα να βελτιωθεί, χωρίς να αυξηθεί η παραγωγικότητα. Ας πούμε από μείωση του κόστους παραγωγής, από μείωση της φορολογίας, από μείωση των δασμών, από μείωση του κόστους μεταφορών, από μείωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας (υποτίμηση) από διαρθρωτικές αλλαγές κλπ. Ή από κατάργηση των στρεβλώσεων των αγορών…
Γενικά παραγωγικότητα είναι πόσα προϊόντα παράγονται ανά μονάδα παραγωγικού συντελεστή. Ενώ ανταγωνιστικότητα είναι πόσο έσοδα δημιουργούνται (από πωλήσεις) ανά μονάδα κόστους παραγωγής.
Κριτήριο επιτυχίας μιας οικονομίας (ή μιας επιχείρησης) είναι η ανταγωνιστικότητα της. Και κριτήριο επιτυχίας μιας οικονομικής πολιτικής είναι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας σε όλους τους τομείς. Η ανταγωνιστικότητα παντού.
Κι αυτό επιτυγχάνεται με μια σύνθετη στρατηγική που αναδιαρθρώνει την παραγωγή και την κατανάλωση, τις κλαδικές σχέσεις κάθετα και οριζόντια, τις συνέργειες μεταξύ διαφορετικών κλάδων της οικονομίας, τις συνέργειες μεταξύ διαφορετικών επιχειρήσεων στον ίδιο κλάδο και τις συνέργειες διαφορετικών τομέων μέσα στην ίδια επιχείρηση.
Η πολιτική που μεγιστοποιεί την ευημερία μιας κοινωνίας, τον πλούτο των ανθρώπων της, την ποιότητα της δημοκρατίας και του πολιτισμού της συνοψίζεται σε δύο λέξεις: Ανταγωνιστικότητα παντού!
Όποιος την ενστερνιστεί και την πιστέψει, θα κερδίσει τα περισσότερα, θα πείσει περισσότερους, θα ωφελήσει τον τόπο περισσότερο και θα προσφέρει τα περισσότερα.
Ανταγωνιστικότητα παντού!
Κρίμα που δεν το ακούσαμε από κανένα στις πρόσφατες (ευρω) εκλογές.
Ή σε οποιανδήποτε από τις προηγούμενες…


Τα επτά βήματα της Αειφορίας



Οι ευρωεκλογές πέρασαν, οι «Οικολόγοι πράσινοι» δεν πήγαν και τόσο καλά και η συζήτηση περί οικολογίας σταμάτησε στην Ελλάδα.

Ίσως γιατί δεν άρχισε ποτέ…

Και έτσι, λίγο πριν από τις επόμενες εκλογές, θα ανακοινωθεί η δημιουργία ενός… υπουργείου Περιβάλλοντος, το οποίο, βέβαια, δεν θα κάνει τίποτε απʼ όλα εκείνα που πρέπει να γίνουν. Γιατί δεν είναι υπόθεση ενός «νέου υπουργείου», αλλά μιας συνολικής νέας κατεύθυνσης – που δεν υπάρχει.

Χρειάζεται αλλαγή συνολικού υποδείγματος – όχι, απλώς, να βάλουμε «λίγο παραπάνω περιβάλλον» στη ζωή μας.
Αυτό το νέο υπόδειγμα ονομάζεται «Αειφορία» ή «βιώσιμη ανάπτυξη» ή «διατηρήσιμη ανάπτυξη» και αντιμετωπίζει το περιβάλλον ως πλουτοπαραγωγικό πόρο (resource), όχι ως «περιορισμό» (constraint) της αναπτυξιακής διαδικασίας.
Η Αειφορία συνδέει το αίτημα για τη διατήρηση του περιβάλλοντος με την ανταγωνιστικότητα. Γιατί ό,τι δεν είναι ανταγωνιστικό, δεν είναι διατηρήσιμο. Κι ότι δεν είναι διατηρήσιμο, δεν σώζει το περιβάλλον – το υπονομεύει και το απαξιώνει.
Κι αυτό σημαίνει επτά πράγματα:
Πληθυσμός και Πρωτογενής παραγωγή
* Πρώτον, αποκέντρωση, δηλαδή ανακούφιση των αστικών κέντρων και αναγέννηση της υπαίθρου που είναι εγκαταλελειμμένη. Όσο ο πληθυσμός φεύγει από την περιφέρεια και συγκεντρώνεται στα αστικά κέντρα, τόσο το περιβάλλον θα υποβαθμίζεται: Στα αστικά κέντρα διότι οι άνθρωποι στοιβάζονται πέρα από τα όρια του αδιαχώρητου και στην περιφέρεια διότι εγκαταλείπονται τα πάντα.
Αν δεν αντιστραφεί η συγκέντρωση των πληθυσμών σε τσιμεντόκτιστα κλουβιά, το φυσικό περιβάλλον θα συνεχίσει να καταστρέφεται παντού – και στις πόλεις και στην ύπαιθρο.
* Δεύτερον ανάταξη της Πρωτογενούς παραγωγής (Γεωργίας-κτηνοτροφίας-αλιείας- δασοκομίας- ορυχείων). Αν οι κλάδοι που αποτελούν τις βασικές οικονομικές δραστηριότητες της περιφέρειας δεν ανασυγκροτηθούν σε σύγχρονη ανταγωνιστική βάση, δεν πρόκειται οι πληθυσμοί να μετακινηθούν από τα μεγάλα αστικά κέντρα (όπου σήμερα ασφυκτιούν), στην περιφέρεια (που σήμερα ερημώνει).
Μέχρι τώρα όλοι σχεδόν οι τομείς των πρωτογενούς παραγωγής θεωρούνται αντί-οικολογικοί. Έχουμε Γεωργία που λεηλατεί τα υδάτινα αποθέματα, έχουμε Κτηνοτροφία που επεκτείνει συνεχώς τους βοσκοτόπους σε βάρος των δασικών εκτάσεων (πολλές φορές δια της μεθόδου των εμπρησμών), έχουμε Αλιεία που «ξυρίζει» το γόνο από το βυθό, δεν έχουμε καθόλου Δασοκομία, ενώ τα ορυχεία κλείσανε παντού…
Αυτή η εκφυλιστική διαδικασία, που τείνει πλέον να εκμηδενίσει την πρωτογενή παραγωγή στην Ελλάδα, οφείλεται στο ότι δεν έγιναν μεταρρυθμίσεις στη διάρθρωση των εκμεταλλεύσεων, ώστε να αποκατασταθούν οικονομίες κλίμακας στις καλλιέργειες, ευελιξία στη λήψη των αποφάσεων, (κάθετη) συμπληρωματικότητα μεταξύ παραγωγικών δραστηριοτήτων και (οριζόντιες) συνέργειες μεταξύ των διαφορετικών κλάδων.
Ο κατακερματισμός των παραγωγικών μονάδων οδηγεί άλλοτε στην υπέρ-εντατική εκμετάλλευση (που λεηλατεί φυσικούς πόρους – κυρίως υδάτινα αποθέματα και την πανίδα του βυθού), άλλοτε υπέρ-εκτατική εκμετάλλευση (που οδηγεί επίσης σε λεηλασία των φυσικών πόρων – κυρίως την καταστροφή των δασών για την δημιουργία βοσκοτόπων), άλλοτε στην εγκατάλειψη παραγωγικών κλάδων (κυρίως της δασοκομίας και των ορυχείων), άλλοτε στην απώλεια πόρων (τα κατάλοιπα μιας παραγωγικής διαδικασίας, θα μπορούσαν να είναι πολύτιμες «πρώτες ύλες» για μια άλλη παραγωγική διαδικασία – αλλά σήμερα πετιούνται), άλλοτε στην αδυναμία συνεργειών (παραγωγικές δραστηριότητες που η μία ενισχύει την άλλη, αυξάνοντας τη συνολική απόδοση των φυσικών πόρων, όπως οπωροφόρα δένδρα και μελίσσια, ή ελαιώνες με φυτεμένες ζωοτροφές στο έδαφος κλπ.).
Τέλος οι κατακερματισμένες καλλιέργειες δίνουν μεγάλη δύναμη στους μεσάζοντες απέναντι στους μεμονωμένους παραγωγούς και δημιουργούν τεράστιες αποστάσεις ανάμεσα στις τιμές των προϊόντων «στο χωράφι» (που παραμένουν πολύ χαμηλές) και στις τιμές των ίδιων προϊόντων «στο ράφι» (που καταλήγουν ιδιαίτερα υψηλές). Κι έτσι συντρίβονται και οι παραγωγοί και οι καταναλωτές.
Η συνέπεια αυτών των διαρθρωτικών προβλημάτων είναι να εγκαταλείπουν όλο και περισσότεροι την πρωτογενή παραγωγή. Κι αυτοί που παραμένουν να χρησιμοποιούν όλο και πιο ληστρικούς τρόπους εκμετάλλευσης της φύσης, με αποτέλεσμα σταδιακά να καταστρέφεται το περιβάλλον και να υποβαθμίζεται η ποιότητα των προϊόντων.
Μεταποίηση, Τεχνολογία, Ενέργεια
* Τρίτον, να ανασυγκροτηθεί η Δευτερογενής παραγωγή-Μεταποίηση: Στην Ελλάδα δεν είναι μόνο που μειώθηκε και υποβαθμίστηκε η πρωτογενής παραγωγή. «Πετύχαμε» επίσης και την αποβιομηχάνισή μας!
Σε άλλες χώρες, στο παρελθόν, η συρρίκνωση του αγροτικού τομέα είχε δύο αποτελέσματα: την αύξηση των παραγωγικότητας της πρωτογενούς παραγωγής και την αύξηση της δευτερογενούς παραγωγής-μεταποίησης, όπου βρήκε απασχόληση το ανθρώπινο δυναμικό που έφευγε από την ύπαιθρο και μετακόμιζε στις πόλεις. Και οι εργάτες γης έγιναν βιομηχανικοί εργάτες…
Εμείς στην Ελλάδα καταφέραμε, τα τελευταία τριάντα χρόνια, την ίδια ώρα που διώχναμε κόσμο από το χωράφι, τη στάνη και το ψαροκάικο, να εξαφανίσουμε αι το εργοστάσιο!
Η ανάταξη των Γεωργίας έχει νόημα μόνον αν συνοδευτεί από την ανασυγκρότηση της Μεταποίησης. Η ανταγωνιστική Γεωργία-Κτηνοτροφία θα βρίσκει ζήτηση για τα προϊόντα της από μια ανταγωνιστική Μεταποίηση, που θα μπορεί να πουλάει τα δικά της προϊόντα στο εσωτερικό και το εξωτερικό.
Κι έτσι θα δημιουργηθεί μεγάλη ποικιλία θέσεων εργασίας στην περιφέρεια, πέρα από τις αγροτικές ασχολίες. Μια αναγεννημένη και ανταγωνιστική πρωτογενής παραγωγής και μια ανασυγκροτημένη κι ανταγωνιστική μεταποίηση θα δώσουν ζωή, διέξοδο, προκοπή και ελπίδα σε πληθυσμούς της περιφέρειας, που θα αρχίσουν να πολλαπλασιάζονται λύνοντας και το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας.
Γιατί σε μεγάλο βαθμό ο δημογραφικός μαρασμός προκύπτει λόγω έλλειψης διεξόδου και προοπτικής για πληθυσμούς που κάνουν όλο και λιγότερα παιδιά, γιατί δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν στοιχειωδώς το μέλλον τους. Αν αυτό αντιστραφεί, θα αλλάξουν και οι δημογραφικές τάσεις…
Σήμερα στην Αθήνα δεν μπορεί να ζήσει κανείς – κι εκτός Αθηνών δεν θέλει να ζήσει κανείς! Οπότε ο πληθυσμός μειώνεται συνεχώς.
Αν ξαναγεννηθεί η περιφέρεια από μια πλειάδα παραγωγικών κλάδων πρωτογενών και δευτερογενών – και πάντα ανταγωνιστικών – δεν θα έχουμε μόνο μετακίνηση πληθυσμών. Θα έχουμε και επιτάχυνση των δημογραφικών ρυθμών τους.
* Τέταρτον, η μείωση του ενεργειακού κόστους. Εδώ είναι απαραίτητη η πλήρης αξιοποίηση των υφιστάμενων υδρογονανθράκων – κυρίως του λιγνίτη και του λιθάνθρακα – με πρόνοιες για την πλήρη παγίδευση του διοξειδίου του άνθρακα. Δεν είναι «οικολογικό» να απορρίπτουμε φτηνές πηγές ενέργειας, εξ αιτίας της περιβαλλοντικής τους επιβάρυνσης. Αληθινά οικολογικό είναι να εξουδετερώσουμε την περιβαλλοντική επιβάρυνση που προκαλούν οι φθηνές πηγές.
Ο λιθάνθρακας είναι πάμφθηνος και άφθονος. Ακόμα κι αν χρησιμοποιήσουμε την πιο προηγμένη τεχνολογία για να παγιδεύσουμε το διοξείδιο του άνθρακα, και πάλι παραμένει ιδιαίτερα φθηνός. Συνεπώς, η Αειφορία επιβάλει να χρησιμοποιήσουμε πλήρως τον λιθάνθρακα, όχι να τον εγκαταλείψουμε.
Ακόμα, η στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πρέπει να γίνει με τέτοιους συνδυασμούς μεταξύ τους, που διατηρούν το κόστος χαμηλό.
Η ανασυγκρότηση της μεταποίησης σημαίνει μεγάλη ζήτηση ενεργείας. Για να καλύψουμε αυτή τη ζήτηση πρέπει να χρησιμοποιήσουμε – μεταξύ άλλων και – ανανεώσιμες πηγές. Αλλά για να διατηρήσουμε ανταγωνιστική τη Μεταποίηση, πρέπει η τιμή της ενέργειας να παραμείνει χαμηλή. Κι αυτό επιβάλει συνδυασμούς τεχνολογιών που ελαχιστοποιούν το κόστος τους.
Για παράδειγμα, οι Σαουδάραβες χρησιμοποιούν ηλιακούς αφαλατωτές διπλής απόσταξης για να παράγουν πόσιμο νερό: Το «μυστικό» είναι ότι καθώς βράζει μέσα στον πρώτο αντιδραστήρα το θαλασσινό νερό, οι υδρατμοί θερμαίνουν ένα δεύτερο αντιδραστήρα πριν μπουν στη διαδικασία ψύχρανσης. Κι αυτό κατεβάζει το κόστος τόσο, ώστε να συμφέρει ο ηλιακός αφαλατωτής ακόμα και στους Σαουδάραβες που έχουν πάμφθηνο πετρέλαιο!
Το μυστικό στις ανανεώσιμες πηγές είναι η συνδυαστική τους χρήση για τη δραστική μείωση του κόστους τους.
Χρέος και Σκουπίδια
* Πέμπτον, ένα άλλο στοιχείο του κόστους είναι οι σχετικά υψηλοί φόροι και οι εργοδοτικές εισφορές, που επηρεάζουν αρνητικά τις νέες επενδύσεις. Ουδείς επενδύει σε μια χώρα υπερχρεωμένη και με ασφαλιστικό σύστημα στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Κι αυτό γιατί προεξοφλούν νέα μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση και νέο υψηλότερο εργοδοτικό κόστος στο μέλλον. Πράγμα που θα επιδεινώνει συνεχώς την ανταγωνιστικότητα της παραγωγής τους.
Για να εξαλειφθεί αυτό το αντικίνητρο είναι απαραίτητο να χρησιμοποιηθεί η αναξιοποίητη περιουσία του Δημοσίου, ώστε να εξαλειφθεί ένα μεγάλο μέρος του δημοσίου χρέους και να διογκωθούν τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων.
Αρκεί να αξιοποιηθεί το 10% της ακίνητης δημόσιας περιουσίας, για να πέσουν οι ετήσιες δανειακές δόσεις του κράτους στο μισό και να υπερδιπλασιαστούν σε μια πενταετία τα αποθεματικά των ταμείων. Αυτό είναι ένα απαραίτητο βήμα που θα απελευθερώσει ανταγωνιστικότητα και θα ενθαρρύνει επενδύσεις, δηλαδή θα φέρει πιο κοντά ένα νέο μοντέλο Αειφορίας.
Δεν μπορεί να δημιουργηθεί δυναμική βιώσιμης ανάπτυξης, όταν παλαιά χρέη οδηγούν σε νέα ελλείμματα, κι αυτά σε μεγαλύτερο χρέος σήμερα και μεγαλύτερα ελλείμματα αύριο. Αυτός ο φαύλος κύκλος πρέπει να σπάσει άμεσα…
* Έκτον, η Αειφορία απαιτεί επίσης την αξιοποίηση κάθε «παραπροϊόντος» της αναπτυξιακής διαδικασίας, μέχρι και τα σκουπίδια. Διότι αν δεν είμαστε σε θέση να προχωρήσουμε σε θερμική επεξεργασία των αστικών απορριμμάτων για να ανακτήσουμε ενέργεια και πρώτες ύλες, τότε δεν έχει νόημα να μιλάμε ούτε για ανταγωνιστικότητα, ούτε για περιβάλλον. Η θερμική επεξεργασία των σκουπιδιών – και η μετατροπή τους από τεράστιο «πονοκέφαλο» σε πλουτοπαραγωγική πηγή – είναι θεμελιώδης προϋπόθεση Αειφορίας.
* Έβδομον, η συνολική διαχείριση υδάτινων πόρων: Από τους βιολογικούς καθαρισμούς ως την εκτεταμένη χρήση αφαλατωτών που σταματούν και αντιστρέφουν την ερημοποίηση αγροτικών περιοχών ή να ξανά-πρασινίζουν καμένα δάση (και εκατοντάδες βραχονησίδες προς εκμετάλλευση).
Όλα αυτά δεν γίνονται από ένα νέο υπουργείο. Γίνονται από μια νέα διακυβέρνηση με στόχο σαρωτικές μεταρρυθμίσεις, από ένα άλλου τύπου κράτος (λιγότερο συγκεντρωτικό, λιγότερο γραφειοκρατικό και περισσότερο επιτελικό), από ένα άλλου τύπου ιδιωτικό τομέα (λιγότερο κρατικοδίαιτο και πιο ανταγωνιστικό), από μια κοινωνία με νέες προτεραιότητες.
Και μόνο ότι μιλάμε για «νέο υπουργείο Περιβάλλοντος» σημαίνει ότι δεν έχουμε στο μυαλό μας τίποτε απʼ όλα αυτά…
* Η Αειφορία δεν είναι απλώς μια στρατηγική «πράσινης ανάπτυξης». Είναι μια συνολική στρατηγική που λύνει ταυτόχρονα προβλήματα διαρθρωτικά, διακλαδικά, κοινωνικά, δημοσιονομικά, ασφαλιστικά, ενεργειακά, αναπτυξιακά – πάντα με έμφαση στην ανταγωνιστικότητα, στη δημιουργία «διατηρήσιμων» θέσεων εργασίας, στην αξιοποίηση του περιβάλλοντος και στην εκμετάλλευση πάσης φύσεως συνεργειών που βελτιώνουν την απόδοση τεχνολογιών και επενδύσεων.
— Η «πράσινη ανάπτυξη» είναι ένα σύνθημα.
* Η Αειφορία είναι μια συνολική στρατηγική, που αλλάζει ολόκληρο το υπόδειγμα των σχέσεων παραγωγής κι όλες τις προοπτικές της ανάπτυξης.
— Η «πράσινη ανάπτυξη» δεν είναι ούτε «πράσινη» (γιατί δεν εμπεριέχει ανάταξη της Γεωργίας) ούτε «ανάπτυξη» (γιατί δεν στηρίζεται στην ανταγωνιστικότητα).
* Η Αειφορία είναι οικολογική γιατί είναι βιώσιμη. Είναι ανάπτυξη γιατί είναι ανταγωνιστική. Είναι στρατηγική γιατί υποκινεί μια αυτοτροφοδοτούμενη διαδικασία. Κι είναι συνολική γιατί περιλαμβάνει τα πάντα, ανατρέπει τα πάντα και ανασυγκροτεί τα πάντα.
Γιʼ αυτό το λόγο και η Αειφορία συζητείται σε όλη την Ευρώπη, αλλά δεν απασχολεί κανένα στην Ελλάδα.
Γιατί εδώ έχουμε μάθει να μη συζητάμε αυτά που πρωτίστως μας ενδιαφέρουν κι αυτά που περισσότερο έχουμε ανάγκη.
Χρύσανθος Λαζαρίδης 15/07/2009
Δεν θα τα χαλάσουμε στο θέμα του λιγνίτη. Αν συμφωνούμε σε όλα τα άλλα...
Πάντως υπάρχουν περισσότερες από μια απόλυτα σύχρονες και δοκιμασμένες τεχνικές πλήρους παγίδευσης του διοξειδίου του άνθρακα. Είτε με υγροποίηση και επανδιοχέτευσή του στο έδαφος. Είτε με εξεπξεργασία του για παραγωγή μεθανίου και χρήση μεθανίου για καθαρή καύση (και παραγωγή ενέργειας στη συνέχεια).
Εν πάση περιπτώσει, υπάρχουν σχετικά δημοσιεύματα στο Scientific American σχετικώς. Μερικά έχουν πρόσφατα (μόλις το 2008) μεταφραστεί και στα ελληνικά.
Όσον αφορά τις ΑΠΕ συμφωνώ ότι οι καινοτομίες είναι πλέον καθημερινές. Αλλά και πάλι το μεγάλο πλεονέκτημα (που υπερπηδά οποιαδήποτε προβλήματα ανταγωνιστικότητας κόστους) έγκειται στη συνδυαστική χρήση τους.
Ούτε εδώ θα τα χαλάσουμε. Αφού συμφωνούμε ότι είναι απαραίτητες οι ΑΠΕ κι αφού επίσης συμφωνούμε ότι χρειαζόμαστε ανταγωνιστική ενέργεια, η τεχνολογία και η ήδη υπάρχουσα εμπειρια μας προσφέρει μεγάλη γκάμα επιλογών.
Το βασικό είναι να συμφωνήσουμε στην ανάγκη ανταγωνιστικότητας και συνολικής αλλαγής στο αναπτυξιακό υπόδειγμα με στόχο την Αειφορία.


Χρύσανθος Λαζαρίδης 15/07/2009
Το ανωτέρω κείμενο, επιτρέψτε μου να πώ ότι είναι ένα μοναδικό παράδειγμα, εξαιρειτικά εύστοχων παρατηρήσεων και εξαιρετικά αντιφατικών ή έωλων συμπερασμάτων.
Για παράδειγμα, είναι αλήθεια ότι η έκτενής χρήση ΑΠΕ δεν είναι απολύτως εφικτή σήμερα, ούτε απολύτως ανταγωνιστική. Συνεπώς χρειάζεται να στηριχθούμε σε φτηνές πηγές ενέργειας απο εθνικούς πορους, όπως ο λιγνιτάνθρακας, αφού βεβαίως, εξασφαλίσουμε την παγίδευση διξειδίου του άνθρακα.
Από την άλλη πλευρά, ΔΕΝ είναι αλήθεια ότι οι ΑΠΕ βλάπτουν την αισθητική του περιβάλλοντος ή... πλήττουν το δασικό πλούτο! Αππό που κι ως πού;
Υπάρχει δυνατότητα εγκατάστασης αιολικών πάρκων σε περιοχές απρόσιτες, αλλά και σε περιοχές που παρουσιάζουν πολύ μέτρια αισθητική σήμερα. Ή σε πλωτήρες καταμεσίς του πελάγου. Και εν πάση περιπτώσει υπάρχουν νέες γενιές αιολικών αντιδραστήρων (μαγνητικών κλπ.) που είναι πολύ λιγότερο ογκώδεις και "άσχημοι" απ' ότι οι προηγούμενοι. Μη μου πείτε οτι δεν σας ενοχλούν τα σημερινά εργοστάσια της ΔΕΗ (παραγωγής ηλεκτροσμού απο πετρέλαιο ή αέριο) ή οι υποσταθμοί ή οι καιρίες τις κινητής πάνω στις κορυφογραμμές και σας ενοχλούν συστοιχίες ανεμόμυλων στη μέση του πουθενά.
Από την άλλη πλευρά, είναι αλήθεια, ότι ενώ μεμονωμένες ΑΠΕ μπορεί να έχουν σχετικά υψηλό ανά μονάδα κόστος ενεργείας, σε συνδυασμό μεταξύ τους μειώνονται οι απώλειες και πέφτει το κόστος τους. Οι συνήθεις πίνακες μοναδιαίου κόστους ενεργείας ΔΕΝ συμπεριλαμβάνουν τεχνολογικές ΣΥΝΕΡΓΕΙΕΣ μεταξύ διαφόρων μεμονωμένων τεχνολογιών. Έτσι μη βιστείτε να ξεγράψετε ΑΠΕ για λόγους κόστους.
Συμφωνούμε στο κριτήριο της ανταγωνιστικότητας, αλλά αυτό σημαίνει ότι πρέπει να καταστήσουμε τις ΑΠΕ πιο ανταγωνιστικές - με συνδυαστική χρήση τους - όχι να τις αποκλείσουμε ή να τις περιθωριοποιήσουμε. Ειδικά στην Ελλάδα που έχουμε τεράστιο ηλιακό και αιολικό δυναμικό.
Τέλος, συμφωνούμε στην ανάγκη ελέγχου και περιορισμού των ενεργειακών σπαταλών. Αλλά αειφορία δεν σημαίνει λιγότερη κατανάλωση ενέργειας. Σημαίνει λιγότερες σπατάλες και πιο αποδοτική κατανάλωση ενέργειας.
Χωρίς ενέργεια ΔΕΝ υπάρχει ανάπτυξη.
Χωρίς ανταγωνιστική ενέργεια δεν υπάρχει ανάπτυξη.
Η αειφορία ουσιαστικά παντρεύει το περιβάλλον με την ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα με την φύση, την οικονομία με την κοινωνία, την κερδοφορία με την ποιότητα ζωής. Κι αυτό που προκύπτει δεν είναι απλώς, μια "πιο καθαρή" οικονομία, αλλά μια ΑΛΛΗ οικονομία, οπου τίποτε δεν πάει χαμένο και τίποτε δεν λεηλατείται.
Αλλά για να επιτευχθεί αυτό πρέπει να σπάσουμε πολλά ταμπού. Ή μάλλον ΟΛΑ τα ταμπού. Και να ξεπεράσουμε πολλά στερεότυπα σχετικά με το τι γίνεται και τι όχι, τί είναι εφικτό και τι όχι, τι είναι οφέλιμο και τι όχι, τί είναι οικολογικό και τι όχι.

Χρύσανθος Λαζαρίδης 15/07/2009 12:48:44
Ευχαριστώ για τις παρατηρήσεις σου. Δες το αμέσως προηγούμενο σχόλιό σου και σύγκρινέ του με το πρώτο σχετικό. Θα αντιληφθείς, είμαι σίγουρος, τι διαφορά ανάμεσα σε ένα σχολιασμό που διευκολύνει το διάλογο (ο ανωτέρω) κι ένα σχολιασμό που ακυρώνει καθε διάλογο (ο πρώτος σου).

Να σου επισημάνω επίσης, ότι σε ένα σύντομο κείμενο που αναρτάται σε κάποιοο site δεν μπορεί κανείς να είναι εξαντλητικός σε όλες τις λεπτομέρειες, Πολλά τα θίγουμε, αναγκαστικά, γενικά, υπαινικτικα, ίσως και συμβολικά μόνο. Μακάρι η αειφορία να μπορούσε να εξαντληθεί σε 1300 λέξεις. Θα τις είχαν γράψει άλλοι πρίν απο μένα κι από σένα.
Άλλωστε έχω δημοσιεύσει και προηγούμενο άρθρο για την αειφορία (πιο θεωρητικό), ενώ έχουν πάρει σειρά για δημοσίευση άλλα πέντε σχετικά.

Θα προσπαθήσω να απαντήσω σε ορισμένα ερωτήματά σου.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα "κάθετης συμπληρωματικότητας" είναι να μετατρέπονται τα κατάλοιπα μιας παραγωγικής εκμετάλευσης σε πρώτη ύλη για μιαν άλλη εκμετάλλευση. Για παράδειγμα, οι μπαμπακιές που ξερριζώνονται είναι άριστη κτηνοτροφή. Αλλά ποτέ δεν τη χρησιμοποιήσαμε στην Ελλάδα ως τέτοια.
Παράδειγμα "οριζόντιων συνεργειών": όταν χρησιμοποιείται ένας ελεώνας για καλλιέργεια τριφυλλιού (ζωοτροφής). Η εκεί που βάζεις οπωροφόρα δένδρα να βάζεις και μελίσσια κλπ...
Οι τεχνολογικές συνέργειες είναι κάτι που έχει εξεταστεί εκτενώς (αν και στην Ελλάδα παραμένει σχεδόν άγνωστο).
Οι αγροτικές συνέργειες είναι κάτι που έχει πρόσφατα αρχίσει να απασχολεί την έρευνα και τη βιβλιογραφία. Και στην Ελλάδα παραμένει επίσης άγνωστο.

Στο ερώτημά σου αν η αποκέντρωση πληθυσμών γίνεται με διατήρηση επιπέδου εισοδήματος, η απάντηση είναι Ναι. Γι' αυτό και μιλάω για ανταγωνιστική μεταποίηση δίπλα σε μια ανταγωνιστική πρωτογενή παραγωγή, έτσι ωστε η πρώτη να απορροφά τα προϊόντα της δεύτερης κι ο πληθυσμός της περιφέρειας να έχει ποικιλία επιλογών απασχόλησης.
Εκείνο που προσπάθησα να πώ είναι ότι η αειφορία είναι Οικολογία+Ανταγωνιστικότητα. Όχι Οικολογία ενάντια σε Ανταγωνιστικότητα. Κι αυτό δεν είναι παλαιά η στερεότυπη άποψη. Αυτό είναι πρωτότυπη άποψη. Όχι δική μου. Πάντως πρωτότυπη.
Γι' αυτο και ανοίγει δρόμους για άλλαγή υποδείγματος.

Όσον αφορά το λιγνιτάνθρακα τι ακριβώς συζητάμε δεν έχω καταλάβει. Αν υπάρχει τεχνολογία παγίδευσης CO2. Ύπάρχει και μάλιστα περισσότερες απο μια.
Αν είναι δοκιμασμένη. Η βιβλιογραφία λέει (ανεξαρτήτως πηγών, φτάνει να υπάρχει "πραγματολογική εγκυρότητα", δηλαδή να μη γράφονται φανταστατικά πράγματα) ότι είναι δοκιμασμένη δηλαδή δεν βρίσκεται σε πιλοτική φάση.
Αν η τεχνολογια αυτή έχει απαγορευτικό κόστος. Οχι δεν έχει απαγορευτικό κόστος.
Τότε τι ακριβώς συζητάμε.
Εκείνο που προσπάθησα να πώ εδώ είναι ότι "αειφορία" δεν είναι να εγκαταλείπουμε πηγές ενέργειες φτηνές και ανταγωνιστικές που συμβάλουν στην ανταγωνιστικότητα της παραγωγής, επειδή έχουν περιβαλλοντική επιβάρυνση. Αειφορία είναι να εξετάζουμε αν μπορούμε να καταστήσουμε τέτοιοες φτηνές πηγές ενέργειας καθαρές (με παγίδευση CO2), χωρίς να αυξήσουμε πολύ το κόστος τους (δηλαδή διατηρώντας το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα).
Αυτό κατά τη γνώμη μου και σύμφωνα με τη βιβλιογραφία που εγώ έχω εξετάσει είνα εφικτό. Έχεις άλλη γνώμη. Ξέρεις κάτι που δεν ξέρουμε; Πέστο μας, να το κουβεντιάσουμε. Μη μας λές γενικά για το τι πιστεύεις για το Scientific American. Και δίκιο να έχει τι σημαίνει αυτό; Ότι δεν έχουν γραφτεί εξαιρετικά κατατοπιστικά άρθρα στο περιοδικό αυτό. Τι σημαίνει ότι δεν είναι μια από τις καλύτερες πηγές για να παρακολουθούν οι επιστήμονες ενός κλάδου τι ακριβώς συμβαίνει σήμερα στους άλλους κλάδους;
Διεθνών το Scientific American είναι must γιατί είναι η πιο διαδεδομένη πηγή για τους ερευνητές να παρακολοθούν τι γίνεται σε άλλους κλάδους. Για όσους, δηλαδή, θέλουν να έχουν μια πιο οικουμενική και ταυτόχρονα όχι εξαπλουστική εποπτεία επιστημονικών χώρων πολύ ευρύτερων εκείνου που οι ίδιοι παρακολουθούν η δουλεύουν. Τώρα τι ακριβώς συμβαίνει; Θα με βάλεις να απολογηθώ και γι' αυτό;

Έτσι κι αλλιώς οι προοπτικές της αειφορίας στην Ελλάδα δεν θα εξαρτηθούν απο το τι θα κάνουμε με το λιγνιτάνθρακα. Εκείνο που ήθελα να πω εδώ είναι να αξιοποιήσουμε τα πάντα χωρίς να λεληλατούμε τίποτε. Να αξιοποιήσουμε και το λιγνίτη κι ό,τι άλλο φθηνό, χωρίς να λεηλατούμε το περιβάλλον. Κι αυτό είναι σε γενικές γραμμές εφικτό (ακόμα κι αν για το λιγνίτη δεν ίσχυε).
Η αρχή: αξιοποιώ δεν σημαίνει καταστρέφω είναι ορθή. Κι είναι αειφόρος.

Χρύσανθος Λαζαρίδης 15/07/2009
Νομίζω ότι έχει δίκιο η Βασιλιτική.
Το πρόβλημα της Γεωργίας είναι πρωτίστως προβλημα διάρθρωσης της ιδιοκτησίας γής, ή μάλλον διάρθρωσης της εκμεταλλεύσεων.
Ο σημερινός κατακερματισμος δεν επιτρέπει ανταγωνιστικές εκμεταλλεύσεις. Και γι' αυτό η γή εγκαταλείπεται (ή αυτοί που παραμένουν εμμένων σε μη ανταγωνιστικά προϊόντα και σε "ληστρικές" μεθόδους).
Για να αντιστραφεί η τάση είναι απαραίτητο είτε να γίνει Αναδασμός (πράγμα πολύ δύσκολο πλέον κι ίσως απαγορευτικά δαπανηρό), είτε να γίνει κάτι δραστικά διαφορετικό: Να εισαχθεί η μετοχική ιδέα στη γεωργική εκμετάλλευση. Δηλαδή να μπορεί να παραχωρηθεί η γή σε μεγάλες μετοχικες γεωργικές εταιρίες, που θα δίνουν μέρισμα απο τα έσοδα.
Κι έτσι μια σειρά απο κατακερματισμένες γαίες που παραμένουν αργές σήμερα να μπορέσουν να αξιοποιηθούν με οικονομίες κλίμακος.
Τα μερίδια να διαφέρουν ανάλογα με την έκταση και με τα χαρακτηριστικά της γής ανάλογα με την εκμετάλλευση. Κι εδώ μπορούν να αποκτήσουν αντικείμενο δουλειάς οι ειδικοί του Υπουργείου Γεωργίας.
Έτσι, σε πρώτη φάση όλοι όσοι έχουν αναξιοποίητα αγροτοτεμάχια μπορούν να αποκτήσουν εισοδήματα. Και οι ενιαίες μεγάλες αγροτικές εκμεταλλεύσεις να καθετοποιήσουν την παραγωγή τους και να αντιμετώπίσουν απο ισχυροτερη θέση και τον μεσάζοντα.
Χώρια που μπορούν να εγγυηθούν ασφαλέστερα ποιότητα και ημερομηνία παράδοσης, ώστε να έλθουν απευθείας σε επαφή με μεγάλες μονάδες μεταποίησης.
Οι σημερινοί συνεταιρισμοί είναι πολύ περιορισμένοι. Εδώ μιλάμε για ενιαίες εταιρίες μετοχικής βάσης.
Οι σημερινοί συνεταιρισμοί ειναι καταναλωτικοί περισσότερο και απαιτούν πολλές παράλληλες αποφάσεις. Οι ενιαίες μετοχικές εκμεταλλεύσεις χρειάζονται μια διοικητική αποφαση, και είναι παραγωγικοί και καθετοποιημένοι. Είναι ταυτοχρονα πολύ πιο ισχυροί (λόγω πολλαπλάσιου μεγέθους) και πολύ πιο ευλικτοι (λόγω ενιαίας διαχείρισης και μιας μονον αποφασης σε κάθε ζήτημα)
Ασφαλώς αυτο προσκρούει στα συμφέροντα πλείστων μεσαζόντων κι όλων εκείνων που τους στηρίζουν και τους χρηματοδοτούν.
Αλλά οτιδήποτε παραγωγικό κάνεις στην Ελλάδα σήμερα, πρέπει να συγκρουστείς με συμφέροντα.
Κι απ' όλα τα συμφέροντα εκείνα που χρειάζεται περισσότερο να συντριβούν είναι οι μεσάζοντες.
Κι απ' όλους τους τρόπους με τους οποίους μπορείς να συντρίψεις του μεσάζοντες, ο καλύτερος, ίσως, είναι με μεγάλες μετοχικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις.
Αν αξίζει να δοκιμαστεί κάτι έστω και πειραματικά - πιλοτικά αυτό είναι η εισαγωγή της μετοχικής ιδέας στην Πρωτογενή παραγωγή με μεγάλες ενιαίες μετοχικές εκμεταλλεύσεις.
(Υπάρχουν πολλές ακόμα λεπτομέρειες, που δεν είναι της παρουσης, αλλά που καθιστούν την ιδέα πιο ελκυστική και πιο ρεαλιστική ταυτοχρονα).
Χρύσανθος Λαζαρίδης 15/07/2009 15:17:18
To land trust είναι πράγματι, ένας τρόπος να διαφυλαχθεί απο τέτοια takeovers. Όμως υπάρχουν και πολλοί άλλοι δυνητικοί τέτοιοι τρόπου. Εδώ τα μερίδια δεν είναι αύλοι τίτλοι ούτε ευκολα μεταβιβάσιμοι (όπως οι μετοχές).
Κι ύστερα μια αλλαγή καλλιέργειας (που γενικά σε μια ανταγωνιστική γεωργία είναι συνηθισμένη, αφού αλλάζουν συχνά οι σχετικές τιμές αγροτικών προϊόντων), τα μερίδια που αντιστοιχούν σε κάθε δεδομένο αργοτεμάχιο διαφέρουν. Άρα μπορεί μια τράπεζα να εξαγοράσει μιαν έκταση κι ύστερα η αξία του μεριδίου της να πέσει, γιατί άλλαξε η συνολική καλλιέργεια. Συνεπώς υπάρχουν πολλαπλές δυνητικές "άμυνες" και πολλαπλά ανικίνητρα για κερδοσκοπία (ανατιμητική ή υπτιμητική) εφ' όσον η εκμετάλλευση είναι ανταγωνιστική (γιατί αν δεν είναι όλα τα περίεργα να τα περιμένουμε).
Χρύσανθος Λαζαρίδης 16/07/2009 06:28:35
Είναι αλήθεια ότι σε ένα άρθρο δεν μπορείς να τα πείς όλα.
Είναι αλήθεια ότι αν μιλάμε για αλλαγή υποδείγματος, αυτό υπονοεί (και συνεπάγεται) μείζονες πολιτικές ανακατατάξεις.
Είναι αλήθεια ότι η έννοια της αειφορίας προσκρούει σε πολλά ταμπού που έχομε ως τώρα.
Υιοθετώντας την έννοια της αειφορίας προσπαθώ να πάω πιο πέρα από την οικολογία και την πράσινη ανάπτυξη.
Η Οικολογία είναι πρόταγμα προστασίας του περιβάλλοντος - τίποτε παραπάνω.
Η λεγόμενη "πράσινη ανάπτυξη" είναι ουσιαστικά η δημιουργία κρατικοδίαιτων και επιδοτούμενων θέσεων εργασίας σε ΑΠΕ κυρίως, αδιαφορώντας για την ανταγωνιστικότητα.
Η αειφορία είναι η απόπειρα να μετατρέψουμε όλα αυτά σε αναπτυξιακή στρατηγική, να παντρέψουμε την οικολογία με την ανταγωνιστικότητα, να μετατρέψουμε το φυσικό περιβάλλον από περιορισμό στην ανάπτυξη (constraint) σε πλουτοπαραγωγικό πόρο (resource). Κι αυτο, ασφαλώς οδηγεί σε αλλαγή υποδείγματος.
Δεν είναι αλήθεια ότι τεχνολογικά είναι αδύνατη.
Η ζωή μας σήμερα είναι γεμάτη από προϊόντα που πρίν δεκαπέντε χρόνια πολλοί στοιχημάτιζαν ότι ανήκουν στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας.
Δεν μπήκα σε λεπτομέρειες, αλλά ό,τι αναφέρω αφορά τεχνολογίες που είτε έχουν μπεί στην αγορά προ πολλού είτε έχουν αρχισει να μπαίνουν στην αγορά.
Προσπάθησα να πάω τη συζήτηση ένα βήμα παραπέρα. Να δείξω ότι μια σειρά απο΄διαφορετικά προτάγματα όπως περιβαλλοντική προστασία, πληθυσμιακή αποκέντρωση, αναστροφή δημογραφικών τάσεων, ξεπερασμα δημιοσιονομικής κρίσης, προστασία του περιβάλλοντος, απελευθέρωση αναπτυξιακών δυνατοτήτων, ανάταξη της πρωτογενούς παραγωγής, όλα αυτά συνδέονται μεταξύ τους σε ένα μοντέλο αειφορίας που δεν μας ζητά να διαλέξουμε ανάμεσα στην οικολογία και την ανάπτυξη, γιατί διασφαλιζει και το περιβάλλον και την ανάπτυξη.
Αυτή η πρόταση, στο βαθμό που ισχύει, είναι απελευθερωτική.
Αλλά ταυτόχρονα μας υποχρεώνει να εγκαταλείψουμε ένα σωρό στερεοτυπα μιζέριας.

Αλλά δεν είναι εύκολο πάντα να απελευθερώσουμε τη σκέψη μας, Πολλές φορές είναι πολύ βολικά τα κολλήματά τμας...
Και τότε προέκυψαν ένα σωρό απαντήσεις του τύπου, "μη το ψάχνεις δεν αλλάζει τίποτε".
Αλλά αν νομίζουμε ότι δεν "δεν αλλάζει τίποτε", τότε δεν έχει νόημα ούτε να συζητάμε, ούτε να παλεύουμε για κάτι. Να πάμε όλοι να υπηρετήσουμε ένα σύστημα που σαπίζει.
Αν αρνηθήκαμε να το υπηρετήσουμε ως τώρα (που λειτουργούσε) γιατί να το υπηρετήσουμε τώρα (που σάπίζει);
Κι αν υποπτευόμαστε ότι το σύστημα αυτό σαπίζει, γιατί να μη συζητάμε τι διαφορετικό μπορεί να πάρει τη θέση του;

Συμφωνώ απολύτως ότι όλα αυτά ειναι αδιανόητα σε μια κοινωνία μεταπρατών και εξωθεσμικών κέντρων.
Αυτό είναι αντικείμενο μιας άλλης συζήτησης.
Αν πειστούμε ότι το υφιστάμενο υπόδειγμα καταρρέει, τότε μπορούμε να συζητήσουμε αλλαγή υποδείγματος.
Αν πειστούμε ότι η αλλαγή υποδείγματος μπορεί να είναι η "αειφορία" ή οτιδήποτε άλλο τέλος πάντων, τότε μπορούμε να συζητήσουμε πως θα την φέρουμε πιο κοντά.
Δεν έγραψα κάποιο συνολικό επαναστατικό μανιφέστο. Μην περιμένετε σε 1300 λέξεις να απαντήσω στο σύνολο των ερωτημάτων που έχουμε όλοι μέσα μας.
Προσπάθησα να πάω τη συζήτηση ένα βήμα πιο πέρα.
Κι αυτό είναι δύσκολο όπως φάνηκε.
Και για κάποιους οδυνηρό.
Χρύσανθος Λαζαρίδης 16/07/2009
Πρώτον δεν έχω "αφεντικό". Κι αν είχα και περίμενε από μένα να τον "προστατέψω"... σώθηκε!
Δεύτερον, γι' αυτό δεν έχω αφεντικό, γιατί μ' αρέσει να ανοίγω τον ασκό του Αιόλου. Από παιδί μ' άρεσε και τώρα που μεγάλωσα κάπως, μ' αρέσει περισσότερο.
Τρίτον, μερικοί εδώ μέσα ό,τι θυμουνται χαίρονται.
Δεν σας είπα ότι επιδιώκω να λύσω ολα τα προβλήματα της χώρας ή τα δικά σας, Μια συζήτηση κάναμε για ένα θέμα. Την αειφορια.
Μη μας τη... χαλάτε την κουβέντα μ' ότι τούρθει του καθενός.
Μια οι Τούρκοι στα νησιά, μια οι Ρουμάνοι, μια ο φαντομάς της Εγνατίας που πιάστηκε στην Θεσσαλονίκη. Έλεος! Τι σχέση έχουν όλα αυτά με την αειφορία.

Τέλος, αν δεν έχει καταλάβει ο φίλος γιατί δεν πρέπει να επιδοτούμε τα Γεωργικά προϊόντα, αλλά να παράγουμε με ανταγωνιστικό τρόπο, αυτά που ΜΠΟΡΟΥΜΕ, λυπάμαι αλλά δεν μπορούμε να κουβεντιάσουμε για αειφορία ή για ο,τιδήποτε άλλο.
Κι ακόμα, η Γεωργικά Πολιτική έχει ήδη χρεοκοπήσει και χρειάζεται αναθεώρηση ακόμα και σε χώρες που "ευημερούν" ή που είχαν ως τώρα πολύ καλύτερη Γεωργία απο τηνδική μας (που βρίσκεται υπο κατάρρευσιν).
Συνεπώς μερικοί εδώ μέσα έχουν χάσει τεύχη...
Χρύσανθος Λαζαρίδης 16/07/2009
Για τις αδυναμίες του σημερινού πολιτικού συστήματος πώς μπορώ να διαφωνήσω;
Μπορεί κάποια απ' αυτά που γράφτηκαν να είναι υπερβολικά ή και άδικά ακόμα, αλλά σε γενικές γραμμές πώς μπορείς να υπερασπιστείς ένα συνολικό πολιτικό σύστημα που είναι ΜΗ υπερασπίσιμο;
Εκείνο που θέλω να πώ, όμως, είναι ότι δεν αρκεί η αποτυχία του σημερινού συστήματος. Για να αντικατασταθεί με κάτι διαφορετικό, πρέπει - μεταξύ πολλών άλλων - να έχουν ωριμάσει κάποιες ιδέες μέσα στην κοινωνία. Πρέπει να έχουμε αρχίσει να πιστεύουμε οτι ΜΠΟΡΕΙ να γίνουν αλλιώς τα πράγματα. Κι ότι ΜΠΟΡΕΙ να γίνουν ΚΑΛΥΤΕΡΑ τα πράγματα.
Πρέπει να υπάρξει ΠΙΣΤΗ σε κάτι καλύτερο. Κι αυτή η πίστη να είναι ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ όχι φούμαρα. Όχι μια ακόμα φενάκη...

Δεν υπάρχει τίποτε πιο ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟ από μια ΡΕΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΙΣΤΗ.
Κι ίσως δεν υπάρχει τίποτε πιο δύσκολο.
Είναι ευκολότερο οι απελπισμένοι να ξεπεράσουν το φόβο και να ξεσηκωθούν, από το να πιστέψουν ενσυνείδητα σε κάει ρεαλιστικό και καλύτερο συνάμα.
Είναι ευκολότερο να πιστέψουν σε μια απλοϊκή ουτοπία που συνήθως αποδεικνύετυαι εφιάλτης.
Είναι ευκολότερο να βουλιάξουν σε μια "ρεαλιστική" μοιρολατρείς και παραίτηση. Α
λλά να πιστέψουν σε κάτι καλύτερο και ρεαλιστικό ταυτόχρονα είναι πολύ δύσκολο...

Γιατί σε περιόδους παρακμής συνήθως οι άνθρωποι αναπτύσσουν την κρίση τους σε βάρος της Ελπίδας, ή την ελπίδα τους σε βάρος της Κρίσης τους.
Συνηθέστερα χάνουν και την κρίση τους και την ελπίδα τους...

Όταν ξεκίναγα την συζήτηση περί αειφορίας γνώριζα ότι πάμε για κάτι δύσκολο. Νομίζω ότι η συζήτηση απέδειξε ότι τέτοια συζήτηση δεν είναι εύκολη. Αλλά άξιζε τον κόπο νομίζω...

ΥΓ για τα ζητήματα καλλιέργειας κράμβης κλπ. νομίζω ότι σε κάποια απάντηση έθεσε κάποιες ιδέες για αναδιαρθρωση καλλιεργειών (μετοχική ιδέα κλπ.). Νομίζω ότι αν αναπτύξουμε αυτή την ιδέα (κάτι που, όντως δεν έκανα εδώ) αρκετά από τα ερωτήματά σου ίσως απαντηθούν "επί του συγκεκριμένου". Πάντως επιχειρήσα να πώ μεταξύ άλλων, ότι μια στρατηγική αειφορίας οφείλει να ανατάξει το σύνολο της Πρωτογενούς παραγωγής με όρους ανταγωνιστικότητας.
Και γι' αυτά - ανάταξη Γεωργίας Κτηνοτροφίας και Ανταγωνιστικότητα - δεν λένε κουβέντα ούτε τα φληναφήματα περί "πράσινης ανάπτυξης" ούτε οι συνηθεις φλυαρίες περι Οικολογίας.

Ουσιαστικά προσπάθησα να αναδιατυπώσω ένα σύνολο διαφορετικών προταγμάτων σε ενιαία προβληματική. Βλέπετε αυτή η προσέγγιση δεν ήταν τόσο "συνηθισμένη" όσο προσπάθησε κάποιος - μάλλον απαξιωτικά - να μου αποδώσει...


Χρύσανθος Λαζαρίδης 21/07/2009
Δύο ενστάσεις σε μια κατά τα άλλα πολύ γόνιμη συζήτηση:
* Πρώτον ο Πόλεμος δεν είνα η "βέβαιη συνέχεια" ενός θερμού επεισοδιου. Το ακριβώς αντίθετο (με εκατοντάδες παραδείγματα, κυριολεκτικά - και κανένα αντιθετο παράδειγμα): Οποιος θέλει Πόλεμο τον ξεκινά κατευθείαν δεν κανει θερμό επεισόδιο πρώτα. Κι ένα θερμό επεισόσιο ποτέ δεν καταλήγει σε πλήρη Πολεμο. Τα θερμά επεισόσια κάποιοι (αρκετοί) τα αντιμετωπίζουν ως "βαλβίδες ασφαλείας" που αφήνουν τον ατμό να φύγει περιοδικά (εκτονώνουν τις πιέσεις) για να μη γίνει συσσώρευση αληθινής έκρηξης (πλήρους Πολέμου).
* Δεύτερον, ασφαλώς ένας θερμό επεισόδιο κοστίζει ανθρώπινες ζωές (ενδεχομενως λιγότερες απ' ότι η άσφαλτος σε μια Πασχαλινή έξοδο των Αθηναίων. Ένας Πόλεμος κοστίζει πολλαπλάσιες ζωές.
Και το πρόβλημα είναι ότι αν αντιδράσει κανείς με μέτρο τη στιγμή που πρέπει αποφεύγει να αντιδράσει πολύ περισσοτερο (και από πολύ δυσμενέστερη θέση) τη λάθος στιγμή.
Υπάρχει ολόκληρη φιλολογία για το αν έπρεπε και μπορούσαν να σταματήσουν τον Χίτλερ το 1934, όταν ακόμα ήταν αδύναμος κι είχε δώσει όλα τα προσχήματα για να επέμβουν εναντίον του.
Αποδεικνύεται εκ των υστέρων βέβγαια, ότι μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο τότε (να τον σταματήσουν) Κι ότι έπρεπε, ασφαλώς, αν ληφθεί υπ' οψιν τι ΟΛΕΘΡΟ εξαπέλυσε όταν ενισχύθηκε αρκετά λιγα χρόνια αργότερα.
Φυσικά τα προβλήματα δεν λύνονται έτσι, με τέτοιες εκ των υστέρων "ανασκοπήσεις" της Ιστορίας.
Αλλά αναφερω αυτο το "παράδειγμα", για να δείξω οτι κάποτε χρειάζεται με μέτρο χρήση βίας έγκαιρα (με ελάχιστο κόστος) για να αποφευχθεί τεράστια χρήση βίας αργότερα (με απεριόριστο κόστος}.
Συνεπώς δεν είναι "γονιδιακό θέμα των αντρών" που είναι απο γεννησιμιού τους "trigger happy".
Είναι κυρίως θέμα σωφροσύνης να μην αγκαλιάζεις με στοργή του εχθρούς σου, οι οποίοι απλώς ετοιμάζονται να σε χτυπήσουν...
Οφείλουμε απέναντι στους Πολίτες μας την ασφάλεια που επιφέρει η αποθάρρυνση των εχθρών μας.
Τώρα για το αν ολοι οι άνθρωποι είναι "αδέλφια" δεν ξέρω.
Εκείνο που ξέρω είναι ότι ο άνθρωπος από το φύση του είναι το πιο ανταγωνιστικό θηλαστικό.
Και η γυναίκα το πιο ανταγωνιστικό απο τα δύο φύλλα...


Ναυάγιο Πολιτικής στο Αιγαίο

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 30/7/2009
Αναλύοντας τα κοινωνικά φαινόμενα ο έλληνας μαρξιστής θεωρητικός Νίκος Πουλαντζάς έκανε την κρίσιμη εννοιολογική διάκριση ανάμεσα στις κοινωνικές δομές και τις κοινωνικές πρακτικές.
Με δύο λόγια εκείνη η θεωρητική συμβολή του μεγάλου έλληνα θεωρητικού είχε ως εξής:
— Υπάρχουν δύο διακριτά πεδία κοινωνικών εξελίξεως: Οι κοινωνικές δομές, όπως αποκρυσταλλώνονται στους θεσμούς…



— Και οι κοινωνικές πρακτικές, όπως εξελίσσονται, άλλοτε αναπαράγοντάς τους θεσμούς, άλλοτε αμφισβητώντας τους, άλλοτε οδηγώντας στην τροποποίησή τους (μεταρρυθμίσεις) κι άλλοτε στην πλήρη ανατροπή τους (επαναστάσεις).
* Κατά κάποιο τρόπο «δομές» είναι η αρχιτεκτονική του κοινωνικού συστήματος, όπως έχει «αποκρυσταλλωθεί» σε θεσμούς – είναι η στατική εικόνα, η «κάτοψη» της κοινωνίας.
* «Πρακτικές» είναι η «ενέργεια» της κοινωνίας όπως «αναβλύζει» μέσα από τις «δομές», άλλοτε στερνιώνοντάς τες, άλλοτε υπονομεύοντάς τες. Είναι η δυναμική διάσταση, το «μηχανολογικό σχέδιο» της κοινωνίας.
Η μελέτη της Ιστορίας αφορά και τις δύο αυτές πλευρές του «δράματος»: Αλλά και την αλληλεξάρτηση και τους αλληλο-επηρεασμούς τους.
Με το μοντέλο Δομών-Πρακτικών ο Πουλατζάς κατόρθωσε να ασκήσει συνολική κριτική σε κάποιες «παρεκκλίσεις» του μαρξισμού:
— Για παράδειγμα στον «ιστορικισμό» που λαμβάνει υπʼ όψιν μόνο τις «κοινωνικές δομές», αλλά αγνοεί τις πρακτικές. Λες κι ότι συμβαίνει αποτελεί «νομοτελειακή» εξέλιξη των ίδιων των δομών, χωρίς να παίζουν ρόλο οι πραγματικοί άνθρωποι, οι κοινωνικές δυνάμεις.
— Ο βολονταρισμός (βουλησιαρχία), από την άλλη πλευρά κάνει το αντίθετο σφάλμα: λαμβάνει υπʼ όψιν του μόνο τις κοινωνικές πρακτικές, αγνοώντας τις κοινωνικές δομές.
Οι βολονταριστές πιστεύουν ότι μπορούν να επιτύχουν «ό,τι θέλουν πολύ» ανεξαρτήτως των περιορισμών που του θέτει το ιστορικό πλαίσιο.
Το έργο του Πουλατζά επηρέασε όχι μόνο τους Μαρξιστές. Μάλλον επηρέασε τους ΜΗ μαρξιστές περισσότερο από ό,τι τους μαρξιστές (δυστυχώς γιʼ αυτούς τους τελευταίους)… Και επηρέασε όχι μόνο την ανάλυση των μεμονωμένων κοινωνιών, αλλά και των διεθνών σχέσεων.
Εδώ ακριβώς θα σταθούμε σήμερα. Θα δούμε πως το θεωρητική σχήμα του Πουλαντζά «Δομές – Πρακτικές» μπορεί να εφαρμοστεί στη θεμελιώδη ανάλυση των διεθνών σχέσεων και γιατί γίνεται επίκαιρο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ιδιαίτερα τον τελευταίο καιρό, πάνω από το Αιγαίο…
«Δομές» και «πρακτικές» στις διεθνείς σχέσεις
— «Δομές» στις διεθνείς σχέσεις είναι το νομικό και θεσμικό καθεστώς που υπάρχει σήμερα στον κόσμο. Αυτό που ονομάζουμε «διεθνές Δίκαιο» καθώς και οι διεθνείς οργανισμοί που λειτουργούν βάσει του διεθνούς δικαίου, παράγουν διεθνές δίκαιο και εφαρμόζουν τις προβλέψεις του.
— «Πρακτικές» στις διεθνείς σχέσεις είναι η έμπρακτη υπεράσπιση και προώθηση συμφερόντων των επί μέρους κρατών (πέραν των ορίων της κυριαρχίας τους) καθώς η «προβολή ισχύος» εκ μέρους τους.
Όταν υπάρχει «ισορροπία» ανάμεσα στις διεθνείς δομές και τις διεθνείς πρακτικές, τότε υπάρχει διεθνής σταθερότητα..
Μʼ άλλα λόγια, όταν αυτά που κάνουν όλοι κινούνται απολύτως μέσα στα πλαίσια αυτών που εκ των προτέρων έχουν συμφωνήσει να κάνουν – ή να ανέχονται ο ένας από τον άλλο – τότε υπάρχει διεθνής σταθερότητα.
Αλλά όταν κάποιοι αποκτούν δύναμη και συμφέρον να κινηθούν πέρα από τα «συμφωνημένα», τότε αρχίζει να υπάρχει αστάθεια. Όταν κάποιος ή κάποιοι δεν μπορούν να προασπιστούν δικαιώματα που έχουν αποσπάσει από τους υπόλοιπους κατά το παρελθόν, τότε πάλι αρχίζει να υπάρχει αστάθεια.
Τότε οι διεθνείς δομές γίνονται αν-αντίστοιχες προς τις διεθνείς πρακτικές. Αν μέσα σε συνθήκες αστάθειας κάποιοι αποφασίσουν να ξεπεράσουν τα «συμφωνημένα», τότε καταρρέει το διεθνές σύστημα. Και πρέπει είτε όλοι μαζί να συμφωνήσουν μια νέα διεθνή δομή, είτε να εξαναγκασθούν οι «παρεκτρεπόμενοι» να αποδεχθούν την υφιστάμενη δομή.
Μʼ άλλα λόγια, αν κάποιοι νιώσουν ιδιαίτερα δυνατοί, είτε θα ανατρέψουν προς όφελός τους την αρχιτεκτονική του διεθνούς συστήματος κατανικώντας όσους το υπερασπίζονται, είτε θα νικηθούν και θα αποδεχθούν την αρχιτεκτονική του συστήματος που προσπάθησαν προηγουμένως να αμφισβητήσουν.
Συνήθως μετά από μια τέτοια συνολική αμφισβήτηση – αναμέτρηση, τίποτε δεν μένει ίδιο. Το διεθνές σύστημα τροποποιείται είτε υπέρ είτε σε βάρος όποιων προσπάθησαν να το αμφισβητήσουν. Ανάλογα με το αν νικήσουν ή ηττηθούν…
Αυτό που ισχύει για τις δομές του διεθνούς συστήματος ισχύει και για τις επί μέρους περιφερειακές δομές.
Νομικό καθεστώς και στάτους-κβο
Έτσι στο Αιγαίο έχουμε από τη μια πλευρά το νομικό καθεστώς κι από την άλλα το στάτους-κβο.
— Εδώ «νομικό καθεστώς» είναι το σύνολο των διεθνών συμβάσεων που αφορούν το Αιγαίο κι έχουν υπογραφεί από τα κράτη που βρέχονται από το Αιγαίο (την Ελλάδα και την Τουρκία).
— Από την άλλη πλευρά στάτους-κβο είναι η έμπρακτη άσκηση δικαιωμάτων ή «προβολή ισχύος» στο χώρο του Αιγαίου, πέρα από τα αδιαμφισβήτητα όρια κυριαρχίας. Έτσι το νομικό καθεστώς είναι η «δομή» του διεθνούς συστήματος για το Αιγαίο, ενώ το στάτους-κβο ορίζεται στο πεδίο των πρακτικών.
Το νομικό καθεστώς είναι αναλλοίωτο εδώ και δεκαετίες, από τη Συμφωνία του Μοντραί το 1932 και τη Ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα το 1947. Από τότε καμία προσθήκη δεν έγινε στο νομικό καθεστώς του Αιγαίου…
Αντίθετα, το στάτους-κβο της περιοχής αυτής αλλάζει συνέχεια. Άλλο στάτους-κβο υπήρχε τον καιρό που σέβονταν οι Τούρκοι τα 10 μίλια της Ελλάδας στο Αιγαίο (πριν τον 1974), άλλο στάτους-κβο υπήρξε μετά το 1974, άλλο όταν άρχισαν οι παραβιάσεις (μετά το 1978), άλλο όταν κλιμακώθηκαν οι παραβιάσεις (μετά το 1982), άλλο πριν την διακήρυξη του casus belli (1995), άλλο πριν την διακήρυξη των «γκρίζων ζωνών» (1996 – μετά τα Ίμια) κι άλλο σήμερα που κλιμακώθηκαν οι παραβιάσεις πάνω από το Φαρμακονήσι – Αγαθονήσι.
— Το νομικό καθεστώς προσδιορίζεται από τις διμερείς και πολυμερείς συμβάσεις. Και αλλάζει μόνο αν υπογραφούν νέες συμβάσεις.
— Το στάτους-κβο προσδιορίζεται από τα εκατέρωθεν πρακτικές που γίνονται εκ των πραγμάτων (de facto) εκατέρωθεν «αποδεκτές».
Κι αλλάζει κάθε φορά που μια πλευρά επεκτείνει τις πρακτικές της κι η άλλη δεν αντιδρά, ή κάθε φορά που μια πλευρά αντιδρά στις πρακτικές της άλλης, η οποία αναγκάζεται να «αναδιπλωθεί».
Στην περίπτωσή μας εκείνη η πλευρά που κατά κανόνα «επεκτείνεται» είναι η Τουρκία, ενώ η εκείνη που «αναδιπλώνεται» είναι κατά κανόνα η Ελλάδα.
Έτσι η τουρκική πολιτική στο Αιγαίο κλιμακώνεται συνεχώς, ώστε να ανατρέπει το στάτους-κβο, δοκιμάζοντας τα ανακλαστικά της Ελλάδας.
Κι έχει δημιουργηθεί μια αναντιστοιχία ανάμεσα στο νομικό καθεστώς (που έχει μείνει αναλλοίωτο) και το στάτους-κβο (που έχει αλλάξει δραματικά). Και η αναντιστοιχία αυτή δημιουργεί μια πηγή μακροπρόθεσμης αστάθειας.
Ποιος χρεώνεται την αστάθεια στο Αιγαίο
Αυτή η αστάθεια θα ξεπεραστεί με αποκατάσταση της συμβατότητας ανάμεσα στο νομικό καθεστώς και το στάτους-κβο
— είτε το νομικό καθεστώς θα προσαρμοστεί στο σημερινό στάτους κβο, δηλαδή θα νομιμοποιήσουμε την τουρκική επιθετικότητα,
— είτε η Τουρκία θα εξαναγκαστεί να εγκαταλείψει την επιθετική τακτική της και θα σεβαστεί το υφιστάμενο στάτους-κβο. Το οποίο θα προσαρμοστεί στο υφιστάμενο νομικό καθεστώς.
Έτσι την αστάθεια που δημιουργείται στο Αιγαίο δεν την «χρεώνεται» μόνο η Άγκυρα. Διότι ενώ επεκτείνει συνεχώς τις πρακτικές της σε βάρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, ταυτόχρονα ζητά συνολική ρύθμιση του νομικού καθεστώτος, ώστε να αποκατασταθεί η σταθερότητα (σε όφελός της).
Την αστάθεια τη χρεώνεται και η Ελλάδα, η οποία αρνείται να νομιμοποιήσει την επιθετικότητα της Τουρκίας, αλλά δεν τολμά και να τη σταματήσει εμπράκτως. Με αποτέλεσμα στα μάτια των ξένων η Ελλάδα να εμφανίζεται ότι επιμένει σε δικαιώματα που η ίδια δεν μπορεί να προασπιστεί!
Παρά το γεγονός ότι η επιθετική πλευρά είναι η Τουρκική, η Ελλάδα δυσκολεύεται να εξηγήσει τη θέση της και να βρει διεθνή στηρίγματα, διότι η Ελλάδα αρνείται νέα ρύθμιση, ενώ η Τουρκία εμφανίζεται να την επιδιώκει.
Η Ελλάδα μένει μόνη, παρά το γεγονός ότι αντιδρά ήρεμα και συγκρατημένα, ή μάλλον επειδή ακριβώς δεν αντιδρά αποφασιστικά στην τουρκική επιθετικότητα.
Κι αυτό διότι η μεν Τουρκία φαίνεται να διακρίνεται για «ρεαλισμό» και «σύνεση», ενώ η Ελλάδα εμφανίζεται να εμφορείται από «λεγκαλιστικές αυταπάτες» και «ουτοπικό ιδεαλισμό».
— Η Τουρκία εμφανίζεται ως «ρεαλίστρια», επεκτείνει τις πρακτικές της μόνο αφότου πειστεί ότι η αντίπαλός της (Ελλάδα) δεν θα αντιδράσει. Και ζητά να τροποποιηθεί το νομικό καθεστώς ώστε οι νέες πρακτικές της να είναι πλέον «νόμιμες».
— Κι εμφανίζεται «συνετή» διότι οι προκλήσεις της κάθε φορά είναι τόσο «προσεκτικές», ώστε η Ελλάδα να μπορεί ανεπαισθήτως να υποχωρήσει χωρίς η ίδια να «εκτεθεί» (πολύ) και χωρίς η διεθνής κοινότητα να αντιδράσεις.
— Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα εμφορείται από «λεγκαλιστικές αυταπάτες», διότι πιστεύει ότι από τη στιγμή που το διεθνές δίκαιο την καλύπτει, αυτό και μόνον αρκεί για να αναχαιτίσει την Τουρκία.
— Και πάσχει από ουτοπικό ιδεαλισμό, γιατί νομίζει ότι αν η Τουρκία δεν συγκρατηθεί, θα σπεύσει η διεθνής κοινότητα να συνετίσει τους Τούρκους!
Η Ελλάδα πιστεύει ότι αργά η γρήγορα το υφιστάμενο νομικό καθεστώς θα γίνει σεβαστό από την Τουρκία υπό την πίεση της διεθνούς κοινότητας.
Ούτε που φαντάζεται ότι αργά η γρήγορα η διεθνής κοινότητα θα πιέσει την Ελλάδα να αλλάξει το νομικό καθεστώς, όχι την Τουρκία να το σεβαστεί.
Αυτό είναι το αδιέξοδο της Ελληνικής διπλωματίας τα τελευταία χρόνια.
Κι ο μόνος τρόπος να ξεπεράσουμε το αδιέξοδο είναι να δείξουμε ότι η Τουρκία παίρνει μεγάλα ρίσκα όταν θεωρεί «δεδομένη» την παθητικότητα της ελληνικής πλευράς στις προκλήσεις της.
— Αν η Ελλάδα δεν θέλει να αποδεχθεί δυσμενή αναθεώρηση του νομικού καθεστώτος στο Αιγαίο, είναι υποχρεωμένη να ανακόψει την τουρκική επιθετικότητα και να σταματήσει την συνεχή επιδείνωση του στάτους κβο σε βάρος της.
— Αν η Ελλάδα δεν είναι διατεθειμένη να πάρει κάποια τέτοια ρίσκα, τότε θα υποχρεωθεί να αποδεχθεί πλήρη συνθηκολόγηση! Που δεν θα σταματήσει στο μισό Αιγαίο. Διότι η Τουρκία δεν μπορεί να ελέγξει το μισό Αιγαίο μακροχρόνια, χωρίς επικυριαρχία και στη δυτική Θράκη…
Αν γίνει κατανοητή η διάκριση δομών-πρακτικών – που μεταφράζεται, στην περίπτωσή μας, σε διάκριση νομικού καθεστώτος-στάτους κβό – είναι εύκολο να αντιληφθούμε τι ακριβώς επιδιώκει η Άγκυρα μακροχρόνια σε βάρος μας.
Αν δε γίνει κατανοητή αυτή η διάκριση, τότε επικαλούμαστε ένα νομικό καθεστώς που οι ίδιοι αφήνουμε να γίνει διάτρητο…




ΝΑΥΑΓΙΟ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ

Του Χρύσανθου Λαζαρίδη, 2/8/2009

Αναλύοντας τα κοινωνικά φαινόμενα ο έλληνας μαρξιστής θεωρητικός Νίκος Πουλαντζάς έκανε την κρίσιμη εννοιολογική διάκριση ανάμεσα στις κοινωνικές δομές και τις κοινωνικές πρακτικές. Με δύο λόγια εκείνη η θεωρητική συμβολή του μεγάλου έλληνα θεωρητικού είχε ως εξής: — Υπάρχουν δύο διακριτά πεδία κοινωνικών εξελίξεως: Οι κοινωνικές δομές, όπως αποκρυσταλλώνονται στους θεσμούς…– Και οι κοινωνικές πρακτικές, όπως εξελίσσονται, άλλοτε αναπαράγοντάς τους θεσμούς, άλλοτε αμφισβητώντας τους, άλλοτε οδηγώντας στην τροποποίησή τους (μεταρρυθμίσεις) κι άλλοτε στην πλήρη ανατροπή τους (επαναστάσεις).
* Κατά κάποιο τρόπο «δομές» είναι η αρχιτεκτονική του κοινωνικού συστήματος, όπως έχει «αποκρυσταλλωθεί» σε θεσμούς – είναι η στατική εικόνα, η «κάτοψη» της κοινωνίας.
* «Πρακτικές» είναι η «ενέργεια» της κοινωνίας όπως «αναβλύζει» μέσα από τις «δομές», άλλοτε στερνιώνοντάς τες, άλλοτε υπονομεύοντάς τες. Είναι η δυναμική διάσταση, το «μηχανολογικό σχέδιο» της κοινωνίας.
Η μελέτη της Ιστορίας αφορά και τις δύο αυτές πλευρές του «δράματος»: Αλλά και την αλληλεξάρτηση και τους αλληλο-επηρεασμούς τους.
Με το μοντέλο Δομών-Πρακτικών ο Πουλατζάς κατόρθωσε να ασκήσει συνολική κριτική σε κάποιες «παρεκκλίσεις» του μαρξισμού:
— Για παράδειγμα στον «ιστορικισμό» που λαμβάνει υπʼ όψιν μόνο τις «κοινωνικές δομές», αλλά αγνοεί τις πρακτικές. Λες κι ότι συμβαίνει αποτελεί «νομοτελειακή» εξέλιξη των ίδιων των δομών, χωρίς να παίζουν ρόλο οι πραγματικοί άνθρωποι, οι κοινωνικές δυνάμεις.
— Ο βολονταρισμός (βουλησιαρχία), από την άλλη πλευρά κάνει το αντίθετο σφάλμα: λαμβάνει υπʼ όψιν του μόνο τις κοινωνικές πρακτικές, αγνοώντας τις κοινωνικές δομές.
Οι βολονταριστές πιστεύουν ότι μπορούν να επιτύχουν «ό,τι θέλουν πολύ» ανεξαρτήτως των περιορισμών που του θέτει το ιστορικό πλαίσιο.
Το έργο του Πουλατζά επηρέασε όχι μόνο τους Μαρξιστές. Μάλλον επηρέασε τους ΜΗ μαρξιστές περισσότερο από ό,τι τους μαρξιστές (δυστυχώς γιʼ αυτούς τους τελευταίους)… Και επηρέασε όχι μόνο την ανάλυση των μεμονωμένων κοινωνιών, αλλά και των διεθνών σχέσεων.
Εδώ ακριβώς θα σταθούμε σήμερα. Θα δούμε πως το θεωρητική σχήμα του Πουλαντζά «Δομές – Πρακτικές» μπορεί να εφαρμοστεί στη θεμελιώδη ανάλυση των διεθνών σχέσεων και γιατί γίνεται επίκαιρο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ιδιαίτερα τον τελευταίο καιρό, πάνω από το Αιγαίο…
«Δομές» και «πρακτικές» στις διεθνείς σχέσεις
— «Δομές» στις διεθνείς σχέσεις είναι το νομικό και θεσμικό καθεστώς που υπάρχει σήμερα στον κόσμο. Αυτό που ονομάζουμε «διεθνές Δίκαιο» καθώς και οι διεθνείς οργανισμοί που λειτουργούν βάσει του διεθνούς δικαίου, παράγουν διεθνές δίκαιο και εφαρμόζουν τις προβλέψεις του.
— «Πρακτικές» στις διεθνείς σχέσεις είναι η έμπρακτη υπεράσπιση και προώθηση συμφερόντων των επί μέρους κρατών (πέραν των ορίων της κυριαρχίας τους) καθώς η «προβολή ισχύος» εκ μέρους τους.
Όταν υπάρχει «ισορροπία» ανάμεσα στις διεθνείς δομές και τις διεθνείς πρακτικές, τότε υπάρχει διεθνής σταθερότητα..
Μʼ άλλα λόγια, όταν αυτά που κάνουν όλοι κινούνται απολύτως μέσα στα πλαίσια αυτών που εκ των προτέρων έχουν συμφωνήσει να κάνουν – ή να ανέχονται ο ένας από τον άλλο – τότε υπάρχει διεθνής σταθερότητα.
Αλλά όταν κάποιοι αποκτούν δύναμη και συμφέρον να κινηθούν πέρα από τα «συμφωνημένα», τότε αρχίζει να υπάρχει αστάθεια. Όταν κάποιος ή κάποιοι δεν μπορούν να προασπιστούν δικαιώματα που έχουν αποσπάσει από τους υπόλοιπους κατά το παρελθόν, τότε πάλι αρχίζει να υπάρχει αστάθεια.
Τότε οι διεθνείς δομές γίνονται αν-αντίστοιχες προς τις διεθνείς πρακτικές. Αν μέσα σε συνθήκες αστάθειας κάποιοι αποφασίσουν να ξεπεράσουν τα «συμφωνημένα», τότε καταρρέει το διεθνές σύστημα. Και πρέπει είτε όλοι μαζί να συμφωνήσουν μια νέα διεθνή δομή, είτε να εξαναγκασθούν οι «παρεκτρεπόμενοι» να αποδεχθούν την υφιστάμενη δομή.
Μʼ άλλα λόγια, αν κάποιοι νιώσουν ιδιαίτερα δυνατοί, είτε θα ανατρέψουν προς όφελός τους την αρχιτεκτονική του διεθνούς συστήματος κατανικώντας όσους το υπερασπίζονται, είτε θα νικηθούν και θα αποδεχθούν την αρχιτεκτονική του συστήματος που προσπάθησαν προηγουμένως να αμφισβητήσουν.
Συνήθως μετά από μια τέτοια συνολική αμφισβήτηση – αναμέτρηση, τίποτε δεν μένει ίδιο. Το διεθνές σύστημα τροποποιείται είτε υπέρ είτε σε βάρος όποιων προσπάθησαν να το αμφισβητήσουν. Ανάλογα με το αν νικήσουν ή ηττηθούν…
Αυτό που ισχύει για τις δομές του διεθνούς συστήματος ισχύει και για τις επί μέρους περιφερειακές δομές.
Νομικό καθεστώς και στάτους-κβο
Έτσι στο Αιγαίο έχουμε από τη μια πλευρά το νομικό καθεστώς κι από την άλλα το στάτους-κβο.
— Εδώ «νομικό καθεστώς» είναι το σύνολο των διεθνών συμβάσεων που αφορούν το Αιγαίο κι έχουν υπογραφεί από τα κράτη που βρέχονται από το Αιγαίο (την Ελλάδα και την Τουρκία).
— Από την άλλη πλευρά στάτους-κβο είναι η έμπρακτη άσκηση δικαιωμάτων ή «προβολή ισχύος» στο χώρο του Αιγαίου, πέρα από τα αδιαμφισβήτητα όρια κυριαρχίας. Έτσι το νομικό καθεστώς είναι η «δομή» του διεθνούς συστήματος για το Αιγαίο, ενώ το στάτους-κβο ορίζεται στο πεδίο των πρακτικών.
Το νομικό καθεστώς είναι αναλλοίωτο εδώ και δεκαετίες, από τη Συμφωνία του Μοντραί το 1932 και τη Ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα το 1947. Από τότε καμία προσθήκη δεν έγινε στο νομικό καθεστώς του Αιγαίου…
Αντίθετα, το στάτους-κβο της περιοχής αυτής αλλάζει συνέχεια. Άλλο στάτους-κβο υπήρχε τον καιρό που σέβονταν οι Τούρκοι τα 10 μίλια της Ελλάδας στο Αιγαίο (πριν τον 1974), άλλο στάτους-κβο υπήρξε μετά το 1974, άλλο όταν άρχισαν οι παραβιάσεις (μετά το 1978), άλλο όταν κλιμακώθηκαν οι παραβιάσεις (μετά το 1982), άλλο πριν την διακήρυξη του casus belli (1995), άλλο πριν την διακήρυξη των «γκρίζων ζωνών» (1996 – μετά τα Ίμια) κι άλλο σήμερα που κλιμακώθηκαν οι παραβιάσεις πάνω από το Φαρμακονήσι – Αγαθονήσι.
— Το νομικό καθεστώς προσδιορίζεται από τις διμερείς και πολυμερείς συμβάσεις. Και αλλάζει μόνο αν υπογραφούν νέες συμβάσεις.
— Το στάτους-κβο προσδιορίζεται από τα εκατέρωθεν πρακτικές που γίνονται εκ των πραγμάτων (de facto) εκατέρωθεν «αποδεκτές».
Κι αλλάζει κάθε φορά που μια πλευρά επεκτείνει τις πρακτικές της κι η άλλη δεν αντιδρά, ή κάθε φορά που μια πλευρά αντιδρά στις πρακτικές της άλλης, η οποία αναγκάζεται να «αναδιπλωθεί».
Στην περίπτωσή μας εκείνη η πλευρά που κατά κανόνα «επεκτείνεται» είναι η Τουρκία, ενώ η εκείνη που «αναδιπλώνεται» είναι κατά κανόνα η Ελλάδα.
Έτσι η τουρκική πολιτική στο Αιγαίο κλιμακώνεται συνεχώς, ώστε να ανατρέπει το στάτους-κβο, δοκιμάζοντας τα ανακλαστικά της Ελλάδας.
Κι έχει δημιουργηθεί μια αναντιστοιχία ανάμεσα στο νομικό καθεστώς (που έχει μείνει αναλλοίωτο) και το στάτους-κβο (που έχει αλλάξει δραματικά). Και η αναντιστοιχία αυτή δημιουργεί μια πηγή μακροπρόθεσμης αστάθειας.
Ποιος χρεώνεται την αστάθεια στο Αιγαίο
Αυτή η αστάθεια θα ξεπεραστεί με αποκατάσταση της συμβατότητας ανάμεσα στο νομικό καθεστώς και το στάτους-κβο
— είτε το νομικό καθεστώς θα προσαρμοστεί στο σημερινό στάτους κβο, δηλαδή θα νομιμοποιήσουμε την τουρκική επιθετικότητα,
— είτε η Τουρκία θα εξαναγκαστεί να εγκαταλείψει την επιθετική τακτική της και θα σεβαστεί το υφιστάμενο στάτους-κβο. Το οποίο θα προσαρμοστεί στο υφιστάμενο νομικό καθεστώς.
Έτσι την αστάθεια που δημιουργείται στο Αιγαίο δεν την «χρεώνεται» μόνο η Άγκυρα. Διότι ενώ επεκτείνει συνεχώς τις πρακτικές της σε βάρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, ταυτόχρονα ζητά συνολική ρύθμιση του νομικού καθεστώτος, ώστε να αποκατασταθεί η σταθερότητα (σε όφελός της).
Την αστάθεια τη χρεώνεται και η Ελλάδα, η οποία αρνείται να νομιμοποιήσει την επιθετικότητα της Τουρκίας, αλλά δεν τολμά και να τη σταματήσει εμπράκτως. Με αποτέλεσμα στα μάτια των ξένων η Ελλάδα να εμφανίζεται ότι επιμένει σε δικαιώματα που η ίδια δεν μπορεί να προασπιστεί!
Παρά το γεγονός ότι η επιθετική πλευρά είναι η Τουρκική, η Ελλάδα δυσκολεύεται να εξηγήσει τη θέση της και να βρει διεθνή στηρίγματα, διότι η Ελλάδα αρνείται νέα ρύθμιση, ενώ η Τουρκία εμφανίζεται να την επιδιώκει.
Η Ελλάδα μένει μόνη, παρά το γεγονός ότι αντιδρά ήρεμα και συγκρατημένα, ή μάλλον επειδή ακριβώς δεν αντιδρά αποφασιστικά στην τουρκική επιθετικότητα.
Κι αυτό διότι η μεν Τουρκία φαίνεται να διακρίνεται για «ρεαλισμό» και «σύνεση», ενώ η Ελλάδα εμφανίζεται να εμφορείται από «λεγκαλιστικές αυταπάτες» και «ουτοπικό ιδεαλισμό».
— Η Τουρκία εμφανίζεται ως «ρεαλίστρια», επεκτείνει τις πρακτικές της μόνο αφότου πειστεί ότι η αντίπαλός της (Ελλάδα) δεν θα αντιδράσει. Και ζητά να τροποποιηθεί το νομικό καθεστώς ώστε οι νέες πρακτικές της να είναι πλέον «νόμιμες».
— Κι εμφανίζεται «συνετή» διότι οι προκλήσεις της κάθε φορά είναι τόσο «προσεκτικές», ώστε η Ελλάδα να μπορεί ανεπαισθήτως να υποχωρήσει χωρίς η ίδια να «εκτεθεί» (πολύ) και χωρίς η διεθνής κοινότητα να αντιδράσεις.
— Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα εμφορείται από «λεγκαλιστικές αυταπάτες», διότι πιστεύει ότι από τη στιγμή που το διεθνές δίκαιο την καλύπτει, αυτό και μόνον αρκεί για να αναχαιτίσει την Τουρκία.
— Και πάσχει από ουτοπικό ιδεαλισμό, γιατί νομίζει ότι αν η Τουρκία δεν συγκρατηθεί, θα σπεύσει η διεθνής κοινότητα να συνετίσει τους Τούρκους!
Η Ελλάδα πιστεύει ότι αργά η γρήγορα το υφιστάμενο νομικό καθεστώς θα γίνει σεβαστό από την Τουρκία υπό την πίεση της διεθνούς κοινότητας.
Ούτε που φαντάζεται ότι αργά η γρήγορα η διεθνής κοινότητα θα πιέσει την Ελλάδα να αλλάξει το νομικό καθεστώς, όχι την Τουρκία να το σεβαστεί.
Αυτό είναι το αδιέξοδο της Ελληνικής διπλωματίας τα τελευταία χρόνια.
Κι ο μόνος τρόπος να ξεπεράσουμε το αδιέξοδο είναι να δείξουμε ότι η Τουρκία παίρνει μεγάλα ρίσκα όταν θεωρεί «δεδομένη» την παθητικότητα της ελληνικής πλευράς στις προκλήσεις της.
— Αν η Ελλάδα δεν θέλει να αποδεχθεί δυσμενή αναθεώρηση του νομικού καθεστώτος στο Αιγαίο, είναι υποχρεωμένη να ανακόψει την τουρκική επιθετικότητα και να σταματήσει την συνεχή επιδείνωση του στάτους κβο σε βάρος της.
— Αν η Ελλάδα δεν είναι διατεθειμένη να πάρει κάποια τέτοια ρίσκα, τότε θα υποχρεωθεί να αποδεχθεί πλήρη συνθηκολόγηση! Που δεν θα σταματήσει στο μισό Αιγαίο. Διότι η Τουρκία δεν μπορεί να ελέγξει το μισό Αιγαίο μακροχρόνια, χωρίς επικυριαρχία και στη δυτική Θράκη…
Αν γίνει κατανοητή η διάκριση δομών-πρακτικών – που μεταφράζεται, στην περίπτωσή μας, σε διάκριση νομικού καθεστώτος-στάτους κβό – είναι εύκολο να αντιληφθούμε τι ακριβώς επιδιώκει η Άγκυρα μακροχρόνια σε βάρος μας.
Αν δε γίνει κατανοητή αυτή η διάκριση, τότε επικαλούμαστε ένα νομικό καθεστώς που οι ίδιοι αφήνουμε να γίνει διάτρητο…


Λύκος στα πρόβατα…


Αυτό που γίνεται τελευταία με τη «γρίπη των χοίρων» δεν αντέχει σε καμία λογική. Και δεν χωράει ούτε σε «θεωρίες συνομωσίας»…
Καλλιεργείται καθημερινά ένας πανικός παγκόσμιας πανδημίας, λες και πρόκειται για τη επιστροφή της… μαύρης πανούκλας που θα αποδεκατίσει τον πληθυσμό της γης…
Κι όμως, πρόκειται, για μια παραλλαγή της εποχιακής γρίπης. Κι όπως λένε οι ειδικοί, ή νέα γρίπη έχει μικρότερη θνησιμότητα από την συνηθισμένη.

Μιλάνε για «πανδημία» μιας νόσου, από την οποία μπορούν να παρουσιάσουν σοβαρές επιπλοκές περιστατικά της τάξης του μισού τα εκατό (0,5%) απʼ όσους αρρωστήσουν. Κι απʼ αυτούς θα πεθάνει ένα πολύ μικρό ποσοστό μόνο. Αλλά ένα μικρό ποσοστό του μισού τα εκατό είναι ελάχιστο ποσοστό…
Μιλούν για «εφιαλτικά σενάρια», ότι το χειμώνα, λέει, μπορούν να ασθενήσουν ως το 50% του πληθυσμού! Να ασθενήσουν από τι;
Από γρίπη, έστω και «διαφοροποιημένη», αλλά σίγουρα όχι πιο θανατηφόρα από την κανονική…
Προς τι λοιπόν ο πανικός;
* Μήπως γιατί υπάρχει ακόμα η ανάμνηση της γρίπης του 1919;
Όντως εκείνη σκότωσε, τότε, πάνω από 40 εκατομμύρια κόσμο σε δέκα μήνες! Δηλαδή επταπλάσιους απʼ όσους είχαν πεθάνει στο σφαγείο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου τα προηγούμενα πέντε χρόνια…
Αλλά τότε δεν υπήρχαν ούτε πενικιλίνες, ούτε εξειδικευμένα, αντιβιοτικά ούτε εμβόλια…
* Μήπως ο πανικός οφείλεται σε κερδοσκοπικούς λόγους – δηλαδή να πουλήσουν φάρμακα και εμβόλια οι μεγάλες φαρμακευτικές επιχειρήσεις;
Μα είναι δυνατόν οι αρχές τόσων κρατών να μην αντιλαμβάνονται ότι, αν επικρατήσει πανικός, η διεθνής ύφεση θα κρατήσει πολύ περισσότερο και θα γίνει πολύ πιο βαθιά; Υπολογίζεται ότι στη Βρετανία, αν παραμείνουν τα σχολεία κλειστά για 3 μήνες, θα χαθεί ένα επιπρόσθετο ποσοστό από 1 ως 6% του ΑΕΠ – πέρα από όσο θα έχει ήδη χαθεί λόγω της οικονομικής ύφεσης!
Είναι δυνατόν να έχουν πάθει τέτοια παράκρουση, και να «δουλεύουν» όλοι για μια χούφτα φαρμακευτικές, όταν αυτά που θα χαθούν απʼ όλους είναι πολλαπλάσια εκείνων που θα κερδίσουν ελάχιστοι;
Είναι δυνατόν στο παιγνίδι αυτό κατατρομοκράτησης του παγκόσμιου πληθυσμού να έχει μπει και ο Διεθνής Οργανισμός Υγείας;
Όλα αυτά δεν έχουν λογική…
Προς τι, λοιπόν, αυτή η συγχορδία – υπερβολής κινδύνου και καλλιεργούμενου πανικού;
* Πρώτον, οι υπερεθνικοί Οργανισμοί προσπαθούν να ανακτήσουν κύρος και επιρροή, υπερβάλλοντας πραγματικούς κινδύνους ή αναδεικνύοντας φανταστικούς «εχθρούς για την ανθρωπότητα», ώστε να τους καταπολεμήσουν.
Τα μεμονωμένα κράτη δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις νέες απειλές, μας λένε. Χρειάζεται διεθνής διακυβέρνηση, πέρα και πάνω από τα εθνικά κράτη, επαναλαμβάνουν με κάθε τρόπο…
Μόνο που η τελευταία οικονομική κρίση απέδειξε πως οι υπερεθνικοί Οργανισμοί δεν ήταν σε θέση να κάνουν τίποτε για την αντιμετώπιση των «νέων προβλημάτων», ενώ σε κάποιο βαθμό ευθύνονται για την εμφάνισή τους.
Κι έτσι σήμερα έχουν ανάγκη να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος εναντίον νέων παγκόσμιων «απειλών» που θα τις «αντιμετωπίσουν» σε υπερεθνική βάση.
Τα προτάγματα της Παγκοσμιοποίησης ηττήθηκαν στο πραγματικό πεδίο και τώρα επανεμφανίζονται στο εικονικό – φαντασιακό πεδίο.
* Δεύτερον, μια σειρά από εθνικές κυβερνήσεις, ανίκανες να προσφέρουν άμεση ανακούφιση από τα δεινά της διεθνούς κρίσης, πρωτοστατούν σε μια «μάχη» κατά φανταστικού εχθρού (της νέας γρίπης), την οποία θα «νικήσουν» εύκολα ανορθώνοντας το πληγωμένο κύρος τους.
* Τρίτον, τα παραδοσιακά ΜΜΕ, που βλέπουν να χάνουν τη μάχη έναντι του διαδικτύου, καταφεύγουν στην τρομολαγνεία που «πουλάει». Μπορεί το Internet να είναι πια ασυναγώνιστο ως πηγή πληροφόρησης, αλλά τα τηλεοπτικά ΜΜΕ είναι ασυναγώνιστα στη δημιουργία μυσταγωγίας – στην περίπτωση μας, μυσταγωγίας τρόμου και μάλιστα live.
* Τέταρτον, υπάρχουν, όντως, και τα συμφέροντα της φαρμακοβιομηχανίας που θα βγάλει άμεσα και κολοσσιαία κέρδη. Βέβαια, καπιταλιστές δεν είναι μόνο οι φαρμακοβιομήχανοι που θα κερδίσουν. Καπιταλιστές είναι και όλοι οι άλλοι που θα χάσουν πολλαπλά από την τρομολαγνεία.
Έτσι, μόνη της η φαρμακοβιομηχανία δεν θα μπορούσε να προκαλέσει τέτοιο διεθνή πανικό Αλλά όλα τα ανωτέρω μαζί μπορούν.
* Πέμπτον, όταν πολλά επί μέρους τμήματα της διεθνούς ελίτ ωφελούνται από ένα ψέμα, τότε το ψέμα αυτό τείνουν να το πιστέψουν όλοι…
Τελικώς, η μόνη πανδημία που πράγματι μας απειλεί είναι η πανδημία του φόβου.
Τον επόμενο χειμώνα πολλοί θα «πιάσουμε» τον ιό της νέας γρίπης, θα μείνουμε λίγες μέρες σπίτι μας και στη συνέχεια θα γίνουμε καλά. Και θα αποκτήσουμε κι ανοσία. Κι όσο περισσότεροι αρρωστήσουμε νωρίς, τόσο θα ενισχύσουμε αυτό το «φράγμα ανοσίας» για όλη την κοινωνία.
Κι ύστερα θα ξεφουσκώσει κι αυτός ο πανικός και θα σκεφτούν κάτι άλλο: ένα μετεωρίτη που πλησιάζει επικίνδυνα τη γη, ή ένα επικείμενο Κατακλυσμό…
Σε εποχές παγκόσμιας κρίσης οι εξουσίες αποδυναμώνονται, οι «επίδοξοι σωτήρες» πολλαπλασιάζονται, κι όταν πολλοί θέλουν να σε «σώσουν», τότε – ξαφνικά – πολλαπλασιάζονται και οι «απειλές».
Οι φαντασιακές απειλές. Γιατί για τις πραγματικές δεν μιλάει κανείς…
Μόνο που όποιος καλλιεργεί ψεύτικους πανικούς δεν θα γίνει πιστευτός όταν αληθινός κίνδυνος προκύψει.
Όπως την έπαθε, στον Αισώπειο μύθο, εκείνος ο βοσκός που είχε την κακή συνήθεια να φωνάζει, χωρίς λόγο, «λύκος στα πρόβατα»…

Χρύσανθος Λαζαρίδης 22/08/2009
Ο Μπρεζίνσκι αποτελεί τον πιο γνωστό και πιο αντιπροσωπευτικό αμερικανό "στρατηγιστή" που ΔΕΝ εννοεί να καταλάβει ότι ο Ψυχρός Πόλεμος τελείωσε! Εξακολουθεί να βλέπει τη Ρωσία με απόλυτη καχυποψία και την Κίνα ως απαραίτητο στήριγμα της Δύσης για να ελεγχθούν οι "αυτοκρατορικές" φιλοδοξίες της Ρωσίας (αν δεν "μαραζώσουν").
Δεν διανοείται καν ότι ίσως ο μελλοντικός "εχθρός" (κι όχι μόνο της "Δύσης") είναι η Κίνα και οι δικές της αυτοκρατορικές φιλοδοξίες, αφού εκείνη είναι πλέον η παγκόσμια ανερχόμενη δύναμη. Και την πίεση της την νιώθουν ήδη ή θα τη νιώσουν πολύ σύντομα χώρες όπως η Ινδία, η Ιαπωνία, το Βιετνάμ κλπ.
Κι από την άποψη αυτή - αν δηλαδή πράγματι η παγκόσμια ανατροπή συσχετισμών συντελείται ήδη ή κυοφορείται στην Άπω Ανατολή - το πρόβλημα είναι να κερδίσουμε εμείς οι Δυτικοί τη Ρωσία με το μέρος μας, όχι να την σπρώξουμε μιαν ώρα αρχύτερα στο πλευρό της Κίνας. Διότι ένας στρατηγικός συνδυασμός Κίνας-Ρωσίας είναι τεράστιο πρόβλημα τόσο για τη Δύση συνολικά όσο και για το μεγαλύτερο μέρος της Ασίας.
Το ΝΑΤΟ στο ζήτημα αυτό δεν έχει κανένα ρόλο να παίξει αφού είναι "ατλαντικό".
* Το βασικό πρόβλημα των ΗΠΑ είναι εξω-ΝΑΤΟικό: πώς θα κερδίσουν τη Ρωσία με το μέρος τους για να συγκρατήσουν μελλοντικά την Κίνα. Αλλά και πως θα αξιοποιήσουν την φυσική αντιπαλότητα της Κίνας για τον ισλαμικό φονταμενταλισμό, προκειμένου να νικήσουν τελειωτικά το πολεμικό Ισλάμ.
* Το πρόβλημα της Ευρώπης είναι πολύ πιο σύνθετο γιατί δεν υπάρχουν ενιαίες στρατηγικές προτεραιότητες για τα Ευρωπαικά κράτη. Κι όσο οι προτεραιότητες των ΗΠΑ (που αποτελεί την ηγέτιδα δύναμη του ΝΑΤ0) στρέφονται προς την Άπω Ανατολή, τόσο οι Ευρωπαίοι εταίροι του ΝΑΤΟ στρέφονται στις ιδιαίτερες εθνικές προτεραιότητές τους. Κι έτσι το ΝΑΤΟ αποδυναμώνεται κι απ' αυτή την πλευρά...
Η Ευρώπαϊκή Αμυντική ενοποίηση πέρα από τα πλαίσια του ΝΑΤΟ είναι εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Γιατί πρέπει να οριστεί ένας κοινός αντίπαλος για να υπάρξει κοινή άμυνα (κοινή στρατηγική άμυνας και κοινή αμυντική δομή).
Τέτοιος κοινός αντίπαλος, ορατός σε όλους, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή. Οι "βάρβαροι" (της ΕΣΣΔ) ήταν "μια κάποια λύση", αλλά μας τέλειωσαν προ πολλού...
Όταν αρχίζει η συζήτηση για ένα ΝΑΤο που δεν θα είναι πια "Ατλαντικό" αλλά θα γίνει "παγκόσμιο", που δεν είναι πια αμυντικό σύμρφωνο" ΄(έναντι ανύπαρκτου εχθρού), αλλά θα γίνει "οργανισμός συλλογικής ασφαλείας", ουσιαστικά συζητάμε πλέον πως θα διαλύσουμε εύσχημα το ΝΑΤΟ χωρίς να πάρουμε την ευθύνη!
Δηλαδή πως θα ξεφορτωθούμε, ευσχήμως, κάτι που δεν χρειαζόμαστε...
Αυτά από την πλευρά των Αμερικανών.

Και κάτι ακόμα: Οι Αμερικανοί (κι όχι μόνο όσοι σκέπτονται ακόμα με τα στερεότυπα του Ψυχρού Πολέμου), βλέπουν πίσω από τη διάλυση του ΝΑΤΟ κι ένα ΠΛΗΓΜΑ στην ενοποίηση της Ευρώπης. Διότι αν το ΝΑΤΟ αποδυναμωθεί ακόμα περισσότερο, τότε οι Ευρωπαϊκές χώρες θα αρχίσουν να δίνουν όλο και μεγαλύτερη έμφαση στις διαφορετικές εθνικές τους προτεραιότητες.
Το ΝΑΤΟ μέχρι στιγμής "συγκρατούσε" αποτελεσματικά τις διαφορετικές εθνικές στρατηγικές των Ευρωπαίων. Ήταν ίσως το μόνο που έκανε αποτελεσματικά τα τελευταία 20 χρόνια...
Αν το ΝΑΤΟ εκλείψει με τον ένα ή άλλο τρόπο, οι εθνικές προτεραιότητες των Ευρωπαίων θα έλθουν στην επιφάνεια (καταπιεσμένες εδώ και χρόνια) και τότε μπορεί να προκύψουν πολύ πιο έντονα διαλυτικά φαινόμενα στην Ευρωπαική Ένωση (που δεν διανύει και τις καλύτερες στιγμές της). Και μάλιστα σε τομείς πολύ πέραν την Άμυνας...
Η σκέψη αυτή υπάρχει στο πίσω μέρος του μυαλού πολλών Αμερικανών, αν και σπανίως ομολογείται...
Το αν έχουν δίκιο ή άδικο, είναι άλλη κουβέντα.
Χρύσανθος Λαζαρίδης 22/08/2009 17:53:13
Στο μοντέλο Μπρεζίνσκι, η Ρωσία παραμένει "εχθρός". Απλά ομολογεί ουσιαστικά ότι "τον φίλο σου τον κρατάς κοντά και τον εχθρό σου ΠΙΟ κοντά"!.
Θέλει "προσέγγιση" ΝΑΤΟ-Ρωσίας, για να δώσει άλλους ρόλους στη Ρωσία και να "μαραζώσει" τις αυτοκρατορικές φιλοδοξιες της.
Μια αυτοκρατορία θέλει να μην αφήσει άλλη αυτοκρατορία να υπάρξει!
Η Ρωσία στο σχήμα Μπρεζίνσκι είναι αποδεκτή μόνο αν παραιτηθεί από ηγεμονικές φιλοδοξίες...
Επίσης βλέπει το σχήμα ΝΑΤΟ-Σύμφωνο Σαγκάης. Δεν βλέπει εύκολα τις πολύ περισσότερες δυνατότητες συνεργασιών και αντιπαλοτήτων ανάμεσα σε κάποιες συνιστώσες του ΝΑΤΟ (κυρίως τις ΗΠΑ) και κάποιες ξεχωριστές συνιστώσες του Συμφώνου Σαγκαής (Ρωσια, Κίνα, Ινδία κλπ.)
Για την ακρίβεια, βλέπει τη Ρωσία χωριστά (ώς εχθρό) αλλά όχι την Κίνα χωριστά. Κι έτσι η ανάλυσή του φαινομενικά καλύπτει "όλες τις περιπτώσεις πολυπλοκότητας", αλλά στην πραγματικότητα παραμένει προσκολλημένη σε αντιρωσικά στερεότυπα της ψυχροπολεμικής περιόδου.
Για παράδειγμα, δεν μπορεί εύκολα να διανοηθεί ότι οι ΗΠΑ εν ονόματι μελλοντικών τους στρατηγικών αναγκών (να συγκατήσουν την Κίνα) προσέυγγιζαν τόσο πολύ τη Ρωσία, ώστε να θυσιάσουν το ΝΑΤΟ (ή τις Βαλιτικές χώρες).
Ομοίως δεν μπορεί καν να διανοηθεί μια στρατηγική συμμαχί στο μέλλον με τη Ρωσία εναντίον της Κίνας, ή με τη Ρωσία και την Ινδία εναντίον του Πολεμικού Ισπλάμ στην Κεντρική Ασία.
Στην πρώτην περίπτωση το ΝΑΤΟ θα ήταν αδιάφορο για τις ΗΠΑ, στη δεύτερη περίπτωση εκτός απο αδιάφορο μπορεί να ήταν και επιζήμιο για τις ΗΠΑ.
Επίσης, η λογική Μπρεζίνσκι δεν μπορεί εύκολα να διανοηθεί με συμμαχία ΗΠΑ-Ρωσίας-Ισραήλ και Σουνητικού Ισλάμ για να χτυπηθεί το Ιράν. Σε αυτή την περίπτωση επίσης το ΝΑΤΟ θα ήταν από αδιάφορο ως επιζήμιο για τις ΗΠΑ.
Γενικά οι Ανατολικές χώρες τις Ευρώπης είναι αρκετά ΑΝΤΙ-ρωσικές, ενώ οι Δυτικές χώρες της Ευρώπης είνα αρκετά φιλο-ισλαμικές (όσο και η Αμερική είναι φιλοϊσραηλινή) για να αντέξουν τέτοιες συμμαχίες.
Αν αναλογιστούμε όλα τα ανωτέρω, αντιλαμβανόμαστε ότι η λογική Μπρεζίσκι ΜΟΙΑΖΕΙ αρκετά "πολύπλοκη", αλλά στην πραγματικότητα δεν χωράει καμία από τις μελλοντικές ανάγκες γεωπολιτικών συμμαχιών για τις ΗΠΑ (πραγματικές ή ενδεχόμενες).
Φυσικά, πολλά από τα σενάρια αυτά μοιάζουν σήμερα "απομακρυσμένα" ή "απίθανα".
Άλλά εκεί είναι η ουσία: Ότι σε κάθε μεταβατική εποχή, γίνεται πραγματικότητα αυτό που ως τότε έμοιαζε "απίθανο".
Ο Μπρεζίνσκι προετοιμάζεται μόνο για όλα μοιάζουν "πιθανά" την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου.


Στις Συμπληγάδες των ιδεολογημάτων…


Σε μια προεκλογική περίοδο αξίζει να αναρωτηθούμε τι ακριβώς σημαίνουν οι έννοιες που ακούμε συνέχεια δίπλα μας: προοδευτικός, συντηρητικός, φιλελεύθερος κλπ.
Φαίνονται, ίσως, προφανείς. Όμως, δεν είναι.
Και η κατανόησή τους είναι κρίσιμη, διότι αρκετοί ψηφοφόροι πλέον (13-15% του συνολικού εκλογικού σώματος τους υπολογίζουν οι δημοσκόποι), θα διαλέξουν τι θα κάνουν ανάλογα με το νόημα που δίνουν στις έννοιες αυτές, εκείνες που επιλέγουν ως προτάγματα για τον εαυτό τους, και τον τρόπο που αξιολογούν τα υπάρχοντα κόμματα ανάλογα με τα προτάγματα που οι ίδιοι υιοθετούν.
Αξίζει, λοιπόν, να εξετάσουμε πιο προσεκτικά αυτές τις έννοιες…

Η μεγάλη ψευδαίσθηση της «Προόδου»
Πρώτον ο όρος «προοδευτικός»: Προϋποθέτει ότι ο χρόνος κινείται προς μια κατεύθυνση μόνο. Αυτοί που επικαλούνται την «πρόοδο» ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν προς τα πού κινείται η Ιστορία. Και που θα «καταλήξει» ακόμα…
Αλλά αυτό είναι η πιο επικίνδυνη ψευδαίσθηση: Διότι απλούστατα, η Ιστορία πάντα διαψεύδει όσους νομίζουν ότι την ελέγχουν ή ότι γνωρίζουν τις «σιδερένιες νομοτέλειές» της.,,
Το ίδιο ισχύει για την έννοια «σύγχρονος» ή «εκσυγχρονισμός».
— Για παράδειγμα, μέχρι πριν εικοσιπέντε χρόνια, «προοδευτικός» θεωρείτο ο οπαδός του «υπαρκτού Σοσιαλισμού». Αυτά τα καθεστώτα θεωρούνταν ότι συνόψιζαν το μέλλον της ανθρώπινης κοινωνίας. Ύστερα κατέρρευσαν με πάταγο. Οι κοινωνίες που αναδείχθηκαν από τα ερείπια τους έφεραν βαριά τραύματα και σοβαρές αναπηρίες που έκαναν χρόνια να ξεπεράσουν. Κι όμως για δεκαετίες, εκατομμύρια μορφωμένοι άνθρωποι (ιδιαίτερα διανοούμενοι) πίστεψαν ότι αυτές οι κοινωνίες ήταν η «αναπόφευκτη πρόοδος» της ανθρωπότητας…
Τι είναι λοιπόν, σήμερα «προοδευτικό» και τι «αντιδραστικό»;
— Υπάρχει κι άλλο παράδειγμα: Μέχρι πριν λίγα χρόνια θεωρείτο «σύγχρονο» (κι οπωσδήποτε «εκσυγχρονιστικό») ο,τιδήποτε οδηγούσε στην απορρύθμιση των αγορών (από τον έλεγχο του κράτους). Αυτή η διευρυνόμενη εκστρατεία «απορρύθμισης» οδήγησε στην χρηματοπιστωτική κρίση των τελευταίων δύο χρόνων, που γονάτισε την παγκόσμια οικονομία. Και σήμερα έχει ήδη αντιστραφεί η τάση: Οδηγούμαστε σε αναζήτηση νέων ρυθμιστικών κανόνων, εθνικών και διεθνών, καθώς και σε νέες – έστω και προσωρινές – κρατικοποιήσεις μεγάλων επιχειρηματικών κολοσσών.
Τι είναι λοιπόν «σύγχρονο» πλέον, και τι αναχρονιστικό;
Η έννοια του «προοδευτικού» (που καταχράστηκε η Αριστερά) και του «εκσυγχρονιστικού» (που καταχράστηκε η Κεντροδεξιά και η Κεντροαριστερά φιλελεύθερων αποκλίσεων) εμπεριέχει την αυταπάτη ότι γνωρίζουμε «το βέλος του χρόνου»: Προς τα πού κινούνται τα πράγματα «νομοτελειακά»…
Όμως τα πράγματα συχνά κινούνται με αντιφάσεις, με άλματα και ασυνέχειες, ακόμα και κυκλικά. Αν εκλάβουμε την κυκλική διακύμανση ως «ιστορική τάση», κινδυνεύουμε να κάνουμε πολύ σοβαρά λάθη.
Συνήθως γνωρίζουμε τι είναι «αναχρονιστικό» ή «αντιδραστικό» – τι έχει παλιώσει ή φρενάρει την προσαρμογή στις νέες συνθήκες – αλλά δεν γνωρίζουμε τι είναι «εκσυγχρονιστικό» και «προοδευτικό». Γνωρίζουμε τι έχουμε αφήσει στο παρελθόν, αλλά δεν ξέρουμε με την ίδια βεβαιότητα που οδηγεί το μέλλον.
Κυκλικές διακυμάνσεις και Ιστορικές τάσεις
Πολλές φορές, μάλιστα, ούτε για το τι αποτελεί οριστικά παρελθόν μπορούμε να είμαστε σίγουροι:
* Για παράδειγμα στη δεκαετία του ’30, ο Ολοκληρωτισμός κέρδιζε έδαφος παντού. Λόγω της Μεγάλης Κρίσης του 1929 στις ΗΠΑ και των σεισμικών επιπτώσεών της στον υπόλοιπο κόσμο, ναζιστικά και φασιστικά καθεστώτα κέρδιζαν την εξουσία (ή σημαντική επιρροή), σε πολλές χώρες, ενώ και ο Κομμουνισμός ενισχυόταν από την άλλη πλευρά, καθώς η πρόβλεψή του για την «αναπόφευκτη κατάρρευση του καπιταλισμού» φαινόταν να επαληθεύεται.
Έτσι οι φιλελεύθερες δημοκρατίες έμοιαζαν να συντρίβονται. Παρ’ όλα αυτά ο Ολοκληρωτισμός ηττήθηκε τελικά παντού, και οι φιλελεύθερες δημοκρατίες επικράτησαν διεθνώς.
* Η Κοινωνία των Εθνών δημιουργήθηκε το 1919 με τη βεβαιότητα ότι αν εγκαθιδρύονταν δημοκρατικά καθεστώτα παντού και εντάσσονταν σε ένα διεθνές όργανο συνεργασίας μεταξύ τους με βάση κανόνες δικαίου, ο κόσμος θα οδηγείτο σε μόνιμη και σταθερή διεθνή Ειρήνη.
Τρείς δεκαετίες αργότερα – μετά από μια Μεγάλη Κρίση στη δεκαετία του ’30 κι ένα εφιαλτικό Παγκόσμιο Πόλεμο στη δεκαετία του ’40 – ο κόσμος βρέθηκε μοιρασμένος σε δύο στρατόπεδο, που το καθένα τους είχε διακηρύξει ως τελικό του στόχο την εξαφάνιση του άλλου.
Αυτό που έμοιαζε «αδιαμφισβήτητη πρόοδος» και «ιστορικό άλμα της ανθρωπότητας προς τα μπρός», τρείς δεκαετίες αργότερα έμοιαζε αφελές ιδεολόγημα, που ουδείς έδειχνε διάθεση να υπερασπιστεί.
* Από τη δεκαετία του ’50 ως τη δεκαετία του ’70 ο κρατικός παρεμβατισμός στην οικονομία της αγοράς, κυριαρχούσε παντού. Ελάχιστοι τον αμφισβητούσαν.
Στη δεκαετία του ’70 μετά από τριπλή κρίση που συντάραξε τη διεθνή οικονομία (κατάρρευση του συστήματος σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών το 1971-73 και δύο πετρελαϊκές κρίσεις, το 1973 και το 1979), εμφανίστηκε το φαινόμενο του στασιμοπληθωρισμού, κλονίστηκαν όλες οι οικονομίες κι άρχισε να κερδίζει έδαφος μια νεοφιλελεύθερη αντίληψη αποδέσμευσης των οικονομιών από τον ασφυκτικό έλεγχο του κρατισμού.
Στη δεκαετία του ’90, μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», η κυριαρχία των αγορών έγινε παγκόσμια «θρησκεία». Η απορρύθμιση προχώρησε ως οδοστρωτήρας παντού. Οι δυνάμεις των αγορών που απελευθερώθηκαν προκάλεσαν την ευφορία μιας εκρηκτικής και «αδιατάρακτης ανόδου». Το όνειρο κατέληξε σε εφιάλτη με τη μεγάλη χρηματοοικονομική κρίση του 2008…
Υπάρχει, λοιπόν, μια κυκλική διακύμανση στην επικράτηση αντίθετων αντιλήψεων και οικονομικών μοντέλων διεθνώς:
— Άλλοτε κερδίζουν έδαφος φιλελεύθερες κι άλλοτε κρατικιστικές απόψεις.
— Άλλοτε οι κοινωνίες τείνουν να συσπειρωθούν γύρω από εθνικά κράτη κι αυτά να δημιουργούν ισχυρούς συνασπισμούς για να προστατευθούν, κι άλλοτε συμβαίνει το αντίθετο: αποδυναμώνονται τα εθνικά κράτη και προσχωρούν σε χαλαρές ενώσεις διεθνούς δικαίου, με την ελπίδα ότι αυτό θα φέρει την παγκόσμια σταθερότητα και την αιώνια Ειρήνη.
— Άλλοτε επικρατούν τάσεις συγκέντρωσης της ισχύος (πολιτικής, στρατιωτικής και επιχειρηματικής) σε μεγάλα σύνολα που διαθέτουν «αποτελεσματικότητα» λόγω του μεγέθους τους (οικονομίες κλίμακος κλπ.) κι άλλοτε κυριαρχεί το σπάσιμο σε μικρότερα μεγέθη που μοιάζουν αποτελεσματικότερα λόγω της ευελιξίας τους και της μεγαλύτερης προσαρμοστικότητάς τους σε ένα ρευστό περιβάλλον.
Ακόμα και στην αισθητική, άλλοτε κυριαρχούν οι «τετραγωνισμένες» μορφές κι άλλοτε οι «στρογγυλεμένες», άλλοτε η μινιμαλιστική γραμμή κι άλλοτε η περίτεχνα δουλεμένη λεπτομέρεια.
Από την άλλη πλευρά, όμως, υπάρχει μια αίσθηση μακροχρόνιας «προόδου». Ξέρουμε ότι ο ηλεκτρισμός είναι πρόοδος σε σχέση με τον ατμό. Κι ότι οι μηχανές εσωτερικής καύσεως είναι ανώτερες των ατμομηχανών. Ξέρουμε ότι κοινωνίες που αναδιανέμουν ευημερία με κάποιο τρόπο, είναι σταθερότερες, πιο δίκαιες και πιο αναπτυξιακά δυναμικές από κοινωνίες μεγάλων και αξεπέραστων αντιθέσεων στο εσωτερικό τους. Όπως ξέρουμε ότι οικονομίες που καταστρέφουν το περιβάλλον είναι υποδεέστερες εκείνων που το προστατεύουν, το συντηρούν και το βελτιώνουν.
Γνωρίζουμε, λοιπόν, ότι υπάρχουν μακροχρόνιες τάσεις που επιτρέπουν να διακρίνουμε την Πρόοδο από την Οπισθοδρόμηση και το Σύγχρονο από το Αναχρονιστικό.
Αλλά υπάρχουν και κυκλικές διακυμάνσεις που εμφανίζουν κάθε φορά ως «προοδευτική» ή «εκσυγχρονιστική», τη «μόδα», τις πολιτικές κι αισθητικές αντιλήψεις που επικρατούν προσωρινά σε κάθε φάση…
Συμπληρωματικά όχι αντίπαλα
Εδώ έχουν σημασία δύο πράγματα:
— Πρώτον, να διακρίνουμε την μακροχρόνια (ιστορική) «τάση», από την (εκάστοτε) «μόδα». Αυτό που αποτελεί σταθερό «βέλος του χρόνου», από την εκάστοτε «κυκλική διακύμανση» αντιλήψεων. Αυτό που είναι η μόνιμη «φορά» της Ιστορίας απ’ αυτό που είναι το προσωρινό «καπρίτσιο» της συγκυρίας.
— Δεύτερον, να ισορροπήσουμε ανάμεσα σε διαφορετικά προτάγματα, διαφορετικές προτεραιότητες, διαφορετικές αξιακές κλίμακες. Κι όχι να παρασυρόμαστε από το ένα άκρο του «εκκρεμούς» στο αντίθετο, και να αλλάζουμε κατεύθυνση μετά από πολύ οδυνηρές κρίσεις.
* Στην Οικονομία, όταν επικρατούν αντιλήψεις κρατικιστικές, να μην αφήνουμε την τάση για έλεγχο να οδηγήσει σε ακρότητες που πνίγουν την δημιουργικότητα της οικονομίας. Αλλά κι αντιστρόφως: όταν κυριαρχούν φιλελεύθερες αντιλήψεις, να μην αφήσουμε την τάση για απελευθέρωση των αγορών, να οδηγήσει στη χαοτική διάλυσή τους.
* Στο Δίκαιο, όταν επικρατούν τάσεις για απελευθέρωση του ατόμου από την κρατική κηδεμονία, να μην οδηγηθούμε σε άκρα που υπονομεύουν τη δημόσια ασφάλεια. Και αντιθέτως, όταν επικρατούν αντιλήψεις που δίνουν προτεραιότητα στην δημόσια ασφάλεια, να μην αφήσουμε την κρατική «προστασία» να πνίξει την κοινωνία.
* Στη διεθνή Πολιτική, όταν επικρατούν τάσεις αποδυνάμωσης του εθνικού κράτους, εν ονόματι της «παγκόσμιας σύγκλισης», να μην επιτρέψουμε την αποδόμηση των εθνικών κοινωνιών, που είναι προϋποθέσεις δημοκρατίας. Κι όταν επικρατεί η αντίθετη τάση, ενίσχυσης των εθνικών κρατών, να μην επιτρέψουμε την δημιουργία «περίκλειστων φρουρίων», μέσα στα οποία ασφυκτιούν οι κοινωνίες κι ωθούνται σε αμοιβαία καταστροφή.
* Στην Τέχνη, όταν επικρατούν μινιμαλιστικές τάσεις να μη φτάνουμε στο σημείο της αμορφίας, όπου η «εκφραστική λιτότητα» της Τέχνης γίνεται άναρθρη κραυγή. Γιατί το «άμορφο» δεν είναι «όμορφο»! Κι αντιθέτως, όταν επικρατούν τάσεις στροφής στην εικαστική λεπτομέρεια, να μην φτάνουμε στο άλλο άκρο, όπου η εξαιρετικά «δουλεμένη μορφή» πνίγει το περιεχόμενο της, κι όπου η εκφραστική δεινότητα της Τέχνης γίνεται «φλυαρία» που σκοτώνει την Αλήθεια της.
Δύο «αντίθετα», το ένα προϋπόθεση του άλλου!
Αυτό όμως μας αναγάγει σε μια άλλη προσέγγιση που δεν είναι ούτε «προοδευτική» ούτε η «συντηρητική», είναι ισορροπημένη. Κατανοεί την ανάγκη σύνθεσης – ή μάλλον συνεχών ανά-συνθέσεων – ανάμεσα σε δύο διαφορετικές τάσεις των σύγχρονων κοινωνιών:
— την τάση συνεχούς προσαρμογής σε νέα δεδομένα (ακόμα κι όταν η προσαρμογή αυτή γίνεται σε πρόσκαιρες μόδες, όχι σε ιστορικές τάσεις).
— και στην αντίθετη προδιάθεση κάθε κοινωνίας να διατηρήσει ένα πυρήνα αντιλήψεων και σχέσεων που παραμένει σταθερός, για να μην αποσυντεθεί ολόκληρο το οικοδόμημα.
Η πρώτη τάση (συνεχούς προσαρμογής) συνήθως εκλαμβάνεται ως «προοδευτικότητα». Η δεύτερη τάση (διατήρησης ενός ελάχιστου πυρήνα συνέχειας με το παρελθόν) συνήθως εκλαμβάνεται ως «συντηρητισμός».
Το που θα επιλέξει κάποιος να ενταχθεί κάθε φορά, είναι ασφαλώς προσωπική του υπόθεση. Όμως η κοινωνία έχει μακροχρόνια ανάγκη και τις δύο αυτές τάσεις.
* Για να προχωρήσει μια κοινωνία προσαρμοζόμενη συνεχώς στις νέες συνθήκες πρέπει να διατηρεί την ισορροπία και την ενότητά της. Χρειάζεται, λοιπόν, ένα ελάχιστον σταθερότητας κι ευστάθειας.
Για να είναι «προοδευτική», χρειάζεται ένα ελάχιστο συντηρητισμού.
* Κι αντιστρόφως: για να διατηρεί την σταθερότητά της χρειάζεται να προσαρμόζεται συνεχώς στις νέες συνθήκες. Για να είναι «συντηρητική», χρειάζεται ένα ελάχιστο «προοδευτικότητας».
Οι πιο ρηξικέλευθοι οπαδοί των μεγάλων αλλαγών χρειάζονται κάποια συντηρητικά ανακλαστικά, για να μην εκτροχιαστούν.
Κι οι πιο σταθεροί υπέρμαχοι των παραδοσιακών αξιών, χρειάζονται κάποια προοδευτική διορατικότητα, για να επιβιώσουν σ’ ένα μεταβαλλόμενο κόσμο.
Αυτή η προσέγγιση είναι διαφορετική και υπερβατική, γιατί επιτρέπει να δούμε την «πρόοδο» και τη «συντήρηση» ως μακροχρόνια συμπληρωματικά στοιχεία προκοπής μιας κοινωνίας. Όχι ως αντίπαλα προτάγματα που οφείλει να επικρατήσει το ένα σε βάρος του άλλου.
Όταν θα ακούτε τους πύρινους λόγους της προεκλογικής εκστρατείας, ίσως είναι χρήσιμο να θυμάστε αυτές τις σκέψεις…



Αναδιανομή: το οικονομικό πρόταγμα που χρεοκόπησε

Του Χρύσανθου Λαζαρίδη

5 Νοεμβρίου 2009




Αυτό που ονομάστηκε «Μεταπολίτευση» στην Ελλάδα, υπήρξε τελικώς ένα πολιτικό καθεστώς, με οικονομικό πρόταγμα αποκλειστικά την αναδιανομή.
Αναδιανομή εισοδήματος και πλούτου γίνεται συνήθως μέσω του δημόσιου προϋπολογισμού. Φορολογείται το «πλεόνασμα», για να βοηθηθούν οι οικονομικά ασθενέστεροι. Αλλά για να φορολογηθεί κάτι πρέπει να υπάρχει. Όταν δεν υπάρχει πλεόνασμα για να φορολογηθεί, τότε αρχίζει η φορολόγηση να γίνεται σε βάρος των μελλοντικών γενεών.
Αντί να φορολογηθούν οι «πλούσιοι» για να ενισχυθούν οι «φτωχοί», φορολογούνται πλέον οι μελλοντικές γενεές, υπέρ των σημερινώνΚι αυτό επιτυγχάνεται με το δανεισμό. Το κράτος μοιράζει δανεικά, τα οποία θα τα πληρώσουν οι επόμενοι…
Ο δανεισμός δεν είναι κατʼ ανάγκην κάτι αρνητικό. Όταν το παραγόμενο εισόδημα είναι μεγαλύτερο από το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, ο δανεισμός αυξάνει το εισόδημα, επιταχύνει την ανάπτυξη, συσσωρεύει πλούτο και παράγει ευημερία. Αν δηλαδή επενδύσουμε τα 1000 ευρώ που δανειζόμαστε, έτσι ώστε να αυξήσουμε το ετήσιό εισόδημά μας κατά 20 ευρώ το χρόνο στο εξής, και πληρώνουμε ετησίως 15 ευρώ τόκους για εξυπηρέτηση του χρέους, τότε βελτιώνουμε το καθαρό εισόδημά μας κάθε χρονιά κατά (20-15=) 5 ευρώ.
Τίποτε όμως δεν είναι παντοτινό. Και καμία επένδυση δεν αποδίδει πρόσθετο εισόδημα για πάντα. Το πρώτο πρόβλημα, λοιπόν, είναι αν εξαντλείται μια επένδυση πριν αποπληρωθεί το δάνειο με το οποίο χρηματοδοτήθηκε. Αν δηλαδή πάψει να μας δίνει πρόσθετο εισόδημα πριν την ξεπληρώσουμε. Κι έτσι βρεθούμε κάποτε να πληρώνουμε παραπάνω (γιατί χρωστάμε ακόμα), χωρίς να εισπράττουμε παραπάνω (γιατί η επένδυση έχει «απαξιωθεί»).
Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι η οικονομία δεν αναπτύσσεται συνεχώς. Εμφανίζει κυκλικές διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια των οποίων το εισόδημα υποχωρεί απότομα. Αλλά οι δόσεις αποπληρωμής του χρέους δεν υποχωρούν κι αυτές. Κι έτσι κάποια στιγμή βρισκόμαστε να πληρώνουμε χωρίς να εισπράττουμε. Αν τότε υποχρεωθούμε σε νέο έκτακτο δανεισμό για να αντέξουμε την ύφεση, τότε μόλις ξεπεραστεί η ύφεση θα έχουμε αυξημένες υποχρεώσεις εξυπηρέτησης αυξημένου χρέους. Και τότε η αρχική επένδυση, σε συνδυασμό με την ύφεση και τον αυξημένο δανεισμό που μας εξανάγκασε να αναλάβουμε, μπορεί τελικά να μας ζημιώνουν σε βάθος χρόνου. Και να μας αναγκάζουν να δανειζόμαστε όλο και περισσότερα…
Αυτά είναι τα δύο πιο σημαντικά ρίσκα που εμπεριέχει ο δανεισμός, ακόμα κι όταν είναι αρχικά «αποδοτικός». Γιʼ αυτό κι είναι φρόνιμο να μη δανειζόμαστε πάνω από ένα ποσοστό του ετήσιου εισοδήματος. Γιατί αν το ξεπεράσουμε, τότε ο δανεισμός μας μπορεί να γίνει αυτοτροφοδοτούμενος και ανεξέλεγκτος. Δηλαδή είναι υποχρεωτικό να βρεθούμε να δανειζόμαστε όλο και περισσότερο, για να ξεπληρώνουμε τα τοκοχρεολύσια των προηγούμενων δανείων.

Ο εφιάλτης του δημόσιου χρέους

Αυτό ακριβώς έπαθε και η Ελλάδα: Το 1981 είχε εξαιρετικά χαμηλό δημόσιο δανεισμό. Μόλις το 29% του ΑΕΠ. Το 1989 βρέθηκε με δανεισμό γύρω στο 85% του ΑΕΠ…
Η «κοινωνική πολιτική» της πρώτης οκταετίας ΠΑΣΟΚ σχεδόν τριπλασίασε το δημόσιο χρέος! Όλη σχεδόν η «αναδιανομή» του ΠΑΣΟΚ έγινε με δανεικά, όχι με φορολόγηση των πλουσίων υπέρ των φτωχών. Στην πραγματικότητα φορολογήθηκαν οι επόμενες γενιές.
Στην τριετία 1990-1993, το δημόσιο χρέος εκτινάχθηκε στο 110%! Αυτό συνέβη, διότι μεσολάβησε μια ήπια διεθνής ύφεση, η οποία όμως, εξανάγκασε την ήδη υπερχρεωμένη Ελλάδα να δανειστεί πρόσθετα για να ανταπεξέλθει το βάρος των προηγουμένων δανείων. Κι ακόμα, την εποχή εκείνη κατέπεσαν εγγυήσεις του Δημοσίου για δάνεια ΔΕΚΟ και Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που είχαν συναφθεί τα προηγούμενα χρόνια, πριν το 1989.
Έτσι, η διακυβέρνηση ΝΔ εκείνης της τετραετίας φορτώθηκε δάνεια που είχαν συναφθεί επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ την προηγούμενη οκταετία. Είχαν εισπραχθεί επί ΠΑΣΟΚ, αλλά καταγράφηκαν στο «παθητικό» της ΝΔ…
Από τότε όλες οι διαδοχικές κυβερνήσεις έκαναν προσπάθεια να μειώσουν το χρέος. Πότε πραγματικά, πότε με μηχανισμούς «δημιουργικής λογιστικής». Ελάχιστα πράγματα κατάφεραν. Το δημόσιο χρέος παραμένει σήμερα γύρω στο 105% του ΑΕΠ ως ποσοστό, ενώ ως συνολικό νούμερο μεγαλώνει συνεχώς. Τα παλαιά χρέη προκαλούν νέα χρέη. Και το χρέος συσσωρεύεται συνέχεια…
Η αναδιανομή αντί να ανακουφίσει τους φτωχούς του σήμερα, οδηγεί σε χρεοκοπία την επόμενη γενιά. Οι αγέννητοί Έλληνες είναι ήδη χρεοκοπημένοι από σήμερα…
Στο μεταξύ η σταδιακή χρεοκοπία του δημόσιου τομέα προκάλεσε μια αποδυνάμωση της ιδιωτικής οικονομίας. Κανείς δεν επενδύει σε μια οικονομία όπου το δημόσιο βυθίζεται στα χρέη συνεχώς. Κι αυτό διότι όλοι οι επίδοξοι επενδυτές προεξοφλούν ότι μελλοντικά θα υπάρξουν μεγαλύτεροι φόροι, ώστε το κράτος να αντιμετωπίζει τις αυξημένες δανειακές του υποχρεώσεις.
Καθώς οι επενδύσεις μειώνονται ενώ τα χρέη αυξάνονται, τελικώς ο παραγωγικός μηχανισμός της χώρας παραλύει. Τότε πλέον δεν υπάρχει ούτε το ελάχιστο πλεόνασμα για να φορολογηθεί.
Στην Ελλάδα συνέβη μια πρωτοφανής από-επένδυση τις τελευταίες δεκαετίες. Εργοστάσια έκλεισαν επιχειρήσεις χρεοκόπησαν η μία μετά την άλλη, ολόκληρη κλάδοι εξαφανίστηκαν, μεγάλες μεταποιητικές μονάδες μετακόμισαν σε γειτονικά κράτη.
Αυτά όλα συνέβησαν πριν έλθει το «τσουνάμι» των πάμφθηνων Κινεζικών προϊόντων που σάρωσαν όλο τον κόσμο, κι έπληξαν την εγχώρια παραγωγή σε όλες τις χώρες. Όταν ήλθαν και τα «Κινέζικα», απλά ολοκληρώθηκε η αποβιομηχάνιση της χώρας. Η Ελλάδα παράγει πλέον μόνο υπηρεσίες και κάποια υλικά για τις δημόσιες επενδύσεις (τσιμέντα κλπ.).
Βασικοί παραγωγικοί τομείς στην Ελλάδα πλέον είναι οι λεγόμενες «υπηρεσίες». Και βασικές επενδύσεις είναι οι δημόσιες επενδύσεις σε έργα υποδομής.
Αλλά κι αυτό που ονομάζουμε «υποδομή» είναι έργα στήριξης της οικονομικής δραστηριότητας. Αυτοκινητόδρομοι, αεροδρόμια, λιμάνια, ενεργειακές μονάδες κλπ.
Όλα αυτά λέγονται υπό-δομές, γιατί υπό-στηρίζουν τον παραγωγικό μηχανισμό. Στηρίζουν την μεταφορά εμπορευμάτων, ημί-κατεργασμένων υλών, έτοιμων προϊόντων, την εμπορία τους και τις εξαγωγές τους, τη παραγωγή και μεταφορά ενέργειας, τις τηλεπικοινωνίες κλπ.
Στην Ελλάδα των τελευταίων δεκαετιών βελτιώθηκαν οι υπό-δομές και εξαφανίστηκαν οι «δομές», δηλαδή ο ίδιος ο παραγωγικός μηχανισμός, τον οποίο οι υποδομές υποτίθεται ότι στηρίζουν.
Πολλαπλασιάστηκαν οι αυτοκινητόδρομοι, αλλά εξαφανίστηκαν τα εργοστάσια και οι μεταποιητικές μονάδες. Ενώ και η ίδια η γεωργική παραγωγή φθίνει.
Επενδύσεις γίνονται κυρίως για υποδομές, όχι για παραγωγικό μηχανισμό, ο δανεισμός του ιδιωτικού τομέα πηγαίνει κυρίως σε κατανάλωση όχι σε παραγωγικές επενδύσεις, ενώ ο δανεισμός του δημόσιου τομέα γίνεται κι αυτός κυρίως για δημόσια κατανάλωση και για να εξυπηρετηθεί το ήδη διογκούμενο χρέος.


Οι «σωτήριες» εισροές που ήδη φθίνουν

Το οικονομικό μοντέλο θα είχε ήδη καταρρεύσει, αν δεν ήταν τρείς μείζονες εισροές: Τα κοινοτικά κονδύλια, ο τουρισμός και η ναυτιλία.

-- Αλλά τα κοινοτικά κονδύλια περιορίζονται σταδιακά και μεσοπρόθεσμα θα στερέψουν: Το 2013 η Κοινή Αγροτική Πολιτική θα αλλάξει. Και τότε θα μειωθεί δραστικά η σημερινή εισοδηματική ενίσχυση των αγροτών.
Καθώς η Ελλάδα εμφάνιζε αυξημένους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης του ΑΕΠ (λόγω κοινοτικών εισροών και επενδύσεων σε υποδομές), πλησίασε το μέσο κοινοτικό ΑΕΠ χωρίς παραγωγικό μηχανισμό! Έτσι μετά το 2013 θα βρεθεί να εισπράττει πολύ λιγότερο από τα κοινοτικά ταμεία στήριξης, ενώ τα κοινοτικά κονδύλια μειώνονται έτσι κι αλλιώς ως ποσοστό του κοινοτικού ΑΕΠ.

-- Η ναυτιλία πλήγηκε σοβαρά από την τελευταία διεθνή κρίση (κι από την άνοδο στην τιμή του πετρελαίου, που προηγήθηκε). Βεβαίως θα ανακάμψει από τη σημερινή πτώση, αλλά δύσκολα θα επανέλθει στα προηγούμενα επίπεδά της, τουλάχιστο σε ορατό χρόνο. Στο εξής, όταν η ναυτιλία δεν πλήττεται από τη διεθνή ύφεση θα πλήττεται από την άνοδο του πετρελαίου...
Συνεπώς, ούτε η ναυτιλία θα δίνει πλέον τόσο δυνατή «εξωγενή ώθηση» στην ελληνική οικονομία, στο ορατό μέλλον.

-- Τέλος, ο τουρισμός επλήγη κι αυτός από τη διεθνή κρίση και ασφαλώς θα ανακάμψει μόλις η κρίση ξεπεραστεί. Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο του πρόβλημα. Έχει σοβαρές διαρθρωτικές στρεβλώσεις και χρειάζεται κυρίως «στροφή στην ποιότητα». Δηλαδή στην προσέλκυση επισκεπτών υψηλότερου εισοδηματικού επιπέδου, που ξοδεύουν πολύ περισσότερο κατά κεφαλήν κι επιβαρύνουν λιγότερο το περιβάλλον, αντί για το μαζικό χαμηλού επιπέδου τουρισμό που κυρίως προσελκύουμε τώρα.
Αυτό όμως, χρειάζεται πολύ διαφορετικές τουριστικές μονάδες, διαφορές υποδομές και διαφορές συνέργειες ανάμεσα στον Τουρισμό κι άλλους κλάδους (Πολιτισμό κλπ.).
Για παράδειγμα, η Ελλάδα έχει το πιο ελκυστικό αρχιπέλαγος στον κόσμο, αλλά δεν διαθέτει υποδομές αρχιπελαγικού τουρισμού! Έχει τεράστιο πολιτιστικό πλούτο, τον οποίο δεν μπορεί να αξιοποιήσει…
Με μειούμενες κοινοτικές εισροές, με περιορισμένο το ρόλο της ναυτιλίας, ο Τουρισμός είναι αμφίβολο να διασώσει μόνος του της Ελληνική Οικονομία.


Αναδιανομή μιζέριας

Συνεπώς, ολόκληρο το οικονομικό μοντέλο της μεταπολίτευσης, το οποίο στηρίχθηκε στο πρόταγμα της αναδιανομής με δανεικά, και οδήγησε:

-- στην αποβιομηχάνιση, στην από-επένδυση, στον υπέρ-καταναλωτισμό,
-- στην ιδιωτική υπερχρέωση με παράλληλη υποχώρηση της παραγωγικής επένδυσης,
-- σε επέκταση υποδομών με παράλληλη συρρίκνωση του παραγωγικού μηχανισμού,
-- σε όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση από εξωγενείς εισροές που πλέον υποβαθμίζονται ή στερεύουν,

όλο αυτό το μοντέλο πλέον καταρρέει.

Δεν κατέρρευσε η «δημοσιονομική διαχείριση της Νέας Δημοκρατίας». Κατέρρευσε (κι όχι μόνο λόγω της διεθνούς κρίσης) ένα ολόκληρο οικονομικό μοντέλο που επικράτησε την μεταπολιτευτική περίοδο, κυρίως με ευθύνη των επιλογών του ΠΑΣΟΚ, αλλά και χωρίς η ΝΔ, όταν βρέθηκε στην εξουσία, να κάνει το παραμικρό για να το αμφισβητήσει. Ή μάλλον έκανε πολύ λίγα, πολύ διστακτικά και πολύ αργά.

Όπως οι επεμβάσεις στο Ασφαλιστικό, η μείωση φορολογίας των τελευταίων ετών κλπ.

Η αναδιανομή κατάντησε μια συνεχής επίκληση των αδύνατων στρωμάτων, που το ίδιο το μοντέλο πολλαπλασίαζε.
Αντί να θεραπεύει κοινωνικές ανισότητες, τις πολλαπλασιάζει.
Επικαλείται τους φτωχούς και δημιουργεί συνεχώς «νεόπτωχους».
Αναδιανέμει συνεχώς από τη μεσαία τάξη, ευκαιρίες και πλούτο προς τα πάνω και ψίχουλα προς τα κάτω.
Η αναδιανομή συμπίεσε έτσι τη μεσαία τάξη, δημιουργώντας «νέα τζάκια» κρατικοδίαιτων νεόπλουτων και στρατιές νεόπτωχων.
Αντί να βγάζει τους ανθρώπους από τη φτώχια, προσπαθεί να τους συντηρεί μέσα στη φτώχια.
Κατέστρεψε την παραγωγική ικμάδα της Ελληνικής κοινωνίαςμεγιστοποίησε την κομπίνα δόξασε την «αρπαχτή», διέλυσε ταυτόχρονα την υγιή επιχειρηματικότητα και το εργασιακό ήθος.

Χρειάζεται επειγόντως νέο οικονομικό μοντέλο, αναπτυξιακό κι ανταγωνιστικό, με διάχυση ευημερίας και ευκαιριών, με πρόταγμα την ανάταξη της μεσαίας τάξης, τη διάλυση των καρτέλ, και την εξάλειψη όλων των άλλων στρεβλώσεων των αγορών.

Κάποιος χρειάζεται να τα πιστέψει όλα αυτά και να τα εμπνεύσει στους γύρω του. Και κάποιοι χρειάζεται να τα στηρίξουν αποφασιστικά. Κι όλοι μαζί να πείσουν την ελληνική κοινωνία, που πολύ σύντομα δεν θα ʼχει να χάσει τίποτε παραπάνω από τη μιζέρια της.

Γιατί αυτή ακριβώς τη μιζέρια συσσωρεύει και …αναδιανέμει το χρεοκοπημένο μοντέλο της «αναδιανομής».
Και ο παραμερισμός του θα σημάνει το οριστικό τέλος της Μεταπολίτευσης.
Ή την απαρχή μιας νέας Μεταπολίτευσης.
Πολύ πιο δημοκρατικής. Και πολύ πιο αναπτυξιακής και κοινωνικά δίκαιης.


Η ιστορική δικαίωση του… «ανόητου» Αντενάουερ!

Του Χρύσανθου Λαζαρίδη, 25/11/2009

Ξεχάστε, προς στιγμήν, τα Σκόπια και το Σχέδιο Ανάν…
Θα σας πω μιαν ιστορία, από μιαν άλλη διαμάχη, όχι πολύ παλιά:
Από το 1950 ως το 1989, επί 39 χρόνια, η Δυτική Γερμανία αρνιόταν να αναγνωρίσει το καθεστώς της Ανατολικής Γερμανίας. Από τα μέσα της δεκαετίας του ‘60 η Ανατολική Γερμανία αναγνωρίστηκε διεθνώς απ’ όλα τα υπόλοιπα κράτη, ακόμα και από νατοϊκούς Συμμάχους της Βόννης. Αλλά η Δυτική Γερμανία ουδέποτε την αναγνώρισε…
Το 1952 ο Στάλιν πρότεινε την επανένωση των δύο Γερμανιών και την ταυτόχρονη αποστρατιωτικοποίησή τους. Το περιβόητο εκείνο Peace Note του Στάλιν είχε το χαρακτήρα μιας «διζωνικής συνομοσπονδίας», όπου θα κυριαρχούσαν οι κομμουνιστές στο ανατολικό τμήμα και οι αντι-κομμουνιστές στο δυτικό. Η «ενωμένη» Γερμανία δεν θα ήταν ενιαία χώρα, δεν θα λειτουργούσε ο κανόνας της πλειοψηφίας, δεν θα είχε πλήρη κυριαρχία, ενώ προβλέπονταν πολλαπλά βέτο σε όλα τα επίπεδα και σε όλους τους τομείς της χαλαρής κεντρικής διοίκησης.
Ο Καγκελάριος της Δυτικής Γερμανίας Κόνραντ Αντενάουερ το απέρριψε ασυζητητί. Εξήγησε ότι αυτό που προέβλεπε το Peace Note του Στάλιν ήταν περισσότερο «μια συγκυριαρχία ξένων επιρροών στη χώρα του, παρά μια επανένωση»!
Διακήρυξε ότι προτιμούσε να παραμείνει η χώρα του διαιρεμένη, παρά να ενωθεί με τρόπο που μονιμοποιούσε την υποταγή της: «Καλύτερα διαιρεμένοι με ελπίδα ότι κάποτε θα επιτύχουμε πραγματική επανένωση, παρά ενωμένοι στην απελπισία».
Ο Τσώρτσιλ αποδέχθηκε ενθουσιωδώς το Peace Note του Στάλιν. Η κυβέρνηση Τρούμαν στην Ουάσιγκτων το συζητούσε σοβαρά. Ο Αντενάουερ πιέστηκε τότε να αποδεχθεί την μοναδική ευκαιρία. Δεν υποχώρησε…
Επέμενε ότι η αληθινή Ένωση θα ερχόταν όταν αποδυναμωνόταν διεθνώς η ΕΣΣΔ και διαλυόταν Ανατολικογερμανικό καθεστώς, που ήταν απολύτως εξαρτημένο από τη Μόσχα.
Τον αποκάλεσαν «ανόητο», «φανατικό» και τυχοδιώκτη.
– Του υπενθύμιζαν ότι η διπλωματία προϋποθέτει τη «ρεαλιστική» αποδοχή του άλλου, δεν στηρίζεται στην – πολύ αβέβαιη – προοπτική διάλυσης του αντιπάλου.
– Τους απαντούσε ότι η πολιτική δεν είναι τζόγος, δεν στηρίζεται σε βραχυχρόνιες ευκαιρίες, αλλά σε μακροχρόνιες προοπτικές. Κι ότι οι πολιτικοί – αντίθετα με τους διπλωμάτες – δεν βιάζονται να κλείσουν προβλήματα όπως-όπως. Τα λύνουν όταν ωριμάσουν, δεν τα κλείνουν σε πρώτη «ευκαιρία». Γιατί αλλιώς δημιουργούν χειρότερα προβλήματα για το μέλλον.
Και ασφαλώς ποντάρουν στη μακροχρόνια αποδυνάμωση του αντιπάλου τους, για να κάμψουν την αδιαλλαξία του.
Ο Αντενάουερ διακήρυξε τότε ότι η «μη λύση» είναι απείρως προτιμότερη από μια «κακή λύση».
Αναθεματίστηκε γι’ αυτό από πολλούς. Αλλά δικαιώθηκε πλήρως. Και αναγνωρίστηκε η δικαίωσή του απ’ όλους.
Το πιάσατε το υπονοούμενο;


ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟΣ – Η ΑΓΝΩΣΤΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΥ

Άρθρο του Χρύσανθου Λαζαρίδη
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ, 17/10/2009;


Τι σχέση έχει σήμερα ο εκσυγχρονισμός με τον πατριωτισμό;
Το ερώτημα μοιάζει παράδοξο και πολλούς μπορεί να τους αιφνιδιάζει. Ας γίνουμε, λοιπόν, πιο συγκεκριμένοι:
Ο εκσυγχρονισμός είναι ένα αίτημα ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας μέσα σε ένα ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον. Οι νόμοι της παγκόσμιας αγοράς είναι αδυσώπητοι και δεν επιτρέπουν την επιβίωση οικονομιών που δεν εκπληρούν όρους οικονομικής ανταγωνιστικότητας. Δηλαδή, χώρες που δεν παράγουν φθηνά και καλά προϊόντα, και σε τομείς που έχουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, θα χρεοκοπούν οικονομικά και θα περιθωριοποιούνται πολιτικά. Μια χώρα για να είναι ισχυρή κι ευημερούσα, πρέπει να είναι οικονομικά ανταγωνιστική.
Η πρόταση αυτή, όμως, ισχύει και αντίστροφα:
Για να είναι μια χώρα οικονομικά ισχυρή, πρέπει να είναι πολιτικά συνεκτική, εξωτερικά ασφαλής, εσωτερικά σταθερή, διεθνώς υπολογίσιμη.
Μια χώρα της οποίας η κοινωνία δεν είναι συνεκτική, δεν μπορεί να είναι και οικονομικά ανταγωνιστική. Μια χώρα που απειλείται εξωτερικά και νιώθει ανασφαλής, δεν μπορεί να αποτελέσει κέντρο υγιών επενδυτικών δραστηριοτήτων. Μια χώρα της οποίας ο κοινωνικός ιστός διαρρηγνύεται, γίνεται εσωτερικά ασταθής, η παρανομία κερδίζει έδαφος, κι αυτό μακροπρόθεσμα δεν ενθαρρύνει τις υγιείς οικονομικές δραστηριότητες - ενθαρρύνει μόνον τον εύκολο πλουτισμό μέσω της “γκρίζας οικονομίας”. Τέλος, οι επιχειρηματίες μιας χώρας που δεν είναι διεθνώς υπολογίσιμη, μειονεκτούν σοβαρά έναντι των ξένων ανταγωνιστών τους, ιδιαίτερα στις υπερώριες δραστηριότητές τους. Διότι το διεθνές κύρος είναι μια αφανής “εξωτερική οικονομία” (externality). Προσδίδει πρόσθετο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στους επιχειρηματίες της χώρας που διαθέτει κύρος και εκτόπισμα ισχύος - σε βάρος επιχειρηματιών από χώρες που δεν διαθέτουν κύρος και ισχύ.


Όλα αυτά τα πολιτικά στοιχεία -η συνεκτικότητα, η ασφάλεια, η σταθερότητα, το διεθνές κύρος και εκτόπισμα- συναποτελούν το απόθεμα “εθνικής ισχύος”, εμπεδώνουν την εθνική συνείδηση και αναπαράγονται συνεχώς, τόσο στο πραγματικό όσο και στο συμβολικό πεδίο ως εθνική ταυτότητα.



Πατριωτισμός σημαίνει...

Ο πατριωτισμός παραπέμπει στη συλλογική συνείδηση και τα ανακλαστικά που διατηρούν κι αναπαράγουν την εθνική ταυτότητα μιας χώρας.
Ο πατριωτισμός, ασφαλώς μπορεί να καταλήξει και στην εθνικιστική υπερβολή. Οπως συμβαίνει με όλες τις ιδεολογίες, άλλωστε: και η δημοκρατία μπορεί να καταλήξει στο λαϊκισμό, και τα αιτήματα κοινωνικής δικαιοσύνης και σοσιαλισμού μπορούν να καταλήξουν στις ακρότητες του σταλινισμού, και η θρησκεία της Αγάπης κάποτε κατέληξε στις αθλιότητες της Ιεράς Εξέτασης και στις γενοκτονίες των “Κονκισταντόρες”, και το μετριοπαθές Ισλάμ της ανοχής μπορεί να καταλήξει στο σκοταδισμό του φονταμενταλισμού, και η Επανάσταση των φιλελεύθερων ιδανικών στη Γαλλία οδηγήθηκε στην τρομοκρατία της γκιλοτίνας. Στο όνομα όλων των μεγάλων ιδεών έχουν, κατά καιρούς, διαπραχθεί τα πιο φοβερά εγκλήματα. Και στο όνομα της Δημοκρατίας, και στο όνομα της Ελευθερίας, και στο όνομα της Αγάπης - ασφαλώς και στο όνομα της Πατρίδας. Αυτό όμως δεν είναι λόγος για να καταργήσουμε την Ελευθερία, τη Δικαιοσύνη, την Αγάπη - ούτε βέβαια και την Πατρίδα.
Αλλωστε, στην περίπτωσή μας, πρόβλημα τέτοιας πατριωτικής υπερβολής πρακτικώς δεν τίθεται, διότι η Ελλάδα δεν ζητάει τίποτε από κανέναν άλλο λαό. Αλλοι λαοί ζητούν από την Ελλάδα...



* Μια χώρα όπου ο πατριωτισμός χαλαρώνει, χάνει το συνεκτικό της ιστό. Δεν υπάρχει κοινό σημείο αναφοράς για όλους, δεν υπάρχει συναίνεση, οργιάζουν οι συντεχνίες και τα “διαπλεκόμενα”. Αμβλύνονται οι θεσμικές ισορροπίες του πολιτεύματος, και ακυρώνεται η δημοκρατία. Η εθνική συλλογικότητα είναι το κοινό πλαίσιο αναφοράς του δημοκρατικού παιγνιδιού. Όταν πάψει να υπάρχει κοινό πλαίσιο αναφοράς, τότε και το δημοκρατικό παιγνίδι εκφυλίζεται σε φατριαστικά φαινόμενα.
* Σε μια χώρα όπου χαλαρώνει ο πατριωτισμός, είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνουν μεταρρυθμίσεις και να αλλάξουν χρόνιες νοσηρές συμπεριφορές. Οι μεταρρυθμίσεις γίνονται εν ονόματι του δημοσίου συμφέροντος και του μέλλοντος της χώρας. Μια χώρα όπου έχει ατονήσει ο πατριωτισμός, δεν δίνει δεκάρα για το δημόσιο συμφέρον και για το συλλογικό της μέλλον. Για να αλλάξουν οι νοσηρές συμπεριφορές ενός λαού, πρέπει να πιστέψει σε κάτι ανώτερο, υπέρτερο και διαχρονικότερο από το εφήμερο και από το ατομικό
βόλεμα. Αν αυτό το ανώτερο, συλλογικότερο και διαχρονικότερο δεν είναι κάποια μορφή πατριωτισμού, τι άλλο θα μπορούσε να είναι;




Συλλογικότητα, ολοκληρωτισμός, δημοκρατία



Από την άλλη πλευρά, ο άκρατος ατομισμός χωρίς όρια, χωρίς περιορισμούς και χωρίς κοινωνική ευθύνη, εκφυλίζεται σε απόλυτη αυθαιρεσία και σε φατριαστικά φαινόμενα.
Τα ατομικά δικαιώματα εξισορροπούνται από την ατομική ευθύνη έναντι του συνόλου. Οι εξουσίες εξισορροπούνται από άλλες εξουσίες, από τις οποίες ελέγχονται. Η σύγχρονη δημοκρατία δεν καταργεί το ατομικό προς όφελος του συλλογικού, αλλά δεν καταργεί και το συλλογικό εν ονόματι του ατομικού - εξισορροπεί τα ατομικό μέσα στο συλλογικό, εξισορροπεί τα δικαιώματα με τις υποχρεώσεις, εξισορροπεί τις εξουσίες μεταξύ τους. Η λέξη-κλειδί στη σύγχρονη δημοκρατία είναι η ισορροπία. Ισορροπία του μέτρου...
Όπου ανατρέπεται η ισορροπία του μέτρου, κλυδωνίζεται και η δημοκρατία. Κι όταν ο πατριωτισμός χαλαρώνει -και μαζί του ακυρώνεται η συλλογική ταυτότητα μιας κοινωνίας- τότε ανατρέπεται και η ισορροπία ανάμεσα στο ατομικό και το συλλογικό - και εκφυλίζεται η ίδια η δημοκρατία. Ο πατριωτισμός είναι απαραίτητο συστατικό μιας σύγχρονης δημοκρατίας. Γι’ αυτό και οι σύγχρονες δημοκρατίες αναπτύχθηκαν μόνο μέσα σε εθνικά κράτη. Γι’ αυτό και υπερεθνικές ενώσεις με ολοκληρωτικά καθεστώτα (όπως η πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ, η ενιαία Γιουγκοσλαβία και η Τσεχοσλοβακία) όταν πήγαν να εκδημοκρατιστούν, διαμελίστηκαν στις εθνικές τους “συνιστώσες”.
Και οι Ηνωμένες Πολιτείες, η παλαιότερη και σταθερότερη σύγχρονη δημοκρατία στον κόσμο, χρειάστηκε να περάσει έναν αιματηρότατο εμφύλιο πόλεμο για να λύσει το πρόβλημα αν θα είναι ένα έθνος με πολλαπλή φυλετική σύνθεση είτε πολλά έθνη με χαλαρή κοινοπολιτειακή ένωση. Κι επικράτησε η άποψη ότι θα είναι ένα έθνος. Πολυφυλετικό, αλλά ενιαίο. Κι είναι χαρακτηριστικό ότι στις ΗΠΑ ο πολυπολιτισμικός χαρακτήρας της διάρθρωσης και της παιδείας τους είναι ένα ιδεολογικό εργαλείο για τη διαμόρφωση ενιαίας εθνικής συνείδησης σε έναν πολυφυλετικό πληθυσμό. Οι Aμερικανοί εθνοτικά -δηλαδή από άποψη εθνικής καταγωγής- είναι “πολυσυλλεκτικοί”. Αλλά εθνικά -δηλαδή από άποψη συνείδησης και ταυτότητας- είναι απολύτως ομοιογενείς. Οποιος δεν νιώθει “Αμερικανός”, δεν χωράει. Αυτό είναι σύμβαση για την ισορροπία και την ενότητα του πολιτεύματος.
Και την τηρούν αυτή τη σύμβαση ως “κόρην οφθαλμού”.






Δύο διακριτά πεδία διεθνούς ανταγωνισμού


Είδαμε ότι ο πατριωτισμός είναι απαραίτητος για τη λειτουργία της δημοκρατίας,                        για τη λειτουργία της αγοράς, για τις μεταρρυθμίσεις και για τις αλλαγές νοσηρών νοοτροπιών ενός πληθυσμού.      
Σε έναν κόσμο όπου κυριαρχούν τάσεις παγκοσμιοποίησης, πρέπει να προσθέσουμε                ότι ο πατριωτισμός μιας χώρας είναι όρος απαραίτητος για να επιβιώσει                               στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.

Παράλληλα με τον ανταγωνισμό στις διεθνείς αγορές, υπάρχει και ο ανταγωνισμός ισχύος στις διεθνείς σχέσεις. Αν μια χώρα δεν μπορεί να διεκδικήσει διεθνείς ρόλους,                θα περιθωριοποιηθεί. Αν περιθωριοποιηθεί γεωπολιτικά, το πιθανότερο είναι                            να μην μπορέσει να αξιοποιήσει και τα ανταγωνιστικά της πλεονεκτήματα,                              να μην καταφέρει να αξιοποιήσει πόρους, αγορές και διεθνείς δρόμους επικοινωνίας                 και εμπορίου.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η σημερινή Βρετανία: Το οικονομικό της υπόδειγμα είναι σήμερα πιο αποτελεσματικό απ’ ό,τι το μοντέλο της Γερμανίας                           ή της Γαλλίας. Έχει μικρότερη ανεργία, μικρότερο έλλειμμα, προσελκύει περισσότερα ξένα επενδυτικά κεφάλαια, κι έχει δημιουργήσει τα τελευταία χρόνια περισσότερες θέσεις εργασίας απ’ ό,τι η Γερμανία και η Γαλλία μαζί! Αλλά καθώς βρίσκεται σε σχετική απομόνωση μέσα στην Ευρώπη, όπου ηγεμονεύει ο γαλλογερμανικός άξονας,             η θέση της είναι αποδυναμωμένη απέναντι στους δύο εταίρους της. Η οικονομική υπεροχή της Βρετανίας δεν κατάφερε να εξισορροπήσει την πολιτική της απομόνωση.                               Η πολιτική αδυναμία της αχρήστευσε μέρος της οικονομικής της ευρρωστίας.


Ένα αντίθετο παράδειγμα είναι η Τουρκία. Πρόκειται για μια χώρα με υψηλό πληθωρισμό (16 φορές μεγαλύτερο του ελληνικού), μεγάλα ελλείμματα (διπλάσια από τα ελληνικά), χαμηλό σχετικά κατά κεφαλήν εισόδημα (το 30% του ελληνικού), εξαιρετικά αδύναμο νόμισμα (σε αντίθεση με τη “σκληρή” ελληνική δραχμή), ανύπαρκτη σχεδόν δανειοληπτική ικανότητα (ενώ η αντίστοιχη ελληνική βελτιώνεται συνεχώς τα τελευταία χρόνια) και χωρίς ενεργειακούς πόρους. Παρ’ όλα αυτά, καταφέρνει, λόγω της πολιτικής ισχύος που ασκεί επιτυχώς, να θεωρείται ως “πολύτιμος εταίρος” από πολλές δυτικές χώρες. Που φτάνουν στο σημείο, πολλές φορές, να υποβαθμίζουν τα ελληνικά συμφέροντα και να παραβλέπουν την προκλητική συμεριφορά της Τουρκίας έναντι της Ελλάδος.
Αυτό δεν συμβαίνει διότι η Τουρκία είναι μεγαλύτερη πληθυσμιακά, ούτε λόγω της στρατηγικής της θέσης. Διότι και η Ουκρανία έχει μέγεθος αντίστοιχο προς αυτό της Τουρκίας και θέση εξίσου σημαντική, αλλά δεν της προσφέρουν αντίστοιχη στήριξη. Αλλωστε, και η Αίγυπτος ήταν πολλαπλασίως μεγαλύτερη και γεωγραφικά σπουδαιότερη του Ισραήλ, αλλά τελικώς οι Δυτικοί το Ισραήλ στήριξαν.
Η Τουρκία υιοθετεί σταθερά πολιτική ισχύος, μετατρέπει την ισχύ της σε διεθνές κύρος, και το κύρος αυτό προσπαθεί να το μετατρέψει σε οικονομικό πλεονέκτημα. Εν ονόματι του κύρους και της ισχύος της, εκβιάζει να ανοίξει αγορές για τα προϊόντα της, να πάρει ευνοϊκές πιστώσεις, να εξασφαλίσει ευνοϊκές εμπορικές ποσοστώσεις, να εισαγάγει σύγχρονη τεχνολογία για την αμυντική της βιομηχανία, να ελέγξει τους δρόμους του πετρελαίου από την Κασπία κ.λπ.



Συμπληρωματικά, όχι υποκατάστατα
Το πεδίο της οικονομίας και το πεδίο της ισχύος, είναι δύο διαφορετικά πεδία διεθνούς ανταγωνισμού. Επικαλύπτονται, αλληλοτροφοδοτούνται, οι επιδόσεις μιας χώρας               στο ένα από αυτά έχουν επιπτώσεις στο άλλο, αλλά δεν ταυτίζονται - διατηρούν βαθμούς αυτονομίας μεταξύ τους. Η οικονομική ανταγωνιστικότητα μιας χώρας                  δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ανταγωνιστικότητά της στο πεδίο της ισχύος.                   Και αντιστρόφως, βέβαια: Η ισχύς μιας χώρας από στρατιωτική και πολιτική άποψη, δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ανάγκη οικονομικής ανταγωνιστικότητας. Το μυστικό είναι να χρησιμοποιεί κάθε χώρα τα όποια πλεονεκτήματά της για να κερδίζει                       τόσο στη διεθνή αγορά όσο και στο πεδίο των διεθνών ανταγωνισμών ισχύος. Πραγματικά ανταγωνιστική μακροπρόθεσμα είναι μια χώρα όταν αναπτύσσεται ισόρροπα και στους δύο αυτούς τομείς. Και συχνά χώρες με οικονομική ανταγωνιστικότητα θυσιάζουν μέρος της οικονομικής ισχύος τους για να αποκτήσουν διεθνές εκτόπισμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Γερμανία: Επί εποχής Ψυχρού Πολέμου ήταν εξαιρετικά ανισόρροπα αναπτυγμένη: ήταν οικονομικός γίγαντας,                 αλλά ταυτόχρονα ήταν πολιτικός νάνος. Μόλις της δόθηκε η ευκαιρία, προχώρησε        στην -περίπου “πραξικοπηματική- ένωση με το ανατολικό της τμήμα, υπέστη τεράστια οικονομική επιβάρυνση, αναγκάστηκε να υψώσει τα επιτόκιά της, πέρασε μια σοβαρή ύφεση, η ανεργία της εκτοξεύθηκε στα ύψη, το νομισματικό σύστημα της Ευρώπης ξεχαρβαλώθηκε προσωρινά εξαιτίας των υψηλών γερμανικών επιτοκίων που προκάλεσε η “βιαστική” ενσωμάτωση της Ανατολικής Γερμανίας στη Δυτική, τα γερμανικά προϊόντα έχασαν και σε ανταγωνιστικότητα και σε διεθνείς αγορές, αλλά η Ένωση πέτυχε να δώσει στη Γερμανία διεθνές εκτόπισμα αντίστοιχο προς το οικονομικό της μέγεθος. Για την ακρίβεια, η Γερμανία “θυσίασε” κάτι απο αυτό που διέθετε σε αφθονία (οικονομική ισχύ) για να κερδίσει κάτι από αυτό που της έλειπε δραματικά μέχρι τότε (πολιτική ισχύ, κύρος και εκτόπισμα). Κατέστη προσωρινώς λιγότερο ανταγωνιστική στο πεδίο της διεθνούς οικονομίας, για να μπορέσει να γίνει μακροπρόθεσμα                              πολύ πιο ανταγωνιστική στο πεδίο της διεθνούς ισχύος. Κι αυτό, γιατί οι Γερμανοί αντιλαμβάνονται, όπως το αντιλαμβάνονται όλοι οι σύγχρονοι λαοί, ότι μακροπρόθεσμα μια χώρα ή θα είναι ανταγωνιστική παντού ή δεν θα είναι πουθενά.


Αυτοπεποίθηση, αυτοσεβασμός και ανάπτυξη
Τώρα το ερώτημα που θέσαμε αρχικά, δεν μοιάζει και τόσο παράδοξο: ο πατριωτισμός είναι “η άλλη όψη” και το απαραίτητο συμπλήρωμα του οικονομικού και κοινωνικού εκσυγχρονισμού. Ένας λαός πρέπει να μάθει να πιστεύει στις δυνάμεις του για να παράγει αποδοτικά, για να κερδίζει μάχες ανταγωνιστικότητας στη διεθνή αγορά, για να αυξάνει την ευημερία του και το βιοτικό του επίπεδο. Ένας λαός, όμως, που υποχρεώνεται να υποχωρεί σε όλα τα μέτωπα, έναντι όλων των αντιπάλων σε κάθε περίπτωση -να υποχωρεί άνευ όρων κι άνευ ορίων- δεν πρόκειται ποτέ να πιστέψει στον εαυτό του.
Επομένως, είτε θα προσπαθήσουμε να καλλιεργήσουμε νοοτροπίες ανταγωνιστικότητας παντού είτε δεν θα τις καλλιεργήσουμε πουθενά. Δεν μπορεί να καλλιεργούμε μοιρολατρία, ηττοπάθεια και παθητικότητα στα εθνικά θέματα και “πνεύμα ανταγωνιστικότητας” στην παραγωγική δραστηριότητα. Δεν μπορεί να περιμένουμε ότι ο ελληνικός λαός θα αποκτήσει πνεύμα νικητή στο οικονομικό πεδίο, όταν του καλλιεργούμε την ηττοπάθεια και την υποχωρητικότητα σε όλα τα εθνικά μέτωπα.
Τελικά, ο πατριωτισμός είναι η απαραίτητη εκείνη πολιτισμική συνιστώσα που θα μας επιτρέψει να αγαπήσουμε τον τόπο μας και τους ανθρώπους του, να αγαπήσουμε το περιβάλλον του, να ξανα-ανακαλύψουμε την πολιτική χωρίς τις παλαιές χίμαιρες, να μάθουμε να σεβόμαστε ο ένας τον άλλο, αλλά και να μάθουμε να σεβόμαστε τους γειτονικούς λαούς. Γιατί μόνον όποιος σέβεται τον εαυτό του, σέβεται και τους γύρω του. Και μόνον όποιος νιώθει ασφαλής, μαθαίνει να εμπιστεύεται και τους γύρω του. Τελικά, ο πατριωτισμός είναι προϋπόθεση δημοκρατίας, ανόρθωσης, εσωτερικού εκσυγχρονισμού, οικονομικής ανταγωνιστικότητας και ειρήνης.


Στερεότυπα και εμμονές…

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ, 7/12/2009

Περίεργη αυτή η επιμονή να χαρακτηρίζεται η εκλογή Σαμαρά… «στροφή στα δεξιά»! Είναι, άραγε, αυτό «διαπίστωση»; Είναι μήπως «μομφή»; Θα προσπαθήσω να δείξω ότι είναι λανθασμένη ως «διαπίστωση». Και ανόητη ως «μομφή»…


Ας δούμε τι είπε ο Σαμαράς και τι εκπροσωπεί: Μίλησε για «ανταγωνιστικότητα» για «διάχυση ευκαιριών», για εξάλειψη των στρεβλώσεων στις αγορές, για αειφορία…
Είναι αυτά «δεξιά» προτάγματα; Από πού κι ώς πού;
Το αντίθετο: Η «ατζέντα 2010» του σοσιαλδημοκράτη Γκέρχαρτ Σρέντερ, όπως και οι «νέοι Εργατικοί» του Τόνι Μπλέρ ήδη από τη δεκαετία του ’90, υιοθέτησαν τα ίδια προτάγματα. Ηταν κι αυτοί… «δεξιοί»; Σήμερα κυριαρχούν σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Εχει στραφεί όλη η Ευρώπη στα «δεξιά»;
Ο Αντώνης Σαμαράς μίλησε στην Ελλάδα του 2009 για όλα εκείνα που αποτελούν τα «αυτονόητα» στην Ευρώπη εδώ και μία – δύο δεκαετίες. Αυτό δεν είναι «στροφή στα δεξιά», είναι βήμα προς τα μπρος. Και μάλιστα καθυστερημένο βήμα. Αλλά γι’ αυτό δεν ευθύνεται, βέβαια, ο Σαμαράς…
Για τι άλλο μίλησε; Είπε ότι «δεν χαρίζει την Πατρίδα στην άκρα Δεξιά και την Κοινωνική Δικαιοσύνη στην Αριστερά»… Αυτό δεν είναι «στροφή στα δεξιά». Είναι διεύρυνση του ιδεολογικού φάσματος της Νέας Δημοκρατίας προς όλες τις κατευθύνσεις.
Στις απόψεις Σαμαρά προσχώρησε κάποτε ο αξέχαστος Ανδρέας Λεντάκης. Από τους πιο βασανισμένος αγωνιστές κατά της χούντας. Ηταν «δεξιός» και ο Ανδρέας; Σήμερα με τις απόψεις Σαμαρά -σε ό,τι αφορά το Μακεδονικό και την Κύπρο- δηλώνει ότι συμφωνεί και ο Μίκης Θεοδωράκης. Μήπως είναι «δεξιός» κι αυτός;
Τέλος, ο Σαμαράς είπε και κάτι ακόμα: Οτι όσοι ανήκουν στον χώρο της Νέας Δημοκρατίας οφείλουν να είναι υπερήφανοι για τις ιδέες τους, όχι να τις κρύβουν. Αυτό λειτούργησε λυτρωτικά για ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που, χρόνια τώρα, προσπαθούσαν να του δημιουργήσουν ενοχικά πλέγματα.
Η απο-ενοχοποίηση της ιδεολογίας μιας μεγάλης παράταξης είναι μεγάλο άλμα δημοκρατίας, δεν είναι «στροφή στα δεξιά». Οπως ακριβώς και η απο-ενοχοποίηση της Αριστεράς πριν από 35 χρόνια ήταν επίσης μεγάλο άλμα δημοκρατίας, δεν ήταν «στροφή στα αριστερά». Καθεστώτα που, έστω και έμμεσα, ενοχοποιούν ιδέες είναι ανάπηρες δημοκρατίες.
Η «στροφή στα δεξιά» είναι εντελώς λανθασμένη ως διαπίστωση. Αλλά είναι επικίνδυνη ως «μομφή»: Μόνο στα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού» η δεξιά θεωρούνταν «μομφή». Αλλά αυτά κατέρρευσαν πριν από δύο δεκαετίες. Κάποτε πρέπει να το πληροφορηθούμε κι εδώ στην Ελλάδα…
Καιρός να συνειδητοποιήσουμε ότι και οι δύο μεγάλες ιστορικές παρατάξεις -σε όλες τις «παραλλαγές» τους- έχουν επιδείξει μεγάλες αρετές, αλλά και φοβερά ελαττώματα. Και οι δύο οφείλουν να προσαρμοστούν και έχουν πολλά να προσφέρουν. Αυτό δεν λέγεται «ουδετερότητα» ούτε «μεσαίος χώρος»: Αυτό λέγεται «διαλεκτική». Δηλαδή από τη διαπάλη διαφορετικών γεννιέται η εξέλιξη και προκύπτει πρόοδος. Δεν μπορεί να υπάρξει διαπάλη απόψεων, όταν η μία από τις δύο αντιμετωπίζεται από την άλλη ως «μομφή». Οσοι αυτό πιστεύουν δεν είναι «αριστεροί», είναι δογματικοί. Δεν είναι «προοδευτικοί», είναι εμπαθείς…
Η Ελλάδα πέρασε 30 χρόνια στα οποία η Αριστερά θεωρείτο «μίασμα». Υστερα πέρασε άλλα 35 χρόνια που η Δεξιά θεωρείτο «μομφή».
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου τέλειωσαν την πρώτη θλιβερή περίοδο. Ο Αντώνης Σαμαράς τελειώνει τη δεύτερη… Ευτυχώς…

Η ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ, Ο Κ. ΝΤΑΒΟΥΤΟΓΛΟΥ ΚΙ ΕΜΕΙΣ…
|

Tου Χρύσανθου Λαζαρίδη, 10/1/2010

Στα τέλη του 19ου Αιώνα ο Αμερικανός Alfred Thayer Mahan ανέπτυξε τη θεωρία της ναυτικής ισχύος, δείχνοντας πώς η θαλάσσια δύναμη εξασφαλίζει τον υψηλότερο βαθμό ελέγχου με τον μικρότερο βαθμό επιβολής. Η κεντρική ιδέα είναι ότι κυριαρχία σε ηπειρωτικές εκτάσεις απαιτεί πλήρη επιβολή επί των τοπικών πληθυσμών. Ενώ η κυριαρχία στις θάλασσες απαιτεί όχι πλήρη επιβολή και συνεχή παρουσία, αλλά αποτελεσματικό έλεγχο των θαλασσίων δρόμων.
Έτσι ένα κράτος που περιβάλλεται από θάλασσες έχει αμυντικό πλεονέκτημα έναντι όλων των ηπειρωτικών δυνητικών εχθρών του. Ταυτόχρονα έχει επιθετικό πλεονέκτημα να αιφνιδιάζει όποιον αντίπαλό του επιθυμεί. Και πλήττοντάς τους ένα-ένα μπορεί να τους εξουδετερώσει όλους.
Ένα θαλάσσιο κράτος χωρίς αμυντικούς περισπασμούς μπορεί με μικρότερο κόστος να ελέγχει μεγαλύτερο χώρο, σε σύγκριση με ένα ηπειρωτικό κράτος που οφείλει να έχει αμυντική προετοιμασία έναντι όλων των γειτόνων του και κινδυνεύει να βρεθεί περικυκλωμένο από παντού.
Έτσι ο Mahan έφτιαξε την θεωρία στρατηγικής υπεροχής της θαλάσσιας δύναμης.
Στο Mahan απάντησε, κατά κάποιο τρόπο, ο Βρετανός Halford Mackinder, ο οποίος υποστήριξε, αντίθετα, την υπεροχή της εδαφικής ισχύος έναντι της ναυτικής. Ο Mackinder υποστήριξε ότι όποια πολύ μεγάλη δύναμη (αυτοκρατορία) ελέγχει εκτεταμένες και συμπαγείς ηπειρωτικές εκτάσεις, μπορεί τελικώς να εξασφαλίσει την απόλυτη κυριαρχία επί των ηπειρωτικών εδαφών της γης – δηλαδή σε ολόκληρη την Ευρασία – και να κυριαρχήσει στον κόσμο.
Ο Mackinder κατέληξε ότι όποιος ελέγχει την «καρδιά» (heartland ή «ενδοχώρα») της Ευρασίας – δηλαδή τη Δυτική Ρωσία, την Ανατολική Ευρώπη και την Ουκρανία – ελέγχει ολόκληρη την Ευρασία. Κι όποιος ελέγχει την Ευρασία ελέγχει τελικά τον κόσμο ολόκληρο!
Μπορεί να εξασφαλίσει τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της «ενδοχώρας», απ’ όλες τις ναυτικές δυνάμεις, διαθέτει άφθονο χώρο να αμυνθεί από τις πιέσεις τους, να αναδιπλωθεί μπροστά στις απειλές τους, να αντεπιτεθεί και να τις εξουδετερώσει μια- μία, προτού αποκτήσει πλήρη έλεγχο της Ευρασίας. Κι εκείθεν να επιβληθεί στις «περιφερειακές» ναυτικές δυνάμεις, που απέχουν πολύ μεταξύ τους για να συνασπιστούν εναντίον της Κεντρικής ηπειρωτικής δύναμης, αλλά καθεμία τους απέχει λίγο από τη συγκεντρωμένη δύναμη της ηπειρωτικής αυτοκρατορίας.
Εδώ έχουμε ένα συνδυασμό γεωμετρικών προβολών ισχύος και γεωγραφικών πλεονεκτημάτων, που καθιστούν τον έλεγχο της ηπειρωτικής ενδοχώρας «ακαταμάχητο» πλεονέκτημα για την παγκόσμια κυριαρχία.
Ο Mackinder και η θεωρία του περί ηπειρωτικής ισχύος στην Ευρασία και την «ενδοχώρα» της, αντέστρεψε το επιχείρημα της θαλάσσιας ισχύος του Mahan. Κι έθεσε τις βάσεις της γεωπολιτικής προσέγγισης στη διεθνή πολιτική (αν και τον όρο Γεωπολιτική τον εισήγαγε πρώτος ο Σουηδός Rudolf Kjellen).
Συνεχώς διαψεύδεται, συνεχώς επανέρχεται…
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος μάλλον διέψευσε τον Mackinder, αφού ανέδειξε την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ, μιας ως τότε «περιφερειακής» ναυτικής δύναμης. Παρ’ όλα αυτά, έδωσε νέα ώθηση στη γεωπολιτική προσέγγιση:
–Πρώτον, διότι οι δύο βασικές ηπειρωτικές δυνάμεις που βγήκαν χαμένες – η Γερμανία που ηττήθηκε και η Σοβιετική Ρωσία που αναδιπλώθηκε στον εαυτό της – άφησαν την «ενδοχώρα της Ευρασίας», την Ανατολική Ευρώπη, χωρίς επικυριαρχία, άρα ανοικτή σε μελλοντική διεκδίκηση.
–Δεύτερον, οι δύο ναυτικές δυνάμεις που νίκησαν – οι ΗΠΑ και η Αγγλία – έτειναν να «εκλείψουν» από το διεθνές προσκήνιο τα επόμενα χρόνια: Οι ΗΠΑ μπήκαν σε περίοδο απομονωτισμού (ούτε στην Κοινωνία των Εθνών, που ίδρυσε ο Πρόεδρος τους, θέλησαν τελικά να συμμετάσχουν), ενώ η Βρετανία βγήκε αρκετά αποδυναμωμένη από την Πανευρωπαϊκό Πόλεμο…
Έτσι δημιουργήθηκε κενό ισχύος ακριβώς εκεί που η παραδοσιακή γεωπολιτική θεωρία υποστήριζε ότι βρισκόταν η «καρδιά» της παγκόσμιας ισχύος!
Το κενό αυτό επέτρεψε σε ένα Γερμανό θεωρητικό, τον Karl Haushofer, να επαναφέρει την γεωπολιτική προσέγγιση ως θεωρητική βάση ισχύος μιας μεγάλης ηπειρωτικής δύναμης. Απ’ αυτόν επηρεάστηκε η θεωρία των Ναζί περί «ζωτικού χώρου», που είχε ανάγκη η Γερμανία, αρχικά για «να αναπνεύσει» και τελικά για να κυριαρχήσει στην παγκόσμια σκηνή.
Ο «ζωτικός χώρος» που διεκδικούσε η Ναζιστική Γερμανία συνέπιπτε σχεδόν απολύτως με τη στρατηγικής σημασίας «ενδοχώρα» την Ευρασίας του Mackinder: Μεσευρώπη (Mitteleuropa), Δυτική Ρωσία και Ουκρανία.
Η Ναζιστική Γερμανία κέρδισε τον έλεγχο της «ενδοχώρας», αλλά έχασε τον Πόλεμο. Και πάλι η αμερικανική αεροναυτική δύναμη νίκησε και οι ΗΠΑ έγιναν παγκόσμιος κυρίαρχος.
Κι έτσι διαψεύστηκε, ξανά, η γεωπολιτική προσέγγιση!
Για χρόνια οι οπαδοί της πέρασαν στην αφάνεια. Άλλωστε, στα μεταπολεμικά χρόνια με την ανάπτυξη της αεροπορίας, των ατομικών όπλων και των διηπειρωτικών πυραύλων, η γεωγραφία έμοιαζε πια χωρίς πολιτικό νόημα. Όλος ο κόσμος είχε γίνει «πολύ μικρός» για την εμβέλεια των διαθέσιμων όπλων, για να έχει την παραμικρή σημασία η διαφορά «ηπειρωτικών» και «ναυτικών» δυνάμεων.
Όμως, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, η «ισορροπία του πυρηνικού τρόμου» επανέφερε τη Γεωπολιτική.
Αφού τα πυρηνικά όπλα που υπήρχαν στα δύο στρατόπεδα του Ψυχρού Πολέμου δεν επέτρεπε σε καμία από τις δύο υπερδυνάμεις να καταστρέψει την άλλη χωρίς να καταστραφεί κι η ίδια, τα πυρηνικά όπλα ουσιαστικά «αχρειστεύονταν»!. Και η παγκόσμια κυριαρχία επανερχόταν σε τοπικούς συσχετισμούς και κρινόταν από τοπικές περιφερειακές κρίσεις. Όπου ρόλο έπαιζε ξανά η Γεωπολιτική.
– Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Σοβιετική Ένωση έλεγχε πλήρως την «Ενδοχώρα» (Ανατολική Ευρώπη, Ουκρανία και Δυτική Ρωσία), αλλά τελικά δεν κατόρθωσε να ελέγξει την Ευρασία.
– Από την άλλη πλευρά, την ίδια περίοδο, το «μέγα της θαλάσσης κράτος» των ΗΠΑ υπέστη ταπεινωτική ήττα στους βάλτους και τις ζούγκλες του Βιετνάμ.
Παρά το γεγονός ότι η Αμερική κέρδισε τον Ψυχρό Πόλεμο, αυτό υπήρξε περισσότερο αποτέλεσμα της υπεροχής του δημοκρατικού-καπιταλιστικού συστήματος έναντι του «υπαρκτού σοσιαλισμού», όχι αποτέλεσμα της ναυτικής ισχύος των ΗΠΑ. Η πολιτική και η συστημική ανάλυση νίκησαν την γεωπολιτική προσέγγιση – τόσο της «ναυτικής κυριαρχίας» όσο και την «ηπειρωτικής ισχύος.
Ο Νταβούτογλου και η σύγχρονη Γεωπολιτική
Ωστόσο, οι γεωπολιτικές θεωρίες παραμένουν δημοφιλείς. Και διατηρούν την επικαιρότητά τους, σε διάφορες τοπικές παραλλαγές, όσο ο κόσμος γίνεται – ξανά πολύ-πολικός. Πράγματι, τα πρώτα δεκαπέντε χρόνια μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, η παγκόσμια κυριαρχία των ΗΠΑ έμοιαζε «αδιαμφισβήτητη»…
Ωστόσο, η αποτυχία των ΗΠΑ στο Ιράκ, οι μεγάλες δυσκολίες των αμερικανο-νατοϊκών δυνάμεων στο Αφγανιστάν και η διεθνής κρίση που έπληξε κυρίως το δυτικό κόσμο, δημιουργούν πάλι «χώρο» για την ανάπτυξη τοπικών περιφερειακών δυνάμεων που καταφεύγουν, ξανά, σε γεωπολιτικούς υπολογισμούς για να εκφράσουν, να προβάλλουν και να πραγματοποιήσουν τις φιλοδοξίες τους.
Η Κίνα, η Ιαπωνία και η Ινδία είναι τέτοια παραδείγματα στην Άπω Ανατολή. Το Ιράν στη Μέση Ανατολή. Και η Τουρκία δίπλα μας…
Το δόγμα του «στρατηγικού βάθους» που διατύπωσε ο νέος υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Ahmet Davutoğlu αποτελεί, ίσως, την πιο χαρακτηριστική περίπτωση επανεμφάνισης μιας πλήρους γεωπολιτικής στρατηγικής με σύγχρονη μορφή και με υψηλές φιλοδοξίες.
Στην έννοια του «στρατηγικού βάθους», βρίσκουμε όλες τις κεντρικές γεωπολιτικές έννοιες: της εγγύτητας, της «ενδοχώρας» και του «κέντρου βάρους».
·         Η «ενδοχώρα της Ευρασίας», σύμφωνα με αυτή την ανάγνωση, μοιάζει να έχει μετατοπιστεί από την κεντρική Ευρώπη και την δυτική Ρωσία-Ουκρανία, προς νότια: στην Κεντρική– Νοτιοδυτική Ασία: εκεί που βρίσκονται οι ενεργειακές πηγές του Καυκάσου και της Μέσης Ανατολής. Οι οποίες ταυτίζονται με το χώρο του Ισλάμ. Άρα το Ισλάμ αναδεικνύεται πλέον ως ο «ρυθμιστής» της παγκόσμιας «ενδοχώρας».
·         Η κοσμική Τουρκία, ως η πλέον εκδυτικισμένη ισλαμική χώρα, είναι «πιο κοντά» στη Δύση – γεωγραφικά και πολιτισμικά.
·         Επί πλέον, η Τουρκία είναι η μεγαλύτερη μουσουλμανική χώρα της περιοχής και η τρίτη μεγαλύτερη στον κόσμο (μετά το Πακιστάν και την Ινδονησία).
·         Επίσης, η Τουρκία δεν είναι αραβική χώρα. Κι έτσι δεν βρίσκεται αναμιγμένη στους στρατηγικούς ανταγωνισμούς της περιοχής, που καθορίζονται από την αραβο-ισραηλινή σύγκρουση κι από τους ενδο-αραβικούς ανταγωνισμούς.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η στρατηγική Νταβούτογλου φιλοδοξεί να αναδείξει την Τουρκία σε ηγέτιδα δύναμη του Ισλάμ.
– Ηγέτιδα γιατί μπορεί να διαμεσολαβήσει τις σχέσεις Ισλάμ-Δύσης.
–Ηγέτιδα γιατί μπορεί να επιδιαιτητεύσει τους εσωτερικούς ανταγωνισμούς του Ισλάμ.
–Και Ηγέτιδα τέλος, διότι είναι αρκετά μεγάλη για να εμπνέει το σεβασμό παντού, αλλά όχι τόσο μεγάλη, ώστε να συνασπιστούν αυτόματα όλοι οι άλλοι εναντίον της.
Τέλος, η Τουρκία, αναζητώντας και κερδίζοντας ηγετικό ρόλο στο Ισλάμ και διαμεσολαβητική σχέση με τη Δύση, μπορεί να κερδίσει ρόλο πιο σημαντικό από την πλήρη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση που τώρα πια μοιάζει να αποκλείεται.
Η στρατηγική Νταβούτογλου, μοιάζει εύλογη και ευφυής.
Σε επόμενη σημείωμά μας θα δείξουμε ποια είναι τα μειονεκτήματά της.
Θα δείξουμε ακόμα, πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί από πλευράς της Ελλάδας.
Το τελευταίο που έχουμε να παρατηρήσουμε εδώ, είναι ότι πάντα τέτοιου τύπου γεωπολιτικές προσεγγίσεις έμοιαζαν εξαιρετικά «πειστικές». Αυτό, όμως, δεν τις εμπόδιζε να ηττηθούν στο τέλος…
Όπως έχει δείξει η Ιστορία πολλές φορές, οι ηπειρωτικές χώρες «στρατηγικού βάθους» χάνουν στους ανταγωνισμούς τους με «χώρες μεταίχμιου»
Η υιοθέτηση πολιτικής «στρατηγικού βάθους» εκ μέρους της Τουρκίας, υποχρεώνει την Ελλάδα να υιοθετήσει – κι αυτή από την πλευρά της – ρόλο «χώρας μεταίχμιου». Πράγμα που προσφέρει στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή ένα άλλο τρόπο να συνδεθούν ασφαλέστερα και καλύτερα μεταξύ τους, απ’ ό,τι με τη «μεσολάβηση» της Τουρκίας. Η οποία από «προνομιακός διαμεσολαβητής» Δύσης-Ισλάμ, μπορεί να μετατραπεί σε αδύνατο κρίκο για ολόκληρη την περιοχή.
Γιατί όπως θα δούμε στο επόμενο σημείωμά μας, το μεγάλο μειονέκτημα όσων χωρών επιχείρησαν να παίξουν γεωπολιτικό ρόλο «στρατηγικού βάθους» ως μεγάλες ή μεσαίες ηπειρωτικές δυνάμεις είναι ακριβώς αυτό: ότι μετατράπηκαν σε «αδύνατο κρίκο».
Η στρατηγική Νταβούτογλου είναι, στην καλύτερη περίπτωση, ένα στοίχημα.
Η επιτυχία της είναι «ζητούμενο» για την Τουρκία, δεν είναι «δεδομένο».
Τα, αφανή για την ώρα, μειονεκτήματά της είναι περισσότερα από τα προφανή, ως τώρα, πλεονεκτήματά της.
Η γεωπολιτική προσέγγιση επί της οποίας στηρίζεται εξέθρεψε συνήθως τις μεγαλύτερες φιλοδοξίες, αλλά και τις πιο παταγώδεις αποτυχίες.
Οφείλουμε να την εξετάσουμε προσεκτικά.
Οφείλουμε να τη λάβουμε υπ’ όψιν μας σοβαρά.
Αλλά, αν αντιδράσουμε σωστά, δεν έχουμε κανένα λόγο να τη φοβόμαστε…

Ο ΜΠΙΣΜΑΡΚ ΚΑΙ ΤΑ… ΛΟΥΚΑΝΙΚΑ!

Toυ Χρύσανθου Λαζαρίδη 31/1/2010

«Πόλεμος είναι πολύ σοβαρή υπόθεση, για να τον εμπιστευθούμε στους στρατιωτικούς», είπε κάποτε ο Κλεμανσό. «Η Ειρήνη είναι πολύ σοβαρή υπόθεση, για να την εμπιστευθούμε στους πασιφιστές», συμπλήρωσε ο Φρανσουά Μιτεράν, εβδομήντα χρόνια αργότερα. Και η πρόκληση του μεταναστευτικού είναι πολύ σοβαρή υπόθεση, για να την εμπιστευθούμε στις… Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (MKO). Αυτό δεν το έχει πει κανείς ακόμα. Ισως θα ‘πρεπε…
Το πρόσφατο μεταναστευτικό νομοσχέδιο δείχνει μια κυβέρνηση που δεν έχει συναίσθηση του προβλήματος.
Η Βρετανία και η Γαλλία δίνουν πράγματι αυτόματα ιθαγένεια (χωρίς άλλες προϋποθέσεις) στα παιδιά των νόμιμων μεταναστών που γεννιούνται στο έδαφός τους. Αλλά και οι δύο αντελήφθησαν τελευταία ότι πρέπει να ενσωματώσουν τους μετανάστες στην πολιτιστική τους ταυτότητα. Ετσι στη Βρετανία η Εργατική κυβέρνηση ανακάλυψε την ενσωμάτωση στη «Βρετανικότητα». Ενώ η Γαλλία δημιουργεί ήδη «υπουργείο Εθνικής ταυτότητας και μετανάστευσης».
Εμείς εδώ, απαλείψαμε από το υπουργείο Παιδείας τον «εθνικό» προσδιορισμό! «Απο-εθνικοποιούμε» την Παιδεία μας, ενώ άλλες χώρες, με τις οποίες -υποτίθεται- θέλουμε να μοιάσουμε, δίνουν έμφαση στην ενσωμάτωση των μεταναστών στην εθνική τους ταυτότητα. Δεν τις «μιμούμαστε». Κινούμαστε αντίθετα απ’ αυτές!
Ταυτόχρονα η Γαλλία απέρριψε το δικαίωμα ψήφου για τους μετανάστες από «τρίτες χώρες» (εκτός Ενωσης) στις δημοτικές εκλογές. Η Γερμανία ούτε που το συζητάει. Οπως όλα, σχεδόν, τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ενωσης. Πλην Ολλανδίας. Η οποία, όμως, δίνει ιθαγένεια στα παιδιά των μεταναστών… τρίτης γενιάς!
Και οι περισσότερες άλλες χώρες της Ενωσης υιοθετούν πολύ πιο αυστηρές προϋποθέσεις για να χορηγήσουν ιθαγένεια. Πάντα στην ενηλικίωση και αφότου τελειώσουν την υποχρεωτική εκπαίδευση.
Στην Ελλάδα, αντίθετα, η απόδοση αυτόματης ιθαγένειας στα παιδιά των μεταναστών μόλις γεννηθούν εδώ, χωρίς προϋπόθεση συμμετοχής τους στην «κοινή παιδεία» κατά την ενηλικίωσή τους, συμπαρασύρει την ιθαγένεια του ενός γονέα και στη συνέχεια όλης της οικογένειας.
Με το νομοσχέδιο αυτό, σε βάθος λίγων ετών, νομιμοποιούμε τους πάντες! Κι ανοίγουμε την πόρτα για να εισέλθουν πολύ περισσότεροι. «Προσελκύουμε» νέα κύματα παράνομων μεταναστών! Οταν το πρόβλημα της Ευρώπης είναι να ελέγξει τη λαθρομετανάστευση…
Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι με τέτοιες πρακτικές πυροδοτούμε τον ρατσισμό! Ο ρατσισμός αρχίζει όταν ομοιογενείς πληθυσμοί αναμειγνύονται με κύματα «νεοεισερχόμενων». Τότε ανατρέπονται παραδοσιακές ισορροπίες, αναπτύσσεται γενικευμένη καχυποψία, δημιουργούνται γκέτο, καλλιεργούνται αρνητικά στερεότυπα. Αρχίζουν οι «τριβές», οι διακρίσεις, ενίοτε ξεσπούν και συγκρούσεις. Πολλές φορές και μεταξύ των «ξένων». Ο οριζόντιος ρατσισμός (ανάμεσα στα γκέτο των «ξένων») είναι ο χειρότερος.
Η μόνη «ασπίδα» κατά του ρατσισμού, είναι η καλλιέργεια της κοινής ταυτότητας. Η ενσωμάτωση όλων στη συλλογικότητα της κοινωνίας. Η «ημετέρα παιδεία». Η ελληνική κοινωνία είναι κοινότητα Παιδείας και Πολιτισμού. Οχι «κοινότητα αίματος».
Η σημερινή κυβέρνηση μοιάζει να εγκαταλείπει την ελληνική παράδοση πολιτισμικής ενσωμάτωσης, τη στιγμή που την ανακαλύπτουν άλλοι λαοί:
– «Απο-εθνικοποιεί» την παιδεία για τα Ελληνόπουλα, αντί να ενισχύσει την ελληνική παιδεία, ώστε να ενσωματώσει τα παιδιά των μεταναστών.
– Νομιμοποιεί τους πάντες, αλλά δεν ενσωματώνει κανένα.
– Εκφράζει τις εμμονές κάποιων Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, όχι τα συμφέροντα της κοινωνίας.
– Προσπαθεί να μοιράσει δικαιώματα, όχι να φτιάξει «πολίτες».
Γιατί δεν υπάρχει Πολίτης, χωρίς «Πόλη». Και Πόλη, σήμερα, είναι η κοινή «Πατρίδα». Αντί να βγάλει τους μετανάστες από τα γκέτο της «διαφορετικότητάς» τους και να τους «μυήσει» στην κοινή πατρίδα, τους παγιδεύει για πάντα στα γκέτο. Και προδιαγράφει το χειρότερο μέλλον: όπου όλο και περισσότεροι μετανάστες θα προσελκύονται, όλο και ευκολότερα θα «νομιμοποιούνται», όλο και δυσκολότερα θα ενσωματώνονται, όλο και μεγαλύτερη καχυποψία θα δημιουργείται σε βάρος τους και μεταξύ τους.

– Η Βρετανία εγκατέλειψε το «πολυπολιτισμικό» μοντέλο (μετά το τρομοκρατικό χτύπημα της 7ης Ιουλίου του 2005).
– Η δημοκρατική Γαλλία δεν το υιοθέτησε ποτέ και ήδη το απορρίπτει.
– Ούτε η Γερμανία (δείτε τον μεταναστευτικό νόμο του Σοσιαλδημοκράτη Γκέρχαρντ Σρέντερ).
– Η «προοδευτική» Ολλανδία πειραματίστηκε με την πολυ-πολιτισμικότητα, αλλά την εγκατέλειψε (μετά τη δολοφονία του σκηνοθέτη Τεό Βανγκόνγκ).
-Η «σούπερ προοδευτική» Δανία ούτε καν ασχολήθηκε (και έχει από τις αυστηρότερες μεταναστευτικές νομοθεσίες στην Ευρώπη).
Δεν χρειάζεται να πειραματιστούμε με ό,τι απέτυχε κι εγκαταλείφθηκε αλλού. Η «ημετέρα παιδεία» είναι η καλύτερη ασπίδα κατά του ρατσισμού! Η βιομηχανία νομοθετημάτων υπό την επιρροή ιδεοληπτικών ΜΚΟ, σε πείσμα της μεγάλης πλειονότητας του πληθυσμού, είναι κορυφαία πολιτική ανευθυνότητα. Και η πιο επικίνδυνη «μήτρα» ρατσισμού και μισαλλοδοξίας.

Τέτοια νομοθετήματα είναι σαν τα… λουκάνικα: Καλύτερα να μη ξέρεις πώς φτιάχνονται! (Οπως έλεγε, κάποτε, ο Οτο φον Μπίσμαρκ).

5 ΦΕΒΡΟΥΑΡιΟΥ 2010
του Χρύσανθου Λαζαρίδη



Έχουμε ήδη αναφερθεί στην έννοια του«στρατηγικού βάθους», όπως αναδεικνύεται από την πολιτική Νταβούτογλου για την Τουρκία (Η γεωπολιτική προσέγγιση, ο κ. Νταβούτογλου κι εμείς…). Πρόκειται για γεωπολιτική έννοια που επαναφέρει την προσέγγιση του βρετανού θεωρητικού των αρχών του 20ου αιώνα, Halford Mackinder, για τη στρατηγική σημασία της ευρώ-ασιατικής ενδοχώρας (Eurasian Hinterland)…Μόνο που τη μεταθέτει προς τα νότια και ανατολικά:

Δεν καλύπτει πλέον την ανατολική Ευρώπη, τη δυτική Ρωσία και την Ουκρανία (όπως στην αρχική σύλληψη του Mackinder), αλλά εκτείνεται στις περιοχές της Δυτικής και Κεντρικής Ασίας, όπου υπάρχουν τα μεγάλα αποθέματα ενεργειακών πόρων που ελέγχονται από μουσουλμανικά κράτη.

Εκεί είναι η «πηγή παγκόσμιας ισχύος» κατά την προσέγγιση Νταβούτογλου. Κι αυτή την «πηγή ισχύος» μπορεί να αναδείξει και να
·         «ηγετικός» (ως προς τα υπόλοιπα ισλαμικά κράτη),
·         «διαμεσολαβητικός» (στις σχέσεις του Ισλάμ με τον υπόλοιπο κόσμο, κυρίως με τη Δύση)
·         και «διαμετακομιστικός» (ως προς τις ροές ενέργειας και κεφαλαίου) από και προς τη Δύση, από και προς το Ισλάμ, από και προς τη Ρωσία.
Εξ ου και το κεντρικό σύνθημα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής σήμερα:
– "Όπως και να δείτε τον παγκόσμιο χάρτη, η Τουρκία βρίσκεται στο κέντρο!"
Αυτό βέβαια, δεν είναι ακριβές.

Δείχνει, όμως, ότι η «οπτική» Νταβούτογλου θεωρεί:

* τον ισλαμικό κόσμο ως παγκόσμια «ανερχόμενη δύναμη»,
* τις σχέσεις του Ισλάμ με τη Δύση ως κεντρικό πρόβλημα αυτής της τάσης,
* και το ρόλο της Τουρκίας δυνάμει ηγετικό σε αυτή τη σχέση Ισλάμ-Δύσης.

Μόνο με αυτή την έννοια η Τουρκία βρίσκεται στο «κέντρο του κόσμου»…



Από τον Mahan και τον Mackinder στον Spykman

Από την άλλη πλευρά, η γεωπολιτική προσέγγιση έχει και σοβαρό αντίλογο: Πριν τον Mackinder, o Mahan είχε αναφερθεί στο κυρίαρχο ρόλο της «θαλάσσιας ισχύος» στη διεθνή πολιτική. Στον Mahan «απάντησε» ο Mackinder με τη θεωρία της «ευρω-ασιαστικής ενδοχώρας» (hinterland), που μετέθετε τον κεντρικό ρόλο στην ηπειρωτική δύναμη που μπορεί να ελέγξει αυτή την «ενδοχώρα».

Στον Mackinder απάντησε, με τη σειρά του, ο Ολλανδο-αμερικανός Nicholas John Spykman, ο οποίος ανέδειξε την έννοια της «γεωπολιτικής στεφάνης» (Rimland).

Μαθητής του Mahan ο Spykman, προσπάθησε να «γεφυρώσει» και να υπερβεί τις δύο θεωρήσεις:

Υποστήριξε ότι δεν είναι η Ευρωασιαστική ενδοχώρα το «κέντρο βάρος» της διεθνούς ισχύος, αλλά η «στεφάνη» της: κυρίως η ευρωπαϊκή ακτή προς τον Ατλαντικό και η Αραβική «στεφάνη της ερήμου» (από το Βόρειο Αφρική ως την Αραβική έρημο).
– Όποιος ελέγχει αυτές τις «στεφάνες» (κυρίως την Ευρωπαϊκή) μπορεί να ελέγξει την Ευρασία ολόκληρη.
– Κι όποιος ελέγχει την Ευρασία, μπορεί να κυριαρχήσει σε όλο τον κόσμο.
Έτσι η Αμερική αποκτούσε δυνατότητα παγκόσμιου ηγετικού ρόλου ελέγχοντες τiς δύο «στεφάνες».

Με αυτό το θεωρητικό μοντέλο ο Spykman καταπολέμησε τον αμερικανικό «απομονωτισμό» (που είχε επικρατήσει μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο) και θεμελίωσε την αμερικανική πολιτική «ανάσχεσης» (containment) έναντι της Σοβιετικής Ένωσης (μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο).

Η έννοια της «στεφάνης» κατά κάποιο τρόπο διατηρεί από τη θεωρία του Mackinder το στόχο ελέγχου της Ευρασίας. Αλλά διατηρεί κι από τη θεωρία του Mahan τη δυνατότητα μιας μεγάλης ναυτικής δύναμης να ελέγξει τελικά την Ευρασία (και ολόκληρο τον κόσμο) εξασφαλίζοντας τον έλεγχο της ευρωπαϊκής «στεφάνης».

Ο Spykman επανέφερε το Θουκυδίδειο δόγμα – «μέγα το της θαλάττης κράτος» – που πρέσβευε ο Mahan, μέσα από μια πιο σύνθετη στρατηγική που εμπεριείχε συνδυασμούς θαλάσσιας ισχύος και ηπειρωτικών ανταγωνισμών ισχύος.

Δημιούργησε έτσι τις βάσης μιας στρατηγικής θεώρησης πιο συμβατής με τις ιδιομορφίες, τις δυνατότητες και τις φιλοδοξίες της Αμερικής λίγο πριν τα μέσα του 20ου Αιώνα. Όπως ακριβώς η θεωρία του Mahan ερμήνευσε την βρετανική θαλασσοκρατορία από τα μέσα του 17ου ως τα τέλη του 19ου αιώνα…

Από την «ενδοχώρα» και τη «στεφάνη» στο «μεταίχμιο»

Σήμερα, όμως, την Ελλάδα την αφορά μια πιο «προχωρημένη» έννοια: της χώρας- μεταίχμιο (edge country). Πρόκειται για ακόμα πιο εξειδικευμένη από την έννοια της «γεωπολιτικής στεφάνης» του Spykman.

Το «μεταίχμιο» είναι «σημειακή έννοια».

* Σε αντίθεση με την «ενδοχώρα» (hinterland) και τη «στεφάνη» (rimland) που είναι περιφερειακές έννοιες, κι αφορούν τη σημασία ολόκληρων περιοχών στη δυναμική των συνολικών συσχετισμών, η έννοια του «μεταίχμιου» αφορά τη στρατηγική σημασία ενός «σημείου» στους περιφερειακούς συσχετισμούς. Αλλά και στον τρόπο με τον οποίο οι περιφερειακές ισορροπίες «συναρθρώνονται» σε παγκόσμιες.

* Επίσης το «μεταίχμιο» είναι προσδιορισμένο και ιστορικά (όχι μόνο γεωγραφικά):

Μια περιοχή μπορεί να έχει μικρή στρατηγική αξία σε κάποιες περιόδους και να αναβαθμίζεται ξαφνικά, όταν αλλάζουν οι συσχετισμοί γύρω της και μετατρέπεται σε «επίκεντρο» ή «εστιακό σημείο» (focal point) ισορροπιών.
– Για παράδειγμα η Βρετανία: πριν από την ανακάλυψη των νέων χωρών, ήταν απολύτως περιθωριακή. Μετά την έναρξη αποικισμού του Δυτικού Ημισφαιρίου, μετατοπίστηκε το διεθνές κέντρο βάρους προς τον Ατλαντικό, η Βρετανία αναβαθμίστηκε σε κεντρικό σημείο ελέγχου της πιο ζωτικής ανταλλαγής ανάμεσα στον Παλαιό και το Νέο κόσμο. Κι έγινε θαλασσοκράτειρα…

– Αντίστοιχο παράδειγμα, η Ιαπωνία: μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα ήταν κι αυτή «περιθωριακή χώρα» πέρα από τα ηπειρωτικά όρια της Ασίας. Όταν με την εξέλιξη των ατμοπλοΐας έγινε υπόθεση ρουτίνας ο διάπλους του Ειρηνικού, τότε άρχισε να μετατοπίζεται το κέντρο βάρος προς τον Ειρηνικό και δόθηκε η ευκαιρία στην Ιαπωνία να γίνει «η Βρετανία της Ασίας». Κι από μια «οπισθοδρομική χώρα» ως τότε, μετατράπηκε πολύ σύντομα σε θαύμα «ασιατικού εκσυγχρονισμού»!
Και σύντομα αναδείχθηκε σε Μεγάλη Δύναμη, περιφερειακή και όχι μόνο…

Η Ελληνική Ιστορία εμφανίζει πολλά παραδείγματα δυνάμεων που αναδείχθηκαν για το «μεταιχμιακό» τους ρόλο.
– Με πιο χαρακτηριστικό την ίδια την κλασική Αθήνα. Η οποία δεν είχε κανένα απολύτως «στρατηγικό βάθος» (τουλάχιστον, από γεωπολιτική άποψη), αλλά κατέφερε να δημιουργήσει ένα δίκτυο ναυτικών-νησιωτικών κυρίως συμμάχων που την ανέδειξε σε κέντρο ισχύος για αρκετές δεκαετίες και πολιτιστικό κέντρο για αρκετούς αιώνες στον Αρχαίο κόσμο.
Αντίστοιχα ισχύουν για το Ελληνιστικό Βασίλειο της Αιγύπτου, αλλά και για την πρωτεύουσά του, την Ελληνιστική Αλεξάνδρεια.

– Κατά κάποιο τρόπο το ίδιο ισχύει για μεγάλο μέρος της Βυζαντινής ιστορικής περιόδου. Όπου η Αυτοκρατορία, άλλοτε είχε στρατηγικό βάθος, άλλοτε το έχανε, αλλά άντεξε και επανήλθε πολλές φορές, χάρις στο «μεταιχμιακό» ρόλο που έπαιζε η Πρωτεύουσά του, η Οικουμενική Βασιλεύουσα, η Κωνσταντινούπολη.
Στην πολύ σύγχρονη εποχή το Χόνγκ Κόνγκ, το Μακάο και η Σιγκαπούρη στην Άπω Ανατολή, αλλά και η Ολλανδία τους προηγούμενους αιώνες στη Δυτική Ευρώπη, ανέπτυξαν δύναμη, συσσώρευσαν πλούτο και κάποτε απέκτησαν επιρροή δυσανάλογη προς το μικροσκοπικό μέγεθός τους, επειδή εκμεταλλεύθηκαν στο έπακρο το «μεταιχμιακό» ρόλο που αναδείκνυε η θέση τους.

«Στρατηγικό βάθος» και «μεταίχμιο»

Ο ρόλος της χώρας-μεταίχμιο είναι ακριβώς εκείνος που ταιριάζει στην Ελλάδα σήμερα. Είναι το σημείο όπου συναντώνται τρείς ήπειροι και τρείς σημαντικές θάλασσες.

Και μια τέτοια θέση την κατέχει η χώρα με το μεγαλύτερο εμπορικό στόλο του κόσμου, με ισχυρούς ιστορικούς δεσμούς τόσο με τους λαούς των Βαλκανίων, όσο και με τους λαούς της Μέσης Ανατολής και με κοινότητες της Διασποράς παντού στον κόσμο.

Ο «μεταιχμιακός» ρόλος της Ελλάδας ενισχύεται από τη φυσική της «σύζευξη» με την Κύπρο. Γιατί Ελλάδα και Κύπρος μαζί αποτελούν μια «ιδανική γέφυρα» Ευρώπης-Μέσης Ανατολής:

Μια γέφυρα προνομιακή, διότι απολαμβάνει την ανεξαρτησία προορισμού των θαλασσίων δρόμων. Αλλά και ασφαλής, διότι ενώ εκτείνεται «πολύ κοντά» στη Μέση Ανατολή δεν είναι με κανένα τρόπο «μέσα» – δεν είναι «ενταγμένη» – στις μεσανατολικές διαμάχες.

Αν εκμεταλλευθεί η Ελλάδα το δυνητικό της ρόλο ως χώρα-μεταίχμιο, μπορεί να κερδίσει πολύ περισσότερα από το «στρατηγικό βάθος» της Τουρκίας. Το οποίο εύκολα μπορεί να αποδειχθεί και στρατηγικό ναρκοπέδιο της Τουρκίας…

– Δεν είναι τυχαίο ότι αυτό που ο κ. Νταβούτογλου θεωρεί ως «γεωπολιτικό πλεονέκτημα», οι επίγονοι του Κεμαλισμού το θεωρούσαν δυνητική παγίδα.

– Ο Κεμάλ ήθελε την «κοσμική» Τουρκία σε απόσταση ασφαλείας από τη Μέση Ανατολή, και σε τροχιά σύγκλισης με τη Δύση.

– Ο κ. Νταβούτογλου, αντίθετα, θέλει τη σύγχρονη Τουρκία ηγέτιδα ολόκληρου του Ισλαμικού κόσμου – αραβικού και μη – κι είναι διατεθειμένος να πάρει αποστάσεις από την Ευρώπη, ακριβώς για να μπορέσει να «διαμεσολαβήσει» το Ισλάμ στην Ευρώπη…

Κι είναι υποχρεωμένος να έλθει σε ρήξη και με το Ισραήλ για να ανακτήσει ηγετικό ρόλο στον Ισλαμικό κόσμο. Ενώ οι Κεμαλικοί ηγέτες καλλιέργησαν συστηματική προνομιακούς δεσμούς με το Ισραήλ. Τέτοιου είδους «στρατηγικό βάθος», μπορεί να αποδειχθεί ότι έχει μεγάλο κόστος.

* Αντίθετα ο ρόλος «μεταίχμιου» της Ελλάδας φέρνει πολλαπλή επιρροή χωρίς κόστος και χωρίς ρίσκο.

– Ο «μεταιχμιακός ρόλος» επιτρέπει πολλαπλούς συνδυασμούς στρατηγικών επιλογών με μικρό ή μηδενικό ρίσκο. «Διαστέλλεται» εύκολα και «συστέλλεται» ανώδυνα. Σε αντίθεση με το «ιστορικό βάθος» που είναι «ασυμπίεστο» και για κάθε επέκτασή του δημιουργεί περισσότερες «υποχρεώσεις» παρά «ευκαιρίες»…

– Ο ρόλος του «μεταίχμιου» αναδεικνύει την Ελλάδα, ενώ η αξιοποίηση του ιστορικού βάθος μπορεί να «καταπιεί» την Τουρκία.

Άλλωστε δεν θα είναι η πρώτη φορά που, στην προσπάθειά της να εκμεταλλευτεί το «ιστορικό βάθος της», μια χώρα πήρε περισσότερα ρίσκα απ’ όσο μπορούσε να αντέξει και πλήρωσε μεγαλύτερο κόστος απ’ όσα οφέλη είχε να προσδοκά.

– Ο μεταιχμιακός ρόλος της Ελλάδας μπορεί να της επιτρέψει να ασκήσει επιρροή και να συσσωρεύσει απόθεμα ισχύος και πλούτου δυσανάλογων προς το μέγεθός της.

– Αντίθετα, το «ιστορικό βάθος» της Τουρκίας μπορεί να την οδηγήσει σε υπέρ-επέκταση (over-extension) φιλοδοξιών. Και τέτοια υπέρ-επέκταση έχει συνήθως ολέθρια αποτελέσματα.

Αρκεί, βέβαια, η Ελλάδα να προσπαθήσει να μεγιστοποιήσει τις δυνατότητες του μεταιχμιακού ρόλου της. Γιατί η Τουρκία, απέναντί της, προσπαθεί απεγνωσμένα να αναδείξει το «ιστορικό της βάθος» σε πλεονέκτημα. Και να το εξαργυρώσει εις βάρος της Ελλάδας…

Η οποία, κατά άλλα, αδρανεί πολιτικά, καθεύδει ιδεολογικά, μαραζώνει κοινωνικά, ενώ συρρικνώνεται οικονομικά και πληθυσμιακά…

Κακά τα ψέματα: Για να αξιοποιήσει τα δυνητικά της πλεονεκτήματα μια χώρα πρέπει να έχει φιλοδοξίες. Η Ελλάδα, για την ώρα, παρά τις δυνατότητές της επιδεικνύει συμπτώματα… «αυτοκτονικού ιδεασμού»!

Χρύσανθος Λαζαρίδης 06/02/2010 18:39:30
Μια παρατήρηση μόνο: σκεφτείτε μιαν Αμερική που δεν πολυενδιαφέρεται για την από δώ μεριά (Ατλαντικός-Ευρώπη) και μεταθέτει το ενδαιφέρον της όλο και περισσότερο σατον Ειρηνικό και την Ασία (κεντρική και άπω Ανατολή). Και εξ αυτού του λόγου προσεγγίζει τη Ρωσία. Η οποία είναι φυσική σύμμαχος των ΗΠΑ κατά του φοντεμενταλιστικού Ισλάμ σήμερα και στο άμεσο μέλλον και απαραίτητη σύμμαχος για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων φιλοδοξιών της Κίνας στο μεσομακρομακροπρόθεσμο μέλλον.
Σε αυτή την περίπτωση η ενότητα της Ευρώπης θα τεθεί υπό αμφισβήτηση γιατί δεν θα τη θέλουν ενωμένη ούτε οι Ρώσοι ούτε οι Αμερικανοί.
Δεν λέω ότι θα συμβεί αυτό.
Δεν λέω κάν ότι είναι το πιθανότερο να συμβεί.
Λέω ότι σε ένα τέτοιο σενάριο συντρίβονται τα ονειρα του Νταβούτογλου (και όχι μόνο σε αυτό το σενάριο) ενώ, και ο ισλαμικός κόσμος είναι πιθανό να διασπαστεί επίσης.

Σες μια τέτοια περίπτωση όλα τα σενάρια είναι πιθανά για την Ελλάδα. Και τα καλύτερα και τα χειρότερα. Και αν δεν ετοιμαστούμε κατάλληλα, τα χειρότερα είναι πιθανότερα από τα καλύτερα...

Αλλά σε μια τέτοια περίπτωση - και σε μερικές άλλες περιπτώσεις-σενάρια, που η παράθεσή τους είναι μάλλον αντικείμενο χωριστής παρουσίασης - πολλαπλασιάζονται για την Ελλάδα και οι ευκαιρίες (να παίξει ρόλο χώρας-μεταίχμιου) και οι κίνδυνοι (να συντριβεί ανάμεσα στις μυλόπετρες.

Και κάτι τελευταίο: Ρωτάει κάποιος φίλος, πιο πάνω, αν αυτά είναι εν γνώσει του Σαμαρά.
Μα νομίζω μίλησε για πρώτη φορά για τις γαλάζιες γραμμές, δηλαδή για τις φιλοδοξίες που πρέπει να έχει η Ελλάδα στον περίγυρό της και για τους ρόλους που πρέπει να διεκδικήσει.
Επίσης μόλις την περασμένη Δευτέρα μίλησε για το ρόλο που πρέπει να διαδραματίσει η Ελλάδα ως "χώρα μεταίχμιο". Έναντι της Τουρκίας που φιλοδοξείθ να αξιοποιήσει το "στρατήγικό της βάθος".
Συνεπώς μάλλον πρέπει να τα έχει υπ' όψιν του...

Εγώ πάντος συμφωνώ μαζι σας (το υπονοώ στο τέλος του δημοσιεύματος) ότι αν δεν αφυπνιστεί η Ελλάδα, δεν μπορεί να παίξει κανένα ρόλο. Ούτε να αποφύγει κανένα κίνδυνο.
Αλλά πάντα είναι χρήσιμο να παρουσιάζουμε τις δυνατότητες που έχουμε αντικειμενικά, για να αντιληφθούμε πόσο το εσωτερικό μας κατάντημα μας πάει πίσω και κάτω...
Χρύσανθος Λαζαρίδης 06/02/2010 18:51:23
Για να πώ την αλήθεια, όχι δεν έχω καταλάβει που το πάει ο ΓΑΠ, αγαπητές arcahaeopteryx
Πάντως με παρηγορεί το γεγονός ότι μάλλον ούτε κι ο ίδιος ο ΓΑΠ το έχει αντιληφθεί που το πάει.
Και δεν φταίει (μόνο) ο ΓΑΠ γι' αυτό...
Τις τελευταίες πολλές δεκαετίες δεν αναπτύχθηκε αυτόχθονη γεωπολιτική σκέψη στην Ελλάδα.
Στην καλύτερη περίπτωση μυρικάζαμε ξένες προσεγγίσεις που - όπως ορθά παρατήρησε κάποιος φίλος πιο πάνω - απηχούσαν την ιδιαίτερα οπτική άλλων δυνάμεων. Και εμείς τις εκλαμβάναμε ως επιστημονική οπτική "αδιαμφισβήτητη" και "σύγχρονη".

Έκανα όλες αυτές τις κουριαστικές αναφορές πιο πάνω στο Mahan, τον Mackinder, τον Haushofer, τον Spykman για να δείξω πως εξελίχθηκε η διεθνής γεωπολιτική σκέψη ως προσπάθεια να ερμηνευτεί η διεθνής δυναμική, αλλά και να διεκδικήσουν ρόλο μεγάλες δυνάμεις κάθε εποχής.
Η Τουρκία έβγαλε κι αυτή ένα Νταβούτογλου.
Στην Ελλάδα αν είχε επιχειρήσει κάποιος να πεί τα αντίστοιχα με αυτά που λέει ο Νταβούτογλου (που για ένα μεγάλο διάστημα ήταν στην πατρίδα του "μαύρο πρόβατο" και "εξωθεσμικός") θα τον έλεγαν είτε "εθνικιστή", είτε "κολλημμένο στο παρελθόν" (της Οθωμαντικής Αυτοκρατορίας).
Ίσως αυτό εξηγεί γιατί δεν είναι εύκολο να υπάρξει αυτόχθονη γεωπολιτική οπτική στην Ελλάδα.
Γιατί δεν την επιτρέπει η ελίτ που (δεν) κυβερνά...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου